ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Π. Χαραλάμπους (κα) για Ε. Ευσταθίου, για εφεσείοντα Ορθ. Γρηγορίου (κα) για Λ. Θεοχάρους, για Εφεσίβλητους CY DOD Κύπρος Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο 2018-11-16 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΠΑΚΚΟΥ ν. ΚΑΖΑΜΙΑ, Έφεση Αρ. 11/2016 , 16/11/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:DOD:2018:14

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

 

Έφεση Αρ. 11/2016 

 

16 Νοεμβρίου, 2018

 

 

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,  ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

ΜΕΤΑΞΥ:

χχχχχ  ΠΑΚΚΟΥ

                                                                  

                                                                   Εφεσείοντα/Αιτητή

 

ΚΑΙ

 

1.     χχχχχχχ ΚΑΖΑΜΙΑ

2.     χχχχχχχ ΚΑΖΑΜΙΑ

3.     χχχχχχχ ΚΑΖΑΜΙΑ

4.     χχχχχχχ ΧΑΤΖΗΓΙΩΡΚΗ

5.     χχχχχχχ ΚΑΖΑΜΙΑ

 

                                                                   Εφεσιβλήτων/Καθ΄ ων η αίτηση

 

........

 

Π. Χαραλάμπους (κα) για Ε. Ευσταθίου, για εφεσείοντα

Ορθ. Γρηγορίου (κα) για Λ. Θεοχάρους,  για Εφεσίβλητους

.....

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από το Δικαστή Χριστοδούλου.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

(Δόθηκε αυθημερόν)

 

 

      ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.:    Με νομικό υπόβαθρο τη Δ.35 θ.2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, ο εφεσείων επεδίωξε με αίτηση του ημερ. 15.10.15 παράταση του χρόνου καταχώρισης έφεσης κατά της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερ. 23.12.11, να απορρίψει την υπ΄ αρ. 8/2009 αίτηση του με την οποία ζητούσε να αναγνωριστεί ως βιολογικό τέκνο του αποβιώσαντος, χχχ Καζαμία (στο εξής ο αποβιώσας)[1].

 

      Η αίτηση προσέκρουσε σε ένσταση των εφεσιβλήτων[2] και εντέλει το πρωτόδικο Δικαστήριο την απόρριψε με αιτιολογημένη απόφαση του ημερ. 2.2.2016 κρίνοντας, με αναφορά κυρίως στην Χριστοδούλου ν. Χριστοδούλου (1996) 1 Α.Α.Δ. 1224, Θεοδώρου ν. Νεοφύτου (2013) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2139, Πετρούδη ν. Αντωνίου, Συνενωμένες Εφέσεις 21 και 22/2013 ημερ. 6.6.2014 και Χόππης ν. Παναγή (1993) 1 Α.Α.Δ. 140, «. ότι, αφενός δεν προβλήθηκε επαρκής λόγος για παράταση της προθεσμίας καταχώρισης της έφεσης, αλλά, και αφετέρου, δεν είναι δυνατό να αναβιώσει μια ήδη θνησιγενής έφεση».

 

      Ο εφεσείων θεωρεί εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση για τρεις (3) λόγους, τους οποίους θα εξετάσουμε αφού πρώτα παραθέσουμε το ιστορικό της  υπόθεσης που ανατρέχει χρονικά στο 1993.  Έχει ως ακολούθως:-

 

      Ο εφεσείων επεδίωξε για πρώτη φορά να αναγνωριστεί ως βιολογικό τέκνο του αποβιώσαντος με την υπ΄ αρ. 5/1993 αίτηση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, η οποία όμως «αποσύρθηκε άνευ βλάβης» και απορρίφθηκε στις 20.4.1994 με τον όρο ότι «Σε περίπτωση που ο αιτητής επανέλθει με νέα αίτηση υποχρεούται να καταβάλει τα έξοδα της παρούσας ως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή  και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο».

 

      Επτά (7) χρόνια μετά, στις 5.2.2001, ο εφεσείων επεδίωξε με δεύτερη αίτηση να αναγνωριστεί ως βιολογικό τέκνο του αποβιώσαντος με την αίτηση υπ΄ αρ. 100/2001 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, η οποία όμως επίσης απορρίφθηκε ως αποσυρθείσα με Λ.Κ.208 (€353) έξοδα εναντίον του.

      Παρά τα πιο πάνω, ο εφεσείων επανήλθε με τρίτη αίτηση - την υπ΄ αρ. 6/2008 του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας - επιδιώκοντας και πάλι την αναγνώριση του, η οποία και πάλι απορρίφθηκε στις 4.3.2009 ως αποσυρθείσα με έξοδα εναντίον του.  Αμέσως δε μετά, στις 12.5.2009, καταχώρισε την τέταρτη στη σειρά αίτηση - την υπ΄ αρ. 8/2009 που είναι και η επίδικη - η οποία απορρίφθηκε με απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 23.12.2011.

 

      Η αντίδραση του εφεσείοντα στην απόρριψη της πιο πάνω αίτησης του (της υπ΄ αρ. 8/2009) εκδηλώθηκε με την καταχώριση, στις 4.1.2012, της υπ΄ αρ. 1/2012 έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και, εκκρεμούσης της έφεσης, ο εφεσείων καταχώρισε την επίδικη αίτηση ημερ. 15.10.2015 για παράταση χρόνου καταχώρισης έφεσης, η οποία όπως σημειώθηκε απορρίφθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο στις 2.2.2016.  Είναι εναντίον αυτής της απόφασης που καταχώρισε την υπό κρίση έφεση, ενώ ταυτόχρονα εκκρεμούσε εναντίον της απόφασης ημερ. 23.12.11 η έφεση 1/2012 η οποία όμως απορρίφθηκε ως αποσυρθείσα στις 19.9.2017 καθότι καταχωρίστηκε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και όχι ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου.

 

      Όπως σημειώνεται ανωτέρω, ο εφεσείων προσβάλλει ως εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση ημερ. 2.2.2016 με τρεις (3) λόγους έφεσης τους οποίους προώθησε από κοινού με σχετικό περίγραμμα αγόρευσης.  Και αυτό στη βάση των άρθρων 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των όσων αποφασίστηκαν από το ΕΔΑΔ στη Φοινικαρίδου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αιτ. Αρ. 23890/2002 ημερ. 20.3.2008.  Δηλαδή ότι το εξώγαμο τέκνο έχει δικαιώματα για δικαστική προστασία και θα πρέπει τα Δικαστήρια να του δώσουν κάθε δυνατότητα να ακουστεί και συναφώς ο Νόμος 187/91 θα πρέπει να ερμηνεύεται κατά τρόπο ώστε να μην επηρεάζεται δυσμενώς το προσφεύγον στο Δικαστήριο για αναγνώριση τέκνο.  Συνεπώς το πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε εσφαλμένα την επίδικη αίτηση του εφεσείοντα, δίδοντας σημασία στο «τυπικό ελάττωμα» της καταχώρισης της έφεσης 1/2012 στο Ανώτατο Δικαστήριο αντί στο Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο.

 

      Διαμετρικά αντίθετες είναι οι θέσεις των εφεσιβλήτων, οι οποίοι με αναφορά στο ιστορικό της διαδικασίας διατείνονται (α) ότι η αίτηση 15.10.15 και η επακολουθείσασα - επίδικη - έφεση συνιστούν κατάχρηση της διαδικασίας, (β) η αίτηση υποβλήθηκε υπερβολικά και αδικαιολόγητα καθυστερημένα και (γ) έγκριση της έφεσης θα συνιστούσε πλήγμα στο δημόσιο συμφέρον αναφορικά με την απονομή και το κύρος της δικαιοσύνης.

 

      Εξετάσαμε την πρωτόδικη απόφαση υπό το πρίσμα των εκατέρωθεν θέσεων και κατ΄ αρχάς συμφωνούμε με τη θέση της ευπαιδεύτου συνηγόρου των εφεσιβλήτων ότι η επίδικη αίτηση και η υπό κρίση έφεση συνιστούν κατάχρηση της διαδικασίας.  Τούτο έκδηλα απορρέει από το ιστορικό που παρατίθεται ανωτέρω.  Να υπενθυμίσουμε επί του προκειμένου ότι η κατάχρηση της διαδικασίας δεν μπορεί εκ των προτέρων να προσδιοριστεί με γενικό κανόνα.  Μπορεί να προσλάβει διάφορες μορφές και αποτελεί θέμα που εξετάζεται κατά περίπτωση από το καθ΄ ύλην αρμόδιο Δικαστήριο, το οποίο έχει την εξουσία να ελέγχει την ενώπιον του διαδικασία και να παρεμβαίνει αποτελεσματικά σε περίπτωση εκτροπής (βλ. Χριστοφίδου ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, Πολ. Εφ. 226/12 ημερ. 22.11.17, ECLI:CY:AD:2017:A412 η οποία παραπέμπει εκτενώς στην επί του θέματος νομολογία).  Στην παρούσα περίπτωση είναι φανερό ότι ο εφεσείων μέσα σε μία χρονική περίοδο 16 ετών (1993-2009) καταχώρισε ενώπιον των Δικαστηρίων της Κυπριακής Δημοκρατίας τέσσερις (4) αιτήσεις, με τις οποίες διεκδικούσε την ίδια θεραπεία:  Την αναγνώριση του ως βιολογικού τέκνου του αποβιώσαντος.  Απ΄ αυτές απέσυρε τις τρεις πρώτες, ενώ επέμενε στην τέταρτη η οποία απερρίφθη για λόγους που δεν εμφαίνονται στο φάκελο της έφεσης.  Kάτω απ΄ αυτά τα δεδομένα η έφεση δεν έχει προοπτικές επιτυχίας λόγω κατάχρησης της διαδικασίας και ως εκ τούτου θα απορριφθεί.

 

      Εν πάση περιπτώσει η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου που προβλέπεται από τη Δ.35 θ.2 έχει εξεταστεί κατ΄ επανάληψη από σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. Αλεξάνδρου ν. Ελευθερίου, Πολ. Εφ. 113/15 ημερ. 25.1.16, ECLI:CY:AD:2016:B31 η οποία παραπέμπει στην προγενέστερη επί του θέματος νομολογία).  Ό,τι απορρέει από τις εν λόγω αποφάσεις είναι ότι, αποκλειστικός οδηγός για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για την παράταση του χρόνου άσκησης έφεσης είναι τα συμφέροντα της δικαιοσύνης.  Οι προθεσμίες που τίθενται από τους θεσμούς για τη λήψη δικονομικών μέτρων οριοθετούν το πλαίσιο για την καλή απονομή της δικαιοσύνης.  Για να γίνει δεκτό αίτημα για την παράταση του χρόνου άσκησης έφεσης οι λόγοι της καθυστέρησης πρέπει να εξηγούνται και να σταθμίζουν ουσιαστικά τις δυσμενείς επιπτώσεις στα συμφέροντα του αντιδίκου και στο θεσμικό πλαίσιο απονομής της δικαιοσύνης.  Συναφώς παραθέτουμε αυτούσιο το πιο κάτω απόσπασμα από την Deluxe Terrazo Tiles & Marbles Ltd v. Εργοληπτική Εταιρεία «ΝΕΜΕΣΙΣ» (1989) 1 Α.Α.Δ. 658:

 

"Η διακριτική εξουσία που παρέχουν στο Δικαστήριο οι πιο πάνω Διατάξεις δεν υπόκειται σε οποιοδήποτε προκαθορισμένο περιορισμό και η άσκηση της υπέρ ή κατά του αιτητή εξαρτάται αποκλειστικά από τα ιδιαίτερα περιστασιακά και δεδομένα της κάθε υπόθεσης: Ειρήνη Κώστα Χατζημιχαήλ ν. Μαρίας Καράμιχαηλ και Άλλων (1967) 1 ΑΑΔ 61, και The Turkish Co-Operative Carob Marketing Society Ltd. v. Lutfi Kiamil and Another (1973) ΑΑΔ. 7. Παρά ταύτα, την προσέγγιση του Δικαστηρίου στην άσκηση της υπό εξέταση εξουσίας του χαρακτηρίζει πάντοτε η συμμόρφωση με ορισμένες αρχές που έχουν νομολογιακά καθιερωθεί ανάμεσα στις οποίες πρωτεύουσα θέση κατέχει η αρχή του σεβασμού των χρονικών προθεσμιών που καθόρισε ο Νομοθέτης για την άσκηση του δικαιώματος εφέσεως και ότι με φειδώ και σε εξαιρετικές μόνο περιπτώσεις οι προθεσμίες αυτές θα πρέπει να παρατείνονται. Και τούτο γιατί οποτεδήποτε οι προθεσμίες αυτές παρατείνονται επηρεάζονται το δημόσιο συμφέρον και τα δικαιώματα που οι διάδικοι έχουν στον τερματισμό των δικαστικών διαδικασιών και στο τελεσίδικο των δικαστικών αποφάσεων μέσα στις καθορισμένες για όλους προθεσμίες. Λαμβανομένων αυτών υπόψη επιβάλλεται η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου να ασκείται υπέρ του αιτητή μόνο στις περιπτώσεις που ο τελευταίος ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι η αιτούμενη παράταση είναι αντικειμενικά δικαιολογημένη από τις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης. Η παράταση της προθεσμίας χωρίς αποχρώντα λόγο αποτελεί αυθαίρετη παραβίαση των σχετικών Κανόνων που καθορίζουν τις προθεσμίες και είναι ασυμβίβαστη με την άσκηση από τα Δικαστήρια της σχετικής διακριτικής τους εξουσίας κατά τρόπο δικαστικό. Οι πιο πάνω αρχές έχουν καθιερωθεί σε σειρά αποφάσεων συμπεριλαμβανομένων των: Ανδρέα Π. Λοΐζου ν. Παναγιώτη Κοντεάτη (7968) 1 ΑΑΔ 291,2) Πολιτική Έφεση Αρ. 7742, και 3) Αίτηση στην Πολιτική Έφεση 7026. Στις Αγγλικές αποφάσεις Craig v. Phillips [1877] 7 Ct\D. 249, και McC (RD) υ. McC (JA) and Another [1971] 2 All ER. 1097, τονίστηκε ότι ο διάδικος που αιτείται χαλάρωση των προνοιών των Δικαστικών Κανόνων που αφορούν χρονικές προθεσμίες πρέπει να επιδείξει μεγάλη επιμέλεια και όχι αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης του. Σχετική με περιπτώσεις μακράς καθυστέρησης είναι η υπόθεση W.T. Lamb & Sons v. Rider [1948] 2 All ER. 402, στην οποία τονίστηκε ότι προϋπόθεση της παράτασης της προθεσμίας είναι η ικανοποιητική εξήγηση της καθυστέρησης στην υποβολή της αίτησης».

 

      Στην υπό κρίση περίπτωση καμιά ουσιαστικά δικαιολογία δεν προβάλλεται για την καθυστέρηση των τεσσάρων περίπου χρόνων στην υποβολή αίτησης για παράταση του χρόνου καταχώρισης έφεσης, αλλά το μόνο που προβάλλεται είναι η προστασία που πρέπει να τυγχάνουν εξώγαμα τέκνα από τα Δικαστήρια και η διασφάλιση του δικαιώματος τους να ακουστούν.  Και αυτό με αναφορά στα άρθρα 6 και 13 της EΣΔΑ και στην υπόθεση Φοινικάριδου (ανωτέρω).  Παραγνωρίζεται όμως ότι ο εφεσείων έτυχε της υπό αναφορά προστασίας με την καταχώριση εκ μέρους του των τριών (3) πρώτων αιτήσεων, τις οποίες όμως απέσυρε για δικούς του λόγους.  Σ΄ ό,τι αφορά την τέταρτη, η οποία απορρίφθηκε, την είχε εφεσιβάλει πλην όμως την έφεση του την απέσυρε.  Κάτω απ΄ αυτά τα δεδομένα δεν μπορεί να του αναγνωριστεί βάσιμο παράπονο ότι αφενός δεν προστατεύθηκε από τη κυπριακά Δικαστήρια και αφετέρου ότι στερήθηκε του δικαιώματος του να ακουστεί.

 

      Επιπροσθέτως των πιο πάνω διαπιστώνουμε ακόμη ένα εμπόδιο στην ικανοποίηση του αιτήματος του.  Σύμφωνα με το άρθρο 22 του περί Τέκνων (Συγγένεια και Νομική Υπόσταση) Νόμου του 1991 (Ν.187/91, όπως τροποποιήθηκε) το δικαίωμα του τέκνου να ζητήσει δικαστική αναγνώριση παραγράφεται τρία χρόνια μετά την ενηλικίωση του και εν πάση περιπτώσει τρία χρόνια μετά που πληροφορήθηκε για την ταυτότητα του βιολογικού του πατέρα.  Στην παρούσα περίπτωση ο εφεσείων διεκδίκησε δικαστική αναγνώριση για πρώτη φορά με την αίτηση 5/93, στοιχείο που αποκαλύπτει ότι είχε από τότε πληροφόρηση για τον κατ΄ ισχυρισμό βιολογικό του πατέρα.  Έπεται ότι το δικαίωμα του να επιδιώξει δικαστική αναγνώριση θα έπρεπε να το ασκήσει μέχρι και το 1996, ενώ με την (τέταρτη) αίτηση του επεδίωξε δικαστική αναγνώριση το 2009 σε χρόνο που το δικαίωμα του είχε προ πολλού παραγραφεί.

      Για όλα τα πιο πάνω είναι φανερό ότι η έφεση του δεν έχει προοπτικές επιτυχίας και ως εκ τούτου απορρίπτεται, με €1.500 πλέον ΦΠΑ - εάν υπάρχει - έξοδα προς όφελος των εφεσιβλήτων.

 

 

                                                                   Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

 

                                                                   Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

                                                                   Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.

 

 

/κβπ

 

 



[1] Ο χχχ Καζαμίας απεβίωσε στη Λευκωσία ενώ εκκρεμούσε προς εκδίκαση η αίτηση του εφεσείοντα υπ΄ αρ. 5/93 (κατωτέρω)

[2] Της χήρας και των τέκνων του αποβιώσαντα


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο