ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:D327
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική αίτηση 136/2017
[Α.ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ]
2 Οκτωβρίου, 2017
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3, 5, 9, 11 kai 15 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 19, 29 ΚΑΙ 32 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1960 (Ν. 14/60) ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 26 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ: MERIDIAN GAMING LTD 2. JOKER GAMES LTD. 3. FAIR CHAMPIONS MERIDIAN LTD 4. SNEZANA BOZOVIC ΚΑΙ 5. ZORAN MILOSEVIC ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤHN AΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡ. 15/9/2017 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 1080/2017 ΔΙΑ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΟΡΙΣΤΙΚΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΤΟ ΕΚΔΟΘΕΝ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡ. 28/6/17 ΣΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 27/6/17
------------------
Ντ. Βαρωσιώτου (κα) με Στ. Γεωργιάδη (κα) και Κ. Ιωάννου (κα) για Γεωργιάδης & Συνεργάτες, για τους αιτητές
...........
A Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ: Με την υπό εξέταση αίτηση, οι αιτητές-εναγόμενοι 1-5 στην αγωγή 1080/17 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού εξαιτούνται άδεια για την καταχώρηση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari που να ακυρώνει και/ή να παραμερίζει την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού στα πλαίσια της πιο πάνω αγωγής με την οποία απαγορεύεται σ' αυτούς και/ή στους αξιωματούχους ή αντιπροσώπους τους να εκχωρήσουν και/ή δεσμεύσουν και/ή μεταβιβάσουν και/ή αποξενώσουν και/ή διαθέσουν και/ή τερματίσουν ή ακυρώσουν τις συμφωνίες που υπέγραψε η εναγόμενη 3 με αριθμό εξουσιοδοτημένων αντιπροσώπων τους που λειτουργούν αδειούχα υποστατικά από την Εθνική Αρχή Στοιχημάτων Κύπρου και κατονομάζονται στο διάταγμα.
Επιδιώκεται επίσης, στην περίπτωση έγκρισης του πιο πάνω αιτήματος, αναστολή της ισχύος της ενδιάμεσης απόφασης μέχρι την εκδίκαση της διά κλήσεως αίτησης για έκδοση certiorari.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν κατατεθεί εκ μέρους των Αιτητών, το διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που απαγορεύει στους αιτητές να διαθέσουν ή ακυρώσουν τις συμφωνίες που συνήψε η εναγόμενη 3 με εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους τους ήταν προϊόν νομικής πλάνης και υπέρβασης της εξουσίας του Δικαστηρίου.
Η αίτηση συνοδεύεται από την ένορκη δήλωση της κας Στέφανης Γεωργιάδου, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τους αιτητές. Στην ένορκη της δήλωση αναφέρεται στο ιστορικό της υπόθεσης που ξεκινά με τον καταρτισμό της γραπτής συμφωνίας ημερ. 23/12/15 με την οποία οι αιτητές 1 και 2 αγόρασαν από τους Ευριπίδη Ευριπίδου και Δήμο Κυριάκου το 51% των μετοχών της αιτήτριας 3 έναντι του ποσού των €4.500.000. Στη συνέχεια οι αιτητές πληροφορήθηκαν ότι τα πιο πάνω πρόσωπα ήσαν ένοχοι αδικοπραξιών και παρανομιών και εκκρεμούσαν εναντίον τους ποινικές υποθέσεις και καταγγελίες, γεγονότα που κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων είχαν αποκρύψει από τους αιτητές. Για τις διαφορές τους που προέρχονται από την πιο πάνω συμφωνία εκκρεμεί η αγωγή 418/17.
Στην προσπάθεια τους να πιέσουν τους αιτητές να αγοράσουν και το υπόλοιπο 41% των μετοχών οι Δήμος Κυριάκου και Ευριπίδης Ευριπίδου στις 29/9/16 καταχώρησαν την αίτηση εκκαθάρισης με αρ. 378/16 της εναγόμενης 3, η οποία επίσης εκκρεμεί. Στα πλαίσια της αίτησης εκκαθάρισης εκδόθηκε απαγορευτικό διάταγμα μονομερώς το οποίο στη συνέχεια ακυρώθηκε κατόπιν ακρόασης.
Στις 21/4/17 καταχωρήθηκε από πλευράς των πιο πάνω προσώπων παράλληλη αγωγή με αρ. 1080/17 στην οποία εναγόμενοι είναι οι αιτητές στην παρούσα αίτηση. Στα πλαίσια της αγωγής αυτής εξασφαλίστηκε από τους ενάγοντες μονομερώς στις 28/6/17 διάταγμα με το οποίο απαγορεύετο στους αιτητές-εναγόμενους 1-5 και/ή στους αξιωματούχους και/ή αντιπροσώπους τους όπως εκχωρήσουν, αποξενώσουν και/ή τερματίσουν τις συμφωνίες που είχε συνάψει η εναγόμενη 3 με αριθμό αντιπροσώπων της. Το διάταγμα προσέκρουσε στην ένσταση των αιτητών, εναγομένων στην πιο πάνω αγωγή, το οποίο κατόπιν ακρόασης οριστικοποιήθηκε στις 15/9/17. Η κα Γεωργιάδου είναι της άποψης ότι το Δικαστήριο δεν είχε εξουσία και δεν νομιμοποιείτο στην έκδοση του διατάγματος εφόσον ουσιαστικά υποχρεώνει την αναγόμενη 3 να διατηρεί σε ισχύ συμφωνίες της με τρίτα πρόσωπα παραβιάζοντας έτσι τα συνταγματικά δικαιώματα των αιτητών και των τρίτων προσώπων και συγκεκριμένα εκείνο που προνοείται από το Άρθρο 26 του Συντάγματος που αφορά στο δικαίωμα του συμβάλλεσθαι.
Είναι περαιτέρω εισήγηση της ότι το Δικαστήριο βρισκόμενο σε πρόδηλη πλάνη ως προς το Νόμο δεν νομιμοποιείτο και δεν είχε εξουσία να αποστερήσει ή να περιορίσει το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι των αιτητών. Με το εκδοθέν διάταγμα καταστρατηγείται περαιτέρω η επιχειρηματική δραστηριότητα των αιτητών εφόσον υποχρεούνται να διατηρούν εν ζωή είτε συμφωνίες οικονομικά ασύμφορες ή που οδηγούν την αιτήτρια 3 σε παράνομες ενέργειες λόγω της τυχόν αντισυμβατικής ή παράνομης συμπεριφοράς των αντιπροσώπων τους.
Κατά την προφορική της αγόρευση προς υποστήριξη της αίτησης η δικηγόρος των αιτητών έδωσε έμφαση στην έλλειψη δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού να εκδώσει το απαγορευτικό διάταγμα που παραβιάζει κατάφωρα, κατά την άποψη της, το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι των αιτητών με το να εξαναγκάζονται να διατηρούν σε ισχύ τις συμφωνίες που συνήψαν με τρίτους.
Η χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για certiorari ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται μεν δικαστικά αλλά με πολλή φειδώ. Χορηγείται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει «εκ πρώτης όψεως υπόθεση» και/ή «συζητήσιμη υπόθεση.» Αν όμως στον αιτητή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, τότε ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα, περιθώρια για επιτυχία της αίτησης δεν υπάρχουν, εκτός και αν ο αιτητής ικανοποιήσει για την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων. (Βλ. Αίτηση του Dmytro Firtash (2013) 1 (Γ) AAΔ 2491, και Αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ. κ.α. (2012) 1 (Α) ΑΑΔ 878).
Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, η οποία ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αλλά της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Aίτηση του Σάββα Ιωάννη Κασπαρή (2013) 1(Γ) ΑΑΔ 2476 και Αίτηση Μarewave Shipping & Trading Company Ltd. (1992) 1 AAΔ 116).
Στο σύγγραμμα «Προνομιακά Εντάλματα» του Π. Αρτέμη, Κεφ. 4, σελ. 127-128 αναφέρεται ότι ο έλεγχος των κατώτερων Δικαστηρίων με ένταλμα της φύσης certiorari δεν περιλαμβάνει νομικά εσφαλμένες αποφάσεις. Δεν είναι αρκετό ότι υπήρξε σοβαρή πλάνη ή πλάνη σε σχέση με μια καθιερωμένη νομική αρχή. Πρέπει να υπάρχει πλάνη που μπορεί αμέσως να διακριβωθεί από το Δικαστήριο και όχι κατόπιν έρευνας όλων των στοιχείων ή της μαρτυρίας. Όταν όμως, πάντοτε εκ πρώτης όψεως, η διαδικασία είναι κανονική και το κατώτερο Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας, το Δικαστήριο που εξετάζει την αίτηση για certiorari δεν θα εκδώσει σχετικό διάταγμα επειδή το Δικαστήριο αντιλήφθηκε λανθασμένα ένα νομικό σημείο. Όπως αποφασίστηκε επίσης στην Αίτηση Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ. (αρ. 3) (1996) 1(Β) ΑΑΔ 1066 το ένταλμα certiorari δεν αποτελεί υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ούτε ενεργεί ως έφεση υπό μεταμφίεση και ούτε ως μέσο επανακρόασης των ιδίων ζητημάτων που απασχόλησαν το κατώτερο δικαστήριο.
Εξέτασα την αίτηση υπό το φως των νομικών αρχών που εφαρμόζονται σε αιτήσεις για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων της φύσης certiorari σε συνάρτηση με τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου με την έκθεση και την ένορκη δήλωση της κας Γεωργιάδου.
Τα όσα αναφέρει η κα Γεωργιάδου στην ένορκη της δήλωση ότι προσβάλλουν το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι των αιτητών και ανέπτυξε στη συνέχεια η δικηγόρος των αιτητών κατά την αγόρευση της προβλήθηκαν στην ένσταση των αιτητών στην αίτηση για έκδοση του απαγορευτικού διατάγματος και εξετάστηκαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο. Στην απόφαση του το Δικαστήριο αναφέρει σχετικά ότι σκοπός των διαταγμάτων είναι ακριβώς η προστασία και όχι η παραβίαση των συμβατικών δικαιωμάτων της εναγόμενης 3 στην αγωγή και μιας εκ των αιτητών στην υπό κρίση αίτηση, από παρεμβάσεις που στοχεύουν στην απώλεια τους μέχρι να διεκπεραιωθεί η αγωγή. Σ' όσον αφορά το επιχείρημα που προβλήθηκε ότι με την έκδοση του διατάγματος εμποδίζεται η εναγόμενη 3 να διακόψει συμφωνίες με αντιπροσώπους που παρανομούν, το Δικαστήριο αναφέρει στην απόφαση του ότι στην περίπτωση που τίθεται τέτοιο θέμα, οι αιτητές είναι ελεύθεροι να αποταθούν στο Δικαστήριο για τροποποίηση του διατάγματος.
Είναι φανερό από τα ενώπιον μου στοιχεία ότι εκείνο που ουσιαστικά επιζητούν οι αιτητές με την υπό κρίση αίτηση δεν είναι ο έλεγχος της νομιμότητας του διατάγματος αλλά η αναθεώρηση της ορθότητας και/ή η ανατροπή της απόφασης του Δικαστηρίου ημερ. 15/9/17. Δεν είναι όμως αυτός ο σκοπός του προνομιακού εντάλματος certiorari.
Εκτός από την πιο πάνω διαπίστωση και στην περίπτωση ακόμα που παρουσιάζετο από τους αιτητές εκ πρώτης όψεως υπόθεση δεν είναι αρκετό προκειμένου να χορηγηθεί η αιτούμενη άδεια. Θα πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατά πόσο παρέχεται η δυνατότητα στους αιτητές να προσβάλουν την απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου με άλλα ένδικα μέσα (βλ. Αίτηση Άνθιμου (1991) 1 ΑΑΔ 41).
Η αναθεώρηση της ορθότητας της ενδιάμεσης απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου ημερ. 15/9/17 μπορεί να ελεγχθεί στα πλαίσια έφεσης στη βάση του άρθρου 25(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν. 14/60) όπως έχει τροποποιηθεί με τον περί Δικαστηρίων (Τροποποιητικό) (Αρ. 2) Νόμο του 2017 (Ν. 109(Ι)/17).
Σύμφωνα με το άρθρο 25(1) ενδιάμεση απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου που αφορά σε απαγορευτικό ή προστακτικό διάταγμα (παρεμπίπτον ή διηνεκές) υπόκειται σε έφεση μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται στους περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμούς, χωρίς κατ' ανάγκη να αναμένεται η υποβολή της στο στάδιο της έφεσης εναντίον της τελικής απόφασης.
Έχω εξετάσει και κατά πόσο οι περιστάσεις της υπόθεσης μπορούν να χαρακτηριστούν ως εξαιρετικές, αλλά δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε που να κατατείνει σε τέτοια διαπίστωση.
Για τους πιο πάνω λόγους η παρούσα αίτηση δεν εγκρίνεται και απορρίπτεται. Καμιά διαταγή για έξοδα.
Α. Πούγιουρου, Δ.
/ΚΑΣ