ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:A106
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Εφεση Αρ. 65/2012)
12 Μαρτίου, 2018
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Εφεσείουσα/Ενάγουσα,
και
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσίβλητος/Καθ΄ου η Αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Αλ.Μελάς, για την εφεσείουσα
Α.Χριστοφόρου, για τον Εφεσίβλητο
_ _ _ _ _ _
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Η έφεση αυτή στρέφεται κατά απόφασης του πρωτοδίκου Δικαστηρίου να απορρίψει την αγωγή της εφεσείουσας εναντίον του εφεσιβλήτου, αγωγή που αφορούσε ιατρική αμέλεια πριν, κατά ή μετά την εγχείρηση καταρράκτη στην οποία υποβλήθηκε η εφεσείουσα στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού.
Η ευπαίδευτη Πρόεδρος που εκδίκασε πρωτοδίκως την υπόθεση αν και θεώρησε όλη την προσκομισθείσα μαρτυρία αξιόπιστη, εντέλει την έκρινε αναποτελεσματική να στοιχειοθετήσει ιατρική ή όποιου είδους αμέλεια. Σημαντική βεβαίως μαρτυρία υπήρξε αυτή των ιατρών που κατέθεσαν, των δύο οφθαλμίατρων, δηλαδή του Ν.Ραζή, ιδιώτη οφθαλμίατρου (Μ.Ε.3), του Χρ.Μαυρομμάτη (Μ.Υ.1), ο οποίος ήταν ο οφθαλμίατρος που διενήργησε την εγχείρηση καταρράκτη στον αριστερό οφθαλμό της εφεσείουσας στις 29.1.2004 και του ιατρού με ειδικότητα διαβητολογίας Γ.Ιωάννου (Μ.Ε.4).
Η εφεσείουσα προώθησε το θέμα της αποδιδομένης στον εφεσίβλητο αμέλειας με τους εξής κυρίως τρόπους:
(α) Είχε υψηλή τιμή σακχάρου και/ή αρρύθμιστο σάκχαρο κατά την εγχείρηση και συνεπώς η εγχείρηση έπρεπε να αναβληθεί.
(β) Λόγω της μη αναβολής και λόγω της υψηλής τιμής σακχάρου το αποτέλεσμα ήταν η μη επούλωση του χειρουργικού τραύματος με επακόλουθο την πρόπτωση της ίριδος.
(γ) Η πρόπτωση της ίριδος έχει επέλθει και λόγω ενδοφθάλμιας πίεσης, αιτίας που ανάγεται στην εγχείρηση ή στο χειρουργικό τραύμα.
(δ) Η εφεσείουσα θα έπρεπε να αποσταλεί για θεραπεία στο εξωτερικό ενωρίτερα.
Ο Μ.Υ.1 ιατρός Μαυρομμάτης στη μαρτυρία του ανέφερε, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα:
Η εφεσείουσα στις 28.1.2004 υποβλήθηκε σε εξετάσεις και αναλύσεις έφερε τιμή σακχάρου στο 410, όπως εμφαίνεται και από το τεκμήριο 17. Οι αναλύσεις όμως έγιναν, αφού είχε φάει, γεγονός που αυξάνει τα επίπεδα του.
Στις 29.1.2004, όταν χειρουργήθηκε, η ώρα 10:00 π.μ., η τιμή σακχάρου ήταν στο 116. Στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού πριν υποβληθεί ένα άτομο σε οφθαλμολογική εγχείρηση ακολουθείται μια διαδικασία, κατά την οποία γίνεται έλεγχος γενικής φύσεως, όπως και έγινε στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Ο μέσος όρος επούλωσης καταρράκτη, κατά τον οποίο χρόνο το μάτι αποκτά τη μέγιστη σταθερότητα, είναι γύρω στις 20 ημέρες.
Ως αιτία πρόπτωσης ίριδας ανέφερε την άσκηση εξωτερικής πίεσης στο μάτι μετά από ακούσιο κτύπημα, συνήθως κατά τη διάρκεια του ύπνου, είτε μετά από τρίψιμο του ματιού. Ως αιτία πρόπτωσης της ίριδος απόκλεισε την υψηλή ενδοφθάλμια πίεση.
Ο Μ.Υ.1 χαρακτήρισε την τιμή 23 της εσωτερικής πίεσης ως φυσιολογική. Η πίεση δεν μπορεί να ενεργοποιήσει μηχανισμό, σύμφωνα και με τους κανόνες φυσικής, ικανή να προκαλέσει πρόπτωση. Η ενδοφθάλμια πίεση ασκείται ομοιόμορφα στην εσωτερική παρυφή του τραύματος. Η ίριδα βρίσκεται πιο πίσω από το τραύμα. Σε περίπτωση που η μεγάλη πίεση πέραν των 60 μπορεί να προκαλέσει διάσταση των ραφών και να υπάρξει διαρροή υγρού από τις ραφές. Η κατάσταση όμως είναι αυτοεπουλώμενη διότι με τη διαρροή του υγρού επέρχεται και πτώση της πίεσης και αν δεν συντρέχουν λόγοι να είναι αυξημένη, το τραύμα θα κλείσει από μόνο του.
Πριν την περίοδο των τριών μηνών που διαπιστώθηκε η πρόπτωση, η εφεσείουσα ερχόταν και έπαιρνε φάρμακα μέσω του γιου της, δηλαδή πήγαινε ο γιος της στο νοσοκομείου και του έγραφε φάρμακα που της είχε υποδείξει ο ιδιώτης ιατρός. Δεν είχε αναφερθεί στο Μ.Υ.1 ότι το μάτι της εφεσείουσας δεν βρισκόταν σε καλή κατάσταση ή ότι είχε φρικτούς πόνους. Η εφεσείουσα είχε έρθει όντως και ανέφερε για φριχτούς πόνους, δύο φορές με έλκος κερατοειδούς. Η μια περίπτωση ήταν 2-3 μήνες μετά την εγχείρηση και η άλλη, η οποία ήταν πιο σοβαρή περίπτωση, στις 24.9.2004 οπόταν έγινε και εισαγωγή.
Ο ΜΥ1 είδε την εφεσείουσα στις 5.2.2004 όταν προσήλθε στα εξωτερικά ιατρεία και η ενδοφθάλμια πίεση της ήταν 16 ή 18 δηλαδή εντός των φυσιολογικών επιπέδων. Σε σχέση με την εισαγωγή της στο νοσοκομείο στις 6.2.2004, με υπογλυκαιμία, ανέφερε ότι αυτό σήμαινε ότι δεν ακολούθησε τις σχετικές οδηγίες που της δόθησαν από τη διαβητολογική κλινική του νοσοκομείου.
Υπήρξε επίσης εύρημα και συμπέρασμα του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ότι η μαρτυρία του ιατρού Ραζή (Μ.Ε.3) δεν αντιφάσκει στο ουσιώδες μέρος της με εκείνη του ιατρού Μαυρομμάτη. Σημειώνεται ότι θεώρησε και τους δύο αξιόπιστους.
Η μαρτυρία των δύο ιατρών θα μας απασχολήσει περαιτέρω στη συνέχεια αφού καταγράψουμε, με συνοπτικό τρόπο, τους λόγους έφεσης που η πλευρά της εφεσείουσας διατυπώνει εναντίον της πρωτόδικης απόφασης.
Διαπιστώνεται ότι οι 7 από τους 10 λόγους αφορούν συνολικά ή επιμέρους ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς την μη ύπαρξη ευθύνης του εφεσίβλητου, ειδικά επειδή η μαρτυρία των ιατρών Ραζή και Ιωάννου έγινε αποδεκτή. Με τον 1ο λόγο έφεσης πλήττεται η κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου - ότι ελλείπει ικανή και αποδεκτή μαρτυρία που να αποδεικνύει την αμέλεια του εφεσίβλητου. Με το 2ο λόγο η εφεσείουσα αναφέρει ότι το Δικαστήριο δεν προέβη σε σαφή ευρήματα. Ακόμη θεωρείται ότι η κρίση του Δικαστηρίου πως η εφεσείουσα παρουσίασε επιπλοκές και πρόπτωση, 3 μήνες μετά την επέμβαση, είναι επισφαλής αφού δεν δικαιολογείται από τη μαρτυρία που κρίθηκε αξιόπιστη. (3ος λόγος). Είναι η θέση της εφεσείουσας ότι η κρίση αυτή δεν βρίσκει έρεισμα ούτε στη μαρτυρία του ιατρού Μαυρομμάτη ως προς τα γεγονότα. Στον 4ο λόγο ομοίως προσβάλλονται ευρήματα του Δικαστηρίου.
Ο 5ος λόγος αφορά το διατυπωθέν συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι δεν καλύπτετο δικογραφικά η αμέλεια ως εκ των μετεγχειρητικών επιπτώσεων λόγω της ύπαρξης υψηλού και ή αρρύθμιστου σακχάρου στην εφεσείουσα, θεωρώντας λανθασμένα ότι το θέμα δεν δικογραφείται. Είναι η θέση της εφεσείουσας ότι ο παράγοντας του αρρύθμιστου σακχάρου αίματος δικογραφείται επαρκώς και εν πάση περιπτώσει ο εφεσίβλητος δεν ζήτησε λεπτομέρειες.
Τέλος, δύο λόγοι έφεσης (9ος και 10ος) αφορούν το θέμα των αποζημιώσεων και θα μας απασχολήσουν μόνο εφόσον επιτύχει η έφεση επί της αμέλειας.
Η πλευρά του εφεσίβλητου θεωρεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο τόσο επί της πραγματικής όσο και επί της νομικής πτυχής ενήργησε εντός των θεμιτών πλαισίων και δεν χωρεί επέμβαση του Εφετείου για οποιοδήποτε από τους λόγους που προβάλλονται.
Για να καθορισθεί το ορθό πλαίσιο εξέτασης της δοθείσας μαρτυρίας πρέπει πρωτίστως να εξετάσουμε το λόγο έφεσης 5, ανωτέρω, αν δηλαδή η θέση για διενέργεια της εγχείρησης με αρρύθμιστο σάκχαρο δικογραφείτο ή όχι. Είναι ορθό και αποτελεί πάγια νομολογιακή αρχή ότι η δίκη δρομολογείται στη βάση της δικογραφίας και μαρτυρία εκτός δικογράφων δεν λαμβάνεται υπόψη, έστω και αν επιτραπεί η κατάθεση της. (Βλ. Παπαγεωργίου ν. Κλάππα (1991)1 Α.Α.Δ. 24, Federal Bank of Lebanon (SAL) v. Σιακόλας (2011) 1 Α.Α.Δ. 1422 και Μελάς ν. Κυριάκου (2003) 1 Α.Α.Δ. 826).
΄Εχουμε εξετάσει προς το σκοπό αυτό, την ΄Εκθεση Απαιτήσεως. Αν και όχι με ιδανικό τρόπο το σημείο "d" των λεπτομερειών αμελείας περιλαμβάνει τη θέση για λανθασμένη εκτίμηση των ιατρικών εξετάσεων και αναλύσεων. Σίγουρα οι εξετάσεις για το σάκχαρο συνιστούν αναλύσεις, και η διενέργεια εγχείρησης με τις τιμές σακχάρου των αναλύσεων δύναται να θεωρηθεί λανθασμένη εκτίμηση. Υπό αυτή λοιπόν την έννοια υπήρχε δικογραφικό έρεισμα στο θέμα αυτό. Ο λόγος έφεσης 5 είναι βάσιμος και επιτυγχάνει.
Το κύριο ζητούμενο που προκύπτει από όλους τους υπόλοιπους λόγους έφεσης αφορά έμμεσα ή άμεσα τη βασιμότητα των πρωτοδίκων ευρημάτων και συνεπώς είναι εγγενώς συνδεδεμένο με τον τρόπο που το πρωτόδικο Δικαστήριο αξιολόγησε τη μαρτυρία.
Σ΄αυτό το στάδιο θα μας απασχολήσει πιο αναλυτικά η μαρτυρία των δύο οφθαλμιάτρων, των ιατρών Ραζή (Μ.Ε.3) και Μαυρομμάτη (Μ.Υ.1), όπως επίσης και του ιατρού διαβητολόγου Γιαννάκη Ιωάννου (Μ.Ε.4).
Ο ιατρός Ραζής αναφέρθηκε σε έκταση για το θέμα του γεροντικού καταρράκτη από τον οποίο έπασχε η εφεσείουσα, ηλικίας κατά τον ουσιώδη χρόνο, 71 ετών. Κατέθεσε και εξήγησε τα είδη των εγχειρήσεων για τη θεραπεία του καταρράκτη η οποία συνίσταται στην αφαίρεση του καταρρακτηκού φακού και στην τοποθέτηση ενδοφακού.
Εξάλλου είναι κοινός τόπος ότι η εγχείρηση καταρράκτη είναι μια γρήγορη και ασφαλής εγχείρηση με συνήθως άριστα αποτελέσματα. Για την ίδια τη διεξαγωγή της εγχείρησης ο Μ.Ε.3 αναφέρθηκε στη χορήγηση αναισθησίας, συνήθως τοπικής, και μετεγχειρητικά ανέφερε ότι θα πρέπει να μπουν κολλύρια στο μάτι (αντιβιοτικό, κορτιζονούχο, αντιφλεγμονώδες για ένα περίπου μήνα). Υπάρχουν ωστόσο, όπως ανέφερε και εξήγησε, αρκετές διεγχειρητικές επιπλοκές.
Χρήσιμο είναι να παραθέσουμε μέρος της μαρτυρίας του, όπως παρατίθεται στην πρωτόδικη απόφαση:
«Η ενάγουσα τον επισκέφθηκε για πρώτη φορά στις 10.5.2004. Οι εξετάσεις αλλά και η κατάσταση της περιγράφονται στην ιατρική γνωμάτευση που εξέδωσε (Τεκμήριο 10):
«Η ασθενής ήρθε στο ιατρείο μου για πρώτη εξέταση μετά από εγχείρηση καταρράκτη που έλαβε χώρα προ 3μήνου στο Νοσοκομείο Λεμεσού παραπονούμενη για φρικτούς πόνους.
Κατά την εξέταση ευρέθη πρόπτωση ίριδος στο χειρουργικό τραύμα, προφανώς από μέρες. Από την κλινική εικόνα παρουσιάζει αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση και υαλοειδικό πρόσθιο θάλαμο με έντονο οίδημα κερατοειδούς. Η όραση του Αριστερού Οφθαλμού ήταν αντίληψη κινουμένης χειρός (ΑΚΧ).
Συνεστήθη η παραπομπή της σε οργανωμένο ιατρικό κέντρο στο εξωτερικό λόγω της σοβαρότητας της κατάστασης της το οποίο όπως μου εξήγησε ήταν αδύνατο για οικονομικούς λόγους και μου δήλωσε ότι θα το φρόντιζε η ίδια μέσω του νοσοκομείου.
Για το έντονο άλγος που παρουσίαζε όλο το χρονικό διάστημα βρισκόταν κάτω από αγωγή με τοπική εφαρμογή φακών επαφής ανά 2μηνο και Coll αντιβίωσης και κορτιζόνης ανάλογα της κλινικής εικόνας όπως και αντιγλαυκωματικές σταγόνες.
Η ασθενής τελικά με καθυστέρηση πήγε 2 φορές στο εξωτερικό χωρίς πλέον όμως κανένας να αναλαμβάνει την ευθύνη επέμβασης στο μάτι αφού ήταν ήδη τυφλό και με αρκετά προβλήματα.
Μέχρι και σήμερα βρίσκεται κάτω από συνεχή αγωγή με Coll και Φακούς Επαφής με αυξημένη επικινδυνότητα για διάτρηση και αφαίρεση του βολβού στο μέλλον.»
Εξήγησε ότι θεωρεί σπάνια την πρόπτωση της ίριδος γιατί αυτή σχετίζεται με την καλή σύγκλιση, επούλωση ενός χειρουργικού τραύματος και χρειάζεται κάποια επιπλοκή για να υπάρξει διάσταση του τραύματος και παρεκτόπιση της ίριδας προς τα έξω. Είναι η θέση του ότι η πρόπτωση που διαπίστωσε ήταν ενδιάμεσα των ραμμάτων και ενδεχομένως να προήλθε από την ψηλή ενδοφθάλμια πίεση στο εσωτερικό του βολβού.
Αντεξεταζόμενος για το ίδιο θέμα και στην υποβολή ότι η πρόπτωση της ίριδας έχει γίνει λόγω εξωγενών παραγόντων, είτε από δυνατό τρίψιμο του ματιού είτε από κάποιο κτύπημα στο μάτι το οποίο έχει γίνει από την ίδια την ενάγουσα, δέχθηκε πως «Είναι ένας παράγοντας που θα μπορούσε να κάνει πρόπτωση ίριδος.»
Κατέληξε ότι ο λόγος που οδήγησε το μάτι στην τύφλωση ήταν η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση η οποία κατάστρεψε το οπτικό νεύρο και η ενδοθηλιακή ανεπάρκεια του κερατοειδούς που παρουσιάστηκε μετεγχειρητικά.
Ρωτήθηκε για τις τιμές σακχάρου, και ποιες θεωρεί ασφαλείς και απάντησε ότι ο ίδιος είναι συντηρητικός και αποφεύγει να χειρουργεί όταν η τιμή σακχάρου είναι πάνω από 160. Άλλοι συνάδελφοι του όμως ακολουθούν διαφορετική πρακτική. Διατύπωσε τη θέση ότι εάν κάποιος χειρουργηθεί με ψηλό σάκχαρο, θα έχει ως επακόλουθο καθυστερημένη επούλωση, καθυστερημένη ανάρρωση και ενδεχόμενα κάποια αιμορραγία.
Και ο έτερος μάρτυρας ιατρός-διαβητολόγος (Γιαννάκης Ιωάννου (Μ.Ε.4) εξέφρασε τη θέση ότι το αρρύθμιστο σάκχαρο κατά την εγχείρηση οδηγεί σε μολύνσεις, καθυστέρηση στην επούλωση και αιμορραγία και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να τυγχάνει μιας πιο εντατικοποιημένης παρακολούθησης το σάκχαρο. Εξήγησε ότι για να υπάρξει ρύθμιση σακχάρου θα πρέπει να προηγηθούν μέρες ρύθμισης και όχι απλά να δοθεί, μια συγκεκριμένη ημέρα, αρκετή δόση για να μειωθεί η τιμή του σακχάρου. Ο λόγος που χρειάζεται ρύθμιση είναι διότι το ψηλό σάκχαρο επηρεάζει τους μηχανισμούς του οργανισμού όπως της άμυνας, της πήξεως και της επούλωσης. Αν παρά ταύτα κάποιο άτομο χειρουργηθεί με ψηλό σάκχαρο σίγουρα θα χρειάζεται καλή παρακολούθηση και ρύθμιση του. Έχει σημασία, υπέδειξε, τόσο η προεγχειρητική όσο και η μετεγχειρητική ρύθμιση. Τόνισε όμως, πως δεν σημαίνει πάντοτε, ότι ένας που θα χειρουργηθεί με ψηλό σάκχαρο θα πάθει επιπλοκή.
΄Εχουμε παραθέσει τις πιο πάνω κατευθύνσεις της μαρτυρίας των ιατρών, διότι το πρωτόδικο Δικαστήριο τους θεώρησε αξιόπιστους και δεν προέβη σε επιλογή μαρτυρίας ενώ όφειλε να το πράξει αφού υπήρχε σοβαρή διάσταση στις θέσεις τους.
Παρατηρούμε ότι υπήρχε σοβαρή διάσταση στη δοθείσα μαρτυρία, σε ουσιώδη σημεία, όπως τα εξής:
(α) Στο θέμα κατά πόσο ο λόγος της τύφλωσης ήταν η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση.
(β) Στο πότε παρατηρήθηκε η πρόπτωση της ίριδας και αν αυτή συσχετίζεται και πώς με την ενδοφθάλμια πίεση. (Θυμίζουμε ότι ο Μ.Υ.1 απέκλεισε ως αιτία της πρόπτωσης της ίριδας την υψηλή ενδοφθάλμια πίεση. Κατ΄αντίθεση με τον Μ.Ε.3).
(γ) Στο πώς πρέπει να αντιμετωπισθεί ιατρικώς το αρρύθμιστο σάκχαρο πριν από την εγχείρηση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, εν μέρει, αντιμετωπίζει τις διαφορετικές θέσεις σαν διαφορετικές σχολές σκέψης και πρακτικής. Όμως, το θέμα δεν ήταν έτσι. Πρόκειται για αντιφάσεις ουσίας και το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ενδιέτριψε στις αντίστοιχες - αντίθετες θέσεις με κατάληξη στέρεου ευρήματος.
΄Ηταν σημαντικό το πότε επήλθε η πρόπτωση της ίριδος και ποια ήταν τα αίτια της. Περαιτέρω, όπως διαφαίνεται και από τον τρίτο λόγο έφεσης η εφεσείουσα χαρακτηρίζει την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι παρουσίασε επιπλοκές και πρόπτωση, 3 μήνες μετά την επέμβαση, λανθασμένη.
Προκύπτει σαφώς ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχεται δύο αντίθετες εκδοχές για τα πιο πάνω θέματα, χωρίς να επιλέξει, με αιτιολογία, τις θέσεις, που με βάση τη μαρτυρία, ήσαν πειστικές. Δεν μπορούσαν τα πιο πάνω σημαντικά σημεία να καλυφθούν επί τω ότι απλώς οι ιατροί έδωσαν διαφορετικές θέσεις ανάλογα με τη σχολή σκέψης που ακολουθούσαν. ΄Ηταν καθήκον του πρωτόδικου Δικαστηρίου να επιλέξει εκδοχή και να την αιτιολογήσει.
Διάσταση υπάρχει στη θέση της ίδιας της εφεσείουσας και της κόρης της για φρικτούς πόνους στο μάτι μετά την εγχείρηση, με την αντίθετη θέση του ΜΥ1. Παρατηρούμε ότι και πάλι δεν συντελείται επαρκώς το έργο της αξιολόγησης, με επιλογή εκδοχής.
Η ίδια πλημμέλεια (απουσία επιλογής εκδοχής και απουσία ευρήματος) παρατηρείται και για το πότε η εφεσείουσα παρουσίασε επιπλοκές. Ενώ, το πρωτόδικο δικαστήριο, αποδέχθηκε τη μαρτυρία της εφεσείουσας (και της κόρης της) ότι η πρώτη είχε πόνους και ενοχλήσεις και επισκεπτόταν το νοσοκομείο και το γιατρό της, ταυτόχρονα δέχεται και την αντίθετη θέση του ΜΥ1 ότι όσες φορές την είδε δεν είχε επιπλοκές. Πρόκειται για ουσιώδη διάσταση στη μαρτυρία που επίσης παραβλέπεται και δεν διατυπώνεται θετικό εύρημα. Επίσης κενό παρατηρείται στο πότε ο ΜΥ1 είδε την εφεσείουσα - μετά τις 5.2.2004. Ενώ η εφεσείουσα και η κόρη της κατέθεσαν για επίσκεψη τους στο γιατρό μετά τις 5.2.2004, αφού είχε πόνους στο μάτι, ο ΜΥ1 λέει ότι την είδε 2-3 μήνες μετά. Πρόκειτο για κρίσιμο χρόνο και δεν υπάρχει επιλογή εκδοχής και αξιολόγηση των εκδοχών.
Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε και άλλα κενά ευρημάτων. Είναι φανερό ότι η ως άνω πλημμέλεια πρέπει να οδηγήσει σε ανατροπή τα πρωτόδικης απόρριψης της αγωγής, αφού ελλείπει δικαστική κρίση σε συνάρτηση με την αξιολόγηση, κρίση που δεν μπορεί να καλυφθεί από το Εφετείο (βλ. Ελληνική Τράπεζα ν. Κυριακίδης, Πολ.έφ.209/2010, 9.9.2015), ECLI:CY:AD:2015:A579. Όπως τονίστηκε στη Federal Bank of Lebanon (SAL) v. Ν.Σιακόλα (2011)1 Α.Α.Δ. 1422, «με δεδομένο ότι υπήρχε διάσταση μεταξύ των μαρτύρων της κάθε πλευράς, η σαφής και επαρκώς αιτιολογημένη κρίση του δικαστηρίου επί της αξιοπιστίας τους, ήταν επιτακτική».
Τα λάθη που εντοπίστηκαν ήσαν, με όλο το σεβασμό, σοβαρά, όπως ακριβώς διαπιστώθηκε από τους αδελφούς δικαστές στην πρόσφατη απόφαση Aργυρίδης ν. Γεν.Εισαγγελέα, Πολ.εφ.56/12, 6.2.2018, η οποία αφορούσε επίσης ιατρική αμέλεια. Σχετικό απόσπασμα παραθέτουμε στη συνέχεια:
«Η αξιολόγηση αποτελεί δικαστικό έργο και καθήκον και προϋποθέτει συσχέτιση της μαρτυρίας στο σύνολο της και αντιπαραβολής των διϊστάμενων θέσεων. Όσο πιο σύνθετη είναι η ενώπιον του Δικαστηρίου διαφορά, τόσο περισσότερο προβάλλει η ανάγκη σαφούς αξιολόγησης, και οι υποθέσεις ιατρικής αμέλειας είναι ιδιαιτέρως περίπλοκες ώστε να χρήζουν της μεγίστης προσοχής από το εκδικάζον Δικαστήριο, (Μάρκαρη ν. Παρασκευά (2012) 1 Α.Α.Δ. 1493). Η κατ΄ απομόνωση αξιολόγηση μέρους της μαρτυρίας ενδεχόμενα οδηγεί το Δικαστήριο σε λανθασμένη εκτίμηση των εγειρομένων θεμάτων και επηρεάζει το εύλογο της κρίσης του, (Cyprus Investment & Securities Corporation Ltd v. Στέλιου Παύλου κ.ά., Πολ. Έφ. αρ. 240/2010, ημε. 20.12.2017), ECLI:CY:AD:2017:A474.
Και στην παρούσα υπόθεση, όπως και στην Αργυρίδης, ανωτέρω, έχουμε με ιδιαίτερη ανησυχία προβληματιστεί για το τι πρέπει να διαταχθεί, μετά τη διαπίστωση της πιο πάνω πλημμέλειας. Ενόψει ιδιαίτερα του γεγονότος ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την έγερση της αγωγής. Πρόκειται για αγωγή του 2007. Και η εφεσείουσα είναι ηλικιωμένο άτομο. Ως εκ της φύσεως όμως των λαθών του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε συνάρτηση με τα κενά που αφορούν επιλογή εκδοχής μαρτύρων, τους οποίους το Εφετείο φυσικά δεν είδε και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αξιολογήσει, δεν ισχύει εδώ η δυνατότητα εξαγωγής ευρημάτων από το ίδιο το Εφετείο, δυνατότητα που ακολουθήθηκε στην Ορφανίδου ν. Ορφανίδου (2001)1 Α.Α.Δ. 1889 και στη Hassan v. Ανδρέου, Πολ.έφ.2/2011, 2.12.2015, ECLI:CY:AD:2015:A803.
Παρά τη διαταγή για επανεκδίκαση για το θέμα της αμέλειας, που καθηκόντως θα εκδώσουμε, θα πρέπει να ασχοληθούμε με το θέμα των αποζημιώσεων που αφορούν οι δύο τελευταίοι λόγοι έφεσης. Παραπονείται η εφεσείουσα σε σχέση με το θέμα αυτό μόνο στο ότι δεν της επιδικάστηκαν ποσά για μεταφορικά και για έξοδα μετακίνησης στο εξωτερικό. (9ος λόγος έφεσης). Επ ΄αυτής της πτυχής δεν έχουμε πεισθεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο διέπραξε λάθος. Επρόκειτο για κονδύλι ειδικών ζημιών και ως εκ τούτου η αυστηρή απόδειξη ήταν αναγκαία.
Δια του 10ου λόγου έφεσης η εφεσείουσα παραπονείται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα και αναιτιολόγητα δεν επιδίκασε τόκους επί των ποσών των γενικών και ειδικών αποζημιώσεων. Είναι γεγονός ότι το Δικαστήριο δεν αναφέρει οτιδήποτε για τόκους. Προφανώς αυτό συνέβη λόγω του ότι είχε προηγουμένως απορρίψει την αγωγή της εφεσείουσας και η ενασχόληση του με το θέμα των αποζημιώσεων έγινε, ως είθισται, σύμφωνα με πάγια πρακτική για σκοπούς έφεσης. Θεωρήθηκε δε, ότι εάν ήθελε αναθεωρηθεί η κρίση του Δικαστηρίου, η εφεσείουσα θα δικαιούτο γενικές αποζημιώσεις εκ ποσού €70,000 και ειδικές αποζημιώσεις €2,758.84. Επ΄αυτών των κονδυλίων δεν διατυπώνεται λόγος έφεσης και ως εκ τούτου παραμένουν σε ισχύ για σκοπούς επανεκδίκασης. Το θέμα της τοκοφορίας των ποσών, με βάση το Νόμο, μπορεί να αποφασιστεί από το Δικαστήριο που θα επανεκδικάσει την υπόθεση, εφόσον θεωρήσει ότι η εφεσείουσα μπορεί να επιτύχει στην αξίωση της.
Πριν τη διατύπωση της καταληκτικής διαταγής μας, θεωρούμε σκόπιμο, ενόψει της ιδιομορφίας της υπόθεσης, ειδικά σε συνάρτηση με το ότι η εφεσείουσα είναι ένα ηλικιωμένο άτομο, να προτρέψουμε τις δύο πλευρές όπως, σοβαρά και με την αίσθηση καθήκοντος, ως συλλειτουργοί της δικαιοσύνης, προσπαθήσουν να επιτύχουν εξώδικο συμβιβασμό της τόσο ταλαιπωρημένης αυτής υπόθεσης.
Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει, η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόρριψη της αγωγής και το συναφές διάταγμα για έξοδα ακυρώνονται. Διατάσσεται η επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ως άνω, το συντομότερο δυνατόν. Τα πρωτόδικα έξοδα θα ακολουθήσουν την πορεία του αποτελέσματος της επανεκδίκασης.
Αναφορικά δε με την έφεση επιδικάζονται υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον του εφεσίβλητου €2,500 έξοδα πλέον ΦΠΑ.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.