ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2016:A437

(2016) 1 ΑΑΔ 2200

20 Σεπτεμβρίου, 2016

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στές]

 

A.I.A.S (ADVANCED INTELLIGENT AUTOMATIC SYSTEMS) LTD,

 

Εφεσείοντες,

 

v.

 

ΔΗΜΗΤΡΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ,

 

Εφεσιβλήτων.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 277/2011)

 

 

Συμβάσεις ― Συμφωνία δανείου μετατρέψιμου σε μετοχές ― Χρηματιστήριο ― Συμφωνία για παροχή δανείου μετατρέψιμου σε μετοχές,  μεταξύ των εφεσιβλήτων και των εφεσειόντων ― Στη βάση προς όφελος των εφεσιβλήτων, της μη μετατροπής του δανείου των εφεσειόντων σε μετοχές, η οποία δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, προωθήθηκε από τους εφεσείοντες η διασύνδεση των εφεσιβλήτων με τη «Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή Λτδ», ως τέτοιας καταλυτικής σημασίας ώστε η τελευταία ευθυνόμενη για τη μη δημοσιοποίηση των εφεσειόντων να την απάλλασσε από το χρέος του δανείου ― Κρίθηκε πρωτοδίκως ανεπιτυχής στα δεδομένα της υπόθεσης και επικυρώθηκε κατ' έφεση.

 

Δυνάμει εγγράφου συμφωνίας για παροχή δανείου ύψους £200.000 μετατρέψιμου σε μετοχές, ημερ. 7.8.2000, μεταξύ των εφεσιβλήτων, υπό την τότε επωνυμία «Επενδυτική Εταιρεία Δήμητρα Λτδ» και των εφεσειόντων, οι εφεσίβλητοι συμφώνησαν να παραχωρήσουν, όπως και ήταν παραδεκτό ότι παραχώρησαν στους εφεσείοντες, δάνειο ύψους £200.000 με τόκο προς 9% ετησίως πάνω στα ημερήσια χρεωστικά υπόλοιπα από την ημερομηνία παροχής του δανείου μέχρι εξοφλήσεως. Προνοείτο δε ρητά (όρος 2) ότι το εν λόγω δάνειο, πλέον συμφωνηθέντες τόκοι, θα καθίστατο πληρωτέο και απαιτητό στις 7.8.2002.

 

Δυνάμει των όρων 8 και 9 της συμφωνίας:

 

«8. Ο χρεώστης θα δικαιούται, εφόσον οι μετοχές της εταιρείας εισαχθούν στο χρηματιστήριο ενωρίτερα από της 7/8/2002 να μετατρέψει εντός 28 ημερών το ποσό που δανείζεται (συμπεριλαμβανομένων και των τόκων) σε συνήθεις μετοχές της εταιρείας AIAS (ADVANCED INTELLIGENT AUTOMATIC SYSTEMS) LTD στη τιμή της δημόσιας πρόσκλησης προς το κοινό έκδοσης σεντ ανά μετοχή.

 

9. Ο χρεώστης μέσα σε διάστημα 28 ημερών από την εισαγωγή των μετοχών στο Χρηματιστήριο θα εκδώσει και παραχωρήσει στην εταιρεία μετοχές της εταιρείας AIAS (ADVANCED INTELLIGENT AUTOMATIC SYSTEMS) LTD. Οι μετοχές οι οποίες θα εγγραφούν επ' ονόματι της εταιρείας θα λογίζονται πληρωθείσες και θα έχουν δικαιώματα σε μερίσματα από την ημερομηνία παραχώρησης του δανείου ως και τα ίδια δικαιώματα με τις ήδη εκδομένες μετοχές της εταιρείας.

 

Άμα τη έκδοση και παραχώρηση των μετοχών τότε το ποσό του δανείου θα εξοφλείται. Σε περίπτωση που ο χρεώστης δεν συμμορφωθεί με τα ανωτέρω, και δεν εκδώσει τις συμφωνηθείσες μετοχές στην εταιρεία τότε ολόκληρο το ποσό του δανείου καθίσταται οφειλόμενο και απαιτητό.»

 

Απετέλεσε κοινό έδαφος ότι οι εφεσείοντες δεν υπέβαλαν αίτηση για εισαγωγή των μετοχών της εταιρείας στο Χ.Α.Κ. εντός του συμφωνημένου χρόνου, με αποτέλεσμα το ποσό του δανείου και των τόκων να καταστεί στις 7.8.2002 οφειλόμενο, απαιτητό και πληρωτέο, ανερχόταν δε στο ποσό των £198.000 εν όψει του ότι οι εφεσείοντες κατέβαλαν στους εφεσίβλητους στις 9.9.2000 το ποσό των £2.000 έναντι του οφειλόμενου ποσού.

 

Οι εφεσείοντες προέβαλαν με την υπεράσπιση τους ότι υπαίτιοι για την παράβαση της συμφωνίας δανείου ήσαν οι εφεσίβλητοι κατά τρόπο ώστε να καταστεί η εκπλήρωση των όρων της αδύνατη.

 

Επιχειρήθηκε δε, δια των δικογράφων η διασύνδεση των εφεσιβλήτων με την εταιρεία «Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή Λτδ» η οποία ανήκε στο ίδιο συγκρότημα με το οποίο ανήκουν οι εφεσίβλητοι και η οποία ανέλαβε τη δημοσιοποίηση των εφεσειόντων, εντός 24 μηνών από την υπογραφή της επίδικης συμφωνίας, δημοσιοποίηση η οποία ουδέποτε υλοποιήθηκε και/ή δεν ολοκληρώθηκε από υπαιτιότητα των εφεσιβλήτων και κατόπιν ρητής ή σιωπηρής συγκατάθεσης των τελευταίων.

 

Το Δικαστήριο αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία αποδέχθηκε την εκδοχή των εφεσιβλήτων, η οποία βρίσκει έρεισμα τόσο στην αξιόπιστη μαρτυρία του Νίκου Μιχαηλά (ΜΕ1), διευθυντή υπηρεσιών της «Λευκόνοικο» η οποία διαχειριζόταν όλα τα κεφάλαια και τις δραστηριότητες των εφεσιβλήτων και είχε προσωπική γνώση των γεγονότων, όσο και στα ενώπιον του τεκμήρια. Απέρριψε δε τις θέσεις των εφεσειόντων, οι οποίοι προσπάθησαν να διασυνδέσουν την επίδικη συμφωνία με τη συμφωνία μεταξύ των εφεσειόντων αφενός και της «Λευκόνοικο» αφετέρου, ενώ αποδέχθηκε ως ικανοποιητικές τις εξηγήσεις του μάρτυρα ως προς την ιδιότητα ενός εκ των υπογραφέων της επίδικης συμφωνίας, του Χατζηξενοφώντος, ο οποίος υπογράφει μεν αμφότερες τις συμφωνίες  αλλά υπό διαφορετική ιδιότητα: Την επίδικη συμφωνία την υπέγραψε ως διαχειριστής των εφεσιβλήτων δυνάμει της μεταξύ τους συμφωνίας (τεκμήριο 2), ενώ τη συμφωνία (τεκμήριο 9), ως διευθύνων σύμβουλος του συγκροτήματος «Λευκόνοικο» στο οποίο ανήκει και η «Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή Λτδ».  Επρόκειτο το τεκμήριο 2 για συμφωνητικό έγγραφο παροχής υπηρεσιών ημερ. 10.5.2002, μεταξύ των εφεσιβλήτων και της «Λευκόνοικο», ενώ όπως ήταν και εύρημα του Δικαστηρίου κατά την ημέρα καταχώρισης της επίδικης αγωγής η «Λευκόνοικο» στην ουσία δεν ασκούσε πλέον τη διαχείριση των κεφαλαίων και εργασιών των τότε εναγόντων-εφεσιβλήτων.

 

Παρά το γεγονός ότι η υπογραφή των δύο εγγράφων από το ίδιο πρόσωπο ενδεχομένως να δημιούργησε κάποια σύγχυση, το Δικαστήριο ανεπιφύλακτα αποδέχθηκε ότι από το λεκτικό των ανωτέρω συμφωνιών (τεκμήρια 2, 3 και 9) προέκυπτε με σαφήνεια και δεν ήταν δυνατόν να αμφισβητηθεί, ποια ήταν η ταυτότητα των αντισυμβαλλομένων μερών. Οι ισχυρισμοί δε των εφεσειόντων ότι η εμπλοκή του εν λόγω Χατζηξενοφώντος καθιστούσε υπεύθυνους, τόσο στους εφεσίβλητους όσο και τη «Λευκόνοικο», και ότι όλες οι υποχρεώσεις που πηγάζουν από τις συμφωνίες, οι οποίες επιχειρήθηκε να διασυνδεθούν, αλλά και από άλλες κατ' ισχυρισμόν παράπλευρες προφορικές συμφωνίες, απορρίφθηκαν.

 

Θεωρώντας ότι τα γεγονότα της υπόθεσης αλλά και οι ισχυρισμοί των εφεσειόντων ήταν αρκετά παρόμοιοι με αυτούς της Yiorika Enterprises Ltd v. Δήμητρα Επενδυτική Δημόσια Λίμιτεδ (2010) 1 Α.Α.Δ. 167, εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης, απορρίπτοντας ακολούθως και την ανταξίωση.

 

Η έφεση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

α) Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέτυχε να κατανοήσει τον πραγματικό σκοπό της επίδικης συναλλαγής της χορήγησης δανείου μετατρέψιμου σε μετοχές.

 

β) Εσφαλμένα δεν αντιλήφθηκε ότι η πραγματική βούληση των συμβαλλομένων ήταν η αποπληρωμή του δανείου με την έκδοση μετοχών των εφεσειόντων κατά τη διαδικασία δημοσιοποίησης την οποία ανέλαβαν οι εφεσίβλητοι μέσω της αντιπροσώπου τους «Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή».

 

γ) Το Δικαστήριο εσφαλμένα στηρίχθηκε στην απόφαση Yiorika Enterprises Ltd (κατωτέρω), εφόσον τα γεγονότα της υπόθεσης και το περιεχόμενο της συμφωνίας διαφοροποιούνταν σε μεγάλο βαθμό σε σχέση με την παρούσα.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων αναζητούνται από το ίδιο το σώμα της συμφωνίας. Τα όσα προβλήθηκαν από τους εφεσείοντες δεν ήταν δυνατόν να θέσουν εκ ποδών τους ρητούς όρους της.

2.  Η εισήγηση του συνηγόρου για διαφοροποίηση από τη Yiorika (κατωτέρω) δεν ήταν ορθή. Αντιθέτως τα γεγονότα της παρούσης είναι όντως ταυτόσημα  με τα γεγονότα της εν λόγω υπόθεσης.

3.  Και στην παρούσα περίπτωση, οι πρόνοιες της συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων ήσαν ξεκάθαρες και δεν επιδέχονταν οποιασδήποτε αμφισβήτηση.

4.  Δεν προέκυπτε ζήτημα ερμηνείας ώστε να αναζητηθεί η πραγματική πρόθεση των μερών. Η συμφωνία ήταν σαφής. Η μη δημοσιοποίηση των εφεσειόντων και η ένταξη της στο ΧΑΚ ώστε να καθίστατο δυνατή η έκδοση μετοχών προς τους εφεσιβλήτους, προς εξόφληση του δανείου (που κατά τους όρους 8-9 της συμφωνίας αποτελούσε μια δυνατότητα και όχι υποχρέωση), καθιστούσε το δάνειο των ΛΚ200.000 οφειλόμενο και απαιτητό.

5.  Αυτή η μετατροπή του δανείου σε μετοχές των εφεσειόντων προς όφελος των εφεσιβλήτων δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Η διασύνδεση των εφεσιβλήτων με τη «Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή Λτδ», ως τέτοιας καταλυτικής σημασίας ώστε η τελευταία ευθυνόμενη για τη μη δημοσιοποίηση των εφεσειόντων να την απάλλασσε από το χρέος του δανείου, ήταν ανεπιτυχής στα δεδομένα της υπόθεσης.

6.  Όχι μόνο οι εφεσείοντες υπέγραψαν δύο εντελώς διαφορετικές συμφωνίας (τα περί ιδίων, σε κάποιο στάδιο, διευθύνσεων και ότι η συμφωνία δανείου ήταν σε επιστολόχαρτο της «Λευκόνοικο», δεν είναι ουσιώδη) ώστε να μην μπορεί να αρθεί το εταιρικό πέπλο, υπό το φως της αυτονομίας της κάθε νομικής οντότητας κατά τη Salomon v. Salomon (ανωτέρω) αλλά ούτε οι ίδιοι οι εφεσείοντες ήγειραν αγωγή εναντίον της «Λευκόνοικο», ούτε και επιχείρησαν και να την εισαγάγουν ως τριτοδιάδικο μέρος στην εναντίον τους αγωγή από τους εφεσίβλητους.

7.    Η μη προβολή ως λανθασμένου του ευρήματος του Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία του μάρτυρα, ΜΕ1, με αυτοτελή λόγο έφεσης και συγκεκριμένα η κατάληξη του Δικαστηρίου κατά την αξιολόγηση του μοναδικού μάρτυρα υπεράσπισης, ΜΥ1, ότι ο τελευταίος μετέφερε στο Δικαστήριο υποκειμενική αντίληψη γεγονότων, που δεν υποστηρίζονταν από το σύνολο της μαρτυρίας, δεν επέτρεπε περαιτέρω συζήτηση ζητημάτων που εγείρονταν με την αιτιολογία του τρίτου λόγου έφεσης.

 

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Salomon v. Salomon [1897] 2 A.C. 22,

 

N. M. Michaelides v. Hickman (1988) 1 C.L.R. 98,

 

Yiorika Enterprises Ltd v. Δήμητρα Επενδυτική Δημόσια Λίμιτεδ (2010) 1 Α.Α.Δ. 167,

 

Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος v. Χατζηνέστορος (1989) 1 Α.Α.Δ. 204,

 

Γεωργική εταιρεία Δ.Γ. Φούτας v. Εταιρεία Βάσος Έμποροι Γεωργικών Προϊόντων Λτδ (1993) 1 Α.Α.Δ. 168,

 

Λάμπρου v. Παράσχου κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 397,

 

Οικονόμου κ.ά. v. Ττοφινή (1993) 1 Α.Α.Δ. 463,

 

Αντωνίου ν. Γεστάμη & Σία Λτδ κ.ά. (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 1070,

 

Χατζηπαύλου v. Κυριάκου κ.ά. (2006) 1(Α) Α.Α.Δ. 236,

 

Παπαδοπούλου v. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 173,

 

Νικολάου v. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 376, ECLI:CY:AD:2014:B344.

 

Έφεση.

 

Έφεση από τους Εναγόμενους εναντίον της απόφασης τους Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Πογιατζής, Π.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 11837/2004), ημερομηνίας 31/5/2011.

 

Στ. Σάββα για Παπαντωνίου & Παπαντωνίου ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες.

 

Σ. Δράκος, για τους Εφεσίβλητους.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει η Δικαστής Μιχαηλίδου.

 

MΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Δυνάμει εγγράφου συμφωνίας για παροχή δανείου ύψους £200.000 μετατρέψιμου σε μετοχές, ημερ. 7.8.2000, μεταξύ των εφεσιβλήτων, υπό την τότε επωνυμία «Επενδυτική Εταιρεία Δήμητρα Λτδ» και των εφεσειόντων, οι εφεσίβλητοι συμφώνησαν να παραχωρήσουν, όπως και είναι παραδεκτό ότι παραχώρησαν στους εφεσείοντες, δάνειο ύψους £200.000 με τόκο προς 9% ετησίως πάνω στα ημερήσια χρεωστικά υπόλοιπα από την ημερομηνία παροχής του δανείου μέχρι εξοφλήσεως. Προνοείτο δε ρητά (όρος 2) ότι το εν λόγω δάνειο, πλέον συμφωνηθέντες τόκοι, θα καθίστατο πληρωτέο και απαιτητό στις 7.8.2002.

 

Δυνάμει των όρων 8 και 9 παρεχόταν στους εφεσίβλητους το δικαίωμα:

 

«8. Ο χρεώστης θα δικαιούται, εφόσον οι μετοχές της εταιρείας εισαχθούν στο χρηματιστήριο ενωρίτερα από της 7/8/2002 να μετατρέψει εντός 28 ημερών το ποσό που δανείζεται (συμπεριλαμβανομένων και των τόκων) σε συνήθεις μετοχές της εταιρείας AIAS (ADVANCED INTELLIGENT AUTOMATIC SYSTEMS) LTD στη τιμή της δημόσιας πρόσκλησης προς το κοινό έκδοσης σεντ ανά μετοχή.

 

9. Ο χρεώστης μέσα σε διάστημα 28 ημερών από την εισαγωγή των μετοχών στο Χρηματιστήριο θα εκδώσει και παραχωρήσει στην εταιρεία μετοχές της εταιρείας AIAS (ADVANCED INTELLIGENT AUTOMATIC SYSTEMS) LTD. Οι μετοχές οι οποίες θα εγγραφούν επ' ονόματι της εταιρείας θα λογίζονται πληρωθείσες και θα έχουν δικαιώματα σε μερίσματα από την ημερομηνία παραχώρησης του δανείου ως και τα ίδια δικαιώματα με τις ήδη εκδομένες μετοχές της εταιρείας.

 

Άμα τη έκδοση και παραχώρηση των μετοχών τότε το ποσό του δανείου θα εξοφλείται. Σε περίπτωση που ο χρεώστης δεν συμμορφωθεί με τα ανωτέρω, και δεν εκδώσει τις συμφωνηθείσες μετοχές στην εταιρεία τότε ολόκληρο το ποσό του δανείου καθίσταται οφειλόμενο και απαιτητό.»

 

Αποτελεί κοινό έδαφος ότι οι εφεσείοντες δεν υπέβαλαν αίτηση για εισαγωγή των μετοχών της εταιρείας στο Χ.Α.Κ. εντός του συμφωνημένου χρόνου, με αποτέλεσμα το ποσό του δανείου και των τόκων να καταστεί στις 7.8.2002 οφειλόμενο, απαιτητό και πληρωτέο, ανερχόταν δε στο ποσό των £198.000 εν όψει του ότι οι εφεσείοντες κατέβαλαν στους εφεσίβλητους στις 9.9.2000 το ποσό των £2.000 έναντι του οφειλόμενου ποσού.

 

Οι εφεσείοντες εισάγουν με την υπεράσπιση τους ότι υπαίτιοι για την παράβαση της συμφωνίας δανείου ήσαν οι εφεσίβλητοι κατά τρόπο ώστε να καταστεί η εκπλήρωση των όρων της αδύνατη. Η εν λόγω θέση στηρίζεται στην ερμηνεία που αποδίδουν οι τελευταίοι στην επίδικη συμφωνία, προβάλλοντας ότι το αντάλλαγμα και/ή η αντιπαροχή για τη δανειοδότηση τους, ουδέποτε θα ήταν χρηματικό: η αποπληρωμή του δανείου θα γινόταν αποκλειστικά και μόνο δια της μετατροπής του σε μετοχές των εφεσειόντων, οι οποίες θα εκδίδονταν και μεταβιβάζονταν επ' ονόματι των εφεσιβλήτων δυνάμει του όρου 9 ανωτέρω, της συμφωνίας, αλλά και των ρητών προφορικών διαβεβαιώσεων προ της υπογραφής της επίδικης συμφωνίας, που δόθηκαν εκ μέρους των εφεσιβλήτων, με δεδομένο ότι οι εφεσείοντες, οι οποίοι αντιμετώπιζαν ως μικρή εταιρεία πολλά οικονομικά προβλήματα, ουδέποτε ήταν σε θέση να καταβάλουν το ποσό του δανείου κατ' άλλο τρόπο, εκτός δια της μετατροπής του σε μετοχές, ως ανωτέρω.

 

Κατά δεύτερον, επιχειρείται δια των δικογράφων η διασύνδεση των εφεσιβλήτων με την εταιρεία «Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή Λτδ» η οποία ανήκε στο ίδιο συγκρότημα με το οποίο ανήκουν οι εφεσίβλητοι και η οποία ανέλαβε τη δημοσιοποίηση των εφεσειόντων, εντός 24 μηνών από την υπογραφή της επίδικης συμφωνίας, δημοσιοποίηση η οποία ουδέποτε υλοποιήθηκε και/ή δεν ολοκληρώθηκε από υπαιτιότητα των εφεσιβλήτων και κατόπιν ρητής ή σιωπηρής συγκατάθεσης των τελευταίων.  Διασυνδέονται οι εφεσίβλητοι με τη «Λευκόνοικο» ως ανήκουσα στο ίδιο συγκρότημα εταιρειών, την οποία οι εφεσίβλητοι τους επέβαλαν, εξ του και η υπογραφή της σχετικής συμφωνίας (τεκμήριο 9) με θέμα «Εισαγωγή αξιών της εταιρείας ADVANCED INTELLIGENT AUTOMATIC SYSTEMS LTD (AIAS) στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου», ημερ. 7.8.2000, της ιδίας ημερομηνίας με την επίδικη.  Στη βάση της τελευταίας πρότασης, οι εφεσείοντες προβάλλουν, ότι οι εφεσίβλητοι εμποδίζονται (estoppel) από του να απαιτήσουν αποπληρωμή του επιδίκου δανείου με άλλο τρόπο από τα, κατά τη δική τους ερμηνεία, συμφωνηθέντα.

 

Προβάλλοντας τις υποσχέσεις και ρητές διαβεβαιώσεις των εφεσιβλήτων, ότι οι τελευταίοι θα προέβαιναν σε περαιτέρω δανειοδότηση τους, ώστε να καταστεί δυνατή η δημοσιοποίηση των μετοχών και η εκπλήρωση του σκοπού της μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας, κάτι που παρέλειψαν να πράξουν, με αποτέλεσμα τη μη δημοσιοποίηση των μετοχών τους ανταξίωναν £400.000.

 

Το Δικαστήριο αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία αποδέχθηκε την εκδοχή των εφεσιβλήτων, η οποία βρίσκει έρεισμα τόσο στην αξιόπιστη μαρτυρία του Νίκου Μιχαηλά (ΜΕ1), διευθυντή υπηρεσιών της «Λευκόνοικο» η οποία διαχειριζόταν όλα τα κεφάλαια και τις δραστηριότητες των εφεσιβλήτων και είχε προσωπική γνώση των γεγονότων, όσο και στα ενώπιον του τεκμήρια.  Απέρριψε δε τις θέσεις των εφεσειόντων, οι οποίοι προσπάθησαν να διασυνδέσουν την επίδικη συμφωνία με τη συμφωνία μεταξύ των εφεσειόντων αφενός και της «Λευκόνοικο» αφετέρου (τεκμήριο 9), ενώ αποδέχθηκε ως ικανοποιητικές τις εξηγήσεις του μάρτυρα ως προς την ιδιότητα ενός εκ των υπογραφέων της επίδικης συμφωνίας, του Χατζηξενοφώντος, ο οποίος υπογράφει μεν αμφότερες τις συμφωνίες (τεκμήρια 3 και 9) αλλά υπό διαφορετική ιδιότητα: Την επίδικη συμφωνία την υπέγραψε ως διαχειριστής των εφεσιβλήτων δυνάμει της μεταξύ τους συμφωνίας (τεκμήριο 2), ενώ τη συμφωνία (τεκμήριο 9), ως διευθύνων σύμβουλος του συγκροτήματος «Λευκόνοικο» στο οποίο ανήκει και η «Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή Λτδ». Επρόκειτο σημειώνουμε, το τεκμήριο 2 για συμφωνητικό έγγραφο παροχής υπηρεσιών ημερ. 10.5.2002, μεταξύ των εφεσιβλήτων και της «Λευκόνοικο», ενώ όπως ήταν και εύρημα του Δικαστηρίου κατά την ημέρα καταχώρισης της επίδικης αγωγής η «Λευκόνοικο» στην ουσία δεν ασκούσε πλέον τη διαχείριση των κεφαλαίων και εργασιών των τότε εναγόντων-εφεσιβλήτων.

 

Παρά το γεγονός ότι η υπογραφή των δύο εγγράφων από το ίδιο πρόσωπο ενδεχομένως να δημιούργησε κάποια σύγχυση, το Δικαστήριο ανεπιφύλακτα αποδέχθηκε ότι από το λεκτικό των ανωτέρω συμφωνιών (τεκμήρια 2, 3 και 9) προκύπτει με σαφήνεια και δεν είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί, ποια είναι η ταυτότητα των αντισυμβαλλομένων μερών. Οι ισχυρισμοί δε των εφεσειόντων ότι η εμπλοκή του εν λόγω Χατζηξενοφώντος καθιστά υπεύθυνους, τόσο στους εφεσίβλητους όσο και τη «Λευκόνοικο», και ότι όλες οι υποχρεώσεις που πηγάζουν από τις συμφωνίες, οι οποίες επιχειρήθηκε να διασυνδεθούν, αλλά και από άλλες κατ' ισχυρισμόν παράπλευρες προφορικές συμφωνίες, απορρίφθηκαν. Στη βάση δε της αρχής που όρισε η Salomon v. Salomon [1897] 2 A.C. 22, ότι μια εγγεγραμμένη εταιρεία αποτελεί διαφορετική νομική οντότητα από τα μέλη της, N. M. Michaelides v. Hickman (1988) 1 C.L.R. 98, 100, και στη βάση των ρητών όρων των δύο συμφωνιών, έκρινε ότι δεν υφίστατο παρανόηση ως προς τη ιδιότητα των αντισυμβαλλομένων. Θεωρώντας ότι τα γεγονότα της υπόθεσης αλλά και οι ισχυρισμοί των εφεσειόντων ήταν αρκετά παρόμοιοι με αυτούς της Yiorika Enterprises Ltd v. Δήμητρα Επενδυτική Δημόσια Λίμιτεδ (2010) 1 Α.Α.Δ. 167, εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης, απορρίπτοντας ακολούθως και την ανταξίωση.

 

Οι εφεσείοντες προώθησαν τέσσερις λόγους έφεσης, οι τρεις σε αναφορά με την απαίτηση και ο τέταρτος με την εσφαλμένη απόρριψη της ανταπαίτησης. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι πολλαπλές αιτιολογίες που καταγράφονται σε υποστήριξη του κάθε λόγου έφεσης όχι μόνο παραβιάζουν τη διάταξη της Δ.35 θ.4, όπως τροποποιήθηκε την 24.2.1995, αλλά προκαλούν σύγχυση και ως προς την έκταση και το περιεχόμενο του κάθε λόγου έφεσης.

 

Παραπονούνται οι εφεσείοντες ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο απέτυχε να κατανοήσει τον πραγματικό σκοπό της επίδικης συναλλαγής της χορήγησης δανείου μετατρέψιμου σε μετοχές.  Εσφαλμένα επίσης δεν αντιλήφθηκε ότι η πραγματική βούληση των συμβαλλομένων ήταν η αποπληρωμή του δανείου με την έκδοση μετοχών των εφεσειόντων κατά τη διαδικασία δημοσιοποίησης την οποία ανέλαβαν οι εφεσίβλητοι μέσω της αντιπροσώπου τους «Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή». Στηριζόμενος ο συνήγορος των εφεσειόντων, εν τη ρύμη του λόγου του ΜΕ1, όπως οι ίδιοι την εννοούν, παραδοχή, ότι η χρηματική αντιπαροχή κατά τον χρόνο της παραχώρησης του δανείου ήταν «αδύνατη», εισηγείται ότι η πραγματική ερμηνεία της συμφωνίας οδηγεί στο μόνο λογικό συμπέρασμα στο οποίο το Δικαστήριο απέτυχε να καταλήξει: απαραίτητη προϋπόθεση να καθίστατο το χρέος απαιτητό ήταν η δημοσιοποίηση της εναγομένης και η έκδοση μετοχών προς εξόφληση του, γεγονός που δεν επιτεύχθηκε, εξ αποκλειστικής υπαιτιότητας των εφεσιβλήτων και/ή της «Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή», προς τούτο δε λανθασμένα δεν ήρε το εταιρικό πέπλο μεταξύ των δύο. Στη βάση των ανωτέρω θεωρεί ότι το Δικαστήριο εσφαλμένα στηρίχθηκε στην απόφαση Yiorika Enterprises Ltd (ανωτέρω), εφόσον τα γεγονότα της υπόθεσης και το περιεχόμενο της συμφωνίας διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό σε σχέση με την παρούσα.

 

Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων αναζητούνται από το ίδιο το σώμα της συμφωνίας. Τα όσα προβλήθηκαν από τους εφεσείοντες δεν είναι δυνατόν να θέσουν εκ ποδών τους ρητούς όρους της. Η εισήγηση του συνηγόρου για διαφοροποίηση από τη Yiorika (ανωτέρω) δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Αντιθέτως τα γεγονότα της παρούσης είναι όντως ταυτόσημα θα λέγαμε με τα γεγονότα της εν λόγω υπόθεσης. Και στην παρούσα περίπτωση, οι πρόνοιες της συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων ήσαν ξεκάθαρες και δεν επιδέχονται οποιασδήποτε αμφισβήτησης. Δεν προκύπτει ζήτημα ερμηνείας ώστε να αναζητηθεί η πραγματική πρόθεση των μερών (Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος v. Χατζηνέστορος (1989) 1 Α.Α.Δ. 204, Γεωργική εταιρεία Δ.Γ. Φούτας v. Εταιρεία Βάσος Έμποροι Γεωργικών Προϊόντων Λτδ (1993) 1 Α.Α.Δ. 168, Λάμπρου v. Παράσχου κ.α. (1993) 1 Α.Α.Δ. 397, Οικονόμου κ.ά. v. Ττοφινή (1993) 1 Α.Α.Δ. 463).

 

Η συμφωνία ήταν σαφής. Η μη δημοσιοποίηση των εφεσειόντων και η ένταξη της στο ΧΑΚ ώστε να καθίστατο δυνατή η έκδοση μετοχών προς τους εφεσιβλήτους, προς εξόφληση του δανείου (που κατά τους όρους 8-9 της συμφωνίας αποτελούσε μια δυνατότητα και όχι υποχρέωση), καθιστούσε το δάνειο των ΛΚ200.000 οφειλόμενο και απαιτητό. Αυτή η μετατροπή του δανείου σε μετοχές των εφεσειόντων προς όφελος των εφεσιβλήτων δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Η διασύνδεση των εφεσιβλήτων με τη «Λευκόνοικο Χρηματιστηριακή Λτδ», ως τέτοιας καταλυτικής σημασίας ώστε η τελευταία ευθυνόμενη για τη μη δημοσιοποίηση των εφεσειόντων να την απάλλασσε από το χρέος του δανείου, ήταν ανεπιτυχής στα δεδομένα της υπόθεσης. Όχι μόνο οι εφεσείοντες υπέγραψαν δύο εντελώς διαφορετικές συμφωνίας (τα περί ιδίων, σε κάποιο στάδιο, διευθύνσεων και ότι η συμφωνία δανείου ήταν σε επιστολόχαρτο της «Λευκόνοικο», δεν είναι ουσιώδη) ώστε να μην μπορεί να αρθεί το εταιρικό πέπλο, υπό το φως της αυτονομίας της κάθε νομικής οντότητας κατά τη Salomon v. Salomon (ανωτέρω) αλλά ούτε οι ίδιοι οι εφεσείοντες ήγειραν αγωγή εναντίον της «Λευκόνοικο», ούτε και επιχείρησαν και να την εισαγάγουν ως τριτοδιάδικο μέρος στην εναντίον τους αγωγή από τους εφεσίβλητους.

 

Η μη προβολή ως λανθασμένου του ευρήματος του Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία του μάρτυρα, ΜΕ1, με αυτοτελή λόγο έφεσης και συγκεκριμένα η κατάληξη του Δικαστηρίου κατά την αξιολόγηση του μοναδικού μάρτυρα υπεράσπισης, ΜΥ1, ότι ο τελευταίος μετέφερε στο Δικαστήριο υποκειμενική αντίληψη γεγονότων, που δεν υποστηρίζονταν από το σύνολο της μαρτυρίας, δεν επιτρέπει περαιτέρω συζήτηση ζητημάτων που εγείρονται με την αιτιολογία του τρίτου λόγου έφεσης.

 

Η αρμοδιότητα για αξιολόγηση της μαρτυρίας ανήκει κατ' εξοχήν στο πρωτόδικο Δικαστήριο που έχει την ευκαιρία να παρατηρήσει τους μάρτυρες που καταθέτουν ενώπιον του. Επέμβαση από το Εφετείο χωρεί μόνο κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις (Αντωνίου v. Γεστάμη & Σία Λτδ κ.ά. (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 1070, Χατζηπαύλου v. Κυριάκου κ.ά. (2006) 1(Α) Α.Α.Δ. 236, Παπαδοπούλου v. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 173 και Νικολάου v. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 376, ECLI:CY:AD:2014:B344). Ως εκ τούτου τόσο ο 3ος λόγος έφεσης όσο και ο 4ος τίθενται εκ ποδών.

 

Εν όψει των ανωτέρω, είναι η διαπίστωση μας ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εκτίμησε ορθά τα ενώπιον του γεγονότα όπως ορθά επίσης και στη σωστή της διάσταση εξέλαβε τη συμφωνία μεταξύ των διαδίκων. Τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε είναι απολύτως ασφαλή και δικαιολογούν το αποτέλεσμα. Οι λόγοι έφεσης  απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο