ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:D283
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 96/2017)
7 Σεπτεμβρίου, 2017
[ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ DEVISOV VALERIY ΑΠΟ ΤΗ ΡΩΣΣΙΑ, ΝΥΝ ΕΙΣ ΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5, 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6, 47, 52 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΓΓΛΙΚΟΥΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ, ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟ 97/70, ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΣΚΟΠΟΥΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΟΥ DENISOV VALERIY ΣΤΗ ΡΩΣΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΜΕ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 15.6.2017
_ _ _ _ _ _
Αλ. Γερομόσχος και Κ. Χ»Βαγγέλης, για τον Αιτητή.
Ε. Λοϊζίδου (κα), για την Καθ΄ ης η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(ex tempore)
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Με την υπό κρίση αίτηση, ο Αιτητής, κατ΄ ακολουθία των διαλαμβανομένων στο άρθρο 10 του περί της Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970, Ν. 97/70, επιδιώκει την έκδοση προνομιακού διατάγματος Habeas Corpus και όπως μη εκδοθεί στις αρχές της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Εχει καθοριστεί στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας ότι το μοναδικό ζήτημα το οποίο εγείρεται, είναι το κατά πόσο ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε στην εκδίκαση της αίτησης έκδοσης υπ΄ αριθμό 3/2017, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, χωρίς να εγκρίνει περαιτέρω αναβολή ακρόασής της, ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η προσέλευση δικηγόρου, ο οποίος και θα εκπροσωπούσε τον Αιτητή. Είναι συνοπτικά η θέση του Αιτητή, όπως τέθηκε από τους ευπαίδευτους συνηγόρους του, ότι παραβιάστηκε ανθρώπινο και/ή συνταγματικό δικαίωμά του, αυτό της δίκαιης δίκης, στη βάση ότι στερήθηκε του δικαιώματος εκπροσώπησής του από συνήγορο της επιλογής του, στα πλαίσια πάντοτε της πρωτόδικης διαδικασίας.
Υπό το φως του μοναδικού πιο πάνω ερωτήματος, αναγκαία βεβαίως ήταν η προσκόμιση των πρακτικών της πρωτόδικης διαδικασίας, τα οποία και ετοιμάσθηκαν. Αντίγραφο έχουν πάρει οι δύο εμπλεκόμενες πλευρές και τα όσα αποτυπώνονται σε αυτά παραμένουν αδιαμφισβήτητα.
Εχει κατ΄ επανάληψη διακηρυχθεί ότι διάδικος έχει δικαίωμα να εκπροσωπηθεί από δικηγόρο της επιλογής του, ιδίως σε υποθέσεις ποινικής φύσης. Η παρούσα βεβαίως, αποτελεί μια ιδιαίτερη διαδικασία. Αφορά διαδικασία έκδοσης, κατά βάση διαδικασία πολιτικής μορφής, προσαρμοσμένη στο σκοπό που εξυπηρετεί και με κύριο προσανατολισμό τη διαπίστωση της ύπαρξης των προϋποθέσεων για έκδοση. Δεν παραβλέπονται όμως οι προεκτάσεις που έχει αυτή η μορφή της διαδικασίας στο πρόσωπο ενός εκζητούμενου, προεκτάσεις που ενέχουν και το στοιχείο της κράτησης προς τον σκοπό εξέτασης του αιτήματος και ακολούθως, σε περίπτωση επιτυχίας, προς το σκοπό έκδοσής του στην αιτούσα χώρα. Από την άλλη, η απονομή της δικαιοσύνης θα πρέπει να γίνεται μέσα σε εύλογο χρόνο, στοιχείο που επίσης κατοχυρώνεται από το ΄Αρθρο 30.2 του Συντάγματος και συνιστά περαιτέρω θεμελιώδες δικαίωμα του ατόμου.
Η διασφάλιση των πιο πάνω δικαιωμάτων αποτελεί πρωταρχική ευθύνη και υποχρέωση του δικαστηρίου. Είναι πάγια γραμμή της νομολογίας μας ότι η διεξαγωγή της δίκης υπόκειται στον έλεγχο του εκδικάζοντος δικαστηρίου, αρχή η οποία συνάδει με την αυτοτέλεια και ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.
Με βάση τους προαναφερθέντες δύο πυλώνες θα πρέπει να κριθεί η παρούσα υπόθεση. Και πάντοτε με αναφορά στα γεγονότα που την καλύπτουν, όπως αυτά αποτυπώνονται κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο, στα πρακτικά της πρωτόδικης διαδικασίας. Από τα πρακτικά αυτά, προκύπτει ότι ο Αιτητής είχε διορίσει δικηγόρο της επιλογής του και μάλιστα τον αντικατέστησε στην πορεία για λόγους δικούς του. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, ανταποκρινόμενο σε σειρά αιτημάτων του Αιτητή, ανέβαλε κατ΄ επανάληψη την ακρόαση της υπόθεσης, ούτως ώστε να τον διευκολύνει στην ετοιμασία των θέσεών του και στην εκπροσώπησή του από συνήγορο της επιλογής του. Πέραν των πιο πάνω, το πρωτόδικο Δικαστήριο, συναισθανόμενο το βάρος της ευθύνης του για σύντομη εκδίκαση της υπόθεσης, λόγω της φύση της, έδωσε κατ΄ επανάληψη διάφορες ημερομηνίες ακρόασης, αναβάλλοντας μετά από αιτήματα του Αιτητή την ακρόαση της υπόθεσης, ακριβώς λόγω προβλημάτων που είχε με τη νομική εκπροσώπησή του. Δεν εντοπίζεται ο,τιδήποτε το μεμπτό στην προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Είχε δοθεί κάθε ευκαιρία στον Αιτητή να εκπροσωπηθεί από συνήγορο που αυτός είχε επιλέξει και, ακόμη και στην απουσία του συνηγόρου του, το Δικαστήριο προσπάθησε με κάθε επιτρεπτό τρόπο, στα όρια βεβαίως της ευχέρειας που είχε, να βοηθήσει τον Αιτητή στην προώθηση της υπόθεσής του και στην παράθεση των θέσεών του.
Συνεπώς, τα δικαιώματα του Αιτητή ως προς την εκπροσώπησή του από συνήγορο της επιλογής του είχαν διασφαλισθεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο στον υπέρτατο δυνατό βαθμό. Η εκδίκαση της υπόθεσης στην απουσία τελικά του συνηγόρου ήταν αποτέλεσμα της ίδιας της συμπεριφοράς του Αιτητή και της αποτυχίας του να εκμεταλλευθεί τις επανειλημμένες ευκαιρίες που του είχε δώσει το Δικαστήριο. Ο,τι απέμενε πλέον ως πρωταρχική ανάγκη για το πρωτόδικο Δικαστήριο, αλλά και ως υπέρτατη υποχρέωση, ήταν η διασφάλιση της εκδίκασης της υπόθεσης σε εύλογο χρόνο. Του άλλου πυλώνα δηλαδή της συνταγματικής επιταγής που κατοχυρώνεται από το ΄Αρθρο 30.2 του Συντάγματος.
Ορθά, λοιπόν, ενήργησε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Δεν παρέχεται ούτε το περιθώριο αλλά ούτε και οι προϋποθέσεις για παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου προς την κατεύθυνση έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος Habeas Corpus.
Η αίτηση απορρίπτεται. Η διαδικασία βεβαίως να πάρει την πορεία της.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
ΣΦ.