ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:D29
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 5/2019)
31 Ιανουαρίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡ. 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ
ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
(ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 3 ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ
ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxxx XINHUI ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΙΝΑ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ
ΑΙΤΗΣΗΣ ΠΡΟΣ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ
ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΤΗΝ 26Η ΜΕΡΑ ΤΟΥ
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2018, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΗΣ
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ xxxx Α.Δ. ΑΠΟ ΤΟ ΤΑΕ
xxx ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΕΡΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΟΥ Ν. 133(Ι)/2004
----------------------------------------
Γ. Πολυχρόνης με Γ. Αθανασίου (κα) για Χ. Κυριακίδη, για τον Αιτητή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση επιδιώκεται η χορήγηση αδείας για την καταχώριση προνομιακού εντάλματος Certiorari, για την ακύρωση προσωρινού Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης, ημερ. 26 Νοεμβρίου 2018, που εκδόθηκε εναντίον του αιτητή.
Στη βάση των γεγονότων, όπως αυτά περιγράφονται στην ένορκη δήλωση και στην έκθεση που συνοδεύουν την αίτηση, ο αιτητής είχε αφιχθεί στον Αερολιμένα Λάρνακας στις 23:58, στις 25 Νοεμβρίου 2018. Στο διενεργηθέντα έλεγχο του διαβατηρίου του αιτητή διαπιστώθηκε ότι είχε εκδοθεί εναντίον του από τις Γερμανικές Αρχές, Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης. Στη βάση τούτου ο αιτητής μεταφέρθηκε στο Γραφείο Αφίξεων του Αερολιμένα Λάρνακας υπό τη φύλαξη αστυνομικού. Στις 06:10 της 26ης Νοεμβρίου 2018 υποβλήθηκε αίτηση για έκδοση προσωρινού Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης, το οποίο, αφού εκδόθηκε, εκτελέστηκε στις 06:40.
Το εν λόγω προσωρινό Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης εκδόθηκε κατ' εφαρμογή της παρ. (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 16 του περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως και των Διαδικασιών Παράδοσης Εκζητουμένων μεταξύ των Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμου του 2004 (Ν.133(Ι)/2004).
Όπως έχει αναφερθεί προγενέστερα, ο αιτητής, με την παρούσα αίτηση επιδιώκει αφενός μεν την παραχώρηση άδειας για καταχώριση προνομιακού εντάλματος Certiorari για την ακύρωση του εν λόγω εντάλματος, και αφετέρου την αναστολή της υπό εκδίκαση διαδικασίας έκδοσης του αιτητή.
Προβλήθηκε, τόσο μέσα από την έκθεση γεγονότων, όσο και από τα επιχειρήματα που παρέθεσε ο ευπαίδευτος συνήγορος του, ότι ο αιτητής, πριν την έκδοση του συγκεκριμένου προσωρινού εντάλματος, είχε παρανόμως αποστερηθεί της ελευθερίας του, κατά παράβαση των συνταγματικών του δικαιωμάτων. Περαιτέρω, τονίστηκε, ότι το εν λόγω ένταλμα είχε εκδοθεί με δόλο, γιατί, όπως ανέφερε ο συνήγορος, δεν είχαν τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου ουσιώδη στοιχεία, όπως η παράνομη κράτηση, με αποτέλεσμα το δικαστήριο να παραπλανηθεί. Τέλος, ήταν η εισήγηση του αιτητή ότι το ένταλμα ήταν αποτέλεσμα απαγορευμένου καρπού, ως συνέπεια την παράνομη κράτηση, ως εκ τούτου θα πρέπει να παραχωρηθεί η αιτούμενη άδεια.
Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι η διάρκεια της κράτησης, ήτοι από την άφιξη του μέχρι την έκδοση του πιο πάνω αναφερόμενου εντάλματος, ήταν παράνομη. Δεν είχε εξηγηθεί στον αιτητή, σε καταληπτή γι' αυτόν γλώσσα, ο λόγος της κράτησης του και ούτε ο ίδιος συγκατατέθηκε προς τούτο.
Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος Certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων κατώτερων δικαστηρίων. Αυτή ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου αποτελεί το πλαίσιο εξέτασης σε αιτήσεις αυτής της μορφής. (In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250, Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (Αρ. 1) (2009) 1 A.A.Δ. 1114). Ταυτοχρόνως, η ενδεχόμενη λανθασμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου δεν εξετάζεται στα πλαίσια της διαδικασίας του προνομιακού εντάλματος Certiorari.
Περαιτέρω, πρέπει να σημειωθεί ότι η διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος, τύπου Certiorari, δεν αποτελεί εποπτικό μέσο και ούτε παρέχεται η δυνατότητα εξέτασης του κατά πόσο το πρωτόδικο δικαστήριο αντιλήφθηκε ορθά ή όχι ένα νομικό ζήτημα. (Βλ. Διαχειριστική Επιτροπή ΚΥΠΑ Κωρτ 4 (2008) 1 Α.Α.Δ. 644).
Στην υπόθεση Πολιτική Έφεση 348/15, Αναφορικά με την αίτηση του Αντώνη Ανδρέου και ΣΙΑ ΔΕΠΕ, ημερ. 9 Ιουνίου 2017, αναφέρθηκε:
"Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση άδειας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).
Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης, Αίτηση 174/96, ημερ. 9 Οκτωβρίου 1996).
Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464).
Στην πρόσφατη υπόθεση, Δέσπω Στυλιανού, Πολ. Εφ. 67/2014, ημερ. 25 Ιουνίου 2015, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
″Είχαμε σχετικά πρόσφατα επισημάνει στην Πολιτική Έφεση Αρ. 20/2014, Στέλιος Στυλιανίδης, 17.3.2015, με παραπομπή στην Μαρκιτανής ν. Μουζούρη (2000) 1 Α.Α.Δ. 923, τις περιπτώσεις που δικαιολογείται επέμβαση του Εφετείου τις οποίες και κρίνεται αναγκαίο να επαναλάβουμε, ως εκ της αυξητικής τάσης που παρατηρείται στην καταχώριση αιτήσεων και εφέσεων αναλόγως, για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων:
«H άδεια για καταχώρηση αίτησης χορηγείται κατά διακριτική ευχέρεια (βλ. και The Supreme Court Practice 1999, σελ. 908). Εφόσο πρόκειται για απόφαση που απορρέει από άσκηση διακριτικής ευχέρειας επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται:
(α) ΄Οπου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το Νόμο, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκηση της εξωγενείς παράγοντες.
(β) ΄Οπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση στην οποία δε θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο (Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984, 988, 989, Σιακόλας ν. Federal Bank of Lebanon (1992) 1 A.A.Δ. 710).
(γ) ΄Οπου υπάρχει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου, εφαρμογή λανθασμένων αρχών δικαίου, λήψη υπόψη άσχετων στοιχείων, μη λήψη υπόψη σχετικών στοιχείων (Νεάρχου ν. Χαραλάμπους (1991) 1 Α.Α.Δ. 954, Donald Campbell & Co. Ltd ν. Pollak [1927] A.C. 732, Evans v. Bartlam [1937] A.C. 473, Young v. Thomas [1892] 2 Ch. 234 και Egerton v. Jones [1939] 3 All E.R. 892).″
To άρθρο 16(2)(α) του Ν. 133(Ι)/2004, ενεργοποιείται μόνο σε περιπτώσεις επειγούσης φύσεως και η αρμόδια δικαστική αρχή, που σύμφωνα με το άρθρο 11(1) του Νόμου είναι ο αρμόδιος επαρχιακός δικαστής, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται ο εκζητούμενος, εφαρμόστηκε επί του προκειμένου.
Ήταν, ένα από τα βασικά επιχειρήματα που προβλήθηκαν ότι, η αστυνομία κατά το στάδιο της υποβολής αίτησης για έκδοση του προσωρινού εντάλματος σύλληψης, δεν αποκάλυψε στο δικαστήριο ότι ο αιτητής ήταν, παρανόμως, υπό κράτηση στον Αερολιμένα Λάρνακας. Το Άρθρο 11 του Συντάγματος επιτάσσει ότι κανένας δεν στερείται της προσωπικής του ελευθερίας, παρά μόνο στις περιπτώσεις σύλληψης ή κράτησης προς το σκοπό απέλασης ή έκδοσης.
Ο αιτητής υποστήριξε ότι παρέχεται δικαίωμα κράτησης, με σκοπό τη μεταφορά του εκζητουμένου, με βάση εκδοθέν Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης, πλην, όμως, δεν υπάρχει πρόβλεψη στις περιπτώσεις έκδοσης προσωρινού Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης. Ούτε επίσης προβλέπεται η δυνατότητα κράτησης στις περιπτώσεις όπου δεν έχει εκδοθεί Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης, ή δεν έχει διαβιβαστεί τέτοιο, μεταφρασμένο σε γλώσσα καταληπτή στον εκζητούμενο.
Η πιο πάνω εισήγηση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Στη βάση των προνοιών του Άρθρου 11 του Συντάγματος και συγκεκριμένα του εδαφίου 2(στ), είναι επιτρεπτή η κράτηση ατόμου για σκοπό την έκδοση του ή την παράδοση του με βάση Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης. Αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι υπήρχε και είχε εκδοθεί Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης εναντίον του αιτητή, πλην, όμως, τούτο δεν είχε, κατά το στάδιο της κράτησης του, διαβιβαστεί μεταφρασμένο στα ελληνικά. Η έκδοση του προσωρινού εντάλματος σύλληψης έγινε με αποκλειστικό σκοπό την παράδοση του εκζητουμένου στη βάση του υπάρχοντος Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης.
Από το τεκμήριο 2, (όρκος της αστυνομικού του ΤΑΕ xxx), καταφαίνεται ότι είχε γνωστοποιηθεί στο δικαστήριο ο χρόνος άφιξης του αιτητή, συνεπώς, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί, σ' αυτό το στάδιο και για σκοπούς της παρούσας αίτησης, ότι υπήρξε απόκρυψη οποιουδήποτε στοιχείου. Το πώς το έχει εκλάβει ή ερμηνεύσει το πρωτόδικο δικαστήριο, ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, δεν είναι κάτι το οποίο μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης στην παρούσα διαδικασία. Το γεγονός ότι ο αιτητής βρισκόταν, τη δεδομένη περίοδο, υπό τη φύλαξη της αστυνομίας, δε διαφοροποιεί ή αλλοιώνει τα δεδομένα της υπόθεσης, έχοντας πάντα κατά νου ότι η συγκεκριμένη κράτηση στόχευε στην υλοποίηση υφιστάμενου Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης. Το πρωτοδίκως εκδοθέν προσωρινό ένταλμα σύλληψης, κατ' εφαρμογή του άρθρου 16 του Ν. 133(Ι)/2004, είναι το αποτέλεσμα άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου, κάτι το οποίο εκφεύγει του ελέγχου στη βάση των αρχών που διέπουν τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων.
Στην υπόθεση Hadjiametovic ν. Γενικού Εισαγγελέα (2009) 1 Α.Α.Δ. 473 αναλύεται ο σκοπός της έκδοσης Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης:
"Ο σκοπός του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης είναι η απλοποίηση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών της διαδικασίας παράδοσης προσώπων που ενέχονται στη διάπραξη συγκεκριμένων ποινικών αδικημάτων. Όπως έχει λεχθεί στην απόφαση Office of the King's Prosecutor, Brussels v. Cando Armas [2006] 2 A.C. 1, para 21:
"The objective set for the Union to become an area of freedom, security and justice leads to abolishing extradition between Member States and replacing it by a system of surrender between judicial authorities. Further, the introduction of a new simplified system of surrender of sentenced or suspected persons for the purposes of execution or prosecution of criminal sentences makes it possible to remove the complexity and potential for delay inherent in the present extradition procedure. Traditional cooperation relations which have prevailed up till now between Member States should be replaced by a system of free movement of judicial decisions in criminal matters, covering both presentence and final decisions, within an area of freedom, security and justice."
Επιπρόσθετα στην υπόθεση Dabas v. High Court of Justice, Madrid [2007] UKHL 6, τονίστηκαν τα ακόλουθα από το Δικαστή Lord Bingham:
"But Part 1 of the 2003 Act must be read in the context of the Council Framework Decision of 13 June 2002 on the European arrest warrant and the surrender procedures between member states (2002/584/JHA; OJ 2002 L190, p. 1). This was conceived and adopted as a ground-breaking measure intended to simplify and expedite procedures for the surrender, between member states, of those accused of crimes committed in other member states or required to be sentenced or serve sentences for such crimes following conviction in other member states. Extradition procedures in the past had been disfigured by undue technicality and gross delay. There is to be substituted "a system of surrender between judicial authorities" and "a system of free movement of judicial decisions in criminal matters" (recital (5) of the preamble of the Framework Decision). This is to implement the principle of mutual recognition which the Council has described as the cornerstone of judicial cooperation (recital (6)). The important underlying assumption of the Framework Decision is that member states, sharing common values and recognizing common rights, can and should trust the integrity and fairness of each other's judicial institutions."
Σχετική επίσης είναι η Πολιτική Έφεση Αρ. 154/2017, Γεωργίου ν. Γενικού Eισαγγελέα, ημερ. 6 Ιουλίου 2017.
Με βάση τα γεγονότα όπως έχουν εκτεθεί και τη νομική ανάλυση η οποία έχει προηγηθεί, βρίσκω ότι ο αιτητής δεν έχει στοιχειοθετήσει εκ πρώτης όψεως θέμα που θα έπρεπε να οδηγήσει στην παραχώρηση αδείας για καταχώριση προνομιακού εντάλματος Certiorari.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΔΓ