ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D74
(2016) 1 ΑΑΔ 338
9 Φεβρουαρίου, 2016
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στής]
F & T INVESTMENTS,
Ενάγοντες,
ΚΑΙ
1. ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ «F.D. FAMALIFT» ΤΩΡΑ ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΟ ΣΤΟ ΝΕΟ ΛΙΜΑΝΙ ΛΕΜΕΣΟΥ,
2. ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΙΜΩΝΟΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ FAMALIFT SHIPYARD LTD,
Εναγομένων.
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 1/2016)
Ναυτοδικείο ― Προσωρινά διατάγματα ― Μονομερής αίτηση προς έκδοση προσωρινού διατάγματος δια του οποίου να απαγορευόταν οποιαδήποτε διαδικασία για την πώληση του πλοίου μέχρι την εκδίκαση της αγωγής ― Απορριπτική κατάληξη επί τω ότι υπήρξε παράβαση του καθήκοντος ειλικρινούς αποκάλυψης.
Αποφάσεις και διατάγματα ― Προσωρινά διατάγματα ― Παράλειψη πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης σε μονομερή αίτηση ― Δεν έχει μόνο συνέπεια την ακύρωση του διατάγματος όταν τέτοια παράλειψη διαπιστώνεται κατά την inter partes διαδικασία ― Το καθήκον για τέτοια αποκάλυψη συναρτάται με την καλή πίστη, η οποία πρέπει να επιδεικνύεται οποτεδήποτε επιδιώκεται η θεραπεία στην απουσία του αντιδίκου.
Αποφάσεις και διατάγματα ― Προσωρινά διατάγματα ― Μονομερείς αιτήσεις αυτής της φύσεως είναι υψίστης πίστεως και η παράλειψη παρουσίασης ουσιαστικών γεγονότων θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου ― Το επίπεδο υποχρέωσης του αιτητή είναι υψηλό ― Δεν εξαντλείται σε παράθεση των ουσιωδών γεγονότων που είναι γνωστά στον αιτητή, αλλά καλύπτει και επιπρόσθετα γεγονότα τα οποία θα μπορούσαν να περιέλθουν στη γνώση του, εάν προέβαινε σε δέουσα έρευνα πριν την υποβολή της αίτησής του.
Η απαίτηση των εναγόντων αφορούσε έξοδα ανέλκυσης και/ή διάσωσης του εναγόμενου πλοίου (πλωτή δεξαμενή) που βυθίστηκε στις 3.9.2014 στο νέο λιμάνι Λεμεσού και για έξοδα επισκευής του, μετά την ανέλκυσή του.
Παράλληλα, με αίτηση χωρίς ειδοποίηση (ex parte), οι ενάγοντες ζήτησαν την έκδοση προσωρινού διατάγματος δια του οποίου να απαγορευόταν οποιαδήποτε διαδικασία για την πώληση του πλοίου μέχρι την εκδίκαση της αγωγής.
Ως προς το κατ' ισχυρισμόν αναγκαίο της έκδοσης συντηρητικού διατάγματος και μάλιστα κατεπειγόντως, αναφερόταν μεταξύ άλλων στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση ότι ο εναγόμενος 2- καθ' ου η αίτηση υπό την ιδιότητά του ως εκκαθαριστής προέβαινε σε διαδικασίες πώλησης του πλοίου (πλωτή δεξαμενή) "F.D. FAMALIFT" και αρνείτο να συμπεριλάβει τους Ενάγοντες-Αιτητές στους πιστωτές της Εταιρείας FAMALIFT SHIPYARD LTD παρά τω ότι αυτοί, λόγω της ανέλκυσης και διάσωσης της δεξαμενής έχουν προτεραιότητα έναντι των οποιωνδήποτε άλλων πιστωτών.
Το Δικαστήριο επιλαμβανόμενο της αίτησης την πρώτη φορά, έκρινε ότι από τους ισχυρισμούς των αιτητών ότι δεν εδικαιολογείτο εξέταση της αίτησης χωρίς να δοθεί προηγούμενη ειδοποίηση στην άλλη πλευρά, οπότε ο δικηγόρος τους, ζήτησε άδεια για να καταχωριστεί συμπληρωματική ένορκη δήλωση, εμμένοντας στη θέση ότι συντρέχει κατεπείγουσα περίσταση.
Ακολούθησε συμπληρωματική ένορκη δήλωση στην οποία όμως, στην προσπάθειά τους οι αιτητές να στοιχειοθετήσουν το κατεπείγον, παρουσίασαν μια εντελώς νέα εικόνα επιπρόσθετων γεγονότων.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Εν προκειμένω ο ενόρκως δηλών, που ήταν το ίδιο πρόσωπο τόσο στην αρχική όσο και στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση, για να δικαιολογήσει την παράλειψή του να αναφέρει στην πρώτη τα όσα ανέφερε στη δεύτερη, επικαλέστηκε κατά τρόπο γενικόλογο «λάθος και/ή παραδρομή».
2. Τέτοια εξήγηση δεν είναι επαρκής, αλλ' ούτε και μπορεί να είναι βάσιμη.
3. Η εικόνα που προκύπτει είναι διαφορετική. Προηγούμενη αντιδικία, διάταγμα του Δικαστηρίου και η εκτέλεσή του είχαν αποκρυβεί στην πρώτη ένορκη δήλωση, στην οποία δόθηκε μόνο η εικόνα απαίτησης για έξοδα ανέλκυσης και/ή διάσωσης, όπως και απαίτησης σε σχέση για επισκευή και/ή επιδιόρθωση ύστερα από συνεννόηση, απλώς, με τον εναγόμενο 2.
4. Ενώ, στη δεύτερη ένορκη δήλωση, μαζί με όλα τ' άλλα, προβλήθηκε και η θέση ότι ο εναγόμενος 2 συμφώνησε ότι τα έξοδα ανέλκυσης θα αφαιρούνταν από τα οποιαδήποτε ποσά που οφείλονταν βάσει της εν λόγω δικαστικής απόφασης.
5. Οι συνέπειες από παραβίαση του καθήκοντος για επίδειξη ύψιστης καλής πίστης στα όρια εξαπάτησης του Δικαστηρίου, δεν αφορούν μόνο την ακύρωση του διατάγματος που τυχόν θα εξασφαλιστεί.
6. Δεν έχει σημασία η μετέπειτα αποκάλυψη. Αυτή, προδήλως δεν έγινε ως ζήτημα καθήκοντος, αλλά για να αντιμετωπισθεί η κατάσταση που δημιουργήθηκε ως εκ του προβληματισμού του Δικαστηρίου περί της ανάγκης ειδοποίησης προς την άλλη πλευρά.
7. Υπ' αυτή την έννοια δεν επρόκειτο περί της απαιτούμενης ειλικρινούς αποκάλυψης. Τέτοια στάση δεν μπορεί να επικροτηθεί επί του γενικόλογου και μόνο ισχυρισμού περί «λάθους και/ή παραδρομής». Αντίθετα θα πρέπει να αντιμετωπισθεί ως ανεπίτρεπτη με ανακοπή της αίτησης.
8. Εν πάση περιπτώσει, θα μπορούσε περαιτέρω να λεχθεί ότι γενικόλογοι παρέμεναν οι ισχυρισμοί περί πώλησης του ναυπηγείου «άμεσα». Άλλωστε, το δυσχερές να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη στο τέλος συσχετίζεται με το ζήτημα της επάρκειας των αποζημιώσεων. Δεν δόθηκε όμως κανένα στοιχείο σε σχέση με το κατά πόσο θα μπορούσαν οι αποζημιώσεις εν προκειμένω να μην επαρκούν σε συνάρτηση με την περιουσία της εταιρείας.
9. Η μόνη διασύνδεση που επιχειρήθηκε να γίνει, αφορούσε στον ισχυρισμό του ενόρκως δηλούντος ότι ο εναγόμενος 2 αρνείτο να συμπεριλάβει τους ενάγοντες, που έχουν προτεραιότητα έναντι άλλων πιστωτών, στους πιστωτές της εταιρείας. Τούτο όμως δεν δικαιολογούσε από μόνο του την παροχή συντηρητικής ενδιάμεσης θεραπείας.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Demstar Limited v. Zim Israel Navigation Co Limited κ.ά. (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 597,
Στυλιανού v. Στυλιανού (1992) 1 Α.Α.Δ. 583,
Δήμος Πάφου v. Βοσκού (2001) 1 Α.Α.Δ. 1168,
Brink's Mat Ltd v. Elcombe (C.A.) [1988] 1 W.L.R. 1350,
Οδυσσέως v. Pieris Estates κ.α. (1982) 1 C.L.R. 557.
Αγωγή Ναυτοδικείου-Αίτηση.
Μονομερής Αίτηση για συντηρητικό διάταγμα διά του οποίου να απαγορεύεται οποιαδήποτε διαδικασία για την πώληση του πλοίου μέχρι την εκδίδαση της αγωγής.
Χρ. Χριστοφόρου, για τους ενάγοντες αιτητές.
Cur. adv. vult.
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η απαίτηση των εναγόντων είναι για έξοδα ανέλκυσης και/ή διάσωσης του εναγόμενου πλοίου (πλωτή δεξαμενή) που βυθίστηκε στις 3.9.2014 στο νέο λιμάνι Λεμεσού και για έξοδα επισκευής του, μετά την ανέλκυσή του.
Παράλληλα, με αίτηση χωρίς ειδοποίηση (ex parte), οι ενάγοντες ζητούν την έκδοση προσωρινού διατάγματος δια του οποίου να απαγορεύεται οποιαδήποτε διαδικασία για την πώληση του πλοίου μέχρι την εκδίκαση της αγωγής.
Το ιστορικό στο οποίο αναφέρθηκαν μέχρι τότε για τους σκοπούς της ex parte αίτησης αφορούσε τους ακόλουθους ισχυρισμούς:
Ο εκκαθαριστής της Famalift Shipyard Ltd (εναγόμενος 2) είχε, δυνάμει εγγράφου συμφωνίας ημερομηνίας 15.5.2006, παραχωρήσει στους ενάγοντες την άδεια χρήσης ενός ναυπηγείου εντός του νέου λιμανιού Λεμεσού, περιλαμβανομένης της εν λόγω πλωτής δεξαμενής για την περίοδο 15.5.2006-14.5.2007.
Στις 3.9.2014 η πλωτή δεξαμενή βυθίστηκε κατά τη διάρκεια δεξαμενισμού μιας σημαδούρας. Οι ενάγοντες προχώρησαν σε ανέλκυση της και ακολούθως, μετά από συνεννόηση τόσο με τον εναγόμενο 2 όσο και με τον αξιωματικό ναυτοδικείου, στη φύλαξη του οποίου βρίσκεται η πλωτή δεξαμενή δυνάμει απόφασης του Ναυτοδικείου στην αγωγή 7/2014, προέβησαν σε επισκευή και εξέδωσαν σχετικά τιμολόγια προς τον εναγόμενο 2. Τα τιμολόγια στάλησαν στον εναγόμενο 2 χωρίς ανταπόκριση, οπότε καταχωρίστηκε η παρούσα αγωγή.
Ως προς το κατ' ισχυρισμόν αναγκαίο της έκδοσης συντηρητικού διατάγματος και μάλιστα κατεπειγόντος, αναφέρονται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση τα εξής:
«. είναι άκρως επείγον όπως το Δικαστήριο εκδώσει άμεσα [sic] το αιτούμενο διάταγμα διότι ο εναγόμενος 2- καθ' ου η αίτηση υπό την ιδιότητά του ως εκκαθαριστής προβαίνει σε διαδικασίες πώλησης του πλοίου (πλωτή δεξαμενή) "F.D. FAMALIFT" και ο οποίος αρνείται να συμπεριλάβει τους Ενάγοντες-Αιτητές στους πιστωτές της Εταιρείας FAMALIFT SHIPYARD LTD και οι οποίοι Ενάγοντες-Αιτητές λόγω της ανέλκυσης και διάσωσης της δεξαμενής έχουν προτεραιότητα έναντι των οποιωνδήποτε άλλων πιστωτών.»
Το Δικαστήριο επιλαμβανόμενο της αίτησης την πρώτη φορά, έκρινε ότι από τους ισχυρισμούς των αιτητών δεν εδικαιολογείτο εξέταση της αίτησης χωρίς να δοθεί προηγούμενη ειδοποίηση στην άλλη πλευρά, οπότε ο ευπαίδευτος δικηγόρος τους, ζήτησε άδεια για να καταχωριστεί συμπληρωματική ένορκη δήλωση, εμμένοντας στη θέση ότι συντρέχει κατεπείγουσα περίσταση. Όπως και έγινε.
Ακολούθησε συμπληρωματική ένορκη δήλωση στην οποία όμως, στην προσπάθειά τους οι αιτητές να στοιχειοθετήσουν το κατεπείγον, παρουσίασαν μια εντελώς νέα εικόνα. Ανέφεραν τώρα για πρώτη φορά ότι η ενάγουσα εταιρεία καθυστερούσε στην καταβολή των δικαιωμάτων χρήσης του ναυπηγείου προς τον εναγόμενο 2, που φαίνεται ότι επεκτάθηκε πέραν του 2007, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να λάβει απόφαση εναντίον τους για χρηματικό ποσό και διάταγμα παράδοσης ελεύθερης κατοχής του ναυπηγείου, με αναστολή εκτέλεσης εάν η ενάγουσα εταιρεία συμμορφωνόταν με τους όρους της απόφασης (Αγωγή 3875/2011 Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού).
Ο εναγόμενος 2 προχώρησε στις 17.2.2015 σε έκδοση εντάλματος ανάκτησης κατοχής του ναυπηγείου, περιλαμβανομένης της πλωτής δεξαμενής, το οποίο, όπως αναγράφεται στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση «εκτελέστηκε στις 22.12.2015 και δόθηκε εις την ενάγουσα χρονική περίοδος μέχρι 28.1.2016 να μετακινήσει οποιαδήποτε κινητή περιουσία που της ανήκει και/ή ανήκει σε τρίτα πρόσωπα. Η ως άνω χρονική περίοδος παρατάθηκε μέχρι 7.2.2016 .».
Είναι όμως η θέση των εναγόντων ότι κατέβαλαν μέχρι 10.12.2012 ποσό €94.000 και ότι ο εναγόμενος 2 τους χρέωνε με ποσά πέραν της δικαστικής απόφασης και γι' αυτό το λόγο σταμάτησαν να καταβάλλουν περαιτέρω ποσά. Είναι ακόμα η θέση τους ότι σε σχέση με τα έξοδα ανέλκυσης του πλοίου, συμφώνησαν με τον εναγόμενο 2 ότι αυτά θα βάραιναν τον ίδιο και την ιδιοκτήτρια εταιρεία FAMALIFT SHIPYARD LTD και θα αφαιρούνταν από τα οποιαδήποτε ποσά οφείλονταν βάσει της ως άνω δικαστικής απόφασης.
Είναι εν τέλει η θέση τους πως η έκδοση του αιτουμένου διατάγματος επείγει καθότι στις 8.2.2016 θα λάβει χώρα η παράδοση του ναυπηγείου περιλαμβανομένης της πλωτής δεξαμενής και ακολούθως η εκποίησή της. Σε σχέση με αυτό το τελευταίο, ο ενόρκως δηλών, διευθυντής της ενάγουσας εταιρείας, αναφέρει ότι, από πληροφορίες που έλαβε από τον ίδιο τον εναγόμενο 2, αυτός, μετά την παράδοση του ναυπηγείου στον δικαστικό επιδότη θα προχωρήσει «άμεσα» σε πώληση του ναυπηγείου σε ενδιαφερόμενες εταιρείες.
Η παράλειψη πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης, δεν έχει μόνο συνέπεια την ακύρωση του διατάγματος όταν τέτοια παράλειψη διαπιστώνεται κατά την inter partes διαδικασία. Το καθήκον για τέτοια αποκάλυψη «συναρτάται με την καλή πίστη, η οποία πρέπει να επιδεικνύεται οποτεδήποτε επιδιώκεται η θεραπεία στην απουσία του αντιδίκου» (Demstar Limited v. Zim Israel Navigation Co Limited κ.ά. (1996) 1Α Α.Α.Δ. 597). Αιτήσεις αυτής της φύσεως είναι υψίστης πίστεως (uberrimae fidei) και η παράλειψη παρουσίασης ουσιαστικών γεγονότων θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου (Στυλιανού v. Στυλιανού (1992) 1 Α.Α.Δ. 583). Το επίπεδο υποχρέωσης του αιτητή είναι υψηλό. Όπως αναφέρεται σε απόσπασμα από το σύγγραμμα του Mark S.W. Hoyle "The Mareva Injunction and Related Orders" (1997) 3η έκδοση, σελ. 71, που υιοθετήθηκε στην υπόθεση Δήμος Πάφου v. Βοσκού (2001) 1 Α.Α.Δ. 1168:
«It is an established part of the practice in applications for ex parte orders that the applicant gives as fair a description of the case as possible.»
Μάλιστα, τόσο μεγάλο είναι το βάρος της υποχρέωσης, ώστε να μην εξαντλείται σε παράθεση των ουσιωδών γεγονότων που είναι γνωστά στον αιτητή, αλλά να καλύπτει και επιπρόσθετα γεγονότα τα οποία θα μπορούσαν να περιέλθουν στη γνώση του, εάν προέβαινε σε δέουσα έρευνα πριν την υποβολή της αίτησής του (Brink's Mat Ltd v. Elcombe (C.A.) [1988] 1 W.L.R. 1350, Στυλιανού v. Στυλιανού (ανωτέρω)).
Εν προκειμένω ο ενόρκως δηλών, που ήταν το ίδιο πρόσωπο τόσο στην αρχική όσο και στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση, για να δικαιολογήσει την παράλειψή του να αναφέρει στην πρώτη τα όσα ανέφερε στη δεύτερη, επικαλέστηκε κατά τρόπο γενικόλογο «λάθος και/ή παραδρομή». Τέτοια εξήγηση δεν είναι επαρκής, αλλ' ούτε και μπορεί να είναι βάσιμη. Τα γεγονότα που αποκαλύφθηκαν τη δεύτερη φορά, δεν μπορεί να παραλείφθηκαν από λάθος ή παραδρομή.
Η εικόνα που προκύπτει είναι διαφορετική. Όταν το Δικαστήριο έθεσε ζήτημα μη στοιχειοθέτησης του κατεπείγοντος, τότε και μόνο οι ενάγοντες προχώρησαν σε αποκάλυψη των περιστάσεων που, κατά την άποψή τους, θέτουν το κατεπείγον, οπότε και κατ' ανάγκην αναφέρθηκαν στο περαιτέρω ιστορικό το οποίο αποκαλύπτει πως η επίμαχη δεξαμενή, ιδιοκτησία της εταιρείας FAMALIFT SHIPYARD LTD, βρίσκεται στην κατοχή του εκκαθαριστή της εταιρείας δυνάμει δικαστικής απόφασης και ειδικότερα κατόπιν διατάγματος παράδοσης της κατοχής του ναυπηγείου, περιλαμβανομένης της πλωτής δεξαμενής. Η προηγούμενη αντιδικία, το διάταγμα του Δικαστηρίου και η εκτέλεσή του είχαν αποκρυβεί στην πρώτη ένορκη δήλωση, στην οποία δόθηκε μόνο η εικόνα απαίτησης για έξοδα ανέλκυσης και/ή διάσωσης, όπως και απαίτησης σε σχέση για επισκευή και/ή επιδιόρθωση μετά από συνεννόηση, απλώς, με τον εναγόμενο 2. Ενώ, στη δεύτερη ένορκη δήλωση, μαζί με όλα τ' άλλα, προβλήθηκε και η θέση ότι ο εναγόμενος 2 συμφώνησε ότι τα έξοδα ανέλκυσης θα αφαιρούνταν από τα οποιαδήποτε ποσά που οφείλονταν βάσει της εν λόγω δικαστικής απόφασης.
Όπως έχω ήδη αναφέρει ανωτέρω, οι συνέπειες από παραβίαση του καθήκοντος για επίδειξη ύψιστης καλής πίστης στα όρια εξαπάτησης του Δικαστηρίου, δεν αφορούν μόνο την ακύρωση του διατάγματος που τυχόν θα εξασφαλιστεί. Εάν, όπως εν προκειμένω, διαφανεί ότι ο αιτητής δεν προσέρχεται ενώπιον του Δικαστηρίου με την απαιτούμενη ύψιστη καλή πίστη, εξ αρχής και άνευ ετέρου, δεν μπορεί παρά να βρεθεί αντιμέτωπος με τις συνέπειες τέτοιας συμπεριφοράς του. Δεν έχει σημασία η μετέπειτα αποκάλυψη. Αυτή, προδήλως δεν έγινε ως ζήτημα καθήκοντος, αλλά για να αντιμετωπισθεί η κατάσταση που δημιουργήθηκε ως εκ του προβληματισμού του Δικαστηρίου περί της ανάγκης ειδοποίησης προς την άλλη πλευρά. Υπ' αυτή την έννοια δεν επρόκειτο περί της απαιτούμενης ειλικρινούς αποκάλυψης. Τέτοια στάση δεν μπορεί να επικροτηθεί επί του γενικόλογου και μόνο ισχυρισμού περί «λάθους και/ή παραδρομής». Αντίθετα θα πρέπει να αντιμετωπισθεί ως ανεπίτρεπτη με ανακοπή της αίτησης.
Εν πάση περιπτώσει, θα μπορούσε περαιτέρω να λεχθεί ότι γενικόλογοι παραμένουν οι ισχυρισμοί περί πώλησης του ναυπηγείου «άμεσα» [sic]. Άλλωστε, το δυσχερές να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη στο τέλος συσχετίζεται με το ζήτημα της επάρκειας των αποζημιώσεων (Οδυσσέως v. Pieris Estates κ.ά. (1982) 1 C.L.R. 557). Δεν δίδεται όμως κανένα στοιχείο σε σχέση με το κατά πόσο θα μπορούσαν οι αποζημιώσεις εν προκειμένω να μην επαρκούν σε συνάρτηση με την περιουσία της εταιρείας. Η μόνη διασύνδεση που επιχειρείται να γίνει, αφορά τον ισχυρισμό του ενόρκως δηλούντος ότι ο εναγόμενος 2 αρνείται να συμπεριλάβει τους ενάγοντες, που έχουν προτεραιότητα έναντι άλλων πιστωτών, στους πιστωτές της εταιρείας. Τούτο όμως δεν δικαιολογεί από μόνο του την παροχή συντηρητικής ενδιάμεσης θεραπείας.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.