ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D822
(2015) 1 ΑΑΔ 2741
11 Δεκεμβρίου, 2015
[ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ME TA ΑΡΘΡΑ 11 ΚΑΙ 155.4 ΤΟΥ
ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΡΑΤΗΣΗ ΚΑΙ/Ή ΦΥΛΑΚΙΣΗ ΤΟΥ
LEVENT SHAIL, ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΔΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ/Ή ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ LEVENT SHAIL ΝΥΝ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS
AD SUBJICIENDUM.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 144/2015)
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Το ένταλμα Habeas Corpus δεν εκδίδεται για πρόσωπο το οποίο έχει καταδικαστεί από αρμόδιο δικαστήριο και εκτίει την ποινή του ― Αποδοχή της θέσης του αιτητή, θα οδηγούσε στο παράδοξο και αντιφατικό να παραμένει σε ισχύ η απόφαση του Κακουργιοδικείου, με την οποία είχε καταδικαστεί, αλλά ο αιτητής να μην κρατείται.
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Έχει νομολογηθεί ότι πιθανόν η μόνη περίπτωση κατά την οποία το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να εκδώσει ένταλμα απελευθέρωσης προσώπου που εκτίει επιβληθείσα από δικαστήριο ποινή, είναι αν ικανοποιηθεί ότι ο φυλακισμένος κρατείται πέραν του χρόνου της ποινής που του έχει επιβληθεί, ή κρατείται ενώ το χρονικό διάστημα της επιβληθείσας ποινής έχει παρέλθει.
Ο αιτητής αιτήθηκε με την αίτηση την έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus, προς έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης του στη βάση ισχυρισμού ότι η καταδίκη του ήταν παράνομη, καθότι στην περίπτωση του ισχύει το δόγμα του autre fois acquit.
Είχε προηγουμένως κριθεί ένοχος από το Κακουργιοδικείο σε τρεις κατηγορίες που αφορούσαν αδικήματα κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου, Ν.29/1977, όπως τροποποιήθηκε, και του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης πέντε ετών.
Προβλήθηκαν προς υποστήριξη της σχετικής θέσης, συγκεκριμένες νομικές εισηγήσεις αναφορικά με τις ιδιαιτερότητες των επίδικων γεγονότων.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Συνιστά πάγια νομολογιακή αρχή ότι η δικαιοδοσία για την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus ασκείται μόνο στις περιπτώσεις που στοιχειοθετείται παράνομη κράτηση ή φυλάκιση.
2. Ο αιτητής έχει το βάρος να αποδείξει, εκ πρώτης όψεως, ότι η κράτηση του δεν είναι νόμιμη. Σε μια τέτοια περίπτωση, το βάρος μετατίθεται στην πλευρά που έχει τη φυσική κράτηση του αιτητή να αποδείξει την νομιμότητα της κράτησης.
3. Στα πλαίσια του προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus δεν είναι δυνατός ο έλεγχος της νομιμότητας δικαστικής απόφασης είτε του Κακουργιοδικείου είτε του Εφετείου. Έχει αποφασιστεί από τη νομολογία ότι το ένταλμα Habeas Corpus δεν χορηγείται σε πρόσωπα που έχουν καταδικαστεί δυνάμει κατηγορητηρίου. Και δεν χορηγείται για αναθεώρηση δικαστικών αποφάσεων που θα μπορούσαν να αναθεωρηθούν με έφεση.
4. Παρόμοιο θέμα είχε ήδη εγερθεί από τον αιτητή - πριν από την καταχώρηση της παρούσας αίτησης - και εκκρεμούσε προς εξέταση στην Ποινική Έφεση 137/2014, αποσκοπώντας και με αυτή στην απελευθέρωση του, προέκυπτε δε, ότι η προκείμενη περίπτωση δεν αφορούσε σε παράνομη φυλάκιση.
5. Ο αιτητής φυλακίστηκε με απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου, η οποία εξακολουθούσε να υφίστατο και να είναι ισχυρή, γεγονός που από μόνο του σφράγιζε και την τύχη της παρούσας αίτησης. Αυτό συνέβηκε στο πλαίσιο μιας ενιαίας απόφασης η οποία κατέληξε με καταδίκη του αιτητή και είναι συνεπεία αυτής της καταδίκης που του επιβλήθηκε η ποινή που τώρα εκτίει.
6. Συνεπώς εδώ, δεν ικανοποιείτο η βασική προϋπόθεση για επίκληση της δικαιοδοσίας Habeas Corpus.
Η αίτηση απορρίφθηκε χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Γεωργιάδης (Αρ. 3) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1455,
Φανιέρος (2004) 1 Α.Α.Δ 937,
Σιμιανός (2005) 1 Α.Α.Δ. 932.
Αίτηση.
Ρ. Βραχίμης, για τον Αιτητή.
Ε. Παπαλοΐζου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τον Καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠANAΓΗ, Δ.:- Ο αιτητής βρέθηκε ένοχος από το Κακουργιοδικείο σε τρεις κατηγορίες που αφορούσαν αδικήματα κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου, Ν.29/1977, όπως τροποποιήθηκε, και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης σε δύο από αυτές, δηλαδή 5 ετών στην κάθε μια, οι ποινές να συντρέχουν.
Στις 3.7.2014 ο αιτητής καταχώρισε την υπ' αρ. 137/2014 έφεση, τόσο κατά της καταδίκης όσο και κατά της ποινής που του είχε επιβληθεί από το Κακουργιοδικείο. Ακολούθως όμως, απέσυρε την έφεση κατά της καταδίκης του και παρέμεινε η έφεση κατά της ποινής, η οποία ορίσθηκε την 21.10.2015 για ακρόαση. Λόγω, όμως, της καταχώρησης, στο μεταξύ, διαγράμματος αγόρευσης από το συνήγορο του αιτητή (εφεσείοντα στην εν λόγω έφεση) με την οποία ήγειρε προδικαστική ένσταση ότι συνέτρεχε το δόγμα του autre fois acquit, δεν συζητήθηκε η έφεση την ημέρα εκείνη αλλά αναβλήθηκε ώστε να δοθεί χρόνος στην πλευρά των εφεσιβλήτων να καταχωρίσουν διάγραμμα αγόρευσης προς απάντηση στη θέση, ανωτέρω, του αιτητή. Η έφεση ορίστηκε εκ νέου για ακρόαση στις 25.1.2016.
Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής διεκδικεί την έκδοση προνομιακού εντάλματος habeas corpus προς έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης του στη βάση ισχυρισμού ότι η καταδίκη του είναι παράνομη, καθότι στην περίπτωση του ισχύει το δόγμα του autre fois acquit.
Η εισήγηση του αιτητή, όπως αναπτύχθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο του, στηρίζεται στο γεγονός ότι το Κακουργιοδικείο στο πλαίσιο της τελικής απόφασης του, πρόσθεσε τρεις νέες κατηγορίες (κατηγορίες 4, 5 και 6)* στις οποίες καταδίκασε τον αιτητή αθωώνοντας τον στις κατηγορίες που αρχικά αντιμετώπιζε στο κατηγορητήριο (κατηγορίες 1, 2 και 3)**. Εισηγείται συναφώς ο συνήγορος του αιτητή ότι «η αθώωση του δεν μπορεί να συγκεραστεί ή να συνάδει με την ταυτόχρονη καταδίκη του για εισαγωγή κ.λ.π. από την Κίνα παρασκευάσματος συνολικού βάρους 248.11 γρ. που περιέχει την ουσία ΕΑΜ 2201 επειδή το ελάσσων περιέχεται στο μείζον». Κατά τον ευπαίδευτο συνήγορο, ο αιτητής έχει ήδη αθωωθεί για τα αδικήματα για τα οποία κρατείται με «τελεσίδικη αθώωση» η οποία επεσυνέβη μετά την καταδικαστική απόφαση αφού δεν ασκήθηκε έφεση από την κατηγορούσα αρχή κατά της αθώωσης του αιτητή στις κατηγορίες 1, 2 και 3, με αποτέλεσμα η αθώωση του να έχει καταστεί τελεσίδικη με την λήξη της προθεσμίας για την άσκηση έφεσης, ενώ η καταδικαστική απόφαση κατέστη τελεσίδικη μεταγενέστερα με την απόσυρση της έφεσης του αιτητή κατά της καταδίκης του. Διευκρίνισε συναφώς πως ο αιτητής δεν ισχυρίζεται ότι η καταδίκη του ήταν παράνομη ή λανθασμένη, ούτε ότι το Κακουργιοδικείο έδρασε εκτός των πλαισίων της δικαιοδοσίας του αλλά, μολονότι ο αιτητής ορθά καταδικάστηκε κατά τον ουσιώδη χρόνο, μεταγενέστερα η καταδίκη του κατέστη καταδίκη μετά από τελεσίδικη αθώωση και, ως εκ τούτου, κρατείται παράνομα.
Η επιχειρηματολογία της ευπαίδευτης συνηγόρου των καθ' ων η αίτηση περιστρέφεται γύρω από τη θέση ότι η δυνατότητα έκδοσης εντάλματος habeas corpus υπάρχει μόνο στις περιπτώσεις που ο αιτητής τελεί υπό παράνομη κράτηση ή φυλάκιση και όχι σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, που εκτίει ποινή φυλάκισης δυνάμει νομίμως εκδοθείσας απόφασης του Δικαστηρίου.
Συνιστά πάγια νομολογιακή αρχή ότι η δικαιοδοσία για την έκδοση εντάλματος habeas corpus ασκείται μόνο στις περιπτώσεις που στοιχειοθετείται παράνομη κράτηση ή φυλάκιση. Ο αιτητής έχει το βάρος να αποδείξει, εκ πρώτης όψεως, ότι η κράτηση του δεν είναι νόμιμη. Σε μια τέτοια περίπτωση, το βάρος μετατίθεται στην πλευρά που έχει τη φυσική κράτηση του αιτητή να αποδείξει την νομιμότητα της κράτησης. Στα πλαίσια του προνομιακού εντάλματος habeas corpus δεν είναι δυνατός ο έλεγχος της νομιμότητας δικαστικής απόφασης είτε του Κακουργιοδικείου είτε του Εφετείου. Λέχθηκε συναφώς στην υπόθεση Γεωργιάδης (Αρ. 3) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1455, με αναφορά στην αγγλική νομολογία ότι:
«... το ένταλμα habeas corpus δεν χορηγείται σε πρόσωπα που έχουν καταδικαστεί δυνάμει κατηγορητηρίου. Και δεν χορηγείται για αναθεώρηση δικαστικών αποφάσεων που θα μπορούσαν να αναθεωρηθούν με έφεση.»
Στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Αντώνη Φανιέρου (2004) 1 Α.Α.Δ 937, παρατηρείται ότι:
«Πιθανόν η μόνη περίπτωση κατά την οποία το δικαστήριο μπορεί να εκδώσει ένα τέτοιο ένταλμα να είναι, αν ικανοποιηθεί ότι ο φυλακισμένος κρατείται πέραν του χρόνου της ποινής που του έχει επιβληθεί ή κρατείται ενώ το χρονικό διάστημα της επιβληθείσας ποινής έχει παρέλθει (Κατά το Λόρδο Goddard, C.J. στην υπόθεση Re Featherstone [1953] 37 Cr. App. Rep. 146, D.C.)»
Aυτή βέβαια δεν είναι η περίπτωση εδώ. Αφήνοντας κατά μέρος ότι παρόμοιο θέμα έχει ήδη εγερθεί από τον αιτητή - πριν από την καταχώρηση της παρούσας αίτησης - και εκκρεμεί προς εξέταση στην Ποινική Έφεση Αρ. 137/2014, αποσκοπώντας και με αυτή στην απελευθέρωση του, παρατηρώ ότι η προκείμενη περίπτωση δεν αφορά σε παράνομη φυλάκιση. Ο αιτητής φυλακίστηκε με απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου, η οποία εξακολουθεί να υφίσταται και να είναι ισχυρή, γεγονός που από μόνο του σφραγίζει και την τύχη της παρούσας αίτησης. Διευκρινίζεται ότι αυτό συνέβηκε στο πλαίσιο μιας ενιαίας απόφασης η οποία κατέληξε με καταδίκη του αιτητή και είναι συνεπεία αυτής της καταδίκης που του επιβλήθηκε η ποινή που τώρα εκτίει. Συνεπώς εδώ, δεν ικανοποιείται η βασική προϋπόθεση για επίκληση της δικαιοδοσίας habeas corpus. Το ένταλμα habeas corpus δεν εκδίδεται για πρόσωπο το οποίο έχει καταδικαστεί από αρμόδιο δικαστήριο και εκτίει την ποινή του. Εξάλλου, αποδοχή της θέσης του αιτητή, θα οδηγούσε στο παράδοξο και αντιφατικό να παραμένει σε ισχύ η απόφαση του Κακουργιοδικείου, αλλά ο αιτητής να μην κρατείται (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Χρίστου Σιμιανού (2005) 1 Α.Α.Δ. 932).
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, θεωρώ ότι η αίτηση δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη και απορρίπτεται.
Καμία διαταγή για έξοδα.
Η αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.