ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D71
(2016) 1 ΑΑΔ 314
8 Φεβρουαρίου, 2016
[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στής]
ΑναφορικΑ με το Αρθρο 155.4 του ΣυντΑγματοΣ
και τα Αρθρα 3 και 9 του ΠερΙ ΑΠονομΗΣ τηΣ
ΔικαιοσΥνηΣ (ΠοικΙλαι ΔιατΑξειΣ) ΝΟμου
του 1964,
Και
ΑναφορικΑ με την ανΗλικη Sofιa Mirimskaya,
Και
ΑναφορικΑ με την ΑΙτηση τηΣ Olga Mirimskaya ωΣ μητΕραΣ και ΠλησιΕστερηΣ φΙληΣ τηΣ ωΣ Ανω ανΗλικηΣ Sofia Mirimskaya για Eκδοση διατΑγματοΣ Habeas Corpus ad subjiciendum σε σχEση με το
ειρημΕνο ανΗλικο τΕκνο τηΣ.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 173/2015)
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Αίτηση που στόχευε στην απελευθέρωση/παράδοση ανηλίκου τέκνου στην αιτήτρια η οποία διεκδικούσε τη μητρότητα του, δυνάμει συμφωνίας παρένθετης μητρότητας ― Απορριπτική κατάληξη επί τω ότι, υπό τα δεδομένα της υπόθεσης, η επίκληση της δικαιοδοσίας του Habeas Corpus παρουσιαζόταν ως πρόωρο και ατελέσφορο μέτρο για τη διεκδίκηση μητρότητας.
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Ιστορική αναδρομή ― Το Δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να εξετάσει τη νομιμότητα της κράτησης ενός ατόμου και αν δεν υπάρχει νόμιμη αιτιολογία διατάσσει την απελευθέρωση του χωρίς αυτό να σημαίνει είτε αθώωση είτε άλλη επίπτωση στη νομική του κατάσταση ― Εκείνο που αποφασίζεται και μόνο, είναι η νομιμότητα ή μη της κράτησης ― Εκδίδεται μεν δικαιωματικά, όμως η ύπαρξη μιας υπαλλακτικής θεραπείας μπορεί να αποστερήσει από τον αιτητή να ζητήσει την έκδοση του εντάλματος, εκτός όπου συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις.
Οι αιτητές επιδίωξαν με την αίτηση, την έκδοση διατάγματος Habeas Corpus με το οποίο να διατασσόταν η Svetlana Bezpiataia ή και ο Andrei Bezpiatiy να απελευθερώσουν ή και προσαγάγουν ή και παρουσιάσουν το ανήλικο τέκνο της αιτήτριας Sofia Mirimskaya, ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να παραδοθεί στην αιτήτρια.
Με βάση την ένορκη δήλωση δικηγόρου στο γραφείο των εκ των δικηγόρων της αιτήτριας η οποία συνόδευε την αίτηση, η αιτήτρια Ο.Μ. μαζί με το σύντροφο της, κατά τρόπο επιτρεπτό από το ρωσικό δίκαιο και κατόπιν υπογραφής σχετικής συμφωνίας με κλινική στη Ρωσία, προχώρησαν σε διαδικασία τεκνοποίησης περί τον Αύγουστο του 2014.
Με την εποπτεία της ίδιας κλινικής η Svetlana Bezpiataia υπέγραψε συμφωνία παρένθετης μητρότητας και στη συνέχεια έμεινε έγκυος με το τέκνο της αιτήτριας.
Μετά την επιβεβαίωση της εγκυμοσύνης, η αιτήτρια τηρώντας τους όρους της μεταξύ τους συμφωνίας παρείχε όλες τις απαιτούμενες δαπάνες για την εγκυμοσύνη.
Στις 7.5.2015 η καθ' ης η Bezpiataia εξαφανίστηκε χωρίς οποιανδήποτε προειδοποίηση και ύστερα από αίτημα της αιτήτριας σε διάφορες αρχές, ενημερώθηκε από το Τμήμα Υγείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας ότι η πρώτη γέννησε «το τέκνο» στις 14.5.2015 σε νοσοκομείο στη Μόσχα, αποκρύπτοντας το γεγονός της παρένθετης μητρότητας, κατά παράβαση της μεταξύ τους συμφωνίας.
Στο «τέκνο» εδόθη το όνομα Sofia Bezpiataia και ως γονείς του ενεγράφησαν «παράνομα», ως ισχυρίζεται η αιτήτρια, η γυναίκα που το γέννησε και ο σύζυγος της Andrei Bezpiatiy. Ακολούθως αναχώρησαν, μαζί με το τέκνο, στην Κύπρο, όπου έκτοτε διαμένουν.
Η αιτήτρια ξεκίνησε διάφορες δικαστικές διαδικασίες εναντίον του ζεύγους στη Ρωσία, για άμεση τροποποίηση της εγγραφής της ληξιαρχικής πράξης της γέννησης και τον καθορισμό τους ως γονέων του τέκνου. Επίσης δόθηκαν σχετικές οδηγίες στην Κύπρο και καταχωρήθηκαν διαδικασίες στο Οικογενειακό Δικαστήριο.
Ενόψει όμως έκδοσης απόφασης σε ρωσικό Δικαστήριο με βάση την οποία εκρίθη ότι η αιτήτρια αναγνωριζόταν ως η μητέρα του τέκνου και ότι λανθασμένα εξεδόθη το πιστοποιητικό γέννησης και ενεγράφησαν στο ληξιαρχείο η καθ' ης η αίτηση και ο σύζυγος της ως οι γονείς του τέκνου, η αιτήτρια προχώρησε στην καταχώρηση αίτησης στο κυπριακό Δικαστήριο με βάση την οποία ζητούσε εγγραφή της ρωσικής απόφασης, η οποία είχε επικυρωθεί από το ρωσικό Εφετείο στις 12.11.2015.
Ως αποτέλεσμα της απόφασης αυτής το προηγούμενο πιστοποιητικό γέννησης της ανήλικης Sofia ανακλήθηκε και εξεδόθη νέο πιστοποιητικό γέννησης στο οποίο αναγράφεται η αιτήτρια ως η μοναδική γονέας του βρέφους και το όνομα της ανήλικης καθορίζεται πλέον ως Sofia Nikolayevna Mirimskaya (τα σχετικά πιστοποιητικά και αντίγραφο διαβατηρίου του τέκνου επισυνάπτονταν στην εν λόγω ένορκη δήλωση).
Πρόσθετα γινόταν αναφορά σε ποινική υπόθεση εναντίον της στη Ρωσία, αποτέλεσμα της οποίας ήταν να εκδοθεί διεθνές ένταλμα σύλληψης. Το εν λόγω ένταλμα εκκρεμούσε και ύστερα από σχετική αίτηση που έγινε στα κυπριακά Δικαστήρια, εξεδόθη εναντίον της ένταλμα σύλληψης εκτελεστέο στην Κύπρο το οποίο και ομοίως εκκρεμούσε, καθότι δεν είχε ανευρεθεί.
Η αιτήτρια επικαλούμενη το νέο πιστοποιητικό γέννησης της ανήλικης Sofia το οποίο θεωρεί ότι έχει ισχύ στην Κύπρο δυνάμει σχετικής συνθήκης η οποία υπεγράφη και επικυρώθη στην Κύπρο ως νομοθεσία, αιτήθηκε δια της παρούσης, να υποχρεωθούν οι καθ' ων η αίτηση να της παραδώσουν το τέκνο. Το ανήλικο τέκνο ήταν κατά το χρόνο εκδίκασης της αίτησης μόλις μερικών μηνών.
Η πλευρά της αιτήτριας ανέφερε ότι με δεδομένο ότι αιτήσεις γονικής μέριμνας υποβάλλονται μόνο κατά του πατέρα, που εν προκειμένω, δεν υπάρχει εγγεγραμμένος, δεν υπάρχει εναλλακτική θεραπεία με την οποία να μπορεί να παραδοθεί το τέκνο στην αιτήτρια.
Το θέμα προβλήθηκε επίσης ως επείγον εφόσον η ανήλικη Sofia εξακολουθεί να διαμένει με πρόσωπα που δεν έχουν σχέση με αυτή και ενδέχεται να μετακινήσουν το παιδί από τη δικαιοδοσία της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Όπως αναφέρθηκε, η μοναδική αίτηση που εκκρεμούσε σε εκείνο το στάδιο στην Κύπρο ήταν η αίτηση για εγγραφή της αλλοδαπής απόφασης η οποία, κατά την αιτήτρια, δεν συνιστά εναλλακτική αποτελεσματική θεραπεία εφόσον το αντικείμενο εκείνης της διαδικασίας αφορά στην εγγραφή και αναγνώριση της Ρωσικής δικαστικής απόφασης και όχι στα δικαιώματα που πηγάζουν από την ύπαρξη πιστοποιητικού γέννησης και επισήμων κατά συνέπεια εγγράφων, που αναγνωρίζουν ήδη την αιτήτρια ως τον μοναδικό φορέα γονικής μέριμνας της ανήλικης.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το Δικαστήριο θεώρησε ορθό να διατάξει όπως ετοιμαστεί έκθεση του Γραφείου Ευημερίας. Με βάση την έκθεση διαπιστώθηκε από τους Λειτουργούς των Κοινωνικών Υπηρεσιών ότι ενώ αρχικά το βρέφος διέμενε με το ζεύγος και τη 16χρονη Alina η οποία και είναι παιδί τους στη συνέχεια διαπιστώθηκε ότι τόσο η Sofia Bezpiataia όσο και η ανήλικη Sofia δεν μπορούσαν να εντοπιστούν.
2. Εν πάση περιπτώσει στις επισκέψεις που προηγήθηκαν, έγινε αντιληπτό ότι η οικογένεια εργοδοτούσε σε 24ωρη βάση φρουρούς ασφαλείας, όπως δε ελέχθη, αυτό εγίνετο γιατί υπήρχε κίνδυνος απαγωγής της ανήλικης Sofia. Το παιδί παρέμενε απομονωμένο.
3. Το ένταλμα Habeas Corpus εκδίδεται μεν δικαιωματικά, όπως ελέχθη πιο πάνω, όμως η ύπαρξη μιας υπαλλακτικής θεραπείας μπορεί να αποστερήσει από τον αιτητή να ζητήσει την έκδοση του εντάλματος, εκτός όπου συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις.
4. Το γεγονός ότι η παρούσα διαδικασία αφορούσε κράτηση ανηλίκου, κατά την άποψη της αιτήτριας παράνομη, οδηγούσε στην ανάγκη εξεύρεσης σχετικών αυθεντιών ως προς αυτό το θέμα. Δεν είναι άγνωστες στο αγγλικό δίκαιο οι περιπτώσεις με τις οποίες ζητείται εκ μέρους προσώπων που έχουν τη γονική μέριμνα για να επανακτήσουν τη μέριμνα του ανηλίκου παιδιού το οποίο κρατείται παράνομα από τρίτο πρόσωπο ή ίδρυμα.
5. Μέσα στα πλαίσια της διαδικασίας έκδοσης του εντάλματος πρέπει να κριθεί ότι πρόκειται όντως για παράνομη κράτηση ανηλίκου.
6. Στην Κύπρο για θέμα ανηλίκου, καθοδήγηση δίδει, η απόφαση στην υπόθεση Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55.
7. Προκύπτει από τη νομολογία ότι τα δικαιώματα που επικαλείται η αιτήτρια πρέπει να αποδειχθούν με τέτοιο ισχυρό τρόπο, ώστε να μην μετουσιωθεί η διαδικασία ενός προνομιακού εντάλματος σε αστική διεκδίκηση.
8. Αυτό δεν θα ήταν άλλωστε νοητό αφού τέτοιες διαδικασίες ως η έκδοση προνομιακού εντάλματος, κρίνονται επί των εκατέρωθεν ενόρκων δηλώσεων χωρίς προσκόμιση δια ζώσης μαρτυρίας και η αντεξέταση ενόρκως δηλούντα είναι σχεδόν αδύνατη με βάση τη νομολογία.
9. Εν πάση περιπτώσει και στην κρινόμενη περίπτωση υπήρχαν μόνο ένορκες δηλώσεις, μάλιστα των δικηγόρων αμφοτέρων των πλευρών.
10. Προέκυπτε το ερώτημα κατά πόσον ήταν δυνατόν στα πλαίσια μιας διαδικασίας με συγκεκριμένο σκοπό την απελευθέρωση ενός παρανόμως κρατουμένου προσώπου, να κριθούν πολύπλοκα και αμφισβητούμενα θέματα που άπτονται της παρένθετης μητρότητας.
11. Δεν ήταν ορθή η θέση της αιτήτριας ότι δεν υπήρχε αντίθετη θέση των καθ' ων η αίτηση επί των γεγονότων που παρουσίαζε. Σχεδόν όλα τα περιστατικά ήταν υπό αμφισβήτηση.
12. Η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι σημασία έχει η επανέκδοση πιστοποιητικού γεννήσεως στο οποίο φαίνεται πλέον ως νόμιμος γονέας της ανήλικης Σοφίας, η αιτήτρια. Η πλευρά της επικαλέστηκε σχετική διμερή σύμβαση με βάση στην οποία προνοείται ότι έγγραφα που εκδίδονται ή πιστοποιούνται σύμφωνα με το νενομισμένο τύπο και που φέρουν την επίσημη σφραγίδα της αρμόδιας κρατικής αρχής ή αξιωματούχου ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη δε χρειάζονται κανένα είδος επικύρωσης στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
13. Στα πλαίσια αυτής της θέσης η αιτήτρια προέβαλε παράλληλα το επιχείρημα ότι η εγγραφή της αλλοδαπής απόφασης δεν είναι υπαλλακτική θεραπεία αλλά ούτε είναι σχετική η διαδικασία που εκκρεμεί στο Οικογενειακό Δικαστήριο για εγγραφή της ρωσικής απόφασης στην Κύπρο για σκοπούς εκτέλεσης.
14. Επισημαίνεται ότι, πρόκειται για απόφαση που επέτρεψε - ή κατέστησε δυνατή μεταξύ άλλων - την επανέκδοση του εν λόγω πιστοποιητικού. Θα πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι ήταν μέρος της ένστασης της πλευράς των καθ' ων η αίτηση ότι η απόφαση του ρωσικού Δικαστηρίου δεν είναι τελεσίδικη αφού εκκρεμούν ένδικα μέσα, όπως και αν αυτά ονομασθούν.
15. Προέκυπτε ότι το πιστοποιητικό το οποίο παρουσιαζόταν ως το έρεισμα της νομιμοποίησης της αιτήτριας σ' αυτή τη διαδικασία, συναρτάτο άμεσα με την ισχύ ή μη της αλλοδαπής απόφασης. Και αν αυτή έπρεπε εν τελευταία αναλύσει να ισχύσει ή όχι και να είναι εκτελεστή στη Κυπριακή Δημοκρατία.
16. Ετίθετο το εύλογο ερώτημα: Αν η απόφαση για οποιονδήποτε λόγο, δεν εγγραφεί στην Κύπρο δεν θα παρουσιαζόταν τρωτή ή ελλειμματική η βάση του εκδοθέντος εντάλματος όπως δια της παρούσης ζητείται; Αν από την άλλη πλευρά η απόφαση εγγραφεί σίγουρα το υπόβαθρο της όποιας διαδικασίας διεκδίκησης θα ήταν στέρεο.
17. Ύστερα από προβληματισμό του Δικαστηρίου και αφού ελήφθη υπόψη ο αριθμός και η υφή των αμφισβητουμένων θεμάτων, στη βάση των οποίων ακόμη και η εξέταση DNA που έγινε ερμηνευόταν διαφορετικά από τα μέρη, προέκυπτε ότι δεν ήταν η κατάλληλη διαδικασία να αποφασιστεί ουσιαστικά η διεκδίκηση της μητρότητας.
18. Και τούτο σε ένα πλαίσιο που απουσίαζε η δια ζώσης μαρτυρία και οι ένορκες δηλώσεις δεν παρείχαν ασφαλή μέθοδο για να κριθούν αντίθετες εκδοχές οι οποίες θα έπρεπε να αξιολογηθούν ομού με τα υπάρχοντα έγγραφα, τις επιστημονικές μαρτυρίες και ακόμη και εμπειρογνώμονες για αλλοδαπό δίκαιο.
19. Η εικόνα βέβαια ενδεχομένως δεν θα ήταν η ίδια εάν υπήρχε απόφαση εγγεγραμμένη και εκτελεστή στην Κύπρο. Το μέτρο, όπως είχε προωθηθεί δια της παρούσης, κρίθηκε πρόωρο και ατελέσφορο στη βάση των δεδομένων που είχαν παρουσιαστεί έως εκείνο το στάδιο.
Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ριαλάς (1990) 1 Α.Α.Δ. 820,
Κοβισιάρωφ (1997) 1 Α.Α.Δ. 1523,
Περέλλα (Αρ.1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 344,
Βernardo v. Ford [1892] A.C. 326,
R. v. Clarke [1857] 7E + B 186,
Ex parte McClellan [1831] 1 Dowt.81,
R. Greenhill (4 Ad. and El.313),
Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55,
Rana (Αρ.1) (2004) 1 A.A.Δ. 1660,
R. v. Stollesley Justices [1956] 1 W.L.R. 254,
Ιωάννου (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 613.
Αίτηση.
Αχ. Αιμιλιανίδης με Γ. Διογένους, για την Αιτήτρια.
A. Kυπρίζογλου και Λ. Κολατσής, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Οι αιτητές με αυτή την αίτηση επιδιώκουν την έκδοση διατάγματος Habeas Corpus με το οποίο να διατάσσεται η Svetlana Bezpiataia ή και ο Andrei Bezpiatiy να απελευθερώσουν ή και προσαγάγουν ή και παρουσιάσουν το ανήλικο τέκνο της αιτήτριας, Sofia Mirimskaya ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να παραδοθεί στην αιτήτρια. Περαιτέρω αιτούνται οποιαδήποτε άλλη συναφή προς το Habeas Corpus θεραπεία που το Δικαστήριο ήθελε κρίνει ορθή και δίκαια υπό τις περιστάσεις.
Με βάση την ένορκη δήλωση της Χρ. Φιάκα, δικηγόρου στο γραφείο των εκ των δικηγόρων της αιτήτριας (η οποία, ως δηλώνεται, έχει εξουσιοδότηση από την αιτήτρια που βρίσκεται για εργασιακούς σκοπούς στη Ρωσία), η αναγκαιότητα της αίτησης θεμελιώνεται ως εξής:
Η αιτήτρια Ο.Μ. μαζί με το σύντροφο της Νikolay Smirnov, κατά τρόπο επιτρεπτό από το ρωσικό δίκαιο και κατόπιν υπογραφής σχετικής συμφωνίας με κλινική στη Ρωσία, προχώρησαν σε διαδικασία τεκνοποίησης περί τον Αύγουστο του 2014.
Με την εποπτεία της ίδιας κλινικής η καθ' ης η αίτηση 1 υπέγραψε συμφωνία παρένθετης μητρότητας και στη συνέχεια έμεινε έγκυος με το τέκνο της αιτήτριας.
Μετά την επιβεβαίωση της εγκυμοσύνης, η αιτήτρια τηρώντας τους όρους της μεταξύ τους συμφωνίας παρήχε όλες τις απαιτούμενες δαπάνες για την εγκυμοσύνη. Στο μεταξύ ο δεσμός της αιτήτριας με το σύντροφο της Nicolay Smirnov διελύθη, αλλά η ίδια συνέχισε να μεριμνά από μόνη της για τις ανάγκες της καθ' ης η αίτηση 1.
Στις 7.5.2015 η καθ' ης η αίτηση 1 εξαφανίστηκε χωρίς οποιανδήποτε προειδοποίηση και μετά από αίτημα της αιτήτριας σε διάφορες αρχές ενημερώθηκε από το Τμήμα Υγείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας ότι η καθ' ης η αίτηση γέννησε «το τέκνο» στις 14.5.2015 σε νοσοκομείο στη Μόσχα, αποκρύπτοντας το γεγονός της παρένθετης μητρότητας, κατά παράβαση της μεταξύ τους συμφωνίας.
Στο «τέκνο» εδόθη το όνομα Sofia Bezpiataia και ως γονείς του ενεγράφησαν «παράνομα», ως ισχυρίζεται η αιτήτρια, η καθ' ης η αίτηση 1 και ο καθ' ου η αίτηση 2, σύζυγος της Andrei Bezpiatiy. Ακολούθως αναχώρησαν, μαζί με το τέκνο, στην Κύπρο, όπου έκτοτε διαμένουν.
Η αιτήτρια ξεκίνησε διάφορες δικαστικές διαδικασίες εναντίον των καθ' ων η αίτηση στη Ρωσία για άμεση τροποποίηση της εγγραφής της ληξιαρχικής πράξης της γέννησης και τον καθορισμό τους ως γονέων του τέκνου. Επίσης δόθηκαν σχετικές οδηγίες στην Κύπρο και καταχωρήθηκαν διαδικασίες στο Οικογενειακό Δικαστήριο. Δεν θα υπεισέλθω ιδιαίτερα στις λεπτομέρειες των διαδικασιών, σημασία έχει ότι εν τέλει οι διαδικασίες στο Οικογενειακό Δικαστήριο έχουν αποσυρθεί. Ενόψει όμως της έκδοσης απόφασης στο ρωσικό Δικαστήριο με βάση το οποίο εκρίθη ότι η αιτήτρια αναγνωριζόταν ως η μητέρα του τέκνου και λανθασμένα εξεδόθη το πιστοποιητικό γέννησης και λανθασμένα ενεγράφησαν στο ληξιαρχείο ως οι γονείς του τέκνου, η αιτήτρια προχώρησε στην καταχώρηση αίτησης στο κυπριακό Δικαστήριο με βάση την οποία ζητούσε εγγραφή της ρωσικής απόφασης, η οποία είχε επικυρωθεί από το ρωσικό Εφετείο στις 12.11.2015. Ως αποτέλεσμα της απόφασης αυτής το προηγούμενο πιστοποιητικό γέννησης της ανήλικης Sofia ανακλήθηκε και εξεδόθη νέο πιστοποιητικό γέννησης στο οποίο αναγράφεται η αιτήτρια ως η μοναδική γονέας του βρέφους και το όνομα της ανήλικης καθορίζεται πλέον ως Sofia Nikolayevna Mirimskaya (τα σχετικά πιστοποιητικά και αντίγραφο διαβατηρίου του τέκνου επισυνάπτονται στην εν λόγω ένορκη δήλωση).
Πρόσθετα γίνεται αναφορά σε ποινική υπόθεση εναντίον της στη Ρωσία, αποτέλεσμα της οποίας ήταν να εκδοθεί διεθνές ένταλμα σύλληψης. Το εν λόγω ένταλμα εκκρεμεί και μετά από σχετική αίτηση που έγινε στα κυπριακά Δικαστήρια εξεδόθη εναντίον της ένταλμα σύλληψης εκτελεστέο στην Κύπρο το οποίο και ομοίως εκκρεμεί, καθότι δεν έχει ανευρεθεί.
Η αιτήτρια επικαλούμενη το νέο πιστοποιητικό γέννησης της ανήλικης Sofia το οποίο θεωρεί ότι έχει ισχύ στην Κύπρου δυνάμει σχετικής συνθήκης η οποία υπεγράφη και επικυρώθη στην Κύπρο ως νομοθεσία, αιτείται δια της παρούσης να υποχρεωθούν οι καθ' ων η αίτηση να της παραδώσουν το τέκνο. Σημειούται ότι το ανήλικο τέκνο είναι μόλις μερικών μηνών και δεν δύναται να εκφράσει οποιανδήποτε άποψη. Επίσης η πλευρά της αιτήτριας δηλώνει ότι με δεδομένο ότι αιτήσεις γονικής μέριμνας υποβάλλονται μόνο κατά του πατέρα, που εν προκειμένω, δεν υπάρχει εγγεγραμμένος, δεν υπάρχει εναλλακτική θεραπεία με την οποία να μπορεί να παραδοθεί το τέκνο στην αιτήτρια. Το θέμα θεωρείται επείγον εφόσον η ανήλικη Sofia εξακολουθεί να διαμένει με πρόσωπα που δεν έχουν σχέση με αυτή και ενδέχεται να μετακινήσουν το παιδί από τη δικαιοδοσία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η μοναδική αίτηση που εκκρεμεί επί του παρόντος στην Κύπρο είναι η αίτηση για εγγραφή της αλλοδαπής απόφασης η οποία, κατά την αιτήτρια, δεν συνιστά εναλλακτική αποτελεσματική θεραπεία εφόσον το αντικείμενο εκείνης της διαδικασίας αφορά την εγγραφή και αναγνώριση της Ρωσικής δικαστικής απόφασης και όχι τα δικαιώματα που πηγάζουν από την ύπαρξη πιστοποιητικού γέννησης και επισήμων κατά συνέπεια εγγράφων, που αναγνωρίζουν ήδη την αιτήτρια ως τον μοναδικό φορέα γονικής μέριμνας της ανήλικης.
Στην καταχωρημένη ένσταση της πλευράς των καθ' ων η αίτηση αναφέρονται οι εξής λόγοι βάσει των οποίων η αίτηση δεν πρέπει να επιτύχει.
1. «Δεν πληρούνται σωρευτικά όλες οι απαιτούμενες εκ του νόμου προϋποθέσεις οι οποίες είναι αναγκαίες για να στοιχειοθετήσουν την υπό κρίση αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος τύπου Habeas Corpus και συνακόλουθα η αίτηση της Αιτήτριας πρέπει να απορριφθεί.
2. Ο τίτλος και/ή τύπος της υπό κρίση αίτηση και/ή η υπό κρίση αίτηση είναι εσφαλμένη, παράτυπη, εξ υπαρχής άκυρης και/ή δεν έχει γίνει με τον ορθό τύπο, ο οποίος πρέπει να χρησιμοποιείται υπό τις περιστάσεις.
3. Η Νομική Βάση της υπό κρίση αίτησης είναι λανθασμένη και/ή ελλειμματική.
4. Η Αιτήτρια δεν μπορεί, δεν δικαιούται, και δεν έχει έννομο συμφέρον (locus standi) να καταχωρήσει και δεν νομιμοποιείται να καταχωρήσει την υπό κρίση αίτηση, ενώ δεν νομιμοποιείται και δεν μπορεί να εκπροσωπεί καν την ανήλικη Sofia και η εν λόγω αίτηση εσφαλμένα παράτυπα και παράνομα καταχωρήθηκε από την Αιτήτρια, καθότι μεταξύ άλλων η Αιτήτρια δεν είναι η βιολογική μητέρα και/ή «η μητέρα» της ανήλικης.
5. Ταυτόχρονα η Αιτήτρια δεν είναι η βιολογική μητέρα της ανήλικης Σοφίας, όπως αποκαλύπτεται από το σχετικό τεστ DNA που έγινε στη Κύπρο δυνάμει σχετικών οδηγιών και/ή διατάγματος του δικαστηρίου στα πλαίσια της Αίτηση με Αρ. 241/2015 (Δικαιοδοσία Γονικής Μέριμνας) του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λεμεσού κάτι το οποίο αντιφάσκει τους ισχυρισμούς τους οποίου προώθησε και προωθεί και στη παρούσα υπόθεση αλλά και τα τεκμήρια τα οποία συνοδεύουν την αίτηση της και ειδικότερα τα Τεκμήρια 4-11. Σε κάθε περίπτωση η Αιτήτρια δεν αποκάλυψε τα αποτελέσματα της και/ή τα πλήρη αποτελέσματα της προρρηθείσας εξέτασης αλλά σκόπιμα και κακόβουλα τα απέκρυψε από το Δικαστήριο.
6. Οι ισχυρισμοί και τα γεγονότα τα οποία επικαλείται η Αιτήτρια προς υποστήριξη της υπό κρίση αίτησης της, δεν ανταποκρίνονται στη πραγματικότητα και/ή είναι ψευδείς ενώ συγκρούονται τόσο μεταξύ τους όσο και με προηγούμενους ισχυρισμούς τους οποίους έχει κατά καιρούς προωθήσει η Αιτήτρια.
7. Η υπό κρίση αίτηση δεν είναι δεκτική έκδοσης προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus αφού μεταξύ άλλων δεν υπάρχει κανένας «περιορισμός της ελευθερίας» και καμία «κράτηση» και καμία «παράνομη κράτηση» και/ή στέρηση της ελευθερίας και/ή «παράνομη παρέμβαση» του δικαιώματος ελευθερίας της ανήλικης Σοφίας και σε κάθε περίπτωση η εν λόγω ανήλικη βρίσκεται με τους νόμιμους γονείς και κηδεμόνες της και την Καθ' ης η Αίτηση 1 η οποία είναι η μητέρα της και γυναίκα που κυοφόρησε και γέννησε την ανήλικη.
8. Δεν υπάρχει καμία κράτηση και/ή παράνομη κράτηση της ανήλικης Σοφίας και η Αιτήτρια δεν έχει αποσείσει το νενομισμένο υπό τις περιστάσεις βάρος απόδειξης ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως «παράνομη κράτηση» και/ή οποιουδήποτε άλλου είδους κράτηση.
9. Η ανήλικη Σοφία ακόμη και με βάση του ισχυρισμούς της ίδιας της Αιτήτριας, βρίσκεται και τελεί υπό τη φροντίδα και τη κηδεμονία και/ή τη μέριμνα της γυναίκας η οποία κυοφόρησε και γέννησε την εν λόγω ανήλικη και συνακολούθα αλλά και δυνάμει των σχετικών προνοιών του Νόμου και των σχετικών αρχών δικαίου που ισχύουν υπό τις περιστάσεις και/ή στη Δημοκρατία, ως και την αρχή «mater semper certa est», και «mater is est quem gestatio demonstrant» νόμιμα βρίσκεται και παραμένει με τους Καθ' ων η Αίτηση 1 και 2 και σε κάθε περίπτωση βρίσκεται υπό τη φροντίδα και τη φύλαξη της νόμιμης μητέρα της Καθ' ης Αίτηση 1 αλλά και του συζύγου της Καθ' ου η Αίτηση 2.
10. Σε κάθε περίπτωση όλοι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας ως αυτοί παρουσιάζονται στην παρούσα αίτηση αλλά και ως προωθήθηκαν και προωθούνται στη Κύπρο και στο εξωτερικό μέσω των διαφόρων διαδικασιών, όχι μόνο δεν είναι ικανοί να υποστηρίξουν την παρούσα αίτηση και την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, αλλά στην καλύτερη περίπτωση το μόνο το οποίο αποκαλύπτουν είναι την ύπαρξη αστικής διαφοράς και/ή διαφοράς όπου μεταξύ άλλων, δύο άτομα ήτοι η Αιτήτρια και η Καθ' ης η Αίτηση 1 ερίζουν και/ή διεκδικούν την μητρότητα και/ή τη γονική μέριμνα της ανήλικης Σοφίας.
11. Η πραγματική υπόσταση και φύση της παρούσας υπόθεσης δεν είναι δεκτική έκδοσης διατάγματος τύπου Habeas Corpus αφού ουσιαστικά αφορά διεκδίκηση μεταξύ δύο μερών για την κηδεμονία και/ή γονική μέριμνα και/ή μητρότητα της ανήλικης Σοφίας και καμία σχέση δεν έχει με παράνομη στέρηση ελευθερίας του ατόμου και/ή τις περιστάσεις που μπορούν να δικαιολογήσουν την έκδοση προνομιακού εντάλματος τύπου Habeas Corpus.
12. Υπάρχει κατάχρηση δικαστικών διαδικασιών (abuse of process) και/ή προώθηση παράλληλων ένδικών και/ή άλλων μέσων από την Αιτήτρια η οποία επεδίωξε και επιδιώκει να πετύχει μέσω αυτών το ίδιο αποτέλεσμα και τον ίδιο σκοπό.
13. Ανεξάρτητα και επιπρόσθετα από τα πιο πάνω, η Αιτήτρια με βάση πάντοτε τους ισχυρισμούς της, διεκδικεί ουσιαστικά τη κηδεμονία και/ή την μητρότητα της εν λόγω ανήλικης, ενώ το ίδιο θέμα είναι επίδικο σε δικαστικές διαδικασίες στο εξωτερικό οι οποίες βρίσκονται σε εξέλιξη και συνακόλουθα υπό τις περιστάσεις η υπό κρίση αίτηση δεν αιτιολογείται αλλά είναι πρόωρη.»
Στις παραγράφους 14 έως και 24 της καταχωρημένης ένστασης προβάλλονται διάφοροι νομικοί λόγοι, με βάση τους οποίους η παρούσα διαδικασία δεν είναι το κατάλληλο διάβημα και θα πρέπει να απορριφθεί. Αναφέρουν επίσης οι καθ' ων η αίτηση ότι υπήρξε κατάχρηση εξουσιών εφόσον στις διαδικασίες ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λεμεσού και σε σχετικές αποφάσεις του ετέθη το θέμα απόδοσης της ανηλίκου και το Οικογενειακό Δικαστήριο απέρριψε τέτοια αιτήματα. Στη βάση δε των ιδίων παραμέτρων θεωρεί η πλευρά των καθ' ων η αίτηση ότι υπάρχει δεδικασμένο το οποίο απορρέει από αποφάσεις του Οικογενειακού Δικαστηρίου (241/15) και ότι υπάρχουν υπαλλακτικές θεραπείες όπως η αίτηση για αναγνώριση και εκτέλεση αλλοδαπής απόφασης η οποία προωθείται παράλληλα με την υπό κρίση αίτηση. Ακόμη γίνεται ισχυρισμός ότι το θέμα της παρένθετης μητρότητας δεν καλύπτεται από οποιανδήποτε νομοθεσία στην Κύπρο, καθώς ο Νόμος 61(Ι)/15 δεν ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Οι πιο πάνω λόγοι ένστασης επαναλαμβάνονται και εξηγούνται και στην ένορκη δήλωση της κας. Χρύσως Χαραλάμπους, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο των καθ' ων η αίτηση, η οποία στηρίζει την ένσταση.
Να αναφερθεί ότι το Δικαστήριο θεώρησε ορθό να διατάξει όπως ετοιμαστεί έκθεση του Γραφείου Ευημερίας. Με βάση την έκθεση διαπιστώθηκε από τους Λειτουργούς των Κοινωνικών Υπηρεσιών ότι ενώ αρχικά η ανήλικη Sofia διέμενε με το ζεύγος (καθ' ων η αίτηση) και τη 16χρονη Alina η οποία και είναι παιδί τους στη συνέχεια διαπιστώθηκε ότι τόσο η καθ' ης η αίτηση 1 όσο και η ανήλικη Sofia δεν μπορούσαν να εντοπιστούν. Εν πάση περιπτώσει στις επισκέψεις που προηγήθηκαν έγινε αντιληπτό ότι η οικογένεια εργοδοτούσε σε 24ωρη βάση φρουρούς ασφαλείας, όπως δε ελέχθη, αυτό εγίνετο γιατί υπήρχε κίνδυνος απαγωγής της ανήλικης Sofia. Το παιδί παρέμενε απομονωμένο. Τόσο η καθ' ης η αίτηση 1 όσο και η ανήλικη δεν έβγαιναν καθόλου από το σπίτι. Για την οικονομική κατάσταση της οικογένειας το ζεύγος ανέφερε ότι κατά την περίοδο που διέμεναν στην Κύπρο ζούσαν από τις αποταμιεύσεις που διατηρούν στη χώρα καταγωγής τους αλλά και από βοήθεια που τους παρέχεται από οικογενειακούς φίλους.
Να σημειωθεί ότι μετά τη γνωστοποίηση του μη εντοπισμού του ανηλίκου και των καθ' ων η αίτηση 1 και 2 θεωρήθηκε ορθό να ειδοποιηθεί η Επίτροπος Προστασίας Παιδιού, η οποία ως διεφάνη, είχε λάβει μέρος και στη διαδικασία ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου. Εν πάση περιπτώσει η Επίτροπος δια της εκπροσώπου δήλωσε ότι δεν θα πάρει το μέρος της μιας ή της άλλης πλευράς.
Ιστορικά, η διαδικασία Habeas Corpus ξεκινά από πολύ παλαιά, προσδιορίζεται η έναρξη χρήσεως της κατά τα πρώτα στάδια της διαμόρφωσης του αγγλικού δικαίου ακόμη και πριν την υιοθέτηση της Magna Charta το 1215 και με αυτό το ένταλμα δινόταν δικαίωμα στο Βασιλιά να εξετάζει τους λόγους για τους οποίους ένας πολίτης είχε αποστερηθεί το δικαίωμα της προσωπικής του ελευθερίας. Εξελικτικά το ένταλμα έλαβε διάφορες μορφές με αποτέλεσμα τη διεύρυνση της χρήσεως του ώστε να εξασφαλίζει το δικαίωμα της ελευθερίας αφού το ένταλμα εκδίδεται δικαιωματικά οποτεδήποτε διαπιστώνεται ότι η στέρηση της ελευθερίας δεν εξουσιοδοτείται από το Νόμο. Μάλιστα, όπως επισημαίνεται το ένταλμα Habeas Corpus είναι άμεσο και δραστικό μέτρο για την απελευθέρωση ατόμων από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση είτε από τις Αρχές είτε από ιδιώτη. Το Δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να εξετάσει τη νομιμότητα της κράτησης ενός ατόμου και αν δεν υπάρχει νόμιμη αιτιολογία διατάσσει την απελευθέρωση του χωρίς αυτό να σημαίνει είτε αθώωση είτε άλλη επίπτωση στη νομική του κατάσταση. Δηλαδή δια της έκδοσης απόφασης σε τέτοια διαδικασία εκείνο που αποφασίζεται και μόνο είναι η νομιμότητα ή μη της κράτησης. (βλ. Halsbury's Laws of England, 3rd ed. vol 11, para.40-105). Με την έκδοση του εντάλματος διατάσσεται η προσαγωγή του ατόμου στο Δικαστήριο το οποίο ερευνά τους λόγους της κατακράτησης του. (βλ. Προνομιακά Εντάλματα «Αρχές και Υποθέσεις» του Π.Αρτέμη, 1η έκδ. σελ.72-108), Ριαλάς (1990) 1 Α.Α.Δ. 820, Κοβισιάρωφ (1997) 1 Α.Α.Δ. 1523 και Περέλλα (Αρ.1) (1994) 1 Α.Α.Δ. 344 )
Το ένταλμα Habeas Corpus εκδίδεται μεν δικαιωματικά, όπως ελέχθη πιο πάνω, όμως η ύπαρξη μιας υπαλλακτικής θεραπείας μπορεί να αποστερήσει από τον αιτητή να ζητήσει την έκδοση του εντάλματος, εκτός όπου συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις.
Το γεγονός ότι η παρούσα διαδικασία αφορά κράτηση ανηλίκου, κατά την άποψη της αιτήτριας παράνομη, οδηγεί στην ανάγκη εξεύρεσης σχετικών αυθεντιών ως προς αυτό το θέμα. Δεν είναι άγνωστες στο αγγλικό δίκαιο οι περιπτώσεις με τις οποίες ζητείται εκ μέρους προσώπων που έχουν τη γονική μέριμνα για να επανακτήσουν τη μέριμνα του ανηλίκου ο οποίος κρατείται παράνομα από τρίτο πρόσωπο ή ίδρυμα. Μέσα στα πλαίσια της διαδικασίας έκδοσης του εντάλματος πρέπει να κριθεί ότι πρόκειται όντως για παράνομη κράτηση ανηλίκου (βλ. Βernardo v. Ford [1892] A.C. 326, R. v. Clarke [1857] 7E + B 186 και Ex parte McClellan [1831] 1 Dowt.81).
Στην υπόθεση R. Greenhill (4 Ad. and El.313) λέχθηκαν τα εξής:
"A habeas corpus proceeds on the fact of an illegal restraint. When the writ is obeyed and the party brought up is capable of using discretion - the rule is simple - the individual who has been under restraint is declared to be at liberty, but when the person is too young to have a choice, we must refer to legal principles to see who is entitled to the custody, because the law presumes that where the legal custody is no restraint exists: and where the child is in the hands of a third party, the presumption is in favour of the father".
Στην Κύπρο για θέμα ανηλίκου, καθοδήγηση δίδει, η απόφαση στην υπόθεση Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55, στην οποία ο Ηλιάδης, Δ., αφού προέβη σε μια ενδιαφέρουσα ανάλυση της νομικής πλευράς στην έκδοση τέτοιων ενταλμάτων αναφέρει και τα εξής:
«Στην Κύπρο το Ανώτατο Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να εκδίδει προνομιακά εντάλματα σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 154.4 του Συντάγματος. Οι αρχές και οι Δικονομικοί κανόνες που καθορίζουν την έκδοση ενός τέτοιου εντάλματος είναι οι ίδιες με τις καθιερωμένες αρχές και Δικονομικούς κανόνες του Αγγλικού δικαίου (In Re Aeroporos (1988) 1 C.L.R. 302). Όπως έχει λεχθεί στην Αίτηση Χ" Σάββα (πιο πάνω) για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus,
"Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει, με βάση την παράγραφο 4 του Άρθρου 155 του Συντάγματος, αποκλειστική δικαιοδοσία να εκδίδει προνομιακά εντάλματα, μεταξύ των οποίων της φύσης Habeas Corpus. ... ... ... ... ... ... ... ... ... Με το ένταλμα αυτό διατάσσεται η προσαγωγή του κρατουμένου στο Δικαστήριο και η έρευνα αναφορικά με την αιτία της φυλακίσεως ή κρατήσεως του. Εάν δεν υπάρχει νόμιμη δικαιολογία για την κράτηση, διατάσσεται η απόλυση του κρατουμένου. ... ... ... ... ... ... "
(θ) Έκδοση του εντάλματος σε περιπτώσεις ανηλίκων
Η διαδικασία έκδοσης ενός διατάγματος Habeas Corpus μπορεί να είναι ποινικής ή αστικής μορφής. Στις περιπτώσεις που ζητείται η γονική μέριμνα ενός ανηλίκου, έχει αποφασιστεί ότι η διαδικασία είναι αστικής μορφής. (Barnardo v. Ford [1892] A.C. 326).
Το πρόσωπο που έχει τη γονική μέριμνα του ανηλίκου, μπορεί να την επανακτήσει όταν ο ανήλικος κρατείται παράνομα από ένα τρίτο πρόσωπο ή Ίδρυμα, όπως π.χ. ένα Ορφανοτροφείο. Μέσα στα πλαίσια της διαδικασίας έκδοσης του εντάλματος, η παράνομη κράτηση του ανήλικου θεωρείται ως παράνομη φυλάκιση (R. v. Clarke [1857] 7 E + B 186), έτσι που ο αιτητής ή η αιτήτρια να μην έχει την υποχρέωση να αποδείξει οποιοδήποτε περιορισμό ή εξάσκηση βίας πάνω στο ανήλικο από το πρόσωπο που ελέγχει τις κινήσεις του. (Ex parte McClellan [1831] 1 Dowt. 81).»
Στη βάση δε των περιστατικών της υπόθεσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει την απαραίτητη προϋπόθεση ότι τα παιδιά της κατακρατούνται παράνομα. Στη βάση ιδιαίτερα του γεγονότος ότι τα παιδιά στην περίπτωση αυτή είχαν ηλικία τέτοια που μπορούσαν να εκφράσουν άποψη και ήθελαν να παραμείνουν με τη γιαγιά τους. Είναι χρήσιμο να πούμε ότι το Δικαστήριο εξέτασε και ισχυρισμούς για δεδικασμένο και κατάχρηση δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, ισχυρισμοί που συντρέχουν και εν προκειμένω στην κρινόμενη υπόθεση, με την κατάληξη ότι η παράλληλη επίκληση και προώθηση διαφόρων διαδικασιών συνιστούσε μορφή κατάχρησης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου.
Το βάρος εν πρώτοις είναι στους ώμους της αιτήτριας να αποδείξει το παράνομο της κράτησης του παιδιού. Το βάρος αυτό πρέπει να εκληφθεί στην αυστηρή του έννοια ως προς τα ίδια τα γεγονότα της νομιμοποίησης αυτής όπως ορίζεται στο Halsbury's Laws of England 5th ed. vol. 88A, para.38 κ.ε. βλ. ειδικά την υποσημείωση 2 στην παρ.54 υπό τον τίτλο "Costody of minors", η οποία έχει ως εξής:
"Applications for writs of habeas corpus to obtain or recover custody of a minor are comparatively rare. Indeed, it has been held that the use of the writ of habeas corpus is inappropriate in proceedings in the Family Division and that issues relating to the custody of minors should be dealt with under the wardship jurisdiction (see Re K (a minor) (1978) 122 Sol Jo 626), and this is now the case in practice."
Συνεπώς τα δικαιώματα που επικαλείται η ίδια πρέπει να αποδειχθούν με τέτοιο ισχυρό τρόπο, ώστε να μην μετουσιωθεί η διαδικασία ενός προνομιακού εντάλματος σε αστική διεκδίκηση. Αυτό δεν θα ήταν άλλωστε νοητό αφού τέτοιες διαδικασίες ως η έκδοση προνομιακού εντάλματος κρίνονται επί των εκατέρωθεν ενόρκων δηλώσεων χωρίς προσκόμιση δια ζώσης μαρτυρίας και η αντεξέταση ενόρκως δηλούντα είναι σχεδόν αδύνατη με βάση τη νομολογία (βλ. Rana (Αρ.1) (2004) 1 A.A.Δ. 1660, R. v. Stollesley Justices [1956] 1 W.L.R. 254). Εν πάση περιπτώσει και στην κρινόμενη περίπτωση δεν έχουμε παρά ένορκες δηλώσεις μάλιστα των δικηγόρων αμφοτέρων των πλευρών.
Είναι δυνατόν στα πλαίσια μιας διαδικασίας με συγκεκριμένο σκοπό την απελευθέρωση ενός παρανόμως κρατουμένου προσώπου να κριθούν πολύπλοκα και αμφισβητούμενα θέματα που άπτονται της παρένθετης μητρότητας;
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει αντίθετη θέση των καθ' ων η αίτηση επί των γεγονότων που παρουσιάζει.
Με όλο το σεβασμό δεν προκύπτει κάτι τέτοιο. Σχεδόν όλα τα περιστατικά αμφισβητούνται. Από την αφετηρία της υποτιθέμενης συμφωνίας έως το νόημα της απόσυρσης της αίτησης στο Οικογενειακό Δικαστήριο. Είναι γεγονός ότι στη διαδικασία ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου έγιναν πολλαπλές και έντονα αμφισβητούμενα ενδιάμεσες διαδικασίες και στα πλαίσια μιας απ' αυτές εξεδόθη διάταγμα «που κρατούσε την ανήλικη στην Κύπρο». Η απόσυρση βέβαια της κυρίως διαδικασίας οδήγησε και στην ακύρωση του διατάγματος. Σημειώνεται ότι σήμερα αγνοείται πού ευρίσκεται και η ανήλικη και οι καθ' ων η αίτηση.
Η αιτήτρια βέβαια αναφέρει, και εδώ ουσιαστικά βασίζεται, ότι σημασία έχει η επανέκδοση πιστοποιητικού γεννήσεως στο οποίο φαίνεται πλέον ως νόμιμος γονέας της ανήλικης Σοφίας, η αιτήτρια. Ο κ.Αιμιλιανίδης συνέδεσε την επανέκδοση του πιστοποιητικού, υπό τις περιστάσεις που αναφέρθησαν πιο πάνω, με την ισχύ της Συνθήκης μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ε.Σ.Σ.Δ. για παροχή νομικής συνδρομής σε θέματα αστικού και ποινικού δικαίου (Κυρωτικός) Νόμος 172/86, η οποία παραμένει σε ισχύ σύμφωνα με το Πρωτόκολλο μεταξύ της κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας για το Ευρετήριο των Διμερών Συμφωνιών (Κυρωτικός) Ν.34(ΙΙΙ)/2001.
Συγκεκριμένα, ως υποδεικνύει η πλευρά της αιτήτριας:
«Το Κεφάλαιο ΙΙ του Ν.172/86 φέρει τον τίτλο «Έγγραφα» και το Άρθρο 15 του Ν.172/86 τον τίτλο «Αναγνώριση Εγγράφων» και αναφέρει: «1. Έγγραφα που εκδίδονται ή πιστοποιούνται σύμφωνα με το νενομισμένο τύπο και που φέρουν την επίσημη σφραγίδα της αρμόδιας κρατικής αρχής ή αξιωματούχου ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη δε θα χρειάζονται κανένα είδος επικύρωσης στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους. Το ίδιο ισχύει για τις υπογραφείς πάνω στα έγγραφα και τις υπογραφές που βεβαιούνται σύμφωνα με τους κανονισμούς ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη. 2. Έγγραφα που θεωρούνται ως δημόσια στο έδαφος ενός Συμβαλλόμενου Μέρους θα έχουν επίσης την αποδεικτική δύναμη δημόσιων εγγράφων και στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους».
Στα πλαίσια αυτής της θέσης η αιτήτρια προβάλλει παράλληλα το επιχείρημα ότι η εγγραφή της αλλοδαπής απόφασης δεν είναι υπαλλακτική θεραπεία αλλά ούτε είναι σχετική η διαδικασία που εκκρεμεί στο Οικογενειακό Δικαστήριο για εγγραφή της ρωσικής απόφασης στην Κύπρο για σκοπούς εκτέλεσης. Θυμίζω ότι πρόκειται για απόφαση που επέτρεψε - ή κατέστησε δυνατή μεταξύ άλλων - την επανέκδοση του εν λόγω πιστοποιητικού. Θα πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι είναι μέρος της ένστασης της πλευράς των καθ' ων η αίτηση ότι η απόφαση του ρωσικού Δικαστηρίου δεν είναι τελεσίδικη αφού εκκρεμούν ένδικα μέσα, όπως και αν αυτά ονομασθούν, (αναίρεση ή άλλως πως).
Δεν θα συμφωνήσω με την εισήγηση της πλευράς της αιτήτριας.
Το πιστοποιητικό το οποίο παρουσιάζεται ως το έρεισμα της νομιμοποίησης της αιτήτριας σ' αυτή τη διαδικασία, συναρτάται άμεσα με την ισχύ ή μη της αλλοδαπής απόφασης. Και αν αυτή πρέπει εν τελευταία αναλύσει να ισχύσει ή όχι και να είναι εκτελεστή στη Κυπριακή Δημοκρατία.
Τίθεται το εύλογο ερώτημα αν η απόφαση για οποιονδήποτε λόγο, δεν εγγραφεί στην Κύπρο δεν θα παρουσιαζόταν τρωτή ή ελλειμματική η βάση του εκδοθέντος εντάλματος όπως δια της παρούσης ζητείται; Αν από την άλλη πλευρά η απόφαση εγγραφεί σίγουρα το υπόβαθρο της όποιας διαδικασίας διεκδίκησης θα ήταν στέρεο.
Μετά από προβληματισμό και αφού έλαβα υπόψη τον αριθμό και την υφή των αμφισβητουμένων θεμάτων, στη βάση των οποίων ακόμη και εξέταση DNA ερμηνεύεται διαφορετικά από τα μέρη, κρίνω ότι δεν είναι η κατάλληλη διαδικασία να αποφασιστεί ουσιαστικά η διεκδίκηση της μητρότητας σε ένα πλαίσιο που ελλείπει η δια ζώσης μαρτυρία και οι ένορκες δηλώσεις δεν παρέχουν ασφαλές μέθοδο για να κριθούν αντίθετες εκδοχές οι οποίες θα έπρεπε να αξιολογηθούν ομού με τα υπάρχοντα έγγραφα, τις επιστημονικές μαρτυρίες και ακόμη και εμπειρογνώμονες για αλλοδαπό δίκαιο. Η εικόνα βέβαια ενδεχομένως δεν θα ήταν η ίδια εάν υπήρχε απόφαση εγγεγραμμένη και εκτελεστή στην Κύπρο. Το μέτρο, όπως έχει προωθηθεί δια της παρούσης, κρίνεται πρόωρο και ατελέσφορο στη βάση των δεδομένων που παρουσιάστηκαν μέχρι τώρα. Καταληκτικά θεωρώ ότι η αιτήτρια δεν έπεισε πως το Δικαστήριο πρέπει να εκδώσει το αιτούμενο ένταλμα αφού η παρανομία ή μη της κράτησης συναρτάται απόλυτα με τη νομιμοποίηση των διαδίκων και το θέμα αυτό δεν έχει περατωθεί αφού εκκρεμεί διαδικασία εγγραφής της ρωσικής απόφασης. (βλ. εν αντιθέσει όσον αφορά την Ιωάννου (1996) 1(Α) Α.Α.Δ. 613 στην οποία εκρίθη ότι ο διευθυντής του Τμήματος Κοινωνικής Ευημερίας δεν είχε εκ του Νόμου (Κεφ.352) εξουσία να προβεί στο διάβημα αφαίρεσης της μέριμνας από τους γονείς οι οποίοι προσέφυγαν στο Δικαστήριο για Habeas Corpus. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε το αιτούμενο ένταλμα και το Εφετείο επικύρωσε την πρωτόδικη προσέγγιση). Ενόψει της κατάληξης μου αυτής, καθίσταται ακαδημαϊκό θέμα για κατάχρηση διαδικασίας ή ύπαρξη δεδικασμένου.
Για τους λόγους που έχω εξηγήσει η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση ως θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.