ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Σταματίου, Κατερίνα Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Για την εφεσείουσα: κ. Κώστας Χατζηπιέρας με τον κ. Γιώργο Κωνσταντίνου και κ. Χάρης Σατσιάς για κ. Λέλλο Δημητριάδη Για την εφεσίβλητη: κα Χριστιάνα Ερωτοκρίτου CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-02-04 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ν. ΚΟΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΤΔ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ.: 34/2013, 4/2/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:A32

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ.: 34/2013

 

4 Φεβρουαρίου, 2019

 

    ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.Δ.

 

xxx xxx ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ

Εφεσείουσα/Ενάγουσα

ΚΑΙ

 

ΚΟΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΤΔ,

Εφεσίβλητη/Εναγομένη

- - - - - -

******************

 

Για την εφεσείουσα:  κ. Κώστας Χατζηπιέρας με τον κ. Γιώργο   Κωνσταντίνου και κ. Χάρης Σατσιάς για κ. Λέλλο Δημητριάδη

  

Για την εφεσίβλητη: κα Χριστιάνα Ερωτοκρίτου

 

****************

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα  δώσει η Α. Πούγιουρου, Δ.

 

Α  Π  Ο  Φ  Α  Σ  Η

 

ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ:   Στις 8/8/2005 επεσυνέβη αυτοκινητιστικό δυστύχημα στη Λεωφόρο xxx στη xxx όταν το αυτοκίνητο υπ' αρ. εγγραφής xxx το οποίο οδηγείτο  από τον

 

S. προσέκρουσε επί του σταθμευμένου αυτοκινήτου υπ. αρ. εγγραφής xxx, ιδιοκτησίας της εφεσείουσας/ενάγουσας.   Η εφεσείουσα με την Αγωγή της υπ. αρ. 2264/06 του Επαρχιακού Δικαστηρίου xxx αξίωνε εναντίον του S. αποζημιώσεις για τη ζημιά που υπέστη το αυτοκίνητο της συνεπεία του δυστυχήματος.  Αρχικά ο S. εκπροσωπείτο από δικηγόρο που του είχε διορίσει η εφεσίβλητη αλλά σε κάποιο στάδιο ο δικηγόρος απεσύρθη και ο S. διόρισε άλλο.   Στις 4/6/2007 εκδόθηκε εκ συμφώνου απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον του S.  για το ποσό των Λ.Κ.1.756,00, ως ειδικές ζημιές, πλέον τόκους και έξοδα.   Κατά το χρόνο του δυστυχήματος το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο S. ήταν ιδιοκτησίας της εταιρείας Georgiades Travel Agency Ltd και ήταν ασφαλισμένο στην εφεσίβλητη, ΚΟΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΤΔ, για ευθύνη έναντι τρίτων.  

 

Η εφεσίβλητη δεν ικανοποίησε την εκ συμφώνου απόφαση, εξού και η εφεσείουσα καταχώρησε την Αγωγή 125/2008 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας αξιώνοντας εναντίον της εφεσίβλητης, ασφαλιστικής εταιρείας, το επιδικασθέν προς όφελος της ποσό πλέον τα έξοδα.

 

Η θέση της εφεσείουσας πρωτόδικα, σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης της, ήταν ότι η εφεσίβλητη είχε υποχρέωση να ικανοποιήσει την πιο πάνω απόφαση για Λ.Κ.1.756,00 πλέον τόκους και έξοδα στη βάση του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης έναντι Τρίτου) Νόμου του 2000 (Ν.96(Ι)/2000) και του  ασφαλιστικού συμβολαίου με την ιδιοκτήτρια του αυτοκινήτου εταιρεία που κάλυπτε και τον S.,  ο οποίος και  οδηγούσε το αυτοκίνητο με την εξουσιοδότηση της. 

 

Η εφεσίβλητη με την Υπεράσπιση της αρνείτο κάθε υποχρέωση που πηγάζει από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο με την εταιρεία Georgiades Travel Agency Ltd,  προβάλλοντας τη θέση ότι η ασφαλιστική κάλυψη παρείχετο στην ιδιοκτήτρια και/ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο που οδηγούσε το συγκεκριμένο αυτοκίνητο  με την εντολή ή την εξουσιοδότηση της για σκοπούς κοινωνικούς, ιδιωτικούς,  αναψυχής και των εργασιών της που αναφέροντο σε τουριστικά θέματα.  Σύμφωνα με την εκδοχή της, κατά τον ουσιώδη χρόνο ο S. οδηγούσε το αυτοκίνητο για σκοπούς δοκιμής του με πρόθεση αγοράς του έναντι του ποσού των Λ.Κ. 2.500,00, χρήση όμως που δεν καλύπτετο από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο,  εφόσον εμπίπτει εντός της έννοιας της εμπορίας οχημάτων που εξαιρείτο ρητά της ασφαλιστικής κάλυψης.

 

Κατόπιν ακρόασης η τελική ετυμηγορία του Δικαστηρίου ήταν ότι ο S. οδηγούσε το αυτοκίνητο χωρίς ασφαλιστική κάλυψη, διαπίστωση που οδήγησε σε απόρριψη της Αγωγής με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον της εφεσείουσας. 

 

Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης εγείροντας συνολικά τέσσερις λόγους έφεσης.  Οι λόγοι έφεσης 1 και 2 είναι συναφείς και αναφέρονται στη λανθασμένη ερμηνεία που προσέδωσε το Δικαστήριο σε συγκεκριμένους όρους του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, στη βάση της οποίας προέβη στη διαπίστωση ότι η χρήση του αυτοκινήτου κατά τον ουσιώδη χρόνο εξαιρείτο ασφαλιστικής κάλυψης.  Με το λόγο έφεσης 3  προσβάλλεται ως λανθασμένη η  διαπίστωση ότι η εφεσίβλητη δεν είχε υποχρέωση να ικανοποιήσει την απόφαση στη βάση του Νόμου 96(1)/2000 και με το λόγο έφεσης 4 προσβάλλεται η επιδίκαση εξόδων υπέρ της εφεσίβλητης και σε βάρος της εφεσείουσας. 

 

Για την πλευρά της εφεσείουσας έδωσαν μαρτυρία πρωτόδικα ο σύζυγος της,  Ζ.Κ. (ΜΕ1), xxx Ά.Σ. (ΜΕ2), Πρωτοκολλητής στο Επαρχιακό Δικαστήριο xxx, xxx Θ. Κ. (ΜΕ3), xxx δικαστικός επιδότης, και xxx αστυφύλακας Χ.Ν. (ΜΕ4), ενώ από πλευράς εφεσίβλητης ο S. S. (MY1) και xxx Γ.Λ., (ΜΥ2) προϊστάμενος στο Τμήμα Απαιτήσεων της εφεσίβλητης. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση του προέβη κατ' αρχάς στην καταγραφή των παραδεκτών γεγονότων που είναι τα εξής:

 

«Στις 8.8.2005 ενώ το ως άνω αυτοκίνητο οδηγείτο από τον S. S., με την εξουσιοδότηση των ιδιοκτητών του ως άνω αυτοκινήτου, στην Λεωφόρο xxx στην xxx, κτύπησε στο σταθμευμένο αυτοκίνητο xxx xxx, ιδιοκτησίας της ενάγουσας, με αποτέλεσμα να υποστεί ζημιές, ύψους £1.672,00.

 

Η εναγόμενη - νομίμως, δυνάμει των προνοιών του Νόμου και εγκαίρως, εντός του μηνός Αυγούστου, 2005, ειδοποιηθείσα - επιθεώρησε την ζημιά στο ως άνω αυτοκίνητο.

 

Η ενάγουσα στις 23.5.2006, ήγειρε στο Επαρχιακό Δικαστήριο xxx την αγωγή 2264/2006 εναντίον του οδηγού του ως άνω αυτοκινήτου S.S, αξιώνοντας αποζημίωση για την ως άνω ζημιά που επέφερε στο ως άνω αυτοκίνητο της, όταν στις 8.8.2005 οδηγούσε, αμελώς, το ως άνω αυτοκίνητο και κτύπησε στο σταθμευμένο αυτοκίνητο της ενάγουσας.

 

Η εναγόμενη ειδοποιήθη έγκαιρα - δυνάμει των προνοιών του Νόμου - για την έγερση της ως άνω αγωγής, με αποστολή σ' αυτή υπό του δικηγόρου της ενάγουσας, διπλοσυστημένης σχετικής επιστολής, ημερομηνίας 23.5.2006, στην οποία επισυνάπτετο και ακριβές αντίγραφο της αγωγής.

 

Στις 4.6.2007, το Επαρχιακό Δικαστήριο xxx εξέδωσε στην ως άνω αγωγή 2264/2006, εκ συμφώνου με τον εναγόμενο, απόφαση υπέρ της ενάγουσας και εναντίον του εναγόμενου S.S., δια ποσό £1.756,00 με τόκο 8% από 23.5.2006 μέχρι εξοφλήσεως πλέον £16,50 έξοδα εκδόσεως της απόφασης, πλέον £612,00 έξοδα αγωγής, πλέον τόκο 8% από 23.5.2006 μέχρι εξοφλήσεως πλέον Φ.Π.Α., επί ποσού £568,00.

 

Η ως άνω δικαστική απόφαση δεν έχει ικανοποιηθεί εισέτι.

 

Στις 2.11.2007 ο δικηγόρος της ενάγουσας απέστειλε φαξ στην εναγόμενη, στην οποία επεσύναψε αντίγραφο της εκδοθείσας δικαστικής απόφασης στην αγωγή 2264/2006, ζητώντας από την εναγόμενη να εξοφλήσει την ως άνω δικαστική απόφαση.

 

Με νέο φαξ ημερομηνίας 10.12.2007 του δικηγόρου της ενάγουσας προς την εναγόμενη, αναφέρετο ότι δεν υπήρξε απάντηση της εναγόμενης στο ως άνω φαξ και δίδετο προθεσμία 7 ημερών, άλλως θα ελαμβάνοντο εναντίον της εναγόμενης δικαστικά μέτρα.

 

Η εναγόμενη δεν απάντησε στο ως άνω φαξ ημερομηνίας 10.12.2007 και 2.11.2007».

 

 

Συνιστά επίσης παραδεκτό γεγονός ότι η εφεσίβλητη είναι ασφαλιστική εταιρεία δεόντως και νομίμως εγγεγραμμένη στην Κύπρο και κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν εγκεκριμένη να διεξάγει ασφαλιστικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με τον περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης έναντι Τρίτου) Νόμο του 2000.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη  στη συνέχεια στην αξιολόγηση της προσκομισθείσας μαρτυρίας.  Έκρινε τη μαρτυρία των ΜΕ1, 2 και 3 ότι ήταν τυπική και αναντίλεκτη εφόσον δεν αντεξετάστηκαν, όπως και της ΜΥ2 που δεν αμφισβητήθηκε ουσιαστικά, την οποίαν και αποδέχτηκε ως καθόλα αξιόπιστη. Αποδεκτή έκαμε επίσης και τη μαρτυρία του ΜΕ4, αστυνομικού εξεταστή του δυστυχήματος, για όσο αξίζει βέβαια εφόσον απλά κατέθεσε ως τεκμήριο αντίγραφο της αστυνομικής έκθεσης όχι για τις συνθήκες του δυστυχήματος αλλά για τα στοιχεία που αναφέροντο σ' αυτήν σε σχέση με την ασφαλιστική κάλυψη του οχήματος που οδηγούσε ο S.  Σ' όσον αφορά το ΜΥ1, S.S., θεώρησε ότι ήταν ουσιαστικός μάρτυρας και για τις δύο πλευρές.  Παρά τις μικροαντιφάσεις που διαπίστωσε στη μαρτυρία του που απέδωσε στο μεγάλο χρονικό διάστημα που παρέλευσε και στη διαφορετικότητα της γλώσσας, αποδέχθηκε τη μαρτυρία του δίνοντας έμφαση στην παραδοχή του  ότι ήταν ο οδηγός του αυτοκινήτου υπ. αρ. εγγραφής xxx, όταν αυτό  ενεπλάκη στο επίδικο δυστύχημα.  Στη βάση της αξιολόγησης αυτής και τα παραδεκτά γεγονότα, το Δικαστήριο κατέληξε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ο S. οδηγούσε το συγκεκριμένο αυτοκίνητο με σκοπό να το εξετάσει και αν του αρέσει να το αγοράσει. 

 

Μετά την πιο πάνω διαπίστωση έκρινε ότι αυτό που παρέμενε πλέον προς εξέταση είναι αν ο S. κατά τo χρόνο οδήγησης του   αυτοκινήτου καλύπτετο από το ασφαλιστικό συμβόλαιο (Τεκμήριο 16)  που είχε συνάψει η εφεσίβλητη με την ιδιοκτήτρια του αυτοκινήτου εταιρεία, Georghiades Travel Agency Ltd.

 

Με αναφορά στο άρθρο 14(4) του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης έναντι Τρίτου) Νόμου του 2000 (Ν.96(1)/00) και στον ορισμό του όρου «Motor Trading» που καθορίζεται στην Πρόταση Ασφάλισης (Τεκμήριο 13) έκρινε ότι «η πράξη αυτή της Georgiades Travel Agency Ltd να παραχωρήσει το όχημα στο S.S. για να το οδηγήσει με σκοπό αγοράς, εμπίπτει στον όρο Εμπορία Οχημάτων (Motor Trading) όπως αυτός εξειδικεύεται στο Τεκμήριο 13».  Κατέληξε δε στο συμπέρασμα ότι η οδήγηση από τον S. στη Λεωφόρο xxx στη xxx για το σκοπό  που αναφέρθηκε  που παραπέμπει σε εμπορία οχημάτων, έγινε χωρίς ασφαλιστική κάλυψη. 

 

Ενόψει της πιο πάνω διαπίστωσης έκρινε ότι η περίπτωση δεν αφορούσε σε παραβίαση του ασφαλιστικού συμβολαίου από τον ασφαλισμένο αλλά σε μη ασφαλιστική κάλυψη του οδηγού, λόγω  της απεμπόλησης του δικαιώματος της ιδιοκτήτριας εταιρείας με την αποδοχή του όρου που εξαιρούσε την οδήγηση για σκοπούς εμπορίας από την ασφαλιστική κάλυψη. Ως εκ τούτου κατέληξε ότι η εφεσίβλητη δικαιούτο να μην ικανοποιήσει την εφεσείουσα, εφόσον δεν επρόκειτο για παράβαση του ασφαλιστήριου συμβολαίου ώστε να εφαρμόζονται οι πρόνοιες του άρθρου 14(4) του Νόμου 96(1)/2000.

 

 Ο δικηγόρος της εφεσείουσας προς υποστήριξη των λόγων έφεσης 1 και 2 εισηγήθηκε ότι η ερμηνεία που προσέδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο στον όρο «εμπορία οχημάτων» επί της οποίας βασίστηκε για να καταλήξει ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο το αυτοκίνητο οδηγείτο από τον S.  χωρίς ασφαλιστική κάλυψη εφόσον ήταν για σκοπούς εμπορίας, είναι λανθασμένη.

 

Επικαλέστηκε δε σχετικά συγγράμματα και Λεξικά της Ελληνικής Γλώσσας προς επίρρωση της πιο πάνω θέσης του.

 

 

Αντίθετη άποψη εξέφρασε η δικηγόρος της εφεσίβλητης στο περίγραμμα αγόρευσης της, η οποία υποστήριξε πλήρως την πρωτόδικη κρίση ότι δηλ. η οδήγηση του αυτοκινήτου από τον S.  για το σκοπό που έγινε δηλ. «να το εξετάσει και αν του αρέσει να το αγοράσει» συνιστούσε πράξη εμπορική οπότε η οδήγηση του ήταν χωρίς ασφαλιστική κάλυψη.

 

Λόγω της σπουδαιότητας που ενέχουν για το υπό εξέταση θέμα, κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε τις σχετικές πρόνοιες του Ασφαλιστήριου Συμβολαίου καθώς και της  Πρότασης Ασφάλισης  για σκοπούς καλύτερης παρακολούθησης.

 

Κάτω από τον όρο με την επικεφαλίδα «Εξουσιοδοτημένοι Οδηγοί» του ασφαλιστηρίου συμβολαίου (Τεκμήριο 16) αναφέρονται επί λέξει «Οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που είναι ηλικίας 25 ετών και άνω και όχι πέραν των 70 ετών και είναι κάτοχος Άδειας Οδήγησης, εκτός Άδειας Μαθητευόμενου, για περίοδο μεγαλύτερη των 2 ετών και που οδηγεί με την εντολή ή την εξουσιοδότηση του Ασφαλισμένου.» 

 

Στον αμέσως πιο κάτω όρο με την επικεφαλίδα «Περιορισμοί ως προς τη Χρήση» αναφέρεται «Χρήση για σκοπούς κοινωνικούς, ιδιωτικούς και αναψυχής και για την εργασία του προσώπου προς όφελος του οποίου εκδόθηκε το Ασφαλιστήριο (Policy - Holder).»  Στην ίδια ενότητα κάτω από την επικεφαλίδα «Το Ασφαλιστήριο δεν καλύπτει χρήση» αναφέρονται τα εξής:  «1) Για σκοπούς ενοικίασης ή έναντι αμοιβής, 2) Για συμμετοχή σε αγώνες ταχύτητας, ρύθμισης ταχύτητας,  δοκιμής για καταλληλότητα ή για ταχύτητα 3) Για οποιοδήποτε σκοπό που σχετίζεται με την Εμπορία Οχημάτων (Motor Trade).»

 

Πρόνοια ως προς τη χρήση υπάρχει και στην Πρόταση Ασφάλισης (Τεκμήριο 13) όπου η ιδιοκτήτρια εταιρεία είχε δηλώσει στην παράγραφο (δ) ότι δεν αφορούσε σε όχημα που αποτελεί αντικείμενο εμπορίας.  Αμέσως μετά την παράγραφο δ δίνεται ο ορισμός της εμπορίας οχημάτων που είναι ο εξής: «Ο όρος Motor Trade καλύπτει οχήματα που χρησιμοποιούνται από επαγγελματίες για σκοπούς α) Eμπορίας Mηχανοκινήτων Oχημάτων, ή/και β) Oδήγησης οχημάτων για σκοπούς της άσκησης επαγγέλματος για προσφορά υπηρεσιών προς ιδιοκτήτες οχημάτων, όταν τέτοια οδήγηση είναι αναγκαίο για την προσφορά τέτοιων υπηρεσιών.» 

 

Είναι νομολογιακά γνωστό ότι η ερμηνεία των πιο πάνω όρων επαφίεται στην κρίση του Δικαστηρίου και είναι μια άσκηση με αμιγώς νομικό χαρακτήρα.  Στην υπόθεση Liberty Life Insurance Ltd v. Άντρης Μιχαήλ κ.α. Πολ. Έφεση 88/10 ημ. 8/3/15 αναφέρθησαν τα εξής ως προς την ερμηνεία συμφωνίας:

 

 «Υπάρχει δε, συναφώς, πάντοτε κατά νου ότι μια γραπτή συμφωνία περιέχει τα συμφωνηθέντα μεταξύ των συμβαλλομένων μερών κατά το χρόνο σύναψής της· αντανακλούν την κοινή πρόθεσή τους αναφορικά με το αντικείμενό της. ΄Οταν, στη συνέχεια, κατά την εκτέλεση της συμφωνίας, προκύψει διαφορά ως προς τη σημασία κάποιων όρων της, κριτής αυτής είναι ο ουδέτερος αναγνώστης του κειμένου της.  Εφόσον δε η διαφορά αχθεί ενώπιον δικαστηρίου, το ρόλο αυτό αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει ο αρμόδιος για την εκδίκαση της υπόθεσης δικαστής, εφαρμόζοντας καθιερωμένους κανόνες ερμηνείας εγγράφων συμφωνιών.  Ο συνήθης κανόνας, ο οποίος μπορεί να οδηγήσει και σε συμπέρασμα ότι, στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει, στους επίδικους όρους μιας συμφωνίας, οποιαδήποτε ασάφεια ή δυσκολία στην αντίληψη της σημασίας τους, συνίσταται στην απόδοση σ' αυτούς της συνήθους λεξικολογικής σημασίας, δηλαδή της σημασίας την οποία αυτοί φέρουν όταν χρησιμοποιούνται στην καθομιλουμένη, (βλ. Χ.Π.Θ. Αλεξάνδρου Λτδ ν. Συμβ. Αποχετεύσεων Λ/σίας (1999) 1 Α.Α.Δ. 630Pell Frischmann Cons. Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 1 Α.Α.Δ. 33∙ Χαραλάμπους ν. Αχιλλέως κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1058 και Maison Jenny Ltd v. Krashias Footwear Industry Ltd (2002) 1 A.A.Δ. 1156).»

 

 

Υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας εξετάσαμε τις εισηγήσεις των δύο πλευρών με προσοχή ανατρέχοντας στα διάφορα τεκμήρια και σε Λεξικά ως προς τον ορισμό του όρου «εμπορία οχημάτων», για να διαφανεί κατά πόσο ο σκοπός για τον οποίον ο S. οδηγούσε το συγκεκριμένο αυτοκίνητο κατά το χρόνο του δυστυχήματος, εμπίπτει στον όρο αυτό. 

 

Στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας «ΠΡΩΙΑΣ», ΄Εκδοσις Νεωτάτη, Τόμος Δεύτερος στη σελ. 907 η λέξη «εμπορία» σημαίνει «το επάγγελμα και η τέχνη του εμπόρου∙ η πράξη του εμπορεύομαι, εμπόριον» ενώ το ρήμα «εμπορεύομαι» σημαίνει «επαγγέλλομαι τον έμπορον ...... αγοράζω και πωλώ τι, όπως κερδίσω εκ της πωλήσεως».  Στο ίδιο Λεξικό στη σελ. 908 η λέξη «εμπόριον» σημαίνει «αγορά και πώλησις εμπορευμάτων προς επίτευξιν κέρδους: «εμπόριον σίτου, - φαρμάκων, - εισαγωγικό , - εξαγωγικό, κ.λ.π.».»

 

Στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Γεωργίου Δ. Μπαμπινιώτη στη σελ. 604 το ρήμα «εμπορεύομαι» σημαίνει  «1. ασκώ το επάγγελμα του εμπόρου...... 2. Ασχολούμαι με αγοραπωλησίες (εμπορευμάτων) επαγγελματικά και για την εξασφάλιση προσωπικού κέρδους» ενώ η «εμπορία» ερμηνεύεται ως «1.  η κάθε είδους εμπορική συναλλαγή, το εμπόριον ..... 2.  Το επάγγελμα του εμπόρου και η άσκηση του».  Η λέξη «εμπόριο» ερμηνεύεται στο ίδιο Λεξικό ως «η πράξη ή διαδικασία αγοράς, πώλησης ή ανταλλαγής προϊόντων είτε χονδρικώς είτε λειανικώς, με σκοπό το κέρδος» ενώ «έμπορος» σημαίνει  «κάθε φυσικό πρόσωπο που ασχολείται με το εμπόριο για βιοπορισμό, που μεταπωλεί εμπορεύματα για άντληση προσωπικού κέρδους δερμάτων/υφασμάτων/αυτοκινήτων.....»

 

Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι η λέξη «εμπορία» παραπέμπει σε άσκηση του επαγγέλματος του εμπόρου και εδώ αυτοκινήτων.  Από τη μαρτυρία που έχει προσαχθεί και ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η εταιρεία Georgiades Travel Agency Ltd ασχολείτο με τουριστικά θέματα και όχι με αγοραπωλησίες οχημάτων.  Το να εξουσιοδοτήσει τον S. να οδηγήσει το αυτοκίνητο για το συγκεκριμένο σκοπό αποτελούσε μια μεμονωμένη ενέργεια της ιδιοκτήτριας και δεν εντάσσετο στα πλαίσια του επαγγέλματος της.  Δεν υπάρχει επίσης καμιά μαρτυρία ότι η εξουσιοδότηση που δόθηκε στον S. να το οδηγήσει και αν του αρέσει να το αγοράσει, αποσκοπούσε στην αποκόμιση κέρδους, απαραίτητο στοιχείο για να θεωρηθεί  εμπορία. 

 

Το ότι η εμπορία οχημάτων αναφέρεται σε επάγγελμα και όχι σε μια μεμονωμένη σύμβαση αγοραπωλησίας αυτοκινήτου, επιβεβαιώνεται και από αυτήν ακόμη την Πρόταση Ασφάλισης (Τεκμήριο 13) στην οποία, σύμφωνα με τον ορισμό που δίνεται στην παράγραφο (δ) του όρου και που αναφέραμε ανωτέρω, παραπέμπει σαφώς σε επαγγελματίες.

 

Η δικηγόρος της εφεσίβλητης με αναφορά στις υποθέσεις Seddon ν. Binions (1978) 1 Lloyd' s Rep. 381 και Browing v. Phoenix Assurance Co Ltd (1960) 2 Lloyd's Rep 360 εισηγήθηκε ότι ο καθοριστικός παράγοντας για να κριθεί κατά πόσο η οδήγηση ενός αυτοκινήτου είναι για σκοπούς εργασίας, κοινωνικούς, ιδιωτικούς ή αναψυχής ή εμπορίας οχημάτων ή αγώνα ταχύτητας για τους οποίους δεν υπάρχει ασφαλιστική κάλυψη, είναι ο ουσιαστικός χαρακτήρας της διαδρομής κατά τη διάρκεια της οποίας επισυμβαίνει το δυστύχημα.  Οπότε, κατά την άποψη της, στην παρούσα περίπτωση με την αναντίλεκτη μαρτυρία του S. ότι ήταν να το δοκιμάσει και αν του αρέσει να το αγοράσει, όπως και το αγόρασε τελικά, σαφώς και επρόκειτο για σκοπούς αγοραπωλησίας εμπίπτοντας έτσι στο όρο «εμπορία οχημάτων.»

 

Δεν συμφωνούμε με την ως άνω εισήγηση.  Τα γεγονότα της υπόθεσης Browing (ανωτέρω) είναι πολύ διαφορετικά της παρούσας.  Στην πιο πάνω υπόθεση το αυτοκίνητο που ενεπλάκη στο δυστύχημα οδηγείτο από τον υπάλληλο του γκαράζ με σκοπό τη θέρμανση του λαδιού για εύκολη αλλαγή του.  Ο υπάλληλος το οδηγούσε όμως με την οικογένεια του όταν ενεπλάκη στο δυστύχημα και έτσι οδηγείτο χωρίς τη συγκατάθεση του ασφαλιζομένου για το συγκεκριμένο σκοπό για τον οποίο δόθηκε η άδεια οδήγησης.

 

 Η Αγωγή απορρίφθηκε για τον πιο πάνω λόγο, αλλά obiter αναφέρθηκε ότι ακόμη και να οδηγείτο με  εξουσιοδότηση τότε η οδήγηση θα ενέπιπτε σε δύο κατηγορίες, μία επιτρεπόμενη και μία μη επιτρεπόμενη εφόσον θα οδηγείτο ενάντια στους ασφαλιστικούς όρους που εξαιρούσε τη χρήση του οχήματος για «Motor Trade».  Τότε, στη βάση προηγούμενης απόφασης στην Passmore v. Vulcan Boiler & General Insurance Company [1936] 54 L.L.Rep. 92, o ενάγων δεν θα μπορούσε να αποζημιωθεί από την ασφαλιστική εταιρεία, γιατί θα γινόταν χρήση για σκοπούς άλλους από την επιχείρηση του ασφαλιζομένου. 

 

Εκτός του ότι τα όσα λέχθηκαν ήταν obiter, δεν εξηγήθηκε στην απόφαση οτιδήποτε άλλο ώστε να γίνει κατανοητό για ποιο λόγο στα γεγονότα της υπόθεσης , η χρήση ήταν εντός της εννοίας του «Motor Trade», η οποία εξαιρείτο.

 

Η άλλη υπόθεση Seddon v. Binions, σχετίζεται και πάλι με οδήγηση που δυνατόν να εμπίπτει σε μια ή άλλη κατηγορία, επιτρεπόμενη και μη.  Κατά πόσο καλύπτεται ή όχι από το ασφαλιστικό συμβόλαιο, εξαρτάται από τον ουσιώδη χαρακτήρα της διαδρομής κατά τη διάρκεια της οποίας επεσυνέβη το ατύχημα.  Κατά τα άλλα, δεν σχετίζεται με Motor Trade.

 

 

Εδώ όμως η οδήγηση δεν είχε καμιά σχέση με τις εργασίες της ιδιοκτήτριας του αυτοκινήτου εταιρείας.  Σίγουρα ο όρος που αφορά στην εξαίρεση της εμπορίας οχημάτων (Motor Trade) ιδωμένος σε συνάρτηση με τον ορισμό «Motor Trade» στην Πρόταση Ασφάλισης  

παραπέμπει στο ότι η ιδιοκτήτρια εταιρεία δεν ήταν επαγγελματίας του κλάδου της εμπορίας οχημάτων. 

 

  Σημειώνεται ότι για σκοπούς ενοικίασης οχημάτων υπάρχει ειδική πρόνοια εξαίρεσης στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο και επομένως  η ίδια πρόνοια θα μπορούσε να εισαχθεί και για την πώληση αυτοκινήτων, προς το σκοπό αποφυγής οποιασδήποτε τυχόν αμφιβολίας.

 

Στην υπόθεση Αλεξάνδρου ν. Eurolife Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 242  τονίστηκε ότι καθήκον των ασφαλιστών είναι να εξαιρούν την ευθύνη τους με καθαρές και σαφείς πρόνοιες. 

 

Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα στη σελ. 246:

 

«Έχοντας τα πιο πάνω  υπόψη αλλά και το ότι το επίδικο ασφαλιστήριο συμβόλαιο αφορά ασφάλιση προσωπικών ατυχημάτων, το λιγότερο που μπορούμε να πούμε είναι ότι, παρά τη φαινομενική της γενικότητα, η πρόνοια για την εξαίρεση είναι ασαφής.  Στο σύγγραμμα Ivamy, General Principles of Insurance Law, 2η έκδοση στη σελ. 225, αναφέρεται ότι επειδή οι εξαιρέσεις εισάγονται στο συμβόλαιο κυρίως για να απαλλάξουν τους ασφαλιστές από ευθύνη για απώλεια, που κατά τα άλλα θα καλυπτόταν από το ασφαλιστήριο, αυτές ερμηνεύονται εναντίον των ασφαλιστών με τη μεγαλύτερη αυστηρότητα. Είναι, όπως αναφέρεται, καθήκον των ασφαλιστών να εξαιρούν την ευθύνη τους με καθαρές και σαφείς πρόνοιες. Αν εδώ πρόθεση ήταν να εξαιρούνται τέτοιες περιπτώσεις, έστω κι αν προέρχονταν από ατύχημα και τραυματισμό, τούτο θα αναμενόταν να προνοείται σαφώς.»

 

 

Ενόψει των πιο πάνω κρίνουμε ότι η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την ερμηνεία του όρου «Motor Trade» και η τελική του κατάληξη ότι κατά την οδήγηση του αυτοκινήτου από τον S. δεν υπήρχε ασφαλιστική κάλυψη, είναι λανθασμένη.  Συνεπώς οι λόγοι έφεσης 1 και 2 επιτυγχάνουν.

 

Με την κατάληξη αυτή η εφεσίβλητη είχε υποχρέωση απορρέουσα από τις πρόνοιες του άρθρου 14(1)(α) του Νόμου 96(1)/2000 να ικανοποιήσει την εκ συμφώνου δικαστική απόφαση (λόγος έφεσης 3). 

 

Παραθέτουμε το άρθρο:

«14(1) Το άρθρο αυτό εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που, μετά την έκδοση και παράδοση πιστοποιητικού ασφάλισης σύμφωνα με τις διατάξεις  του εδαφίου (1) του άρθρου 5, εξασφαλίζεται δικαστική απόφαση σε σχέση με ευθύνη που απαιτείται να καλύπτεται από ασφαλιστήριο σύμφωνα με το άρθρο 4 του Νόμου αυτού και η οποία είτε-

(α) Αποτελεί ευθύνη που καλύπτεται από τους όρους του σχετικού ασφαλιστηρίου και η δικαστική απόφαση έχει εξασφαλισθεί εναντίον οποιουδήποτε προσώπου που καλύπτεται από το ασφαλιστήριο αυτό, είτε

(β) αποτελεί ευθύνη, εκτός από εξαιρούμενη ευθύνη, η οποία θα καλυπτόταν εάν το ασφαλιστήριο παρείχε κάλυψη σε οποιοδήποτε πρόσωπο και η δικαστική απόφαση έχει εξασφαλισθεί εναντίον οποιουδήποτε προσώπου άλλου από αυτό που καλύπτεται από το ασφαλιστήριο.

(2) .......................................................................................»

 

    

Συνεπώς εφαρμόζεται στην περίπτωση το άρθρο 14(4) του ιδίου Νόμου που προνοεί τα εξής:

 

 (4) Ανεξάρτητα αν ο ασφαλιστής δυνατό να δικαιούται να αναιρέσει ή να ακυρώσει ή δυνατό να έχει ήδη αναιρέσει ή ακυρώσει το ασφαλιστήριο και τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου αυτού, ο ασφαλιστής οφείλει να πληρώσει προς το πρόσωπο ή τα πρόσωπα προς όφελος των οποίων εκδόθηκε η δικαστική απόφαση οποιοδήποτε ποσό καθίσταται πληρωτέο με βάση την απόφαση αυτή σε σχέση με ευθύνη για θάνατο ή για σωματική βλάβη ή για ζημιά σε περιουσία:

Νοείται όμως ότι, το ποσό που ο ασφαλιστής οφείλει να πληρώσει δε θα υπερβαίνει το ποσό που προβλέπεται στο ασφαλιστήριο.»

 

Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μας η εξέταση του λόγου έφεσης   4 όπως και της περαιτέρω επιχειρηματολογίας του δικηγόρου της εφεσείουσας προς υποστήριξη του λόγου έφεσης 3, καθίσταται περιττή.

 

Η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. 

 

Εκδίδεται απόφαση υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον της εφεσίβλητης για το ποσό των €3.000,30 (το ισάξιο σε Λ.Κ.1.756,00)  με τόκο προς 8% ετησίως από 23/5/06, πλέον €28,19 έξοδα έκδοσης της απόφασης στην Αγωγή 2264/06, πλέον €1.045,66 έξοδα Αγωγής με τόκο 8% από 23/5/06 μέχρι εξόφλησης, πλέον ΦΠΑ επί του ποσού των €970,49.

 

Τα πρωτόδικα έξοδα και  κατ' έφεση επιδικάζονται υπέρ της εφεσείουσας και σε βάρος της εφεσίβλητης όπως αυτά υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

                                                          ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.

 

                                                                   Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

                                                                   Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

/Α.Λ.Ο.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο