ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Bullows ν. Νεοφύτου κ.ά. (1994) 1 ΑΑΔ 41
Χ"Παύλου Χρίστος ν. Άννας Κυριάκου και Άλλου (2006) 1 ΑΑΔ 236
Αδαμίδης Μάκης & Συνεργάτες ν. Δ. Κυθρεώτη & Συνεργάτες και Άλλων (2011) 1 ΑΑΔ 2106
Θεοδώρου Ταμπουλή Χρυστάλλα και Άλλοι ν. Χριστάκη Γεωργιάδη (2015) 1 ΑΑΔ 495, ECLI:CY:AD:2015:A169
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2017:A240
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 364/2011
[Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,Π., Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στές]
3 Ιουλίου 2017
ΜΕΤΑΞΥ:
ΕΥΑΝΘΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ
ΚΩΣΤΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 08/10/2014
ΕΦΕΣΕΙΟΝΤΩΝ/ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ
ΚΑΙ
ΤΖΕΝΗΣ-ΡΕΝΑΣ ΑΧΙΛΛΕΩΣ
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ/ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ
--------------------
Β. Αδαμίδου (κα) για Νίκος Χρ. Αναστασιάδης & Συνεταίροι, για τους Εφεσείοντες
Στ. Ερωτοκρίτου (κα) για Ανδρέας Π. Ερωτοκρίτου & Σια ΔΕΠΕ για την Εφεσίβλητη
-------------------------------
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π. Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο κ. Παρπαρίνος Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Στις 3.8.2004 επεσυνέβη στην οδό Ηλία Καννάουρου, Λεμεσός, τροχαίο δυστύχημα, που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο του οδηγού της μοτοσυκλέττας υπ΄ αρ. εγγραφής ΕΚΝ 609, η οποία ήταν και το ένα εμπλεκόμενο τροχοφόρο. Το άλλο όχημα, υπ' αρ. εγγραφής ΚΗS 055, οδηγείτο από την Εφεσίβλητη/Εναγομένη.
Στην αγωγή που ακολούθησε και η οποία καταχωρίστηκε από τους διαχειριστές της περιουσίας του αποβιώσαντα, επήλθε συμφωνία επί πλήρους ευθύνης, όλων των ποσών αποζημίωσης που δικαιούνται οι Εφεσείοντες και παρέμεινε προς εκδίκαση μόνο το θέμα της ευθύνης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο εξεδίκασε την αγωγή, με απόφαση του ημερ. 29.7.11, απέρριψε την αγωγή, κρίνοντας ότι για την πρόκλησή του έφερε απόλυτη ευθύνη ο αποβιώσας οδηγός της μοτοσυκλέττας.
Σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το τροχαίο δυστύχημα επεσυνέβη ενώ η Εφεσίβλητη/Εναγομένη, η οποία οδηγούσε με δυτική κατεύθυνση επί της οδού Ηλία Καννάουρου, σταμάτησε το όχημα της με αρ. εγγραφής ΚΗS 055, στη λωρίδα κυκλοφορίας της με ελαφρά κλίση προς τα δεξιά, σύμφωνα με την κατεύθυνση της και έθεσε σε λειτουργία τον δεξιό δείκτη του οχήματος της, δεικνύοντας την πρόθεση της ότι θα έστριβε δεξιά, σύμφωνα με την πορεία της. Αφού βεβαιώθηκε ότι ήταν ασφαλές να στρίψει, προχώρησε ελάχιστα και μόλις πέρασε ο δεξιός μπροστινός τροχός του οχήματος της τη διακεκομμένη διαχωριστική γραμμή του δρόμου, έγινε η σύγκρουση με τη μοτοσυκλέττα του αποβιώσαντα. Ο τελευταίος, σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο, οδηγούσε με υπερβολική ταχύτητα περίπου 100-120 ΧΑΩ, ενώ το όριο στο μέρος ήταν 50 ΧΑΩ. Σε κάποιο σημείο πριν τη σύγκρουση η μοτοσυκλέττα έπεσε στη δεξιά της πλευρά, τρίφτηκε στην άσφαλτο, δημιούργησε μαυρίσματα επί της ασφάλτου τόσο με τον εμπρόσθιο όσο και με τον οπίσθιο τροχό, όπως και εκδορές από την τριβή της επί της ασφάλτου. Η σύγκρουση επήλθε, σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο, στο σημείο Χ που υπέδειξε ο Μ.Υ.2 και όχι στο σημείο Χ που συμφώνησε η Εφεσίβλητη και σημειώθηκε τόσο στο πρόχειρο σχεδιάγραμμα (Τεκμήριο 7) όσο και επί του σχεδιαγράμματος (Τεκμήριο 8) που ετοιμάστηκαν από τον Μ.Ε.3, αναπληρωτή Λοχία που εξέτασε το δυστύχημα. Η σύγκρουση της μοτοσυκλέττας έγινε κάτω από το «πατίδι» του αυτοκινήτου σε σημείο κάτω από την πισινή δεξιά πόρτα του. Το όχημα της Εφεσίβλητης ανασηκώθηκε λίγο και γύρισε δεξιόστροφα ενώ η μοτοσυκλέττα γύρισε αριστερόστροφα μέχρι την τελική της θέση.
Οι Εφεσείοντες, με πέντε λόγους Έφεσης προσβάλλουν την πρωτόδικη απόφαση ως εσφαλμένη. Όλοι οι λόγοι Έφεσης αφορούν την αξιολόγηση της μαρτυρίας των Μ.Ε.4 (πρώτος λόγος έφεσης), Μ.Υ.2 (δεύτερος λόγος έφεσης), Εναγομένης (τρίτος λόγος έφεσης), Μ.Υ.2 όσον αφορά τη μαρτυρία του για την ταχύτητα της μοτοσυκλέττας (τέταρτος λόγος έφεσης) και Μ.Ε.3 (πέμπτος λόγος έφεσης).
Θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε μαζί όλους τους λόγους Έφεσης καθότι αυτοί αλληλοκαλύπτονται, είναι συνυφασμένοι και αφορούν την αξιολόγηση και αποδοχή της προσφερθείσας μαρτυρίας.
Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου τέθησαν δύο εκδοχές αναφορικά με τον τρόπο που επεσυνέβη το δυστύχημα. Η πρώτη τέθηκε από πλευράς των μαρτύρων των Εφεσειόντων, η οποία εισηγείτο ότι η Εφεσίβλητη/Εναγόμενη κατά τον ουσιώδη χρόνο οδηγούσε το όχημα της με αρ. εγγραφής ΚΗS 055 κατά μήκος της οδού Ηλία Καννάουρου με δυτική κατεύθυνση. Σε ένα σημείο της οδού όπου αριστερά σύμφωνα με την πορεία της, υπήρχε πρατήριο βενζίνης, αυτή οδήγησε το όχημα της νότια, εκτός της οδού επί συνεχόμενου ασφαλτικού παγκέτου και εν συνεχεία το οδήγησε εκ νέου στην οδό Ηλία Καννάουρου, εισήλθε σ' αυτή κάθετα προκειμένου, αφού τη διασταυρώσει να μεταβεί στην αντίθετη πλευρά της οδού και βόρεια. Στην προσπάθεια της αυτή, ανέκοψε την πορεία της μοτοσυκλέττας με αρ. εγγραφής ΕΚΝ 609, η οποία οδηγείτο από τον αποβιώσαντα, επί της Ηλία Καννάουρου από ανατολάς προς δυσμάς. Σύμφωνα με την εκδοχή αυτή, το σημείο σύγκρουσης είναι το σημείο Χ όπως αυτό φαίνεται στο σχεδιάγραμμα, Τεκμήριο 8, που ετοιμάστηκε από τον Αναπληρωτή Λοχία Μ.Ε.3. Το σημείο Χ βρίσκεται σε απόσταση 2.70μ από την αριστερή άκρη του δρόμου, εντός της αριστερής λωρίδας κυκλοφορίας η οποία είχε πλάτος 3μ. Δίπλα του ακριβώς δεικνύεται εις το Τεκμήριο 8 το ακινητοποιημένο όχημα της Εφεσίβλητης στην τελική του θέση και δεξιότερα του προς ανατολάς και σε απόσταση 1.70μ από τον εμπρόσθιον τροχό της ευρίσκεται ακινητοποιημένη η μοτοσυκλέττα, γυρμένη στη δεξιά πλευρά της. Η εκδοχή αυτή υποστηρίχθηκε από τους Μ.Ε.3 και Μ.Ε.4. Ο τελευταίος παρουσιάστηκε ως εμπειρογνώμονας και προέβη σε αναπαράσταση του δυστυχήματος.
Η δεύτερη εκδοχή τέθηκε από την Εφεσίβλητη/Εναγομένη και τον Μ.Υ.2, ο οποίος, επίσης, παρουσιάστηκε ως εμπειρογνώμονας και ετοίμασε Έκθεση αναπαράστασης του δυστυχήματος. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτήν, η Εφεσίβλητη/Εναγομένη οδηγούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο το όχημα της κατά μήκος της οδού Ηλία Καννάουρου με δυτική κατεύθυνση και αφού έφθασε περίπου στο ύψος του πρατηρίου βενζίνης ακινητοποίησε το όχημα της στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας με ελαφρά κλίση προς τα δεξιά. Αφού πέρασαν τα εξ αντιθέτου οδηγούμενα οχήματα και αφού βεβαιώθηκε τόσο από τον καθρέφτη του οχήματος της αλλά και από κλίση της κεφαλής της προς τα πίσω ότι δεν εκινείτο οιονδήποτε όχημα, οδήγησε το όχημα της προς τα δεξιά με μικρή ταχύτητα. Μόλις άρχισε να στρίβει και αφού προχώρησε ελάχιστα προς τα εμπρός και ο δεξιός εμπρόσθιος τροχός πέρασε την άσπρη διαχωριστική γραμμή επί της ασφάλτου, έγινε η σύγκρουση με τη μοτοσυκλέττα στη δεξιά πλευρά του οχήματος της. Κοίταξε δεξιά και είδε στην άσφαλτο την μοτοσυκλέττα.
Η Εφεσίβλητη στην κατάθεση της που έδωσε στις 5.8.2004, συμφώνησε με το πρόχειρο σχεδιάγραμμα που ετοίμασε ο Μ.Ε.3, Τεκμήριο 7 και το υπέγραψε. Στην αντεξέταση της ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου συμφώνησε επίσης με το σημείο σύγκρουσης Χ, όπως ο Μ.Ε.3 το τοποθέτησε στο σχεδιάγραμμα που ετοίμασε. Ο Μ.Υ.2 Γιώργος Τζιρκαλλής μέσα στα πλαίσια αυτής της εκδοχής (Εφεσίβλητης) εισηγήθηκε και έγινε αποδεκτό από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι η σύγκρουση των δύο οχημάτων δεν έγινε στο σημείο Χ, όπως αυτό φαίνεται στα σχεδιαγράμματα, Τεκμήρια 7 και 8, αλλά σε άλλο σημείο, το οποίο σημείωσε επί του Τεκμηρίου 8 και βρίσκεται 1.70μ πιο πίσω και ανατολικά σε σχέση με το σημείο Χ επί των Τεκμηρίων 7 και 8.
Όπως γίνεται αντιληπτό, το σημείο σύγκρουσης των δύο οχημάτων, έχει μεγάλη σημασία στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης λαμβάνοντας υπόψιν και την τελική θέση του οχήματος που είναι σχεδόν κάθετη επί της οδού Ηλία Καννάουρου. Ο Μ.Υ.2 τη δικαιολόγησε λέγοντας ότι αυτό έγινε διότι μετά τη σύγκρουση στο σημείο Χ που ο ίδιος υπέδειξε, το όχημα της Εφεσίβλητης/Εναγομένης σπρώχθηκε δεξιόστροφα μέχρι την τελική του θέση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την εκδοχή που τέθηκε από πλευράς Εφεσειόντων/Εναγόντων και δέχθηκε αυτή της Εφεσίβλητης/Εναγομένης και Μ.Υ.2. Δέχθηκε και τους δύο ως ειλικρινείς και αξιόπιστους μάρτυρες και δέχθηκε στην ολότητα τη μαρτυρία τους.
Φανερό είναι από τα πιο πάνω ότι η αξιολόγηση και τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντιστρατεύονται βασικές νομολογιακές αρχές και πλήττουν το θεμέλιο της κατάληξης του. Η αξιολόγηση του, με όλο τον προσήκοντα σεβασμό, πάσχει, είναι εσφαλμένη, πλημμελής και ιδιαίτερα αντιφατική σε βαθμό που το Εφετείο αναπόφευκτα θα πρέπει να επέμβει. Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, πλούσια επί του θέματος, διασαφήνισε πότε χωρεί παρέμβαση του σε τέτοιες περιπτώσεις. «Όταν τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντιστρατεύονται είτε τη λογική των πραγμάτων, είτε συγκρούονται με άλλη αποδεκτή από το ίδιο το Δικαστήριο μαρτυρία είτε διαπιστώνεται πλημμελής αξιολόγηση δεδομένων, τότε η επέμβαση του Εφετείου είναι δυνατή. (βλ. Μ. Αδαμίδης & Συνεργάτες ν. Κυθρεώτη & Συνεργάτες κ.α. (2011) 1 Α.Α.Δ. 2106, Bullows v. Νεοφύτου κ.α. (1994) 1 Α.Α.Δ. 41, Χατζηπαύλου ν. Κυριάκου κ.α. (2006) 1 Α.Α.Δ. 236, Θεοδώρου κ.α. ν. Χρ. Γεωργιάδης, Π.Ε. 171/2009 ημερ. 10.3.2015), ECLI:CY:AD:2015:A169.»
Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, το πρωτόδικο Δικαστήριο, από τη μια δέχτηκε ως ειλικρινή και αξιόπιστη τη μαρτυρία της Εφεσίβλητης/Εναγομένης, η οποία δέχτηκε ως σημείο συγκρούσεως του οχήματος της και της μοτοσυκλέττας το σημείο με το γράμμα Χ επί των Τεκμηρίων 7 και 8, και από την άλλη αποδέχτηκε στο σύνολο της ως ειλικρινή και αξιόπιστη τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα της Μ.Υ. 2, ο οποίος κατάθεσε ότι το σημείο σύγκρουσης δεν είναι το Χ ως ανωτέρω αλλά αυτό ευρίσκεται πιο πίσω από το Χ, δυτικότερα και σε απόσταση 1.70μ.
Τα δύο σημεία συγκρούσεως, όπως γίνεται αντιληπτό, δεν μπορούν να συνυπάρχουν και ούτε μπορεί, στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, να θεωρηθεί ως επουσιώδης διαφορά. Το σημείο συγκρούσεως των δύο οχημάτων έχει την ιδιαίτερη του σημασία λαμβάνοντας υπόψιν ότι οι αντικρουόμενες εκδοχές που τέθηκαν από τους δύο διαδίκους ως προς τις συνθήκες που επεσυνέβη το δυστύχημα και, ιδίως, οι αναλύσεις των εμπειρογνωμόνων σε σχέση με την αναπαράσταση του δυστυχήματος, είχαν ως κύριο άξονα στήριξης τους το πού ακριβώς βρισκόταν το σημείο σύγκρουσης. Είναι γι΄ αυτό το λόγο που υπήρξε μεγάλο θέμα αντιπαράθεσης των δύο πλευρών, ακριβώς λόγω της σημασίας του.
Απόρροια των πιο πάνω, είναι η κατάληξη μας, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε αξιολόγηση της προσαχθείσας ενώπιον του μαρτυρίας, της Εφεσίβλητης και του Μ.Υ.2 Τζιρκαλλή, κατά τρόπο πλημμελή, αντιφατικό και ενυπάρχει σ' αυτή σφάλμα.
Οι λόγοι Έφεσης 2 και 3 επιτυγχάνουν. Ενόψει δε της επιτυχίας αυτών δεν παρίσταται ανάγκη εξέτασης των υπόλοιπων λόγων έφεσης.
Το Εφετείο δεν μπορεί να προβεί σε πρωτογενή αξιολόγηση της πρωτόδικα δοθείσας μαρτυρίας, ιδιαίτερα στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, η οποία προϋποθέτει πολύ προσεκτική αξιολόγηση, προκειμένου να οδηγηθεί το Δικαστήριο στα ορθά ευρήματα αναφορικά με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες επεσυνέβη το θανατηφόρο δυστύχημα. Αναπόδραστα, και παρόλο το χρόνο που διέρρευσε, η υπόθεση θα πρέπει να επανεκδικαστεί από άλλο Δικαστή του ιδίου Δικαστηρίου.
Η Έφεση επιτυγχάνει. Διατάσσεται η επανεκδίκαση από άλλο Δικαστή, το συντομότερο δυνατόν.
Η πρωτόδικη απόφαση και διαταγές για έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης/Εναγομένης ακυρώνονται. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα είναι έξοδα στην πορεία και στο αποτέλεσμα της επανεκδίκασης.
Τα έξοδα της Έφεσης επιδικάζονται υπέρ των Εφεσειόντων όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Εφετείο.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
/γκ