ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2016:A332

(2016) 1 ΑΑΔ 1682

6 Ιουλίου, 2016

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 24/2015)

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33/1964

ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΛΟΪΖΑ

ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ

ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI,

 

Εφεσείοντες-Αιτητές,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ

ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ/Ή ΠΡΟΣBΑΣΗΣ ΣΕ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΕΚΔΟΘΕΝ ΥΠΟ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΙΣ 13/01/2014 ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΣΕ ΤΗΝ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ (IP ADDRESS)

ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΛΟΪΖΑ,

 

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 25/2015)

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ

ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33/1964 ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΛΟΪΖΑ

ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ

ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI,

 

Εφεσείοντες-Αιτητές,

ΚΑΙ

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΚΔΟΘΕΝ

ΥΠΟ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΣΤΙΣ 24/01/2014 ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΣΕ ΤΗΝ ΟΙΚΙΑ ΚΑΙ

ΥΠΟΣΤΑΤΙΚΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΛΟΪΖΑ,

 

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 26/2015)

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33/1964

ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ

CERTIORARI,

 

Εφεσείοντος-Αιτητή,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΕΚΔΟΘΕΝ ΥΠΟ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΙΣ 27/01/2014 ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΣΕ ΤΟΝ ΓΕΩΡΓΙΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ.

 

(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 24/2015, 25/2015, 26/2015)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Έφεση εναντίον απορριπτικής απόφασης η οποία εκδόθηκε σε πρώτο βαθμό σε αίτηση παραχώρησης άδειας προς έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari με το οποίο να ακυρωνόταν διάταγμα αποκάλυψης προσωπικών δεδομένων και/ή πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, εκδοθέν από Επαρχιακό Δικαστήριο, ως επίσης και ακύρωση ενταλμάτων έρευνας οικίας και σύλληψης προσώπου ― Επικύρωση πρωτοβάθμιας κρίσης περί μη στοιχειοθέτησης εκ πρώτης όψεως υπόθεσης.

 

Με τις εφέσεις προσβλήθηκε η ορθότητα τριών πρωτοδίκων αποφάσεων οι οποίες αφορούσαν σε απόρριψη αιτήσεων για άδεια καταχώρισης αιτήσεων για έκδοση εντάλματος Certiorari με το οποίο να ακυρωνόταν εκδοθέν από Επαρχιακό Δικαστήριο διάταγμα αποκάλυψης  προσωπικών δεδομένων και/ή πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, βάσει του οποίου διατασσόταν να αποκαλυφθούν, μεταξύ άλλων, δεδομένα της ιδιωτικής διεύθυνσης πρωτοκόλλου διαδικτύου (ΙΡ Address), που ανήκε στον αιτητή-εφεσείοντα Ευάγγελο Λοϊζά και χρησιμοποιείτο, κατά τον ουσιώδη χρόνο, από τον αιτητή-εφεσείοντα Γεώργιο Κωνσταντίνου (Πολιτική Έφεση αρ. 24/2015).

 

Επιζητείτο δε, κατά το ίδιο τρόπο η ακύρωση του εντάλματος έρευνας της οικίας των δύο προαναφερθέντων που εκδόθηκε από το ίδιο Επαρχιακό Δικαστήριο, ως επίσης και σχετικού εντάλματος σύλληψης.

 

Στην προκείμενη περίπτωση, στις 11.1.2014, Αστυνομικός του Γραφείου Καταπολέμησης του Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Αστυνομίας Κύπρου (το Γραφείο), μέσω του προγράμματος CPS (Child Protection System) εισήλθε στο πρόγραμμα και εντόπισε ότι οι κάτοχοι/χρήστες συγκεκριμένων ιδιωτικών διευθύνσεων πρωτοκόλλου διαδικτύου (internet protocol addresses, IP addresses) κατέβασαν και/ή αντάλλαξαν δεκάδες αρχεία με παιδικό πορνογραφικό υλικό.

 

Ακολούθησαν διαδικτυακές εξετάσεις και αφού διαπιστώθηκε ότι οι προαναφερόμενες διευθύνσεις ανήκαν στον διαδικτυακό πάροχο Cablenet, εξασφαλίστηκε δικαστικό διάταγμα για αποκάλυψη των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων των δύο διευθύνσεων. Προέκυψε ότι, κατά τον ουσιώδη χρόνο, η μία από τις δύο ιδιωτικές διευθύνσεις πρωτοκόλλου ανήκε στον Ευάγγελο Λοϊζά και την χρησιμοποιούσε ο γιός του Γεώργιος Κωνσταντίνου. Εναντίον και των δύο προσώπων εκδόθηκαν εντάλματα έρευνας της οικίας τους και με τη μαρτυρία που προέκυψε συνελήφθη, στη συνέχεια, ο Γεώργιος Κωνσταντίνου.

 

Οι εφεσείοντες καταχώρισαν  τρεις αιτήσεις για άδεια καταχώρισης αιτήσεων εκδόσεως προνομιακού εντάλματος Certiorari.

 

Προβλήθηκε κυρίως ότι η έκδοση και των τριών προαναφερόμενων διαταγμάτων ήταν αποτέλεσμα παράνομης παρακολούθησης της ηλεκτρονικής επικοινωνίας και παρέμβασης στην ιδιωτική ζωή των εφεσειόντων, κατά παράβαση των Άρθρων 15 και 17 του Συντάγματος και του Άρθρου 8 της ΕΣΔΑ. Κατά συνέπεια, η αποκάλυψη των προσωπικών τους δεδομένων που οδήγησε στην έρευνα της οικίας τους, την παραλαβή τεκμηρίων από αυτή και στη σύλληψη του εφεσείοντα Γεώργιου Κωνσταντίνου, συνιστούσε παραβίαση του Συντάγματος, της ΕΣΔΑ και της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Στήριξαν δε τις θέσεις τους και σε πρόσφατη νομολογία.

 

Οι αιτήσεις απορρίφθηκαν πρωτόδικα επειδή οι εφεσείοντες-αιτητές απέτυχαν να ικανοποιήσουν το δικαστήριο περί ύπαρξης εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης.

 

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού σημείωσε τις επιπτώσεις της απόφασης Ησαϊας (κατωτέρω), παρατήρησε ότι η επιχειρηματολογία των εφεσειόντων-αιτητών στράφηκε κατά της νομιμότητας του προαναφερόμενου προγράμματος C.P.S., λόγω της δυνατότητας που παρέχει στους Αστυνομικούς να έχουν πρόσβαση «στο σύνολο των ηλεκτρονικών αρχείων, τα οποία κατέβηκαν και αποθηκεύτηκαν μέσω των Ρ2Ρ Δικτύων και τα οποία αποτελούν προσωπικά δεδομένα του χρήστη ή/και των χρηστών των υπό διερεύνηση Η/Υ».

 

Σημείωσε δε, ότι η επιχειρηματολογία των εφεσειόντων-αιτητών παραβλέπει το γεγονός ότι οι, κατ' ισχυρισμόν, παράνομες δυνατότητες του προγράμματος ήταν εκτός του πλαισίου της παρούσας διαδικασίας, η οποία περιορίζεται αποκλειστικά στη δυνατότητα του προγράμματος για εντοπισμό του IP Address του χρήστη Η/Υ που ανταλλάσσει αρχεία παιδικής πορνογραφίας και κατά συνέπεια οι οποιεσδήποτε άλλες δυνατότητες του προγράμματος θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης μόνο στην περίπτωση που θα χρησιμοποιούνταν για άλλο «παράνομο» σκοπό.   Με αυτά τα δεδομένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε πως δεν είχε έρεισμα η επιχειρηματολογία των αιτητών-εφεσειόντων ότι η Αστυνομία χρησιμοποίησε παράνομες μεθόδους για εντοπισμό του IP Address τους και επομένως το αίτημα τους για άδεια καταχώρισης αίτησης Certiorari απορρίφθηκε (αυτό το σκεπτικό αφορά στην Πολιτική Έφεση αρ. 24/2015).

 

Όσον αφορούσε στις άλλες δύο εφέσεις, που έπλητταν το ένταλμα έρευνας της οικίας των εφεσειόντων και το ένταλμα σύλληψης εναντίον του Γεώργιου Κωνσταντίνου, το  δικαστήριο παρατήρησε ότι η ακύρωση των δύο ενταλμάτων ζητείτο επειδή, κατ' ισχυρισμό, είχαν προηγηθεί παράνομες ενέργειες της Αστυνομίας που παραβίασαν τα προσωπικά δεδομένα των ενδιαφερομένων και για τους ίδιους λόγους που αναφέρθηκαν στην απόφαση του που ήταν το αντικείμενο της Πολιτικής Έφεσης αρ. 24/2015, απέρριψε τις αιτήσεις τους για παροχή άδειας για καταχώριση αίτησης Certiorari.

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Ήταν ορθή η πρωτοβάμια κρίση ότι οι εφεσείοντες απέτυχαν να καταδείξουν ότι είχαν εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση.  Εκείνο που προηγήθηκε της αιτήσεως της Αστυνομίας για εξασφάλιση δικαστικού διατάγματος αποκάλυψης των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων των δύο ιδιωτικών διευθύνσεων πρωτοκόλλου διαδικτύου, ήταν ο εντοπισμός, από το Γραφείο Καταπολέμησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Αστυνομίας Κύπρου, δύο κατόχων/χρηστών δύο συγκεκριμένων διευθύνσεων οι οποίοι είχαν κατεβάσει και/ή ανταλλάξει δεκάδες αρχεία με παιδικό πορνογραφικό υλικό.

2.  Αυτή η ενέργεια της Αστυνομίας δεν μπορεί, καθ' οιονδήποτε τρόπο, να θεωρηθεί ως εκ πρώτης όψεως παράνομη, μεμπτή ή επιλήψιμη. Στη συνέχεια, η Αστυνομία ορθά και νόμιμα εξασφάλισε διάταγμα για αποκάλυψη των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων των δύο διευθύνσεων, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου και του Συντάγματος και σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

3.  Με τα προαναφερόμενα στοιχεία, δεν προέκυπτε συμπέρασμα ότι εσφαλμένα απερρίφθησαν πρωτοδίκως οι αιτήσεις των αιτητών-εφεσειόντων.

 

Οι εφέσεις απορρίφθησαν.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Ησαΐα κ.ά. (2014) 1(Β) Α.Α.Δ. 1445, ECLI:CY:AD:2014:A476,

 

Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853,

 

Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41.

 

Εφέσεις.

 

Εφέσεις από τους Αιτητές εναντίον της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Χριστοδούλου, Δ.), (Αιτήσεις Αρ. 25/2014, 26/2014, 27/2014) ημερομηνίας 10/12/2014.

 

Ρ. Γεωργίου (κα) για Ν. Κληρίδη, για τους Εφεσείοντες-Αιτητές.

 

Cur. adv. vult.

       

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάτος, Π..

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Με τις εφέσεις αυτές προσβάλλεται η ορθότητα τριών πρωτοδίκων αποφάσεων οι οποίες αφορούν σε απόρριψη αιτήσεων για άδεια καταχώρισης αιτήσεων για έκδοση εντάλματος Certiorari με το οποίο:

 

(α) Να ακυρώνεται διάταγμα αποκάλυψης προσωπικών δεδομένων και/ή πρόσβαση σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, εκδοθέν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 13.1.2014, βάσει του οποίου διατασσόταν να αποκαλυφθούν, μεταξύ άλλων, δεδομένα της ιδιωτικής διεύθυνσης πρωτοκόλλου διαδικτύου (ΙΡ Address), που ανήκε στον αιτητή-εφεσείοντα Ευάγγελο Λοϊζά και χρησιμοποιείτο, κατά τον ουσιώδη χρόνο, από τον αιτητή-εφεσείοντα Γεώργιο Κωνσταντίνου (Πολιτική Έφεση αρ. 24/2015).

 

(β) Να ακυρώνεται ένταλμα έρευνας της οικίας των δύο προαναφερθέντων που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 24.1.2014 (Πολιτική Έφεση αρ. 25/2015), και

 

(γ) Να ακυρώνεται ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε εναντίον του Γεώργιου Κωνσταντίνου από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 27.1.2014 (Πολιτική Έφεση αρ. 26/2015).

 

Και οι τρεις αιτήσεις αφορούν στο Άρθρο 17 του Συντάγματος, όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 51(Ι)/2010 και τον περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμο του 2007 (Ν. 183(Ι)/2007) και συγκεκριμένα το Άρθρο 4.

 

Το Άρθρο 17 του Συντάγματος προνοεί ότι έκαστος έχει το δικαίωμα σεβασμού και διασφαλίσεως του απορρήτου της αλληλογραφίας ως και πάσης άλλης επικοινωνίας του, εφόσον η τοιαύτη επικοινωνία διεξάγεται δια μέσων μη απαγορευμένων από το Νόμο. Το Άρθρο 17.2Γ προνοεί ότι δε χωρεί επέμβαση κατά την άσκηση του προαναφερόμενου δικαιώματος, εκτός αν η επέμβαση αυτή επιτρέπεται σύμφωνα με το Νόμο, κατόπιν δικαστικού διατάγματος που εκδόθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου για τη διερεύνηση ή δίωξη σοβαρού ποινικού αδικήματος για το οποίο προβλέπεται, σε περίπτωση καταδίκης, ποινή φυλάκισης 5 ετών και άνω και η επέμβαση αφορά σε πρόσβαση στα σχετικά, με ηλεκτρονική επικοινωνία, δεδομένα κίνησης και θέσης και τα συναφή δεδομένα είναι αναγκαία για την αναγνώριση του συνδρομητή ή/και του χρήστη. Το Άρθρο 4 του Ν. 183(Ι)/2007 προνοεί για την έκδοση διαταγμάτων πρόσβασης σε δεδομένα και, μεταξύ άλλων, καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τέτοια διατάγματα εκδίδονται.

 

Στην προκείμενη περίπτωση, στις 11.1.2014, Αστυνομικός του Γραφείου Καταπολέμησης του Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Αστυνομίας Κύπρου (το Γραφείο), μέσω του προγράμματος CPS (Child Protection System) εισήλθε στο πρόγραμμα και εντόπισε ότι οι κάτοχοι/χρήστες συγκεκριμένων ιδιωτικών διευθύνσεων πρωτοκόλλου διαδικτύου (internet protocol addresses, IP addresses) κατέβασαν και/ή αντάλλαξαν δεκάδες αρχεία με παιδικό πορνογραφικό υλικό. Ακολούθησαν διαδικτυακές εξετάσεις και αφού διαπιστώθηκε ότι οι προαναφερόμενες διευθύνσεις ανήκαν στον διαδικτυακό παροχές Cablenet, εξασφαλίστηκε δικαστικό διάταγμα για αποκάλυψη των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων των δύο διευθύνσεων. Προέκυψε ότι, κατά τον ουσιώδη χρόνο, η μία από τις δύο ιδιωτικές διευθύνσεις πρωτοκόλλου ανήκε στον Ευάγγελο Λοϊζά και την χρησιμοποιούσε ο γιός του Γεώργιος Κωνσταντίνου. Εναντίον και των δύο προσώπων εκδόθηκαν εντάλματα έρευνας της οικίας τους και με τη μαρτυρία που προέκυψε συνελήφθη, στη συνέχεια, ο Γεώργιος Κωνσταντίνου.

 

Οι εφεσείοντες καταχώρισαν τις προαναφερόμενες τρεις αιτήσεις για άδεια καταχώρισης αιτήσεων εκδόσεως προνομιακού εντάλματος Certiorari, όπως ήδη αναφέρθηκε.

 

Η θέση των εφεσειόντων είναι βασικά ότι η έκδοση και των τριών προαναφερόμενων διαταγμάτων είναι αποτέλεσμα παράνομης παρακολούθησης της ηλεκτρονικής επικοινωνίας και παρέμβασης στην ιδιωτική ζωή των εφεσειόντων, κατά παράβαση των Άρθρων 15 και 17 του Συντάγματος και του Άρθρου 8 της ΕΣΔΑ. Κατά συνέπεια, η αποκάλυψη των προσωπικών τους δεδομένων που οδήγησε στην έρευνα της οικίας τους, την παραλαβή τεκμηρίων από αυτή και στη σύλληψη του εφεσείοντα Γεώργιου Κωνσταντίνου, συνιστά παραβίαση του Συντάγματος, της ΕΣΔΑ και της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Μετά την έκδοση της απόφασης πλειοψηφίας της Πλήρους Ολομέλειας στη Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας v. Ησαΐα κ.ά. (2014) 1(Β) Α.Α.Δ. 1445, ECLI:CY:AD:2014:A476, η επιχειρηματολογία των εφεσειόντων προωθήθηκε στη βάση του ότι, το IP Address εξασφαλίστηκε ως αποτέλεσμα παράνομης παρακολούθησης, λόγω των δυνατοτήτων που δίδει στην Αστυνομία η συμμετοχή της στο προαναφερόμενο πρόγραμμα. Σύμφωνα με τους εφεσείοντες με τη συμμετοχή της στο προαναφερόμενο πρόγραμμα η Αστυνομία μπορεί, χωρίς την έκδοση οποιουδήποτε εντάλματος έρευνας και χωρίς να βρίσκεται στη φυσική τοποθεσία του στόχου έρευνας, να έχει πρόσβαση στο σύνολο των ηλεκτρονικών αρχείων τα οποία κατέβηκαν και αποθηκεύτηκαν μέσω των Ρ2Ρ δικτύων, τα οποία αποτελούν προσωπικά δεδομένα του χρήστη.  Κατ' αυτόν τον τρόπο η Αστυνομία, πριν εξασφαλίσει οποιοδήποτε διάταγμα δικαστηρίου, επενέβη στην ιδιωτική επικοινωνία μεταξύ δύο χρηστών εκ των οποίων ο ένας ήταν ο εφεσείων Γεώργιος Κωνσταντίνου, ισχυρίζονται οι εφεσείοντες.

 

Στην Ησαΐας (ανωτέρω) τονίστηκε ότι εκείνο που αποφασίστηκε στη Σιάμισιης (ανωτέρω) είναι πως το «IP Address συνιστά προσωπικό δεδομένο του χρήστη καθόσον η επεξεργασία του έγινε 'με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητας του χρήστη'» και ότι «τα λεχθέντα εκεί ως προς το ότι το IP Address αποτελεί προσωπικό δεδομένο του χρήστη πρέπει να διαβάζονται με αναφορά στο ουσιαστικό επίδικο θέμα, που ήταν η παράλειψη εξασφάλισης διατάγματος για αποκάλυψη των στοιχείων του χρήστη».

 

Οι αιτήσεις απορρίφθηκαν πρωτόδικα επειδή οι εφεσείοντες-αιτητές απέτυχαν να ικανοποιήσουν το δικαστήριο ότι έχουν εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση (Δέστε: Αναφορικά με τις Αιτήσεις της Αυγής Ι. Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853 και Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41).

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού σημείωσε τις επιπτώσεις της απόφασης Ησαΐας (ανωτέρω), παρατήρησε ότι η επιχειρηματολογία των εφεσειόντων-αιτητών στράφηκε κατά της νομιμότητας του προαναφερόμενου προγράμματος C.P.S., λόγω της δυνατότητας που παρέχει στους Αστυνομικούς να έχουν πρόσβαση «στο σύνολο των ηλεκτρονικών αρχείων, τα οποία κατέβηκαν και αποθηκεύτηκαν μέσω των Ρ2Ρ Δικτύων και τα οποία αποτελούν προσωπικά δεδομένα του χρήστη ή/και των χρηστών των υπό διερεύνηση Η/Υ». Κατά τον ευπαίδευτο πρωτόδικο Δικαστή η επιχειρηματολογία των εφεσειόντων-αιτητών παραβλέπει το γεγονός ότι οι, κατ' ισχυρισμόν, παράνομες δυνατότητες του προγράμματος είναι εκτός του πλαισίου της παρούσας διαδικασίας, η οποία περιορίζεται αποκλειστικά στη δυνατότητα του προγράμματος για εντοπισμό του IP Address του χρήστη Η/Υ που ανταλλάσσει αρχεία παιδικής πορνογραφίας και κατά συνέπεια οι οποιεσδήποτε άλλες δυνατότητες του προγράμματος θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης μόνο στην περίπτωση που θα χρησιμοποιούνταν για άλλο «παράνομο» σκοπό. Με αυτά τα δεδομένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε πως δεν είχε έρεισμα η επιχειρηματολογία των αιτητών-εφεσειόντων ότι η Αστυνομία χρησιμοποίησε παράνομες μεθόδους για εντοπισμό του IP Address τους και επομένως το αίτημα τους για άδεια καταχώρισης αίτησης Certiorari απορρίφθηκε (αυτό το σκεπτικό αφορά στην Πολιτική Έφεση αρ. 24/2015).

 

Όσον αφορά τις άλλες δύο εφέσεις, που αφορούν το ένταλμα έρευνας της οικίας των εφεσειόντων και το ένταλμα σύλληψης εναντίον του Γεώργιου Κωνσταντίνου, το πρωτόδικο δικαστήριο παρατήρησε ότι η ακύρωση των δύο ενταλμάτων ζητείτο επειδή, κατ' ισχυρισμό, είχαν προηγηθεί παράνομες ενέργειες της Αστυνομίας που παραβίασαν τα προσωπικά δεδομένα των ενδιαφερομένων και για τους ίδιους λόγους που αναφέρθηκαν στην απόφαση του που είναι το αντικείμενο της Πολιτικής Έφεσης αρ. 24/2015, απέρριψε τις αιτήσεις τους για παροχή άδειας για καταχώριση αίτησης Certiorari.

 

Συμφωνούμε με τον ευπαίδευτο πρωτόδικο Δικαστή ότι οι εφεσείοντες απέτυχαν να δείξουν ότι έχουν εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση. Εκείνο που προηγήθηκε της αιτήσεως της Αστυνομίας για εξασφάλιση δικαστικού διατάγματος αποκάλυψης των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων των δύο ιδιωτικών διευθύνσεων πρωτοκόλλου διαδικτύου, ήταν ο εντοπισμός, από το Γραφείο Καταπολέμησης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Αστυνομίας Κύπρου, δύο κατόχων/χρηστών δύο συγκεκριμένων διευθύνσεων οι οποίοι είχαν κατεβάσει και/ή ανταλλάξει δεκάδες αρχεία με παιδικό πορνογραφικό υλικό.  Αυτή η ενέργεια της Αστυνομίας δεν μπορεί, καθ' οιονδήποτε τρόπο, να θεωρηθεί ως εκ πρώτης όψεως παράνομη, μεμπτή ή επιλήψιμη.  Στη συνέχεια, η Αστυνομία ορθά και νόμιμα εξασφάλισε διάταγμα για αποκάλυψη των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων των δύο διευθύνσεων, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου και του Συντάγματος και σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δέστε:  Ησαΐας και Σιάμισιης, ανωτέρω).

 

Με τα προαναφερόμενα στοιχεία δεν μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι εσφαλμένα απέρριψε τις αιτήσεις των αιτητών-εφεσειόντων, το πρωτόδικο δικαστήριο, αναφορικά και με τις τρεις πολιτικές εφέσεις.

 

Κατά συνέπεια και οι τρεις εφέσεις απορρίπτονται.

 

Οι εφέσεις απορρίπτονται.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο