ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2018:A7
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 163/2012)
11 Iανουαρίου 2018
[Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΔΔ]
MERIAN SHIARMEN ΜΙΛΤΙΑΔΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ εκ Ηνωμένου Βασιλείου
Εφεσείουσας/Ενάγουσας
ΚΑΙ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσίβλητου/Εναγόμενου
----------
Αχιλλέας Δημητριάδης με Νατάσα Ιακώβου (κα), για την εφεσείουσα.
Θεανώ Μαυρομουστάκη (κα) με Ζήνα Χαραλάμπους (κα), για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
----------
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί
από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
----------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η επίδικη οικία βρίσκεται εντός της νεκράς ζώνης (buffer zone) στην ενορία Arab Ahmet στη Λευκωσία. Μεταβιβάστηκε στην εφεσείουσα δυνάμει δωρεάς από τον πατέρα της όταν ήταν παιδί και ενεγράφη επ΄ονόματί της την 1.10.1973. Κατά την τούρκικη εισβολή, το 1974, η εν λόγω οικία, εκμισθωμένη τότε στο British Council, βρέθηκε στη γραμμή πυρός, υπέστη ζημίες και έκτοτε εγκαταλείφθηκε. Η μόνη της χρήση ήταν ως παρατηρητήριο της Ειρηνευτικής Δύναμης των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο (UNFICYP) για την περίοδο από Σεπτέμβριο 2001 μέχρι τον Ιανουάριο 2005, ως κατωτέρω αναφέρεται.
Η ενάγουσα θεωρώντας ότι υπεύθυνη για την απώλεια της κατοχής και χρήσης της οικίας είναι η Δημοκρατία, καταχώρισε αγωγή εναντίον του Γενικού Εισαγγελέα ζητώντας διάταγμα για παράδοση ελεύθερης κατοχής της οικίας και αποζημιώσεις για απώλεια ενοικίων και/ή ενδιάμεσα κέρδη και/ή διαφυγόντα κέρδη. Η αγωγή βασίζεται σε παράνομη επέμβαση και σε παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Αποτελεί, αναμφίβολα, αντικείμενο δικαστικής γνώσης και άλλωστε έχει αναγνωριστεί από το ΕΔΑΔ στην υπόθεση Kyriakoula Stephens v. Cyprus, Turkey and the United Nations, Application n. 45267/06, 11.12.2008, ότι η εντολή της UNFICYP που εγκαταστάθηκε στην Κύπρο στις 27 Μαρτίου 1964 διευρύνθηκε από της εισβολής ώστε να καλύπτει, μεταξύ άλλων, την επιτήρηση της de facto κατάπαυσης του πυρός, η οποία έλαβε χώρα στις 16 Αυγούστου 1974 και τη διατήρηση της νεκράς ζώνης (buffer zone) που προέκυψε μεταξύ των γραμμών κατάπαυσης του πυρός εκατέρωθεν. Όπως διατυπώθηκε από το ΕΔΑΔ στην προαναφερθείσα υπόθεση Stephens:
«UNFICYP maintains the military status quo in the buffer zone area. It keeps constant surveillance over the buffer zone through a system of observations posts, and through air, vehicle and foot patrols.»
Στην ίδια απόφαση αναγνωρίζεται ότι μέρος της νεκράς ζώνης κατοικείται ή καλλιεργείται με ελεύθερη την πρόσβαση πολιτών, ενώ σε άλλο μέρος της νεκράς ζώνης απαιτείται η άδεια των Ηνωμένων Εθνών για τη διακίνηση ή τη δραστηριότητα πολιτών.
Στη δεύτερη αυτή κατηγορία εμπίπτει, όπως σαφώς προέκυψε από τη μαρτυρία και αποτέλεσε αδιαμφισβήτητο εύρημα του πρωτοδίκου Δικαστηρίου, όπως και κοινό τόπο ενώπιον μας, η υπό εκδίκαση περίπτωση. Όπως προαναφέρθηκε, η μόνη πρόσβαση και χρήση της οικίας από το 1974 μέχρι σήμερα ήταν όταν «παραχωρήθηκε» από τη Δημοκρατία στην UNFICYP για την περίοδο από το Σεπτέμβριο 2001 μέχρι τον Ιανουάριο 2005, για να χρησιμοποιηθεί ως παρατηρητήριο, αφού επιδιορθώθηκε με δαπάνες της Δημοκρατίας. Θέσαμε τον όρο «παραχώρηση» εντός εισαγωγικών επειδή δεν επρόκειτο για παραχώρηση με την έννοια της σύμβασης ή την έννοια της κυριαρχικής άσκησης κρατικής εξουσίας, ως θα επεξηγηθεί κατωτέρω.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή για διάφορους λόγους και με διάφορους λόγους έφεσης προσβάλλεται η απόφασή του. Δεν απαιτείται όμως να επεκταθούμε πέραν του ό,τι καθορίζει το αποτέλεσμα το οποίο και έγκειται στη διαπίστωση ότι η Δημοκρατία δεν έχει αποτελεσματικό έλεγχο επί της νεκράς ζώνης. Υπάρχει ως προς τούτο ουσιαστική ομοιότητα αν όχι ταύτιση των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης με τα γεγονότα της υπόθεσης Stephens στην οποία το ΕΔΑΔ απέρριψε ως αβάσιμη την Αίτηση κρίνοντας ότι η Δημοκρατία δεν έχει αποτελεσματικό έλεγχο επί της νεκράς ζώνης. Τούτου δοθέντος, όπως στην υπόθεση εκείνη, έτσι και εν προκειμένω, η εφεσείουσα δεν κατέδειξε οποιαδήποτε ενέργεια, ούτε συγκεκριμενοποίησε οποιαδήποτε παράβαση καθήκοντος εκ μέρους της Δημοκρατίας να λάβει τα κατάλληλα μέτρα, εντός των δυνατοτήτων της, για διασφάλιση των δικαιωμάτων της.
Αντιθέτως, σαφώς διακρίνεται, η παρούσα υπόθεση από εκείνες τις υποθέσεις που στρέφονταν κατά της Τουρκίας («οι γνωστές υποθέσεις Λοϊζίδου ν. Τουρκίας, Ξενίδη-Αρέστη ν. Τουρκίας, Δημάδη ν. Τουρκίας», όπως αναφέρονται σε σχετικό λόγο έφεσης) στις οποίες διαπιστώθηκε ότι η Τουρκία ασκεί έλεγχο επί των περιοχών όπου βρίσκονταν οι επίδικες περιουσίες.
Εν κατακλείδι:
1) Η νεκρά ζώνη είναι το αποτέλεσμα της de facto κατάπαυσης του πυρός στις 16.8.1974 και όχι επιλογή, ώστε να αποδίδεται με την έφεση στη Δημοκρατία ότι ανέθεσε ή επέτρεψε στα Ηνωμένα Έθνη και την UNFICYP να ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο στην περιοχή όπου βρίσκεται η οικία της εφεσείουσας, κατ΄αποκλεισμό της Δημοκρατίας.
2) Η επίδικη οικία βρίσκεται σε περιοχή της νεκράς ζώνης όπου η πρόσβαση ή η δραστηριότητα πολιτών δεν επιτρέπεται χωρίς την άδεια των Ηνωμένων Εθνών. Εκ συμπτώσεως, ας σημειωθεί, πρόκειται για την ίδια ενορία όπου βρίσκεται η κατοικία της υπόθεσης Stephens.
3) Επί της περιοχής όπου βρίσκεται η επίδικη οικία η Δημοκρατία δεν έχει έλεγχο, ούτε καταδείχθηκε οποιαδήποτε ενέργεια εκ μέρους της Δημοκρατίας που να συνιστά παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μήτε ότι έχει τη δυνατότητα λήψης οποιουδήποτε μέτρου ώστε να διασφάλιζε την ανεμπόδιστη άσκηση των δικαιωμάτων της εφεσείουσας.
4) Η παραχώρηση της οικίας για τις ανάγκες της UNFICYP δεν υποδηλώνει άσκηση ελέγχου της περιοχής και της επίδικης περιουσίας υπό τη συζητούμενη έννοια της προστασίας ατομικών δικαιωμάτων, αλλά αντίθετα εντάσσεται, ακριβώς, στα ιδιόμορφα δεδομένα ανάγκης που προέκυψαν για τη Δημοκρατία από τη de facto κατάπαυση του πυρός εκατέρωθεν.
5) Ως εκ των άνω ορθά έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι η εφεσείουσα δεν απέδειξε τη διττή, ως άνω, βάση της αγωγής και αναπόφευκτη ως εκ τούτου ήταν η απόρριψή της. Πώς θα μπορούσε η Δημοκρατία να ασκήσει παράνομη επέμβαση σε περιουσία εκτός του ελέγχου της και ποία έννοια θα μπορούσε να έχει ένα διάταγμα για την παράδοση από τη Δημοκρατία ελεύθερης κατοχής της οικίας, της οποίας οικίας η Δημοκρατία δεν έχει τον έλεγχο και άρα την κατοχή; Ή, πώς θα μπορούσε να κριθεί υπόλογη η Δημοκρατία για αποζημιώσεις λόγω αποστέρησης, που δεν οφείλεται στην ίδια, κατοχής, που η ίδια δεν έχει;
Οι παραπάνω διαπιστώσεις καθορίζουν και την τύχη της έφεσης χωρίς να χρειάζεται να επεκταθούμε στο σύνολο των όσων απασχόλησαν την πρωτόδικη διαδικασία και προβλήθηκαν στην έφεση.
Η έφεση απορρίπτεται με €2.500 έξοδα υπέρ της Δημοκρατίας και εναντίον της εφεσείουσας.
Α.Ρ. Λιάτσος, Δ.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
/ΚΧ»Π