ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Π. Μιχαήλ, για την Αιτήτρια. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2017-04-06 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΝΤΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΘ΄ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ ΚΥΠΡΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 49/2017, 6/4/2017 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2017:D131

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 49/2017)

 

6 Απριλίου 2017

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3, 9 ΚΑΙ 11 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 ΕΩΣ 1991 (Ν. 33/1964) ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΔΙΑ ΚΛΗΣΕΩΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η PROHIBITION

 

-         ΚΑΙ   -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ (ΤΗΣ ΕΝΤΙΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΟΥ κας ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΚΟΥΣΙΟΥ) ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 3/4/2017 ΣΤΗΝ

ΑΙΤΗΣΗ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 81/2017

 

-         ΚΑΙ  -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΝΤΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΘ΄ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ ΚΥΠΡΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΕΝΟΡΚΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 24/3/2017

 

-         ΚΑΙ  -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 2/3/2017 ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΞΕΔΟΘΗ ΜΕ  ΒΑΣΗ ΤΗ ΜΟΝΟΜΕΡΗ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 24/2/2017 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ 81/2017 ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΟΡΙΣΤΗΚΕ ΩΣ ΕΠΙΣΤΡΕΠΤΕΟ ΣΤΙΣ 10/3/2017,

28/3/2017 ΚΑΙ 6/4/2017

-----------------------------------------------

Π. Μιχαήλ, για την Αιτήτρια.

 

---------------------------------------------------

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ (EX-TEMPORE)

 

 

        ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Η απόφαση θα δοθεί αμέσως εφόσον, όπως δήλωσε ο συνήγορος,  έχει ακρόαση της εκκρεμούσας αιτήσεως αναστολής της γονικής μέριμνας σήμερα στις 10.30 π.μ. ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου.

 

        Οι διαφορές μεταξύ των διαδίκων που  στο τέλος οδήγησαν και στη διάλυση του γάμου τους, ρυθμίστηκαν, όσον αφορά το δικαίωμα επικοινωνίας των τέκνων των διαδίκων, με διάταγμα που εκδόθηκε στην Αίτηση αρ. 157/16 του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στις 17.6.2016.  Λόγω προβλημάτων που ανέκυψαν, κατ΄ ισχυρισμόν, για παραβατική ή βίαιη συμπεριφορά του πατέρα των ανηλίκων, η μητέρα, αιτήτρια σήμερα, υπέβαλε στο Δικαστήριο στις 24/2/2017 μονομερή αίτηση με την οποία αναστάληκε το δικαίωμα επικοινωνίας του πατέρα με τα ανήλικα τέκνα του Θεόφιλο και Ανδρέα, στα οποία περιορίστηκε η αίτηση.  Αυτή η αίτηση αναστολής που δόθηκε, όπως λέχθηκε, μονομερώς, επιδόθηκε στη συνέχεια στον πατέρα ο οποίος καταχώρησε στις 24.3.2017, ένσταση.  Η αίτηση ορίστηκε σήμερα για ακρόαση ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου.

 

 Στο πλαίσιο των αμφισβητούμενων γεγονότων από την πλευρά του πατέρα, η αιτήτρια-μητέρα  υπέβαλε στο Οικογενειακό Δικαστήριο μονομερές αίτημα ημερ. 29.3.2017 προς έκδοση διατάγματος αντεξέτασης του πατέρα ώστε να αντεξεταστεί επί των ισχυρισμών που πρόβαλε στη δική του ένσταση, ο οποίος στην ουσία αρνείται οτιδήποτε του καταλογίζεται από πλευράς της αιτήτριας λέγοντας ότι είναι η ίδια που προκαλεί προβλήματα στα ανήλικα τέκνα και στον ίδιο, προσπαθώντας να επιτύχει αφαίρεση της γονικής μέριμνας από αυτόν και να του στερήσει την επικοινωνία με τα τέκνα.  Το Οικογενειακό Δικαστήριο στη δικαιοδοσία γονικής μέριμνας εξέδωσε στις 3.4.2017 ex-tempore απορριπτική απόφαση στο αίτημα με αναφορά στα δεδομένα τα οποία έχουν ήδη καταγραφεί συνοπτικά, μη δεχόμενο τη θέση της αιτήτριας ότι η αντεξέταση καθίστατο αναγκαία επειδή ο ενόρκως δηλών πατέρας και ο εκ των ανηλίκων Βασίλης, πρόβαλαν ψευδή γεγονότα για τα οποία θα έπρεπε να υπάρχει αντεξέταση ώστε να αποκαλυφθεί η αλήθεια, διαφορετικά υφίστατο κίνδυνος οι ισχυρισμοί αυτοί να παρέμεναν άθικτοι με ενδεχόμενο να υπάρχει κίνδυνος να παραπλανηθεί το Δικαστήριο. 

 

         Η αίτηση για αντεξέταση  βασίστηκε στη Δ.39 θ.1 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών και το Δικαστήριο προέβη σε παραπομπή στην υπόθεση Λευτέρη Μήλου και Πανίκου Χατζηλοΐζου (2008) 1 Α.Α.Δ. 280, όπου είχε εγερθεί στην ουσία παρόμοιο ζήτημα για αντεξέταση του ενάγοντος που είχε εκεί καταχωρήσει ένσταση με ένορκη δήλωση σε αίτηση των εναγομένων.  Είχε λεχθεί εκεί ότι η αίτηση για αντεξέταση παρέχει διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να εγκρίνει ή να απορρίψει το αίτημα ανάλογα με τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης.  Το κατώτερο Δικαστήριο προχώρησε στην ex-tempore απόφαση να επαναλάβει και να υπενθυμίσει τη νομολογία ως προς τον περιορισμένο ρόλο ενός Δικαστηρίου σε ενδιάμεσες αιτήσεις για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων.  Αναφέρθηκε στο ότι η εμβέλεια της εξέτασης περιορίζεται στην ικανοποίηση ή όχι των τριών προϋποθέσεων του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία και χωρίς να ασχολείται σε βάθος με την εξέταση των αμφισβητούμενων θεμάτων.  Προχώρησε να αναφέρει απόσπασμα από τον Halsbury's Laws of England 3η έκδ. Τόμος 21, ότι η αντεξέταση πολύ σπάνια εγκρίνεται επί ενόρκων δηλώσεων σε αιτήσεις για ενδιάμεσα διατάγματα.  Το Δικαστήριο θεώρησε ότι ικανοποιείτο η πρώτη προϋπόθεση της έκδοσης προσωρινού διατάγματος της ύπαρξης σοβαρού ζητήματος για εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης, εξ ου και προφανώς έδωσε και το διάταγμα αναστολής και επομένως ως η σκέψη του, οποιοιδήποτε προς το αντίθετο ισχυρισμοί του πατέρα, δεν θα επηρέαζαν την προϋπόθεση αυτή.

 

         Ως προς τη δεύτερη προϋπόθεση, την πιθανότητα η αιτήτρια να δικαιούται σε θεραπεία ή να έχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας, το Δικαστήριο ανέφερε ότι τα θέματα επί των οποίων ζητείται η αντεξέταση αποτελούν ζητήματα ουσίας, η εξέταση των οποίων θα γίνει κατά την εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης.  Όσον αφορά τον τρίτο παράγοντα ή προϋπόθεση ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι το αίτημα για αντεξέταση δεν συσχετίστηκε με την προϋπόθεση αυτή.  Επισήμανε περαιτέρω ότι κατά την εκδίκαση ενός προσωρινού διατάγματος, το Δικαστήριο δεν πρέπει να αφήνει την  υπόθεση να μετατρέπεται σε δίκη επί της ουσίας με αναφορά στην αυθεντία Νικολάου ν. Κεφάλα (1998) 1 Α.Α.Δ. 1400.  Απέρριψε τελικώς το αίτημα για αντεξέταση ως μη δικαιολογημένο και τα όσα αντικρουόμενα δεδομένα εμφανίζονται να υπάρχουν στις σχέσεις των ανηλίκων με τον πατέρα και όσα συνέβησαν στο επεισόδιο που φαίνεται να έγινε στις 12.2.2017, ή, και σε προηγούμενα στάδια, αποτελούν θέματα ουσίας που θα κριθούν κατά την εκδίκαση της κυρίως αιτήσεως.

 

         Στη βάση των πιο πάνω δεδομένων επιδιώκεται σήμερα η παροχή άδειας από το Ανώτατο Δικαστήριο για την καταχώρηση αιτήσεως διά κλήσεως για να εκδοθούν προνομιακά εντάλματα Certiorari και Prohibition ώστε να ανασταλούν οι οποιεσδήποτε περαιτέρω διαδικασίες στο κατώτερο Δικαστήριο και να παραπεμφθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο η απορριπτική απόφαση προς ακύρωση της.  Τόσο στην έκθεση που συνοδεύει την αίτηση, όσο και στη σχετική ένορκη δήλωση, αλλά και στη βάση των όσων ανέπτυξε σήμερα προφορικά ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας, επαναλαμβάνεται η θέση ότι τα δεδομένα της υπόθεσης είναι τέτοια που η αιτήτρια δεν θα πρέπει να μείνει άνευ θεραπείας σε ό,τι αφορά το δικαίωμα της να υποστηρίξει την αίτηση αναστολής υπό το φως των σοβαρών αμφισβητήσεων των δικών της  θέσεων όπως καταγράφησαν στη δική της ένορκη δήλωση, οι οποίες τώρα αμφισβητούνται από τον πατέρα.  Η υπόθεση είναι τέτοια που αφορά βία στην οικογένεια και δη σε ανήλικα, και  υπάρχουν οι εξαιρετικές εκείνες περιστάσεις που να δικαιολογούν παράκαμψη του κανόνα, πέραν της ύπαρξης εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης, ότι τα προνομιακά εντάλματα δεν δίδονται όπου υπάρχει το εναλλακτικό μέσο της έφεσης.  Η συσχέτιση από το κατώτερο Δικαστήριο, κατά την εισήγηση, της απόφασης του με τις τρεις προϋποθέσεις του άρθρου 32 αποτελεί σφάλμα και πλάνη κατά νόμο και υπέρβαση εξουσίας διότι το ζητούμενο ήταν κατά πόσο ήταν εύλογο ή όχι υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις να δοθεί η άδεια για αντεξέταση ώστε να ικανοποιηθεί και η αιτήτρια ότι θα έχει την ευκαιρία να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου πλήρως την  υπόθεση της.

 

         Είναι γνωστές οι αρχές στη βάση των οποίων παραχωρούνται άδειες για καταχώρηση αιτήσεων για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων και  υπενθυμίζεται για ακόμη  μια φορά ότι τα προνομιακά εντάλματα είτε στο στάδιο της άδειας, είτε στο στάδιο της έκδοσης τους, χορηγούνται κατ΄ εξαίρεση και μόνο, αφού αποτελούν προνόμιο αντλώντας την υπόσταση τους από το κατάλοιπο εξουσίας που υπάρχει στο Ανώτατο Δικαστήριο για έλεγχο των κατωτέρων Δικαστηρίων.  Χορηγούνται όταν υπάρχει εμφανής από το πρακτικό έλλειψη ή υπέρβαση εξουσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη ή συμφέρον, δόλος ή ψευδορκία ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.  Τα προνομιακά εντάλματα δεν είχαν ποτέ και δεν έχουν ποτέ το σκοπό να υποκαταστήσουν το ένδικο μέσο της έφεσης, (Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464).  Ακόμη και εάν υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση, η άδεια δεν δίνεται εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, εκτός και αν υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις για παρέκκλιση από τον κανόνα, (Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692, Κωνσταντινίδης Αλέκος (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298, Starport Nominees Ltd και Άλλη (2010) 1 Α.Α.Δ. 1271 και Αναφορικά με την Αίτηση του Αθανάσιου Κυριάκου, Πολ. Αίτ. Αρ. 85/16, ημερ. 9.8.2016), ECLI:CY:AD:2016:D402.

 

         Ο συνήγορος αναγνώρισε ότι η απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου να δώσει ή όχι το δικαίωμα αντεξέτασης αποτελούσε ζήτημα της διακριτικής του ευχέρειας.  Η νομολογία έχει σταθερά αναφέρει ότι ζητήματα που εμπίπτουν στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, δεν δικαιολογούν την παροχή άδειας για έκδοση προνομιακού εντάλματος διότι το Ανώτατο Δικαστήριο δεν ενεργεί ως forum εποπτείας του τρόπου με τον οποίο το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε ή αποφάσισε να χειριστεί με συγκεκριμένο τρόπο την ενώπιον του υπόθεση, ασκώντας διακριτική ευχέρεια, (Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 442 και R. v. Northumberland Compensation Appeal Tribunal ex parte Shaw (1952) 1 All. E.R. 122, Χρίστου (1996) 1 Α.Α.Δ. 398).  Ακόμη και λάθη ή παρανόηση ή λανθασμένη αντίληψη του Νόμου από το κατώτερο Δικαστήριο, δεν επαρκούν για να δικαιολογήσουν την έκδοση διατάγματος Certiorari προς ακύρωση της απόφασης.  Τα προνομιακά εντάλματα δεν χρησιμοποιούνται ως έφεση υπό μεταμφίεση, ούτε και ως μέσο επανακρόασης των ζητημάτων που απασχόλησαν το κατώτερο Δικαστήριο, (Ξάνθου (Αρ. 3) (1996) 1 Α.Α.Δ. 1066).

 

 Ο συνήγορος δέχεται επίσης ότι υπάρχει διαθέσιμο το μέσο της έφεσης που είναι και η ορθόδοξη διαδικασία όχι μόνο προς αμφισβήτηση της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου να μην δεχθεί το αίτημα για αντεξέταση του πατέρα, αλλά ακόμη και σε περίπτωση τελικής αρνητικής για την αιτήτρια απόφασης μετά την εκδίκαση της αιτήσεως για αναστολή ή και της αιτήσεως για τη γονική μέριμνα, να ασκηθεί  έφεση και για το λόγο ότι το Δικαστήριο λανθασμένα δεν δέχθηκε να εκδώσει διάταγμα αντεξέτασης του πατέρα.

 

 Όλα  τα πιο πάνω δεν δικαιολογούν την παροχή άδειας από το Ανώτατο Δικαστήριο.  Διαφορετικά θα υπήρχε επέμβαση στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου την οποία, υπενθυμίζεται, αναγνωρίζει η αιτήτρια, ενώ υπάρχει και το διαθέσιμο μέσο της έφεσης,  ενώ ταυτόχρονα δεν διαπιστώνεται οποιοδήποτε λάθος του Δικαστηρίου να εντάξει την εξέταση του αιτήματος για αντεξέταση μέσα στο πλαίσιο της ευρύτερης εξέτασης του προσωρινού διατάγματος που είχε και έχει ενώπιον του για να αποφασίσει.  Πολύ ορθά το κατώτερο Δικαστήριο αναφέρθηκε στις προϋποθέσεις έκδοσης του προσωρινού διατάγματος που σε πρώτη φάση κρίθηκαν υπέρ της αιτήτριας, προϋποθέσεις που παραμένουν να ισχύουν και κατά την αντεξέταση της ουσίας μετά, δηλαδή, το επιστρεπτέο του προσωρινού διατάγματος.  Οι περιστάσεις βίας που αναφέρονται να υπάρχουν εκατέρωθεν και η αμφισβήτηση αυτών από την άλλη πλευρά, δεν δικαιολογούν την επέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να αλλάξει τη ροή της πορείας που έχει πάρει η υπόθεση, η οποία δεν έχει αποφασιστεί ακόμη επί τελικού σταδίου όπου θα αποκρυσταλλωθούν τα δικαιώματα της αιτήτριας και η οποία εν πάση περιπτώσει διαθέτει, σε περίπτωση που ακυρωθεί το διάταγμα, το σύνηθες μέτρο θεραπείας που είναι, βεβαίως, το δικαίωμα της έφεσης.  Δεν έχουν διαπιστωθεί εξαιρετικές περιστάσεις για παρέκκλιση από τον κανόνα.

 

        Συνεπώς η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

 

 

 

 

 

                                                   Στ. Ναθαναήλ,

                                                            Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο