ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:A220
(2016) 1 ΑΑΔ 1054
26 Απριλίου, 2016
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]
ΜΑΡΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Εφεσείων-Εναγόμενος,
v.
Κ. ΚΥΘΡΑΙΩΤΗΣ ΣΚΥΡΟΔΕΜΑ ΛΙΜΙΤΕΔ,
Εφεσιβλήτων-Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 209/2012)
Έφεση ― Απορριπτική κατάληξη σε αίτηση επαναφοράς έφεσης η οποία απορρίφθηκε λόγω παράλειψης υποβολής περιγράμματος αγόρευσης, δυνάμει του περί Εφέσεων Διαδικαστικού Κανονισμού του 1996, Κ.13(ε) ― Νομολογιακή επισκόπηση ― Παρέχεται στο Εφετείο δικαιοδοσία επαναφοράς έφεσης, όταν αποδειχθεί ότι η μη καταχώρηση περιγράμματος αγόρευσης οφείλεται σε λόγο πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντος, με αποτέλεσμα η μη επαναφορά της να ισοδυναμεί με αποστέρηση του δικαιώματός του να ακουστεί.
Με την αίτηση επιδιώχθηκε η επαναφορά έφεσης η οποία απορρίφθηκε λόγω παράλειψης του εφεσείοντα να συμμορφωθεί με οδηγίες του Δικαστηρίου οι οποίες είχαν δοθεί στις 28 Μαΐου 2014, αναφορικά με την καταχώριση περιγραμμάτων αγόρευσης.
Η αίτηση, και η ένορκη δήλωση που τη συνόδευε, είχαν ως πραγματικό υπόβαθρο το γεγονός ότι, παρόλο που οι οδηγίες που δόθησαν στο στάδιο της προδικασίας γνωστοποιήθηκαν στο γραφείο των συνηγόρων του εφεσείοντα, υπάλληλος του εν λόγω γραφείου, εκ παραδρομής, έθεσε το φάκελο της υπόθεσης στην αποθήκη των διεκπεραιωθεισών υποθέσεων αντί στη θυρίδα των εκκρεμουσών. Αυτή η ενέργεια είχε ως αποτέλεσμα τη μη ετοιμασία περιγράμματος αγόρευσης εκ μέρους των δικηγόρων του εφεσείοντα.
Περιήλθαν δε σε γνώση των τελευταίων, τα περί απορρίψεως της έφεσης, με γνωστοποίηση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που λήφθηκε στα μέσα Οκτωβρίου 2015.
Η αίτηση καταχωρήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 2015 και η ένορκη δήλωση δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο των συνηγόρων του εφεσείοντα, κατέληγε αναφέροντας ότι η μη ετοιμασία του περιγράμματος, οφειλόταν σε σφάλμα και παράλειψη που βρισκόταν πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα και σε περίπτωση μη επαναφοράς της υπόθεσης, ο εφεσείων θα υποστεί ζημιά καθότι δεν θα ακουστεί η υπόθεση του για να υπερασπιστεί τα δικαιώματα του ενώπιον του Δικαστηρίου.
Η αίτηση αντιμετώπισε την ένσταση της πλευράς των εφεσιβλήτων, οι οποίοι ισχυρίστηκαν ότι τα γεγονότα τα οποία προβάλλονταν με την αίτηση δεν δικαιολογούσαν την παρέκκλιση από την πάγια νομολογία ότι, λάθος του δικηγόρου ή του γραφείου των δικηγόρων του εφεσείοντα, μπορεί να αποτελέσει λόγο για επαναφορά της απορριφθείσας έφεσης.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο ενόρκως δηλών για τους εφεσίβλητους, προσδιόρισε από την αρχή της ενόρκου δηλώσεως ότι οτιδήποτε αναφέρει είτε τα γνωρίζει, είτε περιήλθαν στη δική του γνώση ή αποτελούν θέματα που του ήγειραν οι δικηγόροι του. Συνεπώς αποκαλυπτόταν η πηγή γνώσης του και δεν προέκυπτε οποιοδήποτε σφάλμα επ' αυτού όπως προβλήθηκε με σχετικό λόγο ένστασης.
2. Ήταν έκδηλο στη βάση των προβληθέντων, ότι η μη καταχώριση, εγκαίρως, του περιγράμματος αγόρευσης οφειλόταν σε λάθος της υπαλλήλου των δικηγόρων του εφεσείοντα.
3. Το θέμα αυτό, είτε τούτο οφείλεται σε λάθος, είτε οφείλεται σε αδυναμία ρύθμισης του γραφείου των δικηγόρων, απετέλεσε αντικείμενο αναφοράς σε δύο υποθέσεις, ήτοι, στην υπόθεση Παφιτανής v. Αιγίς Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 366 και A. Messios & Sons Ltd v. Λεωνίδα (Αρ. 2) (2010) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1655.
4. Ο Κ. 13(ε) των Διαδικαστικών Κανονισμών περί Εφέσεων (Προδικασία, Περιγράμματα Αγορεύσεων, Περιορισμός του Χρόνου των Προφορικών Αγορεύσεων και Συνοπτική Διαδικασία για Απόρριψη Προδήλως Αβάσιμων Εφέσεων) Διαδικαστικών Κανονισμών του 1996-1998, προνοεί ότι η έφεση, ή η αντέφεση αναλόγως, που έχουν απορριφθεί δυνάμει του παρόντος Κανονισμού, επαναφέρεται όταν αποδεικνύεται ότι η μη καταχώριση περιγράμματος αγόρευσης οφείλεται «σε λόγο πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα», με αποτέλεσμα η μη αναφορά να ισοδυναμεί με αποστέρηση του δικαιώματος να ακουστεί.
5. Στην υπό κρίση υπόθεση προέκυπτε ότι, οι οδηγίες που δόθηκαν στο στάδιο της προδικασίας ήταν στις 28 Μαΐου 2014 και ο εφεσείων ενδιαφέρθηκε για την υπόθεση στα μέσα Οκτωβρίου 2015, αφού στο μεταξύ έλαβε ειδοποίηση από το Εφετείο για την απόρριψη της έφεσης από την 1η Σεπτεμβρίου 2015.
6. Το λάθος το οποίο επικαλείται ο εφεσείων δεν μπορεί, με βάση την προηγηθείσα νομολογία, να θεωρηθεί ότι βρισκόταν πέραν των δυνάμεων του, έτσι ώστε να ενεργοποιηθεί η δυνατότητα που παρέχει ο Κ. 13(ε) του Διαδικαστικού Κανονισμού.
Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Παφιτανής v. Αιγίς Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 366,
A. Messios& Sons Ltd v. Λεωνίδα (Αρ. 2) (2010) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1655.
Έφεση-Αίτηση.
Αίτηση από τον εφεσείοντα για επαναφορά της έφεσης από τον εναγόμενο εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Μιχαηλίδης, Ε.Δ.), (Αίτηση Αρ. 2063/2007), ημερομηνίας 26/4/2012.
Σ. Σταυρινίδης, για τον Αιτητή-Εφεσείοντα.
Α. Αργυρού (κα) για Ν. Ππιριλλίδη, για τους Καθ'ων η αίτηση-Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η έφεση που καταχωρήθηκε από τους εφεσείοντες στις 9 Μαΐου 2012, με την οποία αμφισβητείται η ορθότητα της εκδοθείσας στις 12 Οκτωβρίου 2011 απόφασης στο πλαίσιο της αγωγής 2063/2007 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, απορρίφθηκε καθότι ο εφεσείων παρέλειψε να συμμορφωθεί με οδηγίες του Δικαστηρίου που δόθησαν στις 28 Μαΐου 2014, αναφορικά με την καταχώριση περιγραμμάτων αγόρευσης.
Στις 26 Οκτωβρίου 2015 ο εφεσείων καταχώρισε την παρούσα αίτηση, με την οποία αιτείται επαναφορά της ήδη απορριφθείσας έφεσης.
Η αίτηση, και η ένορκη δήλωση που την συνοδεύει, έχει ως πραγματικό υπόβαθρο το γεγονός ότι, παρόλο που οι οδηγίες που δόθησαν στο στάδιο της προδικασίας γνωστοποιήθηκαν στο γραφείο των συνηγόρων του εφεσείοντα, υπάλληλος του εν λόγω γραφείου, εκ παραδρομής, έθεσε το φάκελο της υπόθεσης στην αποθήκη των διεκπεραιωθεισών υποθέσεων αντί στη θυρίδα των εκκρεμουσών. Αυτή η ενέργεια είχε ως αποτέλεσμα τη μη ετοιμασία περιγράμματος αγόρευσης εκ μέρους των δικηγόρων του εφεσείοντα και περιήλθε σε γνώση των τελευταίων, τα περί απορρίψεως της έφεσης, με γνωστοποίηση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που λήφθηκε στα μέσα Οκτωβρίου 2015.
Η αίτηση καταχωρήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 2015 και η ένορκη δήλωση του κ. Λουκά Κοϊνά, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο των συνηγόρων του εφεσείοντα, καταλήγει λέγοντας ότι η μη ετοιμασία του περιγράμματος οφειλόταν σε σφάλμα και παράλειψη που βρισκόταν πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα και σε περίπτωση μη επαναφοράς της υπόθεσης, ο εφεσείων θα υποστεί ζημιά καθότι δεν θα ακουστεί η υπόθεση του για να υπερασπιστεί τα δικαιώματα του ενώπιον του Δικαστηρίου.
Η αίτηση αντίκρυσε την ένσταση της πλευράς των εφεσιβλήτων, οι οποίοι ισχυρίστηκαν ότι τα γεγονότα τα οποία προβάλλονται με την αίτηση δεν δικαιολογούν την παρέκκλιση από την πάγια νομολογία ότι, λάθος του δικηγόρου ή του γραφείου των δικηγόρων του εφεσείοντα, μπορεί να αποτελέσει λόγο για επαναφορά της απορριφθείσας έφεσης.
Στο πλαίσιο της συζήτησης της αίτησης ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα, πέραν από την αναφορά σε νομολογία, ισχυρίστηκε ότι η ένορκη δήλωση, που συνοδεύει την ένσταση, είναι παράτυπη και δεν θα πρέπει να ληφθεί υπόψη, καθότι ο ενόρκως δηλών Κώστας Κυθραιώτης αναφέρεται σε νομικούς ισχυρισμούς χωρίς να προσδιορίζει την πηγή της γνώσης αυτών των ισχυρισμών.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των εφεσιβλήτων υποστήριξε ότι αυτός ο ισχυρισμός δεν μπορεί να ευσταθήσει καθότι, με την ένορκη δήλωση του Κ. Κυθραιώτη και ιδιαιτέρως στην παράγραφο 1, ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι προβαίνει στην παρούσα ένορκη δήλωση «εξ' όσων κάλλιον γνωρίζω και ως συμβουλεύομαι από τους δικηγόρους μας και πιστεύω». Αυτό το στοιχείο, υποστήριξε η συνήγορος, καλύπτει όλες τις παραγράφους της ενόρκου δηλώσεως και δεν θα ήταν απαραίτητο να αναφέρεται σε κάθε συγκεκριμένη παράγραφο ότι τα στοιχεία που αναφέρονται προήλθαν από συμβουλή των συνηγόρων των εφεσιβλήτων.
Ως προς την ουσία του θέματος, ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα αναγνώρισε τη δυσκολία που υπάρχει, η οποία εδράζεται στην υφιστάμενη νομολογία, και κάλεσε προς τούτο το Δικαστήριο να εξετάσει το θέμα με ευρύτητα πνεύματος. Αντιθέτως, η ευπαίδευτη συνήγορος των εφεσιβλήτων εισηγήθηκε όπως το Δικαστήριο εφαρμόσει την υφιστάμενη νομολογία, που δεν δικαιολογεί το ενδεχόμενο επιτυχούς κατάληξης της αίτησης.
Ξεκινούμε από το δεδομένο της αρχικής εισήγησης του κ. Σταυρινίδη, που εδράζεται στην αντικανονικότητα της ενόρκου δηλώσεως που συνοδεύει την ένσταση των εφεσιβλήτων. Τούτο, όμως, το θέμα ενδεχομένως θα καθίστατο αχρείαστο να εξεταστεί, καθότι η βάση επί της οποίας στηρίζεται η αίτηση είναι το «σφάλμα» της υπαλλήλου του δικηγορικού γραφείου του εφεσείοντα, το οποίο οδήγησε στην αδυναμία έγκαιρης ετοιμασίας του περιγράμματος αγόρευσης, εξ' ου και η έφεση είχε την κατάληξη που περιγράψαμε πιο πάνω, δηλαδή της απόρριψης.
Παρόλο τούτο, όμως, εκείνο το οποίο, οι εφεσίβλητοι, υποστηρίζουν είναι ότι, δεν έχει καταδειχθεί, με οποιοδήποτε τρόπο, ότι η μη καταχώριση περιγράμματος αγόρευσης οφείλεται σε λόγο πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα. Αυτή μπορεί να είναι η βασική νομική θέση, για προώθηση της ένστασης, στηριζόμενη σε νομολογία, πλην, όμως, ο Κ. Κυθραιώτης, ενόρκως δηλών για τους εφεσιβλήτους, προσδιόρισε από την αρχή της ενόρκου δηλώσεως (παράγραφος 1) ότι οτιδήποτε αναφέρει είτε τα γνωρίζει, είτε περιήλθαν στη δική του γνώση ή αποτελούν θέματα που του ήγειραν οι δικηγόροι του. Συνεπώς αποκαλύπτεται η πηγή και δεν βρίσκουμε οποιοδήποτε σφάλμα επ' αυτού.
Στη βάση των γεγονότων που έχουμε, στην παρούσα αίτηση, είναι έκδηλο και ταυτόχρονα σαφές, ότι η μη καταχώριση, εγκαίρως, του περιγράμματος αγόρευσης οφείλεται σε λάθος της υπαλλήλου των δικηγόρων του εφεσείοντα.
Το θέμα αυτό, είτε τούτο οφείλεται σε λάθος, είτε οφείλεται σε αδυναμία ρύθμισης του γραφείου των δικηγόρων, αποτέλεσε αντικείμενο αναφοράς σε δύο υποθέσεις, ήτοι, στην υπόθεση Παφιτανής v. Αιγίς Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 366 και A. Messios & Sons Ltd v. Λεωνίδα (Αρ. 2) (2010) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1655.
Ο Κ. 13(ε) των Διαδικαστικών Κανονισμών περί Εφέσεων (Προδικασία, Περιγράμματα Αγορεύσεων, Περιορισμός του Χρόνου των Προφορικών Αγορεύσεων και Συνοπτική Διαδικασία για Απόρριψη Προδήλως Αβάσιμων Εφέσεων) Διαδικαστικών Κανονισμών του 1996-1998, προνοεί ότι η έφεση, ή η αντέφεση αναλόγως, που έχουν απορριφθεί δυνάμει του παρόντος Κανονισμού, επαναφέρεται όταν αποδεικνύεται ότι η μη καταχώριση περιγράμματος αγόρευσης οφείλεται «σε λόγο πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα», με αποτέλεσμα η μη αναφορά να ισοδυναμεί με αποστέρηση του δικαιώματος να ακουστεί.
Στην υπόθεση Παφιτανής (ανωτέρω), το λάθος και η παράλειψη δεν κρίθηκε ότι μπορεί να αποτελεί λόγο ο οποίος θα μπορούσε να αναχθεί ως αίτιο για αδυναμία εκτέλεσης, πέραν των δυνάμεων του δικηγόρου. Στο ίδιο πλαίσιο κρίθηκε και η υπόθεση Messios (ανωτέρω), όπου εκεί το πρόβλημα αναγόταν στον τρόπο λειτουργίας των γραφείων των δικηγόρων των εφεσειόντων.
Στην υπό κρίση υπόθεση παρατηρούμε ότι, οι οδηγίες που δόθηκαν στο στάδιο της προδικασίας ήταν στις 28 Μαΐου 2014 και ο εφεσείων ενδιαφέρθηκε για την υπόθεση στα μέσα Οκτωβρίου 2015, αφού στο μεταξύ έλαβε ειδοποίηση από το Εφετείο για την απόρριψη της έφεσης από την 1η Σεπτεμβρίου 2015. Το λάθος το οποίο επικαλείται ο εφεσείων δεν μπορεί, με βάση τη νομολογία όπως την έχουμε παραθέσει πιο πάνω, να θεωρηθεί ότι βρισκόταν πέραν των δυνάμεων του, έτσι ώστε να ενεργοποιηθεί η δυνατότητα που παρέχει ο Κ. 13(ε) του Διαδικαστικού Κανονισμού.
Με γνώμονα τα πιο πάνω η αίτηση δεν μπορεί να πετύχει και ως εκ τούτου απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντα, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.