ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
FRANGOS ν. MEDICAL DISCIPLINARY BOARD (1983) 1 CLR 256
Tράπεζα Kύπρου Λτδ (Aρ. 5) (1997) 1 ΑΑΔ 1319
Kυριακίδου Xλόη (1997) 1 ΑΑΔ 1459
Medcon Construction Limited ν. Eθνικής Tράπεζας της Eλλάδος A.E. (1998) 1 ΑΑΔ 1256
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2017:D151
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 16/2017)
2 Μαΐου, 2017
[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Κ. ΙΩΑΝΝΗ ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΜΑΜΜΑΡΙ ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΜΑΝDAMUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΑΡΑΔΙΠΠΟΥ Η ΟΠΟΙΑ ΔΟΘΗΚΕ στις 10/1/2017 ΣΤΟ ΔΙΚΗΓΟΡΟ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ Κ. ΝΙΚΟ ΛΟΪΖΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΡΝΕΙΤΑΙ Ο ΔΗΜΟΣ ΑΡΑΔΙΠΠΟΥ ΝΑ ΤΕΛΕΣΕΙ ΓΑΜΟ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΒΙΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΓΑΜΟΥ ΝΟΜΟ
----------------------
Χρ. Χριστούδιας, για τον αιτητή.
Γ. Βαλιαντής με Στ. Μαυροκέφαλο, Χρ. Παρασκευά (κα) και E. Άνθη (κα), για τους καθ΄ ων η αίτηση.
Ζ. Κυριακίδου (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας, παρούσα.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Κατόπιν αδείας του Δικαστηρίου ημερ. 30.1.2017 καταχωρίστηκε η παρούσα αίτηση με την οποία επιδιώκεται η έκδοση εντάλματος Mandamus με το οποίο: «να διατάσσεται ο Δήμος Αραδίππου, ο Δήμαρχος Αραδίππου και ή ο αρμόδιος Λειτουργός Τέλεσης Γάμων του Δήμου Αραδίππου να παύσουν την άρνηση τους να τελέσουν το γάμο του αιτητή με τη συμβία του κατά παράβαση καθήκοντος τους, λόγω μη προσκόμισης πιστοποιητικού ελευθερίας από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και όπως προχωρήσουν στην τέλεση του γάμου συμμορφούμενοι με τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από τον περί Γάμου Νόμο Αρ. 104(Ι)/2003, άρθρο 8 και των τροποποιήσεων του.»
Ο αιτητής, Ελληνοκύπριος επιθυμεί να τελέσει το γάμο του με αλλοδαπή από το Βιετνάμ και τώρα διαμένουσα στην Κύπρο, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης για παραχώρηση διεθνούς προστασίας. Παρά την προηγούμενη υποβολή σχετικού αιτήματος εκ μέρους του αιτητή και της συμβίας του, με την οποία καλούνταν οι καθ΄ ων να συμμορφωθούν με τις πρόνοιες του Νόμου, οι τελευταίοι με επιστολή τους ημερ. 10.1.2017, απέρριψαν το αίτημα: Επί του παρόντος δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί, στα έντυπα που είχαν επισυναφθεί δεν συμπεριλαμβανόταν «το πιστοποιητικό ελευθερίας από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης», το οποίο οι καθ΄ ων θεωρούν «ως απαραίτητο έγγραφο σύμφωνα με την επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 23.12.2016 και τις οδηγίες της εγκυκλίου της 12.11.2013 του ιδίου Υπουργείου.» Είναι εναντίον αυτής της απόφασης, την οποία ο αιτητής θεωρεί ως αρνητική και αντίθετη με τις ρητές προϋποθέσεις που τάσσει ο σχετικός Νόμος, ο περί Γάμου Νόμος, Ν. 104(Ι)/2003, άρθρο 8 και κατά παράβαση των Άρθρων 22 και 28 του Συντάγματος καθώς και του Άρθρου 12 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που στρέφεται ο αιτητής επιδιώκοντας σχετική ως ανωτέρω θεραπεία.
Η αίτηση αντικρίστηκε με ένσταση των καθ΄ ων, συμπεριλαμβάνουσα 20 σημεία, τόσο επί της ουσίας όσο και τυπικά διαδικαστικά.
Ως προς τον τύπο της αίτησης οι καθ΄ ων προβάλλουν ότι η αίτηση που τους επιδόθηκε δεν συνοδευόταν από ένορκη δήλωση ή έκθεση γεγονότων και το σπουδαιότερο, δεν επισυνάφθηκε η επίδικη απόφαση των καθ΄ ων, με αποτέλεσμα να μην έχει προσδιοριστεί το αντικείμενο της, αντ΄ αυτού επισυνάπτονταν ως παραρτήματα Α-Δ αντίγραφα των ανωτέρω εγγράφων ως είχαν καταχωριστεί στην αίτηση για παραχώρηση άδειας.
Όντως από έλεγχο του φακέλου των πρακτικών της αίτησης αλλά και των παραδοχών του δικηγόρου του αιτητή επ΄ ακροατηρίω, προκύπτει ότι η αίτηση που επιδόθηκε στους καθ΄ ων δεν συνοδευόταν από έκθεση γεγονότων ή ένορκη δήλωση, αλλά καταχωρήθηκαν ως παραρτήματα τα αντίγραφα τους που συνόδευαν την αίτηση για παραχώρηση άδειας. Και τούτο παρά το ότι ζητήθηκε από το δικηγόρο του αιτητή και δόθηκε από το Δικαστήριο άδεια να καταχωρίσει τα αναγκαία έγγραφα δεόντως (ένορκη δήλωση, έκθεση γεγονότων), οι ανωτέρω παραλείψεις δεν θεραπεύθηκαν. Όπως προκύπτει από τις σχετικές αυθεντίες και την Αγγλική Πρακτική, Τράπεζα Κύπρου Λτδ (Αρ. 5) (1997) 1 Α.Α.Δ. 1319, αφού δοθεί άδεια, η αίτηση δια κλήσεως είναι επιτακτικό να επιδοθεί στην άλλη πλευρά μαζί με αντίγραφο ή αντίγραφα της έκθεσης καθώς και με όλα τα έγγραφα πάνω στα οποία στηρίζει την υπόθεση του ο αιτητής (Halsbury's Laws of England, 4η έκδοση, Τόμος 11, §1546, 1552, 1554 και Αρτέμη, Προνομιακά Εντάλματα, σ.248-252). Oι εν λόγω ενστάσεις θα είχαν ευνοϊκή για τους καθ΄ ων κατάληξη, εφόσον ο τύπος είναι ουσιώδης εν όψει της δραστικότητας των προνομιακών ενταλμάτων, Γιάγκου (Αρ.1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1256, εάν οι καθ΄ ων δεν προχωρούσαν, όπως και προχώρησαν, να αντικρίσουν την αίτηση και επί της ουσίας με πολλή λεπτομέρεια και επιχειρηματολογία, ώστε θεωρώ ότι δεν παραβλάφθηκε καθ΄ οιονδήποτε τρόπο η υπεράσπιση τους: αντιλήφθηκαν πλήρως και σε όλη την έκταση τα εγειρόμενα ζητήματα όπως τα ανέπτυξαν και αντέκρουσαν με περισσή λεπτομέρεια και νομολογία κατά την ακροαματική διαδικασία. Παρά την αυστηρότητα της διαδικασίας υπό τας περιστάσεις, η ένσταση επί του τύπου απορρίπτεται.
Προώθησαν οι καθ΄ ων δύο ακόμη ζητήματα. Το απαράδεκτο της αίτησης: η επίδικη απόφαση ως διοικητική πράξη, εμπίπτει στην αποκλειστική αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος και κατάχρηση της διαδικασίας. Επί του τελευταίου οι καθ΄ ων, επικαλούμενοι τη σχετική πρόνοια του άρθρου 10(2)[1] του Νόμου, προσήγαγαν μαρτυρία δυνάμει της οποίας προκύπτει ότι ο αιτητής είχε ήδη καταχωρίσει τη Γενική Αίτηση υπ΄ αρ. 7/17, στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας, 17.1.2017, που στη συνέχεια ορίστηκε στις 27.4.2017 για οδηγίες.
Το ζήτημα όπως εγείρεται οριοθετεί παράβαση εκτέλεσης δημοσίου καθήκοντος, άρθρο 8 και παράβαση ανθρωπίνου δικαιώματος: το δικαίωμα του αιτητή να τελέσει γάμο, άρθρο 12 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ) (βλ. σχετικά αποφάσεις Case of Rees v. The United Kingdom, Appl. No. 9532/81, 17.10.1986, Case of F. v. Switzerland, Appl. No. 11329/85, 18.12.1987 και Case of O'Donoghue and others v. The United Kingdom, Appl. No. 34848/07, 14.12.2010) εν όψει της απαίτησης της Αρχής για προσαγωγή πιστοποιητικού που δεν απαιτείται εκ του Νόμου. Η νομιμοποίηση του εκάστοτε αιτητή συναρτάται και από το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που έχει για την εφαρμογή του Νόμου «over and above the interests of the community as a whole to support their application» (R. v. Commissioners of Customs and Excise (1970) 1All E.R. 1068 και BNK Εast Med Ltd (1977) 1 A.A.Δ. 1302).
Εγείρεται λοιπόν προς εξέταση κατά πόσο το ζήτημα εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου. Αν η απάντηση της Αρχής, δεν είναι καταληκτικά απορριπτική, δεν παρέχεται δικαιοδοσία δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, το ζήτημα εμπίπτει στην αναθεωρητική δικαιοδοσία δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος (Holy Sea of Kitium v. Municipal Council of Limassol, 1 R.S.C.C. 15, Hussein Ramadan v. Electricity Authority of Cyprus and another, 1 R.S.C.C. 49, Frangos v. Medical Disciplinary Board (1983) 1 C.L.R. 256 και Κυριακίδου (1997) 1(Γ) A.A.Δ. 1459).
Όπως αναφέρθηκε στη Δημοκρατία ν. Τόκα (1995) 3 Α.Α.Δ. 218:
«Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ των δύο τομέων του δικαίου, του δημόσιου και του ιδιωτικού, είναι λεπτή και δεν είναι πάντοτε εύκολο να συρθεί. Η εγγενής φύση της πράξης, σε συνδυασμό με το συμφέρον του κοινού στο συγκεκριμένο τομέα λειτουργίας δημόσιας αρχής ή οργάνου, αποτελεί το βασικό κριτήριο για την οριοθέτηση των αντίστοιχων τομέων του δικαίου. [.]»
Στην υπό κρίση περίπτωση εναποτίθεται διακριτική ευχέρεια στην αρμόδια Αρχή και όχι δέσμια υποχρέωση να τελέσει το γάμο του αιτητή, όπως επικαλείται ο ίδιος, άρθρο 10(1) του Νόμου: «Ο Λειτουργός Τέλεσης Γάμων δύναται να αρνηθεί την τέλεση γάμου αν, κρίνει από τα στοιχεία που περιέρχονται σε γνώση του ότι δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις τέλεσης έγκυρου γάμου ή αν υπάρχει οποιοδήποτε κώλυμα .» οπότε και δεν νοείται να εκδοθεί διάταγμα της φύσης Mandamus ώστε η Αρχή να ενεργήσει κατά συγκεκριμένο τρόπο.
Στα πλαίσια εφαρμογής του άρθρου 12 η διακριτική ευχέρεια των κρατών να ρυθμίσουν τις προϋποθέσεις αναγνώρισης άσκησης του δικαιώματος είναι διευρυμένη, Rees (ανωτέρω) όπου τονίστηκε ότι σε θέματα προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπου δεν υπάρχει κοινός τόπος μεταξύ των κρατών και το δίκαιο βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο, το πεδίο διακριτικής ευχέρειας των κρατών είναι ευρύ. Η ίδια ακριβώς ανάλυση υιοθετήθηκε και στην υπόθεση O'Donogue, §84, όπου εξετάστηκαν κι κρίθηκαν οι προϋποθέσεις που έτασσε η Βρετανική νομοθεσία για τη σύναψη έγκυρου γάμου μεταξύ Βρετανού υπηκόου και ατόμου άλλης ιθαγενείας, την οποία μετ΄ επιτάσεως επικαλείται ο αιτητής.
Υπάρχει όμως θεωρώ ακόμα ένας σκόπελος τον οποίο ο αιτητής δεν δύναται να ξεπεράσει: στην προκειμένη περίπτωση, η εξουσία του αρμόδιου λειτουργού αποβλέπει στη διασφάλιση τέλεσης έγκυρου γάμου και συνιστά ζήτημα που αφορά το κοινωνικό σύνολο και υπερβαίνει τα όρια του συμφέροντος του αιτητή (R. v. Commissioners (ανωτέρω) και Κυριακίδου (ανωτέρω)).
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
/ΦΚ
«10(2) Σε περίπτωση άρνησης τέλεσης γάμου, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) πιο πάνω, οι επηρεαζόμενοι από την απόφαση του Λειτουργού Τέλεσης Γάμου, δύνανται να υποβάλουν αίτηση στο Οικογενειακό Δικαστήριο, προσβάλλοντας την ορθότητα της απόφασης.»