ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Παρπαρίνος, Λεωνίδας Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Θ. Αγγελίδης για Π. Αγγελίδης, για τους Εφεσείοντες/Εναγομένους Κ. Γεωργιάδου (κα) για Δ. amp;amp;amp; Λ. Γεωργιάδου amp;amp;amp; Σία και για Λοττίδης amp;amp;amp; Λοττίδης, για την Εφεσίβλητη/Ενάγουσα CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2018-06-06 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο GREMONA ADVERTISING LTD κ.α. ν. ΕΚΔΟΤΙΚΟΥ ΟΙΚΟΥ ΔΙΑΣ ΛΤΔ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 138/2012, 6/6/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2018:A272

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 138/2012

 

6 Ιουνίου, 2018.

 

[ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΥ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/Δ]

 

ΜΕΤΑΞΥ:

1.     GREMONA ADVERTISING LTD

2.     ΓΕΩΡΓΙΟΥ

3.     ΓΕΩΡΓΙΟΥ

Εφεσειόντων/Εναγομένων,

-      ΚΑΙ -

          ΕΚΔΟΤΙΚΟΥ ΟΙΚΟΥ ΔΙΑΣ ΛΤΔ

                                                  Εφεσίβλητης/Ενάγουσας,

----------------------

Θ. Αγγελίδης για Π. Αγγελίδης,  για τους Εφεσείοντες/Εναγομένους

Κ. Γεωργιάδου (κα) για Δ. & Λ. Γεωργιάδου & Σία και για Λοττίδης & Λοττίδης, για την Εφεσίβλητη/Ενάγουσα

----------------

      ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Α. Πούγιουρου.

 

----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

       ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.: Με την Αγωγή του στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας η εφεσίβλητη αξίωνε εναντίον της εφεσείουσας 1 το ποσό των Λ.Κ.31.965,72, υπόλοιπο συναλλαγματικής και/ή γραμματίου και/ή χρεωστικού ομολόγου, που υπέγραψε η εφεσείουσα 1 προς όφελος της εφεσίβλητης, υπό την εγγύηση των εφεσειόντων  2 και 3, έναντι καλού και νόμιμου ανταλλάγματος, πλέον τόκο προς 8.5% ετησίως από 31/11/2004 και εναντίον των εφεσειόντων 2 και 3 ομού και κεχωρισμένα το ίδιο ποσό  εντόκως προς 8.5% ετησίως από 28/2/2005.

 

Οι εφεσείοντες-εναγόμενοι με την Υπεράσπισή τους, άνκαι παραδέχονται την υπογραφή της συναλλαγματικής και/ή γραμματίου, εντούτοις, προβάλλουν τη θέση ότι όχι μόνο εξόφλησαν το χρέος, αλλά η εφεσίβλητη υπερχρέωσε μάλιστα το λογαριασμό τους κατά Λ.Κ.1.300, το οποίο ποσό ήδη πλήρωσαν στην εφεσίβλητη εξ΄ ου και με Ανταπαίτηση ζητούν την επιστροφή του.  Επιπλέον, είναι εισήγηση τους ότι η αγωγή είναι άκυρη γιατί καταχωρήθηκε από δικηγόρους και/ή πρόσωπα που δεν πληρούσαν τα προσόντα του δικηγόρου, σύμφωνα με τον περί Δικηγόρων Νόμο.

 

Η Αγωγή οδηγήθηκε σε ακρόαση αλλά στο αρχικό της στάδιο και συγκεκριμένα προτού ξεκινήσει η αντεξέταση του  ΜΕ1, ο δικηγόρος των εφεσειόντων προέβη σε δήλωση με την οποία αποδέχθηκε το ύψος των ποσών που αφορούσε η αξίωση της εφεσίβλητης, εκτός του θέματος των τόκων, το οποίο, όπως ανέφερε, θα εγείρετο κατά την αγόρευσή του στο τέλος. Δεν αντεξέτασε δε τον Μ.Ε.1. και ούτε προσκόμισε μαρτυρία για την πλευρά των εφεσειουσών.  Μετά την πιο πάνω εξέλιξη  εγκρίθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο ως παραδεκτά γεγονότα τα εξής:

 

«1) Αναφορικά με το συνεταιρισμό Δήμος & Λία Γεωργιάδη & Σία κατά τον επίδικο χρόνο καταχώρησης της αγωγής, δηλαδή στις 28.03.2006, ήταν γραμμένοι στο συνεταιρισμό ο κ. Δήμος Γεωργιάδης, η κα. Λία Γεωργιάδη, η κα. Κίτσα Γεωργιάδη και ο κ. Κλεάνθης Γεωργιάδης. Όμως ο κ. Δήμος Γεωργιάδης ήταν συνταξιούχος από το 2002 χωρίς ανανεωμένη ετήσια άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος.

2)  Αναφορικά με τους κ.κ. Λοτίδης & Λοτίδης που είναι οι δεύτεροι δικηγόροι στην αγωγή είχαν ανανεώσει την άδεια άσκησης επαγγέλματος στις 31.03.2006.

3) Η κα. Λία Γεωργιάδη, ο κ. Κλεάνθης Γεωργιάδης και η κα. Κίτσα Γεωργιάδη ανανέωσαν την άδεια τους την 31.01.2006.»

 

Κατατέθηκαν επίσης, εκ συμφώνου, ως Τεκμήριο 7, Βεβαίωση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου ότι όλοι οι συνεταίροι του  συνεταιρισμού δικηγόρων της παραγράφου 1 των ανωτέρω παραδεκτών γεγονότων πλην του Δήμου Γεωργιάδη, είχαν εγγραφεί στο Μητρώο Δικηγόρων που ασκούν τη δικηγορία και έχουν ανανεώσει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος τους για τα έτη 2005 και 2006, και ως Τεκμήριο 8, Βεβαίωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι όλοι οι συνεταίροι του ιδίου συνεταιρισμού, πλην του Δήμου Γεωργιάδη, είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο των Δικηγόρων.

 

Οι δικηγόροι στις αγορεύσεις τους πρωτόδικα περιορίστηκαν στην ανάπτυξη των εκατέρωθεν θέσεων τους σ' όσον αφορά το θέμα της άκυρης συμφωνίας και Αγωγής παραπέμποντας, ιδιαίτερα ο δικηγόρος των εφεσειόντων, σε νομολογία.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας  έκρινε ως αναντίλεκτη τη μαρτυρία του Μ.Ε.1, λόγω μη αντεξέτασης του, ενώ θεώρησε ότι η αμφισβήτηση των τόκων είχε εγκαταλειφθεί, εφόσον δεν προωθήθηκε με την αγόρευση του δικηγόρου των εφεσειόντων στο τέλος της διαδικασίας, όπως είχε δηλώσει ότι θα έκαμνε.

 

Προχώρησε στη συνέχεια στην καταγραφή των ευρημάτων του, στη βάση των παραδεκτών γεγονότων και την αναντίλεκτη μαρτυρία του Μ.Ε.1, που δεν κρίνουμε απαραίτητο να καταγράψουμε, εφόσον  η οφειλή των εφεσειόντων και το ύψος των ποσών που οφείλοντο  δεν αμφισβητούντο πλέον, ενόψει της δήλωσης του δικηγόρου των εφεσειόντων.  Αφού το Δικαστήριο εξέτασε τη θέση της υπεράσπισης περί άκυρης Αγωγής για το λόγο ότι ένας εκ των συνεταίρων του συνεταιρισμού των δικηγόρων της εφεσίβλητης δεν είχε ανανεωμένη την άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος του δικηγόρου κατά την καταχώριση της Αγωγής, την απέρριψε ως ανυπόστατη, ενόψει του παραδεκτού γεγονότος ότι οι υπόλοιποι συνέταιροι είχαν δεόντως ανανεωμένη την άδεια τους κατά την καταχώρηση της Αγωγής.

 

Η τελική ετυμηγορία του Δικαστηρίου ήταν η έκδοση απόφασης υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον της εφεσείουσας 1 για το ποσό των €38.793,98 (το ισάξιο σε Λ.Κ.22.705,11), με τόκο προς 9% ετησίως και εναντίον όλων των εφεσειόντων 1, 2 και 3 για το ποσό των €54.616,69 (το ισάξιο σε Λ.Κ.31.965,72) με τόκο προς 8.5% ετησίως από τις 28/2/2005. Απέρριψε δε την Ανταπαίτηση ως ατεκμηρίωτη και μη αποδειχθείσα.

 

Με την παρούσα έφεση οι εφεσείοντες προσβάλλουν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με ένα μόνο λόγο έφεσης που αφορά στη λανθασμένη διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι η καταχώρηση Αγωγής από μη δικηγόρο ή από συνεταιρισμό δικηγόρων ή από εταιρεία δικηγόρων (ΔΕΠΕ), στην οποία ένα μέλος δεν είναι αδειούχος δικηγόρος, δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της Αγωγής.  Συγκεκριμένα είναι εισήγηση τους ότι η καταχώριση και ο χειρισμός Αγωγής συνιστούν άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος και ως τέτοια θα πρέπει να γίνονται από αδειούχο δικηγόρο.  Παραπονούνται δε για την παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να εξετάσει τη νομοθεσία και  νομολογία, την οποία επικαλέστηκε ο δικηγόρος τους στην αγόρευση του.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο προς αντιμετώπιση του θέματος που είχε εγερθεί προέβη στη διαπίστωση ότι στη βάση των παραδεκτών γεγονότων ότι οι δικηγόροι Λία, Κίτσα και Κλεάνθης Γεωργιάδης, καθώς και ο Χρίστης και Δημήτρης Λοττίδης, είναι εγγεγραμμένοι δικηγόροι, ότι ασκούν τη δικηγορία και έχουν ανανεώσει τις άδειες ασκήσεως επαγγέλματος τους για τα έτη 2005 και 2006,  η εισήγηση του δικηγόρου των εφεσειόντων περί μόλυνσης της καταχώρησης της Αγωγής και καταδίκης της σε αποτυχία ήταν απορριπτέα.

 

Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση για σκοπούς καλύτερης κατανόησης:

 

«Σύμφωνα με την απόφαση Χρίστου ν. Κhoreva (2001) 1 Α.Α.Δ. 1874 η απόδειξη μέσω των δικογράφων ή των παραδοχών του αντιδίκου συνιστά ένα παραδεκτό τρόπο απόδειξης ισχυρισμών. Με παραπομπή στο σύγγραμμα Phipson on Evidence, 10η Έκδοση παρά. 42-43 "Admissions for the purpose of dispensing with proof at the trial may be made by the pleadings or default thereof or by agreement, or otherwise, before or at the trial by the parties or their agents".  Έπεται ότι οι Εναγόμενοι δεσμεύονται αναφορικά με το θέμα της κατοχής από τους δικηγόρους του Ενάγοντος ανανεωμένης άδειας άσκησης του επαγγέλματος κατά τον επίδικο χρόνο καταχώρησης της αγωγής στις 28.03.2006.

 

Περαιτέρω βρίσκω ότι η θέση του δικηγόρου των Εναγομένων δεν βρίσκει ούτε έρεισμα στη Νομολογία στην οποία με παρέπεμψε, αφού στην απόφαση G. M. Platritis & Co v Computer Patent (1988) 1 C.L.R. 135 τα γεγονότα αφορούσαν συμφωνία των δικηγόρων ως διαδίκων διά παροχή νομικών υπηρεσιών, η οποία κρίθηκε παράνομη και απερρίφθη η αγωγή. Δεν αφορούσε δηλαδή την καταχώρηση της αγωγής από μη αδειούχο δικηγόρο ως το επιχείρημα της Υπεράσπισης στην υπό κρίση αγωγή.»

 

 

 

Έχουμε εξετάσει το μοναδικό λόγο έφεσης σε συνάρτηση με τα τεκμήρια που κατατέθηκαν εκ συμφώνου και τα παραδεκτά γεγονότα.  Έχουμε ανατρέξει επίσης στο Φάκελο της πρωτόδικης διαδικασίας και στα πρακτικά όπου διαπιστώνεται ότι το Ειδικώς Οπισθογραφημένο Κλητήριο Ένταλμα (Ο.2 R.6)  καταχωρήθηκε στις 28/3/06 από τους δικηγόρους  Δήμο και Λία Γεωργιάδη & Σία και Λοττίδη & Λοττίδη. Είναι παραδεκτό γεγονός ότι ο Δήμος Γεωργιάδης αν και είναι εγγεγραμμένος συνεταίρος στο συνεταιρισμό Δήμος & Λία Γεωργιάδη & Σία, εντούτοις, από το 2002 έχει συνταξιοδοτηθεί και έκτοτε δεν ανανεώνει την άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος του δικηγόρου.

 

Για σκοπούς ολοκληρωμένης εικόνας θα πρέπει να λεχθεί ότι τον προσωπικό χειρισμό της υπόθεσης για την εφεσίβλητη, περιλαμβανομένης και της ακρόασης, είχε η κα Κίτσα Γεωργιάδου για την εφεσίβλητη, που είναι μια εκ των συνεταίρων, της οποίας η άδεια άσκησης του επαγγέλματος του δικηγόρου ανανεώθηκε για το 2006 στις 31/1/06, δηλαδή πολύ πριν την καταχώριση της Αγωγής.

 

Από το Φάκελο της πρωτόδικης διαδικασίας δεν φαίνεται να παρουσιάστηκε κανένα στοιχείο πρωτόδικα ότι ο εκ των συνεταίρων Δήμος Γεωργιάδης ασχολήθηκε καθόλου με την παρούσα υπόθεση ή εξασφάλισε άδεια εκ των υστέρων.

 

Στο περίγραμμα αγόρευσης του ο δικηγόρος των εφεσειόντων στηρίζει την εισήγηση του περί παράνομης και άκυρης Αγωγής σε δύο άξονες. Ο πρώτος ότι ο κ. Δήμος Γεωργιάδης αν και είναι ένας εκ των εγγεγραμμένων συνεταίρων του δικηγορικού γραφείου Δήμος & Λία Γεωργιάδου & Σία δεν είχε άδεια άσκησης του επαγγέλματος του δικηγόρου κατά την καταχώρηση της Αγωγής, γεγονός που καθιστά κατ' αρχήν τη συμφωνία της εφεσίβλητης με τον συνεταιρισμό για καταχώρηση της Αγωγής παράνομη και στη συνέχεια άκυρη την Αγωγή.

 

Και ο άλλος ότι η Αγωγή δεν διασώζεται με τη συμπερίληψη των δικηγόρων Λοττίδη & Λοττίδη ως δικηγόρων της εφεσίβλητης, εφόσον και οι δύο συνεταίροι εξασφάλισαν την ετήσια άδεια τους για το 2006 τρεις ημέρες μετά την καταχώριση της Αγωγής. 

 

Ο δικηγόρος των εφεσειόντων στο περίγραμμα αγόρευσης του  προς υποστήριξη της εισήγησης του περί άκυρης Αγωγής, παρέπεμψε σε πρόνοιες του περί Δικηγόρων Νόμου καθώς και σε Αγγλική και Κυπριακή νομολογία. 

 

Παραθέτουμε τα σχετικά άρθρα του περί Δικηγόρων Νόμου ΚΕΦ. 2 που μας ενδιαφέρουν.

 

Το άρθρο 2(1) περιέχει τον ορισμό της φράσης  «ασκείν τη δικηγορίαν» που είναι ο εξής:

         

2.-(1) Στo Νόμo αυτό εκτός αv από τo κείμεvo πρoκύπτει διαφoρετική έvvoια-

"ασκείv τηv δικηγoρίαv" σημαίvει-

(i) τηv εμφάvιση εvώπιov oπoιoυδήπoτε Δικαστηρίoυ για διεξαγωγή διαδικασίας εκ μέρoυς oπoιoυδήπoτε πρoσώπoυ ή της Δημoκρατίας·

(ii) τηv παρασκευή ή μελέτη oπoιoυδήπoτε δικoγράφoυ εκ μέρoυς πελάτη·

Για τoυς σκoπoύς της παραγράφoυ αυτής "δικόγραφo" περιλαμβάvει κάθε έγγραφo πoυ καταχωρίζεται στo δικαστήριo και απoτελεί μέρoς της δικoγραφίας αλλά δεv περιλαμβάvει έκθεση εμπειρoγvώμovα ή κατάθεση μάρτυρα πoυ περιέχει έκθεση γεγovότωv

(iii) τηv εvέργεια εγγραφής εμπoρικώv σημάτωv ή διπλωμάτωv ευρεσιτεχvίας και τηv εμφάvιση εvώπιov oπoιασδήπoτε διoικητικής αρχής για τoυς πρoαvαφερόμεvoυς σκoπoύς·

(iv) τη σύvταξη, αvαθεώρηση, τρoπoπoίηση oπoιoυδήπoτε ιδρυτικoύ εγγράφoυ ή καταστατικoύ εταιρείας κάθε μoρφής ή oπoιασδήπoτε αίτησης, έκθεσης, δήλωσης, έvoρκης δήλωσης, απόφασης ή άλλoυ εγγράφoυ πoυ σχετίζεται με τη σύσταση, εγγραφή, oργάvωση, αvαδιoργάvωση ή διάλυση oπoιoυδήπoτε voμικoύ πρoσώπoυ·

(v) τη vηoλόγηση πλoίωv και τη σύvταξη κάθε εγγράφoυ πoυ αvαφέρεται στη σύσταση, μεταβίβαση, αλλoίωση ή κατάργηση κάθε δικαιώματoς επί πλoίoυ καθώς και τηv εμφάvιση εvώπιov αρμόδιας αρχής για τo σκoπό αυτό·

(vi) τη γνωμάτευση σε κάθε νομικό θέμα που υποβάλλεται στο δικηγόρο·

(vii) τη σύvταξη ή μελέτη oπoιoυδήπoτε εγγράφoυ πoυ καταχωρίζεται στo Δικαστήριo για σκoπoύς διαχείρισης δυvάμει τoυ περί Διαχείρισης Περιoυσιώv Απoβιωσάvτωv Νόμoυ·

 

 

            ...............................            .........................

 

Δεν αμφισβητείται ότι η καταχώριση του Ειδικώς Οπισθογραφημένου Κλητηρίου Εντάλματος στην παρούσα περίπτωση εμπίπτει στον ορισμό «ασκείν τη δικηγορία» οπότε, σύμφωνα με το άρθρο 11(1) του πιο πάνω Νόμου, οι δικηγόροι που το συνέταξαν και το καταχώρισαν θα έπρεπε να ήταν εγγεγραμμένοι ως δικηγόροι, και να είχε εκδοθεί ετήσια άδεια για τον κάθε δικηγόρο, στον τύπο που το Συμβούλιο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου ήθελε καθορίσει. 

 

Παραθέτουμε αυτούσιο το άρθρο 11(1) για σκοπούς καλύτερης παρακολούθησης:

 

«Όρoι άσκησης τoυ επαγγέλματoς

11.-(1) Καvέvας δε δικαιoύται vα ασκεί τη δικηγoρία εκτός αv-

(α) είvαι εγγεγραμμέvoς ως δικηγόρoς δυvάμει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή δυvάμει άλλoυ vόμoυ πoυ ίσχυσε πρoηγoυμέvως· και

(β) έχει εκδoθεί σε αυτόv ετήσια άδεια σε τέτoιo τύπo ως τo Συμβούλιο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου ήθελε καθoρίσει από καιρό σε καιρό (στo εξής θα καλείται "ετήσια άδεια")·και

(γ) έχει καταβάλει στo Ταμείo Συvτάξεως Νoμικώv όλα τα oφειλόμεvα πoσά από αυτόv:

Νoείται ότι καμιά διάταξη  πoυ περιέχεται στo εδάφιo αυτό δεv εφαρμόζεται σε-

(α) oπoιoδήπoτε Νoμικό Λειτoυργό·

(β) oπoιoδήπoτε Κυβερvητικό Λειτoυργό o oπoίoς είvαι εξoυσιoδoτημέvoς από τo Γεvικό Εισαγγελέα της Δημoκρατίας vα εμφαvίζεται, παρίσταται σε δικαστήριo (plead) και εvεργεί σε oπoιαδήπoτε διαδικασία στηv oπoία η Δημoκρατία, η Κυβέρvηση ή oπoιoσδήπoτε από τoυς λειτoυργoύς της είvαι διάδικoς υπό τηv επίσημη τoυ ιδιότητα, o oπoίoς θα κατέχει όλα τα πρoσόvτα τα oπoία απαιτoύvται από τo άρθρo 4 για εγγραφή στo Μητρώo, εκτός από τo πρoσόv πoυ αvαφέρεται στηv παράγραφo (ε) τoυ εv λόγω άρθρoυ·

(γ) οποιοδήποτε Δημόσιο Κατήγορο ο οποίος υπάγεται στη Νομική Υπηρεσία.

(2) Η ετήσια άδεια εκπνέει την 31η ημέρα του Δεκεμβρίου, του έτους έκδοσής της, και καταβάλλεται στο Συμβούλιο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου δικαίωμα έκδοσής της το ύψος του οποίου καθορίζεται με κανονισμούς που εκδίδει το Συμβούλιο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και εγκρίνει η Γενική Συνέλευση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου.  Για το χρονικό διάστημα μέχρι την έκδοση κανονισμών, όπως ορίζεται πιο πάνω, κάθε δικηγόρος που ασκεί το επάγγελμα για περίοδο μέχρι και δέκα χρόνια καταβάλλει δικαίωμα έκδοσης της ετήσιας άδειας ύψους σαράντα λιρών, από το οποίο ποσό πέντε λιρών καταβάλλεται στο ταμείο του οικείου τοπικού δικηγορικού συλλόγου και κάθε άλλος δικηγόρος καταβάλλει δικαίωμα έκδοσης ετήσιας άδειας ύψους εκατόν λιρών από το οποίο ποσό δέκα λιρών καταβάλλεται στο ταμείο του οικείου τοπικού δικηγορικού συλλόγου:

Νoείται ότι-

(α) κανένα τέτοιο δικαίωμα δεν είναι καταβλητέο από οποιοδήποτε δικηγόρο για το έτος της πρώτης εγγραφής του στο Μητρώο των Δικηγόρων και για το επόμενο έτος·

(β) καμιά ετήσια άδεια δεv εκδίδεται σε δικηγόρo αv αυτός δεv εξoφλήσει μέχρι τηv ημερoμηvία της έκδoσης της άδειας αυτής όλα τα oφειλόμεvα πoσά πρoς τo Ταμείo Συvτάξεως Νoμικώv και τηv ετήσια συvδρoμή τoυ δυvάμει τoυ εδαφίoυ (8) τoυ άρθρoυ 19·

(γ) σε περίπτωση παράλειψης οποιουδήποτε εγγεγραμμένου δικηγόρου να καταβάλει το δικαίωμα για έκδοση ετήσιας άδειας εντός τριών μηνών από τη λήξη της ετήσιας άδειάς του, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το εκάστοτε ποσό του δικαιώματος απόκτησης ετήσιας άδειας.

Το Συμβούλιο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου δύναται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με απόφασή του να παρατείνει την προθεσμία των τριών μηνών για πρόσθετο χρόνο μέχρι τρεις μήνες.

Η πρώτη ετήσια άδεια που εκδίδεται σε νέο δικηγόρο εκπνέει την 31η Δεκεμβρίου του έτους έκδοσής της·

(δ) πρόστιμο που επιβάλλεται δυνάμει της παραγράφου (γ) της παρούσας επιφύλαξης, εισπράττεται από το Συμβούλιο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου.

(3) Πρόσωπo πoυ ασκεί τη δικηγoρία χωρίς vα είvαι εγγεγραμμέvo ή χωρίς vα είvαι κάτoχoς ετήσιας άδειας πoυ ισχύει κατά τo χρόvo της άσκησης της δικηγoρίας, είvαι έvoχo αδικήματoς και υπόκειται σε φυλάκιση πoυ δεv υπερβαίvει τoυς τρεις μήvες ή σε χρηματική πoιvή πoυ δεv υπερβαίvει τις  πεvτακόσιες λίρες ή και στις δύo αυτές πoιvές.

Καμιά δίωξη δυvάμει τoυ εδαφίoυ αυτoύ δεv ασκείται χωρίς τη συγκατάθεση τoυ Γεvικoύ Εισαγγελέα της Δημoκρατίας.

(4) Πρόσωπo πoυ ασκεί τη δικηγoρία χωρίς vα είvαι εγγεγραμμέvo ή χωρίς vα είvαι κάτoχoς ετήσιας άδειας σε ισχύ κατά τo χρόvo της άσκησης της δικηγoρίας ή χωρίς vα έχει καταβάλει κατά τo χρόvo αυτό όλα τα oφειλόμεvα πoσά από αυτό στo Ταμείo Συvτάξεως Νoμικώv-

(α) εμπoδίζεται vα εγείρει ή vα συvεχίσει αγωγή για είσπραξη δικαιώματoς αμoιβής, εξόδωv ή δαπαvώv λόγω ή σε σχέση με oπoιαδήπoτε πράξη πoυ τελέστηκε η διαδικασία πoυ διεξάχθηκε από αυτό υπό τέτoια ιδιότητα·

(β) επιστρέψει oπoιoδήπoτε δικαίωμα, αμoιβή, έξoδα ή δαπάvες τις oπoίες αυτό είσπραξε στo πρόσωπo από τo oπoίo αυτός έχει εισπράξει αυτά.

 

 

Το γεγονός ότι η πρόταση που χρησιμοποιείται στο πιο πάνω άρθρο «κανένας δεν δικαιούται να ασκεί τη δικηγορίαν» που είναι στον ενικό αριθμό σημαίνει ότι αυτό εφαρμόζεται στο κάθε πρόσωπο το οποίο ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου και όχι σε νομικό πρόσωπο που αποτελείται από περισσότερους του ενός δικηγόρου.  Αυτό επιβεβαιώνει και το εδάφιο 3 του άρθρου 11 όπου συνιστά ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με ποινή φυλάκισης ή και πρόστιμο για πρόσωπο που ασκεί τη δικηγορία χωρίς να είναι εγγεγραμμένο ή να κατέχει ετήσια άδεια αλλά και το εδάφιο 4 που καθορίζει τα προσόντα για να δικαιούται ένα πρόσωπο σε εγγραφή στο Μητρώο που, μεταξύ άλλων, θα πρέπει να έχει συμπληρωμένο το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας του, να είναι καλού χαρακτήρα, να κατέχει δίπλωμα νομικής, που αναφέρονται σαφώς σε φυσικά πρόσωπα.  

 

 Συνεπώς η ετήσια άδεια εκδίδεται επ' ονόματι του κάθε φυσικού προσώπου, που ασκεί την δικηγορία.  Στην παρούσα περίπτωση όλα τα μέλη του συνεταιρισμού Δήμος & Λία Γεωργιάδη ήσαν εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Δικηγόρων και  είχαν εξασφαλίσει κατά τον επίδικο χρόνο άδεια άσκησης επαγγέλματος πλην του Δήμου Γεωργιάδη.  Το ερώτημα που τέθηκε πρωτόδικα και κατ' έφεση, σ' όσον αφορά τους συγκεκριμένους δικηγόρους,  είναι κατά πόσο η παράλειψη εγγραφής του Δήμου Γεωργιάδη στο Μητρώο Δικηγόρων και η μη εξασφάλιση από αυτόν άδειας για το 2006 ενέχει καταλυτικές συνέπειες  για την εγκυρότητα της Αγωγής.   

 

Στην υπόθεση Μιχαηλίδης και Ζαβαλλής ν. Χ"Ηροδότου (2003) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1609  αναφέρθηκε ότι κάθε δικηγόρος έχει δικαίωμα να ασκεί το επάγγελμα του μέσω συνεταιρισμού.  Αποφασίστηκε περαιτέρω ότι συνεταιρισμός αποτελούμενος από δικηγόρους οι οποίοι έχουν δικαίωμα άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος διατηρεί δυνατότητα σύναψης συμφωνιών παροχής υπηρεσιών σε πελάτες, εμπεριέχουσες το στοιχείο της άσκησης δικηγορίας καθώς και δικαίωμα καθορισμού της πληρωτέας αμοιβής.  Και εφόσον οι συγκεκριμένες υπηρεσίες παρέχονται από δικηγόρο ή δικηγόρους μέλη του συνεταιρισμού, εξυπακούεται ότι η συμφωνία πελάτη και συνεταιρισμού είναι νόμιμη. 

 

Ένας παράνομος εξ υπαρχής  συνεταιρισμός κάτω από αυστηρή θεώρηση δεν υπάρχει, εφόσον η διάλυση του προκύπτει από τη στιγμή της δημιουργίας του έστω και εάν οι συνέταιροι έχουν άγνοια του παράνομου γεγονότος.  (βλ. σύγγραμμα Lindley & Banks on Partnership, 19η Έκδ., παραγρ.  8 - 59, σελ. 173).

 

Σε ορισμένες εξαιρετικές περιστάσεις το Δικαστήριο είναι διατεθειμένο να παρακάμψει τις αυστηρές συνέπειες της παρανομίας.  Έτσι, στην υπόθεση Hudgell Yeates & Co v. Watson (C.A.) (1978) QB 451 ένας συνεταιρισμός δικηγόρων καταχώρησε Αγωγή εναντίον πελάτη του για είσπραξη της αμοιβής του, για νομικές εργασίες που εκτέλεσε για λογαριασμό του πελάτη του.  Ο πελάτης ήγειρε θέμα παράνομης σύμβασης γιατί ένας εκ των συνεταίρων δικηγόρων δεν ήταν προσοντούχος, για περίοδο περίπου επτά μηνών, για να ασκεί τη δικηγορία, εφόσον δεν είχε ανανεώσει την άδεια του από αβλεψία.    Το Αγγλικό Εφετείο θεώρησε ότι η αναφορά σε «μη προσοντούχο πρόσωπο» και «πρόσωπο» στον Αγγλικό περί Δικηγόρων Νόμο του 1957, που ίσχυε τότε, αφορούσε σε άτομο και όχι σε νομικό πρόσωπο.  Θεωρήθηκε περαιτέρω ότι μόνο αυτό το συγκεκριμένο άτομο δεν κατείχε άδεια άσκησης του επαγγέλματος του δικηγόρου, γι' αυτό και δεν μπορούσε να καταχωρίσει Αγωγή για τα έξοδα του.  Σημειώνεται ότι ο πιο πάνω Νόμος περιείχε ρητή πρόνοια ότι ένας μη προσοντούχος δικηγόρος δεν μπορούσε να αξιώσει την αμοιβή του.

 

 Κρίθηκε όμως από το Εφετείο ότι η παράλειψη ανανέωσης της άδειας του συγκεκριμένου δικηγόρου δεν επηρέασε τους υπόλοιπους συνεταίρους στην προώθηση της αξίωσης τους.   Αποφασίστηκε περαιτέρω ότι ο παράνομος συνεταιρισμός είχε διαλυθεί και αυτόματα επανασυσταθεί, χωρίς όμως τον συνεταίρο που προκάλεσε  την παρανομία.  Αυτό διότι σύμφωνα με το 534 του Partnership Act 1890, (ίδιo με το άρθρο 36 του Κεφ. 116 η μη ανανέωση της άδειας ενός των συνεταίρων ήταν γεγονός που επέφερε τη διάλυση του συνεταιρισμού. 

 

Το Αγγλικό Εφετείο προσέγγισε την ουσία του θέματος έχοντας υπόψη και τις διατάξεις του 318(1) και (2) του Solicitors Act 1957, και έκρινε ότι οι λέξεις «an unqualified person" και «person" είχαν αναφορά στο άτομο και όχι στον ίδιο το συνεταιρισμό και συνεπώς ήταν μόνο ο δικηγόρος που δεν είχε από λάθος, ανανεώσει την άδεια του που αποστερείτο δικαιώματος είσπραξης της αμοιβής του και όχι ο συνεταιρισμός εν  συνόλω.

  

Στην Κύπρο, ακολούθησαν μια αυστηρότερη προσέγγιση.  Έτσι στην υπόθεση G. M. Platritis & Co and others v. Computer Patent Ammuities and others (1988) 1 CLR 135, στην οποίαν μας παρέπεμψε ο δικηγόρος των εφεσειόντων, αποφασίστηκε ότι ένας συνεταιρισμός δικηγόρων που παρέχει υπηρεσίες που εμπίπτουν στον ορισμό «ασκείν τη δικηγορίαν» θα πρέπει να αποτελείται από αδειούχους δικηγόρους, ανεξάρτητα από το ποιος από τους συνεταίρους δικηγόρους θα παράσχει τις υπηρεσίες στον πελάτη.  Σημειώνεται ότι στην υπόθεση αυτή η μία εκ των δύο συνεταίρων ήταν ασκούμενη δικηγόρος και δεν ήταν εγγεγραμμένη στο Μητρώο. Κρίθηκε ότι εφόσον η συμφωνία παροχής υπηρεσιών δεν περιορίστηκε μόνο στον ένα εκ των συνεταίρων που κατείχε άδεια, υπήρξε παραβίαση του άρθρου 2(1) του περί Δικηγόρων Νόμου. 

 

Σημειώνεται ότι όπως η υπόθεση Hudgell Yeates & Co (ανωτέρω) και η υπόθεση Platritis (ανωτέρω) επίσης αφορούσε σε Αγωγή συνεταιρισμού δικηγόρων για είσπραξη της αμοιβής του.

 

Σύμφωνα με την εισήγηση του δικηγόρου των εφεσειόντων, όλοι οι δικηγόροι του συνεταιρισμού θα πρέπει να είναι εγγεγραμμένοι ως δικηγόροι και να έχουν εξασφαλίσει ετήσια άδεια άσκησης του επαγγέλματος του δικηγόρου για να νομιμοποιείται ο συνεταιρισμός στην καταχώρηση της Αγωγής.  Αντίθετα στην παρούσα περίπτωση ο συνεταιρισμός Δήμος & Λία Γεωργιάδου & Σία δεν συμμορφούται με τις πρόνοιες του πιο πάνω Νόμου εφόσον ο Δήμος Γεωργιάδης δεν εξασφάλισε ετήσια άδεια από το 2002 που συνταξιοδοτήθηκε γεγονός που επηρεάζει την εγκυρότητα της Αγωγής. 

 

Εξετάσαμε την εισήγηση υπό το φως  της πιο πάνω νομολογίας και διαφωνούμε κατ' αρχάς με το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι τα γεγονότα της υπόθεσης Platritis πιο πάνω, σ' όσον αφορά το υπό εξέταση θέμα,  είναι διαφορετικά με της παρούσας.  Τόσο η εγγραφή εμπορικών σημάτων που αφορούσε η υπόθεση Platritis  όσο και η καταχώρηση Αγωγής που αφορά η παρούσα περίπτωση, συνιστούν υπηρεσίες που εμπίπτουν στον ορισμό «ασκείν τη δικηγορίαν» όπου εφαρμόζονται οι πρόνοιες του άρθρου 11 του περί Δικηγόρων Νόμου. Διαφωνούμε επίσης με την διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το παραδεκτό γεγονός ότι δηλ. οι Λία, Κίτσα και Κλεάνθης Γεωργιάδη κατέχουν άδεια, καθιστά νόμιμη την καταχώρηση της Αγωγής. 

 

 Ο Τύπος Διορισμού Δικηγόρου που συνοδεύει το Κλητήριο Ένταλμα αναφέρεται στο συνεταιρισμό Δήμος & Λία Γεωργιάδη & Σία και όχι σε συγκεκριμένα άτομα του συνεταιρισμού οπότε όλοι οι συνεταίροι θα έπρεπε να κατέχουν ετήσια άδεια και να είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο κατά την καταχώρηση της Αγωγής υποχρέωση που εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας.   

 

Ο διορισμός του πιο πάνω συνεταιρισμού δικηγόρων  για να προβεί στη λήψη δικαστικών μέτρων είναι παράνομη, λόγω του παράνομου χαρακτήρα του συνεταιρισμού ενόψει της συμμετοχής του Δήμου Γεωργιάδη ως συνεταίρου χωρίς να είναι προσοντούχος. Αυτή είναι και η ουσιώδης διαφορά με τα γεγονότα στην Hudgell Yeates & Co ανωτέρω, όπου εξ αβλεψίας δεν είχε ανανεωθεί η άδεια, ενώ στην προκείμενη περίπτωση, ο Δήμος Γεωργιάδης για σειρά ετών και ενώ είχε συνταξιοδοτηθεί εξακολουθούσε να είναι κατά το χρόνο έγερσης της αγωγής συνέταιρος.   Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην εγκυρότητα της Αγωγής αν ο συνεταιρισμός Δήμος & Λία Γεωργιάδη και Σία  ήταν οι μοναδικοί δικηγόροι της εφεσίβλητης που εμφαίνοντο στο Κλητήριο Ένταλμα.   

 

Δεν είναι όμως μόνο τον πιο πάνω συνεταιρισμό που η εφεσίβλητη διόρισε ως δικηγόρους της για να προχωρήσουν με την καταχώρηση και ανάληψη χειρισμού της  Αγωγής αλλά και τον συνεταιρισμό Λοττίδης & Λοττίδης όπου και οι δύο συνεταίροι, στη βάση των παραδεκτών γεγονότων, ανανέωσαν την ετήσια άδεια τους για το 2006 στις 31/3/06, δηλ. εντός των τριών μηνών που προνοεί το άρθρο 11(2)(γ) του περί Δικηγόρων Νόμου.   

 

Ήταν εισήγηση του δικηγόρου των εφεσειόντων ότι και αυτός ο συνεταιρισμός Λοττίδης & Λοττίδης ήταν παράνομος κατά την καταχώρηση της Αγωγής εφόσον οι συνεταίροι δεν είχαν κατά το χρόνο αυτό ανανεώσει την ετήσια άδεια τους. 

 

Μια προσεκτική εξέταση των προνοιών του άρθρου 11(2) του περί Δικηγόρων Νόμου καταδεικνύει ότι η εξασφάλιση άδειας είναι δυνατή σε οποιοδήποτε χρόνο μετά τη λήξη της προηγούμενης άδειας κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις.  Μάλιστα αν επιτευχθεί πληρωμή του δικαιώματος για την έκδοση της εντός τριών μηνών από την 31ην Δεκεμβρίου που κανονικά λήγει η άδεια, δεν θα επιβάλλεται πρόστιμο.  Δεν εμποδίζεται ούτε με ρητό, ούτε με εξυπακουόμενο τρόπο να ασκεί κάποιος τη δικηγορία, μέσα στο χρονικό διάστημα των τριών μηνών από τη λήξη της άδειας του.   Δεν εντοπίζεται επίσης πρόνοια που να εμποδίζει πρόσωπο να εξασφαλίσει την άδεια και μετά την παρέλευση των τριών μηνών, νοουμένου ότι πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, όπου η μοναδική συνέπεια θα είναι η επιβολή προστίμου.   Αν πρόθεση του νομοθέτη ήταν η αποστέρηση του δικαιώματος άσκησης της δικηγορίας εντός των τριών μηνών ή να καταστήσει τις εργασίες που εκτέλεσε στο διάστημα αυτό παράνομες και άκυρες, που ουσιαστικά  αυτό  εισηγείται ο δικηγόρος των εφεσειόντων, θα το έκαμνε με ρητή νομοθετική πρόνοια, όπως έπραξε για την περίπτωση που προβλέπεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 11 όπου πρόσωπο που δεν κατέχει ετήσια άδεια εμποδίζεται να εγείρει ή να συνεχίσει αγωγή για την είσπραξη της αμοιβής ή των εξόδων του.  Ιδωμένο στο σύνολο του το άρθρο 11 του περί Δικηγόρων Νόμου καθιστά σαφές ότι ο νομοθέτης προνόησε για παράταση τριών μηνών για εξασφάλιση της ετήσιας άδειας χωρίς η παράταση να ενέχει οποιαδήποτε επίπτωση για τον ίδιο ή για  τις εργασίες  που εκτέλεσε την περίοδο αυτή.     

 

Κατά την καταχώριση της Αγωγής οι δικηγόροι Λοττίδης & Λοττίδης ήσαν εγγεγραμμένοι δικηγόροι και κατείχαν ετήσια άδεια για το 2006 που εξασφάλισαν τρεις ημέρες μετά την καταχώρηση της Αγωγής δηλ.  στις 31/3/06.

 

 Συνεπώς δεν διαπιστώνεται οτιδήποτε το μεμπτόν ως προς την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να απορρίψει την πιο πάνω εισήγηση των εφεσειόντων  για άκυρη ή παράνομη Αγωγή.  Η διαφωνία μας με το πρωτόδικο Δικαστήριο έγκειται στο σκεπτικό που το οδήγησε στην κατάληξη του αυτή.

 

Ενόψει των πιο πάνω αν και η εισήγηση σ' όσον αφορά τη συμφωνία διορισμού των δικηγόρων Δήμος & Λία Γεωργιάδης & Σία πετυχαίνει, γεγονός που θα είχε προφανώς καταλυτικές συνέπειες σ' όσον αφορά την εγκυρότητα της Αγωγής, εν τούτοις διασώζεται με τον διορισμό των Λοττίδη & Λοττίδη ως επιπρόσθετων δικηγόρων. 

 

Η έφεση απορρίπτεται.  Σ' όσον αφορά τα έξοδα της έφεσης, ενόψει επιτυχίας του μέρους του λόγου έφεσης που αφορά στο συνεταιρισμό Δήμος και Λία Γεωργιάδη & Σία, επιδικάζονται υπέρ της εφεσίβλητης μειωμένα όμως στο ποσό των €1.500 πλέον ΦΠΑ και νόμιμο τόκο.

 

 

                                                          ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.

 

                                                          Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

                                                          Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

/Α.Λ.Ο.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο