ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
L.S.A. Packers & Forwarders Ltd ν. Θεοδοσίας Φράγκου και ’λλων (1999) 1 ΑΑΔ 392
Γαλατάκης Δήμος Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 78
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 66(I)/1997 - Ο περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμος του 1997
Ν. 66(I)/1997 - Ο περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμος του 1997
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2018:A298
AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 168/2017
21 Ιουνίου, 2018.
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1997 ΕΩΣ (ΑΡ. 8) ΤΟΥ 2015 Ν.66(Ι)/1997
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2013-2014, Ν. 17(Ι)/2013
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟ, ΚΕΦ. 113
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ FBME BANK LIMITED Η ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΤΑΝΖΑΝΙΑ ΚΑΙ ΕΝΕΓΡΑΦΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΩΣ ΑΛΛΟΔΑΠΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 347 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ. 113
Ν. Γεωργιάδης με Αθανασιάδου (κα) για Γεωργιάδης & Πελίδης και Θ. Ραφτοπούλου (κα) για Αλ. Ευαγγέλου, για Εφεσείοντες.
Γ.Ζ. Γεωργίου με Κ. Πασιαρδή και Π. Κατσαπρόκκη, για Εφεσίβλητους.
Ζ. Νικολαΐδης για Αλ. Μαρκίδη για τους μετόχους Αδελφούς SAAB.
Αλ. Ταλιαδώρος με Δ-Μ Γεωργιάδου (κα) για Eφεσίβλητους/Καταθέτες/Πιστωτές Airport Management Company Ltd, Alamo Ltd.
Π. Κούρτελλος για το Ε.Μ. «Σύστημα Εξυγίανσης των καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και άλλων Ιδρυμάτων.
Φρ. Χατζηχάννας για Καταθέτες/Πιστωτές 53 άτομα.
---------------------
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Πούγιουρου, Δ.
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ: Η FBME Bank Ltd (που στο εξής θα αναφέρεται ως «FBME») είναι τράπεζα εγγεγραμμένη στην Τανζανία στην οποίαν δόθηκε άδεια να ασκεί τραπεζικές εργασίες στην Τανζανία. Το εγγεγραμμένο γραφείο της βρίσκεται επίσης στην Τανζανία. Η FBME ενεγράφη και στην Κύπρο ως αλλοδαπή εταιρεία, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου, και της χορηγήθηκε από την Κεντρική Τράπεζα Κύπρου άδεια να λειτουργεί υποκατάστημα στην Κύπρο. Η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου με την απόφαση της ημ. 18/7/14 ανέστειλε την άδεια λειτουργίας και έθεσε υπό εξυγίανση το υποκατάστημα της FBME στην Κύπρο. Εναντίον της απόφασης αυτής καταχωρήθηκε στις 22/12/15 στο Διοικητικό Δικαστήριο η Προσφυγή με αρ. 1658/15, η οποία ακόμη εκκρεμεί.
Με την αίτηση τους υπ' αρ. 905/15 και ημ. 22/12/15, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και η Αρχή Εξυγίανσης ζήτησαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας την έκδοση διατάγματος για εκκαθάριση της FBME, της εγγεγραμμένης στην Τανζανία, και άλλων συναφών διαταγμάτων, στη βάση του ’ρθρου 33Βδις των περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμων του 1997 εώς (Αρ. 8) του 2015 (Ν.66(1)/1997).
Η αίτηση αυτή που συνοδεύετο από την Ένορκη Δήλωση του κ. Δημητρίου, Αναπληρωτή Ανώτερου Διευθυντή στην Κεντρική Τράπεζα, προσέκρουσε στην ένσταση της FBME και ορισμένων πιστωτών της, οι οποίοι και καταχώρισαν ξεχωριστές ειδοποιήσεις ένστασης που συνοδεύοντο από ένορκες δηλώσεις.
Μετά από ακροαματική διαδικασία κατά την οποία αντεξετάστηκαν όλοι οι ενόρκως δηλούντες και αφού προηγήθηκε αριθμός ενδιάμεσων αιτήσεων, το πρωτόδικο Δικαστήριο με την απόφαση του ημ. 10/5/2017 έκρινε ότι δεν ικανοποιείτο η πρώτη προϋπόθεση του ’ρθρου 33Βδις, της ανάκλησης άδειας λειτουργίας, καθώς και η τρίτη προϋπόθεση, της ύπαρξης δημοσίου συμφέροντος από την Ειδική Εκκαθάριση της FBME, και απέρριψε την αίτηση χωρίς να προβεί στην εξέταση των υπόλοιπων λόγων ένστασης που προβλήθηκαν.
Με την υπό κρίση έφεση η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου Λτδ και η Αρχή Εξυγίανσης (Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ως Αρχή Εξυγίανσης) προσβάλλουν την ορθότητα της απορριπτικής απόφασης του Δικαστηρίου με δεκατέσσερις λόγους έφεσης. Η απόφαση δεν ικανοποίησε επίσης την FBME (υπό εκκαθάριση) μέσω του Εκκαθαριστή της Deposit Insurance Board της Ηνωμένης Δημοκρατίας της Τανζανίας, η οποία καταχώρισε αντέφεση προβάλλοντας πέντε (5) λόγους αντέφεσης που αφορούν στη λανθασμένη παράλειψη του Δικαστηρίου να εξετάσει επιμέρους θέσεις της FBME στην ένσταση της, όπως ότι το Δικαστήριο στερείτο δικαιοδοσίας, ότι η καταχώριση της αίτησης δεν στηρίζετο σε νόμιμα ληφθείσα απόφαση αρμοδίου οργάνου, ότι η αίτηση ήταν εξ υπαρχής άκυρη λόγω μη νόμιμης εξουσιοδότησης των δικηγόρων των εφεσειόντων να προχωρήσουν με την καταχώριση της αίτησης για ειδική εκκαθάριση, ότι δεν ικανοποιούντο οι πρόνοιες του άρθρου 33Βδις για το διορισμό του προτεινόμενου ειδικού εκκαθαριστή και στη λανθασμένη μη απόρριψη της μαρτυρίας του κ. Δημητρίου λόγω αντιφάσεων. Δύο πιστωτές δηλ. Airport Management Company Ltd και Alamo Ltd, που ήταν οι μόνοι πιστωτές που έλαβαν μέρος κατά την πρωτόδικη διαδικασία, καταχώρισαν επίσης αντέφεση προβάλλοντας τέσσερεις (4) λόγους αντέφεσης, που αναφέρονται επίσης στην παράλειψη του Δικαστηρίου να εξετάσει αριθμό θέσεων τους στην ένσταση όπως ότι οι εφεσείουσες δεν νομιμοποιούντο στην καταχώριση της αίτησης, ότι συγκεκριμένη συμπεριφορά των εφεσειουσών δεν εξυπηρετούσε το δημόσιο συμφέρον ή εκείνο των καταθετών της και να προβεί σε ευρήματα, ότι η εκκρεμότητα της προσφυγής ήταν ουσιώδης παράγοντας για απόρριψη της αίτησης και ότι τυχόν ειδική εκκαθάριση της FBME θα συνιστούσε επέμβαση όχι μόνο στη δικαιοδοσία αλλά και στην κρατική κυριαρχία ξένης χώρας.
Οι λόγοι έφεσης 1 - 4 είναι συναφείς και αναφέρονται στη λανθασμένη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν ικανοποιείτο η πρώτη προϋπόθεση του ’ρθρου 33Βδις(1) του πιο πάνω Νόμου, που ήταν ουσιαστικά και ο βασικός λόγος για τον οποίον απέρριψε την Αίτηση. Οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης προσβάλλουν ως λανθασμένα επί μέρους ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς την ύπαρξη δημοσίου συμφέροντος από την εκκαθάριση, την ερμηνεία άρθρων του Νόμου και άλλων διαπιστώσεων του Δικαστηρίου.
Ενόψει της σημασίας που προσέδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο στην αναγκαιότητα ικανοποίησης των προϋποθέσεων του άρθρου 33Βδις για να πετύχει η αίτηση για ειδική εκκαθάριση, κρίνουμε σκόπιμο όπως οι λόγοι έφεσης 1-4 εξεταστούν κατά προτεραιότητα.
Παραθέτουμε αυτούσιο το μέρος του άρθρου 33Βδις του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου (Ν.66(Ι)/97), που μας ενδιαφέρει, όπως έχει τροποποιηθεί με τους Νόμους 14(Ι)/2013 και 102(Ι)/2013, για σκοπούς καλύτερης παρακολούθησης:
«33Βδις. (1) Ανεξάρτητα από το άρθρο 33Β, η Κεντρική Τράπεζα καταχωρεί αίτηση στο Δικαστήριο για έκδοση διατάγματος ειδικής εκκαθάρισης και διορισμό ειδικού εκκαθαριστή τράπεζας ή ΣΠΙ αντίστοιχα ως το εδάφιο (2) στις περιπτώσεις όπου -
(α) έχει ανακληθεί άδεια λειτουργίας ΑΠΙ δυνάμει του άρθρου 30(1Α) ή δυνάμει του άρθρου 4Α ή έχει παραδοθεί άδεια ΑΠΙ λειτουργίας δυνάμει του άρθρου 4(6)∙ και
(β) το εν λόγω ΑΠΙ διατηρεί καταθέσεις που καλύπτονται σε περίπτωση που αυτό είναι τράπεζα από το Ταμείο Προστασίας Καταθέσεων Τραπεζών και σε περίπτωση που αυτό είναι ΣΠΙ από το Ταμείο Προστασίας Καταθέσεων ΣΠΙ όπως προβλέπονται από τον περί Σύστασης και Λειτουργίας Σχεδίου Προστασίας Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και ’λλων Ιδρυμάτων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται ∙ και
(γ) η ειδική εκκαθάριση του εν λόγω ΑΠΙ εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον:
Νοείται ότι οι πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου ή του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου εφαρμόζονται στο μέτρο που δεν αντίκεινται στις πρόνοιες του παρόντος άρθρου:
Νοείται περαιτέρω ότι οι διατάξεις του Μέρους XIII για την εκκαθάριση ΑΠΙ εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις ειδικής εκκαθάρισης ΑΠΙ, εκτός όπου έρχονται σε αντίθεση με τις πρόνοιες του παρόντος άρθρου.
(2)(α) Το Δικαστήριο εκδίδει το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) διάταγμα, εφόσον πεισθεί ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο εν λόγω εδάφιο και διορίζει ειδικό εκκαθαριστή, και το Δικαστήριο διορίζει ειδικό εκκαθαριστή άλλο από τον Επίσημο Παραλήπτη κατόπιν σύστασης της Κεντρικής Τράπεζας και αφού ακούσει τις απόψεις της, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 229 του περί Εταιρειών Νόμου.
(β)(i) Το εν λόγω διάταγμα, εκδίδεται από το Δικαστήριο, μετά από μονομερή (ex parte) αίτηση κατ' εφαρμογή, τηρουμένων των αναλογιών, του άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας διαδικαστικών Κανονισμών.
..............................»
Είναι εισήγηση του δικηγόρου των εφεσειόντων ότι η ερμηνεία που το πρωτόδικο Δικαστήριο απέδωσε στο ’ρθρο 33Βδις (1)(α) με την κατάληξη του ότι «άδεια λειτουργίας για την οποία γίνεται αναφορά στο πιο πάνω άρθρο δεν αφορά σε άδεια λειτουργίας υποκαταστήματος που χορηγείται σε μια αλλοδαπή τράπεζα, αλλά σε άδεια να διεξάγει αυτή τραπεζικές εργασίες» θεωρώντας την άδεια που αναφέρεται στο ’ρθρο 33Βδις ότι είναι η άδεια διεξαγωγής τραπεζικών εργασιών που εξασφαλίζεται από την Κεντρική Τράπεζα, είναι λανθασμένη. Κατά την άποψη του η άδεια που αναφέρεται στο άρθρο 33Βδις (1)(α) δεν μπορεί να είναι άλλη απ' εκείνη που δίνει η Κεντρική Τράπεζα για διεξαγωγή τραπεζικών εργασιών στην Κύπρο, μέσω υποκαταστήματος, η οποία στην παρούσα περίπτωση ανακλήθηκε, σύμφωνα με το ’ρθρο 4Α του Νόμου. Θεωρεί ότι εφόσον η FBME είναι πιστωτικό ίδρυμα στο οποίο χορηγήθηκε άδεια λειτουργίας δυνάμει του παρόντος Νόμου, γεγονός που δεν αμφισβητείται, είναι αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα στη βάση του ορισμού «Τράπεζα» που δίνεται στο ’ρθρο 2 του Νόμου 66(Ι)/1997.
Παραθέτουμε αυτούσιους τους ορισμούς, όπως ίσχυαν κατά τον ουσιώδη χρόνο:
«2. (1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
.............................
"αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα" ή "ΑΠΙ" σημαίνει πιστωτικό ίδρυμα στο οποίο χορηγήθηκε άδεια δυνάμει του παρόντος Νόμου, τη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα και τον Οργανισμό Χρηματοδοτήσεως Στέγης»
«τράπεζα» σημαίνει ΑΠΙ που συστάθηκε
(α) δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται η αντικαθίσταται ή
(β) δυνάμει ανάλογης νομοθεσίας τρίτης χώρας και που διατηρεί υποκατάστημα στη Δημοκρατία»
Το θέμα μη ικανοποίησης των προϋποθέσεων του άρθρου 33Βδις, που είναι συναφές με το λόγο ένστασης ως προς την έλλειψη δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, εγείρετο ως λόγος ένστασης από την FBME και τους πιστωτές στις ενστάσεις τους. Στηρίζετο δε στο γεγονός ότι η FBME είναι Τράπεζα εγγεγραμμένη στην Τανζανία και όχι στην Κύπρο, όπου είναι απλά εγγεγραμμένη ως αλλοδαπή εταιρεία, κατόπιν άδειας της Κεντρικής Τράπεζας να λειτουργεί υποκατάστημα στην Κύπρο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την εξέταση του συγκεκριμένου λόγου ένστασης ασχολήθηκε κατ' αρχάς με την εισήγηση του κ. Γιάγκου Δημητρίου στην ένορκη του δήλωση που συνόδευε την αίτηση, ότι εφόσον ποσοστό άνω του 90% των καταθέσεων της FBME τηρούνται στο υποκατάστημα της Κύπρου «μιλάμε για μια Τράπεζα που στην ουσία είναι κατά 90% Κυπριακή και κατά 10% Τανζανική». Το Δικαστήριο με παραπομπή στο περιεχόμενο της αίτησης των καταθετών στο υποκατάστημα της FBME, που αναφέρεται ρητά ότι η FBME είναι εταιρεία εγγεγραμμένη στην Τανζανία, και σε προφορική μαρτυρία, έκρινε ότι μια Τράπεζα δεν καθίσταται ημεδαπή ή αλλοδαπή ανάλογα με το ύψος των καταθέσεων στο υποκατάστημα της σε συγκεκριμένη χώρα και ότι οι καταθέτες γνωρίζουν ότι συμβάλλονται με την FBME και όχι με το υποκατάστημα της. Απέρριψε δε την εισήγηση. Συμφωνούμε με την προσέγγιση αυτή του Δικαστηρίου. Σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη εισήγηση δεν υποστηρίζεται από σχετική νομοθεσία ή νομολογία.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολήθηκε στη συνέχεια με το ιστορικό της υπόθεσης μέχρι την καταχώριση της αίτησης για ειδική εκκαθάριση, που είχε ως αφετηρία την κήρυξη στις 17/7/14 της FBME από τη Μονάδα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης του Υπουργείου Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών (FinCEN) ως χρηματοπιστωτικό ίδρυμα «πρωτίστης ανησυχίας για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες». Ενόψει της πιο πάνω εξέλιξης, την επόμενη κιόλας ημέρα δηλαδή στις 18/7/14 η Κεντρική Τράπεζα έλαβε το εποπτικό μέτρο της διαχείρισης των εργασιών του υποκαταστήματος της FBME σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου 66(Ι)/97 (ΕΠΙΝ) και στις 21/7/14 προέβη σε δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας διατάγματος προς τον σκοπό της πώλησης των εργασιών του υποκαταστήματος της FBME από την Επιτροπή Εξυγίανσης. Διορίστηκε δε ως Ειδικός Διαχειριστής του υποκαταστήματος ο κ. Χριστοφίδης ο οποίος αντικαταστάθηκε στη συνέχεια από τον κ. Ανδρονίκου. Στις 24/7/14 η Κεντρική Τράπεζα της Τανζανίας διόρισε διαχειριστή της Τράπεζας και τον Ιούλιο του 2015 εξέδωσε ανακοίνωση ότι η FBME θα συνεχίσει τις συνήθεις τραπεζικές της δραστηριότητες μέχρι να αποφασίσει η Τράπεζα της Τανζανίας το μέλλον της. Στις 15/10/15 η Αρχή Εξυγίανσης αποφάσισε την αναστολή της εφαρμογής του μέτρου εξυγίανσης και στις 21/12/15 η άδεια λειτουργίας του υποκαταστήματος ανακλήθηκε. Σ' όσον αφορά την απόφαση της FinCEN για την κήρυξη της FBME ως χρηματοπιστωτικό ίδρυμα πρωτίστης ανησυχίας για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες κατέληξε ότι η διαδικασία δεν ήταν η κατάλληλη για να εξεταστεί αν όντως η FBME προβαίνει σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή σε άλλες επιλήψιμες ενέργειες.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο με αναφορά σε νομολογία (Beogradska Banka D.D., Αίτηση 270/00 Ε.Δ. Λευκωσίας ημ. 25/8/14 και Russian & English Bank (In Liquidation) and Another v. Baring Brothers & Co Ltd (1936) 1 All E.R. 505) έκρινε, πολύ ορθά, ότι παρόλο που περιλαμβάνετο στη νομική βάση της αίτησης και το άρθρο 362 του ΚΕΦ. 113, που παρέχει στο Δικαστήριο την εξουσία διάλυσης αλλοδαπής εταιρείας, εν τούτοις η αίτηση για εκκαθάριση προωθήθηκε στη βάση του άρθρου 33Βδις του Νόμου 66(Ι)/97. Από την αίτηση διαφαίνετο ότι εκείνο που επιδιώκετο ήταν η ειδική εκκαθάριση της ίδιας της FBME, αλλοδαπής Τράπεζας, και όχι του υποκαταστήματος της στην Κύπρο, που δεν ήταν η επιδίωξη της Κεντρικής Τράπεζας, σύμφωνα με τη μαρτυρία του κ. Δημητρίου. Απλά επιθυμία της ήταν να συνεργαστεί με τις Τανζανικές Αρχές για να μπορέσει να εκκαθαρίσει το υποκατάστημα. Μετά τη διαπίστωση του ότι η θεραπεία που επιζητείτο δεν ήταν η εκκαθάριση του υποκαταστήματος, το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης διατάγματος ειδικής εκκαθάρισης, επαναλαμβάνουμε, όχι του υποκαταστήματος στην Κύπρο αλλά της FBME, αλλοδαπής Τράπεζας, και εδώ έγκειται και η ιδιαιτερότητα της υπόθεσης. Έκρινε ότι στη βάση του άρθρου 33Βδις για να εκδοθεί διάταγμα εκκαθάρισης μιας Τράπεζας δεν αρκεί η ανάκληση της άδειας λειτουργίας της αλλά η εκκαθάριση να εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, που αφορά η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 33Βδις(1). Αν η ανάκληση στη βάση του εδαφίου α έγινε για λόγους δημοσίου συμφέροντος ή για άλλους λόγους είναι άλλο θέμα που δεν συνδέεται με το εδάφιο γ του άρθρου 33Βδις(1). Σημειώνει στην απόφαση την παραδοχή του κ. Δημητρίου, κατά την αντεξέτασή του, ότι «οι εξουσίες και οι αρμοδιότητες της Κεντρικής Τράπεζας, σαν Εποπτική Αρχή, ήταν πάνω στο υποκατάστημα, το οποίο αδειοδότησε ουσιαστικά» και σε άλλο σημείο ότι ο Νόμος δεν επέτρεπε στην Κεντρική Τράπεζα να αναλάβει τη διαχείριση των εργασιών στην Τανζανία, για να καταλήξει ότι η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου δεν έχει οποιαδήποτε εξουσία στην FBME, Τράπεζα της Τανζανίας. Διαπίστωσε δε το Δικαστήριο ότι η Κεντρική Τράπεζα δεν ήταν υποχρεωμένη να καταχωρήσει την υπό κρίση αίτηση επειδή είχεν ανακαλέσει για λόγους δημοσίου συμφέροντος την άδεια λειτουργίας του υποκαταστήματος της στην Κύπρο, απορρίπτοντας την εισήγηση των εφεσειουσών που υποστήριζαν το αντίθετο. Μετά τις πιο πάνω διαπιστώσεις του και τα επί μέρους ευρήματά του, το Δικαστήριο προχώρησε στην εξέταση του λόγου ένστασης ότι δεν ικανοποιούντο οι προϋποθέσεις του άρθρου 33Βδις. Συνόψισε το ερώτημα που έχρηζε απάντησης, ως εξής:
«Καλείται λοιπόν το Δικαστήριο να ερμηνεύσει το άρθρο 33Βδις και ειδικότερα την πρώτη προϋπόθεση για την οποία κάνει αναφορά το άρθρο. Ως ελέχθη, η πρώτη προϋπόθεση αφορά σε «ανάκληση άδειας λειτουργίας ΑΠΙ δυνά΅ει του άρθρου 30(1Α) ή δυνά΅ει του άρθρου 4Α ή έχει παραδοθεί άδεια λειτουργίας ΑΠΙ δυνά΅ει του άρθρου 4(6)». Συγκεκριμένα καλείται να εξετάσει αν η άδεια λειτουργίας για την οποία γίνεται αναφορά στο άρθρο 33(Β)δις, αναφέρεται και σε άδεια που χορηγείται από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου σε μια αλλοδαπή Τράπεζα για να λειτουργεί υποκατάστημα στην Κυπριακή Δημοκρατία. Μάλιστα, αυτή η αλλοδαπή Τράπεζα έχει ήδη λάβει άδεια λειτουργίας από τη χώρα όπου έχει συσταθεί και συνεχίζει να ισχύει».
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού έκρινε ότι η απάντηση στο ερώτημα εξαρτάτο από την ερμηνεία του άρθρου 33Βδις, με αναφορά σε σχετική νομολογία (L.S.A. Packers & Forwarders Ltd v. Φράγκου κ.α. (1999) 1 Α.Α.Δ. 392, Southfields Industries Ltd v. Δήμου Λευκωσίας (1995) 3 Α.Α.Δ., Δ. Γαλατάκης Λτδ ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 78, Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέα Σωτηρίου κ.α., Αναθεωρητικές Εφέσεις 96 και 97/12 ημ. 20/11/15) και παραπέμποντας στις πρόνοιες του άρθρου 4(1)(α) (β)(i), κατέληξε ότι η Κεντρική Τράπεζα σε καμιά περίπτωση δεν νομιμοποιείτο στη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε αλλοδαπό πιστωτικό ίδρυμα (FBME για να λειτουργεί υποκατάστημα), αν αυτό δεν έχει εξασφαλίσει άδεια λειτουργίας από την αλλοδαπή χώρα. Κατ' επέκταση δε δεν νομιμοποιείτο να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας πιστωτικού ιδρύματος που χορηγήθηκε από τρίτη χώρα, γεγονός που παραδέχθηκε και ο Δημητρίου στη μαρτυρία του. Αναφέρει δε τα εξής στη συνέχεια ειδικά για την περίπτωση της FBME:
«Εδώ η FBME Bank Ltd κατά πάντα ουσιώδη χρόνο λειτουργούσε δυνάμει αδείας που της χορηγήθηκε από τις αρμόδιες αρχές της Τανζανίας. Υιοθέτηση των θέσεων των Αιτητριών θα σήμαινε πως κάθε φορά που ανακαλείται μια άδεια για να λειτουργεί υποκατάστημα στην Κύπρο μια αλλοδαπή Τράπεζα, αυτό ουσιαστικά εξομοιώνεται με ανάκληση της άδειας που της έχει χορηγηθεί στη χώρα όπου έχει εγγραφεί για να ασκεί και ασκεί τραπεζικές δραστηριότητες. Έχει ήδη λεχθεί, ότι η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου δεν μπορεί να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας που έχει χορηγηθεί στην FBME Bank Ltd από τις αρμόδιες αρχές της Τανζανίας. Περαιτέρω, στην πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 33Βδις (πιο πάνω) περιλαμβάνεται και η παράδοση άδειας λειτουργίας ΑΠΙ. Αν η ερμηνεία που δίδουν οι Αιτήτριες είναι ορθή, τούτο σημαίνει πως στην πρώτη προϋπόθεση, για τροχοδρόμηση διαδικασίας εκκαθάρισης, περιλαμβάνεται και η περίπτωση όπου μια αλλοδαπή Τράπεζα, εναντίον της οποίας δεν υπάρχει ο,τιδήποτε το επιλήψιμο, δεν επιθυμεί πλέον να ασκεί Τραπεζικές εργασίες μέσω υποκαταστήματος στην Κυπριακή Δημοκρατία και παραδίδει την άδεια που της χορηγήθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου για να λειτουργεί το υποκατάστημά της. Προκύπτει λοιπόν το εξής ερώτημα. Όταν ο Νομοθέτης θέσπιζε το εξαιρετικά δραστικό άρθρο 33(Β)δις, αυτό είναι που είχε κατά νου και αυτό είναι που μετέφερε στο σχετικό κείμενο του άρθρου; Μάλιστα σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου το δραστικό διάταγμα εκκαθάρισης είναι δυνατό να εκδοθεί με Μονομερή Αίτηση.
Με δεδομένο ότι στο άρθρο δεν γίνεται ειδική αναφορά σε ανάκληση άδειας λειτουργίας υποκαταστήματος και με δεδομένο ότι η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αναγνωρίζει δυνάμει του Νόμου την άδεια λειτουργίας που χορηγείται σε μια αλλοδαπή Τράπεζα από τις εκεί αρμόδιες αρχές, βρίσκω πως η άδεια λειτουργίας για την οποία γίνεται αναφορά στο πιο πάνω άρθρο, δεν αφορά σε άδεια λειτουργίας υποκαταστήματος που χορηγείται σε μια αλλοδαπή Τράπεζα, αλλά σε άδεια να διεξάγει αυτή τραπεζικές εργασίες. Εδώ η FBME Bank Ltd, ως ελέχθη, είχε κατά πάντα ουσιώδη χρόνο άδεια για να διεξάγει τραπεζικές εργασίες στην αλλοδαπή. Η θέση του κ. Δημητρίου στην ένορκη δήλωσή του ημερ. 25.4.16 ότι η FBME Bank Ltd είναι τέως αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα, είναι κατά την ταπεινή μου άποψη λαθεμένη. Εκείνο που σήμερα δεν έχει η αδειοδοτημένη FBME Bank Ltd, είναι άδεια για να λειτουργεί υποκατάστημα στην Κύπρο, το οποίο μάλιστα υποκατάστημα και όχι η Τράπεζα, έχει συγκεκριμένες υποχρεώσεις και προς τούτο παραπέμπω και πάλι στην επιστολή της Κεντρικής Τράπεζας ημερ. 1.1.08 (Τεκμήριο 8 στην ένορκη δήλωση του κ. Γιάγκου Δημητρίου). Εκείνο που μπορεί κάποιος να ισχυριστεί είναι ότι η FBME Bank Ltd είναι τέως αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου για να διατηρεί-λειτουργεί υποκατάστημα στην Κύπρο. Κατ΄ επέκταση βρίσκω ότι δεν ικανοποιείται η πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 33Βδις.»
Έχουμε εξετάσει την εισήγηση των εφεσεουσών ως προς τη λανθασμένη πιο πάνω διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε συνάρτηση με τις αντίθετες θέσεις της FBME και των πιστωτών της και τη νομολογία στην οποία μας παρέπεμψαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι τους με τις καθόλα εμπεριστατωμένες αγορεύσεις τους. Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση του κάμνει εκτενή αναφορά σε αποσπάσματα της προφορικής μαρτυρίας, ιδιαίτερα του κ. Δημητρίου, η ένορκη δήλωση του οποίου συνοδεύει την αίτηση, δίνοντας έμφαση σε παραδοχές του σε κρίσιμα ερωτήματα που του τέθηκαν κατά την αντεξέταση∙ όπως ότι δεν δόθηκαν περαιτέρω στοιχεία από την FinCEN ως προς την ανακοίνωση της για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες από πλευράς FBME παρά τις προσπάθειες της Κεντρικής Τράπεζας, ότι δαπανήθηκε ένα ποσό, της τάξης των 3,282.191,39 από το ταμείο του υποκαταστήματος χωρίς ουσιαστικό έλεγχο στο κάθε κονδύλι εξαιτίας των ενεργειών της Κεντρικής Τράπεζας, ότι επιδίωξη της Κεντρικής Τράπεζας είναι η εκκαθάριση της FBME στην Τανζανία, ότι η συγκεκριμένη περίπτωση είναι ιδιάζουσα εφόσον πρόκειται για υποκατάστημα Τράπεζας στην Κύπρο το οποίο διεξάγει σχεδόν στο σύνολο του τις εργασίες της Τράπεζας, ότι η Κεντρική Τράπεζα, σύμφωνα με νομική γνωμάτευση, θεωρούσε ως δεδομένο ότι από τη στιγμή που υπάρχει ανάκληση της άδειας τότε ο Νόμος επιβάλλει την ειδική εκκαθάριση και ότι η Κυπριακή Νομοθεσία δεν επέτρεπε την ανάληψη της διαχείρισης των εργασιών της FBME στην Τανζανία.
Έχουμε ανατρέξει στα πρακτικά όπου επιβεβαιώνονται οι πιο πάνω θέσεις του κ. Δημητρίου στη μαρτυρία του. Συνεπώς από άποψη παράθεσης των γεγονότων που έδρασαν καταλυτικά στην κατάληξη του Δικαστηρίου, δεν διαπιστώνουμε οτιδήποτε το μεμπτόν.
Εξετάσαμε και τις νομικές θέσεις του δικηγόρου των εφεσειουσών τις οποίες προώθησαν και πρωτόδικα. Κύριο επιχείρημα του είναι η λανθασμένη ερμηνεία που έδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο στο άρθρο 33Βδις ότι δηλαδή η άδεια λειτουργίας που αναφέρεται στο εδάφιο (1)(α) αυτού δεν αφορά σε άδεια λειτουργίας υποκαταστήματος μιας αλλοδαπής Τράπεζας, αλλά της ίδιας της Τράπεζας να διεξάγει εργασίες. Παραπέμπει δε προς υποστήριξη της συγκεκριμένης εισήγησης του σε άλλες πρόνοιες του Νόμου που αφορούν σε διάφορα θέματα, όπως στο άρθρο 33 Ε που αναφέρεται στην υποχρέωση της Κεντρικής Τράπεζας όταν αποφασίσει να ανακαλέσει άδεια λειτουργίας ΑΠΙ που συστάθηκε σε ξένη χώρα να ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές των κρατών - μελών για την απόφαση της αυτή πριν την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης.
Παραπέμπει επίσης στο άρθρο 9 του ιδίου Νόμου που αναφέρεται στη διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθείται στην περίπτωση που ένα πιστωτικό ίδρυμα που συστάθηκε σε τρίτη χώρα και προτίθεται να τερματίσει τις εργασίες του υποκαταστήματος του στη Δημοκρατία ή πιστωτικού ιδρύματος που συστάθηκε στη Δημοκρατία, για να καταλήξει στην εισήγηση ότι συνάγεται ξεκάθαρα ότι το πιστωτικό ίδρυμα που συστάθηκε εκτός Κύπρου και διατηρεί υποκατάστημα στην Κύπρο είναι αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα, εφόσον έλαβε άδεια από την Κεντρική Τράπεζα σύμφωνα με το άρθρο 4(Ι)(β)(i) του Νόμου και ως εκ τούτου οι πρόνοιες του άρθρου 33Βδις τυγχάνουν εφαρμογής στην περίπτωση της FBME.
Έχουμε εξετάσει την εισήγηση υπό το φως της νομολογίας που διέπει την ερμηνεία Νόμων. Στην υπόθεση L.S.A. Packers & Forwarders Ltd v. Θεοδοσίας Φράγκου κ.α. (ανωτέρω), που επικαλείται και το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση του, αναφέρεται ότι:
«Η ερμηνεία ενός νόμου στοχεύει στην ανακάλυψη της πρόθεσης του Νομοθέτη. Αυτή η πρόθεση πρέπει να συνάγεται από το λεκτικό που έχει χρησιμοποιηθεί. Όταν το λεκτικό είναι απλό και επιδεκτικό μόνο μιας ερμηνείας δύσκολα μπορεί να εγερθεί θέμα ερμηνείας γιατί αυτό τούτο το λεκτικό εκφράζει την πρόθεση του νομοθέτη».
Όπως αναφέρεται περαιτέρω στην υπόθεση αποτελεί ερμηνευτικό αξίωμα πως ο νόμος για σκοπούς ερμηνείας πρέπει να διαβάζεται στο σύνολο του. Η ερμηνεία πρέπει να είναι εύλογη και τέτοια που να κάνει το νόμο λειτουργικό. Το Δικαστήριο δεν ερμηνεύει το νόμο με τρόπο που να οδηγεί σε παράλογα αποτελέσματα.
Η πιο πάνω αρχή επιβεβαιώθηκε στη μεταγενέστερη υπόθεση Δ. Γαλατάκης Λτδ ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) και Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέα Σωτηρίου κ.α., (ανωτέρω). Στην τελευταία μάλιστα υπόθεση τονίστηκε ότι ενίοτε ο δικαστής, ως ο αυθεντικός ερμηνευτής του νόμου, αναζητεί το νόημα των προνοιών του μέσα από τον σκοπό του, ως σύνολο, και όπου αυτό είναι πρόσφορο, μέσα από το σκοπό των υπό εξέταση προνοιών του.
Κρίνουμε την ερμηνεία που προσέδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο στη φράση «άδεια λειτουργίας ΑΠΙ» στο άρθρο 33Βδις(1)(α), ότι η άδεια δεν αφορά σε άδεια λειτουργίας υποκαταστήματος αλλά σε άδεια διεξαγωγής από το ίδιο το πιστωτικό ίδρυμα, που συστάθηκε στη ξένη χώρα, τραπεζικών εργασιών στην Κύπρο, ως εύλογα ορθή στη βάση της ολότητας των προνοιών του Νόμου.
Η διαπίστωση περαιτέρω του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι στην ουσία η αίτηση αποσκοπούσε στην ειδική εκκαθάριση της FBME, εγγεγραμμένης και αδειοδοτημένης Τράπεζας στην Τανζανία, και ως τέτοια δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις του άρθρου 33Βδις(1)(α) του Νόμου μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους.
Στο περίγραμμα αγόρευσης του ο δικηγόρος των εφεσειουσών προς υποστήριξη των θέσεων του παραπέμπει στο άρθρο 4(1)(β) του Νόμου, όπως έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 38(Ι)/17. Οι τροποποιήσεις που επήλθαν αφορούν ακριβώς στην περίπτωση ειδικής εκκαθάρισης, όπως η παρούσα, και σκοπός των τροποποιήσεων ήταν η εναρμόνιση της δικής μας νομοθεσίας με Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μεταξύ των τροποποιήσεων ήταν και η εισαγωγή ορισμού στο άρθρο 2 για «υποκατάστημα ιδρύματος τρίτης χώρας», η περίληψη του υποκαταστήματος ιδρύματος ξένης χώρας στον ορισμό του «αδειοδοτημένου πιστωτικού ιδρύματος ή ΑΠΙ» στο άρθρο 2, η προσθήκη της φράσης «και σε Πιστωτικό Ίδρυμα που έχει συσταθεί και έχει λάβει άδεια σε τρίτη χώρα δυνάμει ανάλογης νομοθεσίας της χώρας αυτής, προκειμένου να λειτουργεί στη Δημοκρατία μέσω υποκαταστήματος» στο άρθρο 4(1)(β)(i) που αφορά σε άδεια λειτουργίας που εκδίδεται από την Κεντρική Τράπεζα και άλλες τροποποιήσεις. Ο τροποποιητικός Νόμος 38(Ι)/17 δημοσιεύθηκε στις 13/4/17 δηλ. μετά την ολοκλήρωση της εκδίκασης της αίτησης και πριν την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης οπότε δεν εφαρμόζεται στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Η Κεντρική Τράπεζα μόνο σε ανάκληση της άδειας λειτουργίας του υποκαταστήματος της FBME στην Κύπρο μπορούσε να προβεί, που όμως δεν αφορά στο άρθρο 33Βδις(1), και όχι της άδειας της ίδιας της FBME να διεξάγει τραπεζικές εργασίες.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε όλες τις θέσεις των εφεσειουσών που προωθήθηκαν πρωτόδικα σε συνάρτηση με το άρθρο 4(1)(α)(β)(i) του Νόμου, όπως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, για να καταλήξει ότι «Η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου δεν μπορεί να χορηγήσει άδεια λειτουργίας σε αλλοδαπό Πιστωτικό Ίδρυμα (στη δική μας περίπτωση άδεια στην FBME Βank Ltd για να λειτουργεί υποκατάστημα στην Κύπρο), εάν αυτό δεν έχει εξασφαλίσει άδεια λειτουργίας που του χορηγήθηκε από την εν λόγω αλλοδαπή χώρα. Τούτο σημαίνει πως η άδεια λειτουργίας που χορηγείται από την αλλοδαπή χώρα έχει τη σημασία της αφού αναγνωρίζεται και γίνεται σεβαστή από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου».
Παραθέτουμε αυτούσιο το άρθρο όπως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.
«4.- (1)(α) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 10Α, πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να λάβει άδεια λειτουργίας από την Κεντρική Τράπεζα πριν την έναρξη των δραστηριοτήτων του στη Δημοκρατία ή στο εξωτερικό από τη Δημοκρατία.
(β)(i) Τηρουμένων των διατάξεων του Μέρους IV, άδεια λειτουργίας εκδίδεται από την Κεντρική Τράπεζα μόνο σε νομικό πρόσωπο που συστάθηκε στη Δημοκρατία δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου ή του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, και σε πιστωτικό ίδρυμα που έχει συσταθεί και έχει λάβει άδεια σε τρίτη χώρα δυνάμει ανάλογης νομοθεσίας της χώρας αυτής.
(ii) .....................................................................»
Δεν έχει προβληθεί οτιδήποτε από μέρους των εφεσειουσών που να δικαιολογεί την παρέμβαση μας ως προς τον τρόπο αξιολόγησης από το Πρωτόδικο Δικαστήριο του ενώπιον του μαρτυρικού υλικού και τις διαπιστώσεις του σε σχέση με τη νομική πτυχή της υπόθεσης.
Συνεπώς η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν υφίστατο θέμα ανάκλησης της άδειας λειτουργίας, σύμφωνα με το άρθρο 33Βδις, της FBME, γιατί ουδέποτε η FBME έλαβε τέτοια άδεια από την Κεντρική Τράπεζα, μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους.
Ενόψει των πιο πάνω οι λόγοι έφεσης 1-3 αποτυγχάνουν.
Ενόψει της κατάληξης μας αυτής η εξέταση των υπόλοιπων λόγων έφεσης όπως και της εξέτασης κατά πόσο πληρούνται οι υπόλοιπες προϋποθέσεις του άρθρου 33Βδις καθίσταται περιττή. Σημειώνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, παρά την πιο πάνω κατάληξη του, προχώρησε και εξέτασε κατά πόσο πληρείτο και η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 33Βδις, η ύπαρξη δηλαδή δημοσίου συμφέροντος από την ειδική εκκαθάριση και έκρινε ότι ούτε αυτή πληρείτο. Η κατάληξή του αυτή είναι το αντικείμενο του λόγου έφεσης 5. Θα ήταν παράλειψη μας να μην αναφέρουμε ότι τελικά η FBME έχει τεθεί υπό εκκαθάριση στην Τανζανία, στη βάση της νομοθεσίας της χώρας αυτής, σύμφωνα με τα όσα δήλωσαν οι δικηγόροι κατά την ακρόαση, γεγονός που καθιστά ίσως την απόφαση μας ως άνευ αντικειμένου.
Για σκοπούς πληρότητας της απόφασης μας, από αναδρομή στο Φάκελο της Προσφυγής 1658/15, που αφορά στην ανάκληση της άδειας λειτουργίας του υποκαταστήματος, προέκυψε ότι δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί η διαδικασία της Προσφυγής η οποία εξακολουθεί να εκκρεμεί.
Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων (FBME και των πιστωτών που καταχώρισαν αντέφεση) και εναντίον των εφεσειουσών όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Ενόψει της πιο πάνω απόφασης μας οι Αντεφέσεις που αφορούν κυρίως στην παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να εξετάσει συγκεκριμένους λόγους ένστασης καθίστανται άνευ αντικειμένου και
ως εκ τούτου απορρίπτονται χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/Α.Λ.Ο.