ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Επί τοις Αφορώσι την αίτηση της HellengerTrading Ltd (2000) 1 ΑΑΔ 1965
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2016:D118
(2016) 1 ΑΑΔ 579
24 Φεβρουαρίου, 2016
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ KAI
ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
(ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ TOY 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11.2 ΚΑΙ 11.3 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΥ ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΟΣ ΤΗΝ 27/01/2016 ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΝ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΚΗΣ ΕΝΤΟΣ ΔΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ 15686/2013,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΨΥΛΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΠΡΟΣ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΦΥΣΕΩΣ
CERTIORARI.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 29/2016)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, με το οποίο θα επιδιωκόταν η ακύρωση απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου σε δίκη εντός δίκης ― Απορριπτική κατάληξη λόγω απουσίας εξαιρετικών περιστάσεων, διαθέσιμου εναλλακτικού ένδικου μέσου ως επίσης και πρόωρου του αιτήματος λόγω μη διεξαγωγής της δίκης στο σύνολο της.
Στο πλαίσιο εκδίκασης ποινικής υπόθεσης Επαρχιακού Δικαστηρίου, έγινε προσπάθεια κατάθεσης τεκμηρίων, τα οποία είχαν συλλεγεί ύστερα από έρευνα που έγινε στο όχημα του αιτητή - κατηγορουμένου. Ως αποτέλεσμα υποβολής σχετικής ένστασης, διεξήχθη δίκη εντός δίκης και το δικαστήριο κατέληξε, απορρίπτοντας την ένσταση, ότι υπήρχε εύλογη υποψία ότι ο αιτητής μετέφερε κάτι παράνομο και ως εκ τούτου, η ανακοπή που έγινε ήταν νόμιμη.
Ο αιτητής καταχώρισε την παρούσα αίτηση με την οποία επιδίωξε την παραχώρηση αδείας για την καταχώριση αιτήσεως προς έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, με στόχο την ακύρωση της πιο πάνω αναφερθείσας απόφασης.
Ισχυρίστηκε μεταξύ άλλων ότι συγκεκριμένη πληροφόρηση για την οποία έγινε λόγος κατά την προσαχθείσα από την Κατηγορούσα αρχή μαρτυρία, δεν συμπεριλαμβανόταν στην κατάθεση που ο αστυφύλακας έδωσε αμέσως μετά το επίδικο συμβάν, το οποίο έλαβε χώρα στις 24 Απριλίου 2013.
Ήταν, όπως είπε, εκ των υστέρων σκέψη η οποία έγινε με στόχο να τεκμηριωθεί η παράνομη έρευνα την οποία δενήργησε η Αστυνομία. Ως αποτέλεσμα αυτής της παρανομίας και της κατασκευασμένης εύλογης υποψίας, το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε, υποστήριξε ο αιτητής, και ζήτησε όπως παραχωρηθεί άδεια επί τούτου.
Σύμφωνα με τις θέσεις του υπήρξε μια κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων του και ως αποτέλεσμα αυτής της προσέγγισης παραβιάστηκε η αρχή της ισότητας και το τεκμήριο της αθωότητας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση αδείας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατωτέρων δικαστηρίων.
2. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου.
3. Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας.
4. Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. Ακόμα και εάν στοιχειοθετηθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση η άδεια δεν χορηγείται στις περιπτώσεις όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο θεραπείας, εκτός όπου καταδεικνύεται με επάρκεια η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων.
5. Από τα γεγονότα που έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου ο αιτητής, και από το περιεχόμενο της ενδιάμεσης απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου, ημερομηνίας 27 Ιανουαρίου 2016, ενδεχομένως, να υπάρχει μια διάσταση μεταξύ της κατάθεσης του αστυφύλακα Χρίστου, που έδωσε στο πλαίσιο της διερεύνησης της υπόθεσης και της ενόρκου μαρτυρίας του, κατά τη διεξαχθείσα δίκη εντός δίκης.
6. Το τελικό συμπέρασμα του δικαστηρίου περί της ύπαρξης ευλόγου υπόνοιας, για την ανακοπή και έρευνα του αυτοκινήτου του αιτητή, είναι αντικείμενο το οποίο θα αποτελέσει στοιχείο τελικής απόφανσης από το πρωτόδικο δικαστήριο στο πλαίσιο της διεξαγόμενης δίκης. Η διεξαχθείσα δίκη εντός δίκης αφορούσε ένα σκέλος της υπόθεσης.
7. Με αυτό το συλλογισμό, καταδεικνυόταν το πρόωρο του αιτήματος και αφετέρου, αναφυόταν η ανάγκη να διεξαχθεί η δίκη στο σύνολο της και τα όποια, ενδεχομένως, παράπονα υπήρχαν θα εξετάζονταν στο πλαίσιο της έφεσης, αν και εφόσον θα υπήρχε καταδίκη και προωθείτο έφεση.
8. Συνακόλουθα, υπήρχε εναλλακτική θεραπεία στον αιτητή για να αμφισβητήσει στο κατάλληλο στάδιο και στο ορθό δικαιοδοτικό πλαίσιο, της έφεσης, το εύρημα του δικαστηρίου για το οποίο παραπονείτο.
9. Εν πάση περιπτώσει, ο αιτητής δεν είχε στοιχειοθετήσει εξαιρετικές περιστάσεις.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Parpas v. The Republic (1988) 2 C.L.R. 5,
In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250,
Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1696,
Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464,
Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965.
Αίτηση.
Αιτητής παρών προσωπικά.
Cur. adv. vult.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Στο πλαίσιο εκδίκασης της ποινικής υπόθεσης υπ' αριθμό 15686/2013, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, έγινε προσπάθεια κατάθεσης τεκμηρίων, τα οποία είχαν συλλεγεί μετά από έρευνα που έγινε στο όχημα του αιτητή - κατηγορουμένου. Μετά την εκφρασθείσα ένσταση, είχε διεξαχθεί δίκη εντός δίκης και στις 27 Ιανουαρίου 2016 το δικαστήριο κατέληξε, απορρίπτοντας την ένσταση, ότι υπήρχε εύλογη υποψία ότι ο αιτητής μετέφερε κάτι παράνομο και ως εκ τούτου, η ανακοπή που έγινε ήταν νόμιμη.
Ο αιτητής καταχώρισε την παρούσα αίτηση με την οποία επιδιώκει την παραχώρηση αδείας για την καταχώριση αιτήσεως για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, με στόχο την ακύρωση της πιο πάνω αναφερθείσας απόφασης.
Μέσα από την ένορκη του δήλωση που συνοδεύει την αίτηση ο αιτητής ισχυρίζεται ότι, στις 24 Απριλίου 2013 το όχημα το οποίο οδηγούσε είχε ανακοπεί για έλεγχο τροχαίας. Η παράβαση την οποία ο αστυφύλακας 2056, Ν. Χρίστου είχε εντοπίσει, ήταν το γεγονός ότι ο αιτητής δεν φορούσε ζώνη. Στη συνέχεια, πρόβαλε ο αιτητής, ο εν λόγω αστυφύλακας, χωρίς ένταλμα, και, χωρίς τη δική του άδεια, είχε προβεί σε έρευνα στο αυτοκίνητο του, με αποτέλεσμα να καταχωρηθεί ποινική υπόθεση εναντίον του και είναι σε αυτό το πλαίσιο που η Κατηγορούσα Αρχή επιχείρησε να καταθέσει στο δικαστήριο τα ανευρεθέντα, εντός του αυτοκινήτου του, αντικείμενα.
Στο πλαίσιο της δίκης εντός δίκης που είχε διεξαχθεί, κατέθεσε ο Υπαστυνόμος Καλογήρου (Μ.Δ.1) ο οποίος, όπως ανέφερε ο αιτητής, δεν συμπεριλαμβανόταν στον κατάλογο των μαρτύρων της υπόθεσης, ούτε είχε δώσει κατάθεση για την εξεταζόμενη υπόθεση. Αυτός ήταν το άτομο, όπως ανέφερε, το οποίο, κατ' ισχυρισμό, έδωσε εντολή στον αστυφύλακα Χρίστου να περιπολεί και να ανακόψει το αυτοκίνητο του αιτητή. Η κατάθεση την οποία έδωσε ο αστυφύλακας Χρίστου, σύμφωνα με την οποία, όπως αναγράφεται στην απόφαση του δικαστηρίου, ανέκοψε μεν τον αιτητή γιατί δεν φορούσε ζώνη, πλην, όμως, είχε πληροφορία ότι ο εν λόγω αιτητής είχε στο παρελθόν διακινήσει ή είχε στην κατοχή του όπλα. Γι' αυτό ζήτησε από τον αιτητή να ανοίξει το καπό του αυτοκινήτου του για έρευνα και κατά την έρευνα είχε εντοπίσει απαγορευμένου τύπου πιστόλι και σφαιρίδια, όπως και άλλα αντικείμενα.
Αυτή, η δήθεν, πληροφόρηση που είχε, ισχυρίστηκε ο αιτητής, δεν συμπεριλαμβανόταν στην κατάθεση που ο εν λόγω αστυφύλακας έδωσε αμέσως μετά το επεισόδιο, το οποίο έλαβε χώρα στις 24 Απριλίου 2013. Ήταν, όπως είπε, εκ των υστέρων σκέψη η οποία έγινε με στόχο να τεκμηριωθεί η παράνομη έρευνα την οποία η Αστυνομία έκαμε. Ως αποτέλεσμα αυτής της παρανομίας και της κατασκευασμένης εύλογης υποψίας, το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε, υποστήριξε ο αιτητής, και ζήτησε όπως παραχωρηθεί άδεια επί τούτου.
Υπήρξε μια κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων του και ως αποτέλεσμα αυτής της προσέγγισης παραβιάστηκε η αρχή της ισότητας και το τεκμήριο της αθωότητας. Για υποστήριξη της θέσης του ο αιτητής αναφέρθηκε στην υπόθεση Parpas v. The Republic (1988) 2 C.L.R. 5.
Η συνταγματικώς προσδιορισθείσα εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως περιγράφεται στο Άρθρο 155.4 του Συντάγματος, να επιλαμβάνεται προνομιακών ενταλμάτων, εκ της φύσεως τους εδράζονται στο κατάλοιπο εξουσίας.
Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση αδείας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατωτέρων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).
Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1696).
Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464). Στην υπόθεση Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965, τονίστηκε ότι και αν ακόμα, στοιχειοθετηθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση η άδεια δεν χορηγείται στις περιπτώσεις όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο θεραπείας, εκτός όπου καταδεικνύεται με επάρκεια η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων.
Από τα γεγονότα που έθεσε ενώπιον μου ο αιτητής, και από το περιεχόμενο της ενδιάμεσης απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου, ημερομηνίας 27 Ιανουαρίου 2016, ενδεχομένως, να υπάρχει μια διάσταση μεταξύ της κατάθεσης του αστυφύλακα Χρίστου, που έδωσε στο πλαίσιο της διερεύνησης της υπόθεσης και της ενόρκου μαρτυρίας του, κατά τη διεξαχθείσα δίκη εντός δίκης. Το τελικό συμπέρασμα του δικαστηρίου περί της ύπαρξης ευλόγου υπόνοιας, για την ανακοπή και έρευνα του αυτοκινήτου του αιτητή, είναι αντικείμενο το οποίο θα αποτελέσει στοιχείο τελικής απόφανσης από το πρωτόδικο δικαστήριο στο πλαίσιο της διεξαγόμενης δίκης. Η διεξαχθείσα δίκη εντός δίκης αφορούσε ένα σκέλος της υπόθεσης. Αυτή η μαρτυρία, που τελικώς έγινε αποδεκτή, θα αξιολογηθεί στο τέλος της διαδικασίας, μέσα από το πλαίσιο της δίκης, και η βαρύτητα η οποία θα της δοθεί δεν θα είναι ανεξάρτητη από την υπόλοιπη μαρτυρία που θα βοηθήσει το δικαστήριο να καταλήξει σε συμπέρασμα αναφορικά με τα γεγονότα και στη συνέχεια της ένταξης τους στο νομικό πλαίσιο, σε συμπέρασμα ενοχής ή όχι του αιτητή - κατηγορουμένου.
Με αυτό το συλλογισμό, τον οποίο έχω προηγουμένως αναφέρει, καταδεικνύεται το πρόωρο του αιτήματος και αφετέρου, αναφύεται η ανάγκη να διεξαχθεί η δίκη στο σύνολο της και τα όποια, ενδεχομένως, παράπονα υπάρχουν θα εξεταστούν στο πλαίσιο της έφεσης, αν και εφόσον υπάρχει καταδίκη και υποβληθεί έφεση.
Συνακόλουθα, υπάρχει εναλλακτική θεραπεία στον αιτητή για να αμφισβητήσει στο κατάλληλο στάδιο και στο ορθό δικαιοδοτικό πλαίσιο, της έφεσης, το εύρημα του δικαστηρίου για το οποίο παραπονείται.
Εν πάση περιπτώσει, δεν θεωρώ ότι ο αιτητής έχει στοιχειοθετήσει εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες θα δικαιολογούσαν τον κατατεμαχισμό της ποινικής δίκης με τη διακοπή της διαδικασίας σε αυτό το στάδιο, χωρίς να υπάρχει η αναγκαία βεβαιότητα, ως προς τη σημασία, που αυτή η ενδιάμεση απόφαση, θα έχει στην υπό εξέλιξη ποινική δίκη.
Στην υπόθεση Parpas v. The Republic στην οποία έκαμε αναφορά ο αιτητής, ακριβώς επιβεβαιώνεται η θέση ότι το κατάλληλο στάδιο αμφισβήτησης της ορθότητας της έρευνας που είχε διεξαχθεί ήταν στην έφεση και όχι προηγουμένως.
Συνακόλουθα, η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.