ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ECLI:CY:AD:2016:D109

(2016) 1 ΑΑΔ 540

23 Φεβρουαρίου, 2016

 

[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/στής]

 

ΑναφορικΑ με το Αρθρο 155.4 του ΣυντΑγματοΣ και τα Αρθρα 3 και 9 του ΠερΙ ΑΠονομΗΣ τηΣ ΔικαιοσΥΝΗΣ (ΠοικΙλαι ΔιατΑΞΕΙΣ) ΝΟμου του 1964,

 

ΚΑΙ

 

ΑναφορικΑ με τα Αρθρα 27-29 τηΣ ΠοινιΚΗΣ ΔικονομΙΑΣ ΚΕΦ. 155,

 

ΚΑΙ

 

ΑναφορικΑ με την αΙτηση τηΣ εταιρεΙΑΣ ODYSSEY

RETRIEVER INC για την ΠαραχΩρηση ΑδειαΣ για υΠοβολΗ αΙτησηΣ για Εκδοση διατΑγματοΣ CERTIORARI,

 

ΚΑΙ

 

ΑναφορικΑ με την αΠΟφαση του ΔικαστΗ του Ε.Δ.

ΛεμεσοΥ ημερομηνΙΑΣ 23.12.15 για την Εκδοση ΕντΑλματοΣ ΕρευναΣ του ΣκΑφουΣ ODYSSEY EXPLORER με σημαΙα ΠαναμΑ ιδιοκτησΙΑΣ τηΣ αιτΗΤΡΙΑΣ Που βρισκΟταν ελλιμενισμΕνο στο ΛιμΑνι ΛεμεσοΥ.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 16/2016)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari που θα στόχευε στην ακύρωση εντάλματος έρευνας  ερευνητικού σκάφους ελλιμενισμένου στο λιμάνι Λεμεσού, για ανεύρεση παρανόμως φυλασσομένων αρχαιοτήτων ― Απορριπτική κατάληξη λόγω καθυστέρησης στην αναζήτηση θεραπείας ― Εξετάστηκε και η ουσία με κατάληξη περί δικαιολογημένης έκδοσης του εντάλματος.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Καθυστέρηση στην αναζήτηση θεραπείας ― Αίτηση μπορεί να απορριφθεί λόγω αδικαιολόγητης καθυστέρησης ακόμα και αν καταχωρηθεί εντός της επιτρεπόμενης προθεσμίας η οποία είναι πλέον οι τρεις μήνες κατ' ακολουθία των ισχυόντων στους Αγγλικούς Θεσμούς ― Νομολογιακή επισκόπηση.

 

Με την αίτηση επιζητήθηκε άδεια για την καταχώρηση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari που θα στόχευε στην ακύρωση εντάλματος έρευνας του ερευνητικού σκάφους ODYSSEY EXPLORER ελλιμενισμένου στο λιμάνι Λεμεσού, για ανεύρεση παρανόμως φυλασσομένων αρχαιοτήτων και το οποίο εκδόθηκε από Επαρχιακό Δικαστήριο.

 

Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι μεταξύ άλλων λόγους:

 

  α)  Το επίδικο ένταλμα έρευνας εκδόθηκε χωρίς επαρκή και/ή τη δέουσα αιτιολογία.

 

  β)  Τόσο η ένορκη δήλωση όσο και το ίδιο το διάταγμα του Δικαστηρίου είχαν ετοιμαστεί (δακτυλογραφηθεί) εκ των προτέρων, γι' αυτό το λόγο έφεραν την ίδια ημερομηνία εκτός από την ώρα η οποία συμπληρώθηκε από το Δικαστή.

 

  γ)  Το επίδικο ένταλμα έρευνας εκδόθηκε κατά παράβαση του Άρθρου 27 του Κεφ. 155 μεταξύ άλλων, γιατί δεν ήταν δυνατό να εκδιδόταν ένταλμα έρευνας εναντίον του Πλοίου με τα όσα αναφέρονταν στην ένορκη δήλωση η οποία κατεδείκνυε το επίπεδο αβεβαιότητας που διακατείχε τον ομνύοντα Αστυνομικό. Μεταξύ άλλων η λέξη «ενδεχομένως» που χρησιμοποιήθηκε από αυτόν ήταν ανεπαρκής για τους σκοπούς έκδοσης του εντάλματος έρευνας.

 

  δ)  'Εστω και αν όντως έτσι είχαν τα πράγματα, δεν ήταν καν βέβαιο κατά πόσο οι αρχαιότητες που ενδεχομένως να μεταφέρονταν στο Πλοίο είχαν ανευρεθεί εντός της ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας Κύπρου, γεγονός που δημιουργούσε ένα από τα αδικήματα.

 

 ε) Η μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Ε.Δ. Λεμεσού δεν δικαιολογούσε και/ή δεν στοιχειοθετούσε την έκδοση του επίδικου εντάλματος έρευνας.

 

στ) Η έκδοση του επίδικου εντάλματος έρευνας ήταν νομικά εσφαλμένη και/ή συνιστούσε υπέρβαση εξουσίας και/ή  ήταν αναιτιολόγητη και/ή αυθαίρετη.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

  1.   Εις τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης από την εκτέλεσης του εντάλματος ερεύνης και της συνεπαγόμενης γνώσης του από την αιτήτρια, στις 24.12.15 παρήλθαν μέχρι την καταχώρηση της αίτησης υπό εξέταση στις 2.2.16 περίπου 5 βδομάδες.

  2.     Η παρέλευση του χρόνου αυτού θεωρητικά ίσως να μην είναι τόσο μεγάλη αλλά από την άλλη και για σκοπούς της παρούσης αιτήσεως είναι, διότι χωρίς καμία αναφορά και δικαιολόγηση από πλευράς αιτήτριας, στην Ένορκη Δήλωση της αίτησης και όχι προφορικά, θα ισοδυναμούσε με άφεση του θέματος στον εκάστοτε διάδικο επιλογής του χρόνου προώθησης του αιτήματος όποτε αυτό τον εξυπηρετούσε.

  3.   Δεν θα πρέπει να αφήνεται το θέμα αυτό για εξέταση σε μεταγενέστερο στάδιο, ήτοι κατά το χρόνο εξέτασης της αίτησης για Certiorari καθότι αυτό πέραν των πιο πάνω, μόνο καθυστέρηση, ταλαιπωρία και πρόκληση εξόδων θα προκαλούσε.

  4.   Ως η νομολογία επί του παρόντος ορίζει, η δικαιολόγηση τυχόν καθυστέρησης στην αναζήτηση θεραπείας θα πρέπει να προσφέρεται στο αρχικό στάδιο που επιζητείται η άδεια για καταχώρηση αίτησης δια κλήσεως για την έκδοση προνομιακού εντάλματος.

  5.   Ούτε η κρίση αναφορικά με την ύπαρξη καθυστέρησης ή όχι θα πρέπει με οποιοδήποτε τρόπο να συναρτάται με τον χρονικό περιορισμό που οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στην Αγγλία καθόρισαν και που είναι τρεις μήνες.

  6.   Ο χρόνος αυτός είναι το ανώτατο επιτρεπτό όριο και τίποτε άλλο. Όπως αναφέρεται στη νομολογία αίτηση μπορεί να απορριφθεί λόγω αδικαιολόγητης καθυστέρησης ακόμα και αν καταχωρηθεί εντός της επιτρεπόμενης προθεσμίας.

  7.   Επομένως, εκείνο που εξετάζεται είναι, με αφετηρία τον χρόνο της δυνατότητας έγκαιρης ενέργειας, η καθυστέρηση στην όσο το ταχύτερο αναζήτηση θεραπείας και η προσφερόμενη δικαιολόγηση της καθυστέρησης αυτής πάντοτε υπό το φως των γεγονότων κάθε υπόθεσης.

  8.   Εις τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης υπήρξε καθυστέρηση λαμβάνοντας υπόψιν ότι υπήρχε δυνατότητα της αιτήτριας από 24.12.15 να αναζητήσει θεραπεία όπως αυτή που επιζητούσε και δεν το έπραξε παρά μόνο στις 2.2.16, ήτοι μετά πάροδο 5 περίπου βδομάδων χωρίς απολύτως καμία δικαιολόγηση.

  9.   Η αναφορά του συνηγόρου της περί των εορτών δεν μπορούσε να έχει καμία τύχη λόγω του ότι δεν προβλήθηκε, ως θα έπρεπε, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, αλλά και διότι ήταν αβάσιμος. Διά το λόγο αυτό η αίτηση καθίστατο απορριπτέα και θα έπρεπε επίσης να απορριφθεί και επί της ουσίας της.

10. Η αίτηση για έκδοση εντάλματος ερεύνης, που στη μορφή της είναι ένορκος δήλωση, σκοπό έχει να θέσει ενώπιον του Δικαστή τα γεγονότα και περιστάσεις που τείνουν να δείξουν ή από τα οποία μπορεί να συναχθεί ότι τ' αντικείμενα των οποίων σκοπείται η κατάσχεση και που σχετίζονται με εγκληματική δραστηριότητα βρίσκοντο στον συγκεκριμένο χώρο.

11.     Οι αιτήσεις αυτές ετοιμάζονται συνήθως από άτομα χωρίς νομική κατάρτιση, στη μέση ποινικής διερεύνησης και βιαστικά. Θα πρέπει, συνεπώς, να εξετάζονται όχι με μικροσκοπικό νομικίστικο τρόπο αλλά ρεαλιστικά και με κοινή λογική. Από την άλλη, βεβαίως, δεν ατονεί η ανάγκη για προσεκτική εξέταση από ανεξάρτητο Δικαστή.

12. Στην υπό εξέταση υπόθεση ο Δικαστής, που είναι και ο αρμόδιος ν' αποφασίσει, έκρινε ότι από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του ήταν δικαιολογημένη η έκδοση του εντάλματος. Οι παράνομες αρχαιότητες συνδέθηκαν με το υπό αναφορά πλοίο.

13. Οι ισχυρισμοί του αιτητή περί αοριστίας και γενικότητας  της Ενόρκου Δηλώσεως, ήταν αβάσιμοι. Προσεκτική εξέταση της Ενόρκου Δηλώσεως αποκάλυπτε ότι σ' αυτή περιέχονται η μαρτυρία, η πηγή της μαρτυρίας αυτής, σύνδεση των αδικημάτων υπό διερεύνηση με το χώρο δια τον οποίο εγένετο η αίτηση και τ' αντικείμενα σε σχέση με τα οποία διαπράχθηκαν τα υπό εξέταση αδικήματα ή υπήρχε υποψία ότι διαπράχθηκαν και/ή τα οποία παρέχουν αποδείξεις διάπραξης των αδικημάτων.

14. Λανθασμένη ήταν και η προσέγγιση ότι επειδή η Ένορκη Δήλωση και Ένταλμα Ερεύνης έχουν ετοιμαστεί (δακτυλογραφηθεί) εκ των προτέρων, εκτός από την ώρα που συμπληρώθηκε από το Δικαστή, τα ευρήματα και συμπεράσματα δεν είναι του τελευταίου αλλά του αστυφύλακα. Η προσέγγιση αυτή παραγνωρίζει ότι το ένταλμα φέρει την υπογραφή του Δικαστή. Με αυτόν τον τρόπο το όλο κείμενο και τα όσα αναφέρονται εις αυτό αποτελούν έκφραση του Δικαστή και κανενός άλλου.

15. Από το σύνολο δε της Ένορκης Δήλωσης ο Δικαστής στην παρούσα υπόθεση, που είναι ο αρμόδιος να αποφασίσει, έκρινε ότι από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του, η έκδοση του Εντάλματος ήταν δικαιολογημένη.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Αναφορικά με το Ένταλμα Έρευνας Ε.Δ. Λεμεσού ημερ. 13.10.00 (2002) 1 Α.Α.Δ. 571,

 

In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250,

 

Waterfield [1964] 1 Q.B 164 (C.C.A),

 

Σιακκαλή (2001) 1 Α.Α.Δ. 282,

 

Μακρίδης (2014) 1 Α.Α.Δ. 756, ECLI:CY:AD:2014:A238.

 

Αίτηση.

 

Χαραλάμπους, για Chrysses Demetriades & Co LLC.

 

Cur. adv. vult.

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ Δ.:  Στις 23.12.15 Επαρχιακός Δικαστής του Ε.Δ. Λεμεσού ενέκρινε την έκδοση εντάλματος ερεύνης του ερευνητικού σκάφους ODYSSEY EXPLORER ελλιμενισμένου στο λιμάνι Λεμεσού γι' ανεύρεση παρανόμως φυλασσομένων αρχαιοτήτων.  Συνεπεία των λόγων που επικαλείται η αιτήτρια στην υπό εξέταση αίτηση της για άδεια για καταχώριση αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari για ακύρωση του εν λόγω εντάλματος, κρίνω αναγκαίο, όπως παραθέσω τον όρκο του αστυφύλακα επί του οποίου στηρίχθηκε η έκδοση του εντάλματος όπως και το ίδιο το ένταλμα ημερ. 23.12.15. 

 

Ο όρκος:

 

«υπάρχει εύλογη υποψία βασιζόμενη σε μαρτυρία ότι στο ερευνητικό σκάφος με την ονομασία ODYSSEY EXPLORER με σημαία Παναμά το οποίο βρίσκεται ελλιμενισμένο στο Λιμάνι Λεμεσού, φυλάσσονται παράνομα αρχαιότητες.

 

Συγκεκριμένα την 23/12/2015 λήφθηκε πληροφορία προς την Αστυνομία από το Υπουργείο Εσωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας ότι το πλοίο με την ονομασία ODYSSEY EXPLORER που παρακολουθείτο από τις αρχές της Δημοκρατίας τον τελευταίο μήνα να κινείτε ύποπτα σε περιοχή μεταξύ ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας Κύπρου και ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας Λιβάνου διενεργώντας έρευνες στην θαλάσσια περιοχή.

 

Επιπρόσθετα με τις πληροφορίες που διαβιβάστηκαν στην Κυπριακή Δημοκρατία υπάρχουν εύλογες υποψίες ότι το εν λόγω πλοίο καθώς και η ιδιοκτήτρια Αμερικανική εταιρεία Οdyssey Marine Exploration Inc ενδεχομένως να έχουν διεξάγει έρευνες για αρχαιότητες στην ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας της Κυπριακής Δημοκρατίας και ενδεχομένως να ανελκύσαν αρχαιότητες κατά παράβαση του περί αρχαιοτήτων Νόμου Κεφ. 31. Τόσο η έρευνα για αρχαιότητες όσο και η ανέλκυση αρχαιοτήτων στην ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα αποτελούν αδίκημα σύμφωνα με το Νόμο ο οποίος έχει τροποποιηθεί το 2014.

Σύμφωνα με το τμήμα αρχαιοτήτων για την διεξαγωγή τέτοιων ερευνών απαιτείται σχετική άδεια η οποία δεν έχει εξασφαλισθεί από τις αρμόδιες αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

Εν όψει των πιο πάνω αιτούμαι από το Σεβαστό σας Δικαστήριο την έκδοση εντάλματος έρευνας του πιο πάνω σκάφους προς διευκόλυνση των αστυνομικών εξετάσεων για να διαπιστωθεί εάν πράγματι το πλοίο διεξήγαγε αρχαιολογικές έρευνες σε περιοχή μέσα στην ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας της Κυπριακής Δημοκρατίας και σε περίπτωση που ανευρεθούν αρχαιότητες επί του πλοίου την ακριβή τοποθεσία ανεύρεσης τους.

 

Α/Αστ. 1585 Π. Κεραυνός

 

Λήφθηκε ενώπιον μου την 23ην ημέρα του Δεκεμβρίου του 2015 και ώρα 13.45.»

 

Το ένταλμα:

 

«Προς τον Αρχηγό Αστυνομίας

Αστυνομικό και όλους τους

άλλους Αστυνομικούς  και τελωνιακούς στην Κύπρο

 

Επειδή φαίνεται στην ένορκο καταγγελία του Α/Αστ.1585 Π. Κεραυνού, ότι υπάρχει εύλογος αιτία να πιστεύεται ότι στο ερευνητικό σκάφος με την ονομασία ODYSSEY EXPLORER με σημαία Παναμά το οποίο βρίσκεται ελλιμενισμένο στο λιμάνι Λεμεσού, παράνομα φυλάσσονται αρχαιότητες.

 

Αυτό το Ένταλμα σας εξουσιοδοτεί και σας καλεί αμέσως με κατάλληλη βοήθεια να μπείτε στο πιο πάνω σκάφος μεταξύ των ωρών 06.00 και 20.00 και εκεί με επιμέλεια να ερευνήσετε για τα αναφερόμενα πράγματα και αν αυτά ή μέρος αυτών ευρεθούν κατά την έρευνα να φέρετε πράγματα που θα βρεθούν ενώπιον μου ή ενώπιον άλλου Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου για να τύχει μεταχείρισης σύμφωνα με το Νόμο.

 

Δικαστήριο Έχω ικανοποιηθεί λογικά για την αναγκαιότητα έκδοσης του εντάλματος.  Με βάση το περιεχόμενο του όρκου του αστυφ. 1585 κ. Π. Κεραυνού κρίνω ότι υπάρχουν εύλογες υποψίες που να δικαιολογούν την έκδοση του.

 

Δόθηκε από εμένα την 23ην ημέρα του Δεκεμβρίου του 2015 και ώρα 13.45.»

Οι λόγοι για τους οποίους επιζητείται η παραχώρηση άδειας όπως αυτοί καταγράφονται στην αίτηση είναι οι ακόλουθοι:

 

«3.3. Το επίδικο ένταλμα έρευνας εκδόθηκε από τον Δικαστή του Ε.Δ. Λεμεσού χωρίς επαρκή και/ή τη δέουσα αιτιολογία και/ή

 

3.4 Τόσο η ένορκη δήλωση όσο και το ίδιο το διάταγμα του Δικαστηρίου είχαν ετοιμαστεί (δακτυλογραφηθεί) εκ των προτέρων, γι' αυτό το λόγο φέρουν την ίδια ημερομηνία (23/12/15) εκτός από την ώρα η οποία συμπληρώθηκε από το Δικαστή (13:45) και στα δύο έγγραφα τη στιγμή που τα διάβασε.  Επομένως ο Δικαστής που επιλήφθηκε του εντάλματος υπέγραψε χωρίς ωστόσο τα όσα αναφέρονται στο ένταλμα να αποτελούν συμπεράσματα και/ή ευρήματα του ιδίου ενόψει του ότι και τα δύο έγγραφα είχαν δακτυλογραφηθεί ή εκτυπωθεί εκ των προτέρων και ήταν ήδη έτοιμα.

 

3.5 Το επίδικο ένταλμα έρευνας εκδόθηκε κατά παράβαση του Άρθρου 27 μεταξύ άλλων γιατί δεν ήταν δυνατό να εκδίδετο ένταλμα έρευνας εναντίον του Πλοίου επειδή αναφερόταν στην ένορκη δήλωση του Α/Αστ. 1585 Π. Κεραυνού πως:

 

3.3.1  Λήφθηκε πληροφορία προς την Αστυνομία από το Υπουργείο Εξωτερικών ότι το Πλοίο που παρακολουθείτο από τις αρχές της Δημοκρατίας τον τελευταίο μήνα να κινείται ύποπτα σε περιοχή μεταξύ της ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας Κύπρου και ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας Λιβάνου διενεργώντας έρευνες στην θαλάσσια περιοχή.

 

3.3.2. Με τις πληροφορίες που διαβιβάστηκαν στην Κυπριακή Δημοκρατία υπάρχουν εύλογες υποψίες ότι το Πλοίο και η ιδιοκτήτρια εταιρεία Odyssey Marine Exploration Inc, ενδεχομένως να έχουν διεξάγει έρευνες για αρχαιότητες στην ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας και ενδεχομένως να ανέλκυσαν αρχαιότητες κατά παράβαση του Περί Αρχαιοτήτων Νόμου, Κεφ. 31.

 

3.3.3.      Το ένταλμα ζητείτο προς διευκόλυνση των αστυνομικών εξετάσεων για να διαπιστωθεί αν πράγματι το Πλοίο διεξήγαγε αρχαιολογικές έρευνες σε περιοχή μέσα στην ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας της Κυπριακής Δημοκρατίας και σε περίπτωση που ανευρεθούν αρχαιότητες επί του Πλοίου, την ακριβή τοποθεσία ανεύρεση τους.

 

Τα πιο πάνω καταδεικνύουν το επίπεδο αβεβαιότητας που διακατείχε τον συγκεκριμένο Αστυνομικό. Μεταξύ άλλων η λέξη ενδεχομένως που χρησιμοποιήθηκε από αυτόν ήταν ανεπαρκής για τους σκοπούς έκδοσης του εντάλματος έρευνας. Συνεπώς δεν στοιχειοθετείτο η αναγκαία εύλογη υπόνοια διάπραξης των αδικημάτων ενώ ούτε από το ίδιο το ένταλμα προέκυπτε κάτι τέτοιο, αφού ο Δικαστής ξεκάθαρα φαίνεται να βασίστηκε στην μαρτυρία (γνώμη) του Α/Αστ. 1585 Π. Κεραυνού προκειμένου να εκδώσει το ένταλμα έρευνας.

 

3.3.4  Αν κάποιος προσέξει με λεπτομέρεια το ένταλμα έρευνας θα αντιληφθεί ότι αυτό εκδόθηκε συνεπεία του γεγονότος ότι από την ένορκο καταγγελία του Α/Αστ. 1585 Π. Κεραυνού υπήρχε εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι στο επίδικο σκάφος παράνομα φυλάσσονται αρχαιότητες. Εντούτοις η ίδια η υποστηρικτική ένορκη δήλωση δεν καθιστούσε βέβαια τέτοια εύλογη αιτία εφόσον ο ίδιος ο αστυνομικός δεν ήταν καν σίγουρος ούτε αν το Πλοίο πράγματι διεξήγαγε αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή μέσα στην ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα της Δημοκρατίας, ούτε αν όντως το πλοίο μετέφερε αρχαιότητες. 'Εστω και αν όντως έτσι είχαν τα πράγματα, δεν ήταν καν βέβαιο κατά πόσο οι αρχαιότητες που ενδεχομένως να μεταφέρονταν στο Πλοίο είχαν ανευρεθεί εντός της ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας Κύπρου, γεγονός που δημιουργούσε ένα από τα αδικήματα.

 

          Πώς τότε το Δικαστήριο μπορούσε να εξάξει συμπεράσματα ότι υπήρχε εύλογη αιτία να πιστεύεται στην ένορκη δήλωση του Α/Αστ. 1585 Π. Κεραυνού ότι στο Πλοίο παράνομα φυλάσσονται αρχαιότητες;

 

3.3.5. Η μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Ε.Δ. Λεμεσού δεν δικαιολογούσε και/ή δεν στοιχειοθετούσε την έκδοση του επίδικου εντάλματος έρευνας. Επιπρόσθετα δεν προκύπτει ότι τέθηκαν ενώπιον του Δικαστή οι πληροφορίες που διαβάστηκαν στην Κυπριακή Δημοκρατία με βάση τις οποίες ζητήθηκε η έκδοση του εντάλματος έρευνας έτσι ώστε να δικαιολογείται το συμπέρασμα του Δικαστή για την ύπαρξη αναγκαιότητας στην έκδοση του εντάλματος έρευνας και/ή

 

3.3.6  Η έκδοση του επίδικου εντάλματος έρευνας είναι νομικά εσφαλμένη και/ή συνιστά υπέρβαση εξουσίας και/ή είναι αναιτιολόγητη και/ή αυθαίρετη.»

 

Ενώπιον μου ο επαίδευτος συνήγορος για την αιτήτρια προώθησε τους λόγους που αφορούν την (α) ανεπάρκεια του όρκου του αστυφύλακα 1585 Π. Κεραυνού και (β) υπογραφή υπό του Δικαστή του ετοιμασθέντος προηγουμένως από την αστυνομία εντάλματος χωρίς ο ίδιος να γράψει οτιδήποτε δικό του. Παράλληλα με την γραπτή του αγόρευση με παραπομπή σε νομολογία ανέλυσε τις αρχές που εφαρμόζονται σε παρόμοιες περιπτώσεις. Σε ερώτηση του Δικαστηρίου εάν έχει εκτελεσθεί και πότε το προσβαλλόμενο ένταλμα ερεύνης και γιατί η αιτήτρια δεν κατεχώρησε νωρίτερα την υπό εξέταση αίτηση της, απάντησε ότι αυτό εξετελέσθη την επόμενη της έκδοσης του δηλαδή στις 24.12.15 και ότι κατά την κρίση του δεν υπάρχει καθυστέρηση στην προώθηση του αιτήματος που εν πάση περιπτώσει εάν υπάρχει (καθυστέρηση) αυτή οφείλεται και στις εορτές που μεσολάβησαν.

 

Το θέμα καθυστέρηση στην υποβολή αιτήσεως για έλεγχο με προνομιακό ένταλμα Certiorari και συνέπειες της, εξετάστηκαν σε έκταση στην υπόθεση Αναφορικά με το Ένταλμα Έρευνας Ε.Δ. Λεμεσού ημερ. 13.10.00 (2002) 1 Α.Α.Δ. 571, 577 όπου λέχθηκαν τα ακόλουθα σχετικά:

 

«Στην άσκηση της διακριτικής του εξουσίας για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων, το Ανώτατο Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και το κατά πόσον υπήρξε αναιτιολόγητη καθυστέρηση από την πλευρά του αιτητή να ζητήσει τέτοιο ένταλμα. Δεν υπάρχουν καθορισμένα χρονικά πλαίσια. Επαφίεται τούτο στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου σταθμίζοντας όλα τα γεγονότα της υπόθεσης. Στην υπόθεση Aeroporos (πιο πάνω) ο Πικής, Δ. (όπως ήταν τότε) έθεσε τα ορθά πλαίσια άσκησης της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου. Παραθέτουμε το απόσπασμα από τη σελίδα 308, το οποίο και επικροτούμε γιατί εκφράζει και τη δική μας θέση:-

 

"An order of certiorari is a discretionary remedy. Delay to apply is a valid reason for refusing review of the legality of the order challenged. The time element is so essential as to have caused the English legislator to rule out judicial review for the issue of an order of certiorari after the lapse of six months from the communication of the impugned order. In the absence of proper justification of the delay or more appropriately in the absence of any wish on the part of the applicants to challenge the legality of the orders prior to 7th December, 1987, and the reasons for so wishing to challenge it thereafter, I find the delay to apply inexcusable and on that account I would dismiss the application."

 

Το θέμα της καθυστέρησης εξετάσθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο σε πλείστες αποφάσεις του, πέραν της Aeroporos (πιο πάνω). Ενδεικτικά αναφέρουμε τις πιο κάτω αυθεντίες: In re Antonios Mouskos (1977) 1 C.L.R. 100, In re Christofis (1985) 1 C.L.R. 692, In re Charalambous (1985) 1 C.L.R. 746, In re Ellinas (1988) 1 C.L.R. 371, Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438, Τρύφωνος (1991) 1 Α.Α.Δ. 1124, Μιχαήλ (1992) 1 Α.Α.Δ. 472, Laertis Shipping Ent. (1992) 1 A.A.Δ. 686, Καλοπαίδη (1993) 1 Α.Α.Δ. 114, Πιττάκης κ.ά. (1994) 1 Α.Α.Δ. 297, Beogradska Banka D.D. (1995) 1 A.A.Δ. 737, Ερμής Ασφαλ. Εταιρεία Λτδ. κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 811, Σωτηρούλλα Κωνσταντινίδου (1995) 1 Α.Α.Δ. 827.

 

Στην Ερμής (πιο πάνω) ο Νικολάου, Δ. ανέφερε στη σελίδα 817 τα εξής τα οποία και επικροτούμε:-

 

"Τόση είναι η σημασία που αποδίδεται στην όσο το ταχύτερο αναζήτηση θεραπείας με τα ένδικα μέσα που τώρα επιδιώκουν οι αιτητές, που στην Αγγλία από καιρό εισήχθη με τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας χρονικός περιορισμός: ήταν αρχικά έξι μήνες και έπειτα μειώθηκε σε τρεις. Το εν λόγω όριο αποτελεί βέβαια εκεί το ανώτατο επιτρεπτό. Αίτηση μπορεί να απορριφθεί λόγω αδικαιολόγητης καθυστέρησης ακόμα και αν καταχωρηθεί εντός της επιτρεπόμενης προθεσμίας. Στην Κύπρο δεν έχει τεθεί με τους Θεσμούς χρονικός περιορισμός αλλά η γενική αρχή την οποία ανέφερα ισχύει κατά τον ίδιο τρόπο. Υπάρχει επί τούτου μεγάλος αριθμός αποφάσεων: βλ. ενδεικτικά τις υποθέσεις In re Manolis Christophi (1985) 1 C.L.R. 692 και Τρύφωνος (1991) 1 Α.Α.Δ. 455. Στην παρούσα περίπτωση, ακόμα και αν γινόταν για σκοπούς συζήτησης δεκτό ότι οι αιτητές κατά πρώτο έλαβαν γνώση του διατάγματος κατεδάφισης τον Νοέμβριο του 1994 που ήχθη η υπόθεση για απείθεια ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, παρήλθαν περίπου δέκα μήνες μέχρι που τώρα αποφάσισαν να αποταθούν στο Ανώτατο Δικαστήριο. Και το έπραξαν μόνο δύο μέρες πριν από την ημερομηνία που ορίστηκε για συνέχιση η ακρόαση της εκκρεμούσας υπόθεσης στο Επαρχιακό Δικαστήριο. Η εξήγηση την οποία πρόσφερε ο συνήγορος των αιτητών κατά την αγόρευσή του, αναφέρεται σε κατάσταση πραγμάτων, ήτοι, σε ισχυριζόμενες διαβεβαιώσεις που παρέμειναν χωρίς εμπέδωση.  Ανεξάρτητα όμως από αυτό, η δοθείσα εξήγηση ακόμα και αν ληφθεί υπόψη, δεν δικαιολογεί κατά την άποψή μου την τόσο μεγάλη σημειωθείσα καθυστέρηση."

 

Στην δε Laertis (πιο πάνω) ο Στυλιανίδης, Δ. (όπως ήταν τότε) ανέφερε τα εξής στις σελίδες 693-694, παραθέτοντας απόσπασμα από το Halsbury' s και απόσπασμα από την απόφαση του Λόρδου Denning στην υπόθεση R. v. Herrod:-

 

"Καθυστέρηση στην υποβολή αιτήσεων για έλεγχο με προνομιακό ένταλμα certiorari αποτελεί λόγο άρνησης έκδοσής του. Το Δικαστήριο, στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας για έκδοση του εντάλματος certiorari, λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη την καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης. Στο Halsbury' s Laws of England, 4η Έκδοση, Τόμος 1(1), παράγραφος 170 αναφέρεται:-

 

"170. Delay in applying for relief. Where the High Court considers that there has been undue delay in making an application for judicial review, it may refuse to grant leave for the making of the application or any relief sought on the application, if it considers that the granting of the relief sought would be likely to cause substantial hardship to, or substantially prejudice the rights of, any person or would be detrimental to good administration.  The court may consider the question of delay of its own motion even if the respondent indicates that no point would be taken on delay."

 

Στην υπόθεση R. v. Herrod [1976] 1 All E.R. 273, στη σελ. 278, ο Λόρδος Denning είπε:-

 

he truth is, of course, that certiorari is not an appeal at all.  It is an exercise by the High Court of its power to supervise inferior tribunals: see R. v. Northumberland Compensation Appeal Tribunal, ex parte Shaw. The time limit of six months is not an entitlement. It is a maximum rarely to be exceeded. Short of six months, there is the overriding rule that the remedy by certiorari is discretionary. If a person comes to the High Court seeking certiorari to quash the decision of the Crown Court - or any other inferior tribunal for that matter - he should act promptly and before the other party has taken any step on the faith of the decision. Else he may find that the High Court will refuse him a remedy. If he has been guilty of any delay at all, it is for him to get over it and not for the other side. In support, I would refer to R. v. Sheward where five months elapsed. And in R. v. Glamorgan Appeal Tribunal, ex parte Fricker Lord Reading CJ said:

 

"... the applicant could not succeed, for two months and a half had elapsed before he came to this court.  If it is desired to take such an objection an application must be made at once..."»

 

Η αρχή που προβάλλει από την άνω νομολογία είναι ότι ο αιτητής έχει υποχρέωση στην αναζήτηση της θεραπείας, όπως η αιτούμενη, όσο νωρίτερα δυνατό. Ο Λόρδος Denning στην Herrod (άνω) υιοθέτησε τα όσα είπε ο Λόρδος Reading στην Glamorgan Appeal Tribunal, ex parte Fricker (άνω) ότι η αίτηση θα πρέπει να γίνεται αμέσως (at once).

 

Εις τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης από την εκτέλεσης του εντάλματος ερεύνης και της συνεπαγόμενης γνώσης του από την αιτήτρια, στις 24.12.15 παρήλθαν μέχρι την καταχώρηση της αίτησης υπό εξέταση στις 2.2.16 περίπου 5 βδομάδες. Η παρέλευση του χρόνου αυτού θεωρητικά ίσως να μην είναι τόσο μεγάλη αλλά από την άλλη και για σκοπούς της παρούσης αιτήσεως είναι, διότι χωρίς καμία αναφορά και δικαιολόγηση από πλευράς αιτήτριας, στην Ένορκη Δήλωση της αίτησης και όχι προφορικά, θα ισοδυναμούσε με άφεση του θέματος στον εκάστοτε διάδικο επιλογής του χρόνου προώθησης του αιτήματος όποτε αυτό τον εξυπηρετούσε ανεξάρτητα εάν αυτό προκαλούσε ουσιαστική δυσκολία (substantial hardship) ή ουσιαστική βλάβη στα δικαιώματα οιουδήποτε προσώπου (substantially prejudice the rights of any person) ή είναι επιζήμιο στην καλή διοίκηση (detrimental to good administration) [βλ. Halsbury' s Laws of England, 4η Έκδοση, Τόμος 1(Ι) παράγρ. 170 (άνω)]. Επίσης κατά τη γνώμη μου δεν θα πρέπει να αφήνεται το θέμα αυτό για εξέταση σε μεταγενέστερο στάδιο, ήτοι κατά το χρόνο εξέταση της αίτησης για Certiorari  καθότι αυτό πέραν των πιο πάνω μόνο καθυστέρηση, ταλαιπωρία και πρόκληση εξόδων θα προκαλούσε. Ως η νομολογία επί του παρόντος ορίζει η δικαιολόγηση τυχόν καθυστέρησης στην αναζήτηση θεραπείας θα πρέπει να προσφέρεται στο αρχικό στάδιο που επιζητείται η άδεια για καταχώρηση αίτησης δια κλήσεως για την έκδοση προνομιακού εντάλματος. Ούτε κατά τη γνώμη μου η κρίση αναφορικά με την ύπαρξη καθυστέρησης ή όχι θα πρέπει με οποιοδήποτε τρόπο να συναρτάται με τον χρονικό περιορισμό που οι Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στην Αγγλία καθόρισαν και που είναι τρεις μήνες. Ο χρόνος αυτός είναι το ανώτατο επιτρεπτό όριο και τίποτε άλλο. Όπως αναφέρεται στην Ερμής (άνω) αίτηση μπορεί να απορριφθεί λόγω αδικαιολόγητης καθυστέρησης ακόμα και αν καταχωρηθεί εντός της επιτρεπόμενης προθεσμίας. Επομένως, εκείνο που εξετάζεται είναι, με αφετηρία τον χρόνο της δυνατότητας έγκαιρης ενέργειας, η καθυστέρηση στην όσο το ταχύτερο αναζήτηση θεραπείας και η προσφερόμενη δικαιολόγηση της καθυστέρησης αυτής πάντοτε υπό το φως των γεγονότων κάθε υπόθεσης. Αυτά πιστεύω πρέπει να εξετάζονται, και όχι σε συσχετισμό με χρόνο καταχώρησης της αίτησης σ' άλλες υποθέσεις ή ανώτατο καθορισμένο χρονικό πλαίσιο από τους Αγγλικούς θεσμούς.

 

Εις τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης υπήρξε καθυστέρηση λαμβάνοντας υπόψιν ότι υπήρχε δυνατότητα της αιτήτριας από 24.12.15 να αναζητήσει  θεραπεία όπως αυτή που τώρα επιζητεί και δεν το έπραξε παρά μόνο στις 2.2.16, ήτοι μετά πάροδο 5 περίπου βδομάδων χωρίς απολύτως καμία δικαιολόγηση.  Η αναφορά του συνηγόρου της περί των εορτών δεν μπορεί να έχει καμία τύχη λόγω του ότι δεν προβάλλεται, ως θα έπρεπε, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, αλλά και διότι κρίνεται ως αβάσιμος. Διαφορετική θεώρηση θα εξουδετέρωνε τις πιο πάνω αρχές που έχουν αναφερθεί.  Διά το λόγο αυτό θα απέρριπτα την αίτηση.

 

Η αίτηση θα πρέπει επίσης να απορριφθεί και επί της ουσίας της.

 

Σύμφωνα με το Άρθρο 27 του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 155, Ένταλμα Έρευνας εκδίδεται στις περιπτώσεις που Δικαστής ικανοποιηθεί με ένορκη καταγγελία ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι σε κάποιο χώρο υπάρχει, μεταξύ άλλων, οτιδήποτε στο οποίο ή σε σχέση με το οποίο διαπράχθηκε ποινικό αδίκημα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχθηκε ποινικό αδίκημα.

Το Ανώτατο Δικαστήριο στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας (αίτηση για παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης για certiorari) δεν λειτουργεί ως Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο και κατά κανόνα δεν επεμβαίνει με οποιοδήποτε τρόπο στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστή. Αντικείμενο της διαδικασίας είναι ο έλεγχος της νομιμότητας της πρωτόδικης απόφασης και όχι η ορθότητα της (βλ. In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250, 259).

 

Η αίτηση για έκδοση εντάλματος ερεύνης, που στη μορφή της είναι ένορκος δήλωσης, σκοπό έχει να θέσει ενώπιον του Δικαστή τα γεγονότα και περιστάσεις που τείνουν να δείξουν ή από τα οποία μπορεί να συναχθεί ότι τ' αντικείμενα των οποίων σκοπείται η κατάσχεση και που σχετίζονται με εγκληματική δραστηριότητα βρίσκοντο στον συγκεκριμένο χώρο. Οι αιτήσεις αυτές ετοιμάζονται συνήθως από άτομα χωρίς νομική κατάρτιση, στη μέση ποινικής διερεύνησης και βιαστικά. Θα πρέπει, συνεπώς, να εξετάζονται όχι με μικροσκοπικό νομικίστικο τρόπο αλλά ρεαλιστικά και με κοινή λογική. Από την άλλη, βεβαίως, δεν ατονεί η ανάγκη για προσεκτική εξέταση από ανεξάρτητο Δικαστή και η εξέταση αυτή δεν μπορεί να γίνεται με εντελώς αόριστες ενόρκους δηλώσεις για διαπίστωση ύπαρξης πιθανής αιτίας. Το ένταλμα έρευνας εκδίδεται μόνο όπου η μαρτυρία είναι τέτοια που να δικαιολογείται εύλογη υποψία ότι τ' αναζητούμενα αντικείμενα βρίσκονται στο χώρο που θα ερευνηθεί. Δεν είναι αρκετή η αόριστη και υποθετική υποψία ότι θα μπορούσε να ευρίσκονται εκεί.

 

Στην υπό εξέταση υπόθεση ο Δικαστής, που είναι και ο αρμόδιος ν' αποφασίσει, έκρινε ότι από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του ήταν δικαιολογημένη η έκδοση του εντάλματος. Οι παράνομες αρχαιότητες συνδέθηκαν με το υπό αναφορά πλοίο.

 

Αβάσιμοι κρίνονται οι ισχυρισμοί του αιτητή περί αοριστίας και γενικότητας  της Ενόρκου Δηλώσεως Κεραυνού. Με όλο το σεβασμό προς τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή προσεκτική εξέταση της Ενόρκου Δηλώσεως αποκαλύπτει ότι σ' αυτή περιέχονται η μαρτυρία, η πηγή της μαρτυρίας αυτής, σύνδεση των αδικημάτων υπό διερεύνηση με το χώρο δια τον οποίο εγένετο η αίτηση και τ' αντικείμενα σε σχέση με τα οποία διεπράχθησαν τα υπό εξέταση αδικήματα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχθησαν και/ή τα οποία παρέχουν αποδείξεις διάπραξης των αδικημάτων (βλ. Άρθρο 27). Παρενθετικά αναφέρω ότι η υπόθεση Waterfield [1964] 1 Q.B 164 (C.C.A) στην οποία παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος δεν τον βοηθά καθότι εκεί αφορούσε υποψία αστυνομικών για κάτι που δεν γνώριζαν, ενώ η υπό εξέταση υπόθεση διαφέρει εις το ότι ο ενόρκως δηλών αστυφύλακας αναφέρετο διά μέσου διαθέσιμης μαρτυρίας τόσο ως προς τα εξεταζόμενα αδικήματα όσο και προς τα αντικείμενα - παράνομες αρχαιότητες.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος προσπάθησε επίσης με την απομόνωση ορισμένων φράσεων ή λέξεων από την Ένορκη Δήλωση να υποδείξει ότι αυτή είναι αόριστη και γενική. Η ανάγνωση και εξέταση της Ενόρκου Δηλώσεως θα πρέπει να γίνει στην ολότητα της και σφαιρικά προκειμένου ο Δικαστής να ικανοποιηθεί ή όχι, προς το ζητούμενο που είναι η ύπαρξη «εύλογης αιτίας να πιστεύεται». Αυτό δε συναρτάται προς την εξ αντικειμένου επάρκεια της ενώπιον του τεθέντος μαρτυρίας (βλ. Αναφορικά με την αίτηση του Χ. Σιακκαλή (2001) 1 Α.Α.Δ. 282). Από το σύνολο δε της Ένορκης Δήλωσης ο Δικαστής στην παρούσα υπόθεση που είναι ο αρμόδιος να αποφασίσει, έκρινε ότι από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του η έκδοση του Εντάλματος ήταν δικαιολογημένη. Τα γεγονότα που κάλυπτε ο όρκος ήταν αρκετά για να οδηγήσουν το Δικαστήριο στην διαπίστωση περί της ύπαρξης της αναγκαίας εύλογης υπόνοιας. Τα αποσπασματικά, απομονωμένα από τον συνήγορο μέρη της Ένορκης Δήλωσης προκειμένου να καταδειχθεί ανεπάρκεια και αοριστία της δεν μπορούν να έχουν καμία τύχη.

 

Λανθασμένη είναι, με όλο το σεβασμό, και η προσέγγιση του ευπαίδευτου συνηγόρου ότι επειδή η Ένορκη Δήλωση και Ένταλμα Ερεύνης έχουν ετοιμαστεί (δακτυλογραφηθεί) εκ των προτέρων, εκτός από την ώρα που συμπληρώθηκε από το Δικαστή, τα ευρήματα και συμπεράσματα δεν είναι του τελευταίου αλλά του αστυφύλακα. Η προσέγγιση αυτή παραγνωρίζει ότι το ένταλμα φέρει την υπογραφή του Δικαστή. Με αυτόν τον τρόπο το όλο κείμενο και τα όσα αναφέρονται  εις αυτό αποτελούν έκφραση του Δικαστή και κανενός άλλου. Υπενθυμίζεται ότι το Δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να τηρεί αυστηρή ή τυπική φραστική διατύπωση στην καταγραφή της απόφασης του για έκδοση του εντάλματος (βλ. Αναφορικά με την αίτηση του Έκτορα Μακρίδη (2014) 1 Α.Α.Δ. 756, ECLI:CY:AD:2014:A238). Στην υπό κρίση υπόθεση, με βάση τη διαθέσιμη μαρτυρία στην Ένορκη Δήλωση, η σύνδεση των αντικειμένων που αφορούσε το Ένταλμα με τα υπό διερεύνηση αδικήματα σε συνάρτηση ότι η έρευνα αφορούσε το συγκεκριμένο σκάφος  ήταν αρκετά για να τεκμηριώσουν την εύλογη υποψία προς έκδοση του επίδικου εντάλματος όπως και έγινε από τον Πρωτόδικο Δικαστή αρμόδιο να αποφασίσει επί τούτου. Οι υποθέσεις στις οποίες αναφέρθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος διακρίνονται από την παρούσα στη διαφορετικότητα των γεγονότων τους και συνεπώς δεν βοηθούν.

 

Η Αίτηση απορρίπτεται.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο