ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:D213
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική αίτηση 76/17
[Α.ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ]
2 Ιουνίου, 2017
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΧΑΡΟΥΛΑΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΜΕΣΟ ΓΙΑ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ στις 26/5/17 (Ν. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Ε.Δ.) ΓΙΑ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΑΡ. 3729/16, Ε.Δ. ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΗΣ ΝΕΑΣ Δ.30
------------------
Κατ. Ηλία (κα), για Σ. Μάτσα, για την αιτήτρια.
...........
A Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ: Με την υπό εξέταση αίτηση η αιτήτρια Χαρούλα Δημοσθένους ζητά άδεια για καταχώρηση αίτησης δια κλήσεως για την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari για ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 26/5/17 με την οποία απέρριψε την αγωγή με αρ. 3729/16 δυνάμει της νέας Διαταγής 30. Ζητά επίσης αναστολή εκτέλεσης της ίδιας απόφασης μέχρι την τελεσίδικη αποπεράτωση της ακρόασης της κυρίως αίτησης δια κλήσεως ή μέχρι νεώτερης διαταγής του Δικαστηρίου.
Τα ουσιώδη γεγονότα επί των οποίων βασίζεται η αίτηση, όπως αυτά προκύπτουν από την έκθεση γεγονότων και την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση της Χρύσως Κανέλλα, ημερ. 31/5/17, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί την αιτήτρια, εν συντομία είναι τα εξής:
Στις 27/7/16 η αιτήτρια καταχώρησε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας την Αγωγή με αρ. 3729/16 επί Γενικώς Οπισθογραφημένου Κλητηρίου Εντάλματος εναντίον της εταιρείας Gan Direct Insurance Ltd. Μετά την επίδοση του Κλητηρίου Εντάλματος στην εναγομένη εταιρεία ακολούθησε η καταχώρηση εκ μέρους της σημειώματος εμφάνισης στις 5/8/16. Η Έκθεση Απαίτησης καταχωρήθηκε στις 30/9/16, η Υπεράσπιση στις 27/10/16 και η Απάντηση στην Υπεράσπιση στις 24/11/16. Στη συνέχεια καταχωρήθηκε στις 21/12/16 από μέρους της Αιτήτριας-Ενάγουσας Κλήση για Οδηγίες δυνάμει της νέας Δ.30 και η Αγωγή ορίστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου για τις 8/3/17. Στη συνέχεια, στις 10/1/17 η εναγόμενη εταιρεία καταχώρησε το Παράρτημα, Τύπο 25, στη βάση της νέας Δ.30. Στις 8/3/17 που ήταν ορισμένη για πρώτη φορά η Κλήση για Οδηγίες, το Δικαστήριο έθεσε «θέμα εκπρόθεσμου» της κλήσης για οδηγίες. Τότε ο δικηγόρος που εκπροσωπούσε την εναγομένη τοποθετήθηκε ως εξής: «Δεν θα εγείρουμε θέμα για το εκπρόθεσμο της καταχώρησης της Απάντησης και ζητούμε σήμερα να δοθούν οδηγίες με βάση τη Δ.30 και να προχωρήσει κανονικά η διαδικασία». Ενόψει της δήλωσης αυτής το Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα αυθημερόν όπως οι διάδικοι αποκαλύψουν ενόρκως όλα τα έγγραφα και γεγονότα που σχετίζονται με τα επίδικα θέματα της αγωγής και όπως η σχετική ένορκη δήλωση καταχωρηθεί εντός 60 ημερών από τις 8/3/17. Εκδόθηκε περαιτέρω διάταγμα για επιθεώρηση των εγγράφων. Μετά την πιο πάνω εξέλιξη η αγωγή ορίστηκε για οδηγίες στις 25/5/17. Προς το σκοπό συμμόρφωσης με την πιο πάνω διαταγή του Δικαστηρίου, στις 15/3/17 η εναγόμενη προέβη σε καταχώρηση της ένορκης δήλωσης της αποκάλυψης εγγράφων και ακολούθησε στις 21/3/17 εκείνη της αιτήτριας-ενάγουσας.
Στις 25/5/17 που η αγωγή ήταν ορισμένη για οδηγίες, η εναγόμενη ζήτησε την απόρριψη της αγωγής στη βάση των προνοιών της Δ.30 θ.1(α) λόγω της εκπρόθεσμης καταχώρησης της Απάντησης και της Κλήσης για Οδηγίες. Πρόβαλε τη θέση ότι κατά την προηγούμενη δικάσιμο δηλαδή στις 8/3/17 από παραδρομή έγινε δήλωση εκ μέρους της ότι δεν θα έφερνε ένσταση στην εκπρόθεσμη καταχώρηση της Απάντησης, ενώ η θέση της στις 25/5/17 ήταν ότι η καταχώρηση της Απάντησης και κατ' επέκταση της Κλήσης για Οδηγίες ήταν εκπρόθεσμη. Σε απάντηση του αιτήματος της εναγόμενης για απόρριψη της Αγωγής η δικηγόρος που εμφανίστηκε για την αιτήτρια-ενάγουσα έθεσε θέμα κωλύματος της εναγόμενης να προβάλλει ζήτημα εκπρόθεσμης καταχώρησης της Απάντησης και της Κλήσης για Οδηγίες παραπέμποντας το Δικαστήριο στη δήλωση της εναγόμενης ότι δεν είχε ένσταση στην εκπρόθεσμη καταχώρηση της Απάντησης κατά τη δικάσιμο της 8/3/17 αλλά και στο προχωρημένο στάδιο που υποβάλλεται το αίτημα. Τότε το Δικαστήριο αποδεχόμενο τη θέση της εναγόμενης, με την απόφαση του ημερ. 26/5/17 προέβη σε απόρριψη της Αγωγής με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας μέχρι τις 8/3/17, ημέρα που, κατά την κρίση του, θα μπορούσε να λυθεί το όλο ζήτημα.
Είναι η θέση της αιτήτριας ότι η απόρριψη της Αγωγής είναι προϊόν πρόδηλης πλάνης του Νόμου και/ή εσφαλμένης ερμηνείας και/ή υπέρβασης του δικαιοδοτικού πλαισίου του Δικαστηρίου, ενώ δεν υπάρχει άλλο ένδικο μέσο προς αντιμετώπιση της κατάστασης. Συγκεκριμένα εισηγείται ότι λανθασμένα το Δικαστήριο θεώρησε ότι η Απάντηση καταχωρήθηκε εκπρόθεσμα και χωρίς να προηγηθεί η εξασφάλιση σχετικής άδειας ή παράτασης του χρόνου καταχώρησης της με διαταγή του Δικαστηρίου. Προβάλλει επίσης θέμα ότι το Δικαστήριο λανθασμένα θεώρησε ότι τα δικόγραφα θα έπρεπε να θεωρηθούν συμπληρωμένα 7 μέρες μετά την καταχώρηση της Υπεράσπισης και όχι στις 24/11/16 που καταχωρήθηκε η Απάντηση χωρίς ένσταση από την άλλη πλευρά. Λανθασμένη επίσης θεωρεί και την κρίση του Δικαστηρίου ότι η κλήση για οδηγίες δεν καταχωρήθηκε εντός των 30 ημερών που προνοεί η Δ.30 αλλά και την εξέταση από το Δικαστήριο του ζητήματος της εκπρόθεσμης καταχώρησης της Απάντησης στις 25/5/17.
Κατά την προφορική αγόρευση της προς υποστήριξη της αίτησης η δικηγόρος της αιτήτριας έδωσε έμφαση σε δύο επιχειρήματα ότι δηλαδή λανθασμένα το Δικαστήριο θεώρησε ότι η κλήση για οδηγίες καταχωρήθηκε εκπρόθεσμα, ενόψει της συγκατάθεσης της άλλης πλευράς, και ότι εξαντλήθηκαν οι 60 ημέρες που προνοεί η Δ.30 για να μπορεί να προχωρήσει το Δικαστήριο σε απόρριψη της αγωγής.
Η χορήγηση άδειας για καταχώρηση certiorari ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται μεν δικαστικά αλλά με πολλή φειδώ. Χορηγείται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει «εκ πρώτης όψεως υπόθεση» και/ή «συζητήσιμη υπόθεση.» Αν όμως στον αιτητή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, τότε ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα, περιθώρια για επιτυχία της αίτησης δεν υπάρχουν, εκτός και αν ο αιτητής ικανοποιήσει για την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων. (Βλ. Αίτηση του Dmytro Firtash (2013) 1 (Γ) AAΔ 2491, και Αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ. κ.α. (2012) 1 (Α) ΑΑΔ 878).
Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, η οποία ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αλλά της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Aίτηση του Σάββα Ιωάννη Κασπαρή (2013) 1(Γ) ΑΑΔ 2476 και Αίτηση Μarewave Shipping & Trading Company Ltd. (1992) 1 AAΔ 116).
Στο σύγγραμμα «Προνομιακά Εντάλματα» του Π. Αρτέμη, Κεφ. 4, σελ. 127-128 αναφέρεται ότι ο έλεγχος των κατώτερων Δικαστηρίων με ένταλμα της φύσης certiorari δεν περιλαμβάνει νομικά εσφαλμένες αποφάσεις. Δεν είναι αρκετό ότι υπήρξε σοβαρή πλάνη ή πλάνη σε σχέση με μια καθιερωμένη νομική αρχή. Πρέπει να υπάρχει πλάνη που μπορεί αμέσως να διακριβωθεί από το Δικαστήριο και όχι κατόπιν έρευνας όλων των στοιχείων ή της μαρτυρίας. Όταν όμως, πάντοτε εκ πρώτης όψεως, η διαδικασία είναι κανονική και το κατώτερο Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας, το Δικαστήριο που εξετάζει την αίτηση για certiorari δεν θα εκδώσει σχετικό διάταγμα επειδή το Δικαστήριο αντιλήφθηκε λανθασμένα ένα νομικό σημείο. Όπως αποφασίστηκε επίσης στην Αίτηση Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ. (αρ. 3) (1996) 1(Β) ΑΑΔ 1066 το ένταλμα certiorari δεν αποτελεί υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ούτε ενεργεί ως έφεση υπό μεταμφίεση και ούτε ως μέσο επανακρόασης των ιδίων ζητημάτων που απασχόλησαν το κατώτερο δικαστήριο.
Εξέτασα την αίτηση υπό το φως των νομικών αρχών που εφαρμόζονται σε αιτήσεις για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων της φύσης certiorari σε συνάρτηση με τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου με την έκθεση και την ένορκη δήλωση.
Διαπιστώνεται ότι εγείρεται εκ πρώτης όψεως θέμα υπέρβασης δικαιοδοσίας και νομικής πλάνης του Δικαστηρίου με τη θεώρηση ότι η Κλήση για Οδηγίες ήταν εκπρόθεσμη, γεγονός που οδηγούσε, κατά τη γνώμη του, αναπόφευκτα σε απόρριψη της Αγωγής.
Η Δ.30 θ. 1(α) των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών προνοεί τα εξής:
«1.(α) Ο ενάγων σε κάθε αγωγή υποχρεούται εντός τριάντα ημερών από το χρόνο κατά τον οποίο τα δικόγραφα θεωρούνται συμπληρωμένα και προτού λάβει οποιοδήποτε νέο μέτρο στην αγωγή, εκτός από αίτηση για παρεμπίπτον διάταγμα, να εκδώσει κλήση για οδηγίες, οριζόμενη ενώπιον του Δικαστηρίου σε χρονικό διάστημα όχι μικρότερο των εξήντα ημερών.»
Όταν τέθηκε αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο το θέμα της εκπρόθεσμης καταχώρησης της Απάντησης κατά τη δικάσιμο της 8/3/17, η πλευρά της εναγόμενης όχι μόνο δήλωσε ότι δεν είχε ένσταση αλλά ζήτησε και την έκδοση οδηγιών στη βάση της Δ.30, όπως και έγινε. Σημειώνεται ότι η Κλήση για Οδηγίες καταχωρήθηκε εντός 30 ημερών από την καταχώρηση της Απάντησης.
Η διαπίστωση όμως ότι εγείρεται εκ πρώτης όψεως υπόθεση δεν είναι αρκετή προκειμένου να χορηγηθεί η αιτούμενη άδεια. Θα πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατά πόσο παρέχεται η δυνατότητα στην αιτήτρια να προσβάλει την απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου με την οποία απέρριψε την αγωγή της με άλλα ένδικα μέσα, δηλαδή με έφεση (βλ. Αίτηση Άνθιμου (1991) 1 ΑΑΔ 41).
Άνκαι η δικηγόρος της αιτήτριας στην προφορική αγόρευση της δεν απέκλεισε το δικαίωμα για άσκηση έφεσης, εντούτοις ήταν της άποψης ότι η παρούσα ήταν το μόνο διάβημα υπό τις περιστάσεις που θα μπορούσε να λάβει η αιτήτρια.
Σύμφωνα με το άρθρο 25(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν. 14/60) η καταχώρηση έφεσης είναι δυνατή εναντίον οποιασδήποτε απόφασης ή διαταγής Δικαστηρίου που ασκεί πολιτική δικαιοδοσία ανεξαρτήτως αν αυτή είναι καθοριστική ή δηλωτική των δικαιωμάτων των διαδίκων είτε είναι ενδιάμεση είτε τελική.
Από τα γεγονότα της υπόθεσης δεν εντοπίζεται οτιδήποτε που να καταδεικνύει την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων ώστε να δικαιολογείται παρέκκλιση από τον κανόνα που τέθηκε από την πιο πάνω νομολογία.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Α. Πούγιουρου, Δ.
/ΚΑΣ