ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:C294
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ.: 9/2013)
(Αίτηση Αναθεώρησης (Review))
15 Ιουνίου, 2018
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ,
ΛΙΑΤΣΟΣ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
BUNKERNET LIMITED
Ενάγοντες
ΚΑΙ
2. KINGFISHER MARITIME CORPORATION LTD
3. EVERGLADES SHIPPING CORPORATION LTD
4. ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ
Εναγόμενοι
----------
Χρ. Παύλου, για τους Αιτητές-Εναγόμενους.
Θ. Παπαθεοδώρου για Χ.Π. Σαββίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ και Α. Θεοφίλου ΔΕΠΕ, για τους Καθ΄ ων η αίτηση-Ενάγοντες.
---------
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τη Δ. Μιχαηλίδου, Δ.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Σχετικός όρος διαιτησίας, όρος 10.2,[1] (ο όρος διαιτησίας) της επίδικης συμφωνίας αναγνώρισης χρέους και εγγύησης (Debt Confirmation and Guarantee Agreement) που υπεγράφη στις 17.2.2011, μεταξύ των εναγόντων και εναγομένων 1-4, απετέλεσε το εφαλτήριο για τους εναγομένους 1 και 4, αιτητές, που με σχετική αίτηση τους ημερ. 1.9.2015 και κατ΄ επίκληση του εν λόγω όρου, επεδίωξαν την απόρριψη και/ή την αναστολή της αγωγής που καταχώρισαν οι ενάγοντες. Η αίτηση αντικρίστηκε με ένσταση των εναγόντων με κυρίαρχο άξονα ότι ο ως άνω όρος «έχει ήδη παραμεριστεί συναινετικά από τα μέρη στα πλαίσια της Γενικής Αίτησης 430/2011 Ε.Δ. Λεμεσού, με διάταγμα του Δικαστηρίου ημερ. 23/10/2013».
Κατ΄ ακολουθίαν τούτων, το Δικαστήριο εξετάζοντας τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς, όπως έχουν εκτεθεί μέσα από τις ένορκες δηλώσεις που υποστήριζαν την αίτηση και την ένσταση αντιστοίχως, ανατρέχοντας και καταγράφοντας, στη λεπτομέρεια που απαιτείτο, για τους σκοπούς της αίτησης το ιστορικό και την πορεία της υπόθεσης, απέρριψε την αίτηση. Έκρινε το Δικαστήριο, υιοθετώντας τη θέση των εναγόντων, ότι ο ανωτέρω όρος για παραπομπή της διαφοράς σε διαιτησία εγκαταλείφθηκε στα πλαίσια της Γενικής Αίτησης Αρ. 430/11 (η Γ. Αίτηση), κοινή συναινέσει των διαδίκων και ως εκ τούτου, οι εναγόμενοι εμποδίζονται από του να ισχυρίζονται πως ουδέποτε αποποιήθηκαν του δικαιώματος ενεργοποίησης του εν λόγω όρου:
«Εν προκειμένω, η συμπεριφορά του κάθε διάδικου και η πρόθεση του, όπως κοινοποιήθηκε (communicated) και έγινε αντιληπτή από τον άλλο, οδηγούν αναπόφευκτα στο συμπέρασμα ότι συμφώνησαν σιωπηρά να εγκαταλείψουν τη συμφωνία για διαιτησία η οποία περιέχεται στον όρο 10.2 της μεταξύ τους συμφωνίας ημερομηνίας 17.2.2011. Αναφέρομαι ειδικότερα στην καταχώρηση της Γενικής Αίτησης από τους εναγόμενους, στην οποία ένα από τα δύο αιτήματα τους ήταν η έκδοση διατάγματος του Δικαστηρίου «δυνάμει του οποίου να ακυρώνεται και ή παραμερίζεται και ή ανακαλείται ο περί Διαιτησίας όρος που περιέχεται στη συμφωνία ημερ. 17/02/2011, όρος 10.2 μεταξύ των διαδίκων» και στη δήλωση του εναγόμενου 4 στην παράγραφο 8 της ένορκης δήλωσης που συνόδευε τη Γενική Αίτηση ότι οι εναγόμενοι εκ της συμπεριφοράς των εναγόντων έχουν απωλέσει την εμπιστοσύνη τους στο θεσμό της διαιτησίας και επιζητούν την ανάκληση του όρου διαιτησίας ώστε η μεταξύ των διαδίκων διαφορά να εκδικασθεί από Επαρχιακό Δικαστήριο. Αναφέρομαι, επίσης, στην εν συνεχεία ανεπιφύλακτη δήλωση των εναγόντων στις 23.10.2013, στα πλαίσια της Γενικής Αίτησης, «αποποίησης» των δικαιωμάτων τους ενεργοποίησης του όρου διαιτησίας, στην απόσυρση από τους εναγόμενους της Γενικής Αίτησης «ενόψει» της προαναφερόμενης δήλωσης των εναγόντων και, τέλος, στην απόρριψη της από το Δικαστήριο «ως διευθετηθείσα» με ταυτόχρονη σημείωση της δήλωσης των εναγόντων.»
Η απόφαση του Δικαστηρίου προσβάλλεται με τρεις λόγους αναθεώρησης ως λανθασμένη. Με τον πρώτο εγείρονται ζητήματα επί του διαδικαστικού υπόβαθρου, που αφορούν, κατά τους ενάγοντες, στην παράλειψη του Δικαστηρίου να εξετάσει την εισήγηση τους περί του λανθασμένου της βάσης της ένστασης των εναγόντων: τον περί Διαιτησίας Νόμο, Κεφ. 4, ενώ η αίτηση βασιζόταν στον περί Διεθνούς Εμπορικής Διαιτησίας Νόμο, Ν. 101/87, ο οποίος κατά τη θεώρηση τους τυγχάνει εφαρμογής.
Ο δεύτερος άπτεται του ευρήματος του Δικαστηρίου, το οποίο απέρριψε την εισήγηση των εναγομένων περί παράτυπης ένορκης δήλωσης της ομνύουσας στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση, και τέλος, με τον τρίτο και μοναδικό επί της ουσίας λόγο, πλήττονται ως λανθασμένα τα συμπεράσματα και η τελική κατάληξη του Δικαστηρίου, ότι η συμπεριφορά των διαδίκων ήταν τέτοια που οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι συμφώνησαν «σιωπηρά» να εγκαταλείψουν τη συμφωνία για διαιτησία. Ζήτημα που έφερνε, κατά τη θεώρηση του Δικαστηρίου, στο προσκήνιο, την εφαρμογή του δόγματος της εγκατάλειψης (doctrine of abandonment).
Για το δεύτερο λόγο έφεσης δεν έχουμε να προσθέσουμε ή να παρατηρήσουμε πέραν των όσων το Δικαστήριο κατέγραψε λεπτομερώς κρίνοντας ως νομότυπη και σύμφωνη με τη Δ.39 θ.2, την ένορκη δήλωση που συνόδευε την ένσταση των εναγόντων. Ορθά έκρινε επί του προκειμένου το Δικαστήριο, με παραπομπή στη νομολογία, ότι με επάρκεια επεξηγείτο και δίδετο καλός λόγος γιατί η ομνύουσα, δικηγόρος στο δικηγορικό γραφείο των δικηγόρων των εναγόντων, προέβη η ίδια στην ένορκη δήλωση αντί του διευθυντή των εναγόντων - ο τελευταίος ασθενούσε - κατονομάζοντας με σαφήνεια την πηγή της γνώσης της για τα γεγονότα που αναφέρονται. Γνώση την οποία το Δικαστήριο έκρινε, όχι μόνο ως επαρκή, αλλά και μη αμφισβητούμενη: με συμπληρωματική ένορκη δήλωση των αιτητών, ή με υποβολή σχετικού αιτήματος για αντεξέταση της ομνύουσας (Πέτρου Ζωγράφου κ.ά ν. Drosoneri Farm Limited, Πολιτική Έφεση Αρ.379/2012, ημερομηνίας 21.5.2015, ECLI:CY:AD:2015:A362 και Dimitry Rybolovlev v. Elena Rybolovleva (2010) 1 A.A.Δ 82).
Ό,τι πρόδηλα αναδύεται ως το μόνο λογικό συμπέρασμα από το ιστορικό που καταγράφει το Δικαστήριο, με αναφορά στις εκατέρωθεν ένορκες δηλώσεις των διαδίκων, και στα πρακτικά του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ημερ. 23.10.2013, στα πλαίσια της Γ. Αίτησης, υποστηρίζουν ως ορθή την όλη συλλογιστική προσέγγιση και τελική κρίση του Δικαστηρίου.
Όντως το πρακτικό του Δικαστηρίου ημερ. 23.10.2013 ξεκάθαρα ομιλεί περί των συμφωνηθέντων και δεν επιδέχεται, θεωρούμε, άλλη ερμηνεία, ή την ερμηνεία που προσπαθούν να της αποδώσουν οι εναγόμενοι.
Εκ των ανωτέρω, αδυνατούμε να συμφωνήσουμε με την εισήγηση του δικηγόρου των εναγομένων ότι οι ενάγοντες επέλεξαν να δεσμευτούν μονομερώς ότι δεν θα ενεργοποιήσουν τον όρο διαιτησίας, χωρίς να πράξουν το ίδιο και οι εναγόμενοι, ή ότι εφόσον η Γ. Αίτηση δεν εκδικάστηκε στην ουσία της και δεν εκδόθηκε καθ΄ οιονδήποτε τρόπο διάταγμα του Δικαστηρίου για ακύρωση του όρου διαιτησίας, τα όσα αναφέρονται στο σώμα της Γ. Αίτησης ή στο αιτητικό της, είναι άσχετα και δεν δεσμεύουν τους ιδίους παρά μόνο τους ενάγοντες.
Παρόλο που το θέμα δεν ηγέρθη από τους διαδίκους ούτε πρωτοδίκως, ούτε κατ΄ έφεση, το δε Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση επί άλλης βάσης, θεωρούμε ότι η διακοπή της διαδικασίας και/ή η απόσυρση της Γ. Αίτησης εκ μέρους των εναγομένων, έφερε στο προσκήνιο την εφαρμογή του δεδικασμένου, όπως αναλύθηκε σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου και συνοψίστηκαν στην Γαβριήλ κ.α. ν. Αγαπίου (1998) 1 Α.Α.Δ. 1868:
«Στην πρόσφατη απόφαση του Αγγλικού Εφετείου Gilham v. Browning [1998] 2 All E.R. 68 (C.A.), γίνεται ιστορική αναδρομή στο δικαίωμα που παρείχε το Αγγλικό Δίκαιο στον ενάγοντα, να εγκαταλείψει την αγωγή του κατά βούληση, την κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας που μπορούσε να προκύψει από την άσκησή του και την κατάργησή του, μετά τη θέσπιση των περί Δικαιοσύνης Νόμων (Judicature Acts) του 1873 και 1875. Στις, Εleftheriades v. Cyprus Hotels (1985) 1 C.L.R. 677 (βλ αποφάσεις Λοΐζου, Δ., και Πική Δ.), και Χ"Ιωάννου ν. Κωνσταντίνου κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 844, κρίθηκε με τον πλέον οριστικό τρόπο, ότι η εγκατάλειψη αγωγής και η κατά συνέπεια απόρριψή της, γεννά δεδικασμένο. Το δεδικασμένο θεμελιώνεται στην αρχή της τελεσιδικίας. Αγώγιμο δικαίωμα θεωρείται ως δεδικασμένο εφόσον τα επίδικα θέματα της πρώτης και δεύτερης αγωγής είναι ταυτόσημα. (Βλ. Buehler v. Chronos Richardson [1998] 2 All E.R. 960 (C.A.).)»
Οι εναγόμενοι μετά τις εκατέρωθεν δηλώσεις απέσυραν τη Γ. αίτηση χωρίς επιφύλαξη και το Δικαστήριο την απέρριψε άνευ οποιουδήποτε άλλου όρου. Με δεδομένο ότι υπάρχει ταυτότητα διαδίκων και ότι με τη Γ. αίτηση επιδιώκετο η ακύρωση και/ή παραμερισμός και/ή ανάκληση του όρου διαιτησίας που περιέχεται στην ανωτέρω συμφωνία, καταλήγουμε ότι παρήχθη δεσμευτικό αποτέλεσμα για τους διαδίκους.
Η εγκατάλειψη και/ή απόσυρση αγωγής και/ή γενικής αίτησης, ως η υπό κρίση, πριν την έκδοση δικαστικής απόφασης από το διάδικο, εδώ εναγομένους, επέφερε τη λύση της διαφοράς και καθιστά την επιδιωκόμενη με τη Γ. Αίτηση θεραπεία δεδικασμένο (Kypreos v. Kypreos (1984) 1 C.L.R. 565).
Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι οι εναγόμενοι εμποδίζονται να εγείρουν εκ νέου το ζήτημα. Το αποτέλεσμα της Γ. Αίτησης ήταν και είναι δεσμευτικό για τους διαδίκους. Για το ζήτημα του δεδικασμένου σχετικές είναι και οι Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 349, Level Tachexcavs Ltd (Aρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 1105, David Lee Carter (Αρ.1) (1996) 1 Α.Α.Δ. 12, Παμπορίδης ν. Κτηματικής Τραπέζης Λτδ (1995) 1 Α.Α.Δ. 670, Χριστοφόρου ν. Οικοδ. Επιχ. Δ. Ιορδάνους Λτδ (2002) 1 Α.Α.Δ. 13, Barquiwi (2004) 1 Α.Α.Δ. 1.
Συνολικά ιδωμένη η συμπεριφορά των εναγομένων, θα προσθέταμε, συνιστά κατάχρηση των διαδικασιών και παρακώλυση εξάσκησης των νομίμων δικαιωμάτων των εναγόντων οι οποίοι, ενεργώντας στη βάση των ανωτέρω, αναζήτησαν θεραπεία καταχωρώντας τη σχετική αγωγή.
Εν όψει της κατάληξης μας δεν συντρέχει λόγος εξέτασης του πρώτου λόγου αναθεώρησης. Παρατηρούμε μόνο και χάριν πληρέστερης απάντησης, ότι ο σχετικός λόγος θα απορρίπτετο άνευ ετέρου ως αλυσιτελής: λόγω ατελούς και άνευ καταληκτικού συμπεράσματος αιτιολογίας. Άλλωστε στο τέλος της ημέρας η αίτηση κρίθηκε επί του ουσιαστικού ερωτήματος αν τα μέρη εγκατέλειψαν ή όχι τον όρο διαιτησίας. Αδιάφορο λοιπόν ποιο εκ των δύο νομοθετημάτων τύγχανε ή όχι εφαρμογής.
Η αίτηση για αναθεώρηση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των εναγομένων και υπέρ των εναγόντων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/φκ
[1] «Any dispute or difference arising out of or in connection with this Agreement (including a dispute regarding the existence, validity or termination of this Agreement) (a "Dispute") shall be referred to and finally resolved by arbitration in accordance with the ICC Arbitration Rules (the "rules") before a single member arbitral tribunal appointed in accordance with the Rules with the place of arbitration Limassol, Cyprus and language of arbitration English».