ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Στ.Γεωργίου, (κα), για Παπαντωνίου amp;amp;amp; Παπαντωνίου ΔΕΠΕ, για τον εφεσείοντα Θ.Κορφιώτης, για τους εφεσίβλητους CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2018-04-19 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΝΙΚΟΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ ν. ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ, Πολιτική Εφεση Αρ. 185/2012, 19/4/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2018:A179

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Εφεση Αρ. 185/2012)

 

19 Απριλίου, 2018

 

[NIKOΛΑΤΟΥ, Π, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ,  Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΝΙΚΟΣ  ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ

Εφεσείων/Εναγόμενος

και

ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ (ΚΥΠΡΟΥ) ΛΤΔ

 

Εφεσίβλητοι/Ενάγοντες

_ _ _ _ _ _

 

Στ.Γεωργίου, (κα), για Παπαντωνίου & Παπαντωνίου ΔΕΠΕ, για τον εφεσείοντα

Θ.Κορφιώτης, για τους εφεσίβλητους

_ _ _ _ _ _

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.:   Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.

­­­_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:  Οι εφεσίβλητοι πέτυχαν, κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, την υπέρ αυτών έκδοση απόφασης σε αγωγή που είχαν εγείρει εναντίον του εφεσείοντα για ποσό €66.570,07 με τόκο προς 9,5% επί του πιο πάνω ποσού από 17.1.2005 μέχρι εξοφλήσεως πλέον έξοδα, πλέον ΦΠΑ.  Προσθέτως, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η ανταπαίτηση θα έπρεπε να αποδειχθεί ως μη προωθηθείσα.  

 

Η αξίωση των εφεσιβλήτων βασίζετο σε «υπόλοιπο επενδυτικού λογαριασμού».

 

Οι Euroinvestment & Finance Ltd (πρώην Εuroinvestment & Finance Public Ltd), δια τροποποιήσεως, οι οποίοι αρχικά είχαν εγείρει την αγωγή παραχώρησαν προς τον εφεσείοντα πιστωτικές διευκολύνσεις για αγορά μετοχών μέσω ειδικού επενδυτικού λογαριασμού (margin account) μετά από αίτηση συμμετοχής του εφεσείοντα (τεκμ.7) στο επενδυτικό σχέδιο των εφεσιβλήτων που οδήγησε στην κατάρτιση της συμφωνίας των διαδίκων τεκμ.8.  Κατόπιν σχετικών τροποποιήσεων του τίτλου, οι εφεσίβλητοι αντικατεστάθησαν ως ενάγοντες σε σχέση με τη συνέχιση της πρωτόδικης διαδικασίας.  

 

Με την απόφαση του, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι στην ουσία του τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης δεν ήσαν αμφισβητούμενα.  Θεώρησε πως ο εφεσείων είχε προωθήσει με την υπεράσπιση του νομικές θέσεις, με τις οποίες το Δικαστήριο  απασχολήθηκε, απορρίπτοντας τις επιμέρους εισηγήσεις του εφεσείοντα και υιοθετώντας εν όλω και επιμέρους τη νομική αντίκριση που οι συνήγοροι των εφεσιβλήτων έθεσαν δια του χειρισμού της υπόθεσης αλλά και της τελικής γραπτής αγόρευσης τους, που αποτέλεσε στο μεγαλύτερο μέρος της, το ίδιο το περιεχόμενο της πρωτόδικης απόφασης.

 

Αυτή η πρακτική, η παράθεση δηλαδή στην πράξη των θέσεων της πλευράς των εφεσιβλήτων, ως του ουσιαστικού μέρους της απόφασης, αποτελεί τον πρώτο λόγο έφεσης αφού ισχυρίζεται ο εφεσείων ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο  αναπαρήγαγε χωρίς αιτιολογία το γραπτό κείμενο της αγόρευσης των εφεσιβλήτων.  Αυτό μάλιστα με την ομοίως προβαλλόμενη ως λανθασμένη θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι τα γεγονότα της υπόθεσης δεν είχαν αμφισβητηθεί.

 

Ο δεύτερος λόγος έφεσης αφορά στην πρωτόδικη κρίση ότι η δοθείσα  - για τους εφεσίβλητους - μαρτυρία ήταν ικανοποιητική για να αποδείξει την απαίτηση τους «ιδιαιτέρως και ενόψει της μη αμφισβήτησης ουσιωδών γεγονότων από τον εναγόμενο».

 

Μέρος της αιτιολογίας του δεύτερου λόγου είναι ότι εντελώς παραλήφθηκε η αξιολόγηση του εφεσείοντα, ο οποίος είχε καταθέσει ενόρκως.

 

Κρίνουμε ότι οι δύο αυτοί λόγοι έφεσης μπορούν να εξετασθούν από κοινού αφού δι΄αυτών πλήττεται ευθέως ή εμμέσως η δικανική κρίση, ως ελλιπής, αναιτιολόγητη, χωρίς πλήρη αξιολόγηση μαρτυρίας και ως απλή αναπαραγωγή της γραπτής αγόρευσης των εφεσιβλήτων.

 

Για να απαντηθούν τα πιο πάνω ερωτήματα, πρέπει να διευκρινισθούν ποια ήσαν τω όντι τα αμφισβητούμενα θέματα.  Και εν συνεχεία να διερευνηθεί πώς το πρωτόδικο Δικαστήριο «τα χειρίστηκε».

 

Ξεκινούμε βεβαίως λέγοντας ότι γενικά είναι ορθό και επιθυμητό στη δομή και το περιεχόμενο μιας πρωτόδικης απόφασης, σε συντομία να καταγράφονται οι δικογραφημένες θέσεις των πλευρών, όπως - επίσης σε συντομία - να καταγράφονται οι αντίστοιχες εκδοχές ως δόθησαν δια της μαρτυρίας.

 

Ως επόμενο θεμελιακό στάδιο θα πρέπει να αναδύεται από την απόφαση, το έργο της αξιολόγησης των μαρτύρων, με πειστική αιτιολογία για τις επιλογές του Δικαστηρίου, αιτιολογία που δεν εξαντλείται στην εντύπωση που αφήνει ένας μάρτυρας αλλά δέον να γίνεται σε συνάρτηση με την υφή της διαφοράς, τα σημαντικά τεκμήρια και, την κατά το δυνατόν, αντιπαραβολή των εκατέρωθεν θέσεων.  Ακολουθεί η εξαγωγή ευρημάτων και η υπαγωγή τους σε νομική βάση, εφόσον χρειάζεται.  Αυτό - με όλο το σεβασμό - δεν αποτελεί θέμα τύπου, αλλά ουσίας, που αφορά συνταγματική επιταγή (΄Αρθρ. 30(2) του Συντάγματος) και εδραιώνει την πίστη των πολιτών στο δικαστικό έργο, τόσο σε απλές όσο και σύνθετες υποθέσεις.

 

Εάν όμως προκύπτει ότι τα γεγονότα της υπόθεσης δεν είναι αμφισβητούμενα (εξ αρχής δια των δικογράφων ή δια του χειρισμού κατά την ακρόαση ή δια σχετικών δηλώσεων), τότε, βεβαίως δεν είναι αναγκαίο να ακολουθηθεί αυστηρώς η πιο πάνω πορεία.

 

Τα κατατεθέντα τεκμήρια που αφορούσαν το πλαίσιο που καθορίστηκαν τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών (δηλαδή τα τεκμ.7, 8, 9), ήσαν κοινό βάθρο, έστω και αν η νομική αντίληψη όρων ή προνοιών αυτών, ήταν διαφορετική.

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του εφεσείοντα έντονα στάθηκαν στο επιχείρημα ότι υπήρξε αμφισβήτηση δια της μακράς αντεξέτασης των ΜΕ1 και 2.  Συνεπώς  εξετάσαμε με προσοχή τα πρακτικά.

 

Οι «άξονες» της αντεξέτασης ήσαν:

(α)  εάν οι μάρτυρες είχαν προσωπική επαφή με τον εφεσείοντα

 

(β)  το περιεχόμενο του τεκμ.10 που ήσαν τα contract notes και η κατάσταση λογαριασμού του εφεσείοντα (ο οποίος άνοιξε 5.9.2000) δημιουργήθηκε από τα contract notes (τεκμ.11).

 

(γ)  η διεύθυνση του εφεσείοντα και το πού εστάλησαν οι επίδικες επιστολές από τους εφεσίβλητους στον εφεσείοντα.  Η οικία του εφεσείοντα ήταν στη Λεμεσό. Κάποιες επιστολές αποστέλλοντο στη διεύθυνση της οικίας του και άλλες σε δική του ταχυδρομική θυρίδα.  Η επιστολή τερματισμού στάληκε στη διεύθυνση της οικίας του εφεσείοντα.

 

(δ)  Η ίδια η νομιμοποίηση της ενάγουσας.    Ως προς το θέμα της νομιμοποίησης της Τράπεζας Πειραιώς να εγείρει ή να συνεχίσει την αγωγή, η παραπομπή στη νομοθεσία που έγινε στην πρωτόδικη απόφαση, ήταν αρκετή να καταδείξει το δικαίωμα της Τράπεζας να συνεχίσει την αγωγή κατόπιν της  εξαγοράς του ενεργητικού της Euroinvestment (τεκμ.5 και 6), αρθ.3-6 του περί Μεταβίβασης Τραπεζικών Εργασιών και Εξασφαλίσεων Νόμος του 1997 (64(I)/1997) ως τροποποιήθηκε μέχρι σήμερα. Σίγουρα το θέμα αυτό δεν ήταν θέμα μαρτυρίας αλλά νόμου.

 

Ως προς το ζήτημα των contract notes και του λογαριασμού του εφεσείοντα, οι μάρτυρες των εφεσιβλήτων υπέδειξαν ακριβώς το σχετικό πληρεξούσιο (τεκμ.9) και εξήγησαν ότι το θέμα των εντολών πίσω από τα contract notes δεν τους αφορούσε.

 

Δίδουμε μέρος της σχετικής αντεξέτασης του ΜΕ1 (σελ.12 των πρακτικών).

«Ε.  κ. μάρτυς, συμφωνείς μαζί μου ότι τα contract notes που κατέθεσες στο Δικαστήριο κανονικά θα πρέπει να αντιπροσωπεύουν μια εντολή του εναγομένου;

Α.  Μάλιστα.

Ε.  ΄Εχετε αυτές τις εντολές του εναγομένου;

Α.  Όχι δεν μας αφορούσαν οι εντολές του εναγομένου δεδομένης της ύπαρξης του πληρεξουσίου που έχω καταθέσει.

Ε.  ΄Αρα συμφωνάτε μαζί μου ότι δε ελέγχατε εσείς, εννοώ η Euroinvestment, την αλήθεια του περιεχομένου του τεκμηρίου 10, των contranct notes.

A. Όχι. Δεν είμαστε σε θέση να ελέγξουμε.

E. Σας υποβάλλω κ. μάρτυς ότι είχατε υποχρέωση να ελέγχετε αν αυτά τα contract notes ανταποκρίνονταν σε εντολές του εναγομένου.

A.  Διαφωνώ.

E. Σας υποβάλλω επίσης ότι ο εναγόμενος δεν έδωσε εντολές σε αυτή τη χρηματιστηριακή εταιρεία που λέτε, Unigrowth, ούτως

ώστε να δημιουργηθούν αυτά τα contract notes που καταθέσατε

σαν τεκμήριο 10. Έτσι εντολές δεν έδωσε ο εναγόμενος.

A.   Δεν μπορώ να ξέρω.             

Ε.  ΄Ομως κ. μάρτυς το τεκμήριο 11 που κατέθεσες στο Δικαστήριο, που είναι η κατάσταση λογαριασμού δημιουργήθηκε από αυτά τα contract notes.

Α.  Επαναλαμβάνω ότι ο κ. Κυριακίδης υπέγραψε πληρεξούσιο

έγγραφο με το οποίο διόρισε τη Unigrowth ως αντιπρόσωπο του, εξ ονόματος του και για λογαριασμό του να εκτελεί πράξεις στο Χρηματιστήριο και να τον εκπροσωπεί σε όλες του τις σχέσεις με τη Euroinvestment σχετικά με το σχέδιο χρηματοδότησης».

 

Παρατηρούμε από τα πιο πάνω ότι στην ουσία δεν υπήρχε κάτι που ουσιωδώς αμφισβητείτο - σε επίπεδο πραγματικών γεγονότων - εκτός, όψιμα (και ανεπίτρεπτα), το θέμα του τερματισμού.  Αν και ο κ.Κορφιώτης υπέβαλε ένσταση στις σχετικές ερωτήσεις που εμμέσως αμφισβητούσαν τη λήψη της επιστολής τερματισμού επί τω ότι αυτό βρίσκεται σε αντίθεση με τη δικογραφία του εφεσείοντα, λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο επέτρεψε τις ερωτήσεις.

 

Για το θέμα αυτό παρέμεινε αδιατάραχτη η δικογραφημένη παραδοχή του εφεσείοντα που θεωρούσε αφενός τον τερματισμό αυτό ως δεδομένο και αφετέρου οικοδομούσε, στο γεγονός αυτό, μέρος των παραπέρα ισχυρισμών του (θέση περί μη εγκαίρου τερματισμού που δημιούργησε ζημιά ή τερματισμού «όταν ο δείκτης του χρηματιστηρίου έφθασε στο χαμηλότερο του σημείο σκόπιμα» και άλλα). Δεν μπορούσε ο εφεσείων στην ακροαματική μάλιστα διαδικασία να προωθεί αντίθετες της δικογραφίας θέσεις, οικοδομώντας στη «διαφορά διευθύνσεων» επί των επιστολών.  Διευθύνσεων που εν πάση περιπτώσει ήσαν και οι δύο δικές του.

 

'Οσον αφορά τις ερωτήσεις που έπλητταν την προσωπική γνώση των ΜΕ, ήσαν περιθωριακού χαρακτήρα, σε μια υπόθεση που είναι τα τεκμήρια κυρίως που προσδιόριζαν την επίδικη θέση.  Το ίδιο ισχύει και για τη μαρτυρία του εφεσείοντα.  Με βάση τις πιο πάνω επισημάνσεις βρίσκουμε ότι η απευθείας ενασχόληση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με τις νομικές υπερασπίσεις του εφεσείοντα δεν μπορεί να οδηγήσει σε μη θεραπεύσιμη πλημμέλεια, όπως εκρίθη στην Ελληνική Tράπεζα ν. Κυριακίδη, Πολιτική Έφεση 209/2010, ημερ. 9/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:A579.

 

Περαιτέρω, η ενασχόληση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με τις υπερασπίσεις «καθ΄ομοίωση» της αγόρευσης των συνηγόρων των εφεσιβλήτων, γίνεται σε συνάρτηση με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, νομολογία που καλύπτει και απαντά με καταλυτικό τρόπο τις νομικές θέσεις και ισχυρισμούς της πλευράς του εφεσείοντα.  Εξάλλου η αγόρευση των εφεσιβλήτων είναι τη νομολογία που επαναλαμβάνει.  Αυτή είναι η πεμπτουσία της αιτιολογίας της δικαστικής κρίσης αφού είναι η αναφορά της νομολογίας στο κάθε ειδικό θέμα που επιλύει τα ζητήματα με τον τρόπο που τελικά έγινε.  Αυτό κρίνουμε ότι έχει εν τέλει σημασία, αν και θεωρούμε επιβεβλημένο να εκφράσουμε απαρέσκεια στην πρακτική που ακολούθησε το πρωτόδικο Δικαστήριο.  Αχρείαστα δημιουργήθηκε - από τη δομή της απόφασης - θέμα, ενώ η νομολογία δεν άφηνε κανένα αναπάντητο ερώτημα επί των επιδίκων ζητημάτων. 

 

Τονίζουμε δε, πως η προσέγγιση - και η κατάληξη μας - δεν θα ήταν η ίδια αν παρουσιαζόταν οποιαδήποτε, έστω και ελάχιστη, αμφιβολία για ουσιαστικό έλλειμμα δικανικής κρίσης, όπως ακριβώς έγινε στη Χαραλάμπους (Τσιολή) κ.ά. ν. ΕΦΟΡΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΟΣ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ, ΩΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ADVANTAGE CAPITAL HOLDINGS PLC, πολ.έφ.48/10, ημερ. 14.11.2016, ECLI:CY:AD:2016:A518.

 

Οι λόγοι έφεσης 1 και 2 απορρίπτονται.

 

Ερχόμενοι στην εξέταση των λοιπών λόγων έφεσης, θα επαναλάβουμε ότι όλα τα εγειρόμενα δια των λόγων έφεσης 4-6 έχουν επιλυθεί δια της νομολογίας.  (Λόγος 4, ισχυρισμός ότι οι εφεσίβλητοι δεν μπόρεσαν να συνδέσουν τα contract notes με εντολή του εφεσείοντα.  Λόγος 5, μη ύπαρξης δικαιώματος πραγματοποίησης αγορών-πωλήσεων μετά την ανατροπή της ανάλογης εξασφάλισης, όρος επενδυτικού σχεδίου.  Λόγος 6, υποχρέωση μετριασμού των ζημιών, αρθ.73(3) του Κεφ.149).

 

Απλώς θα τονίσουμε τα κάτωθι:

Αναφέρθηκε σε πάγια μας νομολογία πως ο δανειστής έχει απλώς δικαίωμα να εκποιήσει τις όποιες εξασφαλίσεις.  Αυτό συναρτάται και με το ότι ο δανειστής δεν καθίσταται εμπιστευματοδόχος των μετοχών-αντικειμένων της εξασφάλισης. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση «ανατροπής των καθορισμών αναλογίας εξασφάλισης».

 

Ο ρόλος των εφεσιβλήτων, καθοριζόμενος από τις επίδικες συμφωνίες, ήταν μόνο η χρηματοδότηση των χρηματιστηριακών συναλλαγών του εφεσείοντα οι οποίες διενεργούντο από τον χρηματιστή του με βάση το ρηθέν πληρεξούσιο έγγραφο. 

 

Αναφορικά δε με το λόγο 3 (για την απόδειξη τερματισμού και τη φύση του), ήδη ασχοληθήκαμε στην εξέταση των λόγων έφεσης 1 και 2.

 

Θα δώσουμε κάποιες μόνο από τις πολυάριθμες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου που αποφάσισαν τα πιο πάνω θέματα επανειλημμένα και δεσμευτικά, την τελευταία δεκαετία:  Καλλικάς v. Eλληνική Τράπεζα Λτδ, (2010) 1 Α.Α.Δ. 1238, Συρίμη ν. Παγκυπριακή Χρηματοδοτήσεις Δημόσια Εταιρεία Λτδ, (2010) 1(Β)1131, Γρηγορίου ν. Εuroinvestment, (2011) 1 Α.Α.Δ. 2229, Γεώργιος Κουλλαπής ν. ΄Ελληνας Πολ.έφ.210/10, 1.3.2017, ECLI:CY:AD:2017:A65 και Μαρκίδης ν. Εllinas Finance Public Co. Ltd. Πολ.έφ.97/2011 5.5.2017, ECLI:CY:AD:2017:A161.

 

Στη βάση των πιο πάνω, κρίνουμε ότι η έφεση δέον να απορριφθεί και απορρίπτεται.  ΄Εξοδα €2,500 πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, υπέρ των εφεσιβλήτων.

 

                                                          ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.

                                               

                                                          ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

                                                          ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο