ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:A173
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 185/2017)
18 Απριλίου 2018
[Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Τ. ΨΑΡΑ ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΔΔ]
Μεταξύ:
ΣΤΕΛΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
Εφεσείοντα/Ενάγοντα
ΚΑΙ
ΕΛΕΝΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Εφεσίβλητης/Εναγόμενης
ΚΑΙ
ΚΩΣΤΑ ΑΝΤΩΝΙΟΥ
Εφεσίβλητου/Τριτοδιάδικου
----------------
Μ. Χαραλάμπους (κα) για Γ. Πολυχρόνη, για τον εφεσείοντα.
Ν. Κυριακίδης για Χ. Κυριακίδη, για την εφεσίβλητη.
Χρ. Χρυσάνθου και Ελπ. Κωμοδρόμου για Λ. Παπαφιλίππου, για τον εφεσίβλητο/τριτοδιάδικο.
----------------
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Στην υπό έφεση περίπτωση τα δικόγραφα μεταξύ ενάγοντα-εφεσείοντα και εναγόμενου-εφεσίβλητου είχαν συμπληρωθεί στις 14.6.2016. Όμως ο ενάγοντας δεν προχώρησε σε έκδοση κλήσης για οδηγίες εντός της προβλεπόμενης τότε προθεσμίας των 30 ημερών. Ούτε ο εναγόμενος είχε δώσει την προνοούμενη τότε ειδοποίηση για την παράλειψη, καλώντας τον ενάγοντα να καταχωρίσει αίτηση για οδηγίες εντός περαιτέρω 30 ημερών. Κλήσεις εξέδωσε ο ενάγοντας στις 18.10.2016, στις 27.10.2016 και στις 31.1.2017. Δεν μας εξηγήθηκε γιατί εκδόθηκαν τρεις κλήσεις, ούτε αναφέρεται κάτι σχετικό στην υπό έφεση απόφαση.
Εν πάση περιπτώσει, η τελευταία κλήση ορίστηκε στις 4.4.2017, ημερομηνία κατά την οποία εκδόθηκε η υπό έφεση απόφαση. Ορίστηκε δε, μαζί με την κλήση για οδηγίες που είχε εκδώσει ο εναγόμενος αναφορικά με διαδικασία τριτοδιαδίκου, που εκκρεμούσε παράλληλα.
Είναι η θέση του εφεσείοντα ότι θα έπρεπε να συμπληρωθούν τα δικόγραφα και σε σχέση με τον τριτοδιάδικο, τα οποία συμπληρώθηκαν στις 28.12.2016, προκειμένου να προχωρήσει σε έκδοση κλήσης για οδηγίες. Τίθεται έτσι το ερώτημα γιατί να είχε εκδώσει δύο κλήσεις προηγουμένως. Το Δικαστήριο εξετάζοντας αυτεπάγγελτα το ζήτημα και παρά την ομογνωμία όλων των διαδίκων περί του αντιθέτου, έκρινε ότι δεν υπήρξε συμμόρφωση στη Δ.30, κ.1(α) και κατ΄εφαρμογή της Δ.30, κ.1(γ), όπως ίσχυε τότε, έκρινε περαιτέρω ότι η αγωγή θα έπρεπε να θεωρηθεί ως εγκαταληφθείσα και να απορριφθεί και την απέρριψε, με αποτέλεσμα να συμπαρασυρθεί και η διαδικασία τριτοδιαδίκου.
Κατ΄αρχάς θα πρέπει να λεχθεί ότι η Δ.30, κ.1(γ) δεν παρείχε περιθώρια για διάσωση της αγωγής εάν δεν ετηρούντο οι προβλεπόμενες ως άνω προθεσμίες («η αγωγή θα θεωρείται ως εγκαταληφθείσα και θα απορρίπτεται από το Δικαστήριο»). Εάν όντως είχαν παρέλθει οι προβλεπόμενες προθεσμίες, το Δικαστήριο δεν είχε άλλη επιλογή.
Συνεπώς, το επόμενο ερώτημα αφορά το χρόνο έναρξης των προθεσμιών. Είναι η εισήγηση του εφεσείοντα, με την οποία συμφώνησαν και οι υπόλοιποι διάδικοι, ότι η προθεσμία που είχε δυνάμει την παρ. (α) του κ.1 δεν άρχισε με τη συμπλήρωση των δικογράφων μεταξύ ενάγοντα-εναγομένου, αλλά αργότερα με τη συμπλήρωση και των δικογράφων μεταξύ εναγομένου και τριτοδιαδίκου.
Ο χρόνος κατά τον οποίο τα δικόγραφα θεωρούνται συμπληρωμένα ήταν το ορόσημο και στην αρχική Διαταγή 30 («Such summons shall be taken out within 10 days from the time when the pleadings shall be deemed to be closed.»).
Η έννοια δε του όρου «συμπλήρωση των δικογράφων» στη Δ.30 οριζόταν πάντοτε[1] από τα προβλεπόμενα στη Δ.26, κ.11, με αναφορά στους αρχικούς διαδίκους: «Where a pleading subsequent to reply is not ordered, then, at the expiration of seven days from the delivery of defence or reply (if any)»
Εξ ου και στην Οδηγία Πρακτικής ημερ. 28.7.2017 διευκρινίστηκε ότι τα δικόγραφα θεωρούνται συμπληρωμένα εν τη εννοία της Δ.30, κ.(1)(α), ώστε να αρχίσει να τρέχει η προνοούμενη προθεσμία, όταν τα δικόγραφα συμπληρωθούν υπό την έννοια που προβλέπεται από τη Δ.26, κ.11 για όλους τους εναγόμενους.
Η έννοια αυτή δεν περιλαμβάνει τα δικόγραφα που προκύπτουν σε σχέση με διαδικασία τριτοδιαδίκου. Συνεπώς, η διαδικασία της Δ.30, κ.1, έχοντας ως ορόσημο έναρξης των προθεσμιών της τη συμπλήρωση των δικογράφων υπό την παραπάνω έννοια, θα έπρεπε να προχωρήσει κατά τα προβλεπόμενα και σε διαφορετική περίπτωση να βρει εφαρμογή η αυστηρή, άνευ ετέρου, πρόνοια της Δ.30, κ.1(γ).
Ορθά ενήργησε υπό τα δεδομένα το πρωτόδικο Δικαστήριο. Η αυστηρή διατύπωση του εδαφίου (γ) δεν άφηνε περιθώρια αναδρομής στους σκοπούς και το πνεύμα της Δ.30 γενικότερα.
Με την τροποποίηση της Δ.30 ημερ. 28.7.2017 η αυστηρότητα αυτή έχει καμφθεί με αντικατάσταση του εδαφίου (γ). Όμως, ούτε με την εν λόγω τροποποίηση έχει μεταβληθεί ο χρόνος έναρξης της προθεσμίας των ενενήντα, πλέον, ημερών. Αυτός παραμένει όπως ήταν πάντοτε (και στην αρχική Δ.30) ο χρόνος συμπλήρωσης της δικογραφίας εν τη εννοία της Δ.26, κ.11, ήτοι μεταξύ ενάγοντα και εναγομένου ή εναγομένων. Ό,τι περαιτέρω διευκρινίστηκε με την προαναφερθείσα Οδηγία Πρακτικής ημερ. 28.7.2017 είναι ότι εάν, μετά τη συμπλήρωση των δικογράφων υπό την παραπάνω έννοια, διαφανεί, κατά την πρώτη εμφάνιση για οδηγίες, ότι εκκρεμούν άλλες διαδικασίες για τις οποίες ενδείκνυται ή απαιτείται η ανταλλαγή περαιτέρω δικογράφων, το Δικαστήριο διατηρεί την ευχέρεια να αναβάλει την υπόθεση μέχρι τη συμπλήρωση όλης της δικογραφίας. Αναμένεται δε, σύμφωνα πάντα με την Οδηγία Πρακτικής, ότι ο διάδικος που γνωρίζει ότι θα προχωρήσει με πρόσθετες διαδικασίες, όπως η προσεπίκληση τριτοδιαδίκου ή η έκδοση ειδοποίησης μεταξύ συνεναγομένων, θα γνωστοποιήσει τούτο με την πρώτη ευκαιρία στους αντιδίκους του και θα ενημερώσει σχετικά το Δικαστήριο.
Προς ολοκλήρωση, θα πρέπει τέλος να αναφέρουμε ότι η υπόθεση Χρίστου κ.α. ν. Χατζησολωμή, Πολ. Εφ. 175/2017, ημερ. 6.2.2018, στην οποία έχουμε παραπεμφθεί, ήταν διαφορετική. Εκεί το πρωτόδικο Δικαστήριο κακώς δεν είχε λάβει υπόψιν του, για σκοπούς έναρξης της σχετικής προθεσμίας, την απάντηση (reply) που οι ενάγοντες-εφεσείοντες είχαν καταχωρίσει. Είχε μεν καταχωριστεί εκπρόθεσμα και χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου, υπήρχε όμως συγκατάθεση της άλλης πλευράς να εκληφθεί ως εμπρόθεσμη, με παράταση χρόνου. Τούτο, όπως υπέδειξε το Ανώτατο Δικαστήριο, ήταν θεμιτό οπότε η προθεσμία της Δ.30 άρχιζε από τον χρόνο καταχώρισης της Απάντησης. Επρόκειτο για περίπτωση όπου, με δεδομένο τον κανόνα ότι η προθεσμία αρχίζει από της συμπλήρωσης των δικογράφων μεταξύ ενάγοντα-εναγόμενου, κρίθηκε ότι ο χρόνος συμπλήρωσης των δικογράφων ήταν μεταγενέστερος. Εν προκειμένω όμως, η εισήγηση του εφεσείοντα προϋποθέτει μεταβολή του κανόνα. Τούτο όμως δεν καθίσταται δυνατό απλώς και μόνο επειδή συμφωνούν οι διάδικοι.
Η έφεση απορρίπτεται.
Υπό τις περιστάσεις, καμιά διαταγή για έξοδα.
Μ.Μ. Νικολάτος, Π.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
/ΚΧ»Π
[1] Ως προς την έννοια αυτή, το Annual Practice 1958, σελ. 663, υπό το Ο.30, r.1, παραπέμπει στο O.27, r.13 που αντιστοιχεί στη Δ.26, κ.11.