ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Χ. Φωτίου, για τον αιτητή Μίτλετον, για τους καθ' ων η αίτηση CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2018-02-13 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤHΣ BANK OF CYPRUS PUBLIC CO. LTD (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD), ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 95/17, 13/2/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2018:D78

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

                                                          ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 95/17

 

 

 

[A. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ]

 

13 Φεβρουαρίου, 2018

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

 

-         ΚΑΙ -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤHΣ BANK OF CYPRUS PUBLIC CO. LTD (ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD), ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΦΟ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA EK ΣΥΜΦΩΝΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ ΗΜΕΡ. 28/4/17 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ 2271/10 ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΑΣΠΑΣΙΑΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΦΟ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΑΛΒΕΡΤΟΥ ΓΙΟΥΣΕΛΛΗ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΙ

..........

Αίτηση ημερ. 4/10/17

Χ. Φωτίου, για τον αιτητή

Μίτλετον, για τους καθ' ων η αίτηση

..........

 

 

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΓΟΥ, Δ:  Mε την αίτηση αρ. 88/17 η Bank of Cyprus Public Co. Ltd. ζητούσε άδεια για καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως για την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari για ακύρωση των διαταγμάτων που εκδόθηκαν εκ συμφώνου εναντίον του εναγόμενου 2, από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, στις 28/4/17 στην αγωγή με αρ. 2271/10.     Ζητούσε επίσης αναστολή εκτέλεσης των διαταγμάτων μέχρι την αποπεράτωση της ακρόασης της κυρίως αίτησης δια κλήσεως.

 

Στις 22/6/17 το Δικαστήριο ενέκρινε την αίτηση και έδωσε άδεια για καταχώρηση αίτησης δια κλήσεως για certiorari η οποία καταχωρήθηκε στις 28/6/17 και ορίστηκε για πρώτη εμφάνιση στις 7/7/17.  Κατ' εκείνη την ημερομηνία ο δικηγόρος της ενάγουσας/καθ' ης η αίτηση 1 ζήτησε χρόνο για να καταχωρήσει ένσταση, οι εναγόμενοι 3 και 4/καθ' ων η αίτηση συγκατατέθηκαν στην αίτηση ενώ ο δικηγόρος του εναγόμενου 2/καθ' ου η αίτηση ζήτησε χρόνο για να τοποθετηθεί.

 

Το Δικαστήριο ενόψει των τοποθετήσεων των καθ' ων η αίτηση όρισε την αίτηση για τις 27/9/17, ημερομηνία κατά την οποία δεν εμφανίστηκε ο δικηγόρος της καθ' ης η αίτηση 1 που είχε φέρει ένσταση στην αίτηση.  Oύτε επίσης δεν καταχώρησε ειδοποίηση ένστασης, σύμφωνα με τις οδηγίες του Δικαστηρίου.  Ο μοναδικός δε καθ' ου η αίτηση που ζήτησε χρόνο για να τοποθετηθεί συγκατατέθηκε τελικά και αυτός στην αίτηση  Η δικηγόρος της Τράπεζας ζήτησε διάταγμα, ως η αίτηση της, ενόψει της μη εμφάνισης του δικηγόρου της καθ' ής η αίτηση που έφερε μεν  ένσταση αλλά δεν είχε καταχωρήσει ειδοποίηση ένστασης και της συγκατάθεσης των υπόλοιπων καθ' ων η αίτηση.

 

Ενόψει της πιο πάνω εξέλιξης, το Δικαστήριο εξέτασε την αίτηση και  αφού έκρινε ότι με την εκδοθείσα εκ συμφώνου απόφαση εναντίον του εναγομένου 2, προτού ολοκληρωθεί η διαδικασία της αγωγής με αρ.  2271/10 εναντίον της Τράπεζας, που ήταν μια από τους εναγόμενους, επηρεάσθηκαν αρνητικά τα συμφέροντα της Τράπεζας να ακουστεί, εφόσον τα διατάγματα αφορούσαν σε ακύρωση της μεταβίβασης κτήματος και της υποθήκης επ' αυτού προς όφελος της Τράπεζας, εξέδωσε προνομιακό ένταλμα της φύσης certiorari και ακύρωσε την εκ συμφώνου απόφαση, ημερ. 28/4/17.

 

Η ενάγουσα/καθ' ης η αίτηση 1 καταχώρησε στη συνέχεια στις 4/10/17 την υπό κρίση αίτηση που στρέφεται εναντίον της Bank of Cyprus Co. Ltd. με την οποία ζητά ακύρωση και/ή παραμερισμό του προνομιακού εντάλματος στη βάση της Δ.17, θ. 3, Δ.26 θ.14 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών και του Άρθρου 30 του Συντάγματος.  Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση καταγράφονται στην ένορκη δήλωση του δικηγόρου της αιτήτριας, ημερ. 4/10/17.  Στην ένορκη του δήλωση ο κ. Χ. Φωτίου, δικηγόρος της αιτήτριας,  αναφέρει τους λόγους στους οποίους οφείλετο η καθυστέρηση στην εμφάνιση δικηγόρου για την καθ' ης η αίτηση 1 στις 27/9/17, ότι δηλαδή είχε απωλέσει το φάκελο της υπόθεσης και δεν γνώριζε καν αν είχε καταχωρήσει την ένσταση, γεγονός που είχε πληροφορήσει την άλλη πλευρά όπως και ότι θα εμφανιζόταν ως εκπρόσωπος του κατά τη δικάσιμο άλλος δικηγόρος ο οποίος θα ζητούσε αναβολή εκ μέρους του.  Είναι η θέση του ότι την πληροφόρηση αυτή η δικηγόρος της Τράπεζας απέκρυψε από το Δικαστήριο εξού και κατήγγειλε τη δικηγόρο στο Πειθαρχικό Συμβούλιο Δικηγόρων.  Καταλήγοντας εισηγείται ότι υπάρχουν καλοί λόγοι ένστασης στο προνομιακό ένταλμα, ένας εκ των οποίων είναι η έλλειψη δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Η αίτηση προσέκρουσε στην ένσταση της άλλης πλευράς η οποία προβάλλει τους εξής τέσσερις λόγους ένστασης:

 

«1.  Η αίτηση της Αιτήτριας-Ενάγουσας είναι μη αποδεκτή (inadmissible), γιατί το ένταλμα Certiorari (Writ of Certiorari), δεν μπορεί να προσβληθεί διά αίτησης και/ή διά τέτοιας αίτησης και/ή οποιοιδήποτε λόγοι παραμερισμού θα πρέπει να εγείρονται διά έφεσης (appeal).

 

2.  To Ανώτατο Δικαστήριο δεν έχει τη δικαιοδοσία να επιληφθεί της αίτησης της Αιτήτριας-Ενάγουσας, λόγω έλλειψης οποιασδήποτε και/ή συναφούς νομικής βάσης και/ή γιατί το ένταλμα Certiorari που εκδόθηκε είναι ακυρωτικό δικαστικής ενέργειας του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, στο οποίο έχει πλέον επιστρέψει η δικαιοδοσία σε κάθε περίπτωση.

 

3.  Η αίτηση της Αιτήτριας-Ενάγουσας είναι ουσιαστικά αβάσιμη, καθότι δεν παρέχει οποιονδήποτε λόγο για την παράλειψη της να εμφανιστεί στη δικάσιμο της 27/9/17 στην καθορισμένη για να ασκήσει το δικαίωμα ακρόασης που της δόθηκε και/ή η αμέλεια ή παραλείψεις του συνηγόρου της να ενστεί και να εμφανιστεί στη διαδικασία δεν συνιστά λόγο επανανοίγματος μιας υπόθεσης ή αναβολής της ειδικότερα μιας επείγουσας και προνομιακής φύσης διαδικασίας και/ή δεν συνιστά πειθαρχικό άδικο άλλου δικηγόρου και/ή επιπλέον δεν υφίσταται οποιοιδήποτε καλοί λόγοι ένστασης που να δικαιολογούν επανάνοιγμα της υπόθεσης και/ή το ακυρωτικό ένταλμα certiorari ημερομηνίας 27/9/17 καλώς και ορθά εκδόθηκε.

 

4.  Η αίτηση της αιτήτριας-ενάγουσας είναι μη αναγκαία, αχρείαστη και εκ των δεδομένων καταχρηστική.»

 

Η νομική βάση της ένστασης, όπως καταγράφεται στο σώμα της ένστασης,  είναι οι παλαιοί Αγγλικοί Διαδικαστικοί Κανονισμοί - Rules of the Supreme Court of England (R.S.C.) (O.53, rr.1 - 14, Ο.59), η Αγγλική πρακτική σε σχέση με τα προνομιακά εντάλματα και τη διαδικασία, τα Άρθρα 30 και 155 παραγρ. 4 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, τα άρθρα 3 και 9 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964, οι Διαδικαστικοί Κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.17, κ. 10, Δ.26, κ.14, Δ.33, κ.3, Δ.48, κκ. 4(1)(2)(3), 5, 7, Δ.59, η Νομολογία, και η συμφυής εξουσία και πρακτική του Δικαστηρίου.

 

Τα γεγονότα της ένστασης εμφαίνονται από το φάκελο του Δικαστηρίου και τα πρακτικά.

 

Κατά την ακρόαση της αίτησης οι δικηγόροι υποστήριξαν τις θέσεις τους με γραπτές αγορεύσεις, τις οποίες ανέπτυξαν προφορικά κατά την ακρόαση  παραπέμποντας σε νομολογία.  Η μεν δικηγόρος της καθ'ης η αίτηση/Τράπεζας εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης, κυρίως γιατί το ένδικο μέσο σε τέτοια περίπτωση θα έπρεπε να είναι η καταχώρηση έφεσης και όχι αίτησης για παραμερισμό της απόφασης.  Από την άλλη ο δικηγόρος της αιτήτριας τόνισε την ανυπαρξία Κανονισμών που να ρυθμίζουν τη διαδικασία των προνομιακών ενταλμάτων γεγονός που, κατά την άποψη του, δικαιολογεί την προσφυγή στους περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμούς για το θέμα και ειδικότερα στη Δ.17 θ.10.  Κατέστησε σαφές ότι με την υπό κρίση αίτηση δεν αμφισβητεί την εγκυρότητα έκδοσης του προνομιακού εντάλματος, αλλά ότι η έκδοση του ήταν αποτέλεσμα του δόλου που επέδειξε η άλλη πλευρά, αποκρύπτοντας από το Δικαστήριο τα όσα είχαν διαμειφθεί μεταξύ τους ότι δηλαδή θα εμφανιζόταν δικηγόρος για την αιτήτρια  κατά τη δικάσιμο και θα ζητούσε αναβολή ενόψει της απώλειας του φακέλου της υπόθεσης.

 

Ενόψει της σπουδαιότητας του πρώτου λόγου ένστασης που αφορά στο λανθασμένο ένδικο μέσο προσβολής του προνομιακού εντάλματος certiorari κρίνω σκόπιμο όπως εξεταστεί κατά προτεραιότητα εφόσον θα κρίνει ουσιαστικά την τύχη της αίτησης.

 

Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 155(4) του Συντάγματος και των άρθρων 3 και 9 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου 3/64, όπως έχει τροποποιηθεί, η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων ανήκει αποκλειστικά στο Ανώτατο Δικαστήριο και οι αρχές που εφαρμόζονται είναι οι αντίστοιχες Αγγλικές αρχές (βλ. Προνομιακά Εντάλματα, Πέτρου Αρτέμη, σελ. 5).

 

Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Σαμψών (1991) 1 ΑΑΔ 858 αναφέρθηκαν τα εξής στις σελ. 867 και 868 ως προς την εμβέλεια του Άρθρου 155 του Συντάγματος:

«Η δικαιοδοσία η οποία απονέμεται από το Σύνταγμα στο Ανώτατο Δικαστήριο (High Court), με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του Άρθρου 155, είναι δικαιοδοσία πρώτου βαθμού. Η παράγραφος 1 του Άρθρου 155 καθιστά το Ανώτατο Δικαστήριο το ανώτατο δευτεροβάθμιο δικαστήριο της Δημοκρατίας, και παρέχει σ' αυτό δικαιοδοσία εφετείου εναντίον αποφάσεων κάθε άλλου δικαστηρίου, εκτός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Η παράγραφος 2 του Άρθρου 155 διασαφηνίζει ότι η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν περιορίζεται σε δικαιοδοσία δεύτερου βαθμού· ορίζεται ότι το Ανώτατο Δικαστήριο ασκεί δικαιοδοσία τόσο σε πρώτο, όσο και σε δεύτερο βαθμό, υπό την αίρεση ότι αποφάσεις που εκδίδονται στην άσκηση της δικαιοδοσίας πρώτου βαθμού υπόκεινται σε έφεση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στο εισαγωγικό μέρος της παραγράφου 2 του Άρθρου 155 προβλέπεται ότι οι διατάξεις αυτής της παραγράφου τυγχάνουν εφαρμογής, τηρουμένης της τρίτης και της τέταρτης παραγράφου του παρόντος άρθρου.

................................

Καταλήγουμε ότι η δικαιοδοσία για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων βάσει του Άρθρου 155.4 ασκείται πρωτογενώς και υπόκειται σε έφεση στο πλαίσιο των διαδικαστικών κανονισμών ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην άσκηση της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του.»

΄Εχει αποφασιστεί ότι εφόσον δεν έχουν εκδοθεί στην Κύπρο Κανονισμοί που να διέπουν τη διαδικασία έκδοσης προνομιακών ενταλμάτων εφαρμόζονται οι αντίστοιχοι Αγγλικοί κανόνες (βλ. Γιάγκου (Αρ. 1) (1998) 1 ΑΑΔ 1265, Γεωργιάδης (Αρ. 2) (2002) 1(Ε) ΑΑΔ 1428 και Πίττας (2005) 1 ΑΑΔ 1).

 

Η Δ.53 θ. 1-14 των Αγγλικών Διαδικαστικών Κανονισμών που αντιστοιχεί στη Δ.59 θ. 3-8 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (The Annual Practice 1956, σελ. 1302) πραγματεύεται περί της διαδικασίας έκδοσης προνομιακών ενταλμάτων.  Ο Θεσμός 4 της Δ.53 προνοεί για τη δυνατότητα άσκησης έφεσης εναντίον οποιουδήποτε διατάγματος του Δικαστηρίου στη βάση της Δ.53, όπως και στην περίπτωση ενδιάμεσων διαταγμάτων.  Δεν εντοπίζεται καμιά πρόνοια στη Δ.59 των Αγγλικών Θεσμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας, που ίσχυε κατά την έναρξη ισχύος του Συντάγματος μας,  ως προς τη δυνατότητα καταχώρησης αίτησης προς το σκοπό ακύρωσης ή παραμερισμού προνομιακού εντάλματος που εκδόθηκε στην απουσία του καθ' ου η αίτηση ή διαφορετικά.

 

Οι πρόνοιες του Άρθρου 155 (4) του Συντάγματος και της Δ.53 (αντίστοιχη της παλαιάς Δ.59) των Αγγλικών Κανονισμών είναι σαφείς ως προς το ένδικο μέσο που θα πρέπει να ασκηθεί για προσβολή προνομιακού εντάλματος, που είναι η έφεση.   Η μη συμμόρφωση στις πιο πάνω πρόνοιες είναι θεμελιώδους σημασίας στην άσκηση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και δεν μπορεί να παραβλεφθεί.   Ως εκ τούτου ο πρώτος λόγος ένστασης επιτυγχάνει.

 

Παρά την πιο πάνω κατάληξη εξέτασα επίσης και το δεύτερο λόγο ένστασης ο οποίος επίσης επιτυγχάνει εφόσον από τη νομική πτυχή της υπό κρίση αίτησης δεν εντοπίζεται οποιαδήποτε πρόνοια νόμου ή κανονισμού που να τυγχάνει εφαρμογής και να υποστηρίζει την αίτηση.

 

Οι θεσμοί της Πολιτικής Δικονομίας και συγκεκριμένα η Δ.17 θ.10 που αφορά σε παραμερισμό απόφασης που λήφθηκε ερήμην του εναγόμενου ή η Δ.26 θ.14 που αφορά σε παραμερισμό απόφασης που λήφθηκε λόγω μη καταχώρησης δικογράφου, επι των οποίων στηρίζεται η υπό κρίση αίτηση, δεν τυγχάνουν εφαρμογής εφόσον αφορούν σε αποφάσεις που λήφθηκαν σε κλητήριο ένταλμα στο Επαρχιακό Δικαστήριο και όχι σε διαδικασία έκδοσης προνομιακών ενταλμάτων. 

 

Ενόψει της πιο πάνω απόφασης μου η εξέταση των υπόλοιπων λόγων ένστασης κρίνεται περιττή.

 

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της καθ' ης η αίτηση/Τράπεζας και σε βάρος της αιτήτριας όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

                                                                 Α. Πούγιουρου,

                                                                           Δ.

/ΚΑΣ

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο