ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παναγή, Περσεφόνη Παύλος Αγγελίδης, για τον Αιτητή. Ηλίας Στεφάνου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2017-05-12 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΡΙΚΚΟΥ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ ν. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΦΥΛΑΚΩΝ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 51/2017, 12/5/2017 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2017:D175

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                      ΠΟΛΙΤΙΚΗ  ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ.  51/2017

 

12 Μαίου, 2017

 

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στής]

 

ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΡΙΚΚΟΥ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ,

ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΕΜΕΣΟ, ΤΕΩΣ ΒΟΗΘΟΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ

 

-ΚΑΙ-

 

ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΦΥΛΑΚΩΝ

ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟΝ ΓΕΝΙΚΟ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

-----------------------------------

 

Παύλος Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Ηλίας Στεφάνου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

-----------------------------------

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

    Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:- Ο αιτητής, πρώην Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, κρίθηκε ένοχος στην ποινική υπόθεση αρ. 928/2015  από Κακουργιοδικείο που συνεδρίασε στη Λευκωσία, το οποίο τον καταδίκασε και την 1.3.2017 του επέβαλε ποινή φυλάκισης. Η απόφαση του Κακουργιοδικείου έχει εφεσιβληθεί.  Η παρούσα αίτηση σκοπεύει στην έκδοση εντάλματος της φύσης habeas corpus ad subjiciendum προς έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης του αιτητή και την άμεση απελευθέρωση του, στη βάση ισχυρισμού ότι η διαδικασία που διεξήχθη  ενώπιον του Κακουργιοδικείου είναι  άκυρη και παράνομη εξ υπαρχής.   

 

Η θέση του αιτητή, όπως διατυπώνεται στις ένορκες δηλώσεις του - αρχική και συμπληρωματική -  οι οποίες συνοδεύουν την αίτηση και αναπτύσσεται στην γραπτή αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου του, συνοψίζεται  στο ότι  εφόσον κατά το χρόνο έναρξης της ποινικής δίωξης εναντίον του, της παραπομπής του στις 26.6.2015 από το Επαρχιακό Δικαστήριο στο Κακουργιοδικείο, για τα αδικήματα για τα οποία καταδικάστηκε, καθώς  και για κάποιο χρονικό διάστημα μεταγενέστερα, ενώπιον του Κακουργιοδικείου, κατείχε το αξίωμα του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, μέχρι την παύση του από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στις 2.10.2015, υπηρετούσε «υφ' ους όρους οι δικασταί του Ανωτάτου Δικαστηρίου».  Συνεπώς, ετύγχαναν εφαρμογής στην περίπτωση του οι πρόνοιες του άρθρου 15[1] του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 και του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ειδικά του Άρθρου 112, στη βάση των οποίων απολάμβανε «πλήρους ασυλίας».  Μπορεί να σημειωθεί από τώρα, ως δεδομένο, ότι τέτοια εισήγηση δεν έγινε ενώπιον του Κακουργιοδικείου.

 

Δεν αμφισβητείται από τους καθ' ων η αίτηση ότι ο αιτητής κατείχε το αξίωμα του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα καθ' ον χρόνο ο ίδιος αναφέρει.  Θεωρούν, όμως, ότι η κράτηση του είναι νόμιμη εφόσον ερείδεται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου, το οποίο ενήργησε καθόλα νόμιμα, όσον αφορά την αρμοδιότητα και τη δικαιοδοσία του. Αναφορικά με το άρθρο 15 του Ποινικού Κώδικα, ισχυρίζονται  ότι δεν τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωση του αιτητή, για τους λόγους που παρατίθενται στην ένσταση τους, στους οποίους δεν θεωρώ σκόπιμο να αναφερθώ στο παρόν στάδιο, δεδομένου ότι με την ένσταση  προτάσσονται προδικαστικά ζητήματα που άπτονται του παραδεκτού της αίτησης και, για το λόγο τούτο, χρήζουν εξέτασης κατά προτεραιότητα.

 

Προβάλλεται, εν πρώτοις, από τους καθ' ων η αίτηση,  ότι «δεν χωρεί έκδοση προνομιακού εντάλματος φύσεως Habeas Corpus, γιατί ο Αιτητής εκτίει ποινή που επιβλήθηκε νόμιμα, μετά από την καταδίκη του από το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας στην υπόθεση με αρ. 9208/15.  Συγκεκριμένα, κρατείται στη βάση Εντάλματος Φυλάκισης Καταδικασθέντων, Ποινικό Έντυπο αρ. 50, το οποίο εκδόθηκε από το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας στην Ποινική Υπόθεση υπ' αριθμό 9208/15, μετά την καταδίκη του σε ποινή φυλάκισης 3 χρόνων και 6 μηνών για σειρά αδικημάτων .».  Εισηγούνται, οι καθ' ων η αίτηση, ότι το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να αναθεωρήσει την απόφαση του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας καθότι το προνομιακό ένταλμα habeas corpus δεν χορηγείται σε πρόσωπα που καταδικάζονται δυνάμει κατηγορητηρίου αλλά ούτε για αναθεώρηση δικαστικών αποφάσεων.  Με τη θέση αυτή συμπλέκονται και οι άλλες δύο προδικαστικές ενστάσεις των καθ' ων η αίτηση, ότι δεν χωρεί έκδοση habeas corpus γιατί υπάρχει η υπαλλακτική θεραπεία της έφεσης, δικαίωμα το οποίο ο αιτητής έχει ασκήσει, με αποτέλεσμα το διάβημα του habeas corpus να συνιστά και κατάχρηση  της διαδικασίας του Δικαστηρίου, τόσο για το λόγο τούτο και επειδή κανένας ισχυρισμός για ασυλία ή το ποινικά ανεύθυνο του αιτητή δεν υποβλήθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου.

 

Απαντά ο αιτητής, ότι προνομιακό ένταλμα δύναται να εκδοθεί όπου, μεταξύ άλλων, Δικαστήριο υπερβαίνει τη δικαιοδοσία του επιβάλλοντας ποινή για αδίκημα που δεν είχε δικαίωμα να εκδικάσει, όπως, εισηγείται, είναι η περίπτωση του αιτητή, ο οποίος καταδικάστηκε για μια σειρά πράξεων, ενώ τύγχανε ασυλίας τόσο από ποινικές όσο και από αστικές διώξεις.  Παράλληλα υπογραμμίζει, με  παραπομπή στα λεχθέντα, κατ' αναλογία, στην υπόθεση Γρηγορίου ν Δήμου Λευκωσίας (Αρ.1) (1991) 4 ΑΑΔ 3005, πως το δικαίωμα του αιτητή σε «πλήρη ασυλία» δυνάμει του Άρθρου 112 του Συντάγματος, σε συνδυασμό με το άρθρο 15 του Ποινικού Κώδικα, είναι αναπαλλοτρίωτο[2]. Υποστηρίζει, ακόμη,  ο αιτητής, ότι προνομιακό ένταλμα δύναται να εκδοθεί παρά την ύπαρξη εναλλακτικής θεραπείας σε περιπτώσεις, όπως εδώ, που υπάρχει έλλειψη ή υπέρβαση εξουσίας,  η αίτηση προέρχεται από επηρεαζόμενο πρόσωπο και υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες, εν προκειμένω, συνίστανται στον συνεχιζόμενο εγκλεισμό του στη φυλακή και το συνακόλουθο εξευτελισμό του εκ του προηγούμενου αξιώματος του ως Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα.

 

Στρέφομαι να εξετάσω την πρώτη προδικαστική ένσταση.  Η εισήγηση των καθ´ ων η αίτηση, όπως αναπτύχθηκε περαιτέρω στη γραπτή αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου τους και κατά την ακρόαση  της αίτησης, ερείδεται, κυρίως, στις αποφάσεις της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις υποθέσεις Αναφορικά με την Αίτηση του Δώρου Γεωργιάδη (Αρ.3) (2002) 1 Α.Α.Δ 1455 και Αναφορικά με την Αίτηση του Παναγή Καυκαρή (Αρ.3) (2004) 1 Α.Α.Δ 1425 καθώς και σε αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου με μονομελή σύνθεση[3], όπου εξετάστηκε το κεντρικό ερώτημα αναφορικά με την εμβέλεια και το δικαιοδοτικό πλαίσιο του habeas corpus.  

 

Συνιστά πάγια νομολογιακή αρχή ότι η δικαιοδοσία για την έκδοση εντάλματος habeas corpus ασκείται μόνο στις περιπτώσεις που στοιχειοθετείται παράνομη κράτηση ή φυλάκιση. Η εμβέλεια και το δικαιοδοτικό πεδίο του εντάλματος δεν είναι απεριόριστο.  Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του δικαστή Lawton LJ στην υπόθεση Linnett v Coles [1987] QB 555 (σελ.561):

 

"A writ of habeas corpus is probably the most cherished sacred cow in the British Constitution, but the law has never allowed it to graze in all legal pastures".

 

«Αβόσκητο», από το habeas corpus, πεδίο είναι και εκείνο των ποινικών καταδικών. Έχει υπογραμμιστεί  σε σχέση με την αγγλική προσέγγιση του θέματος, η οποία δεν διαφέρει από τη δίκη μας, αφού η νομολογία μας κινείται στις ίδιες γραμμές :

 

«Also, of course, ungrazed by habeas corpus is the whole field of criminal convictions.  These have always been outside the reach of habeas corpus even though until 1907 there was no appeal against them, merely a discretionary and little used power under the Crown Cases Act 1848 for the trial judge to state a case for the Court of Crown Cases Reserved. One must, in short, recognize that habeas corpus has never been an all-encompassing panacea against every form of wrongful detention»[4]

 

Σταθερή δε είναι η νομολογία μας στη διακήρυξη ότι δεν είναι δυνατός ο έλεγχος της νομιμότητας δικαστικής απόφασης είτε του Κακουργιοδικείου είτε του Εφετείου στα πλαίσια του προνομιακού εντάλματος habeas corpus.  Επικυρώνοντας την πρωτόδικη απόφαση με την οποία είχε απορριφθεί αίτηση του εφεσείοντα για habeas corpus, ο οποίος αμφισβητούσε την νομιμότητα και την εγκυρότητα της όλης διαδικασίας ενώπιον του Κακουργιοδικείου, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου,  στην υπόθεση Γεωργιάδης (Αρ.3) (ανωτέρω) παρατήρησε, με αναφορά και στην Αγγλική νομολογία, ότι:

 

« .το ένταλμα habeas corpus δεν χορηγείται σε πρόσωπα που έχουν καταδικαστεί δυνάμει κατηγορητηρίου.  Και δεν χορηγείται για αναθεώρηση δικαστικών αποφάσεων που θα μπορούσαν να αναθεωρηθούν με έφεση»

 

Παρόλο που η κατάληξη αυτή σφράγιζε τη μοίρα της έφεσης, η Ολομέλεια αποδέχθηκε, περιθωριακά έστω, και το δεύτερο λόγο για τον οποίο το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε απαράδεκτη την αίτηση του εφεσείοντα για habeas corpus,   ότι δηλαδή,  συνιστούσε, σύμφωνα με τις καθιερωμένες αρχές της νομολογίας επί του θέματος, κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας, (βλ. Διευθυντής των Φυλακών ν Περέλλα (1995) 1 Α.Α.Δ 217).  Αυτό γιατί τόσο η έφεση  που ο εφεσείων είχε ασκήσει κατά της απόφασης του Κακουργιοδικείου όσο και η διαδικασία habeas corpus επεδίωκαν όμοιο σκοπό - την ανατροπή της καταδικαστικής απόφασης η οποία θα οδηγούσε στην απελευθέρωση του.

 

Η Γεωργιάδης (Αρ.3) υιοθετήθηκε στην υπόθεση Καυκαρή (ανωτέρω) όπου η Ολομέλεια παρατήρησε ότι  η αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του Κακουργιοδικείου «βρίσκεται εκτός της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο πλαίσιο αίτησης για Ηabeas Corpus».

 

Το παραπάνω απόσπασμα από τη Γεωργιάδης (Αρ.3), υιοθετήθηκε από την Ολομέλεια και στην Αναφορικά με την Αίτηση του Χρίστου Συμιανού (2005) 1 Α.Α.Δ 932, όπου υπογραμμίστηκε ότι:

 

«Στα πλαίσια του προνομιακού εντάλματος habeas corpus δεν είναι δυνατός ο έλεγχος της νομιμότητας δικαστικής απόφασης είτε του Κακουργιοδικείου είτε του Εφετείου .».

 

Εν προκειμένω, ο αιτητής έχει καταδικασθεί και εκτίει ποινή φυλάκισης η οποία του επιβλήθηκε από αρμόδιο Δικαστήριο, με δεδομένο ότι στη δικαιοδοσία του Κακουργιοδικείου εμπίπτουν υποθέσεις του αυτού είδους με την υπόθεση στην οποία ο αιτητής κρίθηκε ένοχος.  Η απελευθέρωση του αιτητή περνά μέσα από την ανατροπή της καταδικαστικής απόφασης του Κακουργιοδικείου, η οποία εξακολουθεί να υφίσταται και να είναι ισχυρή, γεγονός το οποίο αυτοτελώς, σύμφωνα με την ανωτέρω δεσμευτική για το παρόν Δικαστήριο νομολογία της Ολομέλειας, σφραγίζει την τύχη της αίτησης, αφού δεν χωρεί έκδοση προνομιακού εντάλματος habeas corpus προς έλεγχο της νομιμότητας της εν λόγω απόφασης.

 

Βέβαια, η νομιμότητα της καταδίκης και της επιβληθείσας στον αιτητή ποινής μπορεί να αμφισβητηθεί αποτελεσματικά με το ένδικο μέσο της έφεσης[5], δικαίωμα που ο αιτητής έχει ήδη ασκήσει με την καταχώρηση, στις 7.3.2017, σχετικής ειδοποίησης, δηλαδή πριν από την καταχώρηση της υπό εξέταση αίτησης. Η παράλληλη, όμως, υιοθέτηση των δύο ένδικων μέσων, της έφεσης και της αίτησης, για την επιδίωξη όμοιου σκοπού, δηλαδή  την απελευθέρωση του αιτητή, συνιστά κατάχρηση διαδικασίας, καθιστώντας την αίτηση απορριπτέα και για αυτό το λόγο (βλ. Γεωργιάδης (Αρ.3)  και Περέλλα (ανωτέρω)). Είναι δε αδιάφορο ότι στην έφεση δεν περιλαμβάνεται η ίδια θεραπεία που επιδιώκεται με την αίτηση (Γεωργιάδης (Αρ.3)).

 

Ενόψει της κατάληξης μου δεν θεωρώ απαραίτητο να ασχοληθώ με τα αλλά θέματα που εγείρονται με την αίτηση και την ένσταση.

 

Η  αίτηση απορρίπτεται.  Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

 

 

 

                                                                                                Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.

 

 

 

/ΣΓεωργίου

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 



[1] 15.  Εκτός των περιπτώσεων κατά τις οποίες ο Κώδικας αυτός προνοεί ρητά για το αντίθετο, οι δικαστικοί λειτουργοί είναι ποινικά ανεύθυνοι για πράξεις ή παραλείψεις  που γίνονται κατά την εκτέλεση των δικαστικών τους καθηκόντων, και αν ακόμη η πράξη έγινε με υπέρβαση της δικαστικής τους εξουσίας ή αν ακόμη υφίστατο νομική υποχρέωση για διενέργεια της πράξης που παραλείφθηκε. 

[2] Στη Γρηγορίου (ανωτέρω) τονίστηκε από το Στυλιανίδη Δ πως «Το δικαίωμα ισότητας μεταξύ των φύλων είναι θεμελιώδες αναπαλλοτρίωτο ανθρώπινο δικαίωμα, το οποίο δεν μπορεί έγκυρα να εγκαταλειφθεί ούτε από το ίδιο το άτομο».  

[3] Αναφορικά με την Αίτηση του Χρίστου Σιμιανού (2004) 1 ΑΑΔ 657, Αναφορικά με την Αίτηση των Μάριου Φωτίου και Χάρη Φωτίου , Πολιτική Αίτηση Αρ. 30/2014, ημερ. 28.3.2014, ECLI:CY:AD:2014:D224 και Αναφορικά με την Αίτηση του Κυριάκου Γεωργιάδη, Πολιτική Αίτηση Αρ. 63/2016, ημερ. 27.7.2016

[4] Από το δικαστή Lord Justice Simon Brown, " Habeas Corpus  - A New Chapter",  Administrative Law Bar Association - Annual Lecture,  23rd November 1999.

[5] Δέστε την υπόθεση Fingleton v R [2005] HCA 34, απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αυστραλίας, στην οποία απασχόλησε σχεδόν ταυτόσημη με το άρθρο 15 του Ποινικού Κώδικα πρόνοια.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο