ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Παρπαρίνος, Λεωνίδας Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Α. Μαθηκολώνης, για τους Εφεσείοντες. Β. Χριστοδουλίδου (κα), για τους Εφεσίβλητους. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2018-04-03 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ARTESA TRADING CO. LIMITED κ.α. ν. CREDIT BANK OF MOSCOW, Πολιτική Έφεση Αρ. 147/2012, 3/4/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2018:A150

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 147/2012)

 

3 Απριλίου 2018 

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]

 

1.   ARTESA TRADING CO. LIMITED, ΟΔΟΣ 33, ΑΡ. 10,

ΠΥΛΑ, ΛΑΡΝΑΚΑ,

2.   SABAN EMRE, ΠΕΡΓΑΜΟΣ, ΛΑΡΝΑΚΑ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΣ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ ARTESA TRADING CO. LTD ΚΑΙ/Η

ARTESA TRADING CO. LIMITED ΚΑΙ/Η ARTESA GROUP

ΚΑΙ/Η ARTESA GROUP CO. LTD,

3.   MURAT EMRE, ΠΕΡΓΑΜΟΣ, ΛΑΡΝΑΚΑ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΣ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ ARTESA TRADING CO. LTD ΚΑΙ/Η ARTESA TRADING CO. LIMITED KAI/H

ARTESA GROUP ΚΑΙ/Η ARTESA GROUP CO. LTD,

4. EVSEN EMRE, ΠΕΡΓΑΜΟΣ, ΛΑΡΝΑΚΑ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΗ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ ARTESA TRADING CO. LTD ΚΑΙ/Η ARTESA TRADING CO. LIMITED ΚΑΙ/Η ARTESA GROUP

 ΚΑΙ/Η ARTESA GROUP CO. LTD

5. SERVET EMRE, ΠΕΡΓΑΜΟΣ, ΛΑΡΝΑΚΑ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΗ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ ARTESA TRADING CO LTD ΚΑΙ/Η ARTESA TRADING CO. LIMITED ΚΑΙ/Η ARTESA GROUP ΚΑΙ/Η

 ARTESA GROUP CO. LTD,

Εφεσείοντες

-         ΚΑΙ  -

 

CREDIT BANK OF MOSCOW,

Εφεσιβλήτων

-----------------------------------------

 

 

Α. Μαθηκολώνης, για τους Εφεσείοντες.

Β. Χριστοδουλίδου (κα), για τους Εφεσίβλητους.

---------------------------------------

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ:  Η ομόφωνη απόφαση του

Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Ναθαναήλ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:   Οι εφεσείοντες 2-5, Τουρκοκύπριοι, κατά την έκθεση απαιτήσεως εκτοπίσθησαν ή μετακινήθηκαν στο παράνομα κατεχόμενο από την Τουρκία μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας συνεπεία της Τουρκικής εισβολής του 1974.  Κατά το 1978, πάντοτε δραστηριοποιούμενοι στο κατεχόμενο μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, συμβλήθηκαν μεταξύ τους για ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας δημιουργώντας για το σκοπό αυτό ένα μη συγκροτημένο σώμα με την επωνυμία Artesa Trading Co Ltd ή Artesa Group ή με οποιαδήποτε άλλη φράση που περιέχει τη λέξη Artesa.

 

        Η πιο πάνω οντότητα ουδέποτε ενεγράφη νομότυπα και κανονικά στον Έφορο Εταιρειών της Κυπριακής Δημοκρατίας δυνάμει των προνοιών της περί Εταιρειών νομοθεσίας, εφόσον σκοπός των μελών και μετόχων της εν λόγω οντότητας ήταν η ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας στο παράνομα κατεχόμενο μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Κατά την έκθεση απαίτησης, σε κάποιο χρονικό σημείο το Σεπτέμβριο του 2009, η εν λόγω παρανόμως λειτουργούσα οντότητα συνήψε σύμβαση για την παροχή προϊόντων πετρελαίου και ασφάλτου για παροχή αυτών των  προϊόντων «.. σε άλλο μέρος σε περιοχές Νότια της ελεγχόμενης υπό του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών νεκρής ζώνης ...» ως είναι η διατύπωση της παραγράφου 8 της Έκθεσης Απαίτησης.

 

  Εν τέλει, πάντοτε κατά τους ισχυρισμούς, δημιουργήθηκαν συμβατικές και άλλες σχέσεις με την εφεσίβλητη τράπεζα της Ρωσικής Ομοσπονδίας μέσω τρίτων προσώπων νομικών και φυσικών που εμφανίζονταν να λειτουργούν εκ μέρους και για λογαριασμό του παρόχου των προϊόντων.  Στην πορεία των διαφόρων ανταλλαγών πληροφοριών, οι εφεσείοντες 2-5, ενεργώντας βασικά μέσω του εφεσείοντος 2, απέστειλαν διάφορα χρηματικά ποσά μέσω τράπεζας στα κατεχόμενα στα τρίτα αυτά πρόσωπα μέσω λογαριασμού που αυτά διατηρούσαν με την εφεσίβλητη τράπεζα.  Λόγω του ότι δεν θα ήταν δυνατό να εξασφαλιστεί εκ μέρους των εφεσειόντων 2-5, οποιαδήποτε δικαστική απόφαση στα μη αναγνωρισμένα δικαστήρια της κατεχόμενης Κύπρου, οι εφεσείοντες 2-5 με βάση απόφαση ημερ. 19.9.2010, παρεχώρησαν όλα τα δικαιώματα, υποχρεώσεις και περιουσιακά στοιχεία τους προσωπικά, αλλά και της μη συσταθείσας οντότητας, στην εφεσείουσα 1, η οποία είναι εταιρεία δεόντως εγγεγραμμένη στη Δημοκρατία.  Με την αγωγή τους αναζήτησαν από την εφεσίβλητη τράπεζα αποζημιώσεις πέραν των $2.000.000 λόγω διαφόρων παραβάσεων, οι δε εφεσείοντες 2-5 καταχώρησαν την αγωγή και υπό αντιπροσωπευτική ιδιότητα εκ μέρους της μη συσταθείσας οντότητας, ενώ η εφεσείουσα 1 ήγειρε την αγωγή εφόσον  κύριος σκοπός της ήταν η ανάληψη ολόκληρου ή μέρους της κινητής ή ακίνητης περιουσίας οποιασδήποτε ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας ή οντότητας ή νομικού προσώπου ή ομάδας προσώπων, μεταξύ των οποίων και της επιχείρησης γνωστής ως Artesa Group

 

        Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε αίτηση που καταχωρήθηκε από την εφεσίβλητη εταιρεία για διαγραφή του γενικώς οπισθογραφημένου κλητηρίου εντάλματος και/ή της έκθεσης απαίτησης και/ή της διαγραφής του ονόματος της εφεσείουσας 1, λόγω του ότι αυτή δεν νομιμοποιείτο να εγείρει την αγωγή καθότι η αξίωση της στηριζόταν σε εκχωρητήριο έγγραφο το οποίο ήταν άκυρο αφού έγινε από ανύπαρκτο πρόσωπο και ή πρόσωπο μη συσταθέν και νομίμως αναγνωρισμένο στη Δημοκρατία.  Κατά παρόμοιο τρόπο ζητήθηκε και η διαγραφή της αγωγής και ως προς την αξίωση των εφεσειόντων 2-5, αφού αυτή ηγέρθηκε υπό αντιπροσωπευτική ιδιότητα εκ μέρους ανύπαρκτου προσώπου και μη αναγνωρισμένου στη Δημοκρατία ή και προσώπου που ενεγράφη και συστάθηκε από αρχές και όργανα παράνομα.  Περαιτέρω, οι εφεσείοντες 2-5 στερούνταν και ατομικού αγωγίμου δικαιώματος εφόσον περιγράφονταν ως μέτοχοι και/ή διοικητικοί σύμβουλοι της εφεσείουσας 1, η οποία είναι χωριστό νομικό πρόσωπο. 

 

        Το πρωτόδικο Δικαστήριο ενέκρινε την αίτηση και απέρριψε την αγωγή με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης τράπεζας και εναντίον των εφεσειόντων αλληλέγγυα και κεχωρισμένα.  Αφού κατέγραψε τα ουσιώδη ως ανωτέρω γεγονότα και προέβηκε σε αναφορά των θέσεων που προβλήθηκαν με την ένσταση των εφεσειόντων, αποφάσισε ότι όλοι οι λόγοι ένστασης ήσαν ανυπόστατοι και ότι εκείνο το οποίο προέβαλλε προς συζήτηση ήταν η ουσία της αίτησης για διαγραφή, η οποία και παρέπεμπε στο αμιγώς νομικό ζήτημα ότι οι εφεσείοντες ήγειραν την αγωγή εκ μέρους και για λογαριασμό ανύπαρκτου προσώπου.  Με παραπομπή στις πρόνοιες της Δ.27 θ.3, έκρινε ότι η αγωγή θα συνιστούσε κατάχρηση και θα υπόκειτο ανυπερθέτως σε διαγραφή εάν καταχωρείτο από την εκνόμως συσταθείσα εταιρεία.  Και αυτό διότι στη βάση της νομολογίας που καθιερώθηκε στη Lioufis and Co Limited v. Ανδρονίκου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 773 και των όσων την ακολούθησαν, ένα μη συγκροτημένο σώμα εφόσον δεν διαθέτει νομική προσωπικότητα δεν μπορεί ούτε να ενάγει, ούτε να ενάγεται.

 

 Η υπό κρίση περίπτωση αφορούσε εκχώρηση δικαιωμάτων από μη συσταθείσα οντότητα, αλλά και από τους ιδιοκτήτες ή μέλη της στην υπαρκτή και νομίμως εγγεγραμμένη εφεσείουσα 1.  Παρά ταύτα κρίθηκε ότι εφόσον από όσα είχαν τεθεί από τους ίδιους τους εφεσείοντες μοναδικός στόχος της δημιουργίας της εφεσείουσας 1 ήταν να αναλάβει την εκτός νόμου οντότητα ή επιχείρηση ώστε να χρησιμοποιηθεί ως «όχημα» για νομιμοποίηση της έκνομης εταιρείας, η όλη διαδικασία και η αγωγή, αποτελούσαν «καινοφανούς μορφής κατάχρηση», κατάχρηση που νομολογιακά, αλλά και από τη σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου, όφειλε να αναχαιτιστεί.  Η εφεσείουσα 1 δεν μπορούσε να αντλήσει δικαιώματα από παράνομες δραστηριότητες ή από πρόσωπα που ασκούσαν επιχείρηση στην κατεχόμενη περιοχή της Δημοκρατίας, ούτε και επιλεκτικά μπορούσε η μη νόμιμη οντότητα να έχει δύο μορφές, δηλαδή, ως εταιρεία στην κατεχόμενη περιοχή, οι μέτοχοι της οποίας, ως φυσικά πρόσωπα, να νομιμοποιούνταν ταυτόχρονα με την εκχώρηση δικαιωμάτων σε εταιρεία εγγεγραμμένη στη Δημοκρατία.

 

  Ούτε και έγινε δεκτή η θέση των εφεσειόντων, η οποία κρίθηκε αντιφατική, ότι οι εφεσείοντες 2-5 ως Κύπριοι πολίτες μπορούσαν νομίμως να εκχωρήσουν τα δικαιώματα τους  στην εφεσείουσα 1 προσωπικά, εφόσον λόγω του ότι είχαν εκχωρηθεί τα όποια δικαιώματα, δεν μπορούσαν να εμφανίζονται ταυτόχρονα ως ενάγοντες με την ίδια την ενάγουσα-εφεσείουσα 1.  Δεν υπήρχαν, κατά το Δικαστήριο, δικαιώματα προσωπικά των εφεσειόντων 2-5, κεχωρισμένα από την εταιρεία.  Το Δικαστήριο διέκρινε την υπόθεση Etablissement Baudelot v. R S Graham and Co Ltd (1953) 1 All E.R. 149 C.A., η οποία αφορούσε τροποποίηση εγκύρου κλητηρίου εντάλματος με την προσθήκη των προσώπων εκείνων που ασκούσαν εκ μέρους Γαλλικής εταιρείας την επιχείρηση που είχαν κληρονομήσει χωρίς να υπήρχε επίσημη πράξη σύστασης της εταιρείας.  Θεωρήθηκε από το Αγγλικό Δικαστήριο ότι η «εταιρεία» ήταν υπαρκτή, δραστηριοποιείτο, πλήρωνε φόρους και αλληλογραφούσε με τους εναγόμενους, ούσα μια ένωση τριών προσώπων που ήταν οι τίτλω διαδόχοι του αποβιώσαντος Baudelot. Αντικαταστάθησαν επομένως με διάταγμα του Δικαστηρίου τα τρία αυτά πρόσωπα στη θέση της λεγόμενης εταιρείας. 

 

        Οι εφεσείοντες παραπονούνται για την πρωτόδικη κρίση επαναλαμβάνοντας στην ουσία τα όσα τέθηκαν και πρωτοδίκως θεωρώντας ότι δεν είναι ορθή η θέση περί καινοφανούς κατάχρησης, ενώ παρερμηνεύθηκε η νομολογία που το ίδιο το Δικαστήριο ανέφερε και χρησιμοποίησε προς υποστήριξη της απόφασης του.  Η δυνατότητα άσκησης δικαιοδοσίας από τα Δικαστήρια σε σχέση με μη συγκροτημένα σώματα έχει αναγνωρισθεί από την υπόθεση Κιττή ν. Μιχαηλίδη (2000) 1 Α.Α.Δ. 59, και την ερμηνεία των σχετικών Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.  Συνάγεται ότι οι εφεσείοντες 2-5 είχαν όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του μη συγκροτημένου σώματος Artesa, το οποίο υπήρχε και εμπορευόταν και ήταν μια οντότητα, όπως θα ήταν μια εταιρεία με καταστατικό και έγγραφο, η οποία όμως δεν είχε εγγραφεί.  Η υπόθεση Etablissement Baudelot v. R S Graham and Co Ltd - ανωτέρω -  παρερμηνεύθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο.  Δεν μπορεί να γίνεται λόγος για έκνομες δραστηριότητες εφόσον οι εφεσείοντες 2-5, Τουρκοκυπριακής καταγωγής και άρα πολίτες της Δημοκρατίας, είχαν εξ ανάγκης εγκατασταθεί στα κατεχόμενα όπου συνεταιρίσθηκαν και συμφώνησαν να δημιουργήσουν μια εταιρεία που δεν μπορούσαν όμως να εγγράψουν στον Έφορο Εταιρειών εφόσον δεν επιτρεπόταν τότε η ελεύθερη επικοινωνία μεταξύ των περιοχών που ελέγχονται από τη Δημοκρατία και των κατεχομένων.  Δεν υπάρχει συνεπώς, κατά την εισήγηση, κανόνας δικαίου που να απαγορεύει ή να εμποδίζει τους Τουρκοκύπριους να συμβάλλονται ή να συνεταιρίζονται στο «Βορρά», όπως αναφέρεται η κατεχόμενη από τα Τουρκικά στρατεύματα περιοχή, στο περίγραμμα αγόρευσης των εφεσειόντων. 

 

        Η εφεσίβλητη εταιρεία εισηγείται με το δικό της περίγραμμα ότι πολύ ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο ενέκρινε την αίτηση διαγραφής επί όλων των θεμάτων, τόσο από πλευράς νομικών ισχυρισμών, όσο και από πλευράς πραγματικών γεγονότων.  Η καταχώριση εκ μέρους των εφεσειόντων της αγωγής και μάλιστα συνδυαστικά, αποτελούσε κατάχρηση της διαδικασίας εφόσον οι εφεσείοντες αλληλέγγυα και κεχωρισμένα αντλούσαν όλα τα  κατ΄ ισχυρισμόν δικαιώματα τους από δραστηριότητες που έγιναν στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές. 

 

        Έχοντας εξετάσει με τη δέουσα προσοχή τα επίδικα θέματα υπό το φως των περιγραμμάτων των συνηγόρων, η έφεση δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη.  Αυτό διότι έστω και αν η εφεσείουσα 1 είναι δεόντως εγγεγραμμένη στον Έφορο Εταιρειών της Κυπριακής Δημοκρατίας, η εγγραφή της έγινε με μοναδικό σκοπό την  υποβολή αξίωσης εναντίον της εφεσίβλητης για γεγονότα που αφορούν τα όσα κατ΄ ισχυρισμόν έλαβαν χώραν στις κατεχόμενες περιοχές της Δημοκρατίας, με παραδεκτό από πλευράς των εφεσειόντων, του ανυπόστατου, ως θέμα νομικής οντότητας, της Artesa Group και/ή του συνεταιρισμού προσώπων, δηλαδή, των εφεσειόντων 2-5, υπό την κάλυψη μιας οντότητας μη αναγνωρισμένης στο νόμιμο έδαφος της Δημοκρατίας. 

 

        Όντως η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι διαπιστώθηκε καινοφανούς μορφής κατάχρηση που θα έπρεπε να αποτραπεί ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε δικονομικές πρόνοιες στη βάση και της σύμφυτης δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, είναι ορθή.  Με παραδεκτό το δεδομένο ότι ο μοναδικός λόγος εγγραφής της εφεσείουσας 1 στη Δημοκρατία ήταν η εκχώρηση δικαιωμάτων της λεγόμενης Artesa Group, είναι φανερό ότι δεν είναι δυνατόν διά της πλαγίας οδού, τα Δικαστήρια της Δημοκρατίας να εξετάζουν και να αποφασίζουν επί ζητημάτων που έλκουν την αξίωση τους από πράξεις που έγιναν στις κατεχόμενες περιοχές.  Η έννοια της κατάχρησης δικαιοδοσίας, αλλά και διαδικασίας, είναι πολυσχιδής στις εκφάνσεις της και, όπως έχει αναφερθεί στην Γενικός Εισαγγελέας ν. Tudor (2011) 1 Α.Α.Δ. 1176, μια  υπόθεση, που περιλαμβάνει βεβαίως και το στάδιο της έφεσης, δεν μπορεί να χρησιμοποιείται συνειδητά για αλλότριους σκοπούς.  Το Δικαστήριο έχει πάντοτε την εξουσία καταστολής καταχρηστικών διαδικασιών ως μέρος της αυτονομίας και αυτοτέλειας της δικαστικής λειτουργίας, (Έλληνας ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 149 και Εμπεδοκλής (Αρ. 3) (2009) 1 Α.Α.Δ. 529).  Κάθε αναφυόμενο ζήτημα κατάχρησης δικαιοδοσίας και διαδικασίας εξετάζεται υπό το φως των συγκεκριμένων γεγονότων της υπόθεσης, δεδομένου ότι δεν μπορεί εκ προοιμίου να στεγανοποιηθεί εκείνη η συμπεριφορά που εξεταζόμενη κρίνεται ως καταχρηστική, (Ηλία (Αρ.3) (1995) 1 Α.Α.Δ. 786 και Διευθυντής των Φυλακών ν. Περέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ. 217).

 

        Η Δ.27, όπως είναι γνωστό, ενεργοποιείται για απόρριψη δικογράφων ή και κλητηρίου εντάλματος όταν δεν στοιχειοθετείται εκ προοιμίου αγώγιμο δικαίωμα.  Αναγνωρίζεται από τη νομολογία ότι η in limine διαγραφή αγωγής είναι δραστικότατο μέτρο, αναγκαίο όμως όταν, εκ των πραγμάτων, μια αγωγή δεν έχει νομικό έρεισμα να προχωρήσει σε πλήρη εκδίκαση.  Γι΄ αυτό και ζητήματα απόρριψης αγωγής εξετάζονται κατά κανόνα από την αρχή της διαδικασίας με σχετική αίτηση που εισάγεται από τον αντίδικο ώστε να περισωθεί δικαστικός χρόνος και να μην δημιουργούνται αχρείαστα έξοδα, (Daimler & Co. V. Continental Tyre Co Ltd (1916) 2 A.C. 307).  Η νομιμοποίηση ενός ενάγοντα πρέπει να αποφασίζεται εκ των προτέρων, (Κρεμμού ν. Κρεμμού κ.ά., Πολ. Έφ. αρ. 55/2006, ημερ. 21.6.2007 - μη δημοσιευθείσα).  Τέτοια μη νομιμοποίηση δυνατό να αφορά την ανικανότητα διαδίκου να υπογράψει ή να δώσει έγκυρο διοριστήριο, ζήτημα θεμελιακής φύσεως αφού επηρεάζει αυτό τούτο το δικαίωμα έγερσης αγωγής, (Annual Practice (1970) Τόμος 2, 840, παρ. 3224 και οι εκεί αναφερόμενες  υποθέσεις).

 

        Οι υποθέσεις Lioufis and Co. Ltd - ανωτέρω - και Mepa Underwriting Management Ltd κ.ά. ν. Αγροτικής Ανώνυμης Ελληνικής Εταιρείας Γενικών Ασφαλίσεων (1997) 1 Α.Α.Δ. 772, δείχνουν ότι όπου αγωγή εγείρεται από ανύπαρκτο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η ορθή διαδικασία είναι η υποβολή αίτησης για διαγραφή ώστε να σταματήσει στη ρίζα της η ίδια η αγωγή.  Η αμφισβήτηση εξουσίας ενάγοντα να εγείρει αγωγή εξ ονόματος του ιδίου ή άλλου προσώπου δεν είναι ζήτημα που επιλύεται μέσω της υπεράσπισης.

 

  Η επίδικη περίπτωση δεν αφορά στην ουσία, όπως είναι η εισήγηση των εφεσειόντων, τη δυνατότητα ενός μη συγκροτημένου σώματος να εγείρει αγωγή, όσο το δικαίωμα των εφεσειόντων 2-5 να εκχωρήσουν δικαιώματα από μια παράνομη οντότητα με την εγγραφή εταιρείας στη Δημοκρατία που ανέλαβε αυτά τα δικαιώματα στη βάση δραστηριοτήτων που δεν αφορούν τη νόμιμη επικράτεια της Δημοκρατίας.   Τα μη συγκροτημένα σώματα δεν εμπίπτουν πάντοτε και κατ΄ ανάγκη στις περιπτώσεις εκείνες που δεν έχουν δικαίωμα έγερσης αγωγής (δέστε Ταλιάνου ν. Διαχειριστικής Επιτροπής Belmar Complex (2002) 1 Α.Α.Δ. 102 και Κάρμιος ν. B.E.M.R.S. of Eco (1996) 1 Α.Α.Δ. 1123), διότι όπως αναγνωρίζεται από τη νομολογία και τα συγγράμματα, τα «corporations» χωρίζονται σε διάφορες κατηγορίες, όπως εξηγείται και στον Halsbury's Laws of England (Re-issue) 4η Έκδ., Τόμος 9(2), σελ. 661 παρ. 1143.  Δεν είναι όμως ανάγκη για σκοπούς της παρούσας απόφασης να αναφερθεί οτιδήποτε περαιτέρω.  Εκεί όπου υπάρχει νομίμως «body corporate», αυτό αποκτά χωριστή νομική προσωπικότητα διάφορη από τα μέλη του εφόσον  βέβαια είναι εγγεγραμμένο δυνάμει της υφιστάμενης νομοθεσίας και δύνανται να χρησιμοποιούν το εγγεγραμμένο του όνομα.

 

  Εδώ όμως τίθεται εκ προοιμίου ζήτημα παρανομίας στην όλη προώθηση της αγωγής. Η υπόθεση Etablissement Baudelot v. R S Graham and Co Ltd - ανωτέρω - δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, ως εισηγούνται οι εφεσείοντες, προς βοήθεια τους  διότι εκεί τα δεδομένα ήσαν πολύ διαφορετικά και αφορούσαν τη δραστηριοποίηση τριών φυσικών προσώπων κάτω από τον μανδύα μίας ένωσης που δεν είχε εγγραφεί νομότυπα κατά το Γαλλικό δίκαιο.  Όταν ηγέρθηκε ένσταση στην αγωγή που ήγειρε η ένωση αυτή, το θέμα απλά ήταν κατά πόσο στη βάση του Order 16, (αντίστοιχου της Δ.9) μπορούσε να γίνει αντικατάσταση ή προσθήκη των προσώπων που στη πράξη είχαν τις εμπορικές δοσοληψίες  νόμιμα ως φυσικά πρόσωπα.  Δεν είχε σχέση με παρανομία, ούτε και με το δικαίωμα ενός μη συγκροτημένου σώματος να ενάγει ή να ενάγεται.

 Συναφώς, ούτε η υπόθεση Κιττής ν. Μιχαηλίδης (Αρ.1) (2000) 1 Α.Α.Δ. 59, την οποία πρότειναν οι εφεσείοντες ως καλύπτουσα την περίπτωση τους, είναι σχετική.  Η υπόθεση εκείνη αφορούσε την αντιπροσωπευτική ιδιότητα του εναγομένου Γραμματέα του Δημοκρατικού Κόμματος και την εφαρμογή της Δ.9 θ.9 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών.  Και πάλι δεν είχε σχέση με παρανομία στην προώθηση αγωγής και δεν έχει σχέση με τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να ασκήσει δικαιοδοσία σε σχέση με μη συγκροτημένα σώματα όταν η αγωγή αφορά παραβίαση περιουσιακών δικαιωμάτων.

 

Συνάγεται από όλα τα πιο πάνω ότι ορθά κρίθηκε η αίτηση διαγραφής από το πρωτόδικο Δικαστήριο ως προς τη μη νομιμοποίηση οιουδήποτε των εφεσειόντων να εγείρει την ενώπιον του αγωγή εφόσον η αξίωση στηριζόταν σε εκχωρητήριο έγγραφο το οποίο ήταν χωρίς αποτέλεσμα αφού, το ίδιο το εκχωρητήριο έγινε από ή εκ μέρους ανύπαρκτου προσώπου ή προσώπου μη νομίμως συσταθέντος και αναγνωρισμένου στην Κυπριακή Δημοκρατία.  Οι δε εφεσείοντες 2-5, εκχώρησαν τέτοια δικαιώματα ενεργώντας εκ μέρους μη νομίμου οντότητας. Έτσι, σε κάθε περίπτωση οι εφεσείοντες 2-5, δεν θα μπορούσαν να εγείρουν από μόνοι τους αγωγή ή να συνενωθούν με την εφεσείουσα 1, αφού η εφεσείουσα 1 τους έχει, κατά τους ίδιους τους εφεσείοντες, διαδεχθεί σε όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις τους. 

 

 

        Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ των εφεσιβλήτων ως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

 

 

                                                Δ.

 

 

 

 

 

                                                Δ.

 

 

 

 

 

                                                Δ.

 

 

/ΕΘ Η Η     ΗΓ λδ 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο