ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Α. Πελεκάνος με Χ. Γεωργίου και Βρ. Γεωργίου (κα), για τον Αιτητή. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2018-04-23 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΙΩΑΝΝΟΥ, Πολιτική Αίτηση Αρ. 35/2018, 23/4/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2018:D181

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 35/2018)

 

23 Απριλίου 2018

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ

ΤΟΥ 1964, ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1Α, 11, 12, 15, 16, 17, 30 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5, 6 ΚΑΙ 8 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ,

ΤΑ ΑΡΘΡΑ 7, 8, 11, 52 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2002/52/ΕΚ Η ΟΠΟΙΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2009/136/ΕΚ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 10, 18, 19, 20, 21, 23 ΚΑΙ 44 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 155

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΝΟΜΟ 183(Ι)/07, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ  ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΝΟΜΟ 92(Ι)/96, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΝΟΜΟ 138(Ι)/2001 ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ (ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΣΥΝΔΙΑΛΕΞΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΚΑΤΑΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ) ΝΟΜΟ ΤΟΥ 1996 (Ν. 92(ι)/1996)

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΤΟΥ

ΙΩΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΙΩΑΝΝΟΥ ΠΟΥ ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΤΗΝ 08/01/2018 ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΣΤ 1039 Μ. ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ

 

ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΙΩΑΝΝΟΥ ΜΕ Α.Δ.Τ. 697471, ΓΙΑ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ

ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI

 

-------------------------------------------

 

Α. Πελεκάνος με Χ. Γεωργίου και Βρ. Γεωργίου (κα), για τον Αιτητή.

 

-------------------------------------------

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ (EX TEMPORE)

 

 

        ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Το Δικαστήριο έχει ενώπιον του την αίτηση για χορήγηση άδειας σε σχέση με το εκδοθέν ένταλμα σύλληψης του αιτητή ημερ. 8.1.2018.  Η αίτηση συνοδεύεται βεβαίως από τη νενομισμένη έκθεση και την ένορκη δήλωση που πρέπει να δίδει στο Δικαστήριο όλη την εικόνα και όντως δίδεται όλη η εικόνα στο Δικαστήριο μέσα από λεπτομέρειες που καταγράφονται και επιβεβαιώνονται από σωρεία εγγράφων που έχουν κατατεθεί ως τεκμήρια στην αίτηση και την ένορκη δήλωση. 

 

        Το ζήτημα προέκυψε από υποθέσεις που η αστυνομία διερευνούσε σε σχέση με τη δραστηριοποίηση προσώπων στην Ελλάδα σε συνεργασία με πρόσωπα στη Βουλγαρία και Κύπρο για την εγκατάσταση πειρατικού δικτύου που διαμοιράζει παράνομα («streaming») συνδρομητικά σήματα διαφόρων τηλεοπτικών πακέτων όπως Nova, Ote, Sky UK, κλπ.  Παράλληλα υπήρχαν καταγγελίες από την ΑΤΗΚ για  υπόθεση που αφορούσε παράνομη διανομή τηλεοπτικού σήματος ζωντανών μεταδόσεων αθλητικών διοργανώσεων, τα πνευματικά δικαιώματα ανήκοντα στην ΑΤΗΚ.

 

        Με τρόπους που περιγράφονται λεπτομερώς στην ένορκη δήλωση του Αστυνομικού αρ. 1039 Μ. Αριστείδου, εντοπίσθηκαν διευθύνσεις πρωτοκόλλου διαδικτύου IP και ζητήθηκε η πρόσβαση σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα.  Διαφάνηκε ότι μεταξύ άλλων προσώπων σχέση είχε και ο αιτητής ο οποίος, συμφώνως πληροφοριών, ασχολείτο με την πώληση συσκευών και παράνομων συνδρομών για θέαση συνδρομητικών καναλιών.  Οι έρευνες με την τεχνική και αστυνομική υποστήριξη της Europol ενέπλεκαν και άλλα πρόσωπα στην Κύπρο, Ελλάδα, Ολλανδία και Βουλγαρία.

 

        Ζητήθηκαν, επομένως, διάφορα εντάλματα έρευνας, αλλά και σύλληψης υπόπτων, μεταξύ των οποίων και του αιτητή.

 

        Τα διερευνόμενα αδικήματα σχετίζονται με συνωμοσία για διάπραξη κακουργημάτων και  πλημμελημάτων, παράνομη πρόσβαση και επέμβαση σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές και δεδομένων αυτών, παραβίαση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και αδικήματα κατά παράβαση του Νόμου περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες.  Αναλυτικά τα αδικήματα εκτίθενται στο ένταλμα σύλληψης του αιτητή.

 

        Ο ευπαίδευτος συνήγορος στην ικανή του αγόρευση έθεσε ως απαύγασμα των επιχειρημάτων του το γεγονός ότι το ένταλμα σύλληψης δεν φέρει την ώρα έκδοσης του κατ΄ αντίθετη με το Νόμο και το Σύνταγμα.  Χωρίς να παραγνωρίζονται οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης που αναφέρονται στην αίτηση, την έκθεση και την ένορκη δήλωση, ο συνήγορος εισηγήθηκε ότι από μόνος του αυτός ο λόγος θεμελιώνει το αίτημα για τη χορήγηση άδειας, ακόμη και την ίδια την ακύρωση του εντάλματος από αυτό το στάδιο, εφόσον δεν μπορεί επί του θέματος να υπάρξει βάσιμος αντίλογος.  Περαιτέρω, ο συνήγορος τόνισε ότι ήταν αδύνατο να γίνει αντιληπτός ο περίπλοκος όρκος του αστυνομικού οργάνου που ήταν πολυσέλιδος ώστε το Δικαστήριο να κατανοήσει τα δεδομένα και να εκδώσει το ένταλμα αυθημερόν όπως απορρέει από τα υπόλοιπα εκδοθέντα εντάλματα έρευνας και σύλληψης, την ίδια ώρα με τον όρκο.  Πρόσθετα, υπήρξε ψευδορκία στον όρκο διότι ενώ αναληθώς αναφέρθηκε ότι είχε γίνει καταγγελία από τη Nova Ελλάδος,  επιστολή της τελευταίας διαβεβαιώνει ότι δεν έγινε καμιά καταγγελία στις Κυπριακές αρχές.

 

Υπάρχουν και άλλοι λόγοι ακύρωσης, οι οποίοι όμως δεν χρειάζεται να καταγραφούν υπό το φως των όσων ακολουθούν.

 

Η αιτούμενη άδεια δεν μπορεί να χορηγηθεί.  Διαπιστώνεται κατ΄ αρχάς καθυστέρηση στην προώθηση της αίτησης. Το ένταλμα ενώ εκδόθηκε στις  8.1.2018, το αίτημα Certiorari καταχωρήθηκε μόλις στις 16.4.2018 πέραν, δηλαδή, των τριών μηνών.  Όντως δίδονται εξηγήσεις στην ένορκη δήλωση, και την έκθεση και τις ανέφερε και ο κ. Πελεκάνος στην αγόρευση του, αλλά υπό το φως των όλων στοιχείων που αφορούν όχι μόνο τη συγκεκριμένη  υπόθεση, αλλά και όλες τις υπόλοιπες υποθέσεις  για τις οποίες γίνεται αναφορά στην παρούσα αίτηση και επομένως  το Δικαστήριο μπορεί να τις λάβει υπόψη, το σύνολο των δεδομένων δεν επιτρέπει στο Δικαστήριο να θεωρήσει ότι ο χρόνος που παρήλθε ήταν δικαιολογημένος.  Παρά τις δυσκολίες που ο αιτητής αντιμετώπισε στην εξεύρεση δικηγόρου, εν τούτοις μπορούσε με σπουδή ανάλογη με την περίπτωση και τη σοβαρότητα του όλου φάσματος των υποθέσεων, να καταχωρούσε την παρούσα αίτηση πολύ πιο έγκαιρα ώστε να μην έχει παρέλθει ο λογικός χρόνος εξέτασης της υπόθεσης πάντοτε στο πλαίσιο των γεγονότων.   Ήδη, ο ίδιος ο αιτητής παραθέτει  στο υλικό που παρουσίασε, επιστολή του κ. Ηλία Στεφάνου, δικηγόρου που εν τέλει δεν ανέλαβε την υπόθεση, προς το αρμόδιο αστυνομικό τμήμα ημερ. 25.1.2018 για να λάβει πληροφόρηση για τις αιτήσεις αποκάλυψης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων.  Το Γραφείο Καταπολέμησης Αδικημάτων Κλοπής Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Παρανόμων Στοιχημάτων, απάντησε στις 30.1.2018, δίδοντας τις σχετικές πληροφορίες.  Ο χρόνος λοιπόν άρχισε να τρέχει από τότε, ενώ στις 9.1.2018 είχε ήδη συλληφθεί ο αιτητής και τέθηκε υπό προσωποκράτηση αρχικά για οκτώ ημέρες και μετέπειτα για άλλες πέντε.

 

Υπήρξαν διαφωνίες με τον αρχικό δικηγόρο κ. Τούμπα, μετέπειτα ο κ. Στεφάνου δεν ανέλαβε, όπως δεν ανέλαβε ούτε ο κ. Σ. Αγγελίδης στον οποίο απευθύνθηκε μετέπειτα ο αιτητής.  Χριάστηκε η συνδρομή εμπειρογνωμόνων για να εξηγηθεί στον αιτητή και τους δικηγόρους του το πλαίσιο της νομοθεσίας και των τεχνικών δεδομένων, αλλά δεν δικαιολογείται η καθυστέρηση στην εν τέλει καταχώρηση της παρούσας αίτησης.  Η καθυστέρηση πρέπει να ιδωθεί υπό το φως του συνόλου των δεδομένων της  υπό διερεύνησης υπόθεσης, η οποία οδήγησε σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αίτηση, στην έκδοση αριθμού διαταγμάτων αποκάλυψης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, οκτώ ενταλμάτων έρευνας και δύο ενταλμάτων σύλληψης.

 

Τα πιο πάνω συνδέονται και με το γεγονός ότι το συγκεκριμένο υπό κρίση αίτημα αφορά στην παροχή άδειας για την ενδεχόμενη ακύρωση εντάλματος σύλληψης.  Η σύλληψη όμως επιτεύχθηκε, η περίοδος χρόνου που ακολούθησε με την προσωποκράτηση παρήλθε και, επομένως, δεν έχει οτιδήποτε να ακυρωθεί  που επί της ουσίας θα επανέφερε τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση, προ δηλαδή του αιτήματος για τη σύλληψη.  Το νομιμοποιητικό στοιχείο της εγκυρότητας του αιτήματος σύλληψης μπορεί να τύχει συζήτησης και εξέτασης, εάν και εφόσον καταχωρηθούν ποινικές διώξεις, από την άποψη ότι εάν στο τέλος της ημέρας δεν υπάρξει καταδίκη, τότε δικαίως ο αιτητής θα μπορεί να αναζητήσει την οποιαδήποτε θεραπεία και αποζημίωση αισθάνεται ότι δικαιούται δυνάμει του Συντάγματος και των Νόμων λόγω της όλης διαδικασίας που ακολουθήθηκε από τις αστυνομικές αρχές.  Με άλλα λόγια, το Certiorari δεν θα ανατρέξει πίσω στο χρόνο και ούτε θα έχει καμιά σημασία η ακύρωση του εάν στη  βάση των υπόλοιπων στοιχείων οι Αστυνομικές αρχές προχωρήσουν στην καταχώρηση οποιασδήποτε ποινικής δίωξης στο Δικαστήριο. Αν από την άλλη η Αστυνομία δεν προχωρήσει με οποιαδήποτε δίωξη τότε ο αιτητής  μπορεί να διεκδικήσει τα όποια δικαιώματα του.  Οι πιο πάνω θέσεις πρέπει να ιδωθούν συνδυαστικά και με τα κατωτέρω.

 

        Πολύ ορθά λέγει ο αιτητής στην αίτηση ότι ότι η παρούσα ακολουθεί άλλες αιτήσεις και συγκεκριμένα τις υπ΄ αρ. 31/2018, 32/2018 και 33/2018 για ακύρωση των διαταγμάτων που εκδόθηκαν σε σχέση με την πρόσβαση σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα με αριθμούς 66/20127, 244/2017 και 16/2018.  Ο ίδιος ο αιτητής μάλιστα λέγει ότι η τυχόν ακύρωση των πιο πάνω διαταγμάτων του, που προηγούνται χρονικά της συλλήψεως του, θα συμπαρασύρουν και το προσβαλλόμενο ένταλμα.  Αυτό αναφέρεται καθαρά στις σελ. 22, παράγραφος Ζ και σελ. 23-24, παράγραφος Κ.   Προκύπτει λοιπόν ότι η αίτηση αυτή είναι, πέραν των άλλων, και πρόωρη διότι  το ένταλμα σύλληψης ακολούθησε την άρση των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων και τα όσα εξ αυτών προέκυψαν.  Επομένως, χορήγηση άδειας με σκοπό την ακύρωση του εντάλματος σύλληψης δεν θα έχει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα στην όλη πορεία μιας πιθανής ποινικής δίωξης και ακρόασης και το Δικαστήριο δεν θα έπρεπε να καλείται είτε να ενεργήσει επί ματαίω, είτε να ενεργήσει προληπτικά.  Αυτό, διότι αν τα εντάλματα άρσης των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων κριθούν ως νομοτύπως εκδοθέντα, αυτομάτως θεωρείται ότι υπήρχε εύλογη υποψία, όπως απαιτείται από τη νομοθεσία και τη νομολογία για έκδοση και του εντάλματος σύλληψης.  Αν εγκριθούν οι αιτήσεις, χορηγηθεί η άδεια και ακυρωθούν τα εντάλματα αυτά, η δυνατότητα σύλληψης παρεχόταν και πάλιν επί ευλόγου υποψίας, όπως κρίνεται από το όλο υλικό που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, εφόσον ο όρκος του αστυνομικού οργάνου αποκαλύπτει και άλλες πληροφορίες που υπήρχαν, όπως από την Interpol και από πληροφοριοδότη της Αστυνομίας.  Το ένταλμα σύλληψης θεωρήθηκε αναγκαίο, μεταξύ άλλων, για να μην καταστραφούν ή αλλοιωθούν στο μεταξύ τεκμήρια, δεδομένα και έγγραφα, θέση βεβαίως λογική.

 

  Τίθεται επίσης θέμα κατάχρησης διότι δεν μπορεί για την ίδια υπόθεση όσο και αν είναι κάπως διαφορετικά τα δεδομένα του κάθε αιτητή ή της κάθε νομικής οντότητας να απασχολούνται έξι διαφορετικοί Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ενώ η ουσία της όλης θεματολογίας είναι η ίδια.  Μπορεί να εμπλέκονται διάφορα πρόσωπα, αλλά ελάχιστα είναι τα διαφοροποιητικά μεταξύ τους στοιχεία.  Ιδιαιτέρως εφόσον τίθεται ως έρεισμα για τη σύλληψη του εδώ αιτητή το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη αδικημάτων.   Επομένως θα μπορούσε κατά την άποψη του Δικαστηρίου να καταχωρούνταν  δύο και μόνο αιτήσεις, μία σε σχέση με την άρση των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων και μία σε σχέση με την έρευνα και συνακόλουθη σύλληψη, ώστε να μην  υπάρχει και το ενδεχόμενο έξι διαφορετικοί Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου, πέραν του ότι θα απασχολούνται με το ίδιο θεματολόγιο, να εκδώσουν διαφορετικές αποφάσεις.  Δεν διαφέρει πολύ αυτή η κατάσταση από τα όσα αναφέρονται στο σύγγραμμα του Π. Αρτέμη: «Προνομιακά Εντάλματα» σελ. 100-101 και 175-176 ότι δεν επιτρέπεται η επανάληψη της ίδιας θεματολογίας ενώπιον διαφορετικών Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου με διαφορετικές προνομιακές αιτήσεις. 

        Δεν είναι αναγκαίο το Δικαστήριο να υπεισέλθει σε βάθος κατά τα άλλα στην ουσία των όσων έχουν αναφερθεί από τον κ. Πελεκάνο όσον αφορά την ώρα του εντάλματος κλπ, διότι το σύνολο των δεδομένων αποκαλύπτει ότι σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις υπήρξε, όπως και ο ίδιος ανέφερε,  καταγραφή της ώρας στο ένταλμα.  Δεν είναι δυνατόν το παρόν ένταλμα σύλληψης να ιδωθεί απομονωμένα από την όλη θεματολογία που καταγράφεται  στην ένορκη δήλωση του αστυνομικού που οδήγησε στην έκδοση των διαφόρων ενταλμάτων. Παρατηρείται δε ότι ο όρκος του Αστυφύλακα αρ. 1039 Μ. Αριστείδου που οδήγησε στη σύλληψη του αιτητή φέρει ημερομηνία 8.1.2018 και ώρα 13:15.  Έπεται λογικά ότι μεταγενέστερα του όρκου, ή, κατ΄ ελάχιστον την ίδια ώρα, γεγονός όμως που δεν μπορεί να εξακριβωθεί, ώστε να μην είναι προδήλως βάσιμο και το επιχείρημα ότι ο Δικαστής δεν μελέτησε επαρκώς τον όρκο, ήταν που εξεδόθη το επίδικο ένταλμα.  Συνεπώς, η ώρα από μόνη της δεν έχει το καταλυτικό αποτέλεσμα που θέλει να παρουσιάσει ο αιτητής. Εξ ου και θα έπρεπε οι αιτήσεις να ήταν όσο το δυνατό αν όχι ενωμένες σε μια, τουλάχιστον έπρεπε να ήταν δύο αιτήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

        Περαιτέρω, τόσο το άρθρο 19 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 155, για τον τύπο και περιεχόμενο εντάλματος σύλληψης, όσο και το αντίστοιχο άρθρο 28 για το ένταλμα έρευνας, δεν ορίζει την ένθεση της ώρας έκδοσης του εντάλματος επί ποινή ακυρότητας.  Στα γεγονότα της υπόθεσης η απουσία της ώρας έκδοσης, μόνο τυπική παράλειψη μπορεί να θεωρηθεί.  Άλλωστε το όποιο μειονέκτημα ή αντικανονικότητα του εντάλματος λόγω της απουσίας αναγραφής της ώρας μπορεί να απασχολήσει το Δικαστήριο κατά την προώθηση κατηγορίας ή κατά τη δίκη και μόνο εφόσον, κατά το άρθρο 20, διαφανεί ότι ο κατηγορούμενος εξαπατήθηκε ή παραπλανήθηκε οπότε το Δικαστήριο δύναται να αναβάλει την ακροαματική διαδικασία για άλλη ημερομηνία.  Από αυτή την πρόνοια του    άρθρου 20 του Κεφ. 155, αναδεικνύεται και το ήσσονος σημασίας ζήτημα της αναγραφής της ώρας.

 

        Είναι γνωστό ότι τα προνομιακά εντάλματα δίδονται με ιδιαίτερη φειδώ διότι ακριβώς είναι κατά προνόμιο που ασκείται αυτή η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και βεβαίως σε αυτό ο παράγων του χρόνου έχει τη δική του σημασία.  Ήδη εξηγήθηκε γιατί στην υπόθεση εδώ δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ο χρόνος είναι δικαιολογημένος ώστε να παρακαμφθεί το δεδομένο αυτό. Όπως και όλα τα προηγηθέντα, που δεν συνηγορούν στη χορήγηση της άδειας.

 

        Η αίτηση λοιπόν απορρίπτεται.

 

 

 

 

 

                                                Στ. Ναθαναήλ,

                                                          Δ.

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο