ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2015:A506
(2015) 1 ΑΑΔ 1686
10 Ιουλίου, 2015
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στές]
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΚΥΡΟΠΟΙΪΑ ΛΕΩΝΙΚ ΛΤΔ,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 263/2011)
Έφεση ― Τα δικαστήρια δεν ενεργούν ή πράττουν επί ματαίω ― δεν δικαιολογείται η εξέταση της ουσίας μιας έφεσης όταν είναι αχρείαστη η παροχή της θεραπείας που επιζητείται, λόγω μεταβολής εν τω μεταξύ των γεγονότων, σε σημείο που το όλο ζήτημα να εκλαμβάνει ακαδημαϊκή και μόνο μορφή.
Η έφεση στράφηκε εναντίον απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία αποδόθηκαν διάφορες θεραπείες σε αιτητή/Παραλήπτη και Διαχειριστή εταιρείας, ο οποίος διορίστηκε δυνάμει ομολόγων επιβάρυνσης της προς όφελος Τράπεζας.
Προώθησε την εν λόγω αίτηση στο Επαρχιακό Δικαστήριο, παραπονούμενος ότι αδυνατούσε να εκτελέσει τα καθήκοντά του ως Παραλήπτης και Διαχειριστής, λόγω άρνησης του μοναδικού αξιωματούχου της Εφεσίβλητης εταιρείας/Εφεσείοντα, να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του, κατ' ακολουθία του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113. Αξίωνε, μεταξύ άλλων, θεραπεία δυνάμει του Άρθρου 337(1) του Νόμου. Πιο συγκεκριμένα, διάταγμα διατάσσον τον μοναδικό αξιωματούχο της Εφεσίβλητης εταιρείας να παραδώσει εντός καθορισμένου χρόνου έκθεση της περιουσιακής κατάστασής της.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, εξετάζοντας το ενώπιόν του αίτημα υπό το φως του πιο πάνω άρθρου και του πραγματικού υπόβαθρου των γεγονότων, όπως αποτυπωνόταν στις ένορκες δηλώσεις που συνόδευαν τόσο την αίτηση όσο και την ένσταση, έκρινε ότι η Τράπεζα είχε δικαίωμα διορισμού παραλήπτη, το οποίο και άσκησε. Αποφάσισε περαιτέρω, ότι ο διορισμός του Παραλήπτη εξακολουθούσε να είναι σε ισχύ, αφού δεν προσεβλήθη με την καταχώρηση σχετικής αίτησης. Έκρινε, τέλος, ότι ο Παραλήπτης συμμορφώθηκε με τις πρόνοιες του Άρθρου 340(1)(α) του Νόμου, αφού απέστειλε αμέσως ειδοποίηση στην Εφεσίβλητη εταιρεία σχετικά με το διορισμό του. Υπό τα δεδομένα αυτά προχώρησε στην έκδοση διατάγματος με το οποίο διατασσόταν ο Εφεσείοντας να παραδώσει εντός επτά ημερών στον Παραλήπτη έκθεση της περιουσιακής κατάστασης της Εφεσίβλητης εταιρείας.
Η πιο πάνω κρίση αμφισβητήθηκε με την έφεση.
Ήταν η βασική θέση του Εφεσείοντα πως ο Παραλήπτης απέτυχε να αποδείξει την αποστολή και την παραλαβή σχετικής ειδοποίησης από την Εφεσίβλητη εταιρεία. Κατά συνέπεια, απέτυχε να θεμελιώσει και άρνηση της Εφεσίβλητης εταιρείας να συμμορφωθεί με την ετοιμασία έκθεσης περιουσιακής κατάστασης εντός καθορισμένης προθεσμίας από της λήψης της πιο πάνω ειδοποίησης.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Προείχε η εξέταση της θέσης των Εφεσίβλητων, σύμφωνα με την οποία η έφεση κατέστη άνευ αντικειμένου λόγω γεγονότων που μεσολάβησαν εν τω μεταξύ, αλλά και της ίδιας της συμπεριφοράς του Εφεσείοντα, όπως αυτή αποτυπώθηκε στα πλαίσια διαδικασιών μεταξύ των εμπλεκομένων πλευρών στις Αιτήσεις Certiorari 65/2011 και 66/2011.
2. Μεταξύ άλλων των αναφερομένων ένδικων διαβημάτων καταχωρήθηκε στις 8.9.2011, αίτηση της Εφεσίβλητης εταιρείας, διά μέσου του Παραλήπτη και Διαχειριστή της, με την οποία αξιωνόταν η σύλληψη, φυλάκιση, επιβολή προστίμου ή κατάσχεση περιουσίας του Εφεσείοντα, ένεκα μη συμμόρφωσής του προς τη διαταγή και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 25.5.2011 όπως παραδώσει εντός επτά ημερών την έκθεση της περιουσιακής κατάστασης της Εφεσίβλητης εταιρείας.
3. Η αίτηση αυτή οδηγήθηκε, στις 15.3.2012, σε απόσυρση και απόρριψη άνευ βλάβης με έξοδα εναντίον του Εφεσείοντα, αφού προηγουμένως δηλώθηκε ότι ο Εφεσείων είχε εν τω μεταξύ δώσει όλες τις σχετικές πληροφορίες που είχε στην κατοχή του.
4. Δηλώθηκε επίσης η ετοιμότητα του Εφεσείοντα να δώσει οποιαδήποτε άλλα στοιχεία απαιτηθούν χωρίς καθυστέρηση και να συμμορφωθεί πλήρως με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το Νόμο.
5. Περαιτέρω, σε ό,τι αφορούσε στις Πολιτικές Αιτήσεις 65/2011 και 66/2011, που είχε προωθήσει ο Εφεσείων, εντοπιζόταν από το σχετικό πρακτικό, ότι ο τότε συνήγορος του Εφεσείοντα συμφώνησε στην επίδοση αίτησης ημερομηνίας 8.4.2010 στον Διαχειριστή και Παραλήπτη και όπως σχετική πολεοδομική άδεια παραμείνει μέχρι την αποπεράτωση της διαδικασίας στην αγωγή 1454/1999 στην κατοχή της Εφεσίβλητης εταιρείας και του Διαχειριστή και Παραλήπτη αυτής.
6. Προέκυπτε αβίαστα από τα πιο πάνω ότι πέραν της μη αμφισβήτησης της ιδιότητας του Διαχειριστή και Παραλήπτη της Εφεσίβλητης και η ίδια η υπό κρίση έφεση - αντικείμενο της οποίας συνιστά η αμφισβήτηση της ορθότητας της έκδοσης διατάγματος παράδοσης έκθεσης περιουσιακής κατάστασης και μόνο - κινείται πλέον στα πλαίσια θεωρητικής ανάλυσης.
7. Το όποιο δηλαδή αποτέλεσμά της καμιά πρακτική ωφέλεια θα μπορούσε να έχει για τον Εφεσείοντα, αφού στο εκδοθέν, προσβαλλόμενο διάταγμα, έχει από πολλού χρόνου αυτοβούλως συμμορφωθεί.
8. Το δε αντικείμενο της πρωτόδικης διαδικασίας ήταν συγκεκριμένο και δεν αφορούσε προσβολή του διορισμού του Παραλήπτη - Διαχειριστή, αφού δεν προβλήθηκε κανένας βάσιμος λόγος που να δικαιολογούσε ακύρωση του διορισμού αυτού.
9. Όπως έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί, ενόψει της αρχής ότι τα δικαστήρια δεν ενεργούν ή πράττουν επί ματαίω, δεν δικαιολογείται η εξέταση της ουσίας μιας έφεσης όταν, ενόψει των συνθηκών της υπόθεσης, το Εφετείο καλείται να αποφανθεί επί ζητήματος που συνιστά πλέον θέμα ακαδημαϊκής και μόνο σημασίας, χωρίς δυνατότητα να προκύψει οποιοδήποτε όφελος στον Εφεσείοντα σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης.
Η έφεση απορρίφθηκε με ½ των εξόδων.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Μαυρονικόλα ν. Φοινιώτη κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1659,
Marketrends (Capital Market) Ltd v. Θεοδωρίδη (2003) 1 Α.Α.Δ. 1248.
Έφεση.
Έφεση από τον Καθ' ου η αίτηση εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Χριστοδούλου, Π.Ε.Δ.), (Αίτηση Αρ. 153/2010), ημερομ. 25/5/2011.
Ν. Γεωργίου για Καλλής & Καλλής ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.
Α. Ανδρέου, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Λιάτσο, Δ..
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Ο κ. Ελευθέριος Ν. Φιλίππου διορίστηκε ως Παραλήπτης και Διαχειριστής της Εφεσίβλητης εταιρείας δυνάμει ομολόγων επιβάρυνσής της προς όφελος της Τράπεζας Κύπρου Λτδ (η Τράπεζα), ημερομηνίας 1.6.1991 και 4.4.1995. Στις 25.2.2010, ο κ. Φιλίππου υπό την πιο πάνω ιδιότητά του καταχώρησε αίτηση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, παραπονούμενος ότι αδυνατούσε να εκτελέσει τα καθήκοντά του ως Παραλήπτης και Διαχειριστής, λόγω άρνησης του μοναδικού αξιωματούχου της Εφεσίβλητης εταιρείας, του κ. Ιωάννη Λ. Κυριακίδη - Εφεσείοντα, να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του, κατ' ακολουθία του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 (ο Νόμος). Αξίωνε, μεταξύ άλλων, θεραπεία δυνάμει του Άρθρου 337(1) του Νόμου. Πιο συγκεκριμένα, διάταγμα διατάσσον τον μοναδικό αξιωματούχο της Εφεσίβλητης εταιρείας να παραδώσει εντός καθορισμένου χρόνου έκθεση της περιουσιακής κατάστασής της. Το Άρθρο 337(1) έχει ως ακολούθως:
«337.-(1) Παραλήπτης ή διαχειριστής της περιουσίας εταιρείας που διορίζεται με βάση τις εξουσίες που περιέχονται σε οποιοδήποτε έγγραφο δύναται να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για οδηγίες σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που εγείρεται αναφορικά με την εκτέλεση των καθηκόντων του, και σε οποιαδήποτε τέτοια αίτηση το Δικαστήριο δύναται να δώσει τέτοιες οδηγίες ή δύναται να εκδώσει τέτοια διαταγή που να δηλώνει τα δικαιώματα προσώπων ενώπιον του Δικαστηρίου ή διαφορετικά, όπως το Δικαστήριο θεωρεί δίκαιο.»
Το πρωτόδικο δικαστήριο, εξετάζοντας το ενώπιόν του αίτημα υπό το φως του πιο πάνω άρθρου και του πραγματικού υπόβαθρου των γεγονότων, όπως αποτυπωνόταν στις ένορκες δηλώσεις που συνόδευαν τόσο την αίτηση όσο και την ένσταση, έκρινε ότι η Τράπεζα είχε δικαίωμα διορισμού παραλήπτη, το οποίο και άσκησε. Αποφάσισε περαιτέρω ότι ο διορισμός του κ. Φιλίππου ως Παραλήπτη εξακολουθούσε να είναι σε ισχύ, αφού δεν προσεβλήθη με την καταχώρηση σχετικής αίτησης. Έκρινε, τέλος, ότι ο Παραλήπτης συμμορφώθηκε με τις πρόνοιες του Άρθρου 340(1)(α) του Νόμου, αφού απέστειλε αμέσως ειδοποίηση στην Εφεσίβλητη εταιρεία σχετικά με το διορισμό του. Υπό τα δεδομένα αυτά προχώρησε στην έκδοση διατάγματος με το οποίο διατασσόταν ο Εφεσείοντας να παραδώσει εντός επτά ημερών στον Παραλήπτη έκθεση της περιουσιακής κατάστασης της Εφεσίβλητης εταιρείας.
Με την υπό κρίση έφεση, στην οποία καταγράφονται τρεις αλληλένδετοι λόγοι έφεσης, αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης. Οι λόγοι έφεσης περιστρέφονται γύρω από τη θέση ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι ήταν νόμιμος ο διορισμός του Παραλήπτη και εσφαλμένα έκρινε ότι αυτός συμμορφώθηκε με τις απαιτήσεις του Νόμου και ειδοποίησε δεόντως την Εφεσίβλητη εταιρεία ως προς το διορισμό του. Όπως εντοπίζεται από τη σχετική αιτιολογία των λόγων έφεσης, είναι η βασική θέση του Εφεσείοντα πως ο Παραλήπτης απέτυχε να αποδείξει την αποστολή και την παραλαβή σχετικής ειδοποίησης από την Εφεσίβλητη εταιρεία. Κατά συνέπεια απέτυχε να θεμελιώσει και άρνηση της Εφεσίβλητης εταιρείας να συμμορφωθεί με την ετοιμασία έκθεσης περιουσιακής κατάστασης εντός καθορισμένης προθεσμίας από της λήψης της πιο πάνω ειδοποίησης.
Προτού εξετασθεί η ουσία των λόγων έφεσης, προέχει, ως ζήτημα λογικής προτεραιότητας, η εξέταση της θέσης των Εφεσίβλητων, σύμφωνα με την οποία η παρούσα έφεση κατέστη άνευ αντικειμένου λόγω γεγονότων που μεσολάβησαν εν τω μεταξύ, αλλά και της ίδιας της συμπεριφοράς του Εφεσείοντα, όπως αυτή αποτυπώθηκε στα πλαίσια διαδικασιών μεταξύ των εμπλεκομένων πλευρών στις Αιτήσεις Certiorari 65/2011 και 66/2011.
Προκειμένου να γίνει κατανοητή η πιο πάνω προσέγγιση του ευπαίδευτου συνήγορου των Εφεσιβλήτων είναι αναγκαία η παράθεση του αδιαμφισβήτητου πραγματικού υπόβαθρου:
Μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης πρωτόδικης απόφασης ημερομηνίας 25.5.2011, καταχωρήθηκε εκ μέρους του Εφεσείοντα αίτηση ημερομηνίας 5.7.2011, για έκδοση διατάγματος αναστολής εκτέλεσής της. Η αίτηση αυτή απερρίφθη με ενδιάμεση απόφαση ημερομηνίας 18.1.2012. Μεσολάβησε, στις 8.9.2011, αίτηση της Εφεσίβλητης εταιρείας, διά μέσου του Παραλήπτη και Διαχειριστή της, με την οποία αξιωνόταν η σύλληψη, φυλάκιση, επιβολή προστίμου ή κατάσχεση περιουσίας του Εφεσείοντα, ένεκα μη συμμόρφωσής του προς τη διαταγή και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 25.5.2011 όπως παραδώσει εντός επτά ημερών την έκθεση της περιουσιακής κατάστασης της Εφεσίβλητης εταιρείας. Η αίτηση αυτή οδηγήθηκε, στις 15.3.2012, σε απόσυρση και απόρριψη άνευ βλάβης με έξοδα εναντίον του Εφεσείοντα, αφού προηγουμένως δηλώθηκε ότι ο Εφεσείων είχε εν τω μεταξύ δώσει όλες τις σχετικές πληροφορίες που είχε στην κατοχή του. Δηλώθηκε επίσης η ετοιμότητα του Εφεσείοντα να δώσει οποιαδήποτε άλλα στοιχεία απαιτηθούν χωρίς καθυστέρηση και να συμμορφωθεί πλήρως με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το Νόμο. Περαιτέρω, και σε ό,τι αφορά τις Πολιτικές Αιτήσεις 65/2011 και 66/2011, εντοπίζεται από το σχετικό πρακτικό ημερομηνίας 11 Ιουλίου 2011, ότι ο τότε συνήγορος του Εφεσείοντα συμφώνησε στην επίδοση αίτησης ημερομηνίας 8.4.2010 στον κ. Φιλίππου, ως Διαχειριστή και Παραλήπτη και όπως σχετική πολεοδομική άδεια παραμείνει μέχρι την αποπεράτωση της διαδικασίας στην αγωγή 1454/1999 στην κατοχή της Εφεσίβλητης εταιρείας και του Διαχειριστή και Παραλήπτη αυτής.
Προκύπτει αβίαστα από τα πιο πάνω ότι πέραν της μη αμφισβήτησης της ιδιότητας του κ. Φιλίππου ως Διαχειριστή και Παραλήπτη της Εφεσίβλητης και η ίδια η υπό κρίση έφεση - αντικείμενο της οποίας συνιστά η αμφισβήτηση της ορθότητας της έκδοσης διατάγματος παράδοσης έκθεσης περιουσιακής κατάστασης και μόνο - κινείται πλέον στα πλαίσια θεωρητικής ανάλυσης. Το όποιο δηλαδή αποτέλεσμά της καμιά πρακτική ωφέλεια θα μπορούσε να έχει για τον Εφεσείοντα, αφού στο εκδοθέν, προσβαλλόμενο διάταγμα, έχει από πολλού χρόνου αυτοβούλως συμμορφωθεί. Εκ του περισσού σημειώνεται ότι το αντικείμενο της πρωτόδικης διαδικασίας ήταν συγκεκριμένο και δεν αφορούσε προσβολή του διορισμού του Παραλήπτη - Διαχειριστή, αφού δεν προβλήθηκε κανένας βάσιμος λόγος που να δικαιολογούσε ακύρωση του διορισμού αυτού.
Όπως έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί (Μαυρονικόλα ν. Φοινιώτη κ.ά. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1659, Marketrends (Capital Market) Ltd v. Θεοδωρίδη (2003) 1 Α.Α.Δ. 1248), ενόψει της αρχής ότι τα δικαστήρια δεν ενεργούν ή πράττουν επί ματαίω, δεν δικαιολογείται η εξέταση της ουσίας μιας έφεσης όταν, ενόψει των συνθηκών της υπόθεσης, το Εφετείο καλείται να αποφανθεί επί ζητήματος που συνιστά πλέον θέμα ακαδημαϊκής και μόνο σημασίας, χωρίς δυνατότητα να προκύψει οποιοδήποτε όφελος στον Εφεσείοντα σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης. Όταν δηλαδή είναι αχρείαστη η παροχή της θεραπείας που επιζητείται λόγω μεταβολής εν τω μεταξύ των γεγονότων, σε σημείο που το όλο ζήτημα να εκλαμβάνει ακαδημαϊκή και μόνο μορφή.
Η έφεση απορρίπτεται με ½ των εξόδων εις βάρος του Εφεσείοντα, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, δεδομένου ότι ο Εφεσείων, παρά τη μεταβολή εν τω μεταξύ των συνθηκών, επέμενε μέχρι τέλους στην παρούσα έφεση.
Η έφεση απορρίπτεται με ½ των εξόδων.