ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Λ. Αστραίου (κα.) για Τ. Παπαδόπουλος amp;amp;amp; Σία, για τους Εφεσείοντες. Στ. Ερωτοκρίτου (κα.), για τον Εφεσίβλητο 1. Μ. Δημοσθένους για Α. Γιωρκάτζη, για την Εφεσίβλητη 2. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2018-05-10 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ν. ΣΟΦΟΚΛΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση αρ. 333/2013, 10/5/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2018:A225

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση αρ. 333/2013)

 

10 Μαίου, 2018

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,  Π., ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.Δ.]

 

ΜΕΤΑΞΥ:

ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσειόντων/Εναγομένων 2

και

 

ΣΟΦΟΚΛΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

Εφεσίβλητου 1/Ενάγοντα 1

και

 

MASRI SHIPPING & TRADING LTD,

Εφεσιβλήτη 2/Εναγομένη 1 και Δι΄ Ανταπαιτήσεως Ενάγουσα.

 

___________________

 

Λ. Αστραίου (κα.) για Τ. Παπαδόπουλος & Σία, για τους Εφεσείοντες.

Στ. Ερωτοκρίτου (κα.), για τον Εφεσίβλητο 1.

Μ. Δημοσθένους για Α. Γιωρκάτζη, για την Εφεσίβλητη 2.

        ____________________

Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάτος, Π.

    Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.:   Με την έφεση προσβάλλεται η πρωτόδικη απόφαση με έντεκα λόγους έφεσης.  Η πρωτόδικη απόφαση αφορά σε ατύχημα το οποίο συνέβηκε στον ενάγοντα-εφεσίβλητο 1 κατά την εκφόρτωση ράβδων σιδήρου, από πλοίο, στο λιμάνι Λεμεσού, στις 26.6.2006.   Κατά τον ουσιώδη χρόνο ο εφεσίβλητος 1 εργαζόταν ως λιμενεργάτης στο λιμάνι Λεμεσού ενώ η εναγόμενη 1-εφεσίβλητη 2 ήταν ναυτιλιακή εταιρεία και πράκτορας του εν λόγω πλοίου.  Οι εναγόμενοι 2-εφεσείοντες ήταν οι ιδιοκτήτες γερανού τον οποίον εκμίσθωσαν, μαζί με τον χειριστή του, Χριστάκη Παντελή, στην εφεσίβλητη 2 για τους σκοπούς εκφόρτωσης των ράβδων σιδήρου από το εν λόγω πλοίο.

 

Στις 25.6.2006 η εφεσίβλητη 2 υπέβαλε αίτηση στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για να εργοδοτήσει επτά λιμενεργάτες για την εκφόρτωση ράβδων σιδήρου από το αμπάρι του εν λόγω πλοίου  στις 26.6.2006.    Μεταξύ των επτά λιμενεργατών που «εκχωρήθηκαν» ήταν και ο ενάγων-εφεσίβλητος 1.   Οι επτά λιμενεργάτες εισήλθαν στο αμπάρι του πλοίου και άρχισαν την εκφόρτωση ράβδων σιδήρου στο κρηπίδωμα του λιμανιού.   Η εκφόρτωση των ράβδων σιδήρου γινόταν με τη βοήθεια του γερανού και του χειριστή του, τους οποίους παραχώρησαν στην εφεσίβλητη 2, οι εφεσείοντες.  

 

Την επίδικη μέρα, γύρω στις 2.00 μ.μ., ενώ ο εφεσίβλητος 1 «δρασκελούσε» την τελευταία δέσμη του σιδήρου, η οποία είχε ήδη γαντζωθεί στο γερανό προς εκφόρτωση, ο γερανοδηγός ανασήκωσε, απότομα, κατά τον ενάγοντα, τη δέσμη του σιδήρου, με αποτέλεσμα να κτυπήσει τον ενάγοντα στο πόδι και να τον «πετάξει» στο πλευρό του αμπαριού.  Τη στιγμή που ο γερανοδηγός ανασήκωνε το φορτίο, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του ενάγοντα-εφεσίβλητου 1, ούτε ο ενάγοντας αλλά ούτε και κανείς άλλος από τους λιμενεργάτες, του είχαν δώσει σήμα να «βιράρει», δηλαδή να σηκώσει το φορτίο, και ο «κουμάντος» (επιστάτης) δεν βρισκόταν στη θέση του.   Ο εφεσίβλητος 1 απέδωσε την ευθύνη για τον τραυματισμό του στο γερανοδηγό, ο οποίος αν και είχε οπτική επαφή μαζί του και χωρίς να του δοθεί σήμα, από οποιονδήποτε, απότομα, ανασήκωσε το φορτίο με αποτέλεσμα να κτυπήσει τον ενάγοντα-εφεσίβλητο 1 και να τον τραυματίσει.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο άκουσε έξι μάρτυρες του ενάγοντα-εφεσίβλητου 1, μεταξύ των οποίων και τον ίδιο, και τρεις μάρτυρες των εναγομένων 2-εφεσειόντων.   Η εναγόμενη 1-εφεσίβλητη 2 δεν πρόσφερε οποιαδήποτε μαρτυρία.  

 

Η ευπαίδευτη πρωτόδικος Δικαστής, στην πολύ εμπεριστατωμένη απόφαση της, ασχολείται με την αξιολόγηση της μαρτυρίας όλων των μαρτύρων, καταλήγει σε ευρήματα και στη συνέχεια αναλύει ένα προς ένα τα επίδικα θέματα και, καθοδηγούμενη από σχετική νομολογία, εφαρμόζει το νόμο επί των γεγονότων της υπόθεσης.   Η απόφαση της, καταλήγει, είναι ότι υπήρξε αμέλεια εκ μέρους του γερανοδηγού και ότι τα τραύματα και οι ζημιές που υπέστη ο ενάγοντας-εφεσίβλητος 1 οφείλονταν στην αμέλεια του γερανοδηγού, για τον οποίον ήταν, εκ προστήσεως, και άλλως πως (όπως θα εξηγηθεί στη συνέχεια), αποκλειστικά υπεύθυνοι οι εναγόμενοι 2-εφεσείοντες.  Η πρώτη εναγόμενη-εφεσίβλητη 2 δεν είχε οποιαδήποτε εκ προστήσεως ή άλλη αστική ευθύνη για την αμέλεια του γερανοδηγού, ενώ ο ίδιος ο ενάγων-εφεσίβλητος 1 δεν είχε οποιαδήποτε συντρέχουσα αμέλεια.   

Μεταξύ των εναγομένων 1 και 2 υπήρχε και συμβατική σχέση την οποίαν επίσης εξέτασε το πρωτόδικο δικαστήριο και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η συμβατική ρύθμιση μεταξύ τους δεν επηρέαζε καθ΄ οιονδήποτε τρόπο την αποκλειστική, εκ προστήσεως, και άλλη μη συμβατική (tortious) αστική ευθύνη των εφεσειόντων.

 

Στη συνέχεια, αφού υπολόγισε τις γενικές και ειδικές αποζημιώσεις στις οποίες δικαιούτο ο ενάγων-εφεσίβλητος 1, εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου 1 και εις βάρος των εφεσειόντων, για γενικές και ειδικές αποζημιώσεις, τόκο και έξοδα.  Συγκεκριμένα επεδίκασε το ποσό των €50.000.- ως εύλογες και δίκαιες γενικές αποζημιώσεις, πλέον ποσό €8.475.- έξοδα αρθροπλαστικής γόνατος η οποία ήταν αναγκαίο να γίνει, λόγω της μετατραυματικής οστεοαρθρίτιδας, πλέον €8.891,57.- έξοδα της πολυκλινικής και του θεράποντος ιατρού, που παρείχαν υπηρεσίες στον ενάγοντα, πλέον συνολικό ποσό €153.314,50.- ως απώλεια (μελλοντικών) απολαβών.  

 

Καθοδηγούμενο από την υπόθεση Φοινικαρίδης κ.α. ν. Γεωργίου κ.α. (1991) 1 ΑΑΔ, 475 το πρωτόδικο δικαστήριο επιδίκασε τόκο επί των γενικών αποζημιώσεων 8% από την ημερομηνία γένεσης του αγωγίμου δικαιώματος στις 26.6.2006 μέχρι τις 14.10.2008, ημερομηνία τροποποίησης των αγωγής, η οποία είχε καταχωρηθεί 10 μήνες μετά τη γένεση του αγωγίμου δικαιώματος, και τόκο 5.5% ετησίως από τις 15.10.2008 μέχρις εξοφλήσεως.   Επί του ποσού των γενικών αποζημιώσεων, για τη μελλοντική επέμβαση, επιδίκασε νόμιμο τόκο από την ημερομηνία της απόφασης, επί του ποσού των ειδικών αποζημιώσεων για τα έξοδα της πολυκλινικής και του θεράποντα ιατρού επιδίκασε τόκο, το ήμισυ του νομίμου, δηλαδή 4% από τις 26.6.2006 μέχρι τις 14.10.2008 και 2.75% από τις 15.10.2008 μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης, και νόμιμο τόκο από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης μέχρι την εξόφληση.   Στο ποσό απώλειας εισοδημάτων, το οποίο άρχισε να δημιουργείται στις 26.6.2006, και αποκρυσταλλώθηκε την 1.10.2007, επιδίκασε νόμιμο τόκο, μειωμένο στο μισό, μεταξύ των δύο προαναφερόμενων ημερομηνιών, και νόμιμο τόκο 8% από την ημερομηνία αποκρυστάλλωσης μέχρι τις 14.10.2008 και 5.5% από τις 15.10.2008 μέχρι την εξόφληση.

 

Το ζήτημα των  εξόδων απασχόλησε ιδιαίτερα το πρωτόδικο δικαστήριο, το οποίο αφού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο ενάγοντας είχε κάθε δικαίωμα να προωθήσει την αγωγή εναντίον  και των δύο εναγομένων, κατέληξε ότι τα έξοδα των εναγομένων 1, οι οποίοι απαλλάγησαν από οποιαδήποτε ευθύνη, θα έπρεπε να τα επωμιστούν οι εναγόμενοι 2-εφεσείοντες, οι οποίοι κρίθηκαν αποκλειστικά υπόλογοι για το ατύχημα και τις ζημιές.  Κατά συνέπεια τα έξοδα της απαίτησης του ενάγοντα εναντίον των εναγομένων 1 επιδικάστηκαν εις βάρος των εναγομένων 2 ενώ η απαίτηση των εναγομένων 2 εναντίον των εναγομένων 1, για συνεισφορά και/ή αποζημίωση απορρίφθηκε, χωρίς άλλη διαταγή για έξοδα.

 

Οι λόγοι έφεσης 1, 2, 6 και 7 αφορούν τα πρωτόδικα συμπεράσματα αναφορικά με την ευθύνη για το επίδικο ατύχημα.  Οι λόγοι έφεσης 3 και 4 αφορούν  σε ζητήματα αξιοπιστίας των μαρτύρων.  Οι λόγοι έφεσης 5 και 8 αφορούν σε ζητήματα αξιοπιστίας και αποζημιώσεων.  Ο λόγος έφεσης 9 αφορά στο ζήτημα των ειδικών αποζημιώσεων, λόγω απώλειας μελλοντικών απολαβών.  Ο λόγος έφεσης 10 αφορά στο ζήτημα του τόκου που επιδικάστηκε επί των γενικών και ειδικών αποζημιώσεων και ο λόγος έφεσης 11 αφορά στο ζήτημα των εξόδων που επιδικάστηκαν εις βάρος των εφεσειόντων.

Καταρχάς θα εξετάσουμε του λόγους 1, 2, 6 και 7 που αφορούν στο ζήτημα της ευθύνης.   Προσβάλλονται, με τους λόγους αυτούς, τα πρωτόδικα συμπεράσματα, σύμφωνα με τα οποία ο γερανοδηγός, κ. Χριστάκης Παντελή, ΜΥ 1, ήταν υπάλληλος των εφεσειόντων και αυτοί είχαν την εκ προστήσεως ευθύνη για την οποιαδήποτε αμέλεια του και όχι η εφεσίβλητη 2-εναγόμενη 1.   Στους λόγους αυτούς, προσβάλλονται επίσης τα πρωτόδικα συμπεράσματα ότι την αποκλειστική ευθύνη για το επίδικο ατύχημα είχαν οι εφεσείοντες και ότι καμιά ευθύνη δεν είχε η εφεσίβλητη 2, ότι οι εφεσείοντες είχαν υποχρέωση να επιβλέπουν, να ελέγχουν και να καθοδηγούν τον γερανοδηγό τους και ότι παρέβησαν την υποχρέωση τους να παραχωρήσουν, κατάλληλο γερανοδηγό, προς την εφεσίβλητη 2.

 

Κανένας από τους προαναφερόμενους λόγους αναφορικά με την ευθύνη δεν ευσταθεί.    Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού προέβη σε ευρήματα αξιοπιστίας και κατέληξε σε συμπεράσματα ως προς τα γεγονότα, εξέτασε το ζήτημα της ευθύνης από όλες τις πτυχές του, με κάθε λεπτομέρεια, και καθοδηγούμενο από ορθές αρχές της νομολογίας.   Το ζήτημα της ευθύνης ορθά αποφασίστηκε στη βάση των περιστάσεων της υπόθεσης.  Το κύριο κριτήριο ήταν το κατά πόσον οι μισθωτές των υπηρεσιών του γερανού και του γερανοδηγού είχαν την εξουσία να ελέγχουν τον τρόπο της εκτέλεσης των διαφόρων ενεργειών του οδηγού του γερανού ή όχι.  Αναφορά έγινε στις υποθέσεις Mersey Harbour Board v. Coggins (1946) All E.R. 345, Bhoomidas v. Port of Singapore Authority (1978) 1 All E.R. 956, Kykon Ltd v. Demetriou and others (1982)  1 CLR 453, Miltiades Erodotou v. Shoham (Cyprus) Ltd and others (1987) 1 CLR 107, Viasystems v. Thermal Transfer (2005) 3 All E.R. 118, Μεταφορική Εταιρεία Γ & Μ Περικλέους Λτδ ν. Αντώνη Μιχαήλ (2000) 1(Γ) ΑΑΔ 1661 και Ιωάννου & Παρασκευαίδης Λτδ ν. Πάνια κ.α. (2005) 1(Α) ΑΑΔ 232.      

 

Στην προκείμενη περίπτωση και σύμφωνα με τα περιστατικά της υπόθεσης την αποκλειστική ευθύνη για την αμέλεια του γερανοδηγού είχαν οι εφεσείοντες-εκμισθωτές και δεν μπορούσε να καταμεριστεί μέρος της ευθύνης στην εναγόμενη 1-εφεσίβλητη 2, δηλαδή να θεωρηθεί ότι υπήρχε διπλή εκ προστήσεως ευθύνη, όπως αποφασίστηκε στην υπόθεση Viasystems (ανωτέρω).   Τούτο διότι την εποπτεία και την επίβλεψη της συγκεκριμένης εργασίας εκφόρτωσης του σιδήρου, που περιλάμβανε και τον τρόπο χειρισμού του γερανού από τον οδηγό του, και τον έλεγχο της διακυβέρνησης του γερανού από τον οδηγό του, είχαν αποκλειστικά οι εναγόμενοι 2-εφεσείοντες.  Επιπρόσθετα οι εναγόμενοι 2-εφεσείοντες παρείχαν στην εναγόμενη 1-εφεσίβλητη 2 έναν άπειρο γερανοδηγό, ο οποίος βρισκόταν εντός της δοκιμαστικής περιόδου, ενώ το φορτίο του σιδήρου θεωρείται επικίνδυνο φορτίο, το οποίο θα έπρεπε να το χειριστεί ένας έμπειρος γερανοδηγός.   Οι εφεσείοντες έφεραν (πρωτογενή) ευθύνη για την παροχή ενός άπειρου οδηγού, για το χειρισμό ενός επικίνδυνου φορτίου, στοιχείο που καθιστούσε απαραίτητη, κατ΄ ελάχιστον, την επίβλεψη της εκτέλεσης της επίδικης επικίνδυνης εργασίας, από τους εφεσείοντες, μέσω των υπαλλήλων τους, πράγμα που δεν έγινε.  Η παράλειψη επίβλεψης του συγκεκριμένου γερανοδηγού συνιστά αμέλεια και παράβαση νομίμων καθηκόντων από πλευράς των εφεσειόντων, όπως επίσης ορθά έκρινε το πρωτόδικο δικαστήριο.  

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο γερανοδηγός προέβη σε μια βεβιασμένη και πρόωρη ενέργεια ανύψωσης του φορτίου πριν καν του δοθεί οποιοδήποτε σήμα και ενώ έβλεπε ή όφειλε να δει ότι ο ενάγοντας δεν είχε απομακρυνθεί από το σημείο.   Αυτή η συμπεριφορά συνιστούσε αμέλεια εκ μέρους του γερανοδηγού για την οποία αποκλειστικά υπεύθυνοι, εκ προστήσεως, ήταν οι εφεσείοντες οι οποίοι παρέμειναν εργοδότες του γερανοδηγού κατά τον ουσιώδη χρόνο, εφόσον εκείνοι είχαν τον έλεγχο του χειρισμού του γερανού από τον οδηγό του.   Αντίθετα, η εναγόμενη 1-εφεσίβλητη 2, παρόλο που είχε δικαίωμα επιλογής του σημείου τοποθέτησης του γερανού, του εξοπλισμού, και έδινε σήμα στο γερανοδηγό για την ανύψωση του φορτίου, (το οποίο δεν ήταν πάντοτε απαραίτητο), δεν ανέλαβε ούτε είχε την εξουσία επί του ελέγχου του χειρισμού του γερανού από τον οδηγό.   Η εναγόμενη 1-εφεσίβλητη 2 είχε υιοθετήσει ένα ασφαλές σύστημα εργασίας με την παροχή επαρκούς και ικανού προσωπικού και του ορθού εξοπλισμού και την επίβλεψη της όλης εργασίας και δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως, καθ΄ οιονδήποτε τρόπο, υπόλογη για αμέλεια ή εκ προστήσεως αμέλεια.   Ούτε και ο ενάγοντας-εφεσίβλητος 1 είχε οποιαδήποτε ευθύνη-συντρέχουσα αμέλεια, εφόσον εκτέλεσε πλήρως και κανονικά την εργασία του με βάση την πρακτική και την πείρα του.  

 

Όσον αφορά τη συμβατική σχέση μεταξύ εναγομένων 1 και 2, δεδομένης κάποιας συμφωνίας που είχαν υπογράψει, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι η συμφωνία είχε σημασία μόνον αναφορικά με τον καθορισμό της ευθύνης των εναγομένων έναντι του ενάγοντα, αλλά δεν είχε οποιαδήποτε σημασία για τον καθορισμό της ευθύνης μεταξύ των εναγομένων. 

 

Το ζήτημα της αξιοπιστίας των μαρτύρων εμπίπτει κατά κύριο λόγο στην αρμοδιότητα του πρωτόδικου δικαστηρίου και το Εφετείο επεμβαίνει μόνο σε καθορισμένες περιστάσεις όπου το πρωτόδικο δικαστήριο καταλήγει σε παράλογα ευρήματα ή εκφεύγει των πλαισίων άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας.   

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο δέχθηκε τη μαρτυρία του ενάγοντα-εφεσίβλητου 1 και αιτιολόγησε πλήρως την κρίση του αυτή.   Απέρριψε τη μαρτυρία του γερανοδηγού, ΜΥ 1, επίσης δίνοντας πειστικούς λόγους.  Δέχθηκε τη μαρτυρία του ανεξάρτητου μάρτυρα ΜΕ 3, θεώρησε όμως την έρευνα του ως ελλειπή ως προς τις συνθήκες υπό τις οποίες έγινε το ατύχημα.    Επομένως ήταν απόλυτα δικαιολογημένο να καταλήξει σε εύρημα ότι δεν δόθηκε σήμα στο γερανοδηγό για την εκφόρτωση της τελευταίας δέσμης σιδήρου και ότι ο γερανοδηγός, εν πάση περιπτώσει, θα έπρεπε να είχε προσέξει τον ενάγοντα, ο οποίος βρισκόταν στο σημείο εκείνο, και δεν θα έπρεπε να είχε προβεί στη συγκεκριμένη εκφόρτωση.

 

Αναφορικά με τους ιατρούς ΜΕ 6 και ΜΥ 2, το πρωτόδικο δικαστήριο επίσης έδωσε πειστικούς λόγους γιατί αποδέχθηκε εξ ολοκλήρου τη μαρτυρία του ΜΕ 6 και δεν αποδέχθηκε σε συγκεκριμένα σημεία, τη μαρτυρία του ΜΥ 2.   Ήταν ειδικά στη μαρτυρία του ενάγοντα-εφεσίβλητου 1 και σε εκείνη του γιατρού Σιμιλλίδη, ΜΕ 6, που βασίστηκε το πρωτόδικο δικαστήριο για να καταλήξει ως προς τις σωματικές βλάβες και ζημιές που υπέστη ο ενάγων-εφεσίβλητος 1 και στις αποζημιώσεις που δικαιούτο.

 

Θεωρούμε ότι τα ευρήματα αξιοπιστίας των μαρτύρων στα οποία προέβη το πρωτόδικο δικαστήριο είναι απόλυτα εύλογα και αιτιολογημένα και δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος για επέμβαση του Εφετείου.

 

Ο λόγος έφεσης 5 αφορά στο πρωτόδικο συμπέρασμα ότι ο ενάγων υποαπασχολείτο, όταν επέστρεψε πίσω στην εργασία του.  Ο λόγος αυτός συνδέεται και με το λόγο έφεσης 9 και καλύπτεται από τις σελίδες 68-73 της πρωτόδικης απόφασης.

 

Το εύρημα του δικαστηρίου που προσβάλλεται με τους λόγους έφεσης 5 και 9 είναι ορθό και αιτιολογείται, με βάση την αξιόπιστη μαρτυρία του ιατρού ΜΕ 6, ο οποίος είπε ότι, όταν ο ενάγων επέστρεψε στην εργασία του, δεν εκτελούσε κανονικά τα καθήκοντά του και βοηθείτο από τους συναδέλφους του μέχρι την αποχώρηση του.  Γι΄ αυτό εξάλλου ο ενάγων περιόρισε την απαίτησή του για το διάστημα που έμεινε εκτός εργασίας.

 

Το δικαστήριο έκρινε ότι υπήρχε επαρκής μαρτυρία ενώπιον του, μεταξύ άλλων τα τεκμήρια 21 και 30, που έδειχναν τις απολαβές του συναδέλφου του ενάγοντα, που τον αναπληρούσε, κατά τον ουσιώδη χρόνο.  Στη βάση των προαναφερόμενων στοιχείων το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε ορθά συμπεράσματα και υπολογισμούς.     

 

Ο όγδοος λόγος έφεσης είναι επίσης αβάσιμος.   Από τη στιγμή που το δικαστήριο δέχθηκε την ουσιώδη μαρτυρία του ΜΕ 6 και απέρριψε εκείνη του ΜΥ 2, ορθά κατέληξε ότι η μελλοντική εγχείρηση αρθροπλαστικής ήταν απαραίτητη και ότι το κόστος της ανερχόταν στις €8.475.-

 

Ο ένατος λόγος έφεσης αφορά στις ειδικές αποζημιώσεις λόγω απώλειας απολαβών και είναι και αυτός αβάσιμος, όπως και ο λόγος 5 με τον οποίο συνδέεται.   Στη βάση της αξιόπιστης μαρτυρίας του εφεσίβλητου 1 και κυρίως του γιατρού ΜΕ 6, ήταν απόλυτα θεμιτό και επιτρεπτό για το πρωτόδικο δικαστήριο να υπολογίσει τις απώλειες απολαβών του εφεσίβλητου 1 στο συνολικό ποσό των €153.314,50.- αφού συνυπολόγισε και τις φορολογικές και άλλες νομικές υποχρεώσεις που είχε ο εφεσίβλητος 1, κατά προσέγγιση, όπως είναι επιτρεπτό σύμφωνα με τη νομολογία (Δέστε:  Ερωτοκρίτου ν. Καραολή (1998) 1 ΑΑΔ 445).

 

Ο δέκατος λόγος έφεσης, αναφορικά με τον τόκο, είναι επίσης αβάσιμος.   Σύμφωνα με την Φοινικαρίδης (ανωτέρω) ήταν επιτρεπτό για το πρωτόδικο δικαστήριο να λάβει ως αφετηρία για τον υπολογισμό του τόκου την ημερομηνία γένεσης του αγώγιμου δικαιώματος δεδομένου ότι η έκθεση απαιτήσεως καταχωρήθηκε περίπου 10 μήνες μετά, και σε μικρό χρονικό διάστημα έγινε και μια αναγκαία τροποποίηση της εκθέσεως απαιτήσεως. Δεν υπάρχει οτιδήποτε το μεμπτό στον τρόπο υπολογισμού του τόκου από το πρωτόδικο δικαστήριο.

 

Ο εντέκατος λόγος αφορά στον επιδικασμό των εξόδων που επιδικάστηκαν υπέρ του εφεσίβλητου 1 και στον καταδικασμό των εφεσειόντων στην πληρωμή των εξόδων και της εφεσίβλητης 2, η οποία απαλλάγηκε από οποιαδήποτε ευθύνη.   Το πρωτόδικο δικαστήριο καθοδηγήθηκε από σχετικές αυθεντίες και συγκεκριμένα τις αποφάσεις Sanderson v. Blyth Theatre Company (1903) 2 K.B. 333, Bullock v. London General Omnibus Company (1907) 1 K.B. 264, Charalambous v. Shoham (Cyprus) Ltd and others (1983) 1(A) CLR 239 και Karkotis and another v. Charalambous (1976) 1 CLR, 320.   Από τη στιγμή που το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι ο ενάγοντας είχε δικαίωμα να προωθήσει την αγωγή του εναντίον και των δύο εναγομένων, έτσι ώστε το δικαστήριο να έχει ενώπιον του όλα τα απαραίτητα στοιχεία για τον καθορισμό της ευθύνης για το επίδικο ατύχημα και για την αποζημίωση για τους τραυματισμούς που υπέστη, θεωρούμε ότι ορθά άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια και εξέδωσε τη γνωστή διαταγή «Bullock» ως προς τα έξοδα.  Η κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι είχε δικαίωμα (ο ενάγοντας), υπό τις περιστάσεις, να κινηθεί εναντίον και των δύο εναγομένων, δεδομένου ότι οι εναγόμενοι 2-εφεσείοντες ήταν οι εκμισθωτές του γερανοδηγού και του γερανού και η εναγόμενη 1-εφεσίβλητη 2 ήταν οι μισθωτές του, ήταν υπό τις περιστάσεις ορθή.  Επομένως και ο εντέκατος λόγος έφεσης είναι αβάσιμος.

 

 

 

 

Για τους προαναφερόμενους λόγους η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων και υπέρ των εφεσιβλήτων.  Τα έξοδα καθορίζονται στο ποσό των €2.000.-, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, υπέρ εκάστου εφεσιβλήτου.

 

 

 

 

                                                          Π.

 

 

                                                          Δ.

 

 

                                                          Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ.    


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο