ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Κ. Δημητρίου, για τους Αιτητές. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2017-10-24 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΝΕΔΑ Ν. ΜΟΥΣΤΕΡΗ κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 150/2017, 24/10/2017 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2017:D367

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 150/2017)

 

24 Οκτωβρίου 2017

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. ΝΕΔΑ Ν. ΜΟΥΣΤΕΡΗ ΚΑΙ 2. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟ Δ. ΜΥΡΙΑΝΘΟΥΣ ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ

ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION

--------------------------------------

Κ. Δημητρίου, για τους Αιτητές.

-------------------------------------

 

ΑΠΟΦΑΣΗ  -  (Ex-tempore)

 

        ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ότι δεν μπορεί να δοθεί άδεια για να καταχωρηθεί αίτηση διά κλήσεως για να εκδοθεί ένταλμα τύπου Certiorari ή Prohibition για τους λόγους που έχουν διαφανεί κατά τη συζήτηση.  Είναι εμφανές ότι η Πρόεδρος του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεως Λεμεσού-Πάφου με την απόφαση της στις 29.8.2017, έχει εξετάσει όλα τα θέματα τα οποία είχε θέσει ενώπιον της ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών.  Τα έχει κρίνει και τα έχει αποφασίσει κατά τρόπο που οδήγησε στην απόρριψη της αίτησης για αναστολή. Επί της απόφασης αυτής δεν έγινε έφεση, όπως ο ευπαίδευτος συνήγορος πληροφόρησε το Δικαστήριο σε σχετική ερώτηση.  Από την άλλη, το καθ΄ αυτό ένταλμα ανάκτησης κατοχής του υποστατικού που εξεδόθη στις 2.10.2017, μετά από σχετική αίτηση χωρίς ειδοποίηση της αντίδικης πλευράς όπως επιτρέπει ο Νόμος  και οι Κανονισμοί  δεν έχει αμφισβητηθεί με οποιαδήποτε διαδικασία παραμερισμού, (δέστε Αίτηση Ισαβέλλας Γιαννή, Πολ. Αίτηση αρ. 70/14, ημερ. 16.4.2014), ECLI:CY:AD:2014:D268, για λόγους που η νομοθεσία ή οι Κανονισμοί επιτρέπουν.

 

        Τα γεγονότα σε συντομία έχουν ως εξής:  Οι αιτητές είναι θέσμιοι ενοικιαστές υποστατικού στη Λεμεσό.  Λόγω καθυστέρησης καταβολής ενοικίων, επεδόθη σ΄ αυτούς επιστολή ημερ. 4.5.2015 για αποπληρωμή τους εντός 21 ημερών, χωρίς όμως τερματισμό της ενοικίασης.  Στις 8.6.2015 καταχωρήθηκε η αίτηση Ε76/15 για καταβολή των καθυστερημένων ενοικίων και έξωση.  Καταχωρήθηκε εμφάνιση, αλλά η αίτηση δεν προωθήθηκε μέχρι τις 23.2.2017 όταν καταχωρήθηκε μονομερής αίτηση για έκδοση απόφασης λόγω μη καταχώρησης απάντησης.  Στις 9.2.2017 οι ιδιοκτήτες τερμάτισαν την ενοικίαση με σχετική επιστολή δίδοντας προθεσμία 21 ημερών για εκκένωση του υποστατικού.  Στις 23.2.2017 όταν καταχωρήθηκε η μονομερής αίτηση και στις 8.3.2017, όταν εκδικάστηκε η αίτηση, δεν αναφέρθηκε το γεγονός ότι είχε τερματιστεί η ενοικίαση, ενώ δεν είχαν παρέλθει ούτε οι 21 ημέρες προθεσμία.

 

        Το κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε στις 8.3.2017 διάταγμα εκκένωσης και παράδοσης του υποστατικού και παράλληλα εξέδωσε διάταγμα για τα καθυστερημένα ενοίκια των €2.769,95 με τόκο και €307.55 μηνιαίως ως ενδιάμεσα κέρδη από 1.6.2015 μέχρι παράδοσης του υποστατικού.

 

        Στις 7.4.2017 καταχωρήθηκε από τους αιτητές αίτηση για αναθεώρηση της ως άνω απόφασης και ενδιαμέσως αίτηση για αναστολή της.  Η αίτηση έλαβε τον αριθμό Κ6/17.  Το Δικαστήριο απέρριψε με ενδιάμεση απόφαση του το αίτημα αναστολής στις 29.8.2017.  Στη συνέχεια στις 11.9.2017, μετά από μονομερή αίτηση των ιδιοκτητών, εκδόθηκε ένταλμα ανάκτησης κατοχής.

 

         Το κατώτερο Δικαστήριο αφού αναφέρθηκε στο ιστορικό της διαφοράς, εξέτασε την αίτηση αναστολής υπό το φως και της ένστασης που καταχωρήθηκε με παραπομπή στα παραδεκτά γεγονότα και τις προϋποθέσεις έκδοσης προσωρινού διατάγματος στη βάση του άρθρου 32 του Νόμου αρ. 14/60 επί του οποίου οι αιτητές βάσισαν, μεταξύ άλλων, την αίτηση τους.  Αναφορικά με την ύπαρξη σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση, το Δικαστήριο παρέπεμψε στη θέση των αιτητών ότι η παράλειψη τους να συμμορφωθούν έγκαιρα με τον περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικό Κανονισμό σε σχέση με το χρόνο καταχώρησης της απάντησης οφειλόταν στην πάγια πρακτική να ειδοποιείται ο αντίδικος δικηγόρος για την πρόθεση ενός αιτητή να εκδώσει απόφαση.  Επ΄ αυτού του σημείου το Δικαστήριο έκρινε ότι αιτήσεις για αναθεώρηση ή παραμερισμό στις υποθέσεις Ενοικιοστασίου διέπονται από τις πρόνοιες 6 και 15 του περί Ενοικιοστασίου Νόμου αρ. 23/83, πρόνοιες διαφορετικές από αυτές της Δ.17 θ.10 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.  Η θέση των αιτητών ότι δεν οφειλόταν σε παράλειψη ή αμέλεια εκ μέρους τους η έγκαιρη καταχώρηση απάντησης διότι είχαν λάβει νέα ειδοποίηση απαίτησης των οφειλομένων ενοικίων, η οποία δεν αποκαλύφθηκε από τους ιδιοκτήτες στο στάδιο της απόδειξης της αίτησης Ε76/2015, δεν μπορούσε να επηρεάσει νομικά την προώθηση της εν λόγω αίτησης εφόσον η νέα ειδοποίηση που είχε αποσταλεί οφειλόταν στη συνέχιση από μέρους των αιτητών να μην καταβάλλουν το μίσθωμα και κάλυπτε και νέα περίοδο.  Κατά συνέπεια δεν παρίστατο ανάγκη να αποκαλυπτόταν στο Δικαστήριο κατά την απόδειξη της αίτησης ότι είχε αποσταλεί και νέα γραπτή ειδοποίηση απαίτησης και, επομένως, ούτε η θέση ότι η έκδοση απόφασης προωθήθηκε πριν παρέλθει η προθεσμία για την καταβολή του ποσού που αναφερόταν στη δεύτερη ειδοποίηση είχε οποιαδήποτε επίπτωση.  Το Δικαστήριο έκρινε πάνω σε αυτά τα δεδομένα ότι δεν προέκυπτε συζητήσιμη υπόθεση διότι οι ιδιοκτήτες δεν εμποδίζονταν να προωθήσουν την έκδοση απόφασης από τη στιγμή που δεν είχε καταχωρηθεί απάντηση. 

 

        Προχώρησε το Δικαστήριο να εξετάσει και την ύπαρξη πιθανότητας να δικαιούντο οι αιτητές σε θεραπεία με αναγωγή πάντοτε στην κυρίως αίτηση για αναθεώρηση της εκδοθείσας απόφασης, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι οι αιτητές ως ενοικιαστές δεν αμφισβητούσαν την οφειλή του εξ αποφάσεως πλέον χρέους, ούτε αναφέρονταν σε καταβολή μέρους ή όλου του ποσού υποστηρίζοντας μόνο, λανθασμένα ως κρίθηκε, ότι ήταν πρώιμη η προώθηση της αίτησης λόγω αποστολής νέας ειδοποίησης.  Ούτε και ικανοποιήθηκε το Δικαστήριο ότι εκτός και εάν εκδιδόταν η  αναστολή θα ήταν αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, διότι η θέση των αιτητών περί ανεπανόρθωτης ζημιάς τέθηκε γενικά και αόριστα, ενώ η διασύνδεση «των δικαιωμάτων» τους επί άλλης αιτήσεως που οι ιδιοκτήτες καταχώρησαν για έξωση λόγω εκτέλεσης εργασιών, την  υπ΄ αρ. 189/14, προσδοκώντας προφανώς ως ενοικιαστές σε επιδίκαση αποζημιώσεων, δεν στοιχειοθετήθηκε με μαρτυρία.  Ούτε και έκλινε το ισοζύγιο της ευχέρειας υπέρ των αιτητών έχοντας υπόψη τον ισχυρισμό των ιδιοκτητών ότι το υποστατικό κατεχόταν μεν από τους αιτητές, αλλά δεν διεξήγαγαν οποιαδήποτε εργασία διατηρώντας το κλειστό. 

 

         Οι λόγοι για τους οποίους προωθήθηκε το προνομιακό ένταλμα αφορούσαν τη θέση ότι η απόφαση εναντίον τους λήφθηκε με δόλο και ψευδορκία και κατά παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης διότι οι ιδιοκτήτες δεν αποκάλυψαν τη μεταγενέστερη επιστολή που απεστάλη στους αιτητές προς τερματισμό της συμφωνίας ενοικίασης.  Επομένως, το Δικαστήριο πλανήθηκε ως προς τα δεδομένα και τη νομική πτυχή του ζητήματος, έχοντας  υπόψη επίσης ότι πριν παρέλθει η προθεσμία των 21 ημερών οι ιδιοκτήτες προχώρησαν με μονομερή αίτηση προς έκδοση απόφασης.

Πρόσθετα ότι παραβιάστηκαν οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης εφόσον ενώ οι αιτητές είχαν καταχωρήσει σημείωμα εμφάνισης, οι ιδιοκτήτες προχώρησαν με διαδικασία εναντίον τους ερήμην.

 

        Τα εντάλματα Certiorari και Prohibition είναι γνωστά ως προνομιακά εντάλματα και αυτό σημαίνει ότι κατά προνόμιο και μόνο δίδονται όπου  υπάρχει έκδηλη πλάνη περί το Νόμο, δόλος ή ψευδορκία στη λήψη απόφασης, παράβαση της φυσικής δικαιοσύνης και υπέρβαση δικαιοδοσίας.  Πρόκειται για δικαιοδοσία η οποία ασκείται με εξαιρετική φειδώ, ιδιαίτερα όπου υπάρχει το εναλλακτικό ένδικο μέσο που συνήθως είναι αυτό της έφεσης, όπως και  υπάρχει στην προκείμενη περίπτωση, εκτός και αν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες όμως εδώ δεν συντρέχουν.  Η διαδικασία που ακολουθήθηκε στο πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν σαφώς εκ πρώτης όψεως νόμιμη.  Η απόφαση έχει εξετάσει όλα τα θέματα που έχουν θέσει οι αιτητές και το φυσιολογικό μέσο αναθεώρησης της ορθότητας αυτής της απόφασης είναι η έφεση και όχι το Certiorari που δεν έχει σκοπό να ελέγξει ούτε τη διαδικασία ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ούτε να  υποκαταστήσει τον τρόπο με τον οποία άσκησε τη δικαιοδοσία ή τη διακριτική του ευχέρεια κατά το χειρισμό της  υπόθεσης.  Σκοπός, όπως είναι γνωστό, των προνομιακών ενταλμάτων δεν είναι να υπαγορεύεται στο κατώτερο Δικαστήριο ο τρόπος λειτουργίας του.

 

  Δεν υπάρχει εδώ οποιαδήποτε υπέρβαση δικαιοδοσίας ή πλάνη περί το Νόμο.  Ακόμη και αν υπάρχει λανθασμένη αντίληψη του Νόμου, αυτό, και πάλι, σύμφωνα με τη νομολογία, διορθώνεται κατ΄ έφεση και όχι με Certiorari, (Πέτρου Αρτέμη: Προνομιακά Εντάλματα, σελ. 127-128, παρ. 4-26, 4-27 κα 4-28 και Τ & Μ Οικονόμου και Υιός Λτδ (2011) 1 Α.Α.Δ. 140). Ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου τέθηκε αίτημα για αναθεώρηση της απόφασης και ενδιαμέσως αίτημα αναστολής της απόφασης για ανάκτηση κατοχής.  Η αίτηση προς αναθεώρηση δυνάμει του άρθρου 6 του περί Ενοικιοστασίου Νόμου αρ. 23/83, ως τροποποιήθηκε, φαίνεται ακόμη να εκκρεμεί.  Εκείνο που εκδικάστηκε και τώρα αποτελεί το λόγο για παροχή άδειας για καταχώρηση προνομιακών ενταλμάτων τύπου certiorari και prohibition, είναι μόνο η απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 29.8.2017, επί της άρνησης του να εγκρίνει το αίτημα αναστολής.  Η ουσιαστική θεραπεία, αυτή της αναθεώρησης, δεν έχει ακόμη εκδικαστεί.  Να σημειωθεί ότι οι αιτητές, όπως προκύπτει από την αίτηση αναστολής και τη συνοδευτική ένορκη δήλωση τους, εστίασαν την προσοχή τους στην πάγια πρακτική να ειδοποιείται ο αντίδικος για την πρόθεση του αιτητή να προωθήσει μέτρο ανάκτησης οφειλόμενων ενοικίων ή έξωσης, εφόσον κατεχωρήθη εμφάνιση.  Αυτό απαντήθηκε από το Δικαστήριο, στο πλαίσιο της θέσης των παρόντων αιτητών ότι οι ιδιοκτήτες δεν απεκάλυψαν την αποστολή της νέας ειδοποίησης και ότι αυτό δεν επηρέαζε την απαίτηση των ιδιοκτητών βασισμένη στην πρώτη ειδοποίηση.  Οι αιτητές ως διαφαίνεται και προκύπτει και από την ένσταση που καταχώρησαν οι ιδιοκτήτες στην αίτηση αναστολής, παρέλειψαν παρά την πάροδο δύο ετών να καταχωρήσουν οποιαδήποτε Απάντηση.  Δεν παρουσιάστηκε, ως γίνεται αντιληπτό, το ζήτημα από πλευράς μη δυνατότητας υποβολής μονομερώς αιτήσεως για απόφαση δυνάμει των ισχυόντων δικονομικών διατάξεων.

 

 Όπως και να έχει το ζήτημα, προσφερόταν ως έχει λεχθεί αρχικά, η δυνατότητα υποβολής έφεσης που δεν υποβλήθηκε, καθώς και η δυνατότητα αναχαίτισης του εντάλματος ανάκτησης κατοχής, (δέστε Ανδρέας Ελευθερίου (2013) 1 Α.Α.Δ. 1308).  Ενώ βέβαια, εκκρεμοδικεί ακόμη η καθαυτή αίτηση αναθεώρησης.  Προσφερομένων των άλλων ένδικων μέσων και στην απουσία εξαιρετικών περιστάσεων, η άδεια για προνομιακό ένταλμα δεν χορηγείται (Jenaro Perella (1995) 1 Α.Α.Δ. 692 και Helenger Trading Ltd (2001) 1 Α.Α.Δ. 1965).

 

        Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

 

 

                                                        Στ. Ναθαναήλ,

                                                                  Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο