ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ATHINA SYMEONIDOU ν. PHIVOS MICHAELIDES (1969) 1 CLR 394
MICHALAKIS PARASKEVOPOULLOS ν. GEORGHIOS GEORGHIOU (1970) 1 CLR 116
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2019:D43
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 48/2013)
15 Φεβρουαρίου, 2019
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.]
[ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]
ΛΑΖΑΡΟΣ ΧΑΤΖΗΦΟΡΑΔΟΣ & ΥΙΟΙ ΛΤΔ,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,
ν.
xxxx ΛΟΥΚΑ,
Εφεσίβλητου-Ενάγοντος.
________________________
Χρύσανθος Χρυσάνθου και Ελπίδα Κωμοδρόμου, για Λ. Παπαφιλίππου και Σία Δ.Ε.Π.Ε. και Ανδρέας Ποιητής και Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσείοντες.
Ανδρέας Θ. Μαθηκολώνης, για τον Εφεσίβλητο.
________________________
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος εργαζόταν στην υπηρεσία των εφεσειόντων, ως εργάτης. Στις 31.3.2006, ενώ εκτελούσε κάποια χειρωνακτική εργασία, είχε ένα ατύχημα, (το ατύχημα). Κατά το χρόνο εκείνο, ήταν ηλικίας 39 ετών και, σύμφωνα με δικογραφημένο ισχυρισμό του, ουσιαστικά, έχαιρε άκρας υγείας. Συνεπεία, όμως, του ατυχήματος, τραυματίστηκε σε διάφορα μέρη του σώματός του, με σοβαρότερο τον τραυματισμό στη σπονδυλική του στήλη, στην περιοχή της οσφύος. Συνακόλουθα, επηρεάστηκε δυσμενώς και η ψυχική του υγεία. Για τις σωματικές βλάβες, τις ζημιές και τις απώλειες που αυτός υπέστη, αξίωσε, με αγωγή του στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, την υπ' αρ. 533/2008, αποζημιώσεις.
Η ευπαίδευτη Πρόεδρος του προαναφερθέντος Δικαστηρίου, η οποία εκδίκασε, πρωτόδικα, την υπόθεση, διαπίστωσε, ως μέρος των ευρημάτων της επί των γεγονότων, ότι ο εφεσίβλητος, από το ατύχημα, υπέστη τραυματισμό «σε ασυμπτωματική οστεοαρθρίτιδα που είχε ... με αποτέλεσμα την επιδείνωση της οστεοαρθρίτιδας και με τελική κατάληξη την πρόκληση κήλης δίσκου.» Αναφορικά με το ίδιο τραύμα, διαπίστωσε, συγκεκριμένα, ότι επρόκειτο για: «... κήλη ... στο επίπεδο 03-04 του μεσοσπονδυλίου δίσκου με πίεση του ισχιακού νεύρου αριστερά ...». ΄Οσον αφορά την ψυχική του υγεία, διαπίστωσε ότι αυτή ήταν, ήδη, σε κάποιο βαθμό, βεβαρημένη και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι: «Το ατύχημα επιβάρυνε ακόμη περισσότερο την κατάσταση της ψυχικής του υγείας εξαιτίας του ότι δεν μπορεί πλέον να εργαστεί με επιδείνωση των πρακτικών προβλημάτων της ζωής του ...».
Προηγουμένως, η Πρόεδρος, διατυπώνοντας την άποψή της επί των ιδίων θεμάτων, παρατήρησε ότι, πριν το ατύχημα, ο εφεσίβλητος ήταν υγιής και δεν αντιμετώπιζε οποιαδήποτε αναπηρία, γεγονός που του επέτρεπε να εργάζεται στην υπηρεσία των εφεσειόντων, εκτελώντας κανονικά τα καθήκοντά του. ΄Οσον αφορά την οσφυαλγία, από την οποία αυτός, πλέον, υποφέρει, και την επιδεινωθείσα ψυχική του υγεία, σημείωσε ότι αυτές είναι καταστάσεις οι οποίες εμφανίστηκαν μετά το ατύχημα, δεν υπήρξε δε μαρτυρία, η οποία να καταδεικνύει ότι τούτες προκλήθηκαν από οποιαδήποτε αιτία, πέραν του τραυματισμού του κατά το ατύχημα.
Το Δικαστήριο, ως αποτέλεσμα των πιο πάνω διαπιστώσεών του, επιδίκασε προς όφελος του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων αποζημιώσεις, ήτοι, μεταξύ άλλων, επί πλήρους ευθύνης, ποσό €35.000,00, ως γενικές αποζημιώσεις για τον πόνο και την ταλαιπωρία, που αυτός υπέστη και θα συνεχίσει να υφίσταται στο μέλλον, καθώς, επίσης, ποσό €76.682,88, για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων. Η συντρέχουσα ευθύνη του εφεσίβλητου για το ατύχημα συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων σε ποσοστό 15%.
Οι εφεσείοντες, με την έφεσή τους, αμφισβητούν, κυρίως, τα ευρήματα και τα συμπεράσματα του Δικαστηρίου σε σχέση με την αιτία που προκάλεσε στον εφεσίβλητο τα προβλήματα στην υγεία του, όπως αυτή εξελίχτηκε μετά το ατύχημα και τον κατέστησε ανίκανο, πλέον, για εργασία. Εγείρουν, όμως, και θέμα όσον αφορά τη δικογραφία. Συγκεκριμένα, με τους δύο πρώτους λόγους έφεσης, προσβάλλουν, ως λανθασμένο, το χειρισμό του εκδικάσαντος Δικαστηρίου αναφορικά με την προϋπάρχουσα κατάσταση της υγείας του εφεσίβλητου, επί της οποίας, όπως το ίδιο διαπίστωσε, εκδηλώθηκε και αναπτύχθηκε η μετά το ατύχημα κατάστασή της. Για την ακρίβεια, προβάλλουν τη θέση ότι αυτή δεν ήταν αρκούντως δικογραφημένη, ώστε να δικαιολογείτο ο εν λόγω χειρισμός.
Ο εφεσίβλητος, όπως διαφάνηκε από την προσαχθείσα ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία, η οποία έγινε δεκτή, πριν το ατύχημα, είχε κάποια προβλήματα σε σχέση με τη σπονδυλική του στήλη, καθώς, επίσης, σε σχέση με την ψυχική του υγεία. Είναι, επίσης, γεγονός πως δεν υπήρξε δικογράφηση των εν λόγω προβλημάτων στην έκθεση απαιτήσεως. Βέβαια, σημειώνεται πως η κατάσταση όσον αφορά στις εκφυλιστικές αλλοιώσεις στην οσφυϊκή μοίρα ήταν ασυμπτωματική και, ως εκ τούτου, αυτή δεν ήταν γνωστή· διαπιστώθηκε κατά τις εξετάσεις που έγιναν ως αποτέλεσμα του ατυχήματος. ΄Οσον αφορά την ψυχολογική του κατάσταση, τούτη ήταν μεν γνωστή, αντιμετωπιζόταν, όμως, κατά τρόπο αποτελεσματικό. Αποτελεί δε αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι καμιά από τις δύο καταστάσεις, ανωτέρω, δεν τον εμπόδιζε από το να διάγει φυσιολογική ζωή και να εργάζεται στην υπηρεσία των εφεσειόντων, ασκώντας, κανονικά και χωρίς οποιοδήποτε πρόβλημα, τα καθήκοντα που απαιτούσε η εργασία του. Είναι, λοιπόν, πασιφανές ότι, υπό αυτήν την έννοια, ο εφεσίβλητος, στην παράγραφο 1 της έκθεσης απαιτήσεώς του, ισχυρίστηκε ότι η υγεία του «βρισκόταν σε εξαιρετική κατάσταση και δεν αντιμετώπιζε οιονδήποτε πρόβλημα οιασδήποτε μορφής». Η κατάσταση, όμως, της υγείας του άλλαξε, άρδην, μετά το ατύχημα και συνεπεία αυτού. Στην παράγραφο 7 του εν λόγω δικογράφου, αναφέρονται, με λεπτομέρεια, οι τραυματισμοί και, γενικά, οι συνέπειες που προκάλεσε στον εφεσίβλητο το ατύχημα. Το Δικαστήριο δε, με αναφορά στο χρόνο μετά το ατύχημα, διαπίστωσε ότι: «... υπήρξε κοινό έδαφος από την προσαχθείσα μαρτυρία τόσο από πλευράς Ενάγοντα όσο και από πλευράς Υπεράσπισης ότι δεν μπορεί πλέον ο Ενάγοντας να ασκεί την εργασία που ασκούσε προηγουμένως και γενικά να ασχοληθεί με χειρωνακτικής φύσεως εργασία».
Η ευπαίδευτη Πρόεδρος, με δεδομένη την πιο πάνω δικογραφημένη θέση του εφεσίβλητου και τα διαπιστωθέντα, σχετικά, από την αποδεχθείσα μαρτυρία, προκειμένου να απαντήσει στην εισήγηση ότι δεν υπήρχε δικογράφηση της προγενέστερης κατάστασης της υγείας του εφεσίβλητου, αναφέρθηκε, συγκεκριμένα, στην υπόθεση Αριστείδου ν. Παυλίδου (1999) 1 Α.Α.Δ. 2153. Τα γεγονότα της εν λόγω υπόθεσης είναι πολύ παρόμοια με αυτά της παρούσας. Εκεί, με συγκεκριμένο λόγο έφεσης, προσβλήθηκε, ως λανθασμένο, το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η δισκοπάθεια, την οποία η εφεσίβλητη ανέπτυξε μετά το επίδικο τροχαίο δυστύχημα, ήταν αποτέλεσμα παλαιότερου τραύματος, το οποίο αυτή είχε υποστεί στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης. Η παρατήρηση του Εφετείου, στη σελίδα 2156, που είναι σχετική με το εδώ υπό εξέταση θέμα, ήταν πως: «Αν ... ο εφεσίβλητος εννοεί ότι η δισκοπάθεια που εκδηλώθηκε μετά το δυστύχημα είχε τις ρίζες της στον τραυματισμό της εφεσίβλητης το 1989, τότε σαφώς ισχύει η αρχή του ότι ο αδικοπραγών ευθύνεται για την επιδείνωση υφιστάμενης κατάστασης». Προς υποστήριξη της πιο πάνω αναφοράς, παρέπεμψε στις υποθέσεις Athina Symeonidou v. Phivos Michaelides (1969) 1 C.L.R. 394, Michalakis Paraskevopoullos v. Georghios Georghiou (1970) 1 C.L.R. 116, Nicos Pattichis v. Charalambos Zenonos (1975) 1 C.L.R. 343 και Sayers v. Perrin [1966] Q.L.R. 89. Στην παρούσα περίπτωση, η Πρόεδρος εξέτασε την πιο πάνω αρχή υπό το φως των δικογραφημένων θέσεων, ανωτέρω, του εφεσίβλητου και των γεγονότων της ενώπιόν της υπόθεσης. Την εφάρμοσε δε ορθά και στο πλαίσιο της δικογραφίας, ώστε δεν αφήνεται περιθώριο επέμβασης από το Δικαστήριο τούτο. Συνακόλουθα, οι δύο πρώτοι λόγοι έφεσης δεν μπορούν να επιτύχουν και απορρίπτονται.
Με τους επόμενους τρεις λόγους έφεσης, οι εφεσείοντες εγείρουν θέμα λανθασμένης αξιολόγησης από το Δικαστήριο της ενώπιόν του τεθείσας ιατρικής μαρτυρίας, με αποτέλεσμα, όπως έχει η σχετική εισήγηση, αυτό να καταλήξει σε λανθασμένα ευρήματα αναφορικά με την αιτία που προκάλεσε το πρόβλημα στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης του εφεσίβλητου. Αμφισβητείται, βασικά, η συλλογιστική, διά της οποίας το Δικαστήριο οδηγήθηκε στην αποδοχή της εξήγησης του ιατρού Σ. Σ., εκ μέρους του εφεσίβλητου, αντί εκείνης του ιατρού Α. Π., εκ μέρους των εφεσειόντων, σε σχέση με την αιτία που προκάλεσε την κήλη του μεσοσπονδύλιου δίσκου, στο επίπεδο 03-04 της σπονδυλικής στήλης του εφεσίβλητου.
Σε σχέση με το πιο πάνω θέμα, η Πρόεδρος παρέθεσε, σε έκταση, τη μαρτυρία των δύο ιατρών και ανέλυσε ενδελεχώς την κάθε πτυχή της, αντιπαραβάλλοντας το περιεχόμενο των αντίστοιχων ιατρικών απόψεων. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την απόφαση, αυτή, αποδεχόμενη την άποψη του ιατρού Σ. Σ. ότι η προαναφερθείσα κατάσταση στη σπονδυλική στήλη του εφεσίβλητου οφείλεται σε τραύμα, κατέληξε σε εύρημα ότι τούτο προκλήθηκε κατά το ατύχημα, σε ασυμπτωματική οστεοαρθρίτιδα, η οποία επιδεινώθηκε και, εξελικτικά, οδήγησε στην εμφάνιση της κήλης του μεσοσπονδύλιου δίσκου. Το ότι, σύμφωνα με την ιατρική μαρτυρία, η ρήξη μεσοσπονδύλιων δίσκων από τραυματική αιτία, στατιστικώς, συγκαταλέγεται στο 2%, παγκοσμίως, των περιπτώσεων ρήξης μεσοσπονδύλιων δίσκων δεν αποτέλεσε ικανό λόγο για απόρριψη της πιο πάνω άποψης του ιατρού Σ. Σ. Στο πλαίσιο αυτό, βέβαια, η Πρόεδρος σημείωσε ότι ο ιατρός Α. Π. απέρριψε την πιο πάνω άποψη, από το γεγονός ότι η κήλη του μεσοσπονδύλιου δίσκου στο επίπεδο 03-04 της σπονδυλικής στήλης δεν εμφανίστηκε στην αξονική τομογραφία που είχε γίνει στον εφεσίβλητο στις 31.3.2006, δηλαδή την ημέρα του ατυχήματος, αλλά εμφανίστηκε δύο μήνες μετά. Προς απάντηση στην πιο πάνω θέση, παρέπεμψε στην άποψη του ιδίου ιατρού ότι ο τραυματισμός που υπέστη ο εφεσίβλητος κατά την πιο πάνω ημερομηνία, με δεδομένη την υφιστάμενη εκφύλιση στη σπονδυλική του στήλη, θα μπορούσε να του προκαλέσει την κήλη που αυτός παρουσίασε.
Τέλος, η Πρόεδρος θεώρησε το ιστορικό του εφεσίβλητου ως ενισχυτικό της άποψης, ανωτέρω, του ιατρού Σ.Σ. και, συγχρόνως, ως καταρρίπτον την αντίθετη άποψη του ιατρού Α.Π. Σημείωσε πως αυτό δεν μπορούσε, ασφαλώς, να παραγνωριστεί, αφού, όπως τόνισε, αφορούσε στο ότι ο εφεσίβλητος: «... πριν το ατύχημα και, παρά την προϋπάρχουσα κατάσταση εκφύλισης της σπονδυλικής στήλης, δεν είχε οποιαδήποτε συμπτώματα, μπορούσε και εργάζετο, χωρίς κανένα πρόβλημα και ότι μόνο μετά το ατύχημα άρχισε να έχει όλα τα προβλήματα που περιέγραψε ενώπιον του Δικαστηρίου με έντονες οσφυαλγίες οι οποίες εξακολουθούν να υφίστανται μέχρι σήμερα.»
Δε διαπιστώνεται οποιοδήποτε σφάλμα στην, ως άνω, αντιμετώπιση της ιατρικής μαρτυρίας, ειδικά, σε σχέση με την επάρκεια της αξιολόγησης και της ανάλυσης, από το Δικαστήριο, των όσων κατέθεσαν ενώπιόν του οι δύο ιατροί. Δε διαπιστώνεται, επίσης, σφάλμα ως προς την κατανόηση και την ερμηνεία της εν λόγω ιατρικής μαρτυρίας, την οποία, εμφανώς, το Δικαστήριο εξέτασε με βάση τους δικούς της όρους. Επομένως, οι πιο πάνω λόγοι έφεσης κρίνονται ανεδαφικοί και απορρίπτονται.
Στην ίδια κατάληξη οδηγούνται και οι λόγοι έφεσης 6 έως 9. Αυτοί αφορούν, αντίστοιχα, στη διαπιστωθείσα, από το Δικαστήριο, επιδείνωση της ψυχικής υγείας του εφεσίβλητου, συνεπεία του ατυχήματος, η οποία δικαιολογούσε την επιδίκαση αποζημιώσεων, και στις επιδικασθείσες, προς όφελός του, αποζημιώσεις, κάτω από διάφορα κεφάλαια, προσβάλλοντας την πρωτόδικη κρίση, σχετικά, ως λανθασμένη. Ωστόσο, οι σχετικές επί τούτων εισηγήσεις, εμφανώς, προϋποθέτουν επιτυχή κατάληξη των προηγηθέντων λόγων έφεσης, ειδικά, των λόγων 4 και 5, με τους οποίους γίνεται εισήγηση ότι τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει ο εφεσίβλητος δε συνδέονται αιτιωδώς με τον τραυματισμό του στην περιοχή της οσφύος. Ως εκ τούτου, οι λόγοι έφεσης 6 έως 9 κρίνονται αβάσιμοι και απορρίπτονται.
Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων, τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €3.000,00, πλέον Φ.Π.Α.
Μ.M. Νικολάτος, Π.
Δ. Μιχαηλίδου, Δ.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
/ΜΠ