ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Λιάτσος, Αντώνης Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Ολ. Λάμπρου (κα) για κ. Α. Μαθηκολώνη, για τους Εφεσείοντες. Π. Μακρίδης για Χρυσαφίνης amp;amp;amp; Πολυβίου ΔΕΠΕ, για την Εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-02-21 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ASTRAPI COMMISSION AGENTS LTD κ.α. ν. ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ, Πολιτική Εφεση Αρ. E107/2013, 21/2/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:A50

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Εφεση Αρ.  E107/2013)

 

21 Φεβρουαρίου, 2019

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

1.   ASTRAPI COMMISSION AGENTS LTD,

2.   χχχχ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

3.   χχχχ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

4.   ASTRAPI TRADING CO LTD,

Εφεσείοντες,

ν.

 

ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ,

Εφεσίβλητης.

_ _ _ _ _ _

Ολ. Λάμπρου (κα) για κ. Α. Μαθηκολώνη, για τους Εφεσείοντες.

Π. Μακρίδης για Χρυσαφίνης & Πολυβίου ΔΕΠΕ, για την Εφεσίβλητη.

_ _ _ _ _ _

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από τον Λιάτσο, Δ.

­­­_ _ _ _ _ _


 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.:  Αντικείμενο της ενώπιον μας έφεσης συνιστά η αμφισβήτηση της ορθότητας πρωτόδικης απόφασης, σε αίτηση για άδεια εκτέλεσης απόφασης, διά της οποίας ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής έκρινε ότι όλες οι απαιτούμενες προϋποθέσεις προς άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου συνέτρεχαν και προχώρησε στην έκδοση διατάγματος και παροχή άδειας για εκτέλεση της απόφασης για περαιτέρω περίοδο έξι ετών.

 

Όπως προκύπτει από τα γεγονότα, εναντίον των Εφεσειόντων είχε εκδοθεί, στις 4.4.1991, απόφαση για το ποσό των τότε ΛΚ6.180 πλέον σχετικό τόκο. Περαιτέρω εκδόθηκε διάταγμα πώλησης των προς εξασφάλιση του χρέους ενυπόθηκων κτημάτων. Ακολούθησε αίτημα για πληρωμή του οφειλόμενου ποσού με μηνιαίες δόσεις, το οποίο, αποσύρθηκε στις 27.5.1992, με επιφύλαξη των δικαιωμάτων της Εφεσίβλητης. Περαιτέρω, εκδόθηκαν, στο παρελθόν, διατάγματα ανανέωσης της εκτέλεσης και κατατέθηκε, στις 17.1.1992, το υπ΄ αρ. 26/92 memo επί της ακίνητης περιουσίας του Εναγόμενου 2, το οποίο ανανεωνόταν ανελλιπώς. Ακόμη, εντάλματα κινητών εναντίον των Εναγομένων 3 και 4 που καταχωρήθηκαν στις 10.10.1991 και 16.4.1992, επιστράφηκαν ανεκτέλεστα. Οι Εφεσείοντες κατέβαλαν διάφορα ποσά έναντι του εξ αποφάσεως χρέους, εξακολουθούν όμως να οφείλουν σημαντικό μέρος του.

 

Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής έκρινε, μετά από εκτεταμένη παράθεση των επί του θέματος νομικών αρχών και ανάλυση του συνόλου των ισχυρισμών των Εφεσειόντων - Καθ΄ ων η αίτηση, ότι το ενώπιόν του αίτημα συνιστούσε γνήσιο δικονομικό διάβημα και δεν αποσκοπούσε σε κανένα άλλο σκοπό, παρά μόνο στην ικανοποίηση της δικαστικής απόφασης. Συνακόλουθα, καταλήγοντας ότι συνέτρεχαν όλες απαιτούμενες προϋποθέσεις, η διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου ασκήθηκε προς όφελος της Αιτήτριας - Εφεσιβλήτης και, ως εκ τούτου, το αίτημα για παροχή άδειας ανανέωσης και εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης εγκρίθηκε.

 

Η πρωτόδικη κρίση πλήττεται με οκτώ συνολικά λόγους έφεσης, με πυρήνα τη θέση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε λανθασμένα τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ της χορήγησης της αιτούμενης άδειας και ότι έσφαλε θεωρώντας ότι οι τότε αιτητές ικανοποίησαν τα κριτήρια που η νομολογία θέτει προς επιτυχή κατάληξη του διαβήματός τους.

 

Προτού αναπτύξουμε τους ενώπιόν μας λόγους έφεσης χρήσιμη είναι η παράθεση της επί του θέματος νομολογιακής προσέγγισης, όπως αυτή αναπτύχθηκε μέσα από σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου και την οποία είχαμε την ευκαιρία να συνοψίσουμε στην πρόσφατη απόφαση Μαρίνα Π. Σταυρινίδη ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολ. Εφεση 367/2012, ημερ. 17.1.2019, ECLI:CY:AD:2019:A11, το σχετικό απόσπασμα της οποίας και παραθέτουμε:

 

«Είναι επίσης θεμελιωμένο πως, είτε μονομερώς καταχωρηθεί η αίτηση είτε δια κλήσεως, ο αιτητής δέον να ικανοποιήσει το Δικαστήριο για συγκεκριμένες προϋποθέσεις και δη στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση πρέπει να προσδιορίζεται η ημερομηνία και το αρχικό ποσό της απόφασης καθώς και το οφειλόμενο ακόμη υπόλοιπο.   Περαιτέρω πρέπει να τεκμηριώνεται ότι ο αιτητής δικαιούται σε εκτέλεση της απόφασης.  Προσθέτως δέον να αιτιολογείται η καθυστέρηση και να διαφαίνεται πως δεν επηρεάζεται δυσμενώς ο εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτης.  (Βλ. Biochemie Rose Ltd κ.ά. ν. Τράπεζας Κύπρου Πολ.εφ.11/2013, 1.6.2018), ECLI:CY:AD:2018:A264.

 

Στη ΣΠΕ Κοντέας vMιχαήλ, (2012)1Β Α.Α.Δ.1604 αναφέρθησαν τα ακόλουθα σχετικά:

 

"Η ίδια η Δ.40 Κ. 8 δεν απαριθμεί τα κριτήρια που το δικαστήριο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη προτού ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια για να διατάξει την ανανέωση μιας απόφασης. Όμως όπως προκύπτει από το λεκτικό της εν λόγω διάταξης, ο διάδικος που υποβάλλει την αίτηση θα πρέπει να ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι δικαιούται εκτέλεσης και το όλο πνεύμα της νομολογίας είναι ότι έχει ο αιτητής το βάρος απόδειξης. Επομένως η εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου των εφεσειόντων ότι το βάρος δεν πρέπει να είναι στον αιτητή για ανανέωση της απόφασης (εδώ τους εφεσείοντες) δεν μας βρίσκει σύμφωνους.

 

Στην υπόθεση Panaou vChristofi (1963) 2 C.L.R. 19, 23 γενικά με το θέμα εκτέλεσης μιας απόφασης λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«The execution of a judgment is a matter under the Court's supervision and control, and cannot be allowed to be used for purposes of unnecessary oppression as the circumstances of the present case would seem to suggest, or, indeed, for any purpose, other than the proper satisfaction of the Court's judgment, under the Court's control."

 

Τα κριτήρια που το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη αναφέρονται σε αγγλικά συγγράμματα όπου ερμηνεύθηκε παρόμοια πρόνοια των αγγλικών θεσμών. (βλ. The Annual Practice 1958 σελ. 1019-1020). Θα πρέπει η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση να περιέχει τα εξής στοιχεία: (α) Την ημερομηνία, το αρχικό ποσό της απόφασης και το οφειλόμενο ακόμα ποσό, (β) ότι ο αιτητής δικαιούται σε εκτέλεση της απόφασης και (γ) να αιτιολογεί την καθυστέρηση.

 

Από αριθμό αγγλικών αποφάσεων (βλ. μεταξύ άλλων W.T.Lamb & Sons v. Rider [1948] 2 All E.R. 402, Good Challenger Nevugante SA v. Metalexportimport SA [2003] Q.B. 471, Duer v. Frazer (2001) 1 All E.R. 249 και Patel v. Singh [2002] EWCA 1668) φαίνεται ότι ο κανόνας είναι ότι η διακριτική ευχέρεια πρέπει να είναι ενάντια της έγκρισης της αίτησης μετά την παρέλευση των 6 ετών (τώρα 10) εκτός αν υπάρχουν τέτοια γεγονότα που η δικαιοσύνη εξυπηρετείται καλύτερα με την έγκριση της αίτησης.

 

Στην υπόθεση Pater vSingh (πιο πάνω) λέχθηκε ότι προτού δοθεί άδεια για εκτέλεση μετά τα 6 χρόνια ο εξ αποφάσεως πιστωτής θα πρέπει να δώσει στο δικαστήριο ικανοποιητική εξήγηση για την καθυστέρηση ενώ αντίθετα ο εξ αποφάσεως χρεώστης δεν έχει υποχρέωση να δείξει δυσμενή επηρεασμό εξαιτίας της καθυστέρησης. Με δεδομένο ότι μετά τα 6 χρόνια δεν επιτρέπεται εκτέλεση χωρίς την άδεια του δικαστηρίου, ο αιτητής υποχρεούται να ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι συντρέχουν τέτοιες περιστάσεις οι οποίες θέτουν την υπόθεση σε ασύνηθες πλαίσιο (take the case out of the ordinary) ούτως ώστε να είναι δίκαιο όπως δοθεί η άδεια για ανανέωση της απόφασης.

  

Στη δε Τράπεζα Κύπρου Λτδ ν. Μακρίδης κ.ά. (2012)1Β Α.Α.Δ. 1218 ανατράπηκε η πρωτόδικη κρίση ότι οι εφεσείοντες/αιτητές θα έπρεπε να είχαν καταδείξει την ύπαρξη ειδικών περιστάσεων, παρατηρώντας ότι «κάτι τέτοιο δεν επιβάλλει, ούτε δικαιολογεί τη Δ.40 θ.8 στην οποία αναγράφεται απλώς ότι ο αιτών διάδικος θα πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι δικαιούται να εκτελέσει την υπέρ του απόφαση». 

 

Σε μεταγενέστερη υπόθεση Κτωρίδης ν. Alpha Bank Cyprus  Ltdπολ. εφ.290/10, 19.6.2014, (έχει δημοσιευθεί στους τόμους αποφάσεων του 2014, (2014) 1 ΑΑΔ 1173, ECLI:CY:AD:2014:A407) αφού αναφέρθησαν και αναλύθησαν οι προηγούμενες αποφάσεις καθώς και αριθμός αγγλικών αυθεντιών, το Εφετείο κατέληξε πως «η λυδία λίθος για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, και το πιο σημαντικό κριτήριο, είναι ο δυσμενής επηρεασμός του εξ αποφάσεως χρεώστη (βλ. Westacre Investments Inc. v. Yugoimport SDPR [2008] EWHC 801 και Good Challenger Navegante SA v. Mineralexportimport SA [2004] 1 Lloyd΄s Rep. 67)».  Ως τέτοιος προσδιορισμός του δυσμενούς επηρεασμού θα πρέπει να θεωρείται πως ο εξ αποφάσεως πιστωτής αφήνει τον εξ αποφάσεως οφειλέτη να πιστεύει πως η απραξία του σημαίνει πως δεν πρόκειται να εκτελέσει.»

 

 

 

 

Στην παρούσα περίπτωση συνιστά αδιαμφισβήτητο γεγονός η λήψη διαβημάτων προς εκτέλεση της εκδοθείσας απόφασης. Δεν μπορεί να παραβλεφθεί ότι η Εφεσίβλητη κατ΄ επανάληψη ζήτησε ανανέωση της απόφασης προς τον σκοπό εκτέλεσής της. Στο μεσοδιάστημα είχε προχωρήσει στην επιβάρυνση της ακίνητης περιουσίας του Εναγόμενου 2 και σε ανανέωση του σχετικού memo. Οι προσπάθειες που προηγήθηκαν για εκτέλεση μέσω σχετικών ενταλμάτων κινητών δεν καρποφόρησαν, αφού τα σχετικά εντάλματα επιστράφηκαν ως ανεκτέλεστα.

 

Περαιτέρω, όπως ορθά εντόπισε ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, παρά την σαφή τοποθέτηση της Εφεσίβλητης - Αιτήτριας στη συνοδευτική της αίτησης ένορκο δήλωση ότι οι Εφεσείοντες - Καθ΄ ων η αίτηση ζητούσαν κατά καιρούς παράταση χρόνου προς διευθέτηση τρόπου πληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους τους, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός παρέμεινε αναπάντητος, δεδομένου ότι ούτε ο ενόρκως δηλών αντεξετάσθηκε επί του θέματος, αλλά ούτε και σαφής περί του αντιθέτου θέση τέθηκε μέσω ένορκης δήλωσης εκ μέρους των Καθ΄ ων η αίτηση - Εφεσειόντων. Συνεπώς, δεν είναι νοητό οι εξ αποφάσεως δανειστές να αιτούνται, αφενός, χρόνο προς διευθέτηση του εξ αποφάσεως χρέους τους και να επικαλούνται, αφετέρου, καθυστέρηση και αδράνεια εκ μέρους των εξ αποφάσεως πιστωτών στη λήψη μέτρων προς εκτέλεση της προς όφελός τους απόφασης. Ακόμη, το εξ αποφάσεως χρέος, ως παραμένει, ουσιαστικά, αδιαμφισβήτητο, δεν έχει εξοφληθεί πλήρως. Οι όποιοι ισχυρισμοί ως προς το ύψος του οφειλόμενου υπολοίπου, όπως εντοπίστηκε στην υπόθεση Κτωρίδης (ανωτέρω), δεν αφορούν άμεσα στο ζήτημα της παραχώρησης άδειας εκτέλεσης της απόφασης, αλλά είναι θέμα ορθού υπολογισμού που μπορεί να εγερθεί κατά την εκτέλεση. Εκ του περισσού προσθέτουμε ότι παρέμεινε άνευ ερείσματος ο ισχυρισμός των Εφεσειόντων ότι λόγω του χρόνου που παρήλθε τους δόθηκε η εντύπωση ότι το χρέος εξοφλήθηκε. Πέραν του ότι τέτοιος λόγος ένστασης περί εξόφλησης δεν προβλήθηκε, τα διαβήματα εκτέλεσης που ακολούθησαν και οι συζητήσεις για παράταση χρόνου προς ικανοποίηση του εξ αποφάσεως χρέους, δεν θεμελιώνουν απραξία και αντίληψη περί εξόφλησης. Ούτε βεβαίως μπορεί να νοηθεί εξόφληση χωρίς πληρωμή του χρέους, ήτοι εκ του γεγονότος και μόνο ότι παρήλθε σημαντικό χρονικό διάστημα από της έκδοσης της απόφασης.

 

Όπως έχει ήδη λεχθεί, ως απόσταγμα της σχετικής νομολογίας, το κρίσιμο στοιχείο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου και το πιο καθοριστικό κριτήριο, είναι ο δυσμενής επηρεασμός του εξ αποφάσεως χρεώστη. Ηταν επί του προκειμένου η εισήγηση των Εφεσειόντων, επικαλούμενοι αδράνεια της Εφεσίβλητης, ότι η παρέλευση μεγάλου χρονικού διαστήματος τους έθεσε σε δυσμενή οικονομική θέση και σε αλλαγή των κοινωνικών και οικονομικών τους περιστάσεων και δεδομένων. Προεκτείνοντας, έθεσαν ότι ενώ στο παρελθόν είχαν την οικονομική δυνατότητα προς εξόφληση, τέτοια δυνατότητα δεν υφίσταται πλέον, λόγω ακριβώς της μεταβολής των οικονομικών τους συνθηκών. Είναι ανεδαφική αυτή η προσέγγιση, δεδομένης της υποχρέωσης που είχαν οι Εφεσείοντες να εξοφλήσουν το εξ αποφάσεως χρέος τους και δη υπό το φως των δυνατοτήτων που, όπως παραδέχονται, είχαν, προτού οι οικονομικές τους συνθήκες, κατ΄ ισχυρισμό, μεταβληθούν. Πολύ περισσότερο, αν ληφθεί υπόψη ότι κατ΄ επανάληψη, όπως παρέμεινε τελικά αδιαμφισβήτητο, ζήτησαν χρόνο προς διευθέτηση της εξ αποφάσεως οφειλής.

 

Ολοκληρώνοντας, προσθέτουμε ότι ούτε και αποδείχθηκε, για τους λόγους που έχουμε ήδη εκθέσει, απραξία τέτοιας μορφής που να έδινε την εντύπωση στους εξ αποφάσεως οφειλέτες ότι δεν θα εκτελεσθεί η εναντίον τους εκδοθείσα δικαστική απόφαση.

 

Προβάλλεται, μέσω του έβδομου λόγου έφεσης, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε να απορρίψει το υπό κρίση αίτημα καθότι ενάγουσα στην αγωγή επί της οποίας εξεδόθη η απόφαση ήταν η Τράπεζα Κύπρου Λτδ και όχι η Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, η οποία και καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση για άδεια εκτέλεσης. Παρόμοιο ζήτημα προέκυψε και στα πλαίσια της εκδίκασης ενώπιόν μας της υπόθεσης Σταυρινίδη (ανωτέρω), όπου κρίθηκε:

 

«Στα πλαίσια της θέσης της εφεσείουσας πως δεν καταδείχθηκαν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις έχει διατυπωθεί το παράπονο πως το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να αποφασίσει για τη νομιμοποίηση της αιτήτριας ως Marfin Popular Bank Public Ltd αφού ως ενάγουσα στην αγωγή αναγράφεται η Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ.  Θα πρέπει να αναφέρουμε πως συμφωνούμε με τη θέση που διατύπωσε η πλευρά της εφεσίβλητης πως ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με το θέμα αφού τούτο δεν εγείρετο με τους λόγους ένστασης.  Εν πάση περιπτώσει θα προσθέταμε πως εν προκειμένω η νομιμοποίηση προέκυψε από την ίδια την ταυτόσημη υπόσταση της εφεσίβλητης, αφού η απλή αλλαγή ονόματος δεν αλλοίωνε την υπόσταση της ως διαδίκου, αλλά και το δικαίωμα προς εκτέλεση και είσπραξη, νοουμένου μάλιστα ότι εντός του πρωτοδίκου φακέλου κατεχωρήθη σχετική Ειδοποίηση αλλαγής του ονόματος.»

 

 

 

 

Με βάση το σύνολο των πιο πάνω, κρίνουμε ότι οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια προς άσκηση της διακριτικής ευχέρειας έγκρισης ή όχι της επίδικης αίτησης για άδεια εκτέλεσης ερμηνεύθηκαν και εφαρμόστηκαν ορθά εκ μέρους του πρωτόδικου Δικαστηρίου και εντός των θεμιτών πλαισίων. Συναφώς, δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι δικαιολογείται παρέμβασή μας προς ανατροπή της πρωτόδικης κατάληξης.

 

Η έφεση απορρίπτεται με €2500 πλέον ΦΠΑ έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον του Εφεσείοντα.

 

 

                                                               Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

 

                                                               Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

                                                               Τ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο