ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D669
(2015) 1 ΑΑΔ 2145
12 Οκτωβρίου, 2015
[ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. PAGE DIRECTORS
LIMITED ΚΑΙ 2. PAGESERVE LIMITED, ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ 1
ΚΑΙ 2 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 1330/2015 Ε.Δ. ΛΕΜΕΣΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Ή
PROHIBITION ΚΑΙ/Ή MANDAMUS ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ
ΑΡΘΡΟΥ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,
ΚΑΙ
ANΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 07/04/2015 ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 30/07/2015.
Αιτητών.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 118/2015)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση παραχώρησης άδειας προς καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, με την οποία θα επιδιωκόταν η ακύρωση ενδιάμεσου διατάγματος φίμωσης, και ενδιάμεσης απόφασης, που εκδόθηκαν από Επαρχιακό Δικαστήριο ― Απορριπτική κατάληξη, λόγω μη ενεργοποίησης των σχετικών δικαιοδοτικών προϋποθέσεων.
Με την αίτηση επιδιώχθηκε η παραχώρηση άδειας προς καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, με την οποία θα επιδιωκόταν η ακύρωση ενδιάμεσου διατάγματος φίμωσης, και ενδιάμεσης απόφασης, που εκδόθηκαν από Επαρχιακό Δικαστήριο.
Στα πλαίσια αγωγής Επαρχιακού Δικαστηρίου, εκδόθηκε κατόπιν μονομερούς αίτησης, διάταγμα φίμωσης, ενώ τα υπόλοιπα διά της αίτησης αιτούμενα διατάγματα, τύπου Norwich Pharmacal, για αποκάλυψη εγγράφων και λεπτομερειών, διατάχθηκε όπως επιδοθούν. Ο συνήγορος των εναγομένων/αιτητών στην παρούσα, κατά την πρώτη εμφάνιση του ενώπιον του Δικαστηρίου, υπέβαλε προφορικό αίτημα για να ακουστεί κατά προτεραιότητα το διάταγμα φίμωσης, ώστε, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας και μετά την έκδοση απόφασης του Δικαστηρίου ως προς το εν λόγω διάταγμα, να καταχωρείτο ξεχωριστή ένσταση, ώστε να αποφασίζονταν κατόπιν ακρόασης και τα υπόλοιπα ζητήματα.
Το Δικαστήριο εξετάζοντας το αίτημα, κατέληξε, με αναφορά στη Δ.48 θ. 4(1) των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών και με παραπομπή στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου να απορρίψει το αίτημα. Όφειλαν, έκρινε, οι εδώ αιτητές, να συμμορφωθούν με τις πρόνοιες της Δ.48 θ.4(1) και να καταχωρίσουν ειδοποίηση πρόθεσης ένστασης, σύμφωνα με τον τύπο 47, εφ' όλης της ύλης, εξειδικεύοντας όλους τους λόγους ένστασης τους, συμπεριλαμβανομένων και των υποστηρικτικών λόγων της παρούσας εισήγησης τους. Θεώρησε δε, τη διαδικασία που εισηγούνταν οι εναγόμενοι, άγνωστη, όπως τη χαρακτήρισε, στους Θεσμούς, οδηγούσε σε κατατεμαχισμό της αίτησης, τα δε επιχειρήματα των αιτητών ως προς την επικαλούμενη αδυναμία στην οποία περιήλθαν, λόγω της ύπαρξης του διατάγματος φίμωσης, υποβολής των ενστάσεων τους και προώθηση των θέσεων τους, ως μη πειστική.
Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:
α) Υπήρξε παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης στη βάση προφανούς νομικού σφάλματος και νομικής πλάνης, ζήτημα που συναρτάται με το Άρθρο 30 του Συντάγματος και το Άρθρο 6 της ΕΣΔΑ.
β) Υπήρξε λανθασμένη άσκηση της σύμφυτης εξουσίας του Δικαστηρίου, επειδή εμποδίζονται οι αιτητές να ενημερώσουν και να λάβουν οδηγίες από τους πελάτες τους, σε σχέση με όσα εγείρονται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση για έκδοση των επίδικων διαταγμάτων.
γ) Υπήρξε υπέρβαση εξουσίας του Δικαστηρίου, ήτοι εξέδωσε το διάταγμα φίμωσης παρά το ότι αποφάσισε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για μονομερή έκδοση των λοιπών ενδιαμέσων διαταγμάτων τύπου Norwich Pharmacal, ενώ το ίδιο δεν έχει αυτοτελή χαρακτήρα.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Αδιαμφισβήτητα προέκυπτε από τα εκτεθέντα στοιχεία, ότι οι αιτητές ακούστηκαν κατά πάντα χρόνο στα πλαίσια της ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασίας, πριν το τελευταίο προβεί σε τελική κρίση επί του προφορικού αιτήματος των αιτητών.
2. Ήτοι εξάσκησε το Δικαστήριο τη διακριτική του ευχέρεια εκδίδοντας αιτιολογημένη απόφαση επί του προκειμένου, ως είχε υποχρέωση εκ του Συντάγματος και του Νόμου, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη και ως καταλυτικό παράγοντα, το γεγονός ότι οι αιτητές είχαν κατά πάντα χρόνο το δικαίωμα να εγείρουν και να προβάλουν τις θέσεις τους στην ενιαία διαδικασία που θα ακολουθούσε, ώστε να πετύχουν ακύρωση του διατάγματος φίμωσης και μη έκδοσης ενδεχομένως των λοιπόν διαταγμάτων, στη βάση των όσων ήθελαν να υποστηρίξουν, όπως ήδη υποστήριξαν - έστω εν μέρει - ενώπιον του.
3. Το ζήτημα εξετάστηκε εντός του διαδικαστικού πλαισίου στο οποίο είχε την εξουσία να κινηθεί το Δικαστήριο σε αιτήσεις αυτής της φύσης ήτοι, την Δ.48 θ.4 και το Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/1960 και εξάσκησε τη διακριτική του ευχέρεια και τη σύμφυτη εξουσία του.
4. Είναι συνήθης πρακτική ότι αιτήσεις για διατάγματα τύπου Norwich Pharmacal, συχνά συνοδεύονται από διατάγματα φίμωσης που στοχεύουν στην εξασφάλιση αποκλειστικών στοιχείων ή για αποτροπή κινδύνου μετακίνησης ή καταστροφής στοιχείων.
5. Θα πρέπει το Δικαστήριο σε κάθε περίπτωση να ικανοποιηθεί ότι ο κίνδυνος εξαφάνισης των στοιχείων ήταν τέτοιας εμβέλειας, ώστε πραγματικά να υπήρχε η αναγκαιότητα έκδοσης μονομερώς του διατάγματος φίμωσης.
6. Το Δικαστήριο στο τέλος της ημέρας λαμβάνοντας υπόψη, ως φαίνεται εκ πρώτης όψεως, την ιδιαιτερότητα και τη φύση των αιτουμένων διαταγμάτων, έκρινε ότι ήταν αναγκαία η έκδοση του ενδιαμέσου διατάγματος φίμωσης, χωρίς ειδοποίηση στον αντίδικο.
7. Οι αιτητές μετά την επίδοση του διατάγματος και της αίτησης, υπέβαλαν το αίτημα τους και ακούστηκαν κατά πάντα χρόνο από το Δικαστήριο. Η εξισορρόπηση των αντιθέτων δικαιωμάτων των αντιδίκων μερών, απέληξε στην υπό αμφισβήτηση αιτιολογημένη απόφαση του Δικαστηρίου. Αν όμως λανθασμένα έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο ή αν λανθασμένα εξήσκησε τη διακριτική του ευχέρεια, η κρίση του ελέγχεται κατ' έφεση.
8. Η διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος δεν συνιστά υποκατάστατο του ένδικου μέσου της έφεσης, ούτε μέσο εποπτείας της διαδικασίας των Επαρχιακών Δικαστηρίων ή της πρακτικής που ακολουθήθηκε. Στοχεύει η διαδικασία, όχι στον έλεγχο της ορθότητας, αλλά της νομιμότητας της απόφασης.
9. Ως προς το άλλο σκέλος της αίτησης για λανθασμένη άσκηση της σύμφυτης εξουσίας του Δικαστηρίου, η σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου δεν μπορεί κατά κανόνα να αποτελέσει αφ' εαυτή, αυτοδύναμη δικαιοδοτική βάση για συγκεκριμένο αίτημα ή διάβημα.
10. Απλή επίκληση της, είναι επιτρεπτή μόνο στην περίπτωση που η τυχόν άρνηση ή εξουσίας ή δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, θα ισοδυναμούσε με αποστέρηση συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος του διαδίκου.
11. Από τη στιγμή που οι αιτητές είχαν την ευκαιρία να ακουστούν ήδη και τους παρεχόταν εκ νέου η δυνατότητα να προβάλουν τα επιχειρήματα τους και εν γένει λόγους ένστασης προς ακύρωση του ήδη εκδοθέντος διατάγματος φίμωσης ή μη έκδοσης των λοιπών διαταγμάτων τύπου Norwich και ήδη ήταν ορισμένη η αίτηση για ακρόαση στις 15.10.2015 ενώπιον του εκδόσαντος το διάταγμα Δικαστηρίου, η παρούσα αίτηση, μοιραία οδηγείτο σε απόρριψη.
Η αίτηση για άδεια απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Γρηγοριάδης (2013) 1(Β) Α.Α.Δ. 1247,
Aletarro Limited (2013) 1(Β) Α.Α.Δ. 1742,
Seamark Consultancy Services Limited v. Lasala κ.ά. (2007) 1 A.A.Δ. 162,
ΑBP Holdings Ltd κ.ά. ν. Κιταλίδη (Αρ. 2) (1994) 1 Α.Α.Δ. 694,
Avila Management Services Ltd κ.ά. v. Stepanek κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 1403,
Penderhill Holdings Limited κ.ά. ν. Κλουκίνα (2014) 1 Α.Α.Δ. 118, ECLI:CY:AD:2014:A21,
Upmann v. Elkan [1871] L.R. 12 Eq. 140,
Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42,
Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Δ.Δ. 464,
Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116,
Raykov (Αρ. 3) (2014) 1 Α.Α.Δ. 2153, ECLI:CY:AD:2014:D746,
Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών ν. Παπαγεωργίου κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ 151,
Τουβλοποιεία Γίγας Λτδ ν. Ουστά (Αρ. 1) (1994) Α.Α.Δ. 109,
Χριστοδούλου Ρόπας (2009) 2 Α.Α.Δ. 235.
Αίτηση.
Στ. Παύλου για Πατρίκιο Παύλου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους Aιτητές.
Cur. adv. vult.
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Η παρούσα αίτηση στοχεύει στην ακύρωση ενδιάμεσου διατάγματος φίμωσης, ημερ. 7.4.2015 και της ενδιάμεσης απόφασης ημερ. 30.7.2015, που εκδόθηκαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού.
Στα πλαίσια της αγωγής υπ' αρ. 1330/15, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, εκδόθηκε κατόπιν μονομερούς αίτησης ημερ. 6.4.2015, διάταγμα φίμωσης, ενώ τα υπόλοιπα δια της αίτησης αιτούμενα διατάγματα, τύπου Norwich Pharmacal, για αποκάλυψη εγγράφων και λεπτομερειών, διατάχθηκε να επιδοθούν. Ο συνήγορος των εναγομένων, εδώ αιτητών, κατά την πρώτη εμφάνιση του ενώπιον του Δικαστηρίου, υπέβαλε προφορικό αίτημα για να ακουστεί κατά προτεραιότητα το διάταγμα φίμωσης, ώστε, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας και μετά την έκδοση απόφασης του Δικαστηρίου ως προς το εν λόγω διάταγμα, να καταχωριστεί ξεχωριστή ένσταση, ώστε να αποφασιστούν κατόπιν ακρόασης και τα υπόλοιπα ζητήματα.
Το Δικαστήριο εξετάζοντας το αίτημα σε μια πλήρως αιτιολογημένη και εμπεριστατωμένη απόφαση, ημερ. 30.7.2015, κατέληξε, με αναφορά στη Δ.48 θ. 4(1) των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών και με παραπομπή στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αναφορικά με την αίτηση του Νεόφυτου Γρηγοριάδη (2013) 1(B) A.A.Δ. 1247 και Αναφορικά με την αίτηση της Aletarro Limited (2013) 1(Β) Α.Α.Δ. 1742), να απορρίψει το αίτημα. Όφειλαν, έκρινε, οι εδώ αιτητές να συμμορφωθούν με τις πρόνοιες της Δ.48 θ.4(1) και να καταχωρίσουν ειδοποίηση πρόθεσης ένστασης, σύμφωνα με τον τύπο 47, εφ' όλης της ύλης, εξειδικεύοντας όλους τους λόγους ένστασης τους, συμπεριλαμβανομένων και των υποστηρικτικών λόγων της παρούσας εισήγησης τους: Θεώρησε τη διαδικασία που εισηγούνταν οι εναγόμενοι, άγνωστη, όπως τη χαρακτήρισε, στους Θεσμούς, οδηγούσε σε κατατεμαχισμό της αίτησης, τα δε επιχειρήματα των αιτητών ως προς την επικαλούμενη αδυναμία στην οποία περιήλθαν, λόγω της ύπαρξης του διατάγματος φίμωσης, υποβολής των ενστάσεων τους και προώθηση των θέσεων τους, ως μη πειστική.
Οι αιτητές με την υπό κρίση αίτηση επιζητούν την ακύρωση της απόφασης για τους πιο κάτω λόγους: (1) παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης στη βάση προφανούς νομικού σφάλματος και νομικής πλάνης, ζήτημα που συναρτάται με το Άρθρο 30 του Συντάγματος και το Άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών: η απόφαση του Δικαστηρίου καθιστά το διάταγμα καταπιεστικό εναντίον των αιτητών. (2) Λανθασμένη άσκηση της σύμφυτης εξουσίας του Δικαστηρίου: Εμποδίζονται οι αιτητές να ενημερώσουν και να λάβουν οδηγίες από τους πελάτες τους, σε σχέση με όσα εγείρονται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση για έκδοση των επίδικων διαταγμάτων. (3) Υπέρβαση εξουσίας του Δικαστηρίου: Το Δικαστήριο εξέδωσε το διάταγμα φίμωσης παρά το ότι αποφάσισε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για μονομερή έκδοση των λοιπών ενδιαμέσων διαταγμάτων τύπου Norwich Pharmacal, ενώ το ίδιο δεν έχει αυτοτελή χαρακτήρα.
Αδιαμφισβήτητα προκύπτει από τα ενώπιον μου τεθέντα στοιχεία, ότι οι αιτητές ακούστηκαν κατά πάντα χρόνο στα πλαίσια της ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασίας, πριν το τελευταίο προβεί σε τελική κρίση επί του προφορικού αιτήματος των αιτητών. Εξήσκησε λοιπόν το Δικαστήριο τη διακριτική του ευχέρεια εκδίδοντας αιτιολογημένη απόφαση επί του προκειμένου, ως είχε υποχρέωση εκ του Συντάγματος και του Νόμου, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη και ως καταλυτικό παράγοντα, το γεγονός ότι οι αιτητές είχαν κατά πάντα χρόνο το δικαίωμα να εγείρουν και να προβάλουν τις θέσεις τους στην ενιαία διαδικασία που θα ακολουθούσε, ώστε να πετύχουν ακύρωση του διατάγματος φίμωσης και μη έκδοσης ενδεχομένως των λοιπόν διαταγμάτων, στη βάση των όσων ήθελαν να υποστηρίξουν, όπως ήδη υποστήριξαν - έστω εν μέρει - ενώπιον του.
Το ζήτημα εξετάστηκε εντός του διαδικαστικού πλαισίου στο οποίο είχε την εξουσία να κινηθεί το Δικαστήριο σε αιτήσεις αυτής της φύσης: Δ.48 θ.4 και το Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/1960 και εξήσκησε τη διακριτική του ευχέρεια και τη σύμφυτη εξουσία του.
Τα Δικαστήρια της Κύπρου λειτουργούν με βάση την ευρύτατη εξουσία που τους παρέχεται από το Άρθρο 32 του Νόμου 14/60 (Seamark Consultancy Services Limited v. Lasala κ.ά. (2007) 1 A.A.Δ. 162, με υιοθέτηση της ΑBP Holdings Ltd κ.ά. ν. Κιταλίδη (Αρ. 2) (1994) 1 Α.Α.Δ. 694). Τα δε διατάγματα τα οποία προωθούν με την αίτηση τους ενώπιον του Δικαστηρίου οι αντίδικοι των αιτητών, της φύσης Norwich, καθώς και το διάταγμα φίμωσης, εμπίπτουν στην εμβέλεια του Άρθρου 32. Avila Management Services Ltd κ.ά. v. Stepanek κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 1403 καθώς και στην Penderhill Holdings Limited κ.ά. ν. Κλουκίνα (2014) 1 Α.Α.Δ. 118, ECLI:CY:AD:2014:A21. Τα διατάγματα Norwich επενεργούν ως βοηθητικό μέσο για την ανεύρεση και εξιχνίαση πληροφοριών που είναι αναγκαίες, τόσο για τη διαπίστωση της ταυτότητας του ή των κατ' ισχυρισμών αδικοπραγούντων, όσο και την υποβοήθηση ανεύρεσης γεγονότων και μαρτυρίας για την ενδεχόμενη έγερση αγωγής.
Στην υπόθεση Upmann v. Elkan [1871] L.R. 12 Eq. 140, στην οποία γίνεται αναφορά στην Avila Management Services Ltd κ.ά. (ανωτέρω), αναγνωρίστηκε η ύπαρξη δικαιοδοσίας που επιβάλλει το καθήκον σε πρόσωπο που έχει αναμιχθεί σε αδικοπραξία άλλων, ώστε να διευκολύνει την εκτέλεση τους, παρά το γεγονός ότι μπορεί το ίδιο να μην είχε προσωπική ευθύνη, να δώσει βοήθεια με παροχή πληροφοριών και αποκάλυψη των ονομάτων των αδικοπραγούντων, όπως οι εδώ αιτητές.
Είναι συνήθης πρακτική ότι αιτήσεις για διατάγματα τύπου Norwich Pharmacal, συχνά συνοδεύονται από διατάγματα φίμωσης που στοχεύουν στην εξασφάλιση αποκλειστικών στοιχείων ή για αποτροπή κινδύνου μετακίνησης ή καταστροφής στοιχείων. Θα πρέπει το Δικαστήριο σε κάθε περίπτωση να ικανοποιηθεί ότι ο κίνδυνος εξαφάνισης των στοιχείων ήταν τέτοιας εμβέλειας, ώστε πραγματικά να υπήρχε η αναγκαιότητα έκδοσης μονομερώς του διατάγματος φίμωσης. Το Δικαστήριο στο τέλος της ημέρας λαμβάνοντας υπόψη, ως φαίνεται εκ πρώτης όψεως, την ιδιαιτερότητα και τη φύση των αιτουμένων διαταγμάτων, έκρινε ότι ήταν αναγκαία η έκδοση του ενδιαμέσου διατάγματος φίμωσης, χωρίς ειδοποίηση στον αντίδικο.
Οι αιτητές μετά την επίδοση του διατάγματος και της αίτησης, υπέβαλαν το αίτημα τους και ακούστηκαν κατά πάντα χρόνο από το Δικαστήριο. Η εξισορρόπηση των αντιθέτων δικαιωμάτων των αντιδίκων μερών απέληξε στην υπό αμφισβήτηση αιτιολογημένη απόφαση του Δικαστηρίου. Αν όμως λανθασμένα έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο ή αν λανθασμένα εξήσκησε τη διακριτική του ευχέρεια, η κρίση του ελέγχεται κατ' έφεση.
Η διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος δεν συνιστά υποκατάστατο του ένδικου μέσου της έφεσης, ούτε μέσο εποπτείας της διαδικασίας των Επαρχιακών Δικαστηρίων ή της πρακτικής που ακολουθήθηκε (Αναφορικά με το Γενικό Εισαγγελέα (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42 και Αναφορικά με την αίτηση της Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Δ.Δ. 464). Αντικείμενό της, είναι ο έλεγχος της ορθότητας αλλά και της νομιμότητας της απόφασης εκεί όπου διαπιστώνεται από το πρακτικό της σχετικής απόφασης και/ή διαδικασίας, όπως καταγράφεται στα πρακτικά, έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.
Στοχεύει η διαδικασία, όχι στον έλεγχο της ορθότητας, αλλά της νομιμότητας της απόφασης (Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116).
Ως προς το άλλο σκέλος της αίτηση λανθασμένη άσκηση της σύμφυτης εξουσίας του Δικαστηρίου, όπως είχα την ευκαιρία να παρατηρήσω και σε άλλη αίτηση, Αναφορικά με την Αίτηση του Andrey Raykov (Αρ. 3) (2014) 1 , ECLI:CY:AD:2014:D746Α.Α.Δ. 2153, με αναφορά στην Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών ν. Παπαγεωργίου κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ 151:
«Η σύμφυτη δικαιοδοσία δεν πηγάζει ούτε από νόμο ούτε από κανονισμό αλλά από τη φύση της δικαστικής λειτουργίας. Γι' αυτό και προσδιορίζεται με το επίθετο «σύμφυτη». Η βασική εκδήλωση της εξουσίας αυτής είναι η ρύθμιση των θεμάτων που άπτονται των δικαστικών διαδικασιών. Περιλαμβάνει δε τομείς του δικαίου των οποίων η νομολογία αναγνώρισε την ύπαρξη. Όμως έχουν τεθεί όρια και αυτοπεριορισμοί για να διαφυλαχθεί η αποτελεσματική λειτουργία αυτής της εξουσίας στις ορθές διαστάσεις της. Όπως παρατήρησε εύστοχα ο καθηγητής M.S. Dockray στο άρθρο του «The Inherent Jurisdiction to Regulate Civil Proceedings (1977) 113 Law Quarterly Review, σελ. 120, στην οποία σχολιάζει, στη σελ. 130, περιπτώσεις όπου τα δικαστήρια δε διέγνωσαν σύμφυτη εξουσία σε συγκεκριμένα θέματα:
«These decisions are quite inconsistent with the idea that the inherent jurisdiction is an unlimited reservoir from which new powers can be fashioned at will.»
Από τη στιγμή που το πρωτόδικο δικαστήριο διατηρεί τη δυνατότητα να προστατεύει τη διαδικασία η οποία διεξάγεται ενώπιόν του κατ' επίκληση των συμφυών εξουσιών του, εξυπακούεται ότι ταυτόχρονα έχει δικαιοδοσία πρακτικής εφαρμογής των εν λόγω εξουσιών. Αν όμως υπάρχει οποιαδήποτε υπόνοια ότι το δικαστήριο ενήργησε λανθασμένα κατ' επίκληση των συμφυών εξουσιών του, η ορθότητα της απόφασης ελέγχεται με το ένδικο μέσο της έφεσης και όχι με ένταλμα certiorari.»
Η σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου δεν μπορεί κατά κανόνα να αποτελέσει αφ' εαυτής, αυτοδύναμη δικαιοδοτική βάση για συγκεκριμένο αίτημα ή διάβημα. Απλή επίκληση της είναι επιτρεπτή μόνο στην περίπτωση που η τυχόν άρνηση ή εξουσίας ή δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, θα ισοδυναμούσε με αποστέρηση συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος του διαδίκου (Τουβλοποιεία Γίγας Λτδ ν. Ουστά (Αρ. 1) (1994) Α.Α.Δ. 109 και Χριστοδούλου Ρόπας (2009) 2 Α.Α.Δ. 235).
Από τη στιγμή που οι αιτητές είχαν την ευκαιρία να ακουστούν ήδη και τους παρέχεται εκ νέου η δυνατότητα να προβάλουν τα επιχειρήματα τους και εν γένει λόγους ένστασης προς ακύρωση του ήδη εκδοθέντος διατάγματος φίμωσης ή μη έκδοσης των λοιπών διαταγμάτων τύπου Norwich και ήδη είναι ορισμένη η αίτηση για ακρόαση στις 15.10.2015 ενώπιον του εκδόσαντος το διάταγμα Δικαστηρίου, η παρούσα αίτηση μοιραία οδηγείται σε απόρριψη.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση για άδεια απορρίπτεται.