ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:A248
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΓΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10/2012)
22 Μαΐου 2018
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]
ASSOCIATED AGENCIES LIMITED,
Εφεσείοντες
- ΚΑΙ -
ROHA PREMICUM POTATO LIMITED,
Εφεσιβλήτων
---------------------------------------
Χρ. Μιτσίδης με Α. Μιτσίδου (κα), για τους Εφεσείοντες.
Π. Αριστοτέλους για Μ.Χ. Μυλωνάς & Συνεργάτες, για τους Εφεσίβλητους.
-----------------------------------------
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του
Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Ναθαναήλ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Αγωγή Ναυτοδικείου in personam, μεταφερθείσα προς εκδίκαση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας λόγω του μικρού ποσού που αξιώνετο, αφορούσε το ποσό των ΛΚ1.804,10 για υπηρεσίες πρακτόρευσης και μεταφοράς ή διαμετακόμισης φορτίου και συναφείς υπηρεσίες που η εφεσείουσα εταιρεία προσέφερε στους εφεσίβλητους.
Η αξίωση αφορούσε τη μεταφορά 22.000 κιλών πατατών από το λιμάνι της Λεμεσού στο λιμάνι του Felixstowe της Αγγλίας κατά ή περί τις 7.1.2006 επί του πλοίου «Kestrel I», στη βάση όρων φορτωτικής και ή τιμολογίου και χρεωστικής σημείωσης ημερ. 5.1.2006. Με την Αναφορά της, η οποία υποστηρίχθηκε από τη μαρτυρία της Τούλας Κωνσταντινίδου, υπαλλήλου της εφεσείουσας, η εφεσείουσα ισχυρίστηκε ότι κατά πάντα χρόνο ήταν αντιπρόσωπος της Hamburg Sud, γερμανικής εταιρείας που εκτελούσε μεταφορές διά θαλάσσης επ΄ αμοιβή, φορτίων και εμπορευμάτων. Υπό την ιδιότητα του αντιπροσώπου, η εφεσείουσα εταιρεία διευθέτησε τη μεταφορά των πατατών επί του προαναφερθέντος πλοίου από τη Λεμεσό στο λιμάνι Felixstowe. Προς επιβεβαίωση της συμφωνίας αυτής, η εφεσείουσα εξέδωσε τιμολόγιο ή χρεωστική σημείωση υπ΄ αρ. 8783 στις 5.1.2006 για το πιο πάνω ποσό σε σχέση, μεταξύ άλλων, με χρεώσεις ναύλου, πετρελαίου, έξοδα φορτωτικής και παράδοσης και φόρους των λιμανιών. Εξεδόθη επίσης φορτωτική («bill of lading»), από την εφεσείουσα ως αντιπρόσωπος και πάλι της Hamburg Sud στις 7.1.2006. Ο ναύλος, σύμφωνα με τη φορτωτική, ήταν προπληρωτέος, σε περίπτωση δε που δεν προπληρωνόταν, οι εφεσίβλητοι θα ευθύνονταν για την πληρωμή του και όλες τις σχετικές χρεώσεις. Η εφεσείουσα πλήρωσε στην Hamburg Sud το αξιούμενο ποσό στο οποίο αφορούσε το εκδοθέν τιμολόγιο, πλην, όμως, οι εφεσίβλητοι παρέλειψαν να το καταβάλουν.
Στην Απάντηση τους οι εφεσίβλητοι παραδέχθηκαν την έκδοση της φορτωτικής, ισχυριζόμενοι όμως ότι ουδέποτε τους παρουσιάστηκε κατά τον ουσιώδη χρόνο, εισηγούμενοι περαιτέρω ότι η συμφωνία για τη μεταφορά των εμπορευμάτων περιελάμβανε και την παράδοση αυτών στους τελικούς δικαιούχους την εταιρεία Medfresh Limited. Υπήρχε συνεργασία και προηγουμένως μεταξύ των διαδίκων με τους εφεσίβλητους να θεωρούν την Hamburg Sud ως αντιπροσώπους, υπηρέτες και/ή συνεργάτες της εφεσείουσας εταιρείας. Όταν το εμπόρευμα έφθασε στο λιμάνι Felixstowe, η εφεσείουσα παρέλειψε να δώσει οδηγίες για την παράδοση των εμπορευμάτων στους τελικούς δικαιούχους με αποτέλεσμα να μην παραδοθούν σ΄ αυτούς, με τους εφεσίβλητους να υπέστησαν εξ αιτίας της αντισυμβατικής ενέργειας της εφεσείουσας ζημιά ύψους 8.800 Αγγλικών Στερλινών τις οποίες και ανταπαίτησαν. Τη θέση τους αυτή οι εφεσίβλητοι προώθησαν και ενόρκως μέσω της μαρτυρίας του γενικού διευθυντή τους, Ροδή Χατζηανδρέου.
Με την απόφαση η οποία εκδόθηκε ένα σχεδόν χρόνο μετά την επιφύλαξη της το Δικαστήριο απέρριψε τόσο την απαίτηση, όσο και την ανταπαίτηση. Σύμφωνα με το σκεπτικό του Δικαστηρίου, η φορτωτική αποτελούσε συμφωνία μεταξύ της Hamburg Sud διά μέσου των αντιπροσώπων αυτής, δηλαδή, της εφεσείουσας και των εφεσιβλήτων. Η εφεσείουσα δεν μπορούσε επομένως να αντλήσει δικαιώματα από τη φορτωτική αφού δεν ήταν η ίδια συμβαλλόμενο μέρος με τους εφεσίβλητους. Συμφώνως των άρθρων 186 και 190 του περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ. 149, ο αντιπρόσωπος δεν δύναται να εκτελέσει προσωπικά σύμβαση και ούτε δεσμεύεται από αυτή. Στην απόφαση του το Δικαστήριο αναφέρθηκε στις νομικές συνέπειες της φορτωτικής καταγράφοντας ότι μια φορτωτική αποτελεί ένδειξη για την ύπαρξη μιας συμφωνίας μεταφοράς, καθώς και μαρτυρία για τη συμφωνία. Η μεταφορά θα εκτελείτο από την Hamburg Sud στη βάση των όρων της φορτωτικής, η δε ανάμειξη της ήταν δεδομένη αφού μετά την έγερση της διαφοράς συμπεριφέρθηκε ως δικαιούχος του δικαιώματος επίσχεσης, («lien»), δίδοντας στο τέλος της ημέρας οδηγίες για τη μεταπώληση του εμπορεύματος που είχε παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα στο λιμάνι του Felixstowe. Η εφεσείουσα δεν ήταν πλοιοκτήτης ώστε να μεταφέρει η ίδια το εμπόρευμα και γι΄ αυτό διευθέτησε ως αντιπρόσωπος της Hamburg Sud τη μεταφορά του εμπορεύματος υπογράφοντας το τυποποιημένο έντυπο της Hamburg Sud υπό την ιδιότητα του αντιπροσώπου αυτής.
Η εφεσείουσα παραπονείται για την απόρριψη της αξίωσης της θεωρώντας ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να αντιληφθεί τη βάση της αξίωσης που δεν είχε σχέση με τη φορτωτική και τους όρους της, αλλά βασιζόταν στο τιμολόγιο και/ή χρεωστική σημείωση που είχε εκδοθεί προς τους εφεσίβλητους. Η χρεωστική αυτή σημείωση δεν είχε εκδοθεί από την Hamburg Sud, ούτε από την εφεσείουσα ως αντιπροσώπου της. Η χρεωστική σημείωση επιβεβαίωνε τη θέση της εφεσείουσας ότι ανταποκρινόμενη στην αίτηση των εφεσιβλήτων για μεταφορά εμπορευμάτων, («application for shipment»), διευθέτησε τη μεταφορά του φορτίου με πλοίο της Hamburg Sud, υποκείμενη σε έξοδα για τις υπηρεσίες αυτές. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, περαιτέρω, δεν ανέλυσε ορθά τα τεκμήρια και τη μαρτυρία που είχε ενώπιον του, θεωρώντας λανθασμένα ότι για να δικαιούτο η εφεσείουσα το αξιωθέν ποσό χρειαζόταν συμφωνία εκχώρησης των δικαιωμάτων της Hamburg Sud προς αυτή.
Η αντίθετη θέση των εφεσιβλήτων είναι ότι ορθά το Δικαστήριο έκρινε την υπόθεση στη βάση των πραγματικών γεγονότων και της ορθής νομικής πτυχής και επομένως η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί εφόσον η εφεσείουσα ενεργούσε κατά πάντα χρόνο ως αντιπρόσωπος της Hamburg Sud μη νομιμοποιούμενη στην προώθηση αυτοτελούς αξίωσης. Δεν προωθήθηκε έφεση ή αντέφεση επί της απόρριψης της ανταπαιτήσεως των εφεσιβλήτων.
Έχοντας μελετήσει με τη δέουσα προσοχή τα όλα δεδομένα της υπόθεσης, κρίνεται ότι η έφεση δεν μπορεί παρά να επιτύχει. Η εφεσείουσα εταιρεία προσέφερε υπηρεσίες στη βάση αίτησης που απηύθυναν οι εφεσίβλητοι, το Application for Shipment, Τεκμ. 1, προς αυτήν με την οποία ζητήθηκε η μεταφορά του εμπορεύματος με φορτωτές («shippers») τους εφεσίβλητους και παραλήπτες («consignees»), τη Medfresh Ltd. Η εφεσείουσα στο πλαίσιο της διευθέτησης της μεταφοράς και με προπληρωμένο το ναύλο, εξέδωσε τη φορτωτική Τεκμήριο 2, την οποία και υπέγραψε ρητώς ως «agents of the Carriers», δηλαδή της Hamburg Sud σύμφωνα με τον ορισμό που δίδεται στον όρο 1, των Terms and Conditions του Bill of Lading, που είναι αναγεγραμμένοι όπισθεν αυτού. Συμβατική επομένως σχέση μεταξύ της εφεσείουσας και των εφεσιβλήτων δεν υπήρχε στη βάση της φορτωτικής. Η φορτωτική διείπε τους όρους μεταφοράς του εμπορεύματος μεταξύ των φορτωτών - shippers - εφεσιβλήτων και του μεταφορέα της Hamburg Sud, με παραλήπτη του εμπορεύματος τη Medfresh Ltd. Η εφεσείουσα δεν ήταν συμβαλλόμενο μέρος.
Το Bill of Lading, δημιούργημα της εμπορικής πρακτικής από τον 16ο αιώνα, έχει την έννοια (i) της επίσημης απόδειξης από τον πλοιοκτήτη ότι εμπορεύματα με ορισμένα χαρακτηριστικά έχουν τοποθετηθεί επί ορισμένου πλοίου με συγκεκριμένο προορισμό, (ii) της καταγραφής της σύμβασης μεταφοράς επαναλαμβάνοντας με λεπτομέρεια τους όρους της σύμβασης που στην πραγματικότητα είχε συνομολογηθεί πριν την υπογραφή της φορτωτικής και (iii) της παροχής τίτλου επί των εμπορευμάτων που δίδει το δικαίωμα στον παραλήπτη να τα διαθέσει αναλόγως με την οπισθογράφηση και παράδοση της φορτωτικής.
Χρησιμοποιείται επίσης από τον ιδιοκτήτη των εμπορευμάτων τα οποία πλέον είναι εν πλω, και στην κατοχή επομένως του πλοιοκτήτη, να τα διαθέσει έναντι χρημάτων ή δανείου από τράπεζα. Ο ναύλος πληρώνεται στον πλοιοκτήτη κατά κανόνα άμα τη αφίξει του πλοίου και την ασφαλή παράδοση των εμπορευμάτων. Επικράτησε όμως και είναι δυνατόν, νομικά, να συμφωνείται ότι ο ναύλος είναι προπληρωμένος, (δέστε για όλα τα ανωτέρω το σύγγραμμα του Clive M. Schmitthoff: The Export Trade, 6η έκδ., σελ 298-309).
Η όποια διαφορά δημιουργήθηκε με τη μη παράδοση του εμπορεύματος στη Medfresh Ltd, δεν αφορούσε την εφεσείουσα. Πέραν του ότι δυνάμει του όρου 12 της φορτωτικής, η παράδοση αφορούσε τους εφεσίβλητους που όφειλαν να ειδοποιήσουν τη Medfresh Ltd, η οποία και παρέλαβε τη φορτωτική και με τη σειρά της την παρέδωσε στη Hamburg Sud, σύμφωνα με το Τεκμήριο 3, είναι φανερό ότι η εφεσείουσα δεν όφειλε οτιδήποτε άλλο στους εφεσίβλητους από του να διευθετήσουν τη μεταφορά του εμπορεύματος. Ενεργούσε ως πράκτορας επί πληρωμή, προσφέροντας βοήθεια στους εφεσίβλητους με τους οποίους υπήρχε, παραδεκτή και από τους δύο διαδίκους, συνεργασία πάνω σ΄ αυτή τη βάση επί σειρά ετών.
Η εφεσείουσα ακριβώς πρόσφερε αυτές τις υπηρεσίες και εξέδωσε το σχετικό τιμολόγιο, Τεκμήριο 4, το οποίο είναι σαφέστατο. Αποτελούσε χρεωστική σημείωση, («Debit Note»), προς τους εφεσίβλητους για «freight charges and loading expenses», όπως αναλύονται επιμέρους για να καταλήξει στο ποσό των ΛΚ1.804,10.
Πουθενά δεν αναφέρεται ότι υπάρχει υποχρέωση της εφεσείουσας για παράδοση του ίδιου του εμπορεύματος, που ήταν άλλωστε ευθύνη της Hamburg Sud. Η όποια περίπλεξη στο ζήτημα έγινε από την αναφορά στη φορτωτική στη δικογραφία ως μέρος, αναμφίβολα, του όλου ιστορικού. Πλην, όμως, στην ουσία η αξίωση βασιζόταν στο εν λόγω τιμολόγιο.
Η έφεση συνεπώς επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται.
Εκδίδεται απόφαση υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον των εφεσιβλήτων για το ποσό των €3.082,32 (ΛΚ1.804,10) με νόμιμο τόκο από την καταχώρηση της αγωγής.
Τα έξοδα τόσο πρωτοδίκως, όσο και κατ΄ έφεση, επιδικάζονται υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον των εφεσιβλήτων όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΘ