ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2018:D131
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 16/2018)
27 Μαρτίου, 2018
[Γ.N. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ IVAN IVANOVICH MAZUR ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ CERTIORARI ΚΑΙ/Ή PROHIBITION ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥΑΡΘΡΟΥ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 588/2014 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 28/02/2018 ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΠΕΡΡΙΨΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 21/07/2017 ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΜΟ ΚΑΙ/Ή ΑΚΥΡΩΣΗ (α) ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 10/02/2014 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΓΕΝΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 50/2014 ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΔΟΘΗΚΕ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΣΦΡΑΓΙΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΤΟΥ ΚΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ (β) ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 16/05/2017 ΜΕ ΤΟ ΟΠOIΟ ΠΑΡΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΕΠΙΔΟΣΗ ΕΚΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΤΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΑΥΤΗΣ ΣΤΟΥΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥΣ ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜEΝΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ (γ) ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΚΑΙ/Ή ΤΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΣΤΟΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟ ΕΚΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΤΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΑΥΤΗΣ ΣΤΟΥΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥΣ ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΚΑΙ
(δ) ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΜΟ ΚΑΙ/Ή ΑΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΙΔΙΑΣ ΤΗΣ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΚΑΙ/Ή ΤΟΥ ΚΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ
_________________________
Δημήτρης Αραούζος, για Chrysses Demetriades & Co LLC, για τον Αιτητή.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Ο αιτητής, στην παρούσα διαδικασία για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari, είναι ο μοναδικός εναγόμενος στην αγωγή αρ. 588/2014 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού. ΄Οπως δε αναφέρεται στο κλητήριο ένταλμα, είναι κάτοικος Ρωσίας. Για το λόγο αυτό, στο στάδιο σφράγισης του κλητηρίου εντάλματος, προς το σκοπό καταχώρισής του, λήφθηκε η άδεια του Δικαστηρίου, (Δ.2, Κ. 2 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, (οι «Κανονισμοί»)). Αυτό έγινε στο πλαίσιο της γενικής αίτησης αρ. 50/2014.
Στη συνέχεια, έγιναν δύο προσπάθειες για επίδοση ειδοποίησης του κλητηρίου εντάλματος στον αιτητή, ως εναγομένου στην προαναφερθείσα αγωγή, χωρίς, όμως, αποτέλεσμα. Αργότερα, και αφού ανανεώθηκε η ισχύς του, έγινε, εκ νέου, προσπάθεια, η τρίτη στη σειρά, για επίδοση ειδοποίησής του, η οποία, στέφθηκε με επιτυχία. Στην περίπτωση αυτή, η αγωγή ήλθε σε γνώση του αιτητή, μέσω υποκατάστατης επίδοσης, που έγινε σε δικηγόρο ο οποίος εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο που τον εκπροσωπεί στην Κύπρο.
Ο αιτητής, θεωρώντας, προφανώς κατόπιν νομικής συμβουλής, ότι η σφράγιση του κλητηρίου εντάλματος και, ακολούθως, η υποκατάστατη επίδοσή του διενεργήθηκαν παράνομα, καταχώρισε αίτηση για ακύρωση και παραμερισμό των σχετικών διαταγμάτων και των συνεπειών τους. Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος, ο οποίος επιλήφθηκε της αίτησης, αφού διαπίστωσε ότι ο αιτητής είχε υπαχθεί στη δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου, την απέρριψε, ουσιαστικά, για το λόγο αυτό και μόνο.
Με την παρούσα μονομερή αίτηση, ζητείται η παραχώρηση άδειας για την προώθηση, στη συνέχεια, διαδικασίας έκδοσης εντάλματος certiorari, προς το σκοπό ακύρωσης της πιο πάνω απόφασης. ΄Ο,τι απαιτείται να καταδειχθεί στο στάδιο αυτό, προκειμένου να δοθεί η αιτούμενη άδεια, είναι η ύπαρξη συζητήσιμης υπόθεσης. Εφόσον αυτό επιτευχθεί, ακολουθεί το inter partes στάδιο, κατά το οποίο διενεργείται αναθεώρηση της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου, στο πλαίσιο της διακριτικής εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του ΄Αρθρου 155.4 του Συντάγματος.
Το κύριο θέμα που απασχόλησε το Δικαστήριο στην απόφασή του ήταν ο χρόνος καταχώρισης της αίτησης για παραμερισμό των προαναφερθέντων διαταγμάτων. Αυτός προσδιορίζεται μετά την καταχώριση από τον αιτητή σημειώματος εμφάνισης υπό διαμαρτυρία στις 3.7.2017, άνευ της άδειας, προς τούτο, του Δικαστηρίου, διάβημα το οποίο, εν πάση περιπτώσει, ο ίδιος δικαιούτο, όπως διαπιστώθηκε δικαστικά, να λάβει. Το Δικαστήριο εξέτασε το συγκεκριμένο θέμα με αναφορά στις πρόνοιες της Δ.16, Κ. 9 των Κανονισμών, στις οποίες έδωσε τη δική του ερμηνεία όσον αφορά την εφαρμογή τους. Κατέληξε ότι η καταχώριση της εν λόγω αίτησης στις 21.7.2017, δηλαδή με καθυστέρηση, όπως έκρινε, δεκαοκτώ ημερών, είχε ως αποτέλεσμα την υπαγωγή του αιτητή στη δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου και αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο έκρινε την αίτηση απορριπτέα.
Το Δικαστήριο, ακολούθως, παρά την πιο πάνω κατάληξή του, προέβη σε κάποιες παρατηρήσεις, σε σχέση με δύο συναφή μεταξύ τους θέματα, που αφορούσαν, γενικά, στη δικαιοδοσία του. Είχαν να κάμουν, το πρώτο, με τη δικαιοδοσία του, αυτή καθ' εαυτή, να επιληφθεί της αγωγής και, το δεύτερο, με το δόγμα forum non conveniens, με αναφορά στο κατά πόσο το Επαρχιακό Δικαστήριο της Κύπρου ήταν το καταλληλότερο βήμα να της επιληφθεί. Κατέληξε, ουσιαστικά, ότι ο αιτητής, εφόσον εμφανιζόταν πλέον άνευ όρων, θα μπορούσε να εγείρει τα θέματα αυτά με το κατάλληλο δικονομικό διάβημα, στον κατάλληλο χρόνο.
Σε σχέση με το θέμα της δικαιοδοσίας, το Δικαστήριο ήταν της άποψης ότι αυτό μπορούσε να εγερθεί οποτεδήποτε στην πορεία της υπόθεσης, στη βάση συγκεκριμένων γεγονότων. ΄Οσον αφορά το δεύτερο θέμα, παρατήρησε πως τούτο μπορούσε να εγερθεί μόνο εφόσον το ίδιο είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει την αγωγή. Εν πάση περιπτώσει, ακόμα και μετά τη διαπίστωση ύπαρξης δικαιοδοσίας, τέτοιο θέμα δε θα μπορούσε, όπως έκρινε, να εξεταστεί στην αίτηση της οποίας επιλαμβανόταν κατά το συγκεκριμένο χρόνο, για το λόγο που ανέφερε. Είναι, λοιπόν, πρόδηλο πως το Δικαστήριο εξέτασε και τα δύο αυτά θέματα παρεμπιπτόντως. Οι παρατηρήσεις του, σχετικά δεν αποτελούν την κρίση του αναφορικά με την κατάληξη της αίτησης. Αυτό προκύπτει ευθέως από το εξής: Μετά τη διαπίστωσή του περί της υπαγωγής του αιτητή στη δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου, κατέληξε με την παρατήρηση πως, συνακόλουθα, «καμιά από τις θεραπείες που αναφέρεται στην Αίτηση δεν μπορεί να αποδοθεί».
Με δεδομένη την πιο πάνω κατάληξη του Δικαστηρίου, είναι φανερό πως ούτε και οι λόγοι που αφορούν στα θέματα που αυτό εξέτασε παρεμπιπτόντως μπορούν να εξεταστούν στο πλαίσιο της παρούσας αίτησης∙ οι παρατηρήσεις του, σχετικά, δεν αποτελούν μέρος της κρίσης του για απόρριψη της αίτησης.
Παραμένει ένας τελευταίος λόγος, με τον οποίο προβάλλεται η θέση πως η ερμηνεία που έδωσε το Δικαστήριο στη Δ.16, Κ. 9[1], αποτελεί πασίδηλο νομικό σφάλμα, το οποίο εμφαίνεται στο πρακτικό∙ την απόφαση, δηλαδή. Συγκεκριμένα, αυτό ήταν της άποψης πως, στην περίπτωση κατά την οποία καταχωρείται σημείωμα εμφάνισης υπό διαμαρτυρία, χωρίς να λαμβάνεται η άδεια του δικαστηρίου προς τούτο, η προτιθέμενη αίτηση πρέπει να καταχωρείται «άμεσα», μετά την καταχώριση του εν λόγω σημειώματος εμφάνισης. Ο Κ. 9 δεν προβλέπει κάτι τέτοιο. Επομένως, δικαιολογημένα αυτός υπόκειται σε ερμηνεία από το δικαστήριο που επιχειρεί την εφαρμογή του. Η ερμηνεία που έδωσε, εν προκειμένω, το Δικαστήριο είναι τόσο λογική και πειστική όσο μπορεί να είναι η ερμηνεία την οποία δυνατό να δώσει, σχετικά, οποιοδήποτε άλλο δικαστήριο. Εν πάση περιπτώσει, αυτή δεν αποτελεί πασίδηλο νομικό σφάλμα. Η απουσία σαφούς διατύπωσης του εν λόγω Κανονισμού, εύλογα, τον καθιστά αντικείμενο προβληματισμού ως προς τον τρόπο εφαρμογής του. Βέβαια, δε σημαίνει πως αυτός δεν μπορεί να ερμηνευθεί οριστικά στο τελικό στάδιο δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το οποίο, όμως, δεν είναι το παρόν. Επομένως, δεν έχει καταδειχθεί η ύπαρξη, στην προκειμένη περίπτωση, συζητήσιμης υπόθεσης.
΄Ενα τελευταίο θέμα που πρέπει να εξεταστεί αφορά στη θέση, η οποία εκφράστηκε εκ μέρους του αιτητή, ότι η συγκεκριμένη απόφαση δεν υπόκειται σε έφεση. Ως εκ τούτου, η μόνη οδός προσβολής της νομιμότητάς της είναι αυτή της έκδοσης προνομιακού εντάλματος certiorari. Στο σημείο τούτο, σημειώνεται πως, κατά κανόνα, αποφάσεις, όπως η υπό αναφορά, εξετάζονται στο πλαίσιο έφεσης.
Προς υποστήριξη της θέσης, ανωτέρω, έγινε παραπομπή στη νέα πρόνοια του άρθρου 25(1)(γ)[2] του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/1960), στην οποία προβλέπεται ότι υπόκεινται: «Τηρουμένου οποιουδήποτε διαδικαστικού κανονισμού, σε έφεση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ... - ... (γ) ενδιάμεσες αποφάσεις απόλυτα καθοριστικές ως προς το αποτέλεσμά τους για τα δικαιώματα των διαδίκων:». Εν ολίγοις, αυτό που, στην προκειμένη περίπτωση, έχει τεθεί είναι ότι η εν λόγω απόφαση δεν είναι εφέσιμη. Η θέση αυτή, με όλο το σεβασμό, δεν είναι ορθή.
Απόφαση, με βάση την οποία κρίνεται ότι εναγόμενος έχει υπαχθεί στη δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου, παρά την περί του αντιθέτου προβαλλόμενη θέση του, εγείρει ευθέως θέμα ύπαρξης εξουσίας από το Δικαστήριο τούτο επί του συγκεκριμένου διαδίκου. Η φύση του πιο πάνω θέματος είναι τέτοια, ώστε αυτό να πρέπει να εξεταστεί και να αποφασιστεί κατά το εντελώς αρχικό στάδιο της αγωγής. Οι συνέπειες της σχετικής απόφασης είναι, οπωσδήποτε, «απόλυτα καθοριστικές» για τα δικαιώματα του εναγομένου, ο οποίος, εύλογα, δεν επιθυμεί να παραμείνει διάδικος στην αγωγή, ενδεχόμενα, μέχρι τέλους, χωρίς την αναγκαία βεβαιότητα ως προς την ύπαρξη εξουσίας επ' αυτού από το Επαρχιακό Δικαστήριο. Σε περίπτωση, επομένως, διαφωνίας του με τη σχετική απόφαση, αυτός δικαιούται να ασκήσει έφεση εναντίον της, κατά την εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 25(1)(γ) του Ν. 14/1960, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί, η οποία πρέπει να εξετάζεται, οπωσδήποτε, πριν προχωρήσει περαιτέρω η αγωγή. Καταλήγοντας, λοιπόν, διαπιστώνεται ότι η υπό αναφορά απόφαση ήταν, από μόνη της, εφέσιμη, εντός της προβλεπόμενης, από τη Δ.35, Κ. 2 των Κανονισμών, περιόδου. Συνακόλουθα, δεν τίθεται και θέμα αυτή να πρέπει να εφεσιβληθεί με το πέρας της αγωγής.
Για τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Γ.Ν. Γιασεμής,
Δ.
/ΜΠ
[1] "9. A defendant before appearing shall be at liberty, without obtaining an order to enter or entering a conditional appearance, to take out a summons to set aside the service upon him of the writ or of notice of the writ, or to discharge the order authorizing such service."
[2] Βλ. Ν. 109(Ι)/2017.