ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Παρπαρίνος, Λεωνίδας Λιάτσος, Αντώνης Κ. Φιλίππου για Χατζηαναστασίου, Ιωαννίδη, ΔΕΠΕ, για τον Εφεσίβλητο/Αιτητή CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2017-05-10 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ALEXANDER RUBTSOV ν. DIMITRI IVANTCHENKO , ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΑΡ. 370, 10/5/2017 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2017:C167

CASE STATED FORM NO. 2

CASE STATED (RULE 12) (SECTION 149)

ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ ΝΟΜΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΜΕ ΥΠΟΜΝΗΜΑ (ΑΡΘΡΟ 149 ΤΟΥ ΚΕΦ. 155)

 

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΑΡ. 370

10 Μαΐου  2017

[Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,Π.,  Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στές]

 

ΜΕΤΑΞΥ:

ALEXANDER RUBTSOV

ΕΦΕΣΕΙΟΝΤA

 

ΚΑΙ

DIMITRI IVANTCHENKO

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ

 

 

ΑΝΑΦΟΡΑ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΑΠΟ Ν. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Ε.Δ. ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 13 ΜΑΡΤΙΟΥ 2015, ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ 30357/13, ΣΥΝΟΠΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ALEXANDER  RUBTSOV, EK RVSIAS ENANTION TOY DIMITRI IVANTCHENKO, ΕΚ ΡΩΣΙΑΣ, ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 23/3/14

--------------------

Αίτηση ημερ. 17.7.15 για απόρριψη του Υπομνήματος

 

Κ. Φιλίππου για Χατζηαναστασίου, Ιωαννίδη, ΔΕΠΕ, για τον Εφεσίβλητο/Αιτητή

Μ. Σπύρου για Ηλία Στεφάνου ΔΕΠΕ, για Εφεσείοντα/Καθ΄ ου η Αίτηση

-------------------------------

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο κ. Παρπαρίνος Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.:  Ο Εφεσίβλητος /Αιτητής/Κατηγορούμενος («ο Αιτητής») αντιμετώπιζε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, μέσα στα πλαίσια της ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης αρ. 30357/13, δύο κατηγορίες, ήτοι της απάτης κατά παράβαση των Άρθρων 300 και 29 του Ποινικού Κώδικα ΚΕΦ. 154 και της εξασφάλισης αγαθών με ψευδείς παραστάσεις, κατά παράβαση των Άρθρων 298(1), 299 και 29 του Ποινικού Κώδικα ΚΕΦ. 154.  Με απόφαση του ημερ. 13.3.2015 το Πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την υπόθεση εναντίον του και τον απάλλαξε από τις κατηγορίες καθότι, ως έκρινε, δεν νομιμοποιείτο ο Καθ΄ ου η Αίτηση/Κατήγορος να προωθεί την πιο πάνω ιδιωτική ποινική υπόθεση.

 

Ο Εφεσείων/Καθ΄ ου η Αίτηση/Κατήγορος («ο Καθ'  ου η Αίτηση) με αίτηση την οποία καταχώρισε στις 23.3.15, σύμφωνα με το Άρθρο  149 του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 155, δήλωσε ότι δεν ήταν ικανοποιημένος με την πρωτόδικη απόφαση ημερ. 13.3.2015 καθότι έκρινε ότι αυτή είναι λανθασμένη επί νομικών σημείων και ζήτησε από την πρωτόδικο Δικαστή βεβαίωση των γεγονότων και λόγων της απόφασής της, για παραπομπή και γνωμάτευση από το Ανώτατο Δικαστήριο.  Τα νομικά ερωτήματα/σημεία για τα οποία επιθυμεί γνωμάτευση είναι:

 

(1) Ένας μέτοχος Α, ο οποίος είναι εξ ημισείας μέτοχος με ένα άλλο μέτοχο Β στην εταιρεία Χ, εναντίον της οποίας ο Β διαπράττει ένα αδίκημα, με αποτέλεσμα (ο Β) να αποσπάσει περιουσία της εταιρείας Χ, προς όφελος μίας άλλης εταιρείας Υ, της οποίας (ο Β) είναι ο μοναδικός μέτοχος, δύναται (ο Α) να καταχωρήσει ιδιωτική ποινική υπόθεση εναντίον του μετόχου Β, λόγω διάπραξης ποινικού αδικήματος κατά της εταιρείας Χ, με αποτέλεσμα να επηρεαστούν τα δικαιώματα του (Α);

 

(2) Σε μια ιδιωτική ποινική υπόθεση και στην βάση των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο (1) ανωτέρω, δύναται να εφαρμοστούν κατ'  αναλογία οι αρχές, που διέπουν το ζήτημα παράγωγων αγωγών σε αστικές διαδικασίες, δηλαδή στις περιπτώσεις όπου σε μια εταιρεία χρειάζεται να υπάρχει συγκατάθεση και των δύο εξ ημισείας μετόχων για να ενεργήσει καθ'  οιονδήποτε τρόπο η εταιρεία, ο εξ ημισείας μέτοχος Α, έχει την δυνατότητα να καταχωρήσει ιδιωτική ποινική υπόθεση, ως παραπονούμενος, εναντίον του εξ ημισείας μετόχου Β, λόγω του ότι, η ίδια εταιρεία Χ κωλύεται να διώξει με ιδιωτική ποινική υπόθεση τον αδικοπραγήσαντα, εξ ημισείας μέτοχο Β, ανεξαρτήτως του εάν ο μέτοχος Α έχει υποστεί άμεσο επηρεασμό των δικαιωμάτων του;

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η πρωτόδικος Δικαστής συνέταξε και παρέπεμψε στις 20.4.15 στο Ανώτατο Δικαστήριο, Υπόμνημα στη βάση των επιχειρημάτων που ο ευπαίδευτος συνήγορος του Καθ΄ ου η Αίτηση ανέπτυξε.

 

Ο Αιτητής προτού εξεταστεί το Υπόμνημα επί της ουσίας του, κατεχώρισε την υπό εξέταση αίτηση με την οποία αιτείται την απόρριψη του Υπομνήματος, καθότι η διαδικασία είναι εκπρόθεσμη και/ή δεν υπήρξε συμμόρφωση με τις επιτακτικές διατάξεις της νομοθεσίας και/ή κανονισμών που διέπουν το θέμα.

 

Σύμφωνα με τα όσα εξετέθησαν ενώπιον του Δικαστηρίου δεν υπήρξε συμμόρφωση προς τις ρητές διατάξεις του Άρθρου 149 εδάφια (4) και (5) και συγκεκριμένα:

 

(α)     Η πρωτόδικη Δικαστής όφειλε να παραπέμψει το ζήτημα με υπόμνημα το οποίο θα έπρεπε να είναι σε τύπο που καθορίζεται από τους σχετικούς διαδικαστικούς κανονισμούς,

 

(β)     Το εν λόγω υπόμνημα θα έπρεπε να αφεθεί (από την πρωτόδικο Δικαστή) στον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας εντός 14 ημερών μετά την υποβολή της Αίτησης του Εφεσείοντα, ήτοι μέχρι την 6.4.2015

 

(γ)     Το υπόμνημα ετοιμάστηκε από το Πρωτόδικο Δικαστήριο στις 20.4.2015 ήτοι δύο βδομάδες μετά τη λήξη της ανατρεπτικής προθεσμίας.

 

Περαιτέρω, ο Καθ΄ ου η Αίτηση όφειλε μέχρι τις 16.4.2015 να προβεί στ΄ ακόλουθα δικονομικά διαβήματα :

 

(α)   Να προσέλθει στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας για να παραλάβει το υπόμνημα (case stated) και να το διαβιβάσει στον Αρχιπρωτοκολλητή του Ανωτάτου Δικαστηρίου,

 

(β)   Θα έπρεπε κατά τη διαβίβαση του πρωτότυπου υπομνήματος (case stated), να συνοδεύσει το εν λόγω πρωτότυπο υπόμνημα με 2 δακτυλογραφημένα αντίγραφα αυτού,

 

(γ)   Θα έπρεπε με τη διαβίβαση του υπομνήματος στον Αρχιπρωτοκολλητή, να δώσει σχετική γραπτή ειδοποίηση τον Εφεσίβλητο.  Η εν λόγω γραπτή ειδοποίηση θα έπρεπε να είναι σε συγκεκριμένο τύπο που καθορίζεται από τους σχετικούς διαδικαστικούς κανονισμούς, συγκεκριμένα τον Τύπο 4 του Παραρτήματος Γ (Appendix C) των Διαδικαστικών Κανονισμών Ποινικής Δικονομίας, και

 

 (δ)  Η εν λόγω γραπτή ειδοποίηση θα έπρεπε να υπογράφεται από τον Καθ΄ ου η Αίτηση ή τους δικηγόρους του, και να συνοδεύεται:

 

                  i.        με αντίγραφο της Αίτησης του Εφεσείοντα, και

                 ii.        με επίσημα αντίγραφο (office copy) του υπομνήματος (case stated) που υποβλήθηκε.

 

Ο Εφεσείοντας/Καθ'  ου η Αίτηση παρέλειψε να παραλάβει και/ή διαβιβάσει το Υπόμνημα.

Περαιτέρω, ο Καθ΄ ου η Αίτηση θα έπρεπε μέχρι 16.4.2015 να δώσει την υπό του Νόμου προβλεπόμενη ειδοποίηση (υπό (γ) άνω) στον προβλεπόμενο τύπο, πράγμα που δεν έπραξε όπως επίσης δεν δόθηκε στον Αιτητή με τον προβλεπόμενο τρόπο (i) αντίγραφο της Αίτησης του Καθ΄ ου η Αίτηση ή (ii) επίσημο αντίγραφο (office copy) του Υπομνήματος (case stated) που υποβλήθηκε.  Η αίτηση του Καθ' ου η Αίτηση δόθηκε εκπρόθεσμα με τηλεομοιότυπο στους δικηγόρους του Αιτητή αντί να επιδοθεί στον Αιτητή.

 

Ο Καθ΄ ου η Αίτηση παραδέχεται την παρατηρηθείσα καθυστέρηση στην ετοιμασία του Υπομνήματος, αλλά εισηγείται ότι αυτό οφείλεται στην πρωτόδικο Δικαστή η οποία ως φαίνεται από το σώμα του Υπομνήματος, το ετοίμασε στις 20.4.2015 παρόλες τις αναζητήσεις δικηγόρου του Καθ'  ου η Αίτηση.  Ακολούθως, αυτό αφέθηκε στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας μέχρι την 24.4.2015 ότε φαίνεται ότι παρελήφθη από το Πρωτοκολλητείο του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Συνεπεία δε αυτής της καθυστέρησης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν αδύνατο για τον Καθ΄ ου η Αίτηση να λάβει εμπρόθεσμα τα δικονομικά μέτρα που προβλέπει η νομοθεσία.  Επίσης, λαμβανομένου υπόψιν ότι το Υπόμνημα παρέμεινε στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου μόνο για την περίοδο 20.4.2015 - 24.4.2015, αντί 10 μέρες όπως προβλέπεται από τη Νομοθεσία, ήταν αδύνατο για τον Καθ΄ ου η Αίτηση να προβεί στα αναγκαία δικονομικά μέτρα.  Στις 4.5.2015 αφού ο δικηγόρος του έτυχε ενημέρωσης για τον ορισμό του Υπομνήματος ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απέστειλε προς τους αντίδικους δικηγόρους, στα πλαίσια καλών επαγγελματικών σχέσεων των δύο γραφείων, τηλεομοιότυπο με χειρόγραφη σημείωση με επισυνημμένα αντίγραφο της Αίτησης για Παραπομπή Ζητήματος με Υπόμνημα, ημερ. 23.3.2015 και του σχετικού Νόμου και Κανονισμών για σκοπούς ενημέρωσης τους.

 

Είναι, λοιπόν, παραδεκτό από τον Καθ΄ ου η Αίτηση ότι δεν ακολουθήθηκε η νενομισμένη διαδικασία και τα χρονοδιαγράμματα ως επιτάσσει η σχετική Νομοθεσία και Κανονισμοί, τόσο από το πρωτόδικο Δικαστήριο όσο και από το Πρωτοκολλητείο και ότι το Υπόμνημα είναι εκπρόθεσμο.  Παρ' όλα ταύτα, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο του Καθ΄ ου η Αίτηση,  το Ανώτατο Δικαστήριο θα πρέπει να διαχωρίσει την παρούσα υπόθεση από άλλες όπου υπαίτιος είναι ο διάδικος.  Η παράβαση των όσων ορίζει το Άρθρο 149, δεν πρέπει να βαρύνει τον Καθ΄ ου η Αίτηση, για τους λόγους που αναφέρθηκαν και δεν θα πρέπει να αποστερηθεί του δικαιώματος να ακουστεί.  Επίσης, το γεγονός ότι δεν δόθηκε η υπό του Νόμου προβλεπόμενη ειδοποίηση στον Αιτητή δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε απόρριψη του Υπομνήματος, εφόσον ο Αιτητής εμφανίστηκε ενώπιον του Ανωτάτου στις 22.5.2015 όταν ήταν ορισμένη για οδηγίες η υπόθεση και οι δικηγόροι του έλαβαν από το Πρωτοκολλητείο του Ανωτάτου Δικαστηρίου αντίγραφο του Υπομνήματος.

 

Το Άρθρο 149 του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 155 έχει ως ακολούθως:

 

«Παραπομπή από Δικαστή ζητήματος με υπόμνημα για γνωμοδότηση από το Ανώτατο Δικαστήριο

 

149.-(1) O Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και οποιοσδήποτε διάδικος που δεν είναι ικανοποιημένος από την απόφαση Δικαστή που ασκεί συνοπτική ποινική δικαιοδοσία λόγω του ότι είναι εσφαλμένη επί νομικού σημείου ή λόγω του ότι είναι καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας ή των εξουσιών του Δικαστή δύναται, εντός του χρόνου που προσδιορίζεται στο εδάφιο (1) του άρθρου αυτού, να ζητήσει γραπτώς από το Δικαστή που έκδωσε την απόφαση να παραπέμψει με υπόμνημα το ζήτημα εκθέτοντας τα γεγονότα και τους λόγους της απόφασης αυτής, για γνωμοδότηση από το Ανώτατο Δικαστήριο.

 

(2)     Αν ο Δικαστής είναι της γνώμης ότι η αίτηση είναι επιπόλαια, αυτός δύναται να αρνηθεί να παραπέμψει το ζήτημα αλλά, σε κάθε τέτοια περίπτωση, κατόπι παράκλησης του αιτούμενου, αυτός υπογράφει και παραδίνει σε αυτόν πιστοποιητικό για την άρνηση αυτή:

 

Νοείται ότι ο Δικαστής πρέπει να μην αρνηθεί να παραπέμψει ζήτημα όταν η αίτηση για το σκοπό αυτό υποβάλλεται από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

 

(3)     Αν ο Δικαστής αρνείται να παραπέμψει ζήτημα, είναι νόμιμο για τον αιτούμενο να ζητήσει από το Ανώτατο Δικαστήριο με ένορκη δήλωση επί των γεγονότων διάταγμα που καλεί το Δικαστή ως επίσης και τον άλλο διάδικο στη διαδικασία να δείξουν λόγο γιατί το ζήτημα δεν θα έπρεπε να παραπεμφθεί με υπόμνημα και το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται να καταστήσει το διάταγμα αυτό απόλυτο ή να ακυρώσει αυτό και ο Δικαστής, αφού επιδοθεί σε αυτόν το απόλυτο αυτό διάταγμα, παραπέμπει το ζήτημα με υπόμνημα ανάλογα.

 

(4)     Ζήτημα που παραπέμπεται με υπόμνημα πρέπει να είναι σε τέτοιο τύπο ως ήθελε καθοριστεί0 υπογράφεται από το Δικαστή και αφήνεται στον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου εντός δεκατεσσάρων ημερών μετά την ημερομηνία της υποβολής της αίτησης για αυτό ή της επίδοσης απόλυτου διατάγματος όπως προβλέπεται στο εδάφιο (3) του άρθρου αυτού.

 

(5)     Ο αιτούμενος εντός δέκα ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας που μνημονεύεται στο εδάφιο (4) του άρθρου αυτού προσέρχεται για παραλαβή του ζητήματος που παραπέμφθηκε και το διαβιβάζει στον Αρχιπρωτοκολλητή και, εντός της ίδιας προθεσμίας ειδοποιεί για αυτό γραπτώς, υπογράφοντας ο ίδιος ή ο δικηγόρος του, τον άλλο διάδικο στη διαδικασία, μαζί με αντίγραφο της αίτησης και επίσημο αντίγραφο του ζητήματος που παραπέμφθηκε.

 

(6)     Το Ανώτατο Δικαστήριο εξετάζει και αποφασίζει επί του σημείου που εγείρεται στο ζήτημα που παραπέμφθηκε δυνάμει του άρθρου αυτού και δύναται-

 

(α) να ακυρώσει, επικυρώσει ή τροποποιήσει την απόφαση σε σχέση με την οποία το ζήτημα παραπέμφθηκε

 

(β) να επαναστείλει το ζήτημα στο Δικαστή μαζί με τη γνωμοδότηση του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί αυτού

 

(γ) αν το ζήτημα που παραπέμφθηκε αφορά αθωωτική απόφαση, αυτό το ίδιο να καταδικάσει και επιβάλει τέτοια ποινή όπως έπρεπε να είχε επιβληθεί κατά τη δίκη

 

(δ) να προκαλέσει την επιστροφή του ζητήματος προς τροποποίηση οπότε στην περίπτωση αυτή αυτό τροποποιείται ανάλογα και εκδίδεται απόφαση μετά την τροποποίηση αυτού

 

(ε) να εκδώσει τέτοιο άλλο διάταγμα όπως απαιτεί η δικαιοσύνη.

 

(7)     Όταν η αίτηση για παραπομπή ζητήματος με υπόμνημα υποβάλλεται από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, αυτή πρέπει να υποβάλλεται εντός δεκατεσσάρων ημερών από την ημερομηνία της απόφασης σε σχέση με την οποία υποβάλλεται η αίτηση.

 

(8)     Κάθε καταδικασθείς από Επαρχιακό Δικαστήριο, ο οποίος ζητά από το Δικαστήριο αυτό την παραπομπή ζητήματος με υπόμνημα, θεωρείται ότι εγκατάλειψε οποιοδήποτε δικαίωμα να ζητήσει από το Ανώτατο Δικαστήριο άδεια άσκησης έφεσης.»

 

Στα περιστατικά της παρούσας αίτησης, είναι παραδεκτό από τον Καθ΄ ου η Αίτηση ότι δεν τηρήθησαν οι υπό του Νόμου, (Άρθρο 149) τασσόμενες προθεσμίες, τύπος, αλλά ούτε και οι προνοούμενες ενέργειες εκ μέρους του αλλά και της πρωτοδίκου Δικαστού.  Όσον αφορά την τελευταία, με όλο τον προσήκοντα σεβασμό, παρατηρούμε ότι παραγνώρισε, αδικαιολόγητα, εντελώς όλα όσα προβλέπονται στο Άρθρο 149, αναφορικά με τον τύπο και χρόνο ετοιμασίας του Υπομνήματος, ενώ θα έπρεπε να είναι πρωταρχικό μέλημα της η συμμόρφωση με τις πρόνοιες του Νόμου. Παρατηρούμε, περαιτέρω, ότι ο Καθ΄ ου η Αίτηση σε ουδεμία ενέργεια προέβη προκειμένου ν'  ακολουθηθεί η ορθή διαδικασία μετά που έλαβε γνώση της ετοιμασίας του Υπομνήματος στις 4.5.2015 και ιδιαίτερα τα όσα αναφέρονται στο Εδάφιο (5) του Άρθρου 149, αναφορικά με την γραπτή ειδοποίηση προς τον αντίδικο του, μαζί με αντίγραφο της αίτησης και επίσημο αντίγραφο του ζητήματος που παραπέμφθηκε.  Αντ'  αυτού προτίμησε να αποστείλει με τηλεομοιότυπο μια πρόχειρη ιδιόγραφη σημείωση με αντίγραφο της αίτησης για Παραπομπή Ζητήματος και αντίγραφο του ζητήματος που παραπέφθη.

 

Εξετάζοντας με προσοχή όλα τα ουσιώδη σημεία της παρούσας αίτησης, είμαστε της γνώμης ότι, η μη τήρηση των όσων προβλέπονται από το Εδάφιο (4) του Άρθρου 149 από το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν  θα πρέπει να αποδοθεί ως ευθύνη στον Καθ΄ ου η Αίτηση, ο οποίος υπέβαλε, όπως είναι παραδεκτό, το αίτημα του εντός του προβλεπόμενου χρόνου σύμφωνα με το εδάφιο (1).  Περαιτέρω, λαμβάνουμε υπόψιν προς όφελος του Καθ΄ ου η Αίτηση τ' ακόλουθα:  Η διαδικασία που προβλέπεται από το εδάφιο (5) είναι καθοδηγητική (directory) και όχι επιτακτική (mandatory), ο Αιτητής δεν μας υπέδειξε ότι υπέστη οιανδήποτε βλάβη από τη μη συμμόρφωση του Καθ΄ ου η Αίτηση με τη διαδικασία αυτή, ο Αιτητής τώρα έχει στα χέρια του όλα τα αναγκαία έγγραφα και γνώριζε από την αρχή τις ημερομηνίες ορισμού του Υπομνήματος ενώπιον μας και εμφανίστηκε στη διαδικασία.  Με τα δεδομένα αυτά πιστεύουμε ότι θα ήταν άδικο για τον Καθ'  ου η Αίτηση να μην ακουστεί η υπόθεση του, ήτοι το Υπόμνημα του.

 

Η Αίτηση απορρίπτεται.  Ουδεμία διαταγή για έξοδα.

 

 

                                                Μ.Μ.ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.

 

 

                                                Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

 

                                                Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

 

/γκ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο