ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Παρπαρίνος, Λεωνίδας Σταματίου, Κατερίνα Α. Ποιητής με Φ. Χατζηνικολή (κα), για τους Αιτητές. Γ. Πέτρου για Α. Μαθηκολώνη, για τους Καθ΄ων η Αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2016-03-23 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ-ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΛΙΜΙΤΕΔ (ΠΡΩΗΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ «ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ» ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ) ν. ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. E125/2015, 23/3/2016 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2016:A163

(2016) 1 ΑΑΔ 759

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. E125/2015)

 

23 Μαρτίου, 2016

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δικαστές]

 

ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ-ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΛΙΜΙΤΕΔ

(ΠΡΩΗΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ «ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ» ΚΥΠΡΟΥ ΛΤΔ),

Εφεσείοντες/Εναγόμενοι,

 

ΚΑΙ

 

1.            ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ,

2.            ΕΛΕΝΗ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ,

3.            ΜΑΙΡΗ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ,

Εφεσίβλητοι/Ενάγοντες.

----------

 

ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 27.8.2015 ΓΙΑ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΕΚΤΕΛΕΣHΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗΣ ΚΙΝΗΤΩΝ

 

Α. Ποιητής με Φ. Χατζηνικολή (κα), για τους Αιτητές.

Γ. Πέτρου για Α. Μαθηκολώνη, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

----------

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Σταματίου, Δ.

 

----------

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η   Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση ζητείται η έκδοση του ακόλουθου διατάγματος:

 

«1. Διάταγμα του Δικαστηρίου διατάσσον την αναστολή εκτελέσεως του ριτ κινητών που εξεδόθη στην ως άνω υπόθεση στις 19.12.2014 και αναστολή εκτελέσεως της αποφάσεως που εξεδόθη στην ως άνω υπόθεση στις 26.09.2014, μέχρις ότου εκδικασθεί η έφεση.»

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα που περιλαμβάνονται στην ένορκη δήλωση της Χρύσας Πρωτογήρου, υπαλλήλου των αιτητών, η οποία συνοδεύει την αίτηση, στις 26.9.2014 εξεδόθη απόφαση υπέρ των εφεσιβλήτων-εναγόντων και εναντίον του Συνεργατικού Οργανισμού «Πρωτοβουλία Γυναικών» Κύπρου για το ποσό των €64.995,83, πλέον τόκους και έξοδα. Ο εν λόγω Συνεργατικός Οργανισμός, καθώς και η Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Κοντέας, η Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Συνεργασίας Κιτίου-Περβολιών-Τερσεφάνου-Μενεού Λτδ και, το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Λάρνακας Λτδ, συγχωνεύτηκαν με το Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αμμοχώστου Λτδ υπό το όνομα Συνεργατικό Ταμιευτήριο Αμμοχώστου-Λάρνακας Λτδ, που αποτελούν τους εναγόμενους-εφεσείοντες.

 

Στις 19.12.2014 εξεδόθη ένταλμα κατάσχεσης κινητών εκ μέρους των εφεσιβλήτων-καθ΄ων η αίτηση (στο εξής «καθ΄ων η αίτηση») και εναντίον των εφεσειόντων-αιτητών (στο εξής «αιτητές»). Στις 8.1.2015 οι αιτητές καταχώρησαν αίτηση για ακύρωση του εν λόγω εντάλματος στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, η οποία απορρίφθηκε με απόφαση του Δικαστηρίου, ημερομηνίας 21.4.2015. Εναντίον της εν λόγω απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα έφεση. Στις 24.4.2015 οι αιτητές καταχώρησαν, ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, αίτηση ex parte και αίτηση διά κλήσεως για αναστολή εκτέλεσης του εν λόγω εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας, καθώς και για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης, μέχρι την εκδίκαση της πιο πάνω έφεσης, οι οποίες απορρίφθηκαν.

 

Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίχθηκε η αίτηση για ακύρωση του εντάλματος κατάσχεσης κινητών υιοθετούνται στην ένορκη δήλωση για σκοπούς της παρούσας αίτησης. Σύμφωνα με αυτά, οι αιτητές πληροφορήθηκαν για την έκδοση της απόφασης ημερομηνίας 26.9.2014 σε χρόνο μεταγενέστερο της έκδοσής της, χωρίς όμως να την έχουν αμφισβητήσει με οποιοδήποτε τρόπο, θεωρώντας ότι αυτή εξεδόθη ορθά και δίκαια. Αυτό, όμως, που επικαλούνται είναι ότι, κατά τον επίδικο χρόνο, ο πρώτος εφεσίβλητος-καθ΄ου η αίτηση όφειλε στη ΣΠΕ Κοντέας, η οποία συγχωνεύθηκε με τους σημερινούς αιτητές, το ποσό των €150.234,82, πλέον τόκους. Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι είχαν δικαίωμα επίσχεσης και συμψηφισμού του εν λόγω ποσού, το οποίο άσκησαν με επιστολές τους ημερομηνίας 7.10.2014 και 9.10.2014. Ως αποτέλεσμα, οι αιτητές πίστωσαν στον καθ΄ου η αίτηση 1 το ποσό που αυτός δικαιούτο να λάβει, δυνάμει της αποφάσεως ημερομηνίας 26.9.2014. Ως εκ τούτου, αποτελεί θέση των αιτητών ότι έχουν εξοφλήσει πλήρως τους καθ΄ων η αίτηση και παρά ταύτα, οι καθ΄ων η αίτηση προχώρησαν με την έκδοση εντάλματος κατάσχεσης κινητών.

 

Οι αιτητές ισχυρίζονται, περαιτέρω, ότι είναι τραπεζικός οργανισμός, ο οποίος μπορεί να αντιμετωπίσει οποιανδήποτε απαίτηση και, συνεπώς, οι καθ΄ων η αίτηση δεν έχουν να χάσουν ο,τιδήποτε αν η εκτέλεση της απόφασης ανασταλεί μέχρι την εκδίκαση της έφεσης. Ενώ, αντίθετα, εάν δεν χορηγηθεί η αναστολή και πληρωθεί το ποσό της απόφασης, οι καθ΄ων η αίτηση δεν θα είναι σε θέση να επιστρέψουν τα χρήματα τα οποία έχουν εισπράξει, καθότι αυτοί ευρίσκονται σε άσχημη οικονομική κατάσταση. Περαιτέρω, στις 18.5.2015 επιδόθηκε στους αιτητές αίτηση για έκδοση διατάγματος μεσεγγύησης στην αγωγή 1359/2005, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας. Συνεπώς, οι καθ΄ων η αίτηση δεν έχουν να κερδίσουν ο,τιδήποτε αν απορριφθεί η αίτηση.

 

Με την αίτηση ζητείται τόσο διάταγμα για αναστολή εκτέλεσης του εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας, όσο και της απόφασης, που εξεδόθη στα πλαίσια της αγωγής. Αναφορικά με τη δεύτερη θεραπεία, τονίζουμε ότι η τελική απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας στην αγωγή 2794/2010 όχι μόνο δεν έχει εφεσιβληθεί, αλλά, όπως ρητά αναφέρεται στη γραπτή αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητών, καλώς εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση.

 

Η Δ.35 θ.18 και 19, επί των οποίων εδράζεται, μεταξύ άλλων, η αίτηση, προνοούν τα ακόλουθα:

 

«18. An appeal shall not operate as a stay of execution or of proceeding under the decision appealed from except so far as the Court appealed from or the Court of Appeal, or a Judge of either Court, may order; and no intermediate act or proceeding shall be invalidated, except so far as the Court appealed from may direct. Before any order staying execution is entered, the person obtaining the order shall furnish such security (if any) as may have been directed. If the security is to be given by means of a bond, the bond shall be made to the party in whose favour the decision under appeal was given.

 

19. Wherever under these Rules an application may be made either to the Court below or to the Court of Appeal, or to a Judge of either Court, it shall be made in the first instance to the Court or Judge below.»

 

Σε υποθέσεις αιτημάτων για αναστολή εκτέλεσης πρωτόδικης απόφασης ή διαδικασίας, όπως είναι η παρούσα, το Εφετείο ασκεί πρωτοβάθμια εξουσία και όχι δευτεροβάθμια εξουσία κατ΄ έφεση από την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου αναφορικά με την αναστολή (βλ. Βογαζιανού ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (1997) 1 ΑΑΔ 591, Μιχαήλ κ.ά. ν. Α/φοί Πούλλου Λτδ (Αρ. 1) (2001) 1 ΑΑΔ 438.)

 

Η αναστολή εκτέλεσης απόφασης δίδεται ως αποτέλεσμα άσκησης διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου. Οι αρχές, με βάση τις οποίες ασκείται, συνοψίστηκαν στην υπόθεση Χαραλάμπους ν. A. Panayides Contracting Ltd (2001) 1 ΑΑΔ 1978, ως ακολούθως:

 

«Οι αρχές οι οποίες διέπουν το θέμα, εκπηγάζουν από τη νομολογία και μπορούν να συνοψισθούν ως ακολούθως:

 

(α)   Η απόφαση για αναστολή ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου η άσκηση της οποίας γίνεται στο πλαίσιο της Διαταγής 35 καν. 18 και σε συνάρτηση προς τα γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης.

 

(β)   Η έφεση δεν αναστέλλει το δικαίωμα εκτέλεσης ούτε μειώνει το κύρος της πρωτόδικης απόφασης η οποία, παραμένει ισχυρή και διατηρεί την τελεσιδικία της μέχρι την τροποποίηση ή την ανατροπή της  από το Εφετείο. Έπεται ότι ο  επιτυχών διάδικος δεν πρέπει να αποστερείται τους καρπούς της επιτυχίας του εκ μόνου του γεγονότος ότι εκκρεμεί η εκδίκαση της έφεσης του αντιδίκου του. Από την άλλη όμως αποτελεί βασική προϋπόθεση για την απονομή της δικαιοσύνης, η διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση έφεσης. Η άρνηση έκδοσης διαταγής για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης δυνητικά συνεπάγεται κίνδυνο εξανέμισης της αξίας της έφεσης.

 

Το δικαστήριο, κατά την εξέταση αίτησης για αναστολή εκτέλεσης απόφασης, έχει καθήκον να εξισορροπήσει δύο σημαντικούς παράγοντες· ήτοι, τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του δικαιώματος για άσκηση έφεσης από τη μια και τη διασφάλιση της αξίας και του αποτελέσματος της έφεσης από την άλλη. Στην The Governor and the Company of the Bank of Scotland v. S.S. Sapphire Seas (2001) 1 Α.Α.Δ. 955, ειπώθηκαν τα εξής:

 

"Στην περίπτωση των αναστολών γίνεται προσπάθεια εξισορρόπησης δύο παραγόντων: Να δρέψει άμεσα ο νικητής του δικαστικού αγώνα τους καρπούς της επιτυχίας του και να μη μείνει ο άλλος, αν νικήσει, με κενά χέρια. Σ' αυτό το πλαίσιο κινείται η άσκηση της διακριτικής μας εξουσίας."

 

Εφόσον κριθεί ότι η περίπτωση είναι κατάλληλη για έκδοση διαταγής για την αναστολή της εκτέλεσης, το δικαστήριο έχει καθήκον να επιλέξει  τους κατάλληλους για την περίπτωση όρους για να τεθεί σε ισχύ η διαταγή της αναστολής. Εναπόκειται επομένως στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου η επιλογή των όρων που θα τεθούν προκειμένου να επιφέρουν την εξισορρόπηση των συγκρουομένων δικαιωμάτων μέχρι την αποπεράτωση της έφεσης.»

 

Η Δ.35 θ.18, όπως έχει νομολογηθεί, περιορίζεται σε αποφάσεις οι οποίες τελούν υπό έφεση. Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Εμπεδοκλής κ.ά. (Αρ.3) (2009) 1 ΑΑΔ 529:

 

«Όπως κρίθηκε σε μεταγενέστερες αποφάσεις, ο λόγος της υπόθεσης Christofi v. Iacovou (1985) 1 C.L.R. 713, η οποία ήταν μεταξύ των υποθέσεων που επικαλέστηκαν οι αιτητές, ήταν ορθός και εφαρμόσιμος σε περιπτώσεις όπου η ίδια η απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου δεν κείται υπό έφεση. Όπως λέχθηκε στην υπόθεση εκείνη από τον Πική, Δ., η Δ.35, θ.18, περιορίζεται σε αποφάσεις οι οποίες τελούν υπό έφεση ενώ το σχετικό διάταγμα του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων δεν είχε εφεσιβληθεί. Εκείνο που εφεσιβλήθηκε ήταν η απορριπτική απόφαση του ιδίου του Δικαστή να ακυρώσει με Certiorari το διάταγμα του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων.»

 

Στην παρούσα περίπτωση, η απόφαση που εφεσιβάλλεται δεν είναι η τελική απόφαση στην υπόθεση, ημερομηνίας 26.9.2014, της οποίας ζητείται η αναστολή εκτέλεσης, αλλά η απόφαση με την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε αίτηση των εφεσειόντων-αιτητών για ακύρωση του εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας, που είχε εκδοθεί στα πλαίσια της ίδιας αγωγής. Μπορεί οι αιτητές να ισχυρίζονται ότι έχουν, με τον τρόπο που οι ίδιοι αναφέρουν, εξοφλήσει το ποσό της απόφασης και, συνεπώς, δεν παραμένει ο,τιδήποτε προς εκτέλεση, όμως, η απουσία έφεσης εναντίον της εν λόγω απόφασης στερεί το αίτημα για αναστολή εκτέλεσης από το νομιμοποιητικό έρεισμά του. Αυτό που ουσιαστικά παραμένει προς εξέταση είναι κατά πόσο οι αιτητές δικαιούνται σε αναστολή εκτέλεσης του εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας μέχρι την εκδίκαση της παρούσας έφεσης.

 

Πανομοιότυπη αίτηση καταχωρήθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και απορρίφθηκε.

 

Η αναστολή εκτέλεσης εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας διέπεται από τη Δ.40 θ.7, η οποία προνοεί τα ακόλουθα:

 

«7. Every person to whom any sum or money or any costs shall be payable under a judgment or order shall, so soon as the money or costs shall be payable, be entitled to apply for the issue of writs to enforce payment thereof, subject nevertheless as follows:-

(a) If the judgment or order is for payment within a period therein mentioned, no writ shall be issued until after the expiration of such period;

(b) The Court or Judge may, at or after the time of giving judgment or making an order, stay execution until such time as they or he shall think fit.»

 

Αποτελεί θέση των καθ΄ων η αίτηση ότι το Ανώτατο Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας και εξουσίας να εκδώσει το εν λόγω διάταγμα, καθότι, με βάση τον πιο πάνω διαδικαστικό κανονισμό, σε συνδυασμό με το λεκτικό της Δ.35 θ.19, μόνο το πρωτόδικο Δικαστήριο θα μπορούσε να προβεί σε αναστολή εκτέλεσης του εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας ή το Ανώτατο Δικαστήριο, σε περίπτωση κατά την οποία είχε εφεσιβληθεί το μέρος της πρωτόδικης απόφασης που αφορά απόρριψη τέτοιου αιτήματος, κάτι που δεν έχει γίνει στην παρούσα περίπτωση. Προς τούτο παρέπεμψαν στην υπόθεση American Express (Europe) Ltd (2000) 1 (B) AAΔ.1422. Στην υπόθεση εκείνη, η οποία αφορούσε αίτηση για άδεια έκδοσης προνομιακού διατάγματος Certiorari, αναφέρθηκε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει εξουσία να εκδώσει διάταγμα αναστολής εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας, η ορθότητα του οποίου μπορεί να αποτελέσει και αντικείμενο έφεσης.

 

Με βάση το λεκτικό της Δ.40 θ.7(β), το Δικαστήριο το οποίο έχει εξουσία να αναστείλει την εκτέλεση εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας, είναι το Δικαστήριο το οποίο εξέδωσε την απόφαση ή προέβη στη διαταγή για εκτέλεση της απόφασης. Δηλαδή, στην προκείμενη περίπτωση, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας. Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει εξουσία, σε περίπτωση που υποβάλλεται έφεση, να εξετάσει την ορθότητα της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Για να μπορεί να εξεταστεί θέμα αναστολής εκτέλεσης εντάλματος κατάσχεσης κινητών, εκκρεμούσης έφεσης, θα πρέπει να τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες της Δ.35 θ.18 και 19, πιο πάνω.

 

Η απόφαση που έχει εφεσιβληθεί είναι η απόρριψη αιτήματος για παραμερισμό εντάλματος κατάσχεσης κινητής περιουσίας. Πρόκειται για απόφαση η οποία δεν δημιουργεί οποιανδήποτε θετική υποχρέωση ή καθήκον.

 

Στην υπόθεση Marfin Popular Bank Public Co. Ltd v. Telec Logistic Company κ.ά. (2008) 1 ΑΑΔ 764, λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Το ίδιο ακριβώς ερώτημα που εγείρεται στην παρούσα διαδικασία εξετάστηκε στην υπόθεση Λύρας κ.ά. ν. Πετρολίνα Λτδ (Αρ. 1) (1997) 1 Α.Α.Δ. 1384, στην οποία οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την ακύρωση ειδοποίησης τριτοδιαδίκου και ζήτησαν την αναστολή της πρωτόδικης διαδικασίας, αφού η συνένωση του τριτοδιαδίκου θα επέτρεπε την σφαιρική αντιμετώπιση όλων των εγειρόμενων θεμάτων. Εκ μέρους των εφεσιβλήτων υποβλήθηκε ότι δεν μπορούσε να υπάρξει αναστολή αρνητικής απόφασης σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.35, θ.18.

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο προέβη στην εξέταση των προεκτάσεων της Δ.35, θ.18 σημειώνοντας ότι,

 

"Πρώτα, πρέπει να διευκρινιστεί το αντικείμενο της αναστολής. Αυτό είναι, η απόφαση με την οποία ακυρώθηκε η ειδοποίηση τριτοδιάδικου. Η αίτηση ουσιαστικά αποβλέπει στον παραμερισμό του διατάγματος, μέχρι την ακρόαση της έφεσης, ώστε να παρεμποδιστεί στο ενδιάμεσο, αν προκύψει τέτοια εξέλιξη, η ακρόαση της υπόθεσης στην απουσία των τριτοδιαδίκων.

 

Το αντικείμενο της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει της Δ.35, θ.18 είναι η αναστολή θετικής υποχρέωσης ή καθήκοντος το οποίο επιβάλλεται από την απόφαση η οποία εφεσιβάλλεται. Το αντικείμενο της αναστολής είναι η υποχρέωση ή καθήκον που επιβάλλεται από την απόφαση, και όχι η παγοποίηση ή ο προσωρινός παραμερισμός της απόφασης η οποία εφεσιβάλλεται. Η θέση αυτή προκύπτει ευθέως από τις αποφάσεις. (Fotiou and Another v. Petrolina Ltd. (1984) 1 C.L.R. 708· In re E.S. (an Infant) (1986) 1 C.L.R. 119· βλ. επίσης Aftomata Eleourgia v. Monastery of Mahera (1986) 1 C.L.R.524). Η Δ.35, θ.18 δεν αποτελεί μέσο για την αναστολή της διαδικασίας ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ή την παρεμπόδιση της συνέχισής της μέχρι την ακρόαση της έφεσης. Η απαγόρευση (prohibition), της συνέχισης της διαδικασίας μπορεί να διαταχθεί μόνο με ένταλμα (prohibition), βάσει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος."»

 

Όσα αναφέρθηκαν στην πιο πάνω υπόθεση εφαρμόζονται και στην παρούσα. Η απόφαση που εφεσιβάλλεται δεν προνοεί  ο,τιδήποτε προς εκτέλεση. Συνεπώς, το αίτημα για αναστολή εκτέλεσης του εντάλματος κατάσχεσης κινητών δεν εμπίπτει στα πλαίσια της Δ.35 θ.18.

 

Περαιτέρω, η αίτηση στηρίζεται στη Δ.40 θ.11 η οποία προνοεί τα ακόλουθα:

 

«11. Any party against whom judgment has been given or an order made may apply to the Court or a Judge for a stay of execution or other relief against such judgment upon the ground of facts which have arisen too late to be pleaded; and the Court or Judge may give such relief and upon such terms as may be just.

 

Νοείται ότι το Δικαστήριο ή Δικαστής πριν τη χορήγηση αναστολής εκτέλεσης μεριμνά για την καταβολή των εξόδων που έχουν προκύψει ή αναμένεται να προκύψουν σε σχέση με την κατάσχεση.»

 

Στην υπόθεση Ιωσηφάκης ν. Αριστοδήμου (1990) 1 ΑΑΔ 284, όπου εξετάστηκε η εφαρμογή της Δ.40 θ.11, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 288:

 

«Αφετέρου, η δικαιοδοσία η οποία παρέχεται από τις πρόνοιες της Δ.40, κ.11 των θεσμών Πολιτικής Δικονομίας για την αναστολή εκτέλεσης, περιορίζεται στα θέματα τα οποία εξειδικεύονται από τις διατάξεις της και τα οποία δεν αφορούν την παρούσα αίτηση. Όπως έχει επισημανθεί στην Stavrou & Another v. Christopoulos (1985) 1 Α.Α.Δ. 449 η πιο πάνω διάταξη δεν παρέχει ευχέρεια αναστολής διαδικασίας άλλης από εκείνη η οποία αποτελεί το αντικείμενο της έφεσης.»

 

Περαιτέρω, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα στη σελ. 288:

 

«Πρέπει να διακηρυχθεί ότι η αμφισβήτηση της ορθότητας πρωτόδικης απόφασης, δεν παρέχει έρεισμα για την παρακοή της. Η απόφαση μπορεί να ανασταλεί μόνο μέσα στο πλαίσιο που παρέχουν οι διατάξεις της Δ.35, κ.18 (βλέπε επίσης Δ.35, κ.19). Οι αρχές που διέπουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, βάσει της Δ.35, κ.18, επεξηγούνται στις αποφάσεις Ε.Υ.Ρ.Ι.Κ. & Others v. 30 Kotsonis (1986) 1 A.A.Δ. 617, και Kyproxil Designs Ltd v. Panos Englezos & Co Ltd. (1988) 1 A.Α.Δ. 546

 

Στην παρούσα περίπτωση, η παράλειψη των αιτητών να εφεσιβάλουν την τελική απόφαση, τους στερεί τη νομιμοποίηση να εγείρουν θέμα αναστολής, στη βάση του πιο πάνω διαδικαστικού κανονισμού. Εν πάση περιπτώσει, δεν προβάλλεται ισχυρισμός ότι προέκυψαν οποιαδήποτε γεγονότα καθυστερημένα τα οποία δεν μπορούσαν να περιληφθούν στα δικόγραφα, πρωτοδίκως.

 

Αναφορικά με το γεγονός ότι εκκρεμεί η διαδικασία για έκδοση διατάγματος κατάσχεσης εις χείρας τρίτου εναντίον του εφεσίβλητου 1, αυτό δεν μπορεί να δικαιολογήσει αναστολή εκτέλεσης του εντάλματος κατάσχεσης κινητών. Σχετική είναι η απόφαση Αναφορικά με την αίτηση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (Αρ.2) (2002) 1 ΑΑΔ 1118, στην οποία αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«Η επίδοση διαταγής μεσεγγυούχου δεν έχει σαν αποτέλεσμα να καταστήσει τον εξ αποφάσεως πιστωτή, πιστωτή του μεσεγγυούχου αλλά απλώς αποκτά δικαίωμα να εμποδίσει τον μεσεγγυούχο να πληρώσει τον πιστωτή του.  Όπου όμως το χρέος που καθορίζεται στο διάταγμα είναι εξ αποφάσεως, η επίδοση του διατάγματος μεσεγγυούχου δεν ενεργεί ως αναστολή εκτέλεσης ούτε και εμποδίζει επιδοθείσα ειδοποίηση πτώχευσης (Βλέπε: Halsbury's Laws of England, 4η Έκδοση, Τόμος 17, παράγραφος 535).  Εφόσον το ένταλμα εκτέλεσης κινητής περιουσίας εκδόθηκε νομότυπα (και δεν υπάρχει ισχυρισμός για το αντίθετο) η επίδοση στους αιτητές διαταγμάτων μεσεγγυήσεως, δεν επιφέρει οποιαδήποτε αναστολή του.

Το διάταγμα μεσεγγυούχου εμποδίζει απλώς τους αιτητές εθελουσίως να πληρώσουν τους δανειστές τους αλλά δεν εμποδίζει τους εξ αποφάσεως δανειστές να προχωρήσουν με ένταλμα κινητών.» 

 

Για τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.

 

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

 

 

 

/ΧΤΘ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο