ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D380
(2016) 1 ΑΑΔ 1909
27 Ιουλίου, 2016
[ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ
ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ)
ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΥ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ME ΤΑ TOΥΣ ΠΕΡΙ ΦΥΛΑΚΩΝ ΝΟΜΟ ΚΑΙ
ΠΕΡΙ ΦΥΛΑΚΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ 1996 ΚΑΙ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 14Α(1)-(6), 14Γ, 14Δ, 14Η ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ
ΚΕΦ. 10 ΚΑΝ. 121(1), (2), (7) ΚΑΙ ΚΕΦ. 13, ΚΑΝ. 12(1), (2),
12Β, (14) (1), (2), Δ.166(9) ΚΑΙ 11 ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΔΙΚΩΝ ΝΟ. 112, 1983 ΚΑΙ
ΜΕ ΤΙΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥΣ 43-50 ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΩΝ ΣΗΜΕΙΩΣΕΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΑΡΘΡΟ 5(1) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΓΕΝΙΚΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΧΩΡΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΑΣ ΗΠΑ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟΣ
ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35
ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ,
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΧΕΔΙΑΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΤΟΝ
ΚΥΡΙΑΚΟ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΗΣ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008, ΚΕΦ. 105,
ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 343/2003 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
ΤΟ ΝΟΜΟ 3 ΤΟΥ 153(1) ΤΟΥ 2011 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 63/2016)
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Απορριπτική κατάληξη σε αίτηση έκδοσης προνομιακού εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus, προς απελευθέρωση του αιτητή ο οποίος εξέτιε στην Κύπρο ποινή που του επιβλήθηκε στις ΗΠΑ ύστερα από σχετική του καταδίκη για σοβαρά εγκλήματα ― Ήταν ορθή και νόμιμη η απόφαση της αρμόδιας αρχής της Κυπριακής Δημοκρατίας για συνέχιση της εκτέλεσης της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης και δεν συνέτρεχε οποιοσδήποτε λόγος για μετατροπή της κύρωσης ― Η συνδρομή παρανομίας συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για σκοπούς επίκλησης της διαδικασίας ενταλμάτων αυτού του τύπου.
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Στόχο έχει τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη και παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση ― Η δικαιοδοσία για την έκδοση εντάλματος αυτής της μορφής, ασκείται μόνο στις περιπτώσεις όπου στοιχειοθετείται παράνομη κράτηση ή φυλάκιση.
Στις 8.12.1995 ο Αιτητής καταδικάστηκε από αρμόδιο δικαστήριο της πολιτείας της Καλιφόρνιας των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, σε δύο ποινές ισόβιας φυλάκισης (25 years to life and 7 years to life), για τα αδικήματα του φόνου εκ προμελέτης και της απόπειρας φόνου αντίστοιχα, εγκλήματα που διέπραξε στις 6.9.1994. Το δικαστήριο διέταξε όπως εκτίσει τις ποινές του διαδοχικά. Περαιτέρω, στον Αιτητή επιβλήθηκε και ποινή φυλάκισης 4 ετών για το αδίκημα της χρήσης πυροβόλου όπλου. Η έκτιση των ποινών φυλάκισης άρχισε από τις 2.1.1996.
Μετά την καταδίκη του ο Αιτητής υπέβαλε αίτημα στις αρμόδιες αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας και των ΗΠΑ για μεταφορά του και έκτιση της ποινής που του είχε επιβληθεί, στην Κύπρο. Το υπό αναφορά αίτημά του εγκρίθηκε από το αρμόδιο Υπουργείο Δικαιοσύνης της Κυπριακής Δημοκρατίας και τις αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων, η οποία κυρώθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία με τον περί της Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων (Κυρωτικό) Νόμο, Ν.14/1986 και στην οποία συμβαλλόμενο μέρος είναι και οι ΗΠΑ (η Σύμβαση). Ο Αιτητής, αφού εν τω μεταξύ έλαβαν χώραν όλες οι απαραίτητες και νόμιμες διευθετήσεις δυνάμει της Σύμβασης, μεταφέρθηκε στην Κύπρο στις 22.2.2012, προκειμένου να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής φυλάκισής του στις Κεντρικές Φυλακές.
Μετά τη μεταφορά του στις Κεντρικές Φυλακές, ο Αιτητής προχώρησε στην αποστολή επιστολών προς το υπουργείο Δικαιοσύνης ζητώντας επανειλημμένα την αποφυλάκισή του, προβάλλοντας ότι είχε εκτίσει ολόκληρη την ποινή του. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης απευθύνθηκε προς το αντίστοιχο Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ με επιστολή του ημερομηνίας 29.10.2014, ζητώντας διευκρινίσεις αναφορικά με την επιβληθείσα στον Αιτητή ποινή. Στις 22.12.2014 το προαναφερθέν Υπουργείο των ΗΠΑ απέστειλε τις απαραίτητες διευκρινίσεις.
Ο Αιτητής, προβάλλοντας ότι η περαιτέρω κράτησή του στις Κεντρικές Φυλακές είναι παράνομη, αδικαιολόγητη και καταχρηστική, καταχώρησε την παρούσα αίτηση επιδιώκοντας την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus.
Αξίωσε ένταλμα με το οποίο να κηρυσσόταν η διάρκεια της κράτησης και φυλάκισής του παράνομη και να διατασσόταν η απελευθέρωση του.
Προέβαλε ότι, όταν μεταφέρθηκε στην Κύπρο στις 22.2.2012, δεν παρουσιάστηκε ενώπιον δικαστηρίου με σκοπό εξέτασης της περίπτωσής του και ανάλογης προσαρμογής της ποινής που του επιβλήθηκε, ούτως ώστε να συνάδει με τους νόμους και κανονισμούς της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Συνακόλουθα εισηγήθηκε ότι βρίσκεται στις Κεντρικές Φυλακές χωρίς διάταγμα κυπριακού δικαστηρίου, και, ως αποτέλεσμα, έλαβε χώραν μια παράνομη και αυθαίρετη μετατροπή της ποινής του σε δύο ποινές διά βίου χωρίς χάρες, ήτοι ποινή δυσμενέστερης μορφής από εκείνη που είχε επιβληθεί από το δικαστήριο του «Κράτους καταδίκης».
Αποφασίστηκε ότι:
1. Στην υπό κρίση περίπτωση, κατ' εφαρμογή των προνοιών της Σύμβασης και του προαναφερθέντος Κυρωτικού Νόμου 14/1986, οι προϋποθέσεις μεταφοράς καταδίκου από το Κράτος καταδίκης στο Κράτος εκτέλεσης είχαν εκπληρωθεί.
2. Όπως εντοπιζόταν από το σύνολο των εγγράφων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, το Κράτος εκτέλεσης είχε προμηθευτεί με όλα τα απαραίτητα έγγραφα και η αρμόδια αρχή της Κυπριακής Δημοκρατίας, ήτοι ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, συμφωνώντας για τη μεταφορά του Αιτητή, εξέδωσε ανάλογο ένταλμα στις 6.2.2012.
3. Το Κράτος εκτέλεσης, η Κυπριακή Δημοκρατία, κατ' ακολουθία του Άρθρου 9(1)(α) της Σύμβασης, επέλεξε, ως είχε τη δυνατότητα, να συνεχίσει την εκτέλεση της καταδίκης του Αιτητή.
4. Η αντίθετη θέση του ευπαίδευτου συνήγορου του Αιτητή περί μετατροπής της καταδίκης με απόφαση του Κράτους εκτέλεσης προς υποκατάσταση της κύρωσης που επιβλήθηκε από το Κράτος καταδίκης με κύρωση που προβλέπεται για το ίδιο αδίκημα από το δίκαιο του Κράτους εκτέλεσης, κατ' ακολουθία του Άρθρου 9(1)(β), είναι αστήριχτη.
5. Όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα συνηγορούσαν υπέρ της θέσης της Καθ' ης η αίτηση ότι το Κράτος εκτέλεσης επέλεξε τη συνέχιση της εκτέλεσης της ποινής του Αιτητή. Υπό το πρίσμα αυτό η Κυπριακή Δημοκρατία, κατ' ακολουθία του Άρθρου 10(1) της Σύμβασης, δεσμευόταν από τη νομική φύση και τη διάρκεια της καταδίκης όπως καθορίστηκε από το Κράτος καταδίκης.
6. Η Επεξηγηματική Εκθεση της Σύμβασης (Explanatory Report to the Convention on the Transfer of Sentenced Persons), σε σχέση με το Άρθρο 10 της Σύμβασης (παράγραφοι 49 και 50 της Έκθεσης), είναι απόλυτα διαφωτιστική.
7. Στην προκειμένη περίπτωση η καταδίκη του Αιτητή δεν ήταν ούτε ως προς τη φύση της, αλλά ούτε και ως προς τη διάρκεια της ασυμβίβαστη με το δίκαιο της Κυπριακής Δημοκρατίας, του κράτους δηλαδή εκτέλεσης.
8. Συνεπώς, δεν τίθετο ζήτημα προσαρμογής της κύρωσης με τιμωρία που προβλέπεται από το δικό μας σύστημα δικαίου. Ο Αιτητής καταδικάστηκε από αρμόδιο δικαστήριο των ΗΠΑ για εγκλήματα ιδιαίτερα σοβαρής μορφής: Του φόνου εκ προμελέτης και της απόπειρας φόνου. Είναι αδικήματα για τα οποία και στην Κύπρο προβλέπονται ποινές ισόβιας φυλάκισης.
9. Η ποινή μάλιστα της ισόβιας φυλάκισης είναι υποχρεωτική εκ του νόμου σε ό,τι αφορά το έγκλημα του φόνου εκ προμελέτης. Ούτε και είναι ασυμβίβαστη με το δίκαιό μας η επιβολή διαδοχικών ποινών φυλάκισης, συμπεριλαμβανομένων ποινών διά βίου φυλάκισης.
10. Με βάση τα πιο πάνω, ήταν ορθή και νόμιμη η απόφαση της αρμόδιας αρχής της Κυπριακής Δημοκρατίας για συνέχιση της εκτέλεσης της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης και δεν συνέτρεχε οποιοσδήποτε λόγος για μετατροπή της κύρωσης.
11. Με αυτά ως δεδομένα, η Κυπριακή Δημοκρατία δεσμευόταν από τη νομική φύση και τη διάρκεια της καταδίκης που επιβλήθηκε από το αρμόδιο δικαστήριο των ΗΠΑ.
12. Η εκτέλεση της καταδίκης διέπεται από τη νομοθεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας ως Κράτος εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των κανόνων που αφορούν απόφαση για αποφυλάκιση υπό όρους.
13. Έστω και αν οι ποινές της ισόβιας φυλάκισης δεν προσδιοριζόντουσαν ως φυλάκιση για το υπόλοιπο της ζωής του Αιτητή και αν ακόμη υπολογιζόταν το χρονικό διάστημα των «πιστώσεων» στη βάση που έθεσε ο συνήγορος του Αιτητή και πάλιν, δεδομένης της διαδοχικότητας των ποινών, ως ημερομηνία χρόνου αποφυλάκισης υπό όρους θα ήταν η 10.11.2020.
14. Συνεπώς, δεν θα χωρούσε εξέταση εντάλματος Habeas Corpus στο παρόν στάδιο. Όπως έχει νομολογηθεί, ένταλμα Habeas Corpus μπορεί να εξεταστεί μόνο αν σε περίπτωση επιτυχίας του ο αιτητής θα απελευθερωθεί αμέσως. Δεδομένου ότι, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, ο Αιτητής δεν θα απολυόταν σήμερα, η αίτησή του θα κρινόταν ως πρόωρη και θα έπρεπε επίσης να απορριφθεί.
15. Τα πιο πάνω αδιαμφισβήτητα δεδομένα, εκθεμελίωναν την ουσιαστική προσέγγιση της πλευράς του Αιτητή, περί παράνομης κράτησής του στις Κεντρικές Φυλακές της Κυπριακής Δημοκρατίας.
16. Ο Αιτητής καταδικάστηκε από νόμιμο δικαστήριο και κρατείτο με νόμιμο έρεισμα στις Κεντρικές Φυλακές, αφού εξακολουθεί να εκτίει ποινές ισόβιας φυλάκισης.
17. Η διασύνδεση της δυνατότητας του Αιτητή να προσφύγει, εφόσον πληρούνται οι χρονικές προϋποθέσεις, στο Συμβούλιο Αποφυλάκισης Κρατουμένων επ' Αδεία, με την επίκληση της δικαιοδοσίας για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus, ήταν εσφαλμένη.
18. Το νόμιμο της κράτησης δεν συναρτάται με το χρόνο καταχώρησης αίτησης στο πιο πάνω Συμβούλιο, αλλά με την εκπνοή του χρόνου ποινής που του είχε επιβληθεί. Η πάροδος δηλαδή των 25 ετών που απαιτείται σύμφωνα με το Άρθρο 14Β(1)(α) του περί Φυλακών Νόμου του 1996, Ν. 63(Ι)/96, που καλύπτει ποινές φυλάκισης διά βίου που τρέχουν διαδοχικά, παρέχει μεν το δικαίωμα καταχώρησης αίτησης για αποφυλάκιση επ' αδεία, δεν καθιστά όμως παράνομη την κράτηση.
19. Σε προηγούμενο στάδιο, στις 20.6.2012, ο Αιτητής προσέφυγε στο Συμβούλιο Αποφυλάκισης, πλην όμως η αίτησή του απορρίφθηκε στις 17.6.2014. Ήταν η κρίση του υπό αναφορά Συμβουλίου ότι η αίτηση ήταν πρόωρη, αφού ο Αιτητής δεν συμπλήρωσε 25 χρόνια φυλάκισης, που απαιτούνται σύμφωνα με το περί Φυλακών Νόμο.
20. Παρά ταύτα, ο Αιτητής επανήλθε με νέα αίτησή του ημερομηνίας 26.6.2015, η οποία επίσης απορρίφθηκε ως πρόωρη, με απόφαση του Συμβουλίου Αποφυλάκισης ημερομηνίας 22.12.2015.
Η αίτηση απορρίφθηκε χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Χατζησάββας (1993) 1 Α.Α.Δ. 102,
Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55,
Σιμιανός (2004) 1 Α.Α.Δ. 657,
Φανιέρος v. Διευθυντή Φυλακών (2004) 1 Α.Α.Δ. 937,
Καυκαρής (Αρ. 3) (2004) 1 Α.Α.Δ. 1425.
Αίτηση.
Αλ. Κληρίδης, για τον Αιτητή.
E. Παπαλοϊζου (κα), για την Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Στις 8.12.1995 ο Αιτητής καταδικάστηκε από αρμόδιο δικαστήριο της πολιτείας της Καλιφόρνιας των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (ΗΠΑ), σε δύο ποινές ισόβιας φυλάκισης (25 years to life and 7 years to life), για τα αδικήματα του φόνου εκ προμελέτης και της απόπειρας φόνου αντίστοιχα, εγκλήματα που διέπραξε στις 6.9.1994. Το δικαστήριο διέταξε όπως εκτίσει τις ποινές του διαδοχικά. Περαιτέρω, στον Αιτητή επιβλήθηκε και ποινή φυλάκισης 4 ετών για το αδίκημα της χρήσης πυροβόλου όπλου. Η έκτιση των ποινών φυλάκισης άρχισε από τις 2.1.1996.
Μετά την καταδίκη του ο Αιτητής υπέβαλε αίτημα στις αρμόδιες αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας και των ΗΠΑ για μεταφορά του και έκτιση της ποινής που του είχε επιβληθεί, στην Κύπρο. Το υπό αναφορά αίτημά του εγκρίθηκε από το αρμόδιο Υπουργείο Δικαιοσύνης της Κυπριακής Δημοκρατίας και τις αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων, η οποία κυρώθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία με τον περί της Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων (Κυρωτικό) Νόμο, Ν.14/1986 και στην οποία συμβαλλόμενο μέρος είναι και οι ΗΠΑ (η Σύμβαση). Ο Αιτητής, αφού εν τω μεταξύ έλαβαν χώραν όλες οι απαραίτητες και νόμιμες διευθετήσεις δυνάμει της Σύμβασης, μεταφέρθηκε στην Κύπρο στις 22.2.2012, προκειμένου να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής φυλάκισής του στις Κεντρικές Φυλακές.
Μετά τη μεταφορά του στις Κεντρικές Φυλακές, ο Αιτητής προχώρησε στην αποστολή επιστολών προς το υπουργείο Δικαιοσύνης ζητώντας επανειλημμένα την αποφυλάκισή του, προβάλλοντας ότι είχε εκτίσει ολόκληρη την ποινή του. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης απευθύνθηκε προς το αντίστοιχο Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ με επιστολή του ημερομηνίας 29.10.2014, ζητώντας διευκρινίσεις αναφορικά με την επιβληθείσα στον Αιτητή ποινή. Στις 22.12.2014 το προαναφερθέν Υπουργείο των ΗΠΑ διευκρίνισε ότι:
(α) Στον Αιτητή επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης 25 χρόνων μέχρι ισόβια και 7 χρόνων μέχρι ισόβια, με διαταγή όπως τις εκτίσει διαδοχικά και οι οποίες είναι αορίστου χρόνου (indeterminate sentences). Οι ποινές αυτές δεν έχουν καθορισμένη ημερομηνία στην οποία ο ισοβίτης δικαιούται να αφεθεί ελεύθερος υπό όρους.
(β) Ο Αιτητής είχε εκτίσει πρώτα την ποινή των τεσσάρων ετών καθορισμένου χρόνου (determinate sentence), η οποία ολοκληρώθηκε στις 12.3.1997, αφού συνυπολογίσθηκαν και αφαιρέθηκαν 274 μέρες λόγω καλής διαγωγής.
(γ) Ακολούθως άρχισε να εκτίει την ποινή των 25 χρόνων φυλάκισης, για την οποία θα δικαιούτο να «κερδίσει» και να του αφαιρεθούν λόγω καλής διαγωγής, εάν έκτιε και ολοκλήρωνε την εν λόγω ποινή φυλάκισης στην Καλιφόρνια, 3044 μέρες. Ως αποτέλεσμα, με την αφαίρεση των υπό αναφορά ημερών θα ολοκλήρωνε την ποινή φυλάκισής του στις 10.11.2013, και,
(δ) Ακολούθως, θα άρχιζε να εκτίει την ποινή φυλάκισης των 7 ετών για την οποία δεν είχε δικαίωμα μείωσης και/ή αφαίρεσης ημερών λόγω καλής διαγωγής και συνεπώς η συντομότερη ημερομηνία κατά την οποία θα δικαιούτο να προβεί σε αίτημα για αποφυλάκιση υπό όρους θα ήταν η 10.11.2020. Κατά την εν λόγω ημερομηνία ο Αιτητής θα είχε εκτίσει συνολικά και πραγματικά ποινή φυλάκισης 24 ετών, 10 μηνών και 8 ημερών.
Ο Αιτητής, πιστεύοντας ότι η περαιτέρω κράτησή του στις Κεντρικές Φυλακές είναι παράνομη, αδικαιολόγητη και καταχρηστική, καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση επιδιώκοντας την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum. Αξιώνει ένταλμα με το οποίο να κηρύσσεται η διάρκεια της κράτησης και φυλάκισής του ως παράνομη και το οποίο να απευθύνεται προς την Κυπριακή Δημοκρατία και τον Διευθυντή των Κεντρικών Φυλακών και να τους διατάσσει να τον απελευθερώσουν αμέσως.
Προβάλλει ότι, όταν μεταφέρθηκε στην Κύπρο στις 22.2.2012, δεν παρουσιάστηκε ενώπιον δικαστηρίου με σκοπό εξέτασης της περίπτωσής του και ανάλογης προσαρμογής της ποινής που του επιβλήθηκε, ούτως ώστε να συνάδει με τους νόμους και κανονισμούς της Κυπριακής Δημοκρατίας. Κατά συνέπεια βρίσκεται στις Κεντρικές Φυλακές χωρίς διάταγμα κυπριακού δικαστηρίου, και, ως αποτέλεσμα, έλαβε χώραν μια παράνομη και αυθαίρετη μετατροπή της ποινής του σε δύο ποινές διά βίου χωρίς χάρες, ήτοι ποινή δυσμενέστερης μορφής από εκείνη που είχε επιβληθεί από το δικαστήριο του «Κράτους καταδίκης».
Η Καθ' ης η αίτηση εισηγείται ότι ο Αιτητής κρατείται στις Κεντρικές Φυλακές δυνάμει νομίμως εκδοθείσας και αναγνωρισμένης απόφασης αρμοδίου δικαστηρίου και εκτίει το υπόλοιπο της ποινής φυλάκισης η οποία του έχει επιβληθεί. Προβάλλει περαιτέρω ότι το Κράτος εκτέλεσης, η Κυπριακή Δημοκρατία, εν προκειμένω, δεσμεύεται από τη νομική φύση και τη διάρκεια της καταδίκης που επιβλήθηκε και ότι το δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εξετάσει και/ή να επέμβει στην επιβληθείσα ποινή την οποία εκτίει ο Αιτητής, δικαίωμα το οποίο ανήκει αποκλειστικά στο Κράτος καταδίκης. Εισηγείται, τέλος, ότι, εν πάση περιπτώσει, ακόμη και στη βάση του δικαίου του Κράτους εκτέλεσης ο Αιτητής θα είχε δικαίωμα να προβεί σε αίτημα για επ' αδεία αποφυλάκιση μετά την έκτιση τουλάχιστο 25 ετών φυλάκισης, στοιχείο που δεν συντρέχει και συνεπώς η κράτησή του είναι καθόλα νόμιμη.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι με εκτεταμένες αγορεύσεις ανέπτυξαν τη φύση και τις προεκτάσεις του προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus και με αναφορά στις πρόνοιες της Σύμβασης και τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση προώθησαν τις αντίστοιχες θέσεις τους.
Η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων έχει ενσωματωθεί στο κυπριακό Σύνταγμα μέσω των διατάξεων του Άρθρου 155.4. Το Habeas Corpus συνιστά προνομιακή διαδικασία, η οποία στόχο έχει τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη και παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση. Στην πράξη, με το ένταλμα διατάσσεται η προσαγωγή κρατουμένου στο δικαστήριο και η έρευνα αναφορικά με την αιτία της φυλάκισης ή κράτησής του. Είναι πάγια νομολογημένο ότι η δικαιοδοσία για την έκδοση εντάλματος αυτής της μορφής ασκείται μόνο στις περιπτώσεις όπου στοιχειοθετείται παράνομη κράτηση ή φυλάκιση. Η συνδρομή δηλαδή παρανομίας συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για σκοπούς επίκλησης της διαδικασίας ενταλμάτων αυτού του τύπου. Εάν δεν υπάρχει νόμιμη δικαιολογία για την κράτηση διατάσσεται η άμεση απόλυση του κρατουμένου (Χατζησάββας (1993) 1 Α.Α.Δ. 102, Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55). Το ένταλμα εκδίδεται δικαιωματικά και ως χρέος προς τη δικαιοσύνη οποτεδήποτε διαπιστώνεται ότι η στέρηση της ελευθερίας δεν εξουσιοδοτείται από το νόμο. Κατ' ακολουθία, δεν παρέχεται διακριτική ευχέρεια στο δικαστήριο να απορρίψει αίτημα αυτής της μορφής, εφόσον διαπιστωθεί ότι η κράτηση δεν θεμελιώνεται στο νόμο. Όπως ήδη λέχθηκε, το στοιχείο της παρανομίας στην κράτηση ή φυλάκιση σηματοδοτεί την προϋπόθεση για την επίκληση της διαδικασίας Habeas Corpus και, ως εκ τούτου, για να επιτύχει αιτητής την έκδοση τέτοιου εντάλματος θα πρέπει να αποδείξει, εκ πρώτης όψεως, υπόθεση που δημιουργεί ερωτηματικά ως προς τη νομιμότητα της κράτησης ή της φυλάκισης. Πάγια νομολογιακή προσέγγιση επιβεβαιώνει ότι ένταλμα Habeas Corpus δεν εκδίδεται αναφορικά με πρόσωπα τα οποία έχουν καταδικασθεί από νόμιμο δικαστήριο και εκτίουν την ποινή τους, ούτε και προσφέρεται για αναθεώρηση δικαστικών αποφάσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να ελεγχθούν μέσω του ενδίκου μέσου της έφεσης (Σιμιανός (2004) 1 Α.Α.Δ. 657, Φανιέρος v. Διευθυντή Φυλακών (2004) 1 Α.Α.Δ. 937, Καυκαρής (Αρ. 3) (2004) 1 Α.Α.Δ. 1425).
Στην υπό κρίση περίπτωση, κατ' εφαρμογή των προνοιών της Σύμβασης και του προαναφερθέντος Κυρωτικού Νόμου 14/1986, οι προϋποθέσεις μεταφοράς καταδίκου από το Κράτος καταδίκης στο Κράτος εκτέλεσης είχαν εκπληρωθεί. Όπως εντοπίζεται από το σύνολο των εγγράφων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, το Κράτος εκτέλεσης είχε προμηθευτεί με όλα τα απαραίτητα έγγραφα και η αρμόδια αρχή της Κυπριακής Δημοκρατίας, ήτοι ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, συμφωνώντας για τη μεταφορά του Αιτητή, εξέδωσε ανάλογο ένταλμα στις 6.2.2012. Το Κράτος εκτέλεσης, η Κυπριακή Δημοκρατία, κατ' ακολουθία του Άρθρου 9(1)(α) της Σύμβασης, επέλεξε, ως είχε τη δυνατότητα, να συνεχίσει την εκτέλεση της καταδίκης του Αιτητή. Η αντίθετη θέση του ευπαίδευτου συνήγορου του Αιτητή περί μετατροπής της καταδίκης με απόφαση του Κράτους εκτέλεσης προς υποκατάσταση της κύρωσης που επιβλήθηκε από το Κράτος καταδίκης με κύρωση που προβλέπεται για το ίδιο αδίκημα από το δίκαιο του Κράτους εκτέλεσης, κατ' ακολουθία του Άρθρου 9(1)(β), είναι αστήριχτη. Όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα συνηγορούν υπέρ της θέσης της Καθ' ης η αίτηση ότι το Κράτος εκτέλεσης επέλεξε τη συνέχιση της εκτέλεσης της ποινής του Αιτητή. Υπό το πρίσμα αυτό η Κυπριακή Δημοκρατία, κατ' ακολουθία του Άρθρου 10(1) της Σύμβασης, δεσμευόταν από τη νομική φύση και τη διάρκεια της καταδίκης όπως καθορίστηκε από το Κράτος καταδίκης.
Η Επεξηγηματική Εκθεση της Σύμβασης (Explanatory Report to the Convention on the Transfer of Sentenced Persons), σε σχέση με το Άρθρο 10 της Σύμβασης (παράγραφοι 49 και 50 της Έκθεσης), είναι απόλυτα διαφωτιστική. Οι εν λόγω παράγραφοι καταγράφονται για σκοπούς ευκολότερης παρακολούθησης:
«Article 10 - Continued enforcement
49. Where the administering State opts for the "continued enforcement" procedure, it is bound by the legal nature as well as the duration of the sentence as determined by the sentencing State (paragraph 1): the first condition ("legal nature") refers to the kind of penalty imposed where the law of the sentencing State provides for a diversity of penalties involving deprivation of liberty, such as penal servitude, imprisonment or detention. The second condition ("duration") means that the sentence to be served in the administering State, subject to any later decision of that State on, for example, conditional release or remission, corresponds to the amount of the original sentence, taking into account the time served and any remission earned in the sentencing State up to the date of transfer.
(50) If the two States concerned have different penal systems with regard to the division of penalties or the minimum and maximum lengths of sentence, it might be necessary for the administering State to adapt the sanction to the punishment or measure prescribed by its own law for a similar offence. Paragraph 2 allows that adaptation within certain limits: the adapted punishment or measure must, as far as possible, correspond with that imposed by the sentence to be enforced: it must not aggravate, by its nature or duration, the sanction imposed in the sentencing State; and it must not exceed the maximum prescribed by the law of the administering State. In other words: the administering State may adapt the sanction to the nearest equivalent available under its own law, provided that this does not result in more severe punishment or longer detention. As opposed to the conversion procedure under Article 11, under which the administering State substitutes a sanction for that imposed in the sentencing State, the procedure under Article 10.2 enables the administering State merely to adapt the sanction to an equivalent sanction prescribed by its own law in order to make the sentence enforceable. The administering State thus continues to enforce the sentence imposed in the sentencing State, but it does so in accordance with the requirements of its own penal system.»
Στην ενώπιόν μας περίπτωση η καταδίκη του Αιτητή δεν ήταν ούτε ως προς τη φύση της, αλλά ούτε και ως προς τη διάρκεια της ασυμβίβαστη με το δίκαιο της Κυπριακής Δημοκρατίας, του κράτους δηλαδή εκτέλεσης. Συνεπώς, δεν τίθεται και ζήτημα προσαρμογής της κύρωσης με τιμωρία που προβλέπεται από το δικό μας σύστημα δικαίου. Ο Αιτητής καταδικάστηκε από αρμόδιο δικαστήριο των ΗΠΑ για εγκλήματα ιδιαίτερα σοβαρής μορφής: Του φόνου εκ προμελέτης και της απόπειρας φόνου. Είναι αδικήματα για τα οποία και στην Κύπρο προβλέπονται ποινές ισόβιας φυλάκισης. Η ποινή μάλιστα της ισόβιας φυλάκισης είναι υποχρεωτική εκ του νόμου σε ό,τι αφορά το έγκλημα του φόνου εκ προμελέτης. Ούτε και είναι ασυμβίβαστη με το δίκαιό μας η επιβολή διαδοχικών ποινών φυλάκισης, συμπεριλαμβανομένων ποινών διά βίου φυλάκισης.
Με βάση τα πιο πάνω, ήταν ορθή και νόμιμη η απόφαση της αρμόδιας αρχής της Κυπριακής Δημοκρατίας για συνέχιση της εκτέλεσης της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης και δεν συνέτρεχε οποιοσδήποτε λόγος για μετατροπή της κύρωσης. Με αυτά ως δεδομένα η Κυπριακή Δημοκρατία δεσμευόταν από τη νομική φύση και τη διάρκεια της καταδίκης που επιβλήθηκε από το αρμόδιο δικαστήριο των ΗΠΑ. Η εκτέλεση βέβαια της καταδίκης διέπεται από τη νομοθεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας ως Κράτος εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των κανόνων που αφορούν απόφαση για αποφυλάκιση υπό όρους.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Αιτητή προέβη σε εκτεταμένη αναφορά στη διάρκεια της επιβληθείσας ποινής φυλάκισης σε συνάρτηση με τη δυνατότητα μείωσής της, προκειμένου να εισηγηθεί ότι ο Αιτητής έχει ουσιαστικά εκτίσει την τιμωρία του και, συνεπώς κρατείται πλέον παράνομα.
Με όλο το σεβασμό ο εξεταζόμενος λόγος στερείται βάθρου στήριξης. Στον Αιτητή επιβλήθηκαν διαδοχικές ποινές φυλάκισης τεσσάρων ετών με «πιστώσεις» (credits), 25 ετών μέχρι ισόβια με «πιστώσεις» (25 years to life with credits) και 7 ετών μέχρι ισόβια χωρίς οποιεσδήποτε «πιστώσεις». Ηταν ξεκάθαρο και επιβεβαιώθηκε από την αρμόδια αρχή των ΗΠΑ στις 22.12.2014, όπως έχει ήδη καταγραφεί, ότι οι δύο τελευταίες ποινές αποτελούν ποινές ισόβιας φυλάκισης και ότι ο Αιτητής θα δικαιούτο να υποβάλει αίτηση για αποφυλάκιση υπό όρους στις 10.11.2020. Στον Αιτητή λοιπόν επιβλήθηκαν δύο ποινές ισόβιας φυλάκισης, οι οποίες θα εκτίονταν διαδοχικά.
Εστω όμως και αν οι ποινές της ισόβιας φυλάκισης δεν προσδιοριζόντουσαν ως φυλάκιση για το υπόλοιπο της ζωής του Αιτητή και αν ακόμη υπολογιζόταν το χρονικό διάστημα των «πιστώσεων» στη βάση που έθεσε ο ευπαίδευτος συνήγορος του Αιτητή και πάλιν, δεδομένης της διαδοχικότητας των ποινών, ως ημερομηνία χρόνου αποφυλάκισης υπό όρους θα ήταν η 10.11.2020. Συνεπώς, δεν θα χωρούσε εξέταση εντάλματος Habeas Corpus στο παρόν στάδιο. Όπως έχει νομολογηθεί (Φανιέρος ανωτέρω, σελ. 941), ένταλμα Habeas Corpus μπορεί να εξεταστεί μόνο αν σε περίπτωση επιτυχίας του ο αιτητής θα απελευθερωθεί αμέσως. Δεδομένου λοιπόν ότι, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, ο Αιτητής δεν θα απολυόταν σήμερα, η αίτησή του θα κρινόταν ως πρόωρη και θα έπρεπε επίσης να απορριφθεί.
Τα πιο πάνω αδιαμφισβήτητα δεδομένα εκθεμελιώνουν την ουσιαστική προσέγγιση της πλευράς του Αιτητή περί παράνομης κράτησής του στις Κεντρικές Φυλακές της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο Αιτητής καταδικάστηκε από νόμιμο δικαστήριο και κρατείται με νόμιμο έρεισμα στις Κεντρικές Φυλακές, αφού εξακολουθεί να εκτίει ποινές ισόβιας φυλάκισης.
Παρεμβάλλω, ολοκληρώνοντας, ότι η διασύνδεση της δυνατότητας του Αιτητή να προσφύγει, εφόσον πληρούνται οι χρονικές προϋποθέσεις, στο Συμβούλιο Αποφυλάκισης Κρατουμένων επ' Αδεία, με την επίκληση της δικαιοδοσίας για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus, είναι, με όλο το σεβασμό, εσφαλμένη. Το νόμιμο της κράτησης δεν συναρτάται με το χρόνο καταχώρησης αίτησης στο πιο πάνω Συμβούλιο, αλλά με την εκπνοή του χρόνου ποινής που του είχε επιβληθεί. Η πάροδος δηλαδή των 25 ετών που απαιτείται σύμφωνα με το Άρθρο 14Β(1)(α) του περί Φυλακών Νόμου του 1996, Ν. 63(Ι)/1996, που καλύπτει ποινές φυλάκισης διά βίου που τρέχουν διαδοχικά, παρέχει μεν το δικαίωμα καταχώρησης αίτησης για αποφυλάκιση επ' αδεία, δεν καθιστά όμως = παράνομη την κράτηση.
Ας σημειωθεί ότι σε προηγούμενο στάδιο, στις 20.6.2012, ο Αιτητής προσέφυγε στο Συμβούλιο Αποφυλάκισης, πλην όμως η αίτησή του απορρίφθηκε στις 17.6.2014. Ηταν η κρίση του υπό αναφορά Συμβουλίου ότι η αίτηση ήταν πρόωρη, αφού ο Αιτητής δεν συμπλήρωσε 25 χρόνια φυλάκισης, που απαιτούνται σύμφωνα με το περί Φυλακών Νόμο. Παρά ταύτα, ο Αιτητής επανήλθε με νέα αίτησή του ημερομηνίας 26.6.2015, η οποία επίσης απορρίφθηκε ως πρόωρη, με απόφαση του Συμβουλίου Αποφυλάκισης ημερομηνίας 22.12.2015.
Κατ' ακολουθία όλων των πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται. Καμιά διαταγή όσον αφορά τα έξοδα.
Η αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.