ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:A23
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. E187/2017)
25 Ιανουαρίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]
ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ,
Εφεσείοντες/Εναγόμενοι,
ν.
ROYAL RIS RESTAURANT LTD.,
Εφεσίβλητων/Εναγόντων.
Δρ. Α. Ποιητής με Φ. Χατζηνικολή (κα), για τους Εφεσείοντες.
Ν. Δαμιανού και για Ν. Κλεάνθους, για τους Εφεσιβλήτους.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται η ορθότητα ενδιάμεσης απόφασης, δυνάμει της οποίας οριστικοποιήθηκε εκδοθέν προσωρινό απαγορευτικό διάταγμα μη επέμβασης σε προσδιοριστέο χώρο.
Οι εφεσίβλητοι είχαν καταχωρίσει αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας με την οποία αξίωναν, αναγνωριστική απόφαση ότι ήταν ενοικιαστές ή και κάτοχοι αμετάκλητης άδειας χρήσης ή και άδειας με βάση τις αρχές της επιείκειας, καθώς και ότι είχαν το δικαίωμα αποκλειστικής κατοχής του επίδικου πλακόστρωτου χώρου. Παράλληλα, αιτήθηκαν και εξασφάλισαν προσωρινό διάταγμα με το οποίο απαγορευόταν στους εφεσείοντες:
″. από του να εισέλθουν ή εισέρχονται καθοιονδήποτε χρόνο στο πλακόστρωτο χώρο εμβαδού 135 τ.μ. επί του παραλιακού χώρου της Λεωφόρου Αθηνών παρά τη γωνιά με την οδό Ευανθίας Πιερίδου όπως καθορίζεται στο εγκριμένο χωροταξικό Σχέδιο της Πολεοδομικής Άδειας 5/13 ή και στις έγγραφες συμφωνίες των διαδίκων ημερομηνίας 5/02/2016 και 7/07/2016 ή να επεμβαίνουν στη λειτουργία ή εργασίες του εστιατορίου/Bar της επιχείρησης των εναγόντων στον εν λόγω χώρο άμεσα ...″
Με έτερο διάταγμα απαγορευόταν στους εφεσείοντες:
″ή και εκπροσώπους ή και αξιωματούχους ή και υπαλλήλους ή και εντολοδόχους αυτών από του να μετακινήσουν ή απομακρύνουν ή αφαιρέσουν ή καταστρέψουν τα αντικείμενα, εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις του εστιατορίου/Bar των εναγόντων.″
Το πρωτόδικο δικαστήριο στην εκκαλούμενη απόφαση του, έχοντας αναλύσει τη νομολογία που ισχύει για τέτοιου είδους διατάγματα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ικανοποιούνταν όλες οι προϋποθέσεις για την έκδοση αρχικώς, και στη συνέχεια οριστικοποίησης του εκδοθέντος διατάγματος. Προσδιόρισε ότι το αγώγιμο δικαίωμα των εφεσιβλήτων στηριζόταν στο αστικό αδίκημα της παράνομης επέμβασης σε ακίνητη ιδιοκτησία. Στη βάση της ενόρκου δηλώσεως της xxx Μιχαήλ, ενός των διευθυντών των εφεσιβλήτων, το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι οι τελευταίοι είχαν καταφέρει να αποκαλύψουν μια συζητήσιμη υπόθεση. Έκρινε επίσης ότι μέσα από τη μαρτυρία που τέθηκε, μέσω της ένορκης δήλωσης και των επισυνημμένων τεκμηρίων, οι εφεσίβλητοι ήταν ″νόμιμοι αδειούχοι αμετάκλητης άδειας ή ακαθορίστου χρόνου άδειας, σε κάθε περίπτωση δε άδειας χρήσης του επίδικου πλακόστρωτου χώρου″, και καταδείχθηκε η πιθανότητα να δικαιούνται στην αξιούμενη θεραπεία. Τέλος, το δικαστήριο έκρινε ότι, σε περίπτωση μη έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος και ως συνέπεια παροχής δυνατότητας στους εφεσείοντες να επέμβουν στον επίδικο πλακόστρωτο χώρο, θα είναι πολύ δύσκολο να αποκατασταθεί η ζημιά που θα υποστούν οι εφεσίβλητοι, ενώ η απώλεια της εμπορικής εύνοιας της επιχείρησής τους, θα είναι ανυπολόγιστη. Ενόψει δε της αδυναμίας υπολογισμού της ζημιάς θα καθιστούσε δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο.
Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται η ορθότητα του πιο πάνω σκεπτικού. Προβλήθηκε ότι η πρωτόδικη θεώρηση ότι υπάρχει νομική κατοχή του επίδικου χώρου από τους εφεσιβλήτους και κατ' επέκταση θέμα παράνομης επέμβασης από τους εφεσείοντες, είναι εσφαλμένη. Είχαν, όπως τονίστηκε, απλώς δικαίωμα χρήσης, βάσει άδειας που τους είχε παραχωρηθεί και η οποία είχε λήξει κατά τον ουσιώδη χρόνο. Επεμβασίες, έπρεπε, πρόβαλαν οι εφεσείοντες, να χαρακτηριστούν οι εφεσίβλητοι. Του συνόλου της μαρτυρίας δοθείσης δεν μπορούσε το δικαστήριο να καταλήξει σε εύρημα ύπαρξης σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, εισηγήθηκε ο συνήγορος των εφεσειόντων.
Στη βάση δε της υπόθεσης Royal Ris ν. Δήμου Λάρνακας (2005) 1 Α.Α.Δ. 1149, που αφορά τους ίδιους διαδίκους, όπως πρόβαλαν οι εφεσείοντες, κρίθηκε ότι το δικαίωμα χρήσης με βάση υφιστάμενη άδεια, τερματίζεται στη λήξη της και δεν παρέχει οποιαδήποτε δικαιώματα, και τούτο αποτελεί δεδικασμένο που δεν λήφθηκε υπόψη, υποστήριξε, τέλος, ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων.
Στη βάση του εκδοθέντος διατάγματος, κατέληξε, εμποδίζονται, εντελώς, οι εφεσείοντες να εισέρχονται στον επίδικο χώρο, κάτι που έρχεται σ' αντίθεση και με τους όρους της, ήδη λήξασας, άδειας.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων, υποστήριξε πλήρως την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, παρόλο που σ' ερώτηση μας συμφώνησε ότι η, τότε υπάρχουσα, άδεια χρήσης έληξε, πλην, όμως, εισηγήθηκε ότι όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες, όπως η πολεοδομική άδεια, συνδυαζόμενη με το υπό ενοικίαση κτίριο και η υφιστάμενη άδεια ποτού, που παραχωρήθηκε μετά την έγκριση της συμφωνίας ενοικίασης με τη Διαχειριστική Επιτροπή του Κληροδοτήματος xxx Πιερίδη, στην οποία συμμετέχει και ο Δήμαρχος Λάρνακας ως αντιπρόεδρος, συνηγορούν υπέρ της ορθής νομικής θέσης ότι η άδεια χρήσης υφίσταται. Επικαλέστηκε δε την υπόθεση Royal Ris (ανωτέρω) για να υποστηρίξει ότι στον επίδικο χώρο εκείνο είχαν δικαιώματα οι εφεσίβλητοι.
Θα παραθέσουμε τα υπόλοιπα γεγονότα που συνθέτουν την υπόθεση, όπως διατυπώνονται στην εκκαλούμενη απόφαση.
Το Νοέμβριο του 2014 υπογράφηκε σύμβαση μεταξύ των εφεσιβλήτων και της Διαχειριστικής Επιτροπής Κληροδοτήματος xxx Πιερίδη "για την ενοικίαση υποστατικού στον ισόγειο χώρο κτηριακού συγκροτήματος στη γωνιά Πιερίδου και Λεωφόρου Αθηνών". Το εν λόγω υποστατικό είχε κοινή πρόσοψη και κοινή είσοδο με ανώγειο εστιατόριο στο ίδιο συγκρότημα.
Σύμφωνα με την άδεια χρήσης παραλιακού χώρου που είχε παραχωρηθεί από τους εφεσείοντες στους εφεσιβλήτους, οι τελευταίοι είχαν άδεια χρήσης καλυμμένου παραλιακού χώρου έκτασης 17 τετραγωνικών μέτρων που βρίσκεται περίπου απέναντι του στην κατοχή του υποστατικού στη Λεωφόρο Αθηνών με την επωνυμία ″Royal Ris″, καθώς και ακάλυπτου χώρου έκτασης 118 τ.μ. Η άδεια είχε παραχωρηθεί για την περίοδο 1η Ιανουαρίου 2015 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2015. Στη συνέχεια παραχωρήθηκε νέα άδεια, η οποία έληγε στις 31 Δεκεμβρίου 2016.
Υπήρχε ένας ρητός όρος στην εν λόγω συμφωνία, ότι στον Αδειούχο δεν παραχωρείται αποκλειστική κατοχή και ότι δεν υπάρχει πρόθεση δημιουργίας σχέσης ιδιοκτήτη και ενοικιαστή μεταξύ των συμβαλλομένων.
Οι εφεσείοντες, με επιστολή τους ημερ. 15 Μαΐου 2017, σ' απάντηση επιστολών των εφεσιβλήτων, τους ενημέρωναν ότι αποφασίστηκε όπως τους παραχωρηθεί άλλος πλακόστρωτος χώρος και τους καλούσαν όπως μετακινήσουν όλα τα αντικείμενα από τον επίδικο χώρο που κατέχουν και παραδώσουν την κατοχή του.
Όταν το δικαστήριο συμπληρώσει την ακρόαση μιας αιτήσεως της φύσεως της παρούσης, θα πρέπει, αποφεύγοντας, την ενασχόληση επί της ουσίας της αντιπαράθεσης και την κατάληξη σε τελικά ευρήματα, να καθορίσει το πλαίσιο της διαδικασίας έκδοσης ή διατήρησης ενός διατάγματος, δυνάμει του άρθρου 32 και της σχετικής επί τούτου, ευρέως τεθείσας, νομολογίας. Μεταξύ άλλων παραγόντων με την έκδοση ενός παρεμπίπτοντος διατάγματος, σκοπείται η διατήρηση της υφιστάμενης, κατά το χρόνο εκδίκασης, κατάστασης πραγμάτων (status quo ante). (Βλ. Όξυνου ν. Λου (2011) 1 Α.Α.Δ. 1066).
Όπου η αξιολόγηση είναι αναγκαία, αυτή πρέπει να γίνεται, για τους περιορισμένους και καθορισμένους σκοπούς, της παρούσας διαδικασίας και βεβαίως όχι για οριστική κατάληξη σε συμπεράσματα. Τούτο θα πρέπει να γίνεται μόνο για εξέταση, εκ πρώτης όψεως, των εκατέρωθεν θέσεων με έμφαση στην εκδοχή του αιτητή, που θα πρέπει να στοιχειοθετήσει ότι υπάρχει, στη βάση του δοσμένου μαρτυρικού υλικού, καλή βάση αγωγής και κατά δεύτερο, πιθανότητα επιτυχίας.
Το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε, όπως ήδη σημειώσαμε, ότι η αγωγή των εφεσιβλήτων στηριζόταν στο αστικό αδίκημα της παράνομης επέμβασης σε ακίνητη ιδιοκτησία. ΄Εκρινε δε ότι είχαν μια συζητήσιμη υπόθεση αναφορικά με το εν λόγω αστικό αδίκημα και ότι η πρώτη προϋπόθεση για την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, ικανοποιείτο.
Το τι ουσιαστικώς, έκαμε, στην προκείμενη περίπτωση το πρωτόδικο δικαστήριο είναι να προβεί σε οριστικό εύρημα επί του ζητήματος της κατοχής, θέμα υπό αμφισβήτηση και που αποτελούσε την ουσιαστική διαφορά στην αγωγή. Παραγνώρισε, προς τούτο, υφιστάμενη νομολογία η οποία προήλθε, κατά βάση, από τους ίδιους διαδίκους με παραπλήσια ονομασία. Η επωνυμία της εταιρείας που διαχειριζόταν το υποστατικό και αρχικώς ενοικιαστής ήταν η Royal Ris Ltd. Στη συνέχεια, από το 2014 έγινε αλλαγή σε Royal Ris Restaurant Ltd (εφεσίβλητοι). Επί των αποκτηθέντων δικαιωμάτων της Royal Ris Ltd, και της συνέχισης τους, εδράζεται και η ένορκη δήλωση της κας Μιχαήλ προς υποστήριξη της αίτησης.
Στην υπόθεση Δημητρίου κ.ά. ν. Royal Ris Ltd (2002) 1 Α.Α.Δ. 1164, που αφορούσε διάταγμα με το οποίο απαγόρευε στους εφεσείοντες να χρησιμοποιούν οποιοδήποτε χώρο τον οποίο κατέχουν οι εφεσίβλητοι, όπου το δικαίωμα χρήσης ήταν στο επίκεντρο της διαφοράς, αποφασίστηκε ότι:
"Η απόφαση του δικαστηρίου έχει ως βάση τη θέση ότι οι εφεσίβλητοι έχουν δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης ολόκληρης της αυλής αφενός, και ότι οι εφεσείοντες δεν έχουν δικαίωμα χρήσης της αυλής αφετέρου. Και οι δύο αλληλένδετες θέσεις είναι εσφαλμένες για τους λόγους που εξηγήσαμε. Η διαπίστωση αυτή εκθεμελιώνει το εκδοθέν διάταγμα και το καθιστά ανυπόστατο."
Όπως και στην παρούσα, έτσι και στην πιο πάνω υπόθεση, κρίθηκε ότι η μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου ως προς το αντικείμενο για προστασία δεν ήταν τόσο ξεκάθαρη ώστε το δικαστήριο, ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα. Περαιτέρω, υπήρχε η μαρτυρία που προσκόμισαν οι εφεσίβλητοι περί της ύπαρξης κατοχής, εδραζομένης σε άδεια χρήσης, πλην, όμως, το γεγονός της λήξης της εν λόγω άδειας χρήσης ήταν ένα σοβαρό δεδομένο, που με βάση τη νομολογία, έπαυσε να υφίσταται. Το δικαστήριο δεν προβληματίστηκε επί τούτου, κάτι που καθιστούσε το θέμα της συζητήσιμης υπόθεσης αμφιλεγόμενο. Συνδυαζόμενο, βεβαίως, με την πιθανότητα επιτυχίας, που επίσης θα έπρεπε να προβληματίσει αναλόγως, κάτι που δεν έγινε επί του προκειμένου.
Είχε τεθεί ενώπιον του δικαστηρίου η απόφαση στην υπόθεση Royal Ris Ltd ν. Δήμου Λάρνακας (2005) 1 Α.Α.Δ. 1149, η οποία αφορούσε τους προκάτοχους των εφεσιβλήτων και τους εφεσείοντες για το θέμα της κατοχής ή χρήσης του επίδικου χώρου. Οι εφεσίβλητοι προβάλλουν ότι η απόφαση δεν αποτελεί δεδικασμένο γιατί αφορούσε την προκάτοχη εταιρεία.
Όντως, η επίδικη απόφαση, ενδεχομένως δεν αποτελεί δεδικασμένο ενόψει της διαφοράς στο όνομα των διαδίκων, πλην, όμως, είναι ένα δεδομένο επί του οποίου οι εφεσείοντες στηρίζονται, ήτοι, στα αποκτηθέντα δικαιώματα των προκατόχων τους. Ως εκ τούτου, θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο, εξετάζοντας τόσο την πιθανότητα επιτυχίας, όσο και τη συζητήσιμη υπόθεση, προϋποθέσεις που είχαν οι εφεσίβλητοι να ικανοποιήσουν. Πολύ περισσότερο, ενόψει του συμπεράσματος περί ύπαρξης άδειας χρήσεως, η οποία είχε ήδη εκπνεύσει. Τα όσα δε τέθηκαν από τον ευπαίδευτο συνήγορο των εφεσιβλήτων, όπως η άδεια ποτού και άλλες άδειες, όπως πολεοδομική που έχει συνάφεια προς το ενοικιαζόμενο κτίριο, που ήταν σε ισχύ την επίδικη περίοδο, ουδόλως, κατά τη γνώμη μας, διαφοροποιούν την υφιστάμενη κατάσταση, εφόσον έχουν ως βάση και έρεισμα την απαιτούμενη άδεια χρήσης η οποία είχε, όπως σημειώσαμε, εκπνεύσει. Στην ύπαρξη αυτής της άδειας χρήσης, που δεν υφίστατο το χρόνο καταχώρισης της αγωγής, στήριξαν την απαίτηση τους οι εφεσίβλητοι.
Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Αβερκίου ν. Θεό Κτηματική Λτδ (2013) 1 Α.Α.Δ. 222:
"Η έκδοση ή μη, ενός ενδιαμέσου διατάγματος αποτελεί το επιστέγασμα της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου και αυτή δεν πρέπει να διαταράσσεται, στο πλαίσιο της ασκηθείσας έφεσης, εκτός εάν το εφετείο έχει ικανοποιηθεί ότι η διακριτική αυτή ευχέρεια ασκήθηκε λανθασμένα, όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Jonitexo (ανωτέρω).
Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Κοσμά ν. Χ"Κυπρή κ.ά. (2000) 1(Α) Α.Α.Δ. 169, από τη στιγμή που ικανοποιείται το πρωτόδικο δικαστήριο για την ύπαρξη και των τριών προϋποθέσεων, που τίθενται με το Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν. 14/60, δεν αυτοματοποιείται η έκδοση του αιτούμενου προστακτικού διατάγματος, αφού τούτο, ως εκ της φύσεως του δεν έχει στόχο την αποκατάσταση της τάξεως πραγμάτων, αλλά την απόδοση στην εφεσείουσα της θεραπείας και μάλιστα προς ουσιαστική ικανοποίηση της κυρίως θεραπείας που ζητείται στην αγωγή. Περαιτέρω, στην υπόθεση Goody's v. Lani (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1572, σημειώθηκε ότι το συντηρητικό διάταγμα στοχεύει στην παροχή προσωρινής θεραπείας, λόγω της αντικειμενικής αδυναμίας άμεσης διεξαγωγής της δίκης, και όχι στην ικανοποίηση του ουσιαστικού αιτήματος της δίκης.
Η έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, που είναι ταυτόσημα με τα αιτούμενα διατάγματα στο πλαίσιο της αγωγής, η δε έκδοση τους επιφέρει, ουσιαστικώς τον τερματισμό της διαφοράς μεταξύ των διαδίκων ή του ενδιαφέροντος τους να συνεχίσουν με σπουδή στην εκδίκαση της υπόθεσης, συναρτάται άμεσα προς το ισοζύγιο της ευχέρειας και δεν πρέπει να παραχωρούνται. Βλ. AKIS EXPRESS v. C. Koukkouris Trading Co. Ltd (1998) 1(A) A.A.Δ.149.
Όπως ορθώς επισημαίνεται από το πρωτόδικο δικαστήριο, στο στάδιο έκδοσης ή μη ενός προσωρινού διατάγματος, είναι ανεπιθύμητο να εμπλέκεται ο δικαστής στην εξέταση της ουσίας της αγωγής. Έκαμε αναφορά το πρωτόδικο δικαστήριο στην υπόθεση Τσιερκέζου ν. Deacon (2009) 1 A.A.Δ. 734, για να εξετάσει κατά πόσο η παρουσιασθείσα ενώπιον του μαρτυρία οδηγεί στη διαπίστωση μιας φανερής και ασυνήθιστα δυνατής υπόθεσης, έτσι ώστε να προχωρήσει στην έκδοση του αιτουμένου διατάγματος.″
Στη βάση των πιο πάνω κρίνουμε ότι η διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου δικαστηρίου ασκήθηκε λανθασμένα, καθιστώντας το διάταγμα έκπτωτο.
Η έφεση επιτυγχάνει. Το διάταγμα ακυρώνεται, με έξοδα €2.000 της έφεσης υπέρ των εφεσειόντων. Όσον αφορά τα πρωτόδικα έξοδα, καθοριζόμενα σε €1.500, επίσης επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
/ΔΓ