ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:D272
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 97/2017)
21 Αυγούστου, 2017
[Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ STANISLAV PALIEI ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 5.2.2017 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΦΥΓΟΔΙΚΟΥ ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 2/2017
________________________
Δημήτριος Α. Παυλίδης, για τον Αιτητή.
Ελένη Λοϊζίδου (κα), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για το Γενικό Εισαγγελέα.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Ο αιτητής, κατόπιν αδείας, καταχώρισε την παρούσα διά κλήσεως αίτηση, με την οποία ζητά την έκδοση εντάλματος certiorari, προς το σκοπό ακύρωσης εντάλματος σύλληψης ημερομηνίας 5.2.2017, διά του οποίου αυτός συνελήφθη, σε σύντομο χρόνο μετά τα μεσάνυκτα, στις 6.2.2017. Οι λόγοι τους οποίους προβάλλει είναι διάφοροι. Στην ουσία τους, όμως, καταλήγουν στο εξής, ότι, κατά την έκδοση του εν λόγω εντάλματος, το Δικαστήριο υπερέβη τη δικαιοδοσία του, όπως προκύπτει στην όψη του ίδιου του εντάλματος, σε συνάρτηση με συγκεκριμένη έγγραφη μαρτυρία, η οποία προέκυψε στην πορεία διαδικασίας έκδοσής του, όπως θα εξηγηθεί πιο κάτω.
Παίρνοντας τα πράγματα από την αρχή, ο αιτητής, αφιχθείς, στις 5.2.2017, στο αεροδρόμιο Λάρνακας, όντας καταζητούμενο πρόσωπο, συνελήφθη από την Αστυνομία, δυνάμει εντάλματος σύλληψης, το οποίο εκδόθηκε, αργότερα, εντός της ημέρας εκείνης. Το εξέδωσε Πρόεδρος Επαρχιακού Δικαστηρίου, (ο «Πρόεδρος»), στη βάση των προνοιών του άρθρου 8(1)(β) του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970, (Ν. 97/1970), ήτοι άνευ της ύπαρξης εξουσιοδότησης για την έναρξη διαδικασίας έκδοσης, γι' αυτό και αναφέρεται ως «προσωρινό ένταλμα». Προς τούτο, ο Πρόεδρος βασίστηκε, συμφώνως του εδαφίου (2) του προαναφερθέντος άρθρου, σε αποδεικτικά στοιχεία, που είχαν τεθεί ενώπιόν του ενόρκως, περιλαμβανομένης ερυθράς αγγελίας, (red notice), της Interpol, υπό τον τίτλο "FUGITIVE WANTED FOR PROSECUTION", η οποία είχε εκδοθεί στις 25.1.2016, κατ' απαίτηση της Ουκρανίας, (Requesting Country). Κατά την κρίση του, αυτά δικαιολογούσαν την έκδοση του εν λόγω προσωρινού εντάλματος, για σύλληψη του αιτητή, ως πρόσωπο καταζητούμενο από τις Αρχές της Ουκρανίας, σε σχέση με αδίκημα για το οποίο μπορούσε να διαταχθεί η έκδοσή του.
Ο αιτητής, αφού συνελήφθη η ώρα 00:10 της 6.2.2017, το πρωί της ίδιας ημέρας, προσήχθη ενώπιον Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ο οποίος όρισε την 30.5.2017 ως ημερομηνία διεξαγωγής της διαδικασίας έκδοσης. Συγχρόνως, διέταξε την προφυλάκισή του, εν αναμονή της έκδοσης εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, προς τον πιο πάνω σκοπό. ΄Οπως γίνεται αντιληπτό, στο μεταξύ, θα ενημερώνονταν για τις πιο πάνω εξελίξεις οι αρμόδιες Αρχές της Ουκρανίας, προς το σκοπό υποβολής αίτησης για έκδοση του αιτητή στη χώρα εκείνη.
Η διαδικασία έκδοσης του αιτητή άρχισε ενώπιον του εν λόγω Επαρχιακού Δικαστηρίου στις 30.5.2017, όπως είχε προγραμματιστεί. Στο πλαίσιο αυτής, κατατέθηκαν διάφορα έγγραφα, προς ικανοποίηση των απαιτήσεων του προαναφερθέντος Νόμου. Σε αυτά, περιλαμβανόταν απόφαση Ουκρανικού Δικαστηρίου, ημερομηνίας 18.12.2015, μεταφρασμένη στην Αγγλική, στην οποία αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι απόφαση για την κράτηση, ("decision regarding the detention"), του αιτητή, η οποία είχε εκδοθεί στις 17.12.2014, κατέστη άκυρη από τις 17.3.2015. Η απόφαση αυτή, της 17.12.2014, η οποία περιγράφεται ως "Arrest Warrant or Judicial Decision Having the Same Effect", αναφέρεται, ειδικώς, στην προαναφερθείσα αγγελία της Interpol. Αποτελεί δε, μέρος των αποδεικτικών στοιχείων τα οποία είχαν τεθεί ενώπιον του Προέδρου στις 5.2.2017, όταν αυτός προέβη στην έκδοση του υπό αναφορά προσωρινού εντάλματος.
Στο σημείο αυτό, διευκρινίζεται ότι η πιο πάνω αναφορά για ακύρωση της απόφασης του Ουκρανικού Δικαστηρίου, ημερομηνίας 17.12.2014, δεν εμφανιζόταν οπουδήποτε στα αποδεικτικά στοιχεία που είχαν τεθεί, στις 5.2.2017, ενώπιον του Προέδρου. Επομένως, σαφώς, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για πασίδηλο νομικό σφάλμα, στο οποίο αυτός υπέπεσε, το οποίο εμφαίνεται στο πρακτικό, ήτοι το υπό αναφορά προσωρινό ένταλμα σύλληψης. Συναφώς, σημειώνεται πως δικαστήριο, εξετάζον αίτημα για έκδοση εντάλματος σύλληψης δυνάμει του άρθρου 8(1) του Ν. 97/1970, αποφασίζει, στη βάση των αποδεικτικών στοιχείων που τίθενται ενώπιόν του, κατά πόσο αυτά δικαιολογούν ή όχι την έκδοση τέτοιου εντάλματος, ως η απαίτηση του εδαφίου (2) του ιδίου άρθρου. Δεν έχει, το ίδιο, υποχρέωση να διερευνήσει για την ύπαρξη τυχόν και άλλων αποδεικτικών στοιχείων, όπως εισηγήθηκε, επί μέρους, ο συνήγορος του αιτητή.
Ο συνήγορος, προχωρώντας, περαιτέρω, εισηγήθηκε, επίσης, ότι, εν πάση περιπτώσει, ο Πρόεδρος, εκδίδοντας το υπό αναφορά προσωρινό ένταλμα σύλληψης, ενήργησε στη βάση λανθασμένων και ή παραπλανητικών στοιχείων. Αναφερόταν στην απουσία από τα ενώπιόν του τεθέντα αποδεικτικά στοιχεία της πληροφορίας ότι η απόφαση του Ουκρανικού Δικαστηρίου ημερομηνίας 17.12.2014 είχε, στο μεταξύ, ακυρωθεί. Συμπλήρωσε δε, με την εισήγηση ότι, υπό το φως των ανωτέρω, ο Πρόεδρος, εκδίδοντας το προσωρινό ένταλμα σύλληψης, ενήργησε καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του.
Με αυτήν, ως την κατ' ουσία εισήγηση του αιτητή, επί της οποίας βασίζεται το αίτημά του για ακύρωση του υπό αναφορά προσωρινού εντάλματος σύλληψης, ο συνήγορος διευκρίνισε, περαιτέρω, πως αν αυτό γίνει δεκτό, ο αιτητής θα αφεθεί ελεύθερος, η δε διαδικασία έκδοσής του θα καταστεί άνευ αντικειμένου και θα τερματιστεί. Παρέπεμψε δε, σχετικά, στην υπόθεση Περέλλα (Αρ. 2) (1996) 1 Α.Α.Δ. 1009, θεωρώντας την ως άμεσα υποστηρικτική της πιο πάνω εισήγησής του. Από την πλευρά της, η συνήγορος που εκπροσωπεί το Γενικό Εισαγγελέα εισηγήθηκε πως τυχόν ακύρωση του υπό αναφορά προσωρινού εντάλματος σύλληψης δε δικαιολογείται να επιφέρει, αυτόματα, την απόλυση του αιτητή, ο οποίος, πλέον, τελεί υπό κράτηση με άλλη διαταγή, η νομιμότητα της οποίας είναι και το ζητούμενο στο πλαίσιο της διαδικασίας έκδοσης, υπό το πρίσμα των προνοιών του Ν. 97/1970. Δεν παρέλειψε δε να υποδείξει, συναφώς, πως ενώπιον του εκδικάζοντος Δικαστηρίου υπάρχει έγγραφη μαρτυρία, που αναφέρει ότι, από τις 18.12.2015, υπάρχει νέα απόφαση Ουκρανικού Δικαστηρίου για σύλληψη και κράτηση του αιτητή. Επιπρόσθετα, η συνήγορος, με παραπομπή στα γεγονότα που βρίσκονταν ενώπιον του Προέδρου κατά τον ουσιώδη χρόνο, εισηγήθηκε, επίσης, ότι αυτά, εν πάση περιπτώσει, δικαιολογούσαν την έκδοση του εν λόγω προσωρινού εντάλματος σύλληψης.
Πράγματι, προσεκτική μελέτη του περιεχομένου της ερυθράς αγγελίας της Interpol αποκαλύπτει ότι ο αιτητής καταζητείτο από τις Αρχές της Ουκρανίας, μέσω και της εν λόγω Υπηρεσίας, προκειμένου να δικαστεί σε σχέση με συγκεκριμένα εγκλήματα οικονομικής φύσεως, τα οποία ο ίδιος φέρεται να διέπραξε στη χώρα εκείνη κατά την περίοδο μεταξύ 2010 και 2012. Συγκεκριμένα, στο τρίτο μέρος της εν λόγω αγγελίας, που τιτλοφορείται "ACTION TO BE TAKEN IF TRACED", κάτω από τον υπότιτλο "LOCATE AND ARREST WITH A VIEW TO EXTRADITION", αναφέρεται ότι η αιτηθείσα αυτή χώρα, δηλαδή η Ουκρανία, «... has given assurances that extradition will be sought upon arrest of the person", εννοώντας τον αιτητή, σύμφωνα και με τις ισχύουσες συμβάσεις, (treaties). Τέλος, κάτω από τον πρόσθετο υπότιτλο "PROVISIONAL ARREST", η εν λόγω αγγελία καταλήγει με τα εξής: "For the country at the request of which the present notice has been published, this red notice is to be treated as a formal request for provisional arrest."
Υπό το φως των πιο πάνω πληροφοριών στην ερυθρά αγγελία της Interpol, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Πρόεδρος, όταν εξέδιδε το υπό αναφορά προσωρινό ένταλμα σύλληψης, είχε ενώπιόν του επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία δικαιολογούσαν την απόφασή του αυτή. Σαφώς, η πληροφορία περί ύπαρξης εντάλματος ή απόφασης για τη σύλληψη του αιτητή, η οποία είχε εκδοθεί στις 17.12.2014, από Δικαστήριο της Ουκρανίας, ήταν ένα στοιχείο από τα ίδια, που έχουν προαναφερθεί, ενδεικτικό και αυτό της δεδηλωμένης πρόθεσης των Ουκρανικών Αρχών για εντοπισμό του καταζητούμενου, τότε, αιτητή, προκειμένου αυτός να διωχθεί ποινικώς, στη βάση που έχει προαναφερθεί. Σημειώνεται δε, συναφώς, πως, στο στάδιο έκδοσης προσωρινού εντάλματος σύλληψης από τον Πρόεδρο, δεν απαιτείτο από το Ν. 97/1970 να υπήρχε ενώπιόν του πληροφορία για ύπαρξη ανάλογου εντάλματος σύλληψης καταζητούμενου προσώπου από την αιτουμένη τη σύλληψή του χώρα. Εν κατακλείδι, διαπιστώνεται ότι, κατά τον εν λόγω ουσιώδη χρόνο, υπήρχαν ενώπιον του Προέδρου αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία δικαιολογούσαν την έκδοση του υπό αναφορά προσωρινού εντάλματος σύλληψης του αιτητή και ορθώς αυτός αποφάσισε την έκδοσή του. Η κατάληξη δε αυτή προδιαγράφει και την τύχη της υπό εξέταση αίτησης.
Υπό το φως των πιο πάνω διαπιστώσεων, δε χρειάζεται, πλέον, να αναφερθεί οτιδήποτε αναφορικά με την εισήγηση του συνηγόρου του αιτητή, παρά μόνο ότι αυτή πιθανώς να αφορά θέμα δικαιοδοσίας του ιδίου του Επαρχιακού Δικαστηρίου σε σχέση με τη διεξαγόμενη ενώπιόν του διαδικασία έκδοσης του αιτητή. Προς τη διαπίστωση αυτή, κατατείνει και η σχετική εισήγηση της συνηγόρου που εκπροσωπεί το Γενικό Εισαγγελέα. Ως τέτοια, δεν είναι, ασφαλώς, επιτρεπτό να εξεταστεί από το παρόν Δικαστήριο, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.
Για τους λόγους, ανωτέρω, η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της Δημοκρατίας και εναντίον του αιτητή, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Γ.Ν. Γιασεμής,
Δ.
/ΜΠ