ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D268
(2016) 1 ΑΑΔ 1386
7 Ιουνίου, 2016
[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33/64
ΤΑ ΑΡΘΡΑ 13 ΚΑΙ 14 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 105,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ RACHANA BELBASE ΥΠΗΚΟΟΥ ΤΟΥ ΝΕΠΑΛ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΣΤΗ ΜΕΝΝΟΓΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 15 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008/ΕΚ
ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2008 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΤΟ ΝΟΜΟ 153(Ι)2011 ΑΡΘΡΟ 18ΠΣΤ (4),(5),(6),(7),(8) ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
3. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
4. ΑΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ
ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
5. ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
6. ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΛΑΡΝΑΚΟΣ,
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΕΛΑΣΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΣΤΗ ΜΕΝΝΟΓΕΙΑ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΗΝ RACHANA BELBBASE ΥΠΗΚΟΟΥ ΤΟΥ ΝΕΠΑΛ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 153(Ι)/2011.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 47/2016)
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Απαγορευμένοι μετανάστες ― Διαδικασίες επιστροφής ― Αίτηση προς έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus, με το οποίο να διατασσόταν η απελευθέρωση της αιτήτριας από την κράτηση στην οποία τελούσε για σκοπούς απέλασης ― Εφαρμοστέες αρχές ― Δεν μπορούσε να αποδίδεται στους Καθ' ων η Αίτηση η πάροδος του χρόνου χωρίς την εκτέλεση του Διατάγματος Απέλασης, όταν η ίδια παρενέβαλλε με τη στάση της και την άρνησή της να συνεργαστεί, εμπόδια στην ομαλή διεκπεραίωση της διαδικασίας αυτής ― Αποδοχή της λογικής αυτής, θα οδηγούσε σε παράλογες καταστάσεις.
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Απαγορευμένοι μετανάστες ― Διαδικασίες επιστροφής ― Η κρίση επί του κατά πόσο η κράτηση έχει υπερβεί τον εύλογο χρόνο είναι κρίση πραγματική που πρέπει να λαμβάνει υπ' όψη όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα.
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από Αρχή ή ιδιώτη ―Απαραίτητη προϋπόθεση για έκδοση του εντάλματος η απόδειξη, εκ μέρους του αιτούντος, του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισης.
Η αιτήτρια επεδίωξε με την αίτηση την έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus με το οποίο να διατασσόταν η απελευθέρωση της από την κράτηση στην οποία τελούσε για σκοπούς απέλασης.
Είχε τοποθετηθεί στον κατάλογο των προσώπων που απαγορεύεται η έξοδος (stop list), αφού δεν είχε καταφέρει να εξεύρει νέο εργοδότη για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός όταν η προηγούμενη εργοδότηση της ως οικιακή βοηθός τερματίστηκε κοινή συναινέσει.
Στις 20.9.2015 συνελήφθη και στις 21.9.2015 εξεδόθησαν εναντίον της Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης. Έκτοτε κρατείτο στα Αστυνομικά Κρατητήρια Μεννόγειας. Στις 21.9.2015 ο υιός της πρώην εργοδότριας της αιτήθηκε όπως εργοδοτήσει την Αιτήτρια πλην όμως ο Υπουργός Εσωτερικών απέρριψε το αίτημα. Στις 30.12.2015 η κράτηση της Αιτήτριας ανανεώθηκε για δύο μήνες βάσει του Άρθρου 18ΠΣΤ(4) του Κεφ. 105. Στις 19.2.2016 το Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως ζήτησε την επανεξέταση του αιτήματος εργοδοσίας της Αιτήτριας και επίσης να μη απελαθεί μέχρι την επανεξέταση. Στις 2.3.2016 η κράτηση της αλλοδαπής ανανεώθηκε για 6 μήνες σύμφωνα με το Άρθρο 18ΠΣΤ(8) του Κεφ. 105.
Η Αιτήτρια κατεχώρησε προσφυγή τόσο εναντίον των Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης της όσο και της απόφασης ημερ. 2.3.2016 για ανανέωση της κράτησης για 6 μήνες. Περαιτέρω είναι παραδεκτό από την Αιτήτρια (βλ. §11(α)) της Ένορκης Δήλωσης της) ότι το διαβατήριο της δόθηκε αρχικά από την ίδια στον "Agent" της προκειμένου να της βρει άλλο εργοδότη και αυτός την πληροφόρησε ότι το παράδωσε στην πρώην εργοδότρια της από την οποία το ζήτησε όμως η τελευταία ισχυρίζεται ότι δεν το εντόπιζε.
Ισχυρίστηκε ότι ουδείς την κάλεσε να υπογράψει οποιοδήποτε έγγραφο για έκδοση νέου διαβατηρίου της και επίσης εξ όσων πληροφορήθηκε, η Αρμόδια Αρχή δεν ήλθε σε επαφή με το Προξενείο της Χώρας της στην Κύπρο για τον πιο πάνω σκοπό.
Αντίθετοι ήταν οι ισχυρισμοί που τέθηκαν από την άλλη πλευρά. Σύμφωνα με αυτούς έγιναν προσπάθειες από την Αστυνομία για επαναπατρισμό της, πλην όμως αυτή αρνείτο να μεταβεί στο Προξενείο της Χώρας της για την ετοιμασία των ταξιδιωτικών της εγγράφων.
Οι λόγοι επί των οποίων στηρίχθηκε η αίτηση, εμφαίνονται στα αποφασισθέντα.
Αποφασίστηκε ότι:
1. H νομιμότητα της κράτησής της Αιτήτριας δεν αμφισβητήθηκε. Η Αιτήτρια κρατείτο δυνάμει Διατάγματος Κράτησης ημερ. 21.9.2015, το οποίο ανανεώθηκε την 1.3.2016 σύμφωνα με τις πρόνοιες του εδαφίου 8 του Άρθρου 18ΠΣΤ με την αιτιολογία ότι αυτή σταθερά αρνείται να συνεργαστεί προκειμένου να επιτευχθεί η αναχώρηση (απέλαση) της από την Δημοκρατία (βλ. Τεκμ. 12 στην Ένσταση).
2. Η Αιτήτρια αρνήθηκε αυτή την αιτιολογία και επέρριπτε την ευθύνη της μη αναχώρησης της, στις Αρχές ισχυριζόμενη ότι ουδέν έπραξαν προκειμένου να εκδοθεί νέο διαβατήριο της προκειμένου να αναχωρήσει. Απέδωσε μάλιστα αμέλεια στις Αρχές οι οποίες μέχρι εκείνο το χρονικό σημείο δεν προέβησαν όπως ισχυριζόταν σε οποιαδήποτε ενέργεια προκειμένου να εκδοθεί νέο διαβατήριο για την Αιτήτρια ώστε να καταστεί δυνατή η αναχώρηση της.
3. Σύμφωνα με το εδάφιο (1) του Άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105, «η κράτηση του υπηκόου Τρίτης χώρας για την προετοιμασία της επιστροφής και/ή διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης του» έχει την μικρότερη δυνατή διάρκεια και διατηρείται μόνο καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με την δέουσα επιμέλεια.
4. Οσάκις όμως καθίσταται πρόδηλο ότι δεν υφίσταται πλέον λογικά προοπτική απομάκρυνσης για νομικούς ή άλλους λόγους ή όταν παύουν να ισχύουν οι όροι του εδαφίου (1) η κράτηση παύει να δικαιολογείται και το συγκεκριμένο πρόσωπο απολύεται αμέσως (εδάφιο 6). Παρόλα ταύτα σύμφωνα με το εδάφιο (8) ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να παρατείνει την κράτηση του υπηκόου πέραν των 6 μηνών που προβλέπει το εδάφιο (7) για πρόσθετο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες στις περιπτώσεις που παρόλες τις εύλογες προσπάθειες η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο διότι ο συγκεκριμένος υπήκοος αρνείται να συνεργαστεί.
5. Όπως έχει νομολογηθεί σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση βεβαίως, η κρίση επί του κατά πόσο η κράτηση έχει υπερβεί τον εύλογο χρόνο είναι κρίση πραγματική που πρέπει να λαμβάνει υπ' όψη όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα.
6. Όλα όσα σχετικά γεγονότα παρατέθηκαν στην ένσταση, χωρίς αμφιβολία, επιμαρτυρούσαν την άρνηση της Αιτήτριας να συνεργαστεί ώστε να επιτευχθεί χωρίς εμπόδια ο επαναπατρισμός της και ήταν αντιφατικά όσα ισχυριζόταν, ότι οι Αρχές ουδέν έπραξαν προκειμένου να καταστεί δυνατή η απέλασή της από τη στιγμή που η ίδια δεν συνεργάζεται και με κάθε τρόπο προσπαθεί να εξασφαλίσει την παρουσία της στη Δημοκρατία.
7. Δεν παραβλεπόταν ότι η Αιτήτρια τελούσε υπό κράτηση για κάτι λιγότερο από 7 μήνες μέχρι την καταχώρηση της Αίτησής της στις 12.4.2016. Παράλληλα όμως δεν μπορούσε να παραβλεφθεί η δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι Αρχές προκειμένου να διεκπεραιώσουν την απέλασή της Αιτήτριας με την αρνητική συμπεριφορά που αυτή επιδεικνύει.
8. Ενόψει αυτών προέκυπτε ότι δεν είχε παρέλθει ο εύλογος χρόνος για κράτηση της Αιτήτριας για σκοπούς απέλασής της στο παρόν στάδιο, αλλά προέκυπτε πραγματική προοπτική εκτέλεσης της Διαταγής για απέλαση της.
9. Εις τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, η Αιτήτρια δεν είχε αποδείξει ότι η διάρκεια του χρόνου κράτησης της δεν ήταν η αναγκαία και/ή εύλογος.
10. Δεν μπορούσε να αποδίδεται στους Καθ' ων η Αίτηση η πάροδος του χρόνου χωρίς την εκτέλεση του Διατάγματος Απέλασης, όταν η ίδια παρεμβάλλει με τη στάση της και την άρνησή της να συνεργαστεί, εμπόδια στην ομαλή διεκπεραίωση της διαδικασίας αυτής. Αποδοχή της λογικής αυτής θα οδηγούσε σε παράλογες καταστάσεις.
11. Με βάση τα πιο πάνω αλλά και διότι δεν τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία που να κατεδείκνυαν ίχνος ότι η κράτησή της ήταν αποτέλεσμα κακής πίστης των Καθ' ων η Αίτηση ή ότι αυτή κρατείτο υπό απαράδεκτες συνθήκες ή ότι η κράτησή της ήταν αυθαίρετη για οποιοδήποτε άλλο λόγο η αίτηση θα έπρεπε να απορριφθεί.
Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Shuying v. Δημοκρατίας κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 2725,
Χατζησάββας (1983) 1 Α.Α.Δ. 102,
Καρφοπούλου (1988) 1 Α.Α.Δ. 55,
Khlaief v. Κυπριακή Δημοκρατία κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402,
Fasel v. Κυπριακής Δημοκρατία κ.ά. (2016) 1 Α.Α.Δ. 876, ECLI:CY:AD:2016:A184,
Mefaani v. Cyprus, Appl. Nos 3473/11 και 7538/11 ημερ. 23.2.2016.
Αίτηση.
Χριστούδιας, για την Αιτήτρια.
Καρλετίδου (κα), για Γενικό Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η Αιτήτρια είναι υπήκοος Νεπάλ και τώρα ευρίσκεται στα Αστυνομικά Κρατητήρια στη Μεννόγεια.
Σύμφωνα με τα μη αμφισβητούμενα γεγονότα η Αιτήτρια αφίχθηκε στην Κύπρο στις 28.6.2014 προκειμένου να εργαστεί ως οικιακή βοηθός εις την οικία του κ. Κυριάκου Ψάλτη. Εξασφάλισε για τον σκοπό αυτό Άδεια Διαμονής μέχρι τις 28.6.2018. Στις 14.1.2015 αιτήθηκε Άδεια Διαμονής ως οικιακή βοηθός στην οικία της κ. Μαρίας Γαβριήλ αφού εξασφάλισε πρώτα επιστολή αποδέσμευσης από τον προηγούμενο εργοδότη. Στις 20.5.2015 εξασφάλισε επιστολή αποδέσμευσης και από το νέο εργοδότη της με σκοπό να εξεύρει νέο εργοδότη. Αυτό δεν έγινε δυνατό και στις 3.7.2015 τα στοιχεία της τοποθετήθηκαν στον κατάλογο των προσώπων που απαγορεύεται η έξοδος (stop list). Στις 20.9.2015 συνελήφθη και στις 21.9.2015 εξεδόθησαν εναντίον της Διατάγματα Κράτησης και Απέλασης. Έκτοτε κρατείται στα Αστυνομικά Κρατητήρια Μεννόγειας. Στις 21.9.2015 ο υιός της πρώην εργοδότριας της αιτήθηκε όπως εργοδοτήσει την Αιτήτρια πλην όμως ο Υπουργός Εσωτερικών απέρριψε το αίτημα. Στις 30.12.2015 η κράτηση της Αιτήτριας ανανεώθηκε για δύο μήνες βάσει του Άρθρου 18ΠΣΤ(4) του Κεφ. 105. Στις 19.2.2016 το Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως ζήτησε την επανεξέταση του αιτήματος εργοδοσίας της Αιτήτριας και επίσης να μη απελαθεί μέχρι την επανεξέταση. Στις 2.3.2016 η κράτηση της αλλοδαπής ανανεώθηκε για 6 μήνες σύμφωνα με το Άρθρο 18ΠΣΤ(8) του Κεφ. 105. Η Αιτήτρια κατεχώρησε προσφυγή τόσο εναντίον των Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης της όσο και της απόφασης ημερ. 2.3.2016 για ανανέωση της κράτησης για 6 μήνες. Περαιτέρω είναι παραδεκτό από την Αιτήτρια (βλ. §11(α)) της Ένορκης Δήλωσης της) ότι το διαβατήριο της δόθηκε αρχικά από την ίδια στον "Agent" της προκειμένου να της βρει άλλο εργοδότη και αυτός την πληροφόρησε ότι το παράδωσε στην πρώην εργοδότρια της από την οποία το ζήτησε όμως η τελευταία ισχυρίζεται ότι δεν το βρίσκει.
Όσον αφορά τα υπόλοιπα ουσιώδη γεγονότα για την παρούσα υπόθεση θα πρέπει να λεχθεί ότι αμφισβητούνται και ιδιαίτερα το ζήτημα της συνεργασίας της Αιτήτριας με τις Αρχές για την έκδοση των ταξιδιωτικών εγγράφων της ώστε να καταστεί δυνατός ο επαναπατρισμός της. Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι ουδείς την κάλεσε να υπογράψει οποιοδήποτε έγγραφο για έκδοση νέου διαβατηρίου της και επίσης εξ όσων πληροφορήθηκε η Αρμόδια Αρχή δεν ήλθε σε επαφή με το Προξενείο της Χώρας της εις Κύπρο για τον πιο πάνω σκοπό. Αντίθετοι είναι οι ισχυρισμοί που τίθενται από την άλλη πλευρά. Σύμφωνα με αυτούς έγιναν προσπάθειες από την Αστυνομία για επαναπατρισμό της, πλην όμως αυτή αρνείται να μεταβεί στο Προξενείο της Χώρας της για την ετοιμασία των ταξιδιωτικών της εγγράφων.
Όπως έχει λεχθεί από την Ολομέλεια στην Shuying v. Δημοκρατίας κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 2725:
«Το Άρθρο 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, οι πρόνοιες της οποίας ενσωματώθηκαν στον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο Κεφ. 105, αποτελεί το νομικό πλαίσιο το οποίο διέπει το θέμα της κράτησης υπηκόου τρίτης χώρας υποκείμενου σε διαδικασίες επιστροφής κλπ. Σύμφωνα με την πιο πάνω διάταξη οποιαδήποτε κράτηση πρέπει να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και να διατηρείται μόνο καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια. Το ίδιο άρθρο περιέχει πρόνοιες η εφαρμογή των οποίων αποτελεί τις ασφαλιστικές δικλείδες για την προστασία των δικαιωμάτων του υποκειμένου σε κράτηση για τους σκοπούς του νόμου, υπηκόου τρίτης χώρας. Μεταξύ άλλων προβλέπεται ότι κάθε κράτος μέλος καθορίζει περιορισμένη περίοδο κράτησης η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες. Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να παρατείνουν το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα των έξι μηνών παρά μόνο για περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρόλες τις εύλογες προσπάθειές τους, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανό να διαρκέσει περισσότερο επειδή «(α) ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί ή (β) καθυστερεί η λήψη εγγράφων από τρίτες χώρες.»
Σύμφωνα με τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο το διάταγμα κράτησης υπόκειται σε προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ενώ η διάρκεια της κράτησης, βάσει του Άρθρου 18ΠΣΤ του εν λόγω νόμου υπόκειται σε αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος. ................»
Η Αιτήτρια συνεπώς επιδίωκε δικαιωματικά με την αίτηση της τον έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης της από πλευράς διάρκειας σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 18ΠΣΤ του Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, Κεφ. 105.
Όπως είναι καλά γνωστό το προνομιακό ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus ad subjiciendum διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Όπως αναφέρθηκε στην Χατζησάββας (1993) 1 Α.Α.Δ. 102 «Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από Αρχή ή ιδιώτη. Απαραίτητη προϋπόθεση δι' έκδοση του εντάλματος η απόδειξη, εκ μέρους του αιτούντος, του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισης (Βλέπε Καρφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55).»
Η Αίτηση στηρίζεται επίσης επί του Άρθρου 5(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΣΔΑ) και Άρθρου 11(2) του Συντάγματος. Η αίτηση της Αιτήτριας αναφέρεται και σε αριθμό άλλων άρθρων και νομοθετημάτων τα οποία όμως δεν προσφέρονται για επίλυση του ζητήματος που εγείρεται με την παρούσα αίτηση.
Το Άρθρο 18ΠΣΤ(1)(5)(6)(7)(8)
«18ΠΣΤ.-(1) Εκτός εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση επιτρέπεται να εφαρμοστούν αποτελεσματικά άλλα επαρκή αλλά λιγότερο αναγκαστικά μέτρα, ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να εκδίδει διάταγμα με το οποίο να θέτει υπό κράτηση υπήκοο τρίτης χώρας υποκείμενο σε διαδικασίες επιστροφής, μόνο για την προετοιμασία της επιστροφής και/ή τη διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης, ιδίως όταν -
(α) υπάρχει κίνδυνος διαφυγής, ή
(β) ο συγκεκριμένος υπήκοος τρίτης χώρας αποφεύγει ή παρεμποδίζει την προετοιμασία της επιστροφής ή τη διαδικασία απομάκρυνσης.
Τέτοια κράτηση έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διατηρείται μόνο καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια.
(2) .........................
.........................
(5)(α) Η διάρκεια κράτησης βάσει του παρόντος άρθρου υπόκειται σε αίτηση για την έκδοση εντάλματος habeas corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω Άρθρου.
(β) Ο Υπουργός Εσωτερικών ενημερώνει αμέσως κάθε επηρεαζόμενο υπήκοο τρίτης χώρας σχετικά με τη δυνατότητα αίτησης η οποία αναφέρεται στην παράγραφο (α).
(γ) .......................
(6) Οσάκις καθίσταται πρόδηλο ότι δεν υφίσταται πλέον λογικά προοπτική απομάκρυνσης για νομικούς ή άλλους λόγους ή όταν παύουν να ισχύουν οι όροι του εδαφίου (1), η κράτηση παύει να δικαιολογείται και το συγκεκριμένο πρόσωπο απολύεται αμέσως.
(7) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) και της παραγράφου (γ) του εδαφίου (5), η κράτηση εξακολουθεί καθ' όλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του εδαφίου (1) και ίναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.
(8) Ο Υπουργός Εσωτερικών δε δύναται να παρατείνει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο εδάφιο (7) παρά μόνο για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρ' όλες τις εύλογες προσπάθειες, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο επειδή-
(α) ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί, ή
(β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.»
H νομιμότητα της κράτησής της Αιτήτριας ως έχει λεχθεί δεν αμφισβητείται. Η Αιτήτρια κρατείται δυνάμει Διατάγματος Κράτησης ημερ. 21.9.2015 το οποίο ανανεώθηκε την 1.3.2016 σύμφωνα με τις πρόνοιες του εδαφίου 8 του Άρθρου 18ΠΣΤ με την αιτιολογία ότι αυτή σταθερά αρνείται να συνεργαστεί προκειμένου να επιτευχθεί η αναχώρηση (απέλαση) της από την Δημοκρατία (βλ. Τεκμ. 12 στην Ένσταση). Η Αιτήτρια όπως ήδη έχει αναφερθεί αρνείται αυτή την αιτιολογία και επιρρίπτει την ευθύνη τής μη αναχώρησης της στις Αρχές ισχυριζόμενη ούτε ουδέν έπραξαν προκειμένου να εκδοθεί νέο διαβατήριο της προκειμένου να αναχωρήσει. Ο ευπαίδευτος συνήγορος της Αιτήτριας απέδωσε μάλιστα αμέλεια στις Αρχές οι οποίες μέχρι σήμερα δεν προέβησαν σε οποιαδήποτε ενέργεια προκειμένου να εκδοθεί νέο διαβατήριο για την Αιτήτρια ώστε να καταστεί δυνατή η αναχώρηση της.
Σύμφωνα με το εδάφιο (1) «η κράτηση του υπηκόου Τρίτης χώρας για την προετοιμασία της επιστροφής και/ή διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης του» έχει την μικρότερη δυνατή διάρκεια και διατηρείται μόνο καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με την δέουσα επιμέλεια. Οσάκις όμως καθίσταται πρόδηλο ότι δεν υφίσταται πλέον λογικά προοπτική απομάκρυνσης για νομικούς ή άλλους λόγους ή όταν παύουν να ισχύουν οι όροι του εδαφίου (1) η κράτηση παύει να δικαιολογείται και το συγκεκριμένο πρόσωπο απολύεται αμέσως (εδάφιο 6). Παρόλα ταύτα σύμφωνα με το εδάφιο (8) ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να παρατείνει την κράτηση του υπηκόου πέραν των 6 μηνών που προβλέπει το εδάφιο (7) για πρόσθετο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες στις περιπτώσεις που παρόλες τις εύλογες προσπάθειες η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο διότι (α) ο συγκεκριμένος υπήκοος αρνείται να συνεργαστεί.
Όπως λέχθηκε στην Khlaief v. Κυπριακή Δημοκρατία κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402 και επαναλήφθηκε στην απόφαση της πλειοψηφίας στην Fasel v. Κυπριακή Δημοκρατία κ.α. (2016) 1 Α, ECLI:CY:AD:2016:A184.Α.Δ. 876:
«Σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση βεβαίως, η κρίση επί του κατά πόσο η κράτηση έχει υπερβεί τον εύλογο χρόνο είναι κρίση πραγματική που πρέπει να λαμβάνει υπ' όψη όλα τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως και πάντοτε, αυτή ταύτη η διάρκεια της κράτησης είναι σχετική. Τέσσερις μήνες δεν είναι μικρό διάστημα. Όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί in abstracto. Πρέπει να συσχετισθεί προς τους λόγους της καθυστέρησης απέλασης και τις υφιστάμενες δυνατότητες διεκπεραίωσης της.......»
Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης παρατηρώ τα ακόλουθα όπως αυτά πηγάζουν από το υλικό που τέθηκε ενώπιον μου.
(α) Όπως είναι παραδεκτό από την ίδια (βλ. § 11(α) και β της Ένορκης Δήλωσης της) το διαβατήριό της χάθηκε.
(β) Η Αιτήτρια σύμφωνα με το Τεκμ. 10 της Ένστασης που είναι επιστολή της Επιτρόπου Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων υπέβαλε στις 5.2.2016 γραπτό παράπονο προς την Επίτροπο αναφορικά με τις διαδικασίες κράτησης και απέλασης της. Από την επιστολή αυτή φαίνεται έντονα η προσπάθεια της Αιτήτριας να παραμείνει εις Κύπρο και εργαστεί. Ζητείται δε επανεξέταση του θέματος απόλυσής της και έγκρισης εργοδότησης της. Παράλληλα γίνεται αίτημα για αναστολή απέλασής της μέχρι την επανεξέταση του θέματος.
(γ) Ενώ αρχικά η Αιτήτρια, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των Καθ' ων η Αίτηση, επέδειξε διάθεση συνεργασίας σε κατοπινό στάδιο και συγκεκριμένα από 9.2.2016 παρατηρείται αλλαγή στη στάση της. Αρνείται να συνεργαστεί και επιθυμεί όπως παραμείνει στη Δημοκρατία και εργαστεί.
i. Αυτό αναφέρει σε συνέντευξή της στις 13.3.2016 δηλώνοντας παράλληλα ότι επιθυμεί να παραμείνει στα κρατητήρια μέχρι να αφεθεί ελεύθερη.
ii. Στις 30.3.2016 σε προσωπική συνέντευξη αρνήθηκε να συνεργαστεί για την απέλασή της. Αρνείται επίσης να μεταβεί στο Προξενείο της χώρας της για έκδοση ταξιδιωτικού εγγράφου δηλώνοντας ότι προτιμά να παραμείνει στα κρατητήρια.
Σημειώνεται ότι το Προξενείο δεν εκδίδει ταξιδιωτικά έγγραφα χωρίς την συγκατάθεση των υπηκόων του Νεπάλ.
iii. Στις 21.4.2016 και πάλι σε προσωπική συνέντευξη αρνήθηκε οποιαδήποτε συνεργασία.
iv. Η Αιτήτρια παρουσιάζει αρνητική συμπεριφορά και στάση έναντι των μελών του ΧΩΚΑΜ πρωτοστατεί στη δημιουργία προβλημάτων και επηρεάζει συγκρατούμενες της να μην συναινούν στον επαναπατρισμό τους. Σύμφωνα με πληροφορίες από την Μεννόγεια, στις 12.4.2016 συμμετείχε στην αφαίρεση παραθύρου από κελί, από όπου κρατούμενες κατέβηκαν με τη χρήση σεντονιού στο χώρο προαυλισμού πτέρυγας ανδρών.
v. Στις 28.4.2016 σε συνομιλία της με μέλος της ΧΩΚΑΜ αρνήθηκε να επαναπατρισθεί και επιθυμεί να αφεθεί ελεύθερη.
Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι τα δεδομένα είναι όπως αυτά παρουσιάζονται από τους Καθ' ων η αίτηση. Είναι ξεκάθαρο από την Ένορκη Δήλωση της Αιτήτριας ότι αυτήν δεν επιθυμεί να εγκαταλείψει τη Δημοκρατία και επαναπατρισθεί. Η παράγρ. 12 της Ένορκης Δήλωσης της Αιτήτριας είναι διαφωτιστική επί του θέματος:
«12. Ήλθα στην Κύπρο για να εργαστώ σαν οικιακή βοηθός για να βοηθήσω την οικογένεια μου, αφού ξόδευσα μεγάλο χρηματικό ποσό και περίμενα να εργαστώ για έξη χρόνια για να εξοικονομήσω κάποια λεφτά, σύμφωνα με τη Σύμβαση Εργασίας που υπόγραψα με την εργοδότρια μου. Κατά την 20.5.2015 με κοινή συμφωνία η εργοδότρια μου, μού έδωσε Release-αποδέσμευση, για να εξεύρω άλλο εργοδότη, αλλά τούτο δεν έγινε κατορθωτό με αποτέλεσμα να συλληφθώ και να εκδοθούν διατάγματα κράτησης και απέλασης μου από την Κύπρο, χωρίς οποιανδήποτε ειδοποίηση ότι παρέμεινα παράνομα, διότι δεν μπόρεσα να βρω εργοδότη μέσα στην προθεσμία του ενός μηνός από της χορήγησης σε εμέ του Release. Είμαι πεπεισμένη ότι υπάρχει το απαιτούμενο νομικό και πραγματικό έρεισμα για να συνεχίσω να παραμείνω και εργάζομαι στην Κύπρο μετά την απόλυση μου διότι:
(α) σύμφωνα με το νόμο έχω τη δυνατότητα να εργαστώ ακόμη τέσσερα χρόνια στην Κύπρο σαν οικιακή βοηθός
(β) προσπάθησα να βρω εργοδότη, αλλά δεν μπόρεσα μετά την αποδέσμευση μου από την εργοδότρια μου
(γ) η εργοδότρια μου και γενικά η οικογένεια της με θέλουν να συνεχίσω να εργάζομαι μαζί τους
(δ) η εργοδότρια μου με επιστολή της ημερομηνίας 16/10.2015 προς τον Υπουργό Εσωτερικών, αφού του έδωσε νέα στοιχεία γιατί με θέλει να εργαστώ στην οικογένεια της, ζήτησε να ανακληθούν τα διατάγματα κράτησης και απέλασης μου και να δοθεί έγκριση να εργαστώ με την οικογένεια της, αλλά μέχρι σήμερα ως πληροφορήθηκα δεν απάντησε ο Υπουργός Εσωτερικών (Τεκμήριο Α)
(ε) με την απόλυση μου θα κάμω τα δέοντα διαβήματα για να μου εγκριθεί άδεια να συνεχίσω να εργάζομαι στην Κύπρο σαν οικιακή βοηθός σε εργοδότη που με θέλει και έχω καλό λόγο να μου δοθεί αυτή η έγκριση.»
Όλα τα πιο πάνω, χωρίς αμφιβολία, επιμαρτυρούν την άρνηση της Αιτήτριας να συνεργαστεί ώστε να επιτευχθεί χωρίς εμπόδια ο επαναπατρισμός της και είναι αντιφατικό όσα ισχυρίζεται ότι οι Αρχές ουδέν έπραξαν προκειμένου να καταστεί δυνατή η απέλασή της από τη στιγμή που η ίδια δεν συνεργάζεται και με κάθε τρόπο προσπαθεί να εξασφαλίσει την παρουσία της στη Δημοκρατία. Δεν μου διαφεύγει ότι η Αιτήτρια τελεί υπό κράτηση για κάτι λιγότερο από 7 μήνες μέχρι την καταχώρηση της Αίτησής της στις 12.4.2016. Παράλληλα όμως δεν μου διαφεύγει η δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι Αρχές προκειμένου να διεκπεραιώσουν την απέλασή της Αιτήτριας με την αρνητική συμπεριφορά που αυτή επιδεικνύει. Ενόψει αυτών κρίνω ότι δεν έχει παρέλθει ο εύλογος χρόνος για κράτηση της Αιτήτριας για σκοπούς απέλασής της στο παρόν στάδιο, αλλά επίσης είμαι της γνώμης ότι υπάρχει πραγματική προοπτική εκτέλεσης της Διαταγής για απέλαση της.
Αναφορικά με το Άρθρο 5(1)(στ) του ΕΣΔΑ που είναι αντίστοιχο με το Άρθρο 11(2)(στ) του Συντάγματος, η Αρχή που προβάλλεται από τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ σε σχέση με το θέμα υπό εξέταση επαναλαμβάνεται στην πρόσφατη απόφαση Mefaani v. Cyprus, Appl. Nos 3473/11 και 7538/11 ημερ. 23.2.2016 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
"Article 5 § 1(f) does not demand that detention be reasonably considered necessary, for example, to prevent the individual from committing an offence or fleeing. It is therefore immaterial whether the underlying decision to expel can be justified under national or Convention law. Any deprivation of liberty under the second limb or Article 5 § 1(f) will be justified, however, only for as long as steps towards deportation or extradition are in progress. If such steps are not prosecuted with due diligence, the detention will cease to be permissible under that provision. In other words, the length of the detention should not exceed that which is reasonably required for the purpose pursued.
Unlike Article 15 of Directive 2008/115/EC, Article 5 § 1(f) of the |Convention does not lay down maximum time-limits; the question whether the length of deportation proceedings could affect the lawfulness of detention under this provision thus depends solely on the particular circumstances of each case.
The deprivation of liberty must also be "lawful". Where the "lawfulness" of detention is in issue, including the question whether "a procedure prescribed by law" has been followed, the Convention refers essentially to national law and lays down, as a minimum, the obligation to conform to the substantive and procedural rules of that law. It follows that the Court can and should exercise a certain power to review whether this law has been complied with. However, the logic of the system of safeguards established by the Convention sets limits on the scope of this review. It is in the first place for the national authorities, notably the courts, to interpret and apply domestic law, even in those fields where the Convention "incorporates" the rules of that law: the national authorities are, in the nature of things, particularly qualified to settle the issues arising in this connection."
Εις τα παραστατικά της παρούσας υπόθεσης είμαι της γνώμης ότι η Αιτήτρια δεν έχει αποδείξει (βλ. Jacobs, White & Ovey, The European convention on Human Rights, 5η Έκδοση, σελ. 235) ότι η διάρκεια του χρόνου κράτησης της δεν είναι η αναγκαία και/ή εύλογος. Δεν μπορεί να αποδίδεται εις τους Καθ' ων η Αίτηση η πάροδος του χρόνου χωρίς την εκτέλεση του Διατάγματος Απέλασης, όταν η ίδια παρεμβάλλει με τη στάση της και την άρνησή της να συνεργαστεί, εμπόδια στην ομαλή διεκπεραίωση της διαδικασίας αυτής. Αποδοχή της λογικής αυτής θα οδηγούσε σε παράλογες καταστάσεις.
Με βάση τα πιο πάνω αλλά και διότι δεν τέθηκαν ενώπιον μου στοιχεία που να καταδεικνύουν ίχνος ότι η κράτησή της είναι αποτέλεσμα κακής πίστης των Καθ' ων η Αίτηση ή ότι αυτή κρατείται υπό απαράδεκτες συνθήκες ή ότι η κράτησή της είναι αυθαίρετη για οποιοδήποτε άλλο λόγο (βλ. Mefaani (άνω)) η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί.
Η Αίτηση απορρίπτεται με €800 έξοδα εις βάρος της Αιτήτριας.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.