ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:A45
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. Ε160/2013
σχ. με Ε161/13)
20 Φεβρουαρίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
Α. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ
Εφεσείοντα/Ενάγοντα
και
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσίβλητος/Εναγόμενος.
_ _ _ _ _ _
Π.Αγγελίδης, για τον εφεσείοντα
Λ.Γρηγορίου, (κα), για τον Εφεσίβλητο
_ _ _ _ _
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Οι παρούσες δύο εφέσεις στρέφονται εναντίον δύο αποφάσεων του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ημερ. 27.2.2013. Η πρώτη έφεση 160/13 στρέφεται κατά της πρώτης απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην αίτηση ημερ. 27.2.2013 για παραμερισμό της απόφασης ημερ. 22.2.2013 να απορρίψει την αγωγή του εφεσείοντα ενόψει της μη προώθησης της. Η δεύτερη έφεση 161/13 στρέφεται κατά της δεύτερης απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε αίτηση ημερ. 27.2.2013 για επαναφορά της ως άνω αγωγής, αίτηση που ομοίως το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε.
Είναι αναγκαία η απεικόνιση των δεδομένων από την ημερ. 15.2.2013 που η υπό αναφορά αγωγή ήταν ορισμένη για συνέχιση της ακρόασης, καθώς και το τι επακολούθησε στις 22.2.2013.
Στις 15.2.2013, ο δικηγόρος του εφεσείοντα, τότε ενάγοντα, αιτήθηκε να αναβληθεί η υπόθεση. Είχε προηγηθεί δικάσιμος όπου κατατέθηκαν παραδεκτά γεγονότα. Το Δικαστήριο δεν θεώρησε δικαιολογημένο το αίτημα στις 15.2.2013 και το απέρριψε. Αμέσως μετά ο δικηγόρος του εφεσείοντα ζήτησε να του δοθεί άδεια για να αποσυρθεί από δικηγόρος του.
Το Δικαστήριο έδωσε άδεια και όρισε την υπόθεση για οδηγίες στις 22.2.2013 ώρα 9.30π.μ. Ταυτόχρονα έδωσε οδηγίες προς το πρωτοκολλητείο «όπως ειδοποιήσει πάραυτα τον ενάγοντα για το γεγονός της απόσυρσης του δικηγόρου του σήμερα καθώς επίσης ότι ο ίδιος πρέπει να παρουσιαστεί είτε προσωπικά είτε με νέο δικηγόρο κατά την επόμενη δικάσιμο για την περαιτέρω προώθηση της υπόθεσης του».
Ακολουθεί η δικάσιμος στις 22.2.2013 και χρήσιμο είναι να παρατεθεί αυτούσιο το σχετικό πρακτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου:
«22.2.2013 Ώρα:10.10
Για τον ενάγοντα: Ουδεμία εμφάνιση
Ενάγοντας φωνάχθηκε απών.
Για τον εναγόμενο: Κα Μ. Αλεξάνδρου
Κα Βαρνάβα παρούσα.
(Στενογραφημένα πρακτικά από την κα Άντρη Λαζαρίδου)
Κα Βαρνάβα:
Εντιμοτάτη εμφανίζομαι εκ μέρους του κ. Αγγελίδη, ο οποίος βέβαια στο παρόν στάδιο έχει αποσυρθεί και δεν εκπροσωπεί τον ενάγοντα, πλην όμως πληροφορώ το Δικαστήριο ότι ο ενάγοντας έχει ενημερωθεί για τη σημερινή ημερομηνία, πλην όμως έχει μεταβεί στον γιατρό για τον σκοπό ιατρικής εξέτασης του και θα καθυστερήσει να παρουσιαστεί ενώπιον του Δικαστηρίου σήμερα. Γι΄ αυτό παρακαλώ όπως δοθεί χρόνος για να μπορέσει να είναι παρών ο ενάγοντας στο Δικαστήριο.
Κα Αλεξάνδρου:
Δεν έχω να πω κάτι. Αφήνω το θέμα στο Δικαστήριο.
Δικαστήριο:
Η παρούσα υπόθεση ήταν ορισμένη η ώρα 9.30 το πρωί για οδηγίες. Με βάση το περιεχόμενο του φακέλου της υπόθεσης του Δικαστηρίου η επιστολή που στάληκε μέσω του Πρωτοκολλητείου δεν έχει επιδοθεί στον ενάγοντα ως η σχετική ειδοποίηση από το γραφείο του Πρωτοκολλητή, πλην όμως το Δικαστήριο έχει πληροφορηθεί σήμερα ότι ο ενάγοντας έχει λάβει γνώση της σημερινής δικασίμου που ορίστηκε η αγωγή για οδηγίες και αυτός διαφαίνεται ότι παραλείπει να εμφανιστεί στο Δικαστήριο και να προωθήσει την παρούσα αγωγή για λόγο που δεν έχει διαφανεί ότι είναι σοβαρός ή επείγον και που αφήνει την εντύπωση στο Δικαστήριο ότι αυτός καταδεικνύει έλλειψη σεβασμού προς τη δικαστική διαδικασία, ειδικότερα εφόσον ο ίδιος είναι ο ενάγων στην παρούσα αγωγή.
Παρόλο που ο ενάγων δεν έχει λάβει γνώση για την παρούσα διαδικασία, με βάση τις οδηγίες του Δικαστηρίου, εν τούτοις θεωρώ ότι από τη στιγμή που με υπεύθυνη δήλωση δικηγόρου αυτός έχει πράγματι λάβει γνώση και αιτείται κάποιου χρόνου για να παρουσιαστεί, θεωρώ ότι οι οδηγίες του Δικαστηρίου για να ενημερωθεί ο ενάγοντας για την απόσυρση του δικηγόρου και τη νέα δικάσιμο έχουν πλήρως ικανοποιηθεί.
Εν όψει της μη εμφάνισης εκ μέρους του ενάγοντα για τους λόγους που έχω ήδη αναφέρει και της έλλειψης προώθησης της παρούσας διαδικασίας εκ μέρους του, το Δικαστήριο δεν έχει άλλη επιλογή από του να απορρίψει την παρούσα αγωγή.
Κα Αλεξάνδρου:
Εν όψει του αποτελέσματος ζητώ τα έξοδα.
Δικαστήριο:
Εν όψει του αποτελέσματος, τα έξοδα της αγωγής επιδικάζονται εις βάρος του ενάγοντα και υπέρ του εναγόμενου, όπως αυτά υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.»
Μετά την εξέλιξη της απόρριψης της αγωγής του ο εφεσείων καταχωρεί στις 27.2.2013 τις δύο πιο πάνω αιτήσεις παραμερισμού της απόφασης για απόρριψη της αγωγής και της επαναφοράς αυτής, αιτήσεις που αν και συνεκδικάσθηκαν, οδήγησαν σε δύο ξεχωριστές αποφάσεις με σχεδόν ταυτόσημο περιεχόμενο με βάση το οποίο κρίθηκε ότι οι δικαιολογίες και αιτιάσεις, που δόθηκαν από την πλευρά του εφεσείοντα μέσω και των ενόρκων δηλώσεων του δικηγόρου Παύλου Αγγελίδη, δεν ήσαν βάσιμες για τους λόγους που εξηγήθηκαν. Ο πυρήνας της αιτιολογίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου υπήρξε βεβαίως η μη εμφάνιση του εφεσείοντα ενώπιον του στις 22.2.2013 αλλά και αντιπαραβολή των λεχθέντων ενώπιον του από τη δικηγόρο κα Βαρνάβα (η οποία ενημέρωσε για την απουσία του εφεσείοντα) και των θέσεων που προβάλλονται στις αιτήσεις για παραμερισμό και επαναφορά. Χρήσιμο είναι να δώσουμε μέρος της πρωτόδικης κρίσης.
«Στην προκειμένη περίπτωση, όπως καταγράφεται στο πρακτικό του Δικαστηρίου ημερ. 22.2.2013, το οποίο παρέμεινε αδιαμφισβήτητο και από τις δύο πλευρές, προκύπτει ότι στις 10.10 π.μ. όταν το Δικαστήριο επιλήφθηκε της παρούσας αγωγής, ο ενάγοντας φωνάχθηκε και ήταν απών. Επίσης, με βάση το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων του κ. Αγγελίδη και του ενάγοντα, προκύπτει ότι την προηγούμενη μέρα ο ενάγοντας ήταν πλήρως ενημερωμένος από τον κ. Αγγελίδη για την πορεία της υπόθεσης του, ότι ο δικηγόρος του είχε αποσυρθεί και ότι η υπόθεση ήταν ορισμένη ενώπιον του Δικαστηρίου την επομένη και ο ίδιος έπρεπε να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου.
Σύμφωνα με το πρακτικό του Δικαστηρίου ημερ. 22.2.2013, υπήρξε εμφάνιση της δικηγόρου κας Βαρνάβα, εκ μέρους του κ. Αγγελίδη, η οποία πληροφόρησε το Δικαστήριο ότι ο ενάγοντας είχε επισκεφθεί γιατρό και ζήτησε όπως του δοθεί χρόνος για να παρουσιαστεί αργότερα ενώπιον του Δικαστηρίου. Η κα Βαρνάβα δεν εμφανίστηκε στο Δικαστήριο ως η δικηγόρος του ενάγοντα, ούτε και εκ μέρους του κ. Αγγελίδη ως του δικηγόρου του ενάγοντα, εφόσον αναγνώρισε ότι ο κ. Αγγελίδης είχε αποσυρθεί από δικηγόρος του. Η κα Βαρνάβα εμφανίστηκε υπό την ιδιότητα της ως δικηγόρου, εκ μέρους του δικηγόρου κ. Αγγελίδη, απλώς και μόνο για να ενημερώσει το Δικαστήριο αναφορικά με τη θέση του ενάγοντα στο πλαίσιο της παρούσας αγωγής και ειδικότερα να υποβάλει αίτημα προς το Δικαστήριο εκ μέρους του, εν όψει της απουσίας του.
Θεωρώ ότι η εμφάνιση της κας Βαρνάβα ενώπιον του Δικαστηρίου, υπό την ιδιότητα και τις συνθήκες που περιγράφονται πιο πάνω, ήταν ικανή και επαρκής για να καταδείξει τη γνώση του ενάγοντα για την πορεία της υπόθεσης του, τον ορισμό της την επίδικη μέρα και τον σκοπό ορισμού αυτής. Το Δικαστήριο είχε ενώπιον του επαρκή στοιχεία γι΄ αυτή τη γνώση του ενάγοντα, την οποία άλλωστε η πλευρά του ενάγοντα ουδόλως αμφισβήτησε αλλά αντίθετα ρητά αναγνωρίζει μέσω των ενόρκων δηλώσεων του κ. Αγγελίδη και του ενάγοντα που συνοδεύουν την υπό κρίση αίτηση.
Επομένως θεωρώ ότι η θέση του δικηγόρου του ενάγοντα κατά την αγόρευση του ότι το Δικαστήριο όφειλε να επιμένει σε απόδειξη ότι ο ενάγοντας είχε πληροφορηθεί είτε από το Πρωτοκολλητείο είτε από τον εναγόμενο για τον ορισμό της υπόθεσης του είναι παντελώς αβάσιμη.
Από τη στιγμή που στο πρακτικό του Δικαστηρίου αναφέρεται η θέση ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ο ενάγοντας ήταν στον γιατρό και θα μετέβαινε αργότερα στο Δικαστήριο, τότε ο ισχυρισμός του ενάγοντα ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο βρισκόταν στο Δικαστήριο καταρρίπτεται. Η παρουσία, η αναφορά και το αίτημα της κας Βαρνάβα αποτελούν αναντίλεκτα γεγονότα, για τα οποία δεν δίνεται οποιαδήποτε εξήγηση ούτε και έτυχαν οποιουδήποτε σχολιασμού από την πλευρά του ενάγοντα, μέσω των ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν και υποστηρίζουν την αίτηση. Η προσπάθεια επεξήγησης της θέσης της κας Βαρνάβα που έγινε κατά την αγόρευση του δικηγόρου του ενάγοντα δεν είναι ικανή να διαφοροποιήσει το πρακτικό του Δικαστηρίου, καθότι οι ισχυρισμοί στην αγόρευση δικηγόρου δεν αποτελούν μαρτυρία στο πλαίσιο της υπό κρίση αίτησης και επομένως δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη.
Με βάση τα δεδομένα που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, είναι ξεκάθαρο ότι κατά την ώρα που το Δικαστήριο επιλήφθηκε της υπόθεσης στις 22.2.2013, ο ενάγοντας δεν βρισκόταν στο Δικαστήριο».
Εναντίον των δύο αποφάσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου προβάλλονται σχεδόν κοινοί λόγοι έφεσης που αφορούν στο λανθασμένο και αναιτιολόγητο της πρωτόδικης κρίσης, ειδικά στο ότι το Δικαστήριο απέτυχε να δώσει λόγους για την απόφαση του να ενεργήσει τόσο δραστικά και να απορρίψει την αγωγή, μη δίδοντας χρόνο και ευκαιρία στον ενάγοντα να εμφανιστεί. Περαιτέρω, πλήττεται η ενέργεια του Δικαστηρίου να αποδεχθεί δηλώσεις της μη εξουσιοδοτημένης δικηγόρου, κας Βαρνάβα. Αβασάνιστα επίσης το πρωτόδικο Δικαστήριο αγνόησε σχετικές ένορκες δηλώσεις και ιατρικά πιστοποιητικά που τις συνόδευαν - (1ος λόγος έφεσης). Προσβάλλεται ακόμη η απόφαση επί τω ότι το Δικαστήριο δεν διευκρινίζει γιατί αποδέχεται και αντίστοιχα γιατί απορρίπτει το περιεχόμενο ή μέρος του περιεχομένου των ενόρκων δηλώσεων που στηρίζουν την αίτηση - (3ος λόγος έφεσης). Η πλευρά του εφεσείοντα θεωρεί ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο παρουσιάζει ως τελικά γεγονότα αυτά που καταγράφονται στο πρακτικό, χωρίς να αξιολογήσει τις εν λόγω ένορκες δηλώσεις (4ος λόγος στην έφεση 161/13). Ομοίως πλήττεται η πρωτόδικη κρίση ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι δεν υπήρχαν ειδικές περιστάσεις που δικαιολογούσαν την επαναφορά της υπόθεσης και/ή ότι δεν υπήρχαν λόγοι που δικαιολογούσαν τον παραμερισμό της απόρριψης - (2ος λόγος έφεσης).
Eνώπιον του Εφετείου παρά την παραχώρηση περιγραμμάτων, η ευπαίδευτη συνήγορος για το Γενικό Εισαγγελέα, δεν στήριξε την πρωτόδικη κρίση. Παρά ταύτα, είναι υποχρέωση του Δικαστηρίου να εξετάσει τις εν λόγω εφέσεις, οι οποίες έχουν κοινό πλαίσιο. Όλοι οι λόγοι έφεσης συνδέονται άρρηκτα με τα διαμειφθέντα στο Δικαστήριο κατά τις ως άνω δικασίμους, όπως επίσης και στο συσχετισμό τους με τις ένορκες δηλώσεις που αντίστοιχα στήριζαν τις δύο αιτήσεις. Συνεπώς, είναι ορθό να εξετασθούν από το Εφετείο συνολικά, ώστε να αποδοθούν και να αξιολογηθούν όλα τα ουσιώδη γεγονότα.
Παραπονείται η πλευρά του εφεσείοντα πως λανθασμένα το Δικαστήριο έδωσε βαρύτητα στο πρακτικό ημερ. 22.2.2013. Δεν θα συμφωνήσουμε με την απόλυτη θέση που εκφράστηκε. Το πρακτικό του Δικαστηρίου, όπως επανειλημμένα έχει τεθεί από τη νομολογία, αποδίδει τα γεγονότα τα οποία τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου ως ο αυθεντικός και αναντικατάστατος οδηγός της υπό αναφορά δικασίμου. (βλ. Χρίστου ν. Δήμου Λάρνακας, ποιν. εφ.αρ. 219/15 κ.ά. ημερ. 11.5.2017, Κατσούρης ν. Χ΄Νικόλα (2010)1 Α.Α.Δ. 1634, Σοφοκλέους ν. Ταβελούδη κ.ά., Πολ.εφ.107/16, 11.9.2017), ECLI:CY:AD:2017:A293.
Συνεπώς αποκλειστικός οδηγός για να κριθεί πρωταρχικά η βασιμότητα της απόρριψης δεν μπορεί να είναι ο,τιδήποτε άλλο παρά το πρακτικό ημερ.22.2.2013 σε συνάρτηση βεβαίως με αυτά που προηγήθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου στις 15.2.2013.
Είναι λοιπόν κατά την κρίση μας σημαντικό για να αξιολογηθεί η απόρριψη της αγωγής στις 22.2.2013 να προσδιορισθεί η δικονομική βάση της αίτησης ακύρωσης της απόρριψης.
Η δικονομική βάση είναι βεβαίως η Δ.33 θ.1-5 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Eκτενής ανάλυση επί των προϋποθέσεων της Διαταγής αυτής και της προηγηθείσας νομολογίας έγινε προσφάτως στην F.N. & A.G. DEVELOPERS LTD και 1. KERMIA PROPERTIES & INVESTMENTS LTD 2. BIEMAN LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 31/2012, ημερ.11.6.2018.
Η ενεργοποίηση της Δ.33 θ.1-5, όπως αναφέρθηκε στην ΚΕRMIA, ως άνω, προϋποθέτει ότι την ημέρα της δίκης ο διάδικος ή αντιπρόσωπος του παραλείπει να εμφανισθεί.
Στην κρινόμενη περίπτωση, κατά την επίδικη ημερομηνία, δηλαδή στις 22.2.2013, ο διάδικος (εφεσείων) αλλά και ο δικηγόρος του ο οποίος εξάλλου έπαυσε να τον εκπροσωπεί ζητώντας σχετική άδεια την προηγούμενη δικάσιμο δεν εμφανίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου. Περαιτέρω, εν προκειμένω συντρέχει η ιδιαιτερότητα της «εμφάνισης» μιας δικηγόρου, όχι ως αντιπροσώπου του διαδίκου, αλλά με σκοπό - όπως το ίδιο το Δικαστήριο το θέτει - να πληροφορήσει το Δικαστήριο πως ο εφεσείων «έχει ενημερωθεί για τη σημερινή ημερομηνία». Το γεγονός αυτό γίνεται αποδεκτό από το πρωτόδικο Δικαστήριο και το οδηγεί στο δραστικό αποτέλεσμα να απορρίψει την αγωγή η οποία, εν πάση περιπτώσει ήταν ορισμένη για οδηγίες, λόγω του ότι ο ενάγων είχε φωναχθεί απών.
Θεωρούμε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε στην όλη διαχείριση του θέματος, με αρχή τις ενέργειες του στις 22.2.2013. Θεμελιακό ήταν ότι κατά την προηγούμενη δικάσιμο με την απόσυρση του δικηγόρου του εφεσείοντα, ενώ αυτό θα μπορούσε να μην ήταν εν τοις πράγμασι απαραίτητο, το ίδιο το Δικαστήριο έκρινε πως έπρεπε ο διάδικος να ενημερωθεί δια ειδοποιήσεως του Πρωτοκολλητή με την οποία θα του γνωστοποιείτο η απόσυρση του δικηγόρου του αλλά επίσης και η υποχρέωση του να παρουσιασθεί ενώπιον του Δικαστηρίου στις 22.2.2013 είτε προσωπικά είτε με νέο δικηγόρο. Για το σκοπό αυτό προφανώς η υπόθεση ορίσθηκε απλώς για οδηγίες και όχι για ακρόαση.
Θεωρούμε πως αφ΄ης στιγμής το ίδιο το πρωτόδικο Δικαστήριο όρισε μια σαφή πορεία για την ειδοποίηση του διαδίκου, αλλά και καθόρισε εν πολλοίς το περιεχόμενο αυτής, δεν ηδύνατο να εκτραπεί από αυτή. Η κρίση μας εγγενώς προκύπτει από τα ακόλουθα:
(α) η ειδοποίηση αυτή δεν επιδόθηκε στον εφεσείοντα,
(β) η δικηγόρος που εμφανίστηκε δεν τον εκπροσωπούσε,
(γ) εν πάση περιπτώσει από τα λεχθέντα της ως άνω δικηγόρου δεν υπήρξε σαφήνεια για την ούτω καλούμενη ενημέρωση του ενάγοντα να εμφανιστεί στο Δικαστήριο.
Όλα τα πιο πάνω έπλητταν τη ρίζα της διαδικασίας, ώστε το πρωτόδικο Δικαστήριο να ήταν υποχρεωμένο να ακυρώσει την απόρριψη της αγωγής στην οποία εμφανώς λανθασμένα προχώρησε και κατά λογική συνέπεια να επαναφέρει αυτή για σκοπούς εκδίκασης της.
Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει κρίνουμε πως η επέμβαση μας είναι επιβεβλημένη και ο πρώτος λόγος έφεσης θα πρέπει να επιτύχει. Ως δε συνέπεια δέον να ακυρωθεί η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου για απόρριψη της αγωγής (με τη συναφή βεβαίως καταδίκη του εφεσείοντα στα έξοδα) ώστε να επαναφερθεί για σκοπούς εκδίκασης. Ως εκ της επιτυχίας του πρώτου λόγου είναι αχρείαστη η ενασχόληση μας με τους λοιπούς λόγους έφεσης.
Ενόψει της ιδιομορφίας της υπόθεσης και του χρόνου που έχει παρέλθει, έχουμε προβληματιστεί για το θέμα της περαιτέρω εκδίκασης της υπόθεσης, αν δηλαδή θα πρέπει να γίνει από την ίδια Δικαστή ή από άλλο Δικαστή του ιδίου Δικαστηρίου. Μετά από εξέταση των περιστάσεων της υπόθεσης και ειδικά τη διαδικαστική της πορεία, θεωρούμε ότι η εκδίκαση από την ίδια Δικαστή δεν είναι αναγκαία, αλλά ούτε και πρακτικά εφαρμόσιμη, ενόψει του γεγονότος ότι δεν ακούστηκε μαρτυρία, αλλά μόνο παραδεκτά γεγονότα έχουν κατατεθεί τα οποία βεβαίως θα μπορούν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι να υιοθετήσουν εκ νέου ενώπιον του Δικαστή που θα αναλάβει την υπόθεση.
΄Εχοντας υπόψη όλα τα δεδομένα της υπόθεσης κρίνουμε ορθό να ακυρώσουμε την απόρριψη της αγωγής η οποία διατάσσεται να επαναφερθεί και να εκδικαστεί το συντομότερο δυνατό από άλλο αρμόδιο Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, στην ανάλογη της αγωγής κλίμακα.
Οι εφέσεις επιτυγχάνουν ως άνω. Αναφορικά με το θέμα των εξόδων θα ακολουθήσουμε τη συμφωνία των μερών, δηλαδή τα πρωτόδικα έξοδα των ως άνω αιτήσεων παραμένουν υπέρ του εφεσίβλητου, πληρωτέα όμως στο τέλος της εκδίκασης της αγωγής και τα έξοδα της έφεσης, ως θα υπολογιστούν, επιδικάζονται υπέρ του εφεσίβλητου, πληρωτέα επίσης στο τέλος της εκδίκασης της αγωγής.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.