ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 ΑΑΔ 984
Γιωργαλλίδης Nικόλας ν. Xρυσόστομου Xρίστου (Tτόμη) (1997) 1 ΑΑΔ 247
Ιερά Μητρόπολη Λεμεσού ν. Chr. P. Michaelides (Estates) Limited (2002) 1 ΑΑΔ 43
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2018:A18
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Εφεση Αρ. 373/2012)
15 Ιανουαρίου, 2018
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
1. ΝΤR BEACH DINERS LTD
2. KΩΣΤΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Εφεσείοντες/Εναγόμενοι 1 & 2,
και
ADAMOU CONSTRUCTION AND MAINTENANCE LTD
Εφεσίβλητη/Ενάγουσα.
_ _ _ _ _ _
Α. Ιωάννου, (κα), για τους εφεσείοντες
Β. Ερωτοκρίτου, για την εφεσίβλητη
_ _ _ _ _ _
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Στις 13.4.2011 η εφεσίβλητη εταιρεία καταχώρησε αγωγή εναντίον των εφεσειόντων ως εναγομένων 1 και 2 και άλλων δύο προσώπων για τα ποσά των €24.520 πλέον ΦΠΑ και τόκους, ως υπόλοιπο εκτελεσθείσης οικοδομικής εργασίας και μόνο εναντίον των εφεσειόντων για το ποσό των €47.102,37 πλέον ΦΠΑ, ως επίσης υπόλοιπο εκτελεσθείσης ωσαύτως εργασίας, δυνάμει λεπτομερειών που δίδονται στην αγωγή, καθώς και έξοδα.
Η αγωγή επιδόθηκε στην εφεσείουσα εταιρεία 1 στις 3.5.2011. Δυνάμει της ένορκης δήλωσης του επιδότη Γ.Γεωργίου ημερ. 6.5.2011 καταδεικνύεται ότι «η επίδοση έγινε στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας έναντι της υπογραφής του Νεόφυτου Σάββα, υπαλλήλου στο εγγεγραμμένο γραφείο της πιο πάνω εταιρείας».
Στον εφεσείοντα 2 επιδόθηκε, σύμφωνα με ένορκη δήλωση του ιδίου επιδότη ημερ. 10.5.2011, προσωπικά στις 6.5.2011.
Στις 27.5.2011 η εφεσίβλητη εταιρεία καταχώρησε ex parte αίτηση για απόφαση εναντίον των εφεσειόντων λόγω της παράλειψης τους να καταχωρήσουν σημείωμα εμφάνισης και στις 8.6.2011 κατόπιν απόδειξης της υπόθεσης τους με ένορκη δήλωση του Αδάμου, εξασφάλισαν ερήμην απόφαση εναντίον των εφεσειόντων για το σύνολο των δύο ως άνω ποσών, δηλαδή για €71.622,37 πλέον τόκους και έξοδα. Στις 20.6.2011 οι εφεσείοντες, εκπροθέσμως βεβαίως, «καταχωρούν» Σημείωμα Εμφάνισης.
Είναι μόνο στις 28.2.2012 που καταχωρούν αίτηση ακύρωσης ή παραμερισμό της απόφασης ημερ. 8.6.2011 δυνάμει της Δ.16 θ.10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.
Η αίτηση, μετά την καταχώρηση ένστασης εκ μέρους της εφεσίβλητης εταιρείας, εκδικάζεται με κατάθεση γραπτών αγορεύσεων και εκδίδεται η απόφαση ημερ. 6.7.2012, αντικείμενο της παρούσας έφεσης. Με την απόφαση του ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής, αν και θεώρησε ότι αποκαλύφθηκε από τους εφεσείοντες εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση επί της ουσίας της αξίωσης, κατά την εξέταση της αιτιολογίας της παράλειψης των εφεσειόντων να εμφανισθούν στη διαδικασία, θεώρησε ότι η αδιαφορία που επέδειξαν ήταν τέτοια που προσέλαβε τη μορφή καταφρόνησης της δικαστικής διαδικασίας και των δικαιωμάτων των αντιδίκων.
Ως αποτέλεσμα απέρριψε την αίτηση. Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπεράσπισης δεν πλήττεται δι΄αντεφέσεως οπότε όσα η εφεσίβλητη (αλλά και οι εφεσείοντες) αναφέρουν συναφώς, δεν θα μας απασχολήσουν.
Ο πρώτος λόγος έφεσης αφορά στο νομότυπο της επίδοσης της αγωγής στην εφεσείουσα εταιρεία, στη βάση κυρίως της αιτιολογίας ότι ο εφεσείων 2, ως κατέθεσε στην ένορκη δήλωση που στήριξε την αίτηση, δεν γνώριζε το πρόσωπο στο οποίο έγινε η επίδοση (βλ.πιο πάνω).
H θέση αυτή δεν έχει αξία αφού προκύπτει σαφέστατα από την ένορκη δήλωση του επιδότη, ότι η επίδοση συντελέστηκε στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας στο Νεόφυτο Σάββα, ο οποίος χαρακτηρίζεται υπάλληλος στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας. Ορθό είναι βεβαίως ότι εφόσον η επίδοση ήταν κακή ή δεν συντελέστηκε, η απόφαση παραμερίζεται ex debito justitiae, ως οφειλόμενο χρέος προς τη Δικαιοσύνη. (Βλ. Γιωργαλλίδης ν. Χρίστου (1997) 1 Α.Α.Δ. 247 και Μανώλη ν. Ελληνική Τράπεζα Πολ.εφ.413/11 ημερ. 3.2.2017), ECLI:CY:AD:2017:A37.
Όμως αυτό δεν συμβαίνει εδώ. Σχετική είναι η Δ.5 θ.7 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας με την οποία σαφώς και υπάρχει συμμόρφωση. Το ίδιο και με το άρθρο 372 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ.113. Η επίδοση έγινε στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας σε πρόσωπο που κατονομάζεται και προσδιορίζεται ως υπάλληλος της εταιρείας στο εγγεγραμμένο γραφείο της. Συνεπώς δεν έχει εφαρμογή η υπόθεση Ιερά Μητρόπολη Λεμεσού ν. Chr.P. Michaelides (Estates) Ltd (2002) 1Α Α.Α.Δ. 43, όπου δεν ήταν καν γνωστό το πρόσωπο στο οποίο αφέθηκε το κλητήριο και η ιδιότητα του (αναγράφετο μόνο «αφέθη στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας»).
Ο πρώτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Οι άλλοι δύο λόγοι έφεσης έχουν κοινή συνισταμένη, το λανθασμένο της άσκησης της εξουσίας του Δικαστηρίου να απορρίψει την αίτηση παραμερισμού. Η εξουσία του Δικαστηρίου δυνάμει της Δ.17 θ.10 των Θεσμών να παραμερίσει απόφαση που εξεδόθη ερήμην είναι διακριτικής βεβαίως φύσεως. Όπως έχει δε νομολογηθεί, εφόσον η διακριτική αυτή εξουσία ασκείται εντός πλαισίου που παρέχεται από το Νόμο και δεν προκαλείται πασιφανής αδικία το Εφετείο δεν επεμβαίνει. (Βλ. Αρέστη ν. Ηλία (1991)1 Α.Α.Δ. 984).
Είναι δε εξίσου νομολογιακά εδραιωμένο ότι, αίτηση για παραμερισμό μπορεί να απορριφθεί, παρά την αποκάλυψη συζητήσιμης υπεράσπισης, εφόσον διαπιστωθεί ότι ο εναγόμενος επέδειξε αδιαφορία για την αγωγή, η οποία προσλαμβάνει τη μορφή καταφρόνησης της δικαστικής διαδικασίας και των δικαιωμάτων του αντιδίκου. (Βλ. Μilouca Motor Trading Ltd v. Κούρτη (1997) 1Β Α.Α.Δ. 941).
Ακριβώς η επιδίωξη του Δικαστηρίου πρέπει να είναι η στάθμιση αφενός του δικαιώματος του διαδίκου να ακουστεί στην υπόθεση του και αφετέρου η ταχεία διεκπεραίωση των δικαστικών υποθέσεων με τη διασφάλιση της τελεσιδικίας.
Όπως τονίστηκε στη NSM Democars Ltd κ.ά. και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ, Πολ.εφ.121/2010, ημερ. 14.10.2015, ECLI:CY:AD:2015:A677, το Δικαστήριο δεν πρέπει να επιδεικνύει υπέρμετρο ζήλο στην αποστέρηση του δικαιώματος του διαδίκου να ακουστεί στην υπόθεση του νοουμένου ότι αποκαλύπτει υπεράσπιση. Εντούτοις, το Δικαστήριο δύναται, παρά ταύτα, να αρνηθεί να επανανοίξει την υπόθεση, εάν η διαγωγή του αιτητή είναι τέτοια, ώστε να πλήττει το θεμέλιο της δικαιοσύνης.
Πρέπει συναφώς να ομιλούμε όχι απλώς για καθυστέρηση που θα μπορούσε να κριθεί, μέσα σε θεμιτά πλαίσια, δικαιολογημένη. ΄Οσο δε μεγαλύτερη χρονικά είναι η καθυστέρηση, τόσο πιο εύκολα μπορούμε να ομιλούμε για αδιαφορία, η οποία, εξ ορισμού, προσλαμβάνει τη μορφή της περιφρόνησης στο δικαίωμα του άλλου αλλά και στην δικαστική διαδικασία, αυτή καθ΄εαυτή.
Εν προκειμένω έχουν σημασία τα κάτωθι:
(α) Οι εφεσείοντες, ενώ λαμβάνουν έγκυρα την επίδοση της αγωγής, από τις 3 και 6.5.2011 αντίστοιχα, αδιαφορούν. Δεν είναι καν δικαιολογία η εξήγηση που δίνει ο εφεσείων 2 ότι μετά την επίδοση, απουσίαζε στο εξωτερικό. Τίποτε δεν τους εμπόδιζε να καταχωρήσουν έγκαιρα το σημείωμα εμφάνισης.
(β) Ενώ «καταχωρούν» σημείωμα εμφάνισης στις 20.6.2011 αφήνουν να περάσουν 8 μήνες για να καταχωρήσουν την αίτηση παραμερισμού.
(γ) Μεσολαβεί καταχώρηση ειδοποίησης πτώχευσης, εναντίον του εφεσείοντα 2 αλλά και αίτησης πτώχευσης στη συνέχεια που ορίζεται μετά από αρκετές αναβολές, για ακρόαση στις 21.2.2012. Να θυμίσουμε ότι είναι στις 28.2.2012 που καταχωρείται η αίτηση παραμερισμού.
(δ) Οι δικαιολογίες που δίδονται από τον εφεσείοντα ότι άργησε να δράσει γιατί έψαχνε τον προηγούμενο διευθυντή για να του παραδώσει το φάκελο και τελικά αυτό συνέβη 10 ημέρες πριν την ημερομηνία της αίτησης, ορθά απορρίφθηκαν ως μη λογικές, αφού αποτέλεσε θέση του εφεσείοντα 2 ότι ήταν Διευθυντής των εφεσειόντων 1 από τις 19.11.2010. Το ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αναφέρει 19.10.2009 αντί το σωστό 19.11.2010, δεν έχει καμιά σημασία, αφού προφανώς πρόκειται για τυπογραφικό λάθος που δεν επενεργεί επί της κρίσης του. Προκύπτει από την ίδια την ένορκη δήλωση του εφεσείοντα 2 ότι διευθυντής ανέλαβε από το Νιόβρη του 2010, πολύ πριν τον ουσιώδη για την αίτηση χρόνο.
(ε) Η επίκληση της θέσης ότι ο εφεσείων 2 από τις αρχές του Δεκέμβρη 2011 παραμένει στις φυλακές γι΄αυτό και υπήρξε καθυστέρηση, επίσης δεν πείθει, αφού δεν συνδέεται με τις ενέργειες που πολύ προηγουμένως, έπρεπε να γίνουν. Επίσης δεν ξεκαθαρίζεται αν (και πότε) υπήρξε αποφυλάκιση του. Περαιτέρω το γεγονός της φυλάκισης δεν μπορεί να δικαιολογήσει την παράλειψη να δοθούν οδηγίες σε δικηγόρο ώστε να ενεργήσει σχετικά.
Με βάση τις πιο πάνω παραμέτρους κρίνουμε ότι δεν υπάρχει περιθώριο επέμβασης μας στον τρόπο που το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια απορρίπτοντας την αίτηση. Όπως εύστοχα λέχθηκε στη Τσεσμελόγλου ν. Σοφοκλέους (2013) 1Α Α.Α.Δ. 64, η χωρίς επαρκή λόγο παράλειψη εμφάνισης αποτελεί βάσιμο λόγο για απόρριψη της αίτησης παραμερισμού, διαφορετικά η όλη πορεία της δικαστικής διαδικασίας θα άφηνε αιωρούμενα τα εκατέρωθεν δικαιώματα και θα ήταν δέσμια των επιλογών του εναγομένου.
Δεν έχουμε αμφιβολία ότι αφ΄ης στιγμής η συμπεριφορά των εφεσειόντων έχει αυτά τα χαρακτηριστικά, το πρωτόδικο Δικαστήριο κινήθηκε στα ορθά πλαίσια, απορρίπτοντας την αίτηση.
Η έφεση, για τους λόγους που εξηγήσαμε, απορρίπτεται με έξοδα €2,000 πλέον ΦΠΑ υπέρ της εφεσίβλητης εταιρείας.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.