ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:D444
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 121/2018
16 Οκτωβρίου, 2018
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ MARFIN INVESTMENT GROUP HOLDINGS SA (AΛΛΩΣ ΜΑRFIN INVESTMENT GROUP ANΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ) ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI H PROHIBITION
ΚΑΙ
ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡ. 28.9.2018 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΑΡ. 14/1960 ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΕΦ. 6.
.........
Μ. Φιλίππου μαζί με κ. Μ. Παναγίδη, για τους αιτητές
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Στις 27.9.18, η κυπριακή εταιρεία Marafast Trading Ltd καταχώρισε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου την υπ΄ αρ. 566/18 αγωγή επί γενικώς οπισθογραφημένου κλητηρίου εντάλματος (Δ.2 θ.1) εναντίον των XXXXX Μπουλούτα, XXXXX Μάγειρα, Marfin Investment Group Holdings S.A. (άλλως Marfin Investment Group Ανώνυμος Εταιρεία (Α.Ε.), XXXXX Θεοχαράκη και XXXXX Χριστοδούλου (εναγόμενοι 1-5, αντιστοίχως), με την οποία αξιώνει διάφορες θεραπείες - μεταξύ των οποίων και αποζημιώσεις - στη βάση ότι με παράνομες πράξεις της προκάλεσαν ζημιές.
Όλοι οι πιο πάνω εναγόμενοι, πλην του XXXXX Χριστοδούλου που είναι κύπριος, είναι ελλαδίτες και διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα και η εξ αυτών εταιρεία Marfin Investment Group Holdings S.A. είναι εγγεγραμμένη στην Ελλάδα, όπου και δραστηριοποιείται κατέχοντας μεταξύ άλλων μετοχές στο Διαγνωστικό και Θεραπευτικό Κέντρο Αθηνών «ΥΓΕΙΑ» Α.Ε.
Ταυτόχρονα με την καταχώριση της αγωγής, η προαναφερθείσα κυπριακή εταιρεία (στο εξής η ενάγουσα) καταχώρισε και μονομερή αίτηση βάσει της οποίας - αφού κατέθεσε εγγύηση ύψους €200.000 - εξασφάλισε αυθημερόν προσωρινό διάταγμα (στο εξής το Διάταγμα) με το οποίο απαγορεύεται στην Marfin Investment Group Holdings S.A. (εναγόμενη 3, στο εξής η Αιτήτρια) όπως:
1. Πωλήσει και/ή μεταβιβάσει και/ή αποξενώσει με οποιονδήποτε τρόπο στην εταιρεία Hellenic Health Care S.A.R.L. και/ή σε οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο τις μετοχές που κατέχει στο Διαγνωστικό και Θεραπευτικό Κέντρο Αθηνών «ΥΓΕΙΑ» και
2. Προβεί σε υλοποίηση της απόφασης της Γενικής Συνέλευσης ημερ. 27.8.18, με την οποία αποφασίστηκε η πώληση όλων των μετοχών που κατέχει στο εν λόγω Κέντρο στην εταιρεία Hellenic Health Care S.A.R.L.
Το Διάταγμα ορίστηκε για επίδοση/επιστρεπτέο στις 12.10.18, προκειμένου η Αιτήτρια να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου που το έκδωσε για να δείξει λόγο γιατί να μη συνεχίσει να ισχύει. Συναφώς, τόσο το Διάταγμα και το κλητήριο ένταλμα με τα σχετικά έγγραφα, επιδόθηκαν στην Αιτήτρια με ταχυμεταφορέα στις 3.1018 και η αντίδραση της ήταν η καταχώριση της παρούσας αίτησης για άδεια (στο εξής η Άδεια) προς καταχώριση αίτησης δια κλήσεως προς έκδοση προνομιακού εντάλματος (α) Certiorari για μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο του Διατάγματος προς ακύρωση του και (β) Prohibition που να απαγορεύει στο κατώτερο Δικαστήριο να προχωρήσει σε εκδίκαση της αγωγής 566/18. Επιπρόσθετα ζητείται και η αναστολή ισχύος του Διατάγματος μέχρι την εκδίκαση της σκοπούμενης να καταχωριστεί αίτησης.
Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση δικηγόρου στο Δικηγορικό Γραφείο των δικηγόρων της Αιτήτριας, καθώς επίσης και από Έκθεση. Αμφότερες δε συνοδεύονται από πλήθος εγγράφων που διογκώνουν υπέρμετρα το φάκελο της διαδικασίας. Ό,τι όμως έχει σημασία για την τύχη της παρούσας αίτησης είναι οι λόγοι που προβάλλονται στις 8 σελίδες της Έκθεσης για χορήγηση της αιτούμενης άδειας∙ λόγοι οι οποίοι περιστρέφονται γύρω από 2 άξονες. Ο πρώτος ότι υπάρχει νομικό σφάλμα και/ή ελάττωμα στον φάκελο της διαδικασίας (on the face of the proceedings) και, ο δεύτερος, ότι από το φάκελο της διαδικασίας αποκαλύπτεται προφανής δόλια παραπλάνηση του κατώτερου Δικαστηρίου η οποία αναπόφευκτα οδήγησε σε νομικό σφάλμα.
Ως νομικό σφάλμα και/ή ελάττωμα προβάλλονται ουσιαστικά τα ακόλουθα: (α) Στη νομική βάση της αίτησης για χορήγηση του Διατάγματος δεν υπήρχε επίκληση του περί Επιβαρυντικών Διαταγμάτων Νόμου 31(1)/92, (β) τα κυπριακά Δικαστήρια δεν έχουν εξουσία να δεσμεύουν μετοχές ελληνικής εταιρείας αφού αυτές δεν εμπίπτουν στον ορισμό των ομολόγων του Ν.31(1)/92 και η ένορκη δήλωση στη βάση της οποίας εκδόθηκε το Διάταγμα δεν ασχολείται με το ζήτημα αυτό, (γ) ο κύπριος εναγόμενος XXXXX Χριστοδούλου δεν προβάλλεται στην ένορκη δήλωση ως ο κεντρικός εναγόμενος ώστε να προσδίδεται δικαιοδοσία στα κυπριακά δικαστήρια και, περαιτέρω, ψευδώς δηλώθηκε ότι διαμένει μόνιμα στο Αυγόρου ενώ από το 1960 διαμένει μόνιμα στη Λευκωσία, (δ) το κατώτερο Δικαστήριο στηρίχθηκε σε συμβάσεις που επισυνάπτονταν στην ένορκη δήλωση που δεν ήταν χαρτοσημασμένες. Επομένως δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό μέσο σε δικαστική διαδικασία και εν πάση περιπτώσει αυτές είναι άκυρες και/ή εκ των υστέρων δόλια κατασκευάσματα, (ε) η βάση της αγωγής προέκυψε από το κούρεμα των καταθέσεων στη Λαϊκή Τράπεζα το 2013 πριν η ενάγουσα εγγραφεί στο Μητρώο του Εφόρου Εταιρειών, (στ) οι εκχωρήσεις που επικαλείται η ενάγουσα έλαβαν χώρα τον Απρίλη του 2014 και Μάρτιο του 2016 και έκτοτε δεν έλαβε οποιοδήποτε μέτρο διεκδίκησης τους, (ζ) η απόφαση για πώληση των επίδικων μετοχών λήφθηκε στις 25.8.18 και ανακοινώθηκε στο Χρηματιστήριο Αθηνών στις 27.8.18 και δεν εξηγείται ή δικαιολογείται η καθυστέρηση καταχώρισης της αίτησης, (η) το κατώτερο Δικαστήριο εσφαλμένα στηρίχθηκε σε προγενέστερη της καταχώρισης της αίτησης ένορκη δήλωση, (θ) στην ένορκη δήλωση επί τη βάση της οποίας εκδόθηκε το Διάταγμα δηλώνεται ψευδώς ότι δεν είναι γνωστή η αξία των επιδίκων μετοχών καθότι ήταν γνωστό ότι ήταν αξίας πέραν των €205 εκατομμυρίων και (ι) δεσμεύτηκαν μετοχές τέτοιας αξίας ενώ η απαίτηση της ενάγουσας είναι της τάξης του €1.500.000.
Αναφορικά τώρα με τον δεύτερο άξονα, προβάλλεται ότι υπήρξε προφανής δόλια παραπλάνηση του Δικαστηρίου εφόσον (α) δεν εξηγήθηκε στο κατώτερο Δικαστήριο γιατί λίγες ημέρες πριν την καταχώριση της αγωγής 566/18 η ενάγουσα μετέφερε το εγγεγραμμένο της γραφείο από τη Λευκωσία στη Λάρνακα, μεταφορά που προφανώς απέβλεπε στο να δημιουργήσει επίφαση κατά τόπον δικαιοδοσίας και (β) η ενόρκως δηλούσα στην αίτηση για έκδοση του Διατάγματος είναι δικηγόρος, αλλά ορκίστηκε ως διευθυντής της ενάγουσας αφού δηλώθηκε ως τέτοια στον Έφορο Εταιρειών μόλις στις 3.9.18. Κατά συνέπεια η ομνύουσα δόλια και ψευδώς δηλώνει ότι γνωρίζει προσωπικώς γεγονότα που έλαβαν χώρα το 2014. Επιπροσθέτως τούτων με την ένορκη της δήλωση, στη βάση της οποίας εκδόθηκε το Διάταγμα, γίνεται εκτεταμένη αναφορά στην αγωγή 8400/12 η οποία είναι άσχετη με την παρούσα υπόθεση, ενώ απέκρυψε από το κατώτερο Δικαστήριο την ύπαρξη της αγωγής 1620/12 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με την οποία διεκδικείται η ίδια ζημιά εναντίον άλλων προσώπων στα οποία δεν συγκαταλέγεται ούτε η Αιτήτρια ούτε οποιοσδήποτε από τους εναγόμενους της αγωγής 566/18. Το στοιχείο αυτό προβάλλεται, καταδεικνύει αφενός τον δόλιο τρόπο που ενήργησε η ενάγουσα και αφετέρου ότι η αγωγή 566/18 συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας και καταχωρίστηκε με αποκλειστικό σκοπό την έκδοση του Διατάγματος.
Η υπό κρίση αίτηση για Άδεια καταχωρίστηκε στις 8.10.18 και ορίστηκε για ακρόαση στις 11.10.18. Κατ΄ αυτή οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της Αιτήτριας εφοδίασαν το Δικαστήριο με σχετικές αυθεντίες, ως και με αντίγραφα του περί Επιβαρυντικών Διαταγμάτων Ν.31(1)/92 και του περί Χαρτοσήμου 19/63, προς υποβοήθηση του έργου του. Σε σχετική δε ερώτηση κατά πόσο οι λόγοι που επικαλείται η Αιτήτρια για χορήγηση της Άδειας μπορεί να εγερθούν ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου προς ακύρωση του Διατάγματος, η απάντηση ήταν θετική. Ωστόσο παρέπεμψαν στις σελ. 134-135 του συγγράμματος του Π. Αρτέμη, ως και στην Π. Βογαζιανού (1999) 1 Α.Α.Δ. 2194, για να τονίσουν ότι η δόλια παραπλάνηση Δικαστηρίου στην έκδοση απόφασης συνιστά ένα από τους λόγους για τους οποίος το πρόσωπο που υφίσταται τις συνέπειες δύναται να ζητήσει ακύρωση της με Certiorari, όπως συμβαίνει κατά την άποψή τους και στην παρούσα. Περαιτέρω επέσυραν την προσοχή του Δικαστηρίου ότι ναι μεν οι λόγοι που προβάλλει η Αιτήτρια για να της χορηγηθεί η Άδεια μπορεί να τεθούν ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου για ακύρωση του Διατάγματος, αλλά υπό τα περιστατικά της υπόθεσης συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις για εξέταση της νομιμότητας του Διατάγματος από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Εξέτασα με προσοχή όσα η Αιτήτρια έθεσε ενώπιον μου και κατ΄ αρχάς δεν διαφωνώ ότι η δόλια παραπλάνηση Δικαστηρίου στην έκδοση απόφασης συνιστά ένα από τους λόγους για τους οποίους το πρόσωπο που υφίσταται τις συνέπειες δύναται να ζητήσει ακύρωση της με Certiorari. Με την επισήμανση, ωστόσο, ότι ο δόλος ή η ψευδορκία πρέπει να είναι σαφής (clear) και ολοφάνερη (manifest) και επιπρόσθετα να υπάρχει σύμπραξη (collusion) του μάρτυρα - εδώ της ομνύουσας - με ένα από τους διαδίκους (βλ. σελ. 134-135 του συγγράμματος του Π. Αρτέμη, Προνομιακά Εντάλματα, που παραπέμπει και σε σχετική νομολογία). Υπό το φως της θεώρησης αυτής, αφού εξέτασα όλα όσα η αιτήτρια επικαλείται, κατέληξα ότι η κατ΄ ισχυρισμό παραπλάνηση του κατώτερου Δικαστηρίου δεν είναι τόσο σαφής και ολοφάνερη ώστε να δικαιολογεί όντως ότι το Διάταγμα ήταν προϊόν παραπλάνησης και μάλιστα σύμπραξης της ομνύουσας με την ενάγουσα στην παραπλάνηση.
Σ΄ ό,τι, τώρα, αφορά τις νομικές αρχές που εφαρμόζονται σε αιτήσεις όπως η παρούσα, να υπενθυμίσω ότι η έκδοση προνομιακού εντάλματος δεν στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης αλλά στην νομιμότητα της απόφασης (βλ. Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Company Ltd, (1992) 1 A.A.Δ. 116). Το ερώτημα επομένως που εγείρεται δεν είναι κατά πόσο ορθά ή λανθασμένα το κατώτερο Δικαστήριο ικανοποιήθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις έκδοσης ex parte του Διατάγματος, αλλά εάν νομιμοποιείτο στη βάση των όσων είχαν τεθεί ενώπιον του να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια για έκδοση του Διατάγματος. Όπως δε γίνεται αντιληπτό ασφαλώς και νομιμοποιείτο και κατά συνέπεια δεν μπορεί να γίνει λόγος για έλλειψη ή υπέρβαση εξουσίας. Αναφορικά δε με τους λόγους για τους οποίους ζητείται η Άδεια είναι αρκετό να παρατηρήσω ότι η Αιτήτρια έχει κάθε δυνατότητα - και επί τούτου υπάρχει και η σύμφωνη θέση των συνηγόρων της - να εγείρει τα ζητήματα που εγείρει στην παρούσα, όπως και κάθε άλλο ζήτημα, στο πλαίσιο της διαδικασίας οριστικοποίησης ή μη του Διατάγματος. Επομένως δεν στερείται οποιασδήποτε δυνατότητας να θέσει ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου και τις δικές της θέσεις ώστε, το κατώτερο Δικαστήριο, έχοντας πλέον ενώπιον του όλα τα στοιχεία να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια ως προς την περαιτέρω τύχη του Διατάγματος. Επί του προκειμένου δεν συμφωνώ με τη θέση των ευπαιδεύτων συνηγόρων της Αιτήτριας ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις για εξέταση του Διατάγματος σε διαδικασία προνομιακού εντάλματος. Αφενός γιατί δεν εξειδικεύονται εξαιρετικές περιστάσεις στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση και αφετέρου το ζήτημα φαίνεται να συνδέεται με το ύψος της απαίτησης της ενάγουσας σε σχέση με την αξία των επίδικων μετοχών και με το γεγονός ότι η Αιτήτρια ανακοίνωσε στο Χρηματιστήριο Αθηνών απόφαση πώλησής τους, η οποία δεν μπορεί να υλοποιηθεί λόγω του προβαλλόμενου από το Διάταγμα εμποδίου. Αν όμως έτσι έχουν τα πράγματα έχω την άποψη ότι της παρέχεται δυνατότητα άρσης του εμποδίου ή - λαμβανομένης υπόψη του ύψους της απαίτησης της ενάγουσας και της αξίας των δεσμευμένων μετοχών - ουσιωδώς περιορισμού του με τη χρήση των κατάλληλων ένδικων μέσων, τα οποία όμως δεν είναι έργο του παρόντος Δικαστηρίου να υποδείξει. Το ίδιο ισχύει και για το παράπονό τους ότι το ύψος της εγγύησης είναι δυσανάλογα μικρότερο από την αξία των μετοχών που δεσμεύτηκαν.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω πιο πάνω, κατέληξα να μην ασκήσω τη διακριτική ευχέρεια που έχει το Δικαστήριο για χορήγηση της αιτούμενης Άδειας.
Η αίτηση για Άδεια απορρίπτεται.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/κβπ