ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
United Bible Societies ν. "Χ""Κακού" (1990) 1 ΑΑΔ 395
Τουβλ. Γίγας Λτδ ν. Ουστά (Αρ.1) (1994) 1 ΑΑΔ 109
Stavros Hotels Apartments Ltd και Άλλοι (Aρ.1) (1994) 1 ΑΑΔ 389
Bαρδιάνος Πάνος Π. ν. Edwin John Thomas Richards (1998) 1 ΑΑΔ 698
Cyprus Import Corporation Ltd. ν. Kώστα Σενέκη (1998) 1 ΑΑΔ 1108
Nicolaou Bros Tourist Enterprises Ltd (1999) 1 ΑΑΔ 201
Α.N STASIS ESTATES CO LTD (AVLIDA HOTEL) ν. Χαράλαμπου Ιωάννου (2000) 1 ΑΑΔ 1082
Βαλεντίνου Τ. Μανώλη ν. Δώρου Ελευθερίου (2000) 1 ΑΑΔ 2034
Μιάρης Βασίλης και Άλλη ν. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (2009) 1 ΑΑΔ 435
Constantinou S.A. Ltd και Άλλοι ν. Marfin Popular Bank Public Co. Ltd (2009) 1 ΑΑΔ 754
A. Messios & Sons Ltd και Άλλος ν. Ανδρέα Α. Λεωνίδα (Aρ. 2) (2010) 1 ΑΑΔ 1655
Adboard Ltd και Άλλος ν. Δήμου Στροβόλου (2013) 1 ΑΑΔ 1085
Tandum Ltd (2014) 1 ΑΑΔ 1805, ECLI:CY:AD:2014:D556
Pουβανιάς Λτδ και Άλλη ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 191
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.17
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.35
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.39
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.64
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2017:A31
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. Ε126/2013
[Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,Π., Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]
1η Φεβρουαρίου, 2017
ΜΕΤΑΞΥ:
ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΙΒΡΟΥ
ΕΦΕΣΕΙΟΥΣΑ/
ΕΝΑΓΟΜΕΝΗ 2/ΑΙΤΗΤΡΙΑ
ΚΑΙ
1. ΕΛΕΝΗΣ ΜΑΥΡΟΚΩΝΣΤΑΝΤΗ
2. LANE ASSETS LIMITED
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ/
ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ/ΚΑΘ΄ ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ
--------------------
ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ ΗΜΕΡ. 30.9.2015
Μ. Χαρτζιώτης με Κ. Αρκάδη, (κα) για την Εφεσείουσα/Αιτήτρια
Α. Προδρόμου (κα) για Χρ. Χατζηστερκώτη, για τους Εφεσίβλητους/Καθ΄ ων η Αίτηση
-------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π. Η απόφαση δεν είναι ομόφωνη. Την απόφαση πλειοψηφίας θα δώσει ο Παρπαρίνος Δ., και με αυτή συμφωνεί ο υποφαινόμενος. Διϊστάμενη απόφαση θα δώσει η Σταματίου, Δ.
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Συμφωνούμε με την απόφαση της αδελφής Δικαστού Κ. Σταματίου, Δ., κατά το μέρος της, που αφορά την ουσία της αίτησης για επαναφορά της απορριφθείσας έφεσης στις 8.9.2015. Δεν μπορούμε, όμως, να συμφωνήσουμε κατά το μέρος που αφορά την εγκυρότητα της Ένορκης Δήλωσης που συνοδεύει την αίτηση.
Η αίτηση για επαναφορά της απορριφθείσας Έφεσης φέρει ημερ. 30.9.2015. Η Ένορκη Δήλωση της κ. Κωνσταντίνας Αρκάδη που συνοδεύει και υποστηρίζει την αίτηση φέρει ημερ. 29.9.2015. Στις παραγρ. 14 και 15 της Ένορκης Δήλωσης γίνεται αναφορά σε «παρούσα αίτηση». Ενδεικτικά αναφέρουμε το περιεχόμενο της παράγρ. 15:
«15. Εν όψει των ανωτέρω πιστεύω ότι είναι ορθό και δίκαιο και προς το συμφέρον της δίκαιη απονομής δικαιοσύνης όπως η παρούσα αίτηση εγκριθεί.»
Το Εφετείο κατά την ημέρα ακρόασης της αίτησης, ζήτησε τις θέσεις των διαδίκων αναφορικά με την εγκυρότητα της Ένορκης Δήλωσης, ενόψει του ότι αυτή προηγείται χρονικά της αίτησης και σ' αυτήν γίνεται αναφορά σε ανύπαρκτη αίτηση, κατά τον χρόνο που αυτή έγινε, όπως επίσης κατά πόσο αυτή η αίτηση καταχωρίστηκε σε υφιστάμενο πλαίσιο Διαδικασίας.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Αιτήτρια με αναφορά στη νομολογία, Δικονομικούς Κανόνες και Συγγράμματα, διαχώρισε, και πολύ ορθά κατά τη γνώμη μας, τις ενδιάμεσες αιτήσεις που καταχωρούνται σε υφιστάμενο πλαίσιο διαδικασίας και αυτές οι οποίες καταχωρούνται πριν την έναρξη της διαδικασίας π.χ. αγωγής. Είναι η εισήγηση του ότι εδώ, παρόλον που η Έφεση απερρίφθη, εξακολουθεί να υφίσταται το πλαίσιο, η διαδικασία και η αίτηση φέρει τον αριθμό και τίτλο της Έφεσης. Για το λόγο αυτό η αίτηση εμπίπτει στην πρώτη κατηγορία όπου είναι επιτρεπτή η καταχώρηση έστω και προχρονολογημένης Ένορκης Δήλωσης.
Αντίθετη ήταν η εισήγηση της άλλης πλευράς. Σύμφωνα με αυτήν δεν υπάρχει «ζωντανό» πλαίσιο και συνεπώς η Ένορκη Δήλωση που χρονικά προηγείται δεν θέτει υπόβαθρο γεγονότων για εξέταση με συνέπεια η Ένορκη Δήλωση να μην είναι έγκυρη.
Εξετάσαμε το ζήτημα με μεγάλη προσοχή, σε συνάρτηση με όσα έχουν αναφέρει οι ευπαίδευτοι συνήγοροι. Τα όσα αναφέρθηκαν στην S.A. Constantinou Ltd κ.α. ν. Marfin Popular Bank Public Co Ltd (2009) 1 A.A.D. 754 δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην υπό εξέταση υπόθεση. Στην S.A. Constantinou Ltd εκκρεμούσε η αγωγή και συνεπώς θεωρήθηκε ως ενδιάμεση αίτηση, η αίτηση την οποία συνόδευε η Ένορκη Δήλωση. Χαρακτηριστικό τ' ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση:
«Κανένας από τους θεσμούς που έχουν επικληθεί δεν απαγορεύει την υπογραφή μιας ένορκης δήλωσης πριν την καταχώριση μιας ενδιάμεσης αίτησης σε αγωγή που εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου.»
(η υπογράμμιση είναι δική μας)
Αντίθετα, στην Stavros Hotels Apartments Ltd κ.α. (Αρ. 1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 389 Ένορκη Δήλωση που συνόδευε αίτηση για έκδοση Προσωρινού Διατάγματος και χρονικά προηγείτο του χρόνου καταχώρισης της αγωγής θεωρήθηκε αντικανονική ως αντίθετη με τις πρόνοιες της Δ.39 θ.3 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Η ίδια αρχή ακολουθήθηκε και στην Nicolaou Bros Tourist Enterprises Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 201 όπου αποφασίστηκε ότι Ένορκη Δήλωση που υπεγράφη μια μέρα πριν την καταχώρηση της αγωγής προς υποστήριξη αίτησης δεν θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη και δεν θα μπορούσε να θεραπευθεί με την νέα Δ.64 (βλ. επίσης Tandum Ltd Πολ. Αίτ. 131/2014, ημερ. 22.7.2014, ECLI:CY:AD:2014:D556).
Στην υπό εξέταση αίτηση παρατηρείται ότι η αίτηση για επαναφορά έφεσης γίνεται μεν με τον τίτλο και αριθμό της απορριφθείσας έφεσης αλλά χωρίς αυτή να βρίσκεται εν ζωή. Συναρτάται δηλαδή η Ένορκη Δήλωση με ανύπαρκτη, κατά το χρόνο που έγινε η όρκιση, αίτηση επαναφοράς ή Έφεση. Σύμφωνα με την Δ.39 θ.3 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, κάθε Ένορκη Δήλωση θα τιτλοφορείται "in the cause or matter in which it is sworn". Εδώ, κατά τον χρόνο που έγινε η Ένορκη Δήλωση, δεν ευρίσκοντο εν ζωή ούτε η Έφεση αλλά ούτε και η αίτηση για επαναφορά της.
Η αίτηση συνιστά αυτόνομη διαδικασία με μοναδικό επίδικο θέμα προς τελική επίλυση το κατά πόσο η απορριφθείσα έφεση θα επανέλθει.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το Δικαστήριο δύναται να δεχθεί μια τέτοια Ένορκη Δήλωση με ανάληψη υποχρέωσης για επανόρκιση και κατάθεση νέας Ένορκης Δήλωσης (μέσα στο ορθό πλαίσιο) (βλ. Stavros Hotels Apartments Ltd κ.α. (άνω)). Δεν μας έχουν τεθεί τέτοια στοιχεία που να εντάσσουν την περίπτωση σε εξαιρετική και συνεπώς δεν μπορεί να δοθεί άδεια προς τούτο.
Για τον πιο πάνω λόγο η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται, με έξοδα εις βάρος της Αιτήτριας, όπως θα υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
/γκ
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε126/2013)
1η Φεβρουαρίου, 2017
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δικαστές]
ΦΩΤΕΙΝΗ ΙΒΡΟΥ,
Εφεσείουσα/Εναγόμενη 2/Αιτήτρια,
ΚΑΙ
1. ΕΛΕΝΗ ΜΑΥΡΟΚΩΝΣΤΑΝΤΗ,
2. LANE ASSETS LIMITED,
Εφεσίβλητοι/Ενάγοντες/Καθ΄ων η Αίτηση.
----------
ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 30.9.2015
Μ. Χαρτζιώτης με Κ. Αρκάδη (κα), για την Εφεσείουσα-Αιτήτρια.
Α. Προδρόμου (κα) για Χρ. Χατζηστερκώτη, για τους Εφεσίβλητους-
Καθ΄ων η Αίτηση.
----------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Στις 30.10.2014 δόθηκαν οδηγίες από το Εφετείο για την ετοιμασία των περιγραμμάτων αγορεύσεων, σύμφωνα με τις προθεσμίες που προβλέπονται στους σχετικούς Κανονισμούς. Η εφεσείουσα-αιτήτρια δεν συμμορφώθηκε, με αποτέλεσμα στις 8.9.2015 η έφεσή της να απορριφθεί, στη βάση του Κανονισμού 13(ε) του περί Εφέσεων (Προδικασία, Περιγράμματα Αγορεύσεων, Περιορισμός του Χρόνου των Προφορικών Αγορεύσεων και Συνοπτική Διαδικασία για την Απόρριψη Προδήλως Αβάσιμων Εφέσεων) Διαδικαστικού Κανονισμού του 1996.
Στις 30.9.2015 καταχωρίστηκε η υπό κρίση αίτηση, με την οποία ζητείται επαναφορά της έφεσης και οδηγίες σχετικά με την περαιτέρω πορεία της. Η αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση της Κωνσταντίας Αρκάδη, δικηγόρου στη δικηγορική εταιρεία Μάριος Χαρτζιώτης και Σία ΔΕΠΕ, δικηγόρων της αιτήτριας, στην οποία αναφέρει ότι είναι η ίδια προσωπικά που συνέταξε, με οδηγίες της αιτήτριας, τη συγκεκριμένη έφεση. Προβάλλεται ως λόγος παράλειψης καταχώρησης του περιγράμματος αγόρευσης η ασθένεια που αντιμετώπιζε από τον Ιούλιο του 2014, σε συνδυασμό με τη φαρμακευτική αγωγή που λάμβανε, η οποία επηρέασε την ικανότητά της να αποδώσει στην εργασία της και να ανταποκριθεί πλήρως στα καθήκοντά της, χωρίς αυτό να γίνεται αντιληπτό από την ίδια σε πλήρη έκταση. Προς τούτο, επισυνάπτεται σχετική ιατρική βεβαίωση ως Τεκμήριο 1. Σ΄ αυτήν, περαιτέρω, αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι η κατάσταση της υγείας της βελτιώθηκε και ομαλοποιήθηκε από το Φεβρουάριο του 2015, οπόταν και επανήλθε σε πλήρη αποδοτικότητα και λειτουργικότητα στην εργασία της. Ενημερώθηκε, όπως αναφέρει η ομνύουσα, από το συνάδελφό της που εμφανίστηκε για τις οδηγίες του Εφετείου, όμως, λόγω της κατάστασής της, δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί, αφήνοντας το φάκελο της υπόθεσης στο αρχείο του γραφείου, χωρίς να σημειώσει τις προθεσμίες για προώθηση της διαδικασίας. Η συγκεκριμένη υποχρέωση επανήλθε στη μνήμη της μόλις παρέλαβε την ειδοποίηση του Πρωτοκολλητείου ημερομηνίας 8.9.2015, η οποία παρελήφθη στις 24.9.2015. Την υπόθεση χειρίζεται προσωπικά από το αρχικό στάδιο και μόνο η ίδια θα μπορούσε να ετοιμάσει, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, το σχετικό περίγραμμα. Εισηγείται ότι θα ήταν άδικο για την αιτήτρια να απωλέσει το δικαίωμά της να τύχει εκδίκασης της έφεσης «όταν δεν επέδειξε ούτε αδιαφορία ούτε ασέβεια προς το Δικαστήριο, αλλά αντίθετα η Εφεσείουσα έδειξε υπέρμετρο ζήλο για τις δικαστικές διαδικασίες και προώθησε την υπόθεση της πρωτοδίκως με σειρά αιτήσεων και ακροάσεων με κάθε συνέπεια, επιμέλεια και σεβασμό προς τους θεσμούς.» Τα δικαιώματα των εφεσιβλήτων-καθ΄ων η αίτηση, σύμφωνα με την ομνύουσα, δεν έχουν επηρεαστεί καθ΄ οιονδήποτε τρόπο και δεν θα επηρεαστούν σε περίπτωση που επαναφερθεί η έφεση. Δίδεται δε η διαβεβαίωση ότι, σε περίπτωση έγκρισης της αίτησης, το περίγραμμα αγόρευσης θα καταχωρηθεί άμεσα.
Οι εφεσίβλητοι-καθ΄ων η αίτηση αντιτίθενται στην επαναφορά της έφεσης εγείροντας 12 συνολικά λόγους ένστασης. Συνοπτικά, εγείρεται θέμα παρατυπίας της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την αίτηση, η οποία υπεγράφη μίαν ημέρα πριν την καταχώρηση της αίτησης, αμφισβητείται η στοιχειοθέτηση των προϋποθέσεων που τίθενται από το σχετικό διαδικαστικό κανονισμό και αμφισβητείται η αλήθεια των ισχυρισμών που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση. Περαιτέρω, ισχυρίζονται οι καθ΄ων η αίτηση ότι η αίτηση αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας και η αιτήτρια κωλύεται να προβάλει τέτοιους ισχυρισμούς λόγω της συμπεριφοράς της, η οποία είναι ασυγχώρητη και εξισώνεται με περιφρονητική παραγνώριση της δικαστικής διαδικασίας και των δικαιωμάτων των καθ΄ων η αίτηση και πλήττει το συμφέρον της απονομής της δικαιοσύνης. Σκοπός της αίτησης, σύμφωνα με τους λόγους ένστασης, είναι η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης και στην προώθηση της εκτέλεσης της απόφασης που εκδόθηκε στις 20.2.2012 και, κατ΄ επέκταση, η καταπάτηση της αρχής της τελεσιδικίας και της ταχείας και εντός ευλόγου χρόνου απονομής της δικαιοσύνης, με την παράλληλη παραβίαση των συνταγματικών δικαιωμάτων των καθ΄ων η αίτηση.
Στην ένορκη δήλωση της καθ΄ης η αίτηση 1 που συνοδεύει την ένσταση αναπτύσσονται οι λόγοι ένστασης και παρατίθενται με χρονολογική σειρά τα γεγονότα που αφορούν στη δικαστική διαμάχη μεταξύ των διαδίκων, από της έκδοσης της επίδικης απόφασης μέχρι την καταχώρηση της αίτησης. Θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε επιγραμματικά τα γεγονότα αυτά:
· Στις 19.1.2010 εκδόθηκε απόφαση ερήμην εναντίον της αιτήτριας.
· Στις 14.6.2010 καταχωρήθηκε αίτηση για παραμερισμό της απόφασης από την αιτήτρια και στις 15.6.2010 μονομερής αίτηση για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης. Στις 7.7.2011 εκδόθηκε διάταγμα παραμερισμού της απόφασης.
· Στις 7.7.2011 οι καθ΄ων η αίτηση άσκησαν έφεση εναντίον της πιο πάνω απόφασης, η οποία απεσύρθη στις 21.3.2012.
· Στις 24.1.2012 δόθηκε ειδοποίηση στους καθ΄ων η αίτηση από τον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, σύμφωνα με τη Δ.17 θ.14(1), για υποβολή αίτησης για έκδοση απόφασης, λόγω παράλειψης της αιτήτριας να καταχωρήσει εμφάνιση.
· Στις 6.2.2012 καταχωρήθηκε μονομερής αίτηση για απόφαση εναντίον της αιτήτριας, λόγω παράλειψης καταχώρησης σημειώματος εμφάνισης, και στις 20.2.2012 εξεδόθη απόφαση, η οποία δεν εφεσιβλήθηκε. Αυτό βεβαιώνεται από τον Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού στις 6.4.2012.
· Στις 9.7.2012 καταχωρήθηκε από την αιτήτρια αίτηση για παραμερισμό της εν λόγω απόφασης και μονομερής αίτηση για αναστολή εκτέλεσής της. Αυθημερόν εκδόθηκε μονομερώς προσωρινό διάταγμα αναστολής εκτέλεσης, το οποίο ακυρώθηκε στις 6.8.2012, μετά από ακροαματική διαδικασία.
· Στις 7.8.2012 αποσύρθηκε η αίτηση παραμερισμού, ημερομηνίας 9.7.2012, με δικαίωμα καταχώρησης νέας και την ίδια ημέρα καταχωρήθηκε νέα αίτηση για παραμερισμό της απόφασης και νέα μονομερής αίτησης για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης. Την ίδια ημέρα εκδόθηκε μονομερώς προσωρινό διάταγμα το οποίο, ακολούθως, στις 7.8.2012, ακυρώθηκε μετά από διαδικασία για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων certiorari και prohibition.
· Στις 21.6.2013 απορρίφθηκε η αίτηση για παραμερισμό της απόφασης, αντικείμενο της υπό κρίση έφεσης, η οποία καταχωρήθηκε στις 3.7.2013.
· Στις 30.10.2014 η έφεση ορίστηκε για προδικασία, όπου δόθηκαν οδηγίες για την καταχώρηση περιγραμμάτων, σύμφωνα με τους διαδικαστικούς κανονισμούς.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των δύο πλευρών ανέπτυξαν τις αντίστοιχες θέσεις τους σε λεπτομερείς και εμπεριστατωμένες γραπτές αγορεύσεις, τις οποίες εξετάσαμε.
Η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση προηγήθηκε χρονικά της καταχώρησης της αίτησης για επαναφορά κατά μίαν ημέρα. Αυτό, καθιστά άκυρη την αίτηση, υποστήριξαν οι καθ΄ ων η αίτηση. Με την απόρριψη της έφεσης, αυτή έπαυσε να υφίσταται. Κατά συνέπεια, η ένορκη δήλωση που προηγήθηκε χρονικά της καταχώρησης της αίτησης καταχωρήθηκε εκτός δικονομικού πλαισίου και δεν μπορεί να θεμελιώσει το πραγματικό υπόβαθρο για τη χορήγηση της θεραπείας που ζητείται, εφόσον το περιεχόμενό της δεν συνδέεται με οποιανδήποτε υφιστάμενη, κατά τον ουσιώδη χρόνο, αίτηση.
Ως προς το συγκεκριμένο λόγο ένστασης, διαφωνώ, με όλο το σεβασμό, με την απόφαση της πλειοψηφίας.
Οι υποθέσεις στις οποίες αναφέρθηκαν οι συνήγοροι, όπου κρίθηκε ότι ένορκη δήλωση προγενέστερη της καταχώρησης της αγωγής δεν μπορεί να αποτελέσει πραγματικό υπόβαθρο για τη χορήγηση της θεραπείας που ζητείται, αφορά υποθέσεις στις οποίες η ένορκη δήλωση προηγήθηκε της καταχώρησης δικαστικής διαδικασίας, ήτοι αγωγής ή πρωτογενούς αίτησης. Και αυτό γιατί, δυνάμει της Δ.39 θ.3, μία ένορκη δήλωση θα πρέπει να τιτλοφορείται «In the cause or matter in which it is sworn.» Ακόμα, όμως, και σε περιπτώσεις παρεμπιπτόντων διαταγμάτων, υπάρχει νομολογία, σύμφωνα με την οποία, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το Δικαστήριο μπορεί να εκδώσει παρεμπίπτον διάταγμα, με την προσθήκη όμως πως το Δικαστήριο απαιτεί ανάληψη υποχρέωσης για επανόρκιση και κατάθεση νέας ένορκης δήλωσης (βλ. Halsbury's Laws of England, 4η Έκδοση, Τόμος 24, παράγραφος 1059 και Annual Practice 1958, Τόμος 1, σελίδα 922 και Stavros Hotels Apartments Ltd. κ.ά. (Aρ. 1) (1994) 1 A.A.Δ. 389).
Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση S. A. Constantinou Ltd κ.ά. ν. Marfin Popular Bank Public Co. Ltd (2009) 1 ΑΑΔ 754:
«Η Διαταγή 39, Θεσμός 3 προνοεί απλά ότι μια ένορκη δήλωση θα τιτλοφορείται με το θέμα ή για το ζήτημα στο οποίο αναφέρεται. Μια ένορκη δήλωση θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αντικανονική όταν αυτή καταχωρείται πριν από την καταχώριση της αγωγής, αν και το πρόβλημα θα μπορούσε να θεραπευθεί με την κατάθεση νέας ένορκης δήλωσης. Όπως έχει τονιστεί στη Stavros Hotels Apartments Ltd. κ.ά. (Aρ. 1) (1994) 1 A.A.Δ. 389, μια ένορκη δήλωση θεωρείται αντικανονική και δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη όταν υπογράφηκε πριν από την καταχώριση της αγωγής, αν και σε μια τέτοια περίπτωση το Δικαστήριο μπορεί να απαιτήσει την ανάληψη υποχρέωσης επανόρκισης και κατάθεση μια νέας ένορκης δήλωσης.
Στην παρούσα περίπτωση ο τίτλος της ένορκης δήλωσης είναι αρκούντως ικανοποιητικός, αφού αναφέρεται στον τίτλο της αγωγής που ήδη εκκρεμεί και έχει επισυναφθεί στην ένσταση που έχει καταχωρηθεί, η οποία αναφέρεται "ως πρόθεση ένστασης στη συνέχιση του εκδοθέντος διατάγματος της 8/5/2007".»
Στην παρούσα περίπτωση, η ένορκη δήλωση έγινε μίαν ημέρα πριν την καταχώρηση της αίτησης για επαναφορά της έφεσης. Η ένορκη δήλωση έχει τον τίτλο της πολιτικής έφεσης, της οποίας ζητείται η επαναφορά. Το γεγονός ότι η έφεση έχει απορριφθεί, δεν αλλοιώνει τα πράγματα. Πρόκειται για ένορκη δήλωση που αποτελεί το πραγματικό υπόβαθρο επί του οποίου η εφεσείουσα ζητά την επαναφορά, δηλαδή την αναβίωση της συγκεκριμένης έφεσης με την οποία τιτλοφορείται η ένορκη δήλωση. Δεν θεωρώ ότι με αυτά τα δεδομένα η αίτηση καθίσταται άκυρη, πέραν του ότι θα μπορούσε να επανορκιστεί η ενόρκως δηλούσα, όπως δήλωσε ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας.
Αναφορικά με την ουσία της αίτησης, ο Κανονισμός 13(ε), που αποτελεί το δικαιοδοτικό βάθρο της αίτησης, προνοεί ότι:
"(13)(ε) Στο τέλος εκάστου μηνός, το Πρωτοκολλητείο του Ανωτάτου Δικαστηρίου ετοιμάζει κατάλογο των εφέσεων στις οποίες οι διάδικοι παρέλειψαν να καταχωρήσουν περιγράμματα αγορεύσεων και θέτει τον κατάλογο ενώπιον του αρμόδιου Εφετείου, το οποίο επιλαμβάνεται του θέματος.
Νοείται ότι έφεση ή αντέφεση που απορρίπτεται, δυνάμει του παρόντος Κανονισμού, επαναφέρεται όταν αποδεικνύεται ότι η μη καταχώριση περιγράμματος αγόρευσης, οφείλεται σε λόγο πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα ή αντεφεσείοντα ανάλογα με την περίπτωση, με αποτέλεσμα η μη επαναφορά της να ισοδυναμεί με αποστέρηση του δικαιώματος να ακουστούν."
Πριν την τροποποίηση του Κανονισμού δεν υπήρχε κανονιστική πρόνοια για την επαναφορά έφεσης που απορρίφθηκε λόγω παράλειψης υποβολής περιγράμματος αγόρευσης εντός των καθορισμένων χρονικών πλαισίων. Παρεχόταν, όμως, τέτοια δυνατότητα, βάσει της σύμφυτης εξουσίας του δικαστηρίου, όπως καθιερώθηκε στην υπόθεση Τουβλοποιεία Παλαικύθρου Γίγας Λτδ ν. Ουστά (αρ. 1) (1994) 1 ΑΑΔ 109, όπου καθορίστηκαν τα πλαίσια της άσκησης της εξουσίας αυτής. Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα, από τη σελίδα 113, της απόφασης:
«Οι θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας οι οποίοι υφίσταντο κατά την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, υπόκεινται κατά την εφαρμογή τους (Άρθρο 188.1) σε εναρμονισμό προς το Σύνταγμα [βλ. μεταξύ άλλων, The United Bible Societies (Gulf) v. Χατζηκακού (1990) 1 Α.Α.Δ. 395]. Η προσαρμογή αυτή περιορίζει την εξουσία για επαναφορά έφεσης η οποία απορρίπτεται βάσει της Δ.35 θ.13 στις περιπτώσεις που η επαναφορά έχει ως λόγο τη διασφάλιση του δικαιώματος του διαδίκου που κατοχυρώνει το Άρθρο 30.3(β) του Συντάγματος. Αυτό είναι το θεμέλιο της δικαιοδοσίας μας και μέσα σ' αυτό το πλαίσιο θα εξετάσουμε το εγερθέν θέμα.»
Στην υπόθεση Βαρδιάνος ν. Richards (1998) 1 AAΔ 698, όπου προβλήθηκε λάθος ή αμέλεια δικηγόρου, έγινε αναφορά στην περιορισμένη δυνατότητα επαναφοράς έφεσης ως ακολούθως:
«Ο διάδικος δεν μπορεί, κατά κανόνα, να προβάλλει το λάθος, αμέλεια ή παράλειψη του δικηγόρου του για να πετυχαίνει την παράταση προθεσμιών ή την αναγέννηση δικαστικών διαδικασιών. Θα αποτελούσε ένα εύσχημο τρόπο υπερφαλάγγισης των δικονομικών διατάξεων. Από τη συμμόρφωση προς τα χρονοδιαγράμματα αυτά εξαρτάται η απρόσκοπτη απονομή της δικαιοσύνης και συνακόλουθα το κύρος της. Μας ενισχύουν, σε αυτή τη θέση, τα λεχθέντα στην υπόθεση Grand Metropolitan Nominee (No 2) Co Ltd v. Evans, The Times Law Reports, May 15, 1992:
"The court should not be astute to find excuses for such failure since obedience to orders of the court is the foundation on which its authority is founded."
.
Διαφορετική αντιμετώπιση θα δημιουργούσε επικίνδυνα ρήγματα στην απονομή της δικαιοσύνης.»
Διακρίνεται, επίσης, σύμφωνα με τη νομολογία, η περίπτωση όπου ζητείται παράταση χρόνου για την υποβολή περιγράμματος, ενώ η έφεση βρίσκεται ακόμα εν ζωή από εκείνη όπου το αίτημα γίνεται μετά την απόρριψη της αίτησης (βλ. Χ"Κυριάκος (Φρου - Φρου) Λτδ ν. Terzian Tr. House Ltd (Αρ.1) (1998) 1 ΑΑΔ 102).
Όπως δε τέθηκε στην υπόθεση Cyprus Import Corporation Ltd v. Σενέκης (1998) 1 ΑΑΔ 1108:
«Το δικαίωμα, το οποίο κατοχυρώνει το Άρθρο 30.3(β) του Συντάγματος, αποβλέπει στη διασφάλιση πρέπουσας ευκαιρίας στο διάδικο να προβάλει τους ισχυρισμούς του ενώπιον του δικαστηρίου και την παροχή σ' αυτό επαρκούς χρόνου για την προπαρασκευή της υπόθεσής του. Απολήγει στην κατοχύρωση δικαιώματος για την παροχή λογικής ευκαιρίας στο διάδικο να θέσει την υπόθεσή του ενώπιον του δικαστηρίου. Στην προκείμενη περίπτωση, εξασφαλίστηκε το δικαίωμα αυτό στην εφεσείουσα.
Μόνο όπου λόγοι πέραν της θελήσεως του διαδίκου εμποδίζουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού, εγείρεται θέμα επαναφοράς της έφεσης, γιατί, σ' εκείνη την περίπτωση, τεκμαίρεται ότι ο διάδικος στερήθηκε της ευκαιρίας να παρουσιάσει την υπόθεσή του. Αυτό δε συμβαίνει εκεί όπου η μη άσκηση του δικαιώματος οφείλεται σε αδιαφορία, αμέλεια, ή σφάλμα του. »
Οι αρχές που εφαρμόστηκαν στη βάση της σύμφυτης εξουσίας του Δικαστηρίου εφαρμόστηκαν και μετά την τροποποίηση του Κανονισμού 13(ε), όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Ρουβανιάς Λτδ ν. Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 191. Στην υπόθεση αυτή τονίστηκαν, επίσης, τα ακόλουθα σχετικά:
«Το κριτήριο της επαναφοράς περικλείεται στη φράση "πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα ή αντεφεσείοντα". Εκφράζει με σαφήνεια την πρόθεση των συντακτών του Κανονισμού να περιορίσουν στο ελάχιστο το πεδίο άσκησης της δικαιοδοσίας για επαναφορά. Προφανώς γιατί διαφορετική αντιμετώπιση θα μπορούσε να δημιουργήσει επικίνδυνα ρήγματα στην εφαρμογή της αρχής της τελεσιδικίας. .
. Η φράση δεν μπορεί παρά να σημαίνει εξαιρετικό, έκτακτο ή σπάνιο συμβάν ή περίσταση, που είναι απρόβλεπτο και εκτός ελέγχου.»
Έχει επανειλημμένα λεχθεί ότι, για να αναβιώσει έφεση η οποία έχει απορριφθεί, θα πρέπει το Δικαστήριο να ικανοποιηθεί ότι οι λόγοι που απέτρεψαν την έγκαιρη καταχώρηση του περιγράμματος αγόρευσης ήταν πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα ή του δικηγόρου του (A. Messios & Sons Ltd κ.ά. ν. Λεωνίδα (2010) 1 ΑΑΔ 1655) και η μη επαναφορά της έφεσης να ισοδυναμεί με αποστέρηση του δικαιώματος του εφεσείοντα να ασκουστεί (βλ. Χρίστου ν. Χ"Ιωάννου κ.ά. (2001 ) 1 ΑΑΔ 447).
Στην υπόθεση Α.Ν. Stasis Estates Co Ltd v. Ιωάννου (2000) 1ΑΑΔ 1082, λόγοι υγείας του δικηγόρου δεν οδήγησαν σε επαναφορά της έφεσης, εφόσον κρίθηκε ότι «δεν έχει στοιχειοθετηθεί η επίκληση λόγου πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα που να καθιστούσε τη μη επαναφορά της έφεσης αποστέρησης του δικαιώματος του εφεσείοντα να ακουστεί όπως αυτό συγκεκριμενοποιείται από τη νομολογία».
Στην υπόθεση Μίαρης κ.ά. ν. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (2009) 1 ΑΑΔ 435, αναφέρθηκε ότι η αυστηρή προσέγγιση της νομολογίας δε σημαίνει ότι παραλείψεις και σφάλματα του δικηγόρου δεν μπορούν ποτέ να δικαιολογήσουν την επαναφορά απορριφθείσας έφεσης. Όπως διαφαίνεται από την απόφαση στην υπόθεση Μανώλη ν. Ελευθερίου (2000) 1 ΑΑΔ 2034, η επαναφορά μπορεί να επιτραπεί σε περιπτώσεις όπου αντικειμενικοί παράγοντες, αν και δεν απολήγουν σε "πέραν των δυνάμεων" κατάσταση, εν τούτοις, απολήγουν σε τέτοια αποδυνάμωση του δικηγόρου που να μην μπορούσε να ανταποκριθεί σε ό,τι απαιτείτο. Όπως προστέθηκε στην ίδια απόφαση, η οποία υιοθετήθηκε και στην υπόθεση Adboard Ltd κ.ά. ν. Δήμου Στροβόλου Πολ. Έφ. 148/11 ημερομηνίας 27.5.2013, τα Δικαστήρια δεν μπορούν να αυτοδεσμευθούν σε οποιοδήποτε κανόνα που θα περιόριζε τη θεμελιακή τους υποχρέωση να διασφαλίσουν την ισορροπία μεταξύ αφενός της ανάγκης συμμόρφωσης προς τις διαδικαστικές οδηγίες τους προς όφελος και της τελεσιδικίας και αφετέρου, του δικαιώματος του διαδίκου να ακουστεί. Ούτε μπορούν να καταγραφούν εκ των προτέρων εξαντλητικά οι περιπτώσεις που θα επέτρεπαν ή δεν θα επέτρεπαν επαναφορά απορριφθείσας έφεσης.
Στην προκείμενη περίπτωση, η ομνύουσα αναφέρει ότι πήρε τις οδηγίες για τα περιγράμματα και άφησε το φάκελο στο αρχείο, χωρίς να σημειώσει την ημερομηνία, λόγω της κατάστασης της υγείας της. Οι λόγοι υγείας που γίνεται επίκληση στην ένορκη δήλωση και υποστηρίζονται από το ιατρικό πιστοποιητικό που επισυνάπτεται, χαρακτηρίζονται από γενικότητα, αφορούν μία μεγάλη χρονική περίοδο που η ομνύουσα συνέχισε να εργάζεται με ομαλοποίηση της κατάστασής της από το Φεβρουάριο του 2015, δηλαδή επτά περίπου μηνών πριν την απόρριψη της έφεσης. Δεν θεωρούμε ότι οι λόγοι που επικαλείται η ομνύουσα οδηγούν σε «εξαιρετικό έκτακτο ή σπάνιο συμβάν ή περίσταση, που είναι απρόβλεπτο ή εκτός ελέγχου», όπως καθορίστηκε στη Ρουβανιάς (πιο πάνω). Ούτε εντάσσεται η περίπτωση στα πολύ περιορισμένα πλαίσια της φειδούς, με την οποία ασκείται η εξουσία του Δικαστηρίου, όπως καθορίστηκε από τη νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων Α.Ν. Stasis Estates Ltd (πιο πάνω)).
Περαιτέρω, γίνεται επίκληση του υπέρμετρου ζήλου που επέδειξε η αιτήτρια για την προώθηση της υπόθεσής της πρωτοδίκως. Όμως, η ιστορική αναδρομή της υπόθεσης, την οποία παραθέσαμε πιο πάνω, δεν υποστηρίζει αυτή τη θέση. Αντίθετα, επανειλημμένα επεδείχθηκε ασυνέπεια από πλευράς της αιτήτριας, η οποία της αποστερεί το δικαίωμα να επικαλείται «συνέπεια, επιμέλεια και σεβασμό προς τους θεσμούς».
Το στοιχείο αυτό διαφοροποιεί την παρούσα περίπτωση από την υπόθεση Μίαρης κ.ά. ν. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (πιο πάνω), που μας παρέπεμψε ο κ. Χαρτζιώτης, στην οποία επετράπη επαναφορά της έφεσης.
Για τους πιο πάνω λόγους θεωρούμε ότι δεν έχει στοιχειοθετηθεί η επίκληση λόγου, πέραν των δυνάμεων της εφεσείουσας που να καθιστούσε τη μη επαναφορά της έφεσης αποστέρηση του δικαιώματός της να ακουστεί, ως προνοείται από τον Κανονισμό 13(ε) και έχει διασαφηνιστεί από τη νομολογία.
Η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον της αιτήτριας, όπως θα υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το αρμόδιο Δικαστήριο.
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
/ΧΤΘ