ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:D313
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική αίτηση 135/17
[Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ]
22 Σεπτεμβρίου, 2017
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ με το Αρ.155(4) του Συντάγματος και τα άρθρα 3 και 9 του Περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Διάφορες Διατάξεις) Νόμου του 1964 (Ν.33/64)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ με τα Άρθρα 12, 30 και 113 του Συντάγματος και τα Άρθρα 14,17, 23, 24, 25, 26, 28 και 30 του Κεφ. 153
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ με την Απόφαση/Πόρισμα ημερ. 06/09/2017 του Θανατικού Ανακριτή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας στην υπόθεση θανατικής ανάκρισης υπ' αριθμό 43/2015 και της εξέτασης αυτού στις 07/09/2017 υπό του Προέδρου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας δυνάμει του Περί Θανατικών Ανακριτών Νόμου Κεφ. 153 και ειδικότερα σχετικά με τα άρθρα 23, 24, 25, 26, 28 και 30 του Κεφ. 153.
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ με την αίτηση των κ.κ Αντώνη Μαρδαπίττα και Κλειώς Μαρδαπίττα, για παραχώρηση άδειας για την καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari και/ή prohibition.
------------------------------------
Κ.Χριστοδουλίδης με κα.Μ.Σιακού για Νέστωρα Αδάμου Νικηφόρου ΔΕΠΕ, για τους αιτητές.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Οι αιτητές με την παρούσα αίτηση αιτούνται ως ακολούθως:
«Α. Άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου για καταχώριση αίτησης για έκδοση εντάλματος φύσεως Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται το Πόρισμα και η βεβαίωση τύπος «Δ» που εξέδωσε ο θανατικός ανακριτής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας στις 06/09/2017 στο πλαίσιο της θανατικής ανάκρισης με αρ. 43/15 και εγκρίθηκε από τον Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας την 07/09/2017.
Β. Άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου για καταχώριση αίτησης για έκδοση εντάλματος φύσεως Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται η απόφαση του Προέδρου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος ημερ. 07/09/2017 με την οποία εγκρίθηκε το πόρισμα ημερ. 06/09/2017 στην θανατική ανάκριση
υπ' αριθμό 43/15 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ως προς την ορθότητα και νομιμότητα του.
Γ. Αναστολή της ισχύος του πορίσματος και/ή της εφαρμογής των νομικών επακόλουθων του ήτοι της χρήσης των ευρημάτων και των πρακτικών της πρωτόδικης διαδικασίας της θανατικής ανάκρισης 43/15 του επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας σε οιανδήποτε ανακριτική και / ή δικαστική διαδικασία από τον Γενικό Εισαγγελέα και/ή την αστυνομία με σκοπό την διερεύνηση της ύπαρξης ποινικής ευθύνης των Αιτητών μέχρι την τελική εκδίκαση της κυρίως Αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari ή/και μέχρι νεοτέρας διαταγής του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Δ. Αναστολή οιασδήποτε ανακριτικής διαδικασίας και/ή της διερεύνησης της ύπαρξης ποινικής ευθύνης των Αιτητών η οποία ξεκίνησε με βάση το πόρισμα και τα συμπεράσματα του θανατικού ανακριτή στην θανατική ανάκριση 43/15 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος μέχρι την εκδίκαση της κυρίως Αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari ή/και μέχρι νεοτέρας διαταγής του Ανωτάτου Δικαστηρίου
Ε. Άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος της φύσεως Prohibition με το οποίο να απαγορεύεται στον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος η παραπομπή και/ή η χρήση και/ή η διάθεση προς χρήση των πρακτικών ημερ. 09/12/2016 της πρωτόδικης διαδικασίας της θανατικής ανάκρισης υπ' αριθμό 43/2015 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος στον Γενικό Εισαγγελέα και/ή σε οιανδήποτε ανακριτική αρχή και/ή δικαστική διαδικασία με σκοπό την διερεύνηση της ύπαρξης ποινικής ευθύνης των Αιτητών αναφορικά με οιονδήποτε ποινικό αδίκημα.
Στ. Άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος της φύσεως Prohibition με το οποίο να απαγορεύεται στον Γενικό Εισαγγελέα και/ή στην αστυνομία και/ή σε οιανδήποτε άλλη αρμόδια ανακριτική αρχή ή χρήση και/ή διάθεση προς χρήση των πρακτικών της πρωτόδικης διαδικασίας της θανατικής ανάκρισης υπ' αριθμό 43/2015 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος στα πλαίσια οιασδήποτε διαδικασίας προς διερεύνηση της ύπαρξης ποινικής ευθύνης των Αιτητών αναφορικά με οιονδήποτε ποινικό αδίκημα».
Η αίτηση στηρίζεται σε έκθεση γεγονότων και ένορκη δήλωση του αιτητή 1.
Όπως προκύπτει από τα πιο πάνω, το πόρισμα Θανατικού Ανακριτή ημερ. 6.9.2017 έδωσε έναυσμα για την παρούσα αίτηση. Συγκεκριμένα είχε προηγηθεί διεξαγωγή θανατικής ανάκρισης με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 25 του περί Θανατικών Ανακριτών Νόμου, Κεφ.153, με σκοπό να εξακριβωθεί το πού, πώς και πότε απεβίωσε η Rashpaul Kaur Sidhu από την Ινδία. Σύμφωνα με το εν λόγο πόρισμα τεκμ.Α ο θάνατος του πιο πάνω προσώπου επήλθε στις 2.8.2015 στη Λάρνακα και οφειλόταν σε πολυτραυματισμό συνεπεία πτώσης εξ ύψους. Η θανούσα εντοπίστηκε νεκρή στο έδαφος μετά από πτώση της από τον 5ον όροφο της πολυκατοικίας με το όνομα Sunorama House στην οδό Γεωργίου Ματσάκη 28.
Στο πόρισμα αυτό περιλαμβάνεται το επίμαχο απόσπασμα που αποτέλεσε την κύρια αιτία για την καταχώρηση της παρούσας. Το παραθέτω:
«Αποτελεί συμπέρασμα μου, από την ενώπιον μου μαρτυρία, ότι οι εργοδότες της θανούσας παρά τη θέληση και επιθυμία της, δεν της επέτρεψαν να εξέλθει από την οικία όπου διέμενε, την Κυριακή 2.8.15, ημέρα κατά την οποία η θανούσα απολάμβανε το ρεπό της. Η άρνηση τους αυτή, χωρίς να προδικάζω οτιδήποτε, πιθανόν να είναι παράνομη και για το λόγο αυτό τα πρακτικά της διαδικασίας καθώς και τα Τεκμήρια που βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου θεωρώ ορθό να αποσταλούν στο Γενικό Εισαγγελέα για περαιτέρω χειρισμό και διερεύνηση. Πιθανόν να προκύπτουν αδικήματα που έχουν σχέση με την παραβίαση θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων και την παραβίαση της προσωπικής ελευθερίας ενός ατόμου. Ο θάνατος όμως της θανούσας, όπως προκύπτει από την ενώπιον μου μαρτυρία, δεν προήλθε από οποιαδήποτε εγκληματική ενέργεια».
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι το επίδικο πόρισμα εξεδόθη καθ΄υπέρβαση της δικαιοδοσίας του Θανατικού Ανακριτή αφού το Κεφ.153 δεν του επιτρέπει να παραπέμψει το φάκελο της διαδικασίας για διερεύνηση αδικήματος το οποίο δεν σχετίζεται με το θάνατο της θανούσας. Δεν είναι αυτός ο σκοπός της θανατικής ανάκρισης ούτε και εμπίπτει στις αρμοδιότητες του Θανατικού Ανακριτή. Προσθέτως, καταγράφονται από τους αιτητές τα ακόλουθα κατ΄ισχυρισμόν σφάλματα του Θανατικού Ανακριτή.
«Ο θανατικός ανακριτής τελούσε σε πρόδηλη νομική πλάνη κατά την εφαρμογή των προνοιών του Κεφ. 153 και ειδικότερα των άρθρων 14, 23, 25, 26, 28 και 30 ως προς το ανακριτικό χαρακτήρα και τους σκοπούς της διαδικασίας της θανατικής ανάκρισης.
Ο θανατικός ανακριτής εξέτρεψε την διαδικασία της θανατικής ανάκρισης από τους σκοπούς της.
Υπάρχει παραβίαση συνταγματικής επιταγής από τον θανατικό ανακριτή και συγκεκριμένα παραβίαση του δικαιώματος μη αυτοενοχοποίησης των Αιτητών ως αυτό προστατεύεται από το άρθρο 12.1 και 12.4 του Συντάγματος. Συγκεκριμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έθετε ερωτήσεις προς τους Αιτητές με σκοπό την ενοχοποίηση τους αφού οι απαντήσεις των Αιτητών ενδέχετο να αποτελέσουν ενοχοποιητικές δηλώσεις.
Από τα πρακτικά της πρωτόδικης διαδικασίας δεν προκύπτει οποιαδήποτε υπόνοια διάπραξης ποινικού αδικήματος από οποιοδήποτε πρόσωπο.
Τα ευρήματα του θανατικού ανακριτή ως αυτά αναφέρονται στην ετυμηγορία του είναι αντιφατικά με την βεβαίωση πορίσματος Έντυπο Δ την οποία εξέδωσε.
Στα γεγονότα που στηρίζονται τα αιτήματα σημειώνεται ακόμη ότι οι αιτητές δεν θεωρήθηκαν εξ υπαρχής ενδιαφερόμενα πρόσωπα στη διαδικασία, αλλά μόνο μετά από αίτημα τους προς το Θανατικό Ανακριτή, στις 26.1.2017. Αναφέρεται επίσης ότι ο Θανατικός Ανακριτής κατά τη μαρτυρία των αιτητών στις 9.12.2016 παρενέβη στο δικαίωμα τους για μη αυτοενοχοποίηση υποβάλλοντας τους μάλιστα σχετικές ερωτήσεις οι οποίες καταγράφονται στα πρακτικά που επισυνάπτονται επίσης ως τεκμ.2, χωρίς να τους προειδοποιήσει σχετικά.
Είναι περαιτέρω ισχυρισμός των αιτητών ότι ο Θανατικός Ανακριτής εξέδωσε το πόρισμα του και το απήγγειλε χωρίς προηγουμένως να εγκριθεί από τον Πρόεδρο Επαρχιακού Δικαστηρίου και να ενημερωθεί ως προς την ορθότητα και νομιμότητα του, αφού η σχετική βεβαίωση εκδόθηκε στις 7.9.2017. Αυτό, κατά τους αιτητές, συνιστά παράβαση των άρθρων 28 και 30 του Κεφ.153.
Είναι εδραιωμένο στο σύστημα δικαίου μας τα προνομιακά εντάλματα, όπως το certiorari και prohibition εν προκειμένω, είναι ένα εξαιρετικό μέτρο και η απόδοσή τους ασκείται πάντοτε με φειδώ στα πλαίσια των νομολογημένων από παλιά αρχών.
Πρέπει οι αιτητές να ικανοποιήσουν το Δικαστήριο για την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης και ή συζητήσιμης υπόθεσης που να δικαιολογεί επαρκώς την παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.
Η διαδικασία αυτής της φύσης δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης και ούτε μπορεί να λειτουργήσει ως υποκατάστατο της εφετειακής λειτουργίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Μπορεί και πρέπει να έχει αντικείμενο αυτής τον έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Λυσιώτης (1996)1Β Α.Α.Δ. 739, και Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Co Ltd IT (1992) 1 Α.Α.Δ. 116).
Το θέμα λοιπόν που πρώτιστα αναφύεται είναι αν, εκ πρώτης όψεως ως άνω, οι αιτητές έχουν τεκμηριώσει την αίτηση τους. Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται κατ΄εξαίρεση όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας ή έκδηλη πλάνη περί το Νόμο ή παραβίαση Κανόνων φυσικής δικαιοσύνης (βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464. Σημειώνεται ακόμη ότι εκεί όπου υπάρχει στη διάθεση του αιτητή εναλλακτικό ένδικο μέσο, οι πιθανότητες έγκρισης τέτοιας αίτησης ουσιωδώς αναιρούνται και μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις - όπου ακριβώς συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις - δίδεται άδεια για καταχώρηση αίτησης προνομιακού ένταλμα ή χορηγείται το ένταλμα, όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο (βλ. Γεν. Εισ.(αρ.1) (1995) 1 Α.Α.Δ. 109, Μεστάνας (2000) 1Γ Α.Α.Δ. 1469).
Οι αιτητές δια της αίτησης ουσιαστικά, εκτός της ίδιας της εγκυρότητας του πορίσματος ως εκ της ως άνω αναφοράς, επιδιώκουν την ανακοπή οποιασδήποτε έρευνας από το Γενικό Εισαγγελέα ή οποιαδήποτε ανακριτικής αρχής με σκοπό τη διερεύνηση οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος. Το ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί είναι αν τω όντι πρόκειται περί ευρημάτων του Θανατικού Ανακριτή που αφορούν τους αιτητές και αν το επίμαχο απόσπασμα δημιουργεί τετελεσμένα γι΄αυτούς.
Με όλο το σεβασμό στη θέση των αιτητών και του ευπαίδευτου συνήγορου τους θεωρώ ότι το παρατεθέν απόσπασμα δεν αποτελεί εύρημα που συναρτάται με την εμβέλεια του ιδίου του πορίσματος ως προς το πότε, πώς και πού επεσυνέβη ο θάνατος. Εξάλλου είναι σαφές και τονίζεται ότι ο Θανατικός Ανακριτής δεν έχει εντοπίσει μαρτυρία που να δημιουργεί ποινική ευθύνη τρίτου προσώπου για τον εν λόγω θάνατο. Αυτά που λέχθησαν σε σχέση με μια πτυχή των γεγονότων στάλησαν απλώς για διερεύνηση και περαιτέρω χειρισμό. Σίγουρα δεν μπορεί να θεωρηθούν εύρημα ή συμπέρασμα ώστε να τίθετο θέμα παρανομίας, ως η εισήγηση. Τέθηκαν ως περιθωριακή υπόδειξη για διερεύνηση ενδεχομένων ποινικών αδικημάτων σε χρόνο προγενέστερο του θανάτου, χωρίς δημιουργία υποχρέωσης δίωξης.
Η υπόθεση Δρ. Χρίστος Χρίστου κ.ά. Πολ.Αιτ. 71/14, ημερ. 10.7.2015, ECLI:CY:AD:2015:D511, διαφοροποιείται, κατά την κρίση μου, εφόσον εκεί, κατ΄αντίθεση με την παρούσα, το πόρισμα ήταν ότι συγκεκριμένα πρόσωπα (οι αιτητές) είχαν ποινική ευθύνη.
Περαιτέρω, δεν διαπιστώνω από την επισύναψη των σχετικών πρακτικών και από τα λεχθέντα υπό των συνηγόρων ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση για παραβίαση των δικαιωμάτων των αιτητών αναφορικά με την υποβολή ερωτημάτων από το Θανατικό Ανακριτή με δεδομένο ότι δεν υπήρξε πόρισμα που να στοιχειοθετεί ποινική ευθύνη αυτών για το θάνατο. Η σύσταση που γίνεται για διερεύνηση, όπως ήδη εξηγήθηκε και πάλι δεν είναι τέτοιου χαρακτήρα, ώστε να ενεργοποιήσει την εξαιρετική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για παροχή άδειας στους αιτητές για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων. Στην υπόθεση Χρίστου είχε καταδειχθεί έγκυρος λόγος για παροχή άδειας και εντέλει εξεδόθη ένταλμα certiorari εφόσον διατυπώθηκαν από τον Θανατικό Ανακριτή συμπεράσματα ενοχής και εύλογη υποψία εναντίον συγκεκριμένων προσώπων.
Η αδελφή Δικαστής Μιχαηλίδου στην υπόθεση Χρίστου ανέφερε συγκεκριμένα τα εξής:
"Υπέρβαση των εξουσιών του θανατικού ανακριτή στην Κύπρο συνιστά λόγο για τον παραμερισμό της απόφασης, και εν προκειμένω του πορίσματος, υπό την προϋπόθεση, ότι η ύπαρξη σφάλματος καταδεικνύεται εκ πρώτης όψεως, οπότε και δικαιολογείται η παροχή άδειας στον αιτητή για να απευθυνθεί για έκδοση του προνομιακού εντάλματος. Νοουμένου πάντοτε, ότι δεν συντρέχει υπέρμετρη καθυστέρηση, λόγος βεβαίως που συναρτάται προς τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης, «η τήρηση των οποίων συνιστά προϋπόθεση για την έγκαιρη απονομή της δικαιοσύνης» (Πιττάκης κ.α. (1990) 1 Α.Α.Δ. 296), παράγοντας που δεν συντρέχει στην υπό κρίση περίπτωση.
Με αναδρομή στο πόρισμα της Θανατικής Ανακρίτριας και τα στοιχεία του φακέλου (τεκμήρια 4 και 5) αδιαμφισβήτητα προκύπτει εμφανές νομικό σφάλμα με αποτέλεσμα να διατυπωθούν συμπεράσματα «ενοχής» και εύλογη υποψία εναντίον τρίτων προσώπων, οι πράξεις ή παραλείψεις των οποίων σε δύο χρονικά στάδια συνέτειναν σε πρόκληση θανάτου του αποβιώσαντος (Π. Αρτέμη, Προνομιακά Εντάλματα, σ. 214, §4.100)."
Σαφώς και εν προκειμένω δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο.
Η πιο πάνω κατάληξη μου θα έλεγα ότι πλήττει και την ίδια τη νομιμοποίηση των αιτητών να εγείρουν την παρούσα αίτηση. Ως εκ τούτου, δεν κρίνεται σκόπιμο να υπεισέλθω στους επιμέρους ισχυρισμούς για άλλες παρανομίες που αφορούν την έκδοση και ανακοίνωση του πορίσματος, θέματα που εν πάση περιπτώσει δεν καταδεικνύουν ούτε κατ΄ελάχιστον οποιαδήποτε συζητήσιμη υπόθεση.
Ενόψει των πιο πάνω, η αίτηση απορρίπτεται.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.