ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παναγή, Περσεφόνη Χριστάκης Παύλου, για τους Αιτητές-Εναγόμενους 1 amp;amp;amp; 4. Ελένη Μιντή (κα), για Χ. Π. Σαββίδης amp;amp;amp; Συνεργάτες ΔΕΠΕ και εκ μέρους του Ανδρέα Θεοφίλου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση-Ενάγοντες. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2017-05-04 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο BUNKERNET LTD ν. PNO SHIPMANAGEMENT LTD κ.α., Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ.: 9/2013, 4/5/2017 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2017:D160

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΝΑΥΤΟΔΙΚΕΙΟΥ

                          (Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ.: 9/2013)

 

4 Mαίου, 2017

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.]

 

BUNKERNET LTD,

Ενάγοντες,

 

-      ΚΑΙ  -

 

1.         PNO SHIPMANAGEMENT LTD,

2.         KINGFISHER MARITIME CORPORATION LTD,

3.         EVERGLADES SHIPPING CORPORATION LTD,

4.         ΠΑΝΙΚΟΣ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ,

Εναγόμενοι.

----------------------------

 

 

 

 

 

 

Αίτηση ημερομηνίας 19.12.2016 των Εναγομένων για Παράταση Χρόνου για Καταχώριση Αίτησης για Αναθεώρηση

 

Χριστάκης Παύλου, για τους Αιτητές-Εναγόμενους 1 & 4.

Ελένη Μιντή (κα), για Χ. Π. Σαββίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ και εκ μέρους του Ανδρέα Θεοφίλου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση-Ενάγοντες.

----------------------------

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

    Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:-  Στις 11.11.2016 το Δικαστήριο απέρριψε αίτηση των εναγομένων 1 και 4 (στο εξής «οι εναγόμενοι») για αναστολή της διαδικασίας στην υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγή και παραπομπή της επίδικης διαφοράς σε διαιτησία. 

 

Ακολούθως, στις 25.11.2016, οι εναγόμενοι καταχώρησαν έφεση εναντίον της εν λόγω απόφασης, αντί αίτηση για αναθεώρηση,  όπως προνοεί ο Κανονισμός 165 του περί Δικαιοδοσίας Ναυτοδικείου  Διαδικαστικού Κανονισμού του 1893 (The Cyprus Admiralty Jurisdiction Order 1893) (στο εξής «οι Κανονισμοί Ναυτοδικείου). Όταν διαπιστώθηκε το λάθος, είχε παρέλθει η προθεσμία για την καταχώρηση αίτησης αναθεώρησης.   Ως εκ τούτου, οι εναγόμενοι καταχώρησαν μονομερή αίτηση για παράταση, την οποία λανθασμένα βάσισαν στη Δ.57, θ.2 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίοι δεν έχουν εφαρμογή σε υποθέσεις που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως Ναυτοδικείου.   Η αίτηση αυτή  αποσύρθηκε στις 12.12.2016. 

 

Μία βδομάδα αργότερα καταχωρίστηκε η παρούσα αίτηση, με την οποία οι εναγόμενοι ζητούν εκ νέου παράταση του χρόνου καταχώρησης αίτησης αναθεώρησης της απόφασης του Δικαστηρίου ημερομηνίας 11.11.2016 για περίοδο 7 ημερών από τη σύνταξη του αιτούμενου διατάγματος.  Η αίτηση βασίζεται, κυρίως, στους  περί Δικαιοδοσίας Ναυτοδικείου Κανονισμούς, Καν. 165-167, 203-215 και 237 και στους Κανονισμούς του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας που ίσχυαν στην Αγγλία πριν από τις 15.8.1960, στους οποίους, για σκοπούς ευκολίας, θα αναφέρομαι ως «οι παλαιοί Αγγλικοί Θεσμοί», ειδικότερα στο Ο.64, r.7. 

 

Οι ενάγοντες, προβάλλουν αριθμό λόγων ένστασης.  Θέτουν ως πρώτο θέμα ότι η αίτηση πρέπει να απορριφθεί επειδή είναι αβάσιμη και το νομικό υπόβαθρο της ελλιπές. Κατά τους ενάγοντες, οι εναγόμενοι δεν βάσισαν την αίτηση τους στον Κανονισμό 225 των  Κανονισμών Ναυτοδικείου, ως όφειλαν, ο οποίος ρυθμίζει το θέμα της παράτασης του χρόνου.  Συνεπώς, εισηγούνται, παραπέμποντας στις πρόνοιες της Δ.48, Θ.2(1) των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών και σε σχετική νομολογία, η μη συμπερίληψη του Κανονισμού 225 στη νομική βάση της αίτησης, την καθιστά ελλιπή και μη θεραπεύσιμη και την έκβαση της μοιραία.

Οι εναγόμενοι αποδέχονται το σφάλμα.  Επισημαίνουν, όμως ότι η αίτηση τους βασίζεται, μεταξύ άλλων, στο O.64, r.7 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών, το οποίο, υποστηρίζουν, είναι παρόμοιο με τον Κανονισμό 225 και δεν μπορεί να δημιουργήσει οποιαδήποτε σύγχυση στους ενάγοντες ως προς το τι επιδιώκεται με την αίτηση.  Κατά τον ευπαίδευτο συνήγορο των εναγομένων, το θέμα θα πρέπει να κριθεί υπό το πρίσμα του O.70, r.1 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών, το οποίο παρέχει στο Δικαστήριο διακριτική εξουσία να διορθώσει την παράλειψη αναφοράς στον ορθό Κανονισμό, η οποία αποτελεί απλή παρατυπία.

 

H παραπάνω θέση των εναγόντων εδράζεται στην αρχή που καθιερώθηκε στην Κouppa & another v. Vassiliades (1981) 1 J.S.C. 120, η οποία υιοθετήθηκε στην Μαχλουζαρίδης ν. Ιωαννίδη κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 965, σύμφωνα με την οποία σε ενδιάμεση αίτηση ο καθορισμός του νομικού βάθρου, με αναφορά στο ειδικό άρθρο ή άρθρα της νομοθεσίας ή των ειδικών θεσμών ή τους θεσμούς που τον στοιχειοθετούν, παρέχοντας την απαραίτητη  δικαιοδοσία στον Δικαστή, αποτελεί σύμφωνα με τις διατάξεις της Δ.48 θ.1, όρο απαράβατο για την έγκυρη χρήση του δικονομικού αυτού μέτρου (βλ. επίσης Ματθαίου κ.ά. ν. Άνιφτου (1992) 1 Α.Α.Δ. 529).

 

Φαίνεται, όμως, ότι σε υποθέσεις Ναυτοδικείου δεν είναι απαραίτητη η αναφορά στη νομική βάση της αίτησης, (βλ. G. P. Michaelides & Sons Ltd v. Tramsmarcom M.V. Eμπορευόμενη υπό την επωνυμία «TRM Shipping» κ.ά. (2000)1 Α.Α.Δ. 863).  Στους Κανονισμούς Ναυτοδικείου δεν περιέχεται πρόνοια αντίστοιχη με τη Δ.48 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών.  Όπως παρατηρείται στην υπόθεση P. Zachariades & Αnother v. George Economides & Οthers (1989) 1 C.L.R. 437, από τον Στυλιανίδη, Δ.:

 

«In the part of the Rules providing for "applications", Rules 203-212, no provision is made for a requirement to refer to the Specific Rule of Court upon which an application is founded. Nevertheless, the plaintiffs invoked Rules totally unconnected with the Admiralty Jurisdiction of the Court.  This is not a nullity but an irregularity

 

 

Ούτε καθορίζεται από τους Κανονισμούς Ναυτοδικείου οποιοσδήποτε τύπος αίτησης.  Η δικονομία του Ναυτοδικείου, όπως φαίνεται και από τη δυνατότητα υποβολής προφορικού αιτήματος (βλ. Κανονισμό 203) είναι, για ευνόητους λόγους, χαλαρότερη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα προσφέρεται από τον Κανονισμό 166, που αφορά στην υποβολή αίτησης για αναθεώρηση, σύμφωνα με τον οποίο η αίτηση δύναται (may) να γίνεται σύμφωνα με τον τύπο Μ του Παραρτήματος Ι, ο οποίος, να σημειωθεί, δεν απαιτεί τον καθορισμό του νομικού βάθρου της αίτησης. 

 

Υπό το φως των πιο πάνω, η μη αναφορά από τους εναγόμενους στη σωστή δικονομική πρόνοια δεν καθιστά την αίτηση τους θνησιγενή.  Ούτε η αναφορά, βέβαια, σε άσχετη πρόνοια, η οποία στη χειρότερη για τους εναγόμενους περίπτωση θα συνιστούσε απλή αντικανονικότητα ή παρατυπία - από την οποία οι ενάγοντες δεν έχουν επηρεαστεί   - δυνάμενη να θεραπευθεί στη βάση του O.70 r.1 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών, επίκληση του οποίου γίνεται στη γραπτή αγόρευση  των εναγομένων.   Σημειώνω εδώ παρενθετικά, ότι εφόσον το θέμα της μη συμμόρφωσης προς τους Κανονισμούς δεν ρυθμίζεται από τους Κανονισμούς Ναυτοδικείου, τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του Κανονισμού 237 των Κανονισμών Ναυτοδικείου, που καθιστούν εφαρμοστέους τους Κανονισμούς του Αγγλικού Ναυτοδικείου που ίσχυαν κατά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Κύπρου, ήτοι το O.70 r.1 των παλαιών Αγγλικών Θεσμών. 

 

Θα εξετάσω στη συνέχεια τους υπόλοιπους λόγους ένστασης.  Η κατ΄ ισχυρισμόν καθυστέρηση των εναγομένων στην υποβολή της υπό εξέταση αίτησης αποτελεί, κατά τους ενάγοντες, λόγο για άρνηση παροχής από το Δικαστήριο της αιτούμενης θεραπείας.  Ισχυρίζονται επίσης ότι δεν έχουν καταδειχθεί λόγοι ότι η παράβαση των καθορισμένων χρονικών προθεσμιών δεν οφειλόταν σε αδιαφορία για τη δικαστική διαδικασία, εισηγούμενοι παράλληλα πως η αιτούμενη παράταση χρόνου καταχώρησης αιτήματος αναθεώρησης σε καμία περίπτωση δεν είναι αποτέλεσμα καλόπιστου λάθους ή αμέλειας των εναγομένων και έχει ως σκοπό την πρόκληση περαιτέρω καθυστέρησης στη συνέχεια εκδίκασης της αγωγής.  Το λάθος ή η αμέλεια του δικηγόρου τους από μόνη της, προβάλλουν, δεν συνιστά ικανοποιητικό λόγο για την έκδοση του αιτούμενου με την αίτηση διατάγματος.

 

Οι αρχές που διέπουν το θέμα της παράτασης του χρόνου είναι καλά γνωστές.  Η σχετική εξουσία του Δικαστηρίου αποτελεί ζήτημα διακριτικής ευχέρειας η οποία ασκείται δικαστικά αφού ληφθούν υπόψη όλα τα ουσιώδη περιστατικά της υπόθεσης ανάμεσα στα οποία πρωτεύουσα θέση κατέχει η ύπαρξη ή όχι ικανοποιητικής δικαιολογίας για την παράλειψη του αιτητή να κάμει μέσα στις καθορισμένες προθεσμίες αυτό που τώρα επιδιώκει.  Οι προθεσμίες που θέτει ο νομοθέτης πρέπει να τηρούνται αυστηρά.  Αποκλειστικός δε οδηγός για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου είναι το συμφέρον της δικαιοσύνης, «έννοια σύνθετη και πολυδιάστατη, συνυφασμένη με το σύνολο των αρχών δικαίου και τα ιδιαίτερα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Χόππης ν Παναγή (1993) ΑΑΔ 140).

 

Η κάθε υπόθεση έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες.  Εν προκειμένω, δεν συμμερίζομαι τη θέση των εναγόντων ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου θα πρέπει να ασκηθεί εναντίον της έγκρισης της αίτησης. Οι εναγόμενοι δεν επέδειξαν ολιγωρία να αντιδράσουν στην απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 11.11.2016, της οποίας σκοπείται η αναθεώρηση, ενώ το ενδιαφέρον τους για αναθεώρηση της απόφασης ήταν και παραμένει ζωντανό. Αντέδρασαν, όμως, με τη λήψη λανθασμένου δικονομικού μέτρου, καταχωρώντας έφεση αντί αίτηση για αναθεώρηση, το οποίο προσπάθησαν, μόλις αντιλήφθηκαν το λάθος τους, να το διορθώσουν αποσύροντας την έφεση και υποβάλλοντας αίτηση για παράταση του χρόνου για τη λήψη του σωστού μέτρου, αφού ο χρόνος των επτά ημερών που τάσσεται από τους Κανονισμούς για την καταχώριση αίτησης για αναθεώρηση είχε εκπνεύσει.  Όπως έχει αναφερθεί, η μονομερής αίτηση αυτή αποσύρθηκε,  την ημέρα που ήταν ορισμένη ενώπιον του Δικαστηρίου, λόγω λάθους στη νομική της βάση, για να καταχωρηθεί η παρούσα, δια κλήσεως αυτή τη φορά, μία βδομάδα αργότερα.  Στα γεγονότα της υπόθεσης δεν διαπιστώνεται οτιδήποτε που να υποδεικνύει υπέρμετρη καθυστέρηση εκ μέρους των εναγομένων στην υποβολή της υπό εξέταση αίτησης ή ότι επέδειξαν  αδιαφορία για τη διαδικασια ή σκόπιμη και κακόβουλη εκμετάλλευση της.  Ούτε έχω ικανοποιηθεί ότι τυχόν έγκριση της αίτησης θα προκαλέσει καθυστέρηση στην περαιτέρω προώθηση της αγωγής, δεδομένης μάλιστα της δηλωμένης θέσης των εναγομένων ότι δεν προτίθενται να επιδιώξουν την αναστολή της διαδικασίας μέχρι τη διεκπεραίωση της αίτησης αναθεώρησης.

 

Έχοντας  υπόψη αυτές τις περιστάσεις, κρίνω ότι είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης όπως η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκηθεί υπέρ της έγκρισης της αίτησης.  Η  αίτηση γίνεται αποδεκτή.  Ο χρόνος καταχώρισης της αίτησης για αναθεώρηση της απόφασης του Δικαστηρίου, ημερομηνίας 11.11.2016, παρατείνεται για 7 μέρες από σήμερα.  Δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

 

 

Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΣΓεωργίου

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο