ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:D217
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 79/2017
9 Ιουνίου, 2017
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,. Δ/ΣΤΗΣ]
ΜΕΤΑΞΥ:
PEPPIS COMPANY LTD
Αιτητές
ΚΑΙ
CYTA
Καθ΄ ων η Αίτηση
ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 27.1.2012
PEPPIS CO. LIMITED
Αιτητές
ΚΑΙ
CYTA
Καθ΄ ων η Αίτηση
Γ. Χριστοφίδης με Α. Σωτηριάδη, για Αιτητές
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Δόθηκε αυθημερόν)
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Με άξονα τη θέση ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας παραβίασε αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, η αιτήτρια εταιρεία ζητεί άδεια για καταχώριση αίτησης προς έκδοση εντάλματος Certiorari για ακύρωση προσωρινού διατάγματος ημερ. 29.5.17 με το οποίο ανεστάλη η ισχύς προηγούμενου διατάγματος του ιδίου Δικαστηρίου ημερ. 12.4.17 - το οποίο επίσης εκδόθηκε μονομερώς - που παράτεινε το χρόνο έκδοσης διαιτητικής απόφασης για ένα (1) χρόνο.
Τα γεγονότα επί των οποίων βασίζεται η αίτηση, όπως αυτά προκύπτουν από την έκθεση γεγονότων και τη συνοδευτική ένορκη δήλωση, αποκαλύπτουν την ευκολία με την οποία οι διάδικοι καταφεύγουν σε καταχώριση μονομερών αιτήσεων και ταυτόχρονα την χωρίς φειδώ ικανοποίηση τέτοιων αιτημάτων, κατάσταση που κατ' επανάληψη το Ανώτατο Δικαστήριο έψεξε. Τα παραθέτω με όλη τη δυνατή συντομία:-
Δυνάμει Συμβολαίου ημερ. 19.3.1996 η αιτήτρια ανέλαβε να ανεγείρει για την Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (ΑΤΗΚ) νέο τηλεφωνικό κέντρο στη Λεμεσό, η εκτέλεση του οποίου έμελλε να εμπλέξει τα μέρη σε μακροχρόνιο δικαστικό αγώνα. Και αυτό κατ' ακολουθία κατάσχεσης από την ΑΤΗΚ του ποσού της εγγύησης που είχε καταθέσει η αιτήτρια για ανάληψη του έργου και της κατάθεσης στη συνέχεια (από την ΑΤΗΚ) της υπ' αρ. 12036/04 αγωγής στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας.
Η αιτήτρια αντέδρασε στην πιο πάνω αγωγή με αίτηση αναστολής της διαδικασίας και παραπομπή της διαφοράς σε διαιτησία, όπως πρόβλεπε σχετική πρόνοια του Συμβολαίου.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, μετά από ακρόαση, έκανε αποδεκτή την αίτηση της αιτήτριας και ακολούθως - αφού στο μεταξύ απέτυχαν προσπάθειες διευθέτησης των διαφορών αποδέχτηκε δεύτερη αίτηση (της αιτήτριας) διορίζοντας στις 25.2.16 ως διαιτήτρια την Άννα Στ. Ιακώβου σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Διαιτησίας Νόμου, Κεφ. 4.
Η ΑΤΗΚ εφεσίβαλε την απόφαση διορισμού διαιτητή και με αίτηση της ημερ. 28.3.16 επεδίωξε την αναστολή εκτέλεσης της, η οποία όμως απορρίφθηκε στις 17.6.16. Όπως απορρίφθηκε και νέα αίτησης της με το ίδιο αιτητικό από το Εφετείο στις 12.12.16 (Cyta v. Peppis Company Ltd, Πολ. Εφ. 87Α/16 ημερ. 12.12.16).
Εκκρεμούσης της έφεσης, η αιτήτρια καταχώρισε άλλη αίτηση στο πρωτόδικο Δικαστήριο με την οποία ζητούσε όπως ο χρόνος έκδοσης της διαιτητικής απόφασης παραταθεί για ακόμη ένα (1) χρόνο. Το Δικαστήριο όμως, μετά και πάλι από ακρόαση, απέρριψε την εν λόγω αίτηση κρίνοντας πως αυτή θα έπρεπε να είχε καταχωριστεί από την ίδια τη διαιτήτρια. Πράγματι η διαιτήτρια υπέβαλε στις 12.4.17 μονομερή αίτηση και αυθημερόν εξασφάλισε διάταγμα με το οποίο παρατάθηκε ο χρόνος έκδοσης της διαιτητικής απόφασης για ένα (1) χρόνο.
Η ΑΤΗΚ αντέδρασε στο διάταγμα παράτασης του χρόνου έκδοσης της διαιτητικής απόφασης με αίτηση ημερ. 11.5.17, με την οποία ζητούσε παραμερισμό του διατάγματος ημερ. 12.4.17.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, επιλαμβανόμενο της αίτησης της ΑΤΗΚ ημερ. 11.5.17, η οποία στρεφόταν εναντίον της διαιτήτριας, έκρινε πως αυτή θα έπρεπε να επιδοθεί και στην αιτήτρια και κατ' ακολουθία τούτου όρισε την αίτηση για επίδοση 29.5.17, ημέρα κατά την οποία η αιτήτρια εμφανίστηκε στη διαδικασία με δικηγόρο και έφερε ένσταση. Ενόψει δε τούτου το Δικαστήριο έδωσε οδηγίες για καταχώριση ένστασης και επαναόρισε την αίτηση για οδηγίες στις 12.6.17. Μετά όμως την ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής, η ΑΤΗΚ ενήργησε ώστε να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου μονομερής αίτησης που καταχώρισε την ίδια ημέρα (στις 29.5.17) και αυθημερόν εξασφάλισε διάταγμα με το οποίο η ισχύς του (μενομερώς) εκδοθέντος διατάγματος ημερ. 12.4.17 ανεστάλη «...μέχρι εκδικάσεως και τελικής αποπερατώσεως της αίτησης διά κλήσεως ημερ. 11/05/20 για παραμερισμό του διατάγματος ή νεοτέρας διαταγής του Δικαστηρίου, εκτός εάν οι Καθ' ων η Αίτηση εμφανισθούν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στις 12/06/2017 και ώρα 9:00 π. μ. και δείξουν λόγο γιατί το παρόν διάταγμα να μην εξακολουθήσει να ισχύει.».
Είναι θέση της αιτήτριας ότι το προσβαλλόμενο διάταγμα είναι προϊόν παραβίασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης εφόσον εκδόθηκε χωρίς να ακουστεί και η ίδια. Παρέπεμψε συναφώς στην
Ιωάννου (Αρ.2) (1996) 1 (Β) Α.Α.Δ. 849 η οποία αφορούσε αίτηση για παραμερισμό απόφασης που εκδόθηκε λόγω παράλειψης καταχώρισης εμφάνισης και στην οποία δόθηκε άδεια καταχώρισης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης χωρίς να ακουστεί η άλλη πλευρά. Όπως δε κρίθηκε ναι μεν θα μπορούσε η εν λόγω απόφαση να προσβληθεί με έφεση, αλλά λόγω του ότι εκδόθηκε κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και της ύπαρξης εξαιρετικών περιστάσεων, το αίτημα για έκδοση εντάλματος certiorari έγινε αποδεκτό. Το ότι υπήρξε παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και στην παρούσα περίπτωση, εισηγήθηκε ο κ. Χριστοφίδης, είναι δεδομένο και σ' ό,τι αφορά τις εξαιρετικές περιστάσεις παρέπεμψε στο ιστορικό της υπόθεσης για να τονίσει τα προσκόμματα που επέφερε στη διαιτητική διαδικασία η ΑΤΗΚ. Περαιτέρω πρόβαλε πως η παρούσα περίπτωση είναι κατάλληλη για παραχώρηση άδειας εφόσον, όπως υποστήριξε, η ακρόαση του προσβαλλόμενου διατάγματος, εκ των πραγμάτων, δεν θα οριστεί πριν το Σεπτέμβριο και ως εκ τούτου θα προστεθεί περαιτέρω χρόνος στην αποπεράτωση της διαιτησίας.
Διεξήλθα ό,τι τέθηκε ενώπιον μου από την αιτήτρια και προτού ασκήσω τη διακριτική ευχέρεια που έχει το Δικαστήριο επί του θέματος να υπενθυμίσω σε συντομία τις νομικές αρχές βάσει των οποίων αποφασίζονται αιτήματα της εξεταζόμενης φύσεως.
Η παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari ή Prohibition - όπως και η έκδοση τέτοιων ενταλμάτων - εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου (Θεοδούλου (Αρ.1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438) η οποία, όταν προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και ειδικά έφεση, πολύ σπάνια και σε εξαιρετικές περιπτώσεις ασκείται θετικά. (Βλ. Αναφορικά με τις αιτήσεις της Αυγής I. Κωνσταντινίδου κ.α. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853). Ακόμα και αν ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση (Ανθίμου (19910 1 Α.Α.Δ. 41). Κι αυτό καθότι η διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος δεν συνιστά υποκατάστατο του ενδίκου μέσου της έφεσης (Αναφορικά με το Γενικό Εισαγγελέα (Αρ.3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42 και Αναφορικά με την αίτηση της Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464), ούτε στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, αλλά στη νομιμότητα της απόφασης (Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 Α.Α.Δ. 116). Γενικά, θα μπορούσε να λεχθεί ότι το Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το τηρηθέν πρακτικό του (πρωτόδικου) Δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (Α. Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298, Τζ. Περέλλα (Αρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692).
Έχοντας υπόψη τις προαναφερθείσες νομικές αρχές να υπενθυμίσω κατ' αρχάς ότι ναι μεν η έκδοση προσωρινού διατάγματος χωρίς να ακουστεί η άλλη πλευρά συνιστά παρέκκλιση από τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης, αλλά τέτοια παρέκκλιση είναι επιτρεπτή κατά το Δίκαιο της Επιείκειας εφόσον καταδεικνύεται το στοιχείο του κατεπείγοντος. Είναι γι' αυτό το λόγο που το Ανώτατο Δικαστήριο έχει τονίσει κατ' επανάληψη την ανάγκη όπως ex parte διατάγματα εκδίδονται με φειδώ, εκφράζοντας ταυτόχρονα και έντονες ανησυχίες για την παρατηρούμενη ευκολία με την οποία εκδίδονται. Όμως λαμβανομένου υπόψιν ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει ορίσει το προσβαλλόμενο διάταγμα για τις 12.6.17 και η αιτήτρια θα έχει κάθε δυνατότητα να εγείρει όποιους λόγους θεωρεί κατάλληλους για ακύρωση του - μεταξύ των οποίων και το κατεπείγον που αποτελεί δικαιοδοτικό όρο - πολύ λίγα περιθώρια υπάρχουν για τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας. Βέβαια δεν παραγνωρίζω ότι με βάση πάγιες αρχές της νομολογίας (βλ. μεταξύ άλλων, Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298 και Fast Fact Developments Ltd κ.α. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1533), το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται όταν διαπιστώσει πως συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, να επέμβει και να χορηγήσει άδεια έστω και αν υπάρχουν άλλα ένδικα μέσα. Στην παρούσα όμως περίπτωση δεν βλέπω να συντρέχουν τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να γίνει χρήση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου προς παροχή της αιτούμενης άδειας. Παραπέμπω σχετικά στην απόφαση της Ολομέλειας Αναφορικά με την Αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ και του Ταμείου Προνοίας Προσωπικού Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας, Πολ. Εφ. 2/2009, ημερ. 14.5.12, η οποία επανέλαβε την επί του προκειμένου θέση της νομολογίας με αναφορά στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Base Metal Trading Ltd (ανωτέρω):
«Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και, περαιτέρω, στην περίπτωση όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι, εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα. (Βλ. μεταξύ άλλων, R. v. Secretary of State (1986) 1 All ER 717, Ανθίμου (1991) 1 ΑΑΔ. 41, Στ. Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 247). Στην Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965, διευκρινίστηκε, ορθά, ότι η αρχή αυτή «ισχύει γενικά, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα». Έστω, δηλαδή, και αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας. (Βλ. επίσης, Σ. Μαρκίδης κ,ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 552). Αν δε, παρά τη μη ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, χορηγηθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για certiorari, η μη ύπαρξη τέτοιων περιστάσεων συνιστά, a fortiori, λόγο απόρριψης της αίτησης.»
Ενόψει των πιο πάνω, ναι μεν ενδεχομένως να έχει έρεισμα το παράπονο της αιτήτριας ότι η ΑΤΗΚ με τα πολλά διαδικαστικά διαβήματα που χρησιμοποίησε παρενέβαλε εμπόδια στην ομαλή διεξαγωγή της διαιτησίας, αλλά είναι και αυτό θέμα που μπορεί να τεθεί και να εξεταστεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Τέλος, αναφορικά με το παράπονο ότι η ακρόαση της αίτησης της ΑΤΗΚ βάσει της οποίας εκδόθηκε το προσβαλλόμενο διάταγμα δεν πρόκειται να εκδικαστεί πριν το Σεπτέμβριο, είναι αρκετό να παρατηρήσω ότι το στοιχείο αυτό δεν θεμελιώνει εξαιρετικές περιπτώσεις και, περαιτέρω, ο χρόνος που απαιτείται για εκδίκαση τέτοιων διαταγμάτων πρωτοδίκως δεν μπορεί να αποτελέσει βάση για μετατροπή της πρωτόδικης διαδικασίας σε διαδικασία Certiorari. Ό,τι λοιπόν θα μπορούσε να λεχθεί επί του θέματος είναι ότι τέτοια διατάγματα θα πρέπει να εκδικάζονται το συντομότερο δυνατό, ώστε να εκλείψουν τα οποιαδήποτε εμπόδια για ολοκλήρωση της διαιτησίας και αυτό αναμένεται να γίνει και στην παρούσα περίπτωση.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω η αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari απορρίπτεται.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/κβπ