ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ironhold Estates Ltd, T/A Henipa Hotel ν. Travelworld Vacation Ltd (2010) 1 ΑΑΔ 452
Alpha Bank Cyprus Ltd ν. Si Senh Dau και Άλλων (2013) 1 ΑΑΔ 1935
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2015:D215
(2015) 1 ΑΑΔ 746
26 Μαρτίου, 2015
(ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στής)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ALPHA BANK
CYPRUS LTD, ΓΙΑ THN EΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ
ΦΥΣΗΣ CERTIORARI,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ ΗΜΕΡ. 25.9.14
ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΜΕ ΑΡ. 956/13,
ΜΕΤΑΞΥ:
ALPHA BANK CYPRUS LTD,
Εναγόντων,
KAI
1. ANDREW TIMOTHY EDWARD POPPLE,
2. ALPHA PANARETI PUBLIC LTD,
Εναγομένων,
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ:
ALPHA BANK CYPRUS LTD,
Αιτητές,
KAI
1. ANDREW TIMOTHY EDWARD POPPLE,
2. ALPHA PANARETI PUBLIC LTD,
Καθ' ων η αίτηση.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 193/2014)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Ενωσιακό Δίκαιο ― Επίδοση Δικαστικών εγγράφων ― Aίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, προς ακύρωση απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία δεν έγινε δεκτή ως κανονική, βεβαίωση επίδοσης της αρμόδιας αρχής του Κράτους Μέλους παραλαβής, η οποία έγινε με βάση τους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς 44/2001 και 1393/2007 ― Επιτρεπτική κατάληξη.
Επαρχιακό Δικαστήριο επέτρεψε στο πλαίσιο αγωγής, επίδοση αντιγράφου του κλητηρίου εντάλματος στον εναγόμενο 1 σε διεύθυνση στο Ηνωμένο Βασίλειο, ως προνοείται από τους Κανονισμούς του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης 44/2001 και 1393/2007 και/ή μέσω διεθνούς υπηρεσίας ταχυμεταφορών.
Η επίδοση επετεύχθη τελικά διά του μηχανισμού του Κανονισμού 1393/2007 και εκδόθηκε η σχετική βεβαίωση επίδοσης όπως προβλέπεται από το Άρθρο 10 του Κανονισμού, στην οποία βεβαιωνόταν ότι η επίδοση έγινε σύμφωνα με τη νομοθεσία του Κράτους Μέλους παραλαβής, με παράδοση στην εν λόγω διεύθυνση σε κάποιο τρίτο πρόσωπο που περιγράφηκε ως «current tenant of property».
Ο εναγόμενος 1 παρέλειψε να εμφανιστεί και οι ενάγοντες καταχώρισαν αίτηση για απόφαση εναντίον του στις 14.4.2014, η οποία απερρίφθη από το Δικαστήριο καθότι θεώρησε ότι η επίδοση δεν ήταν κανονική. Ακολούθησε, στις 2.6.2014, νέα αίτηση η οποία και πάλι απερρίφθη για τον ίδιο λόγο, στις 25.9.2014. Ειδικότερα, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη ότι η επίδοση δεν είχε γίνει προσωπικά αλλά σε πρόσωπο που δεν τελεί σε συγγενική σχέση ή σε σχέση εργοδότησης με τον εναγόμενο 1. Σημείωσε περαιτέρω μεταξύ άλλων ότι, το γεγονός ότι η επίδοση των εγγράφων επιχειρήθηκε και εκτελέστηκε με τη διαδικασία που προβλέπεται από τους Κανονισμούς του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν αποδεικνύει απαραίτητα ότι υπήρξε συμμόρφωση με το διάταγμα του Δικαστηρίου εφόσον δεν επιδόθηκαν στον ίδιο τον Εναγόμενο 1 που αφορά η αγωγή προσωπικά, ώστε να έχει την ευκαιρία να λάβει γνώση της δικαστικής διαδικασίας. Το αντίθετο μάλιστα σημείωσε, αναφερόταν στο έγγραφο επίδοσης, ότι δηλαδή επιδόθηκαν σε κάποιον άλλον που φαινόταν να ήταν ο σημερινός ενοικιαστής της περιουσίας.
Οι αιτητές αιτήθηκαν άδεια για να καταχωρίσουν αίτηση για έκδοση εντάλματος της φύσεως Certiorari προς παραπομπή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ακύρωση της εν λόγω απόφασης προβάλλοντας τη θέση ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο παραγνωρίζοντας τη βεβαίωση της αρμόδιας αρχής του Κράτους Μέλους παραλαβής, ενήργησε προδήλως παράνομα, καθ' υπέρβαση εξουσίας, υπό νομική πλάνη και κατά παράβαση των αρχών φυσικής δικαιοσύνης και δίκαιης δίκης.
Διαπιστώθηκε εκ πρώτης όψεως ότι παρά τη δυνατότητα εναλλακτικής θεραπείας, προέκυπτε εξαιρετική περίσταση ώστε να δοθεί άδεια. Ο καθ' ου η αίτηση δεν εμφανίσθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε.
Ως προς τα λοιπά, δόθηκε άδεια, δεδομένης της διαπίστωσης περί εκ πρώτης όψεως προδήλου νομικού σφάλματος.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Είναι χαρακτηριστική για τη σημασία και την ανάγκη αποτελεσματικότητας του κανονισμού Κανονισμός (ΕΚ) 1393/2007 περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις, η πρόνοια του Άρθρου 10 του προοιμίου, σύμφωνα με την οποία, χάριν της αποτελεσματικότητας, η άρνηση της επίδοσης θα πρέπει να είναι δυνατή μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις.
2. Επίσης, στο Άρθρο 23 του προοιμίου ορίζεται ότι ο Κανονισμός υπερισχύει των διατάξεων διμερών ή πολυμερών συμφωνιών ή διακανονισμών με το ίδιο αντικείμενο.
3. Συνεπώς είναι φανερή από τον ίδιο τον Κανονισμό η βούληση να δοθεί τέτοια δραστικότητα και ισχύς στον Κανονισμό ώστε να εξυπηρετείται αποτελεσματικά και ουσιαστικά η ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, τηρουμένων των ασφαλιστικών δικλείδων που προβλέπονται από το Άρθρο 19 του Κανονισμού 1393/07, που προϋποθέτει, προκειμένου για λήψη απόφασης ερήμην του εναγομένου, επίδοση με τέτοιο τρόπο και σε τέτοιο έγκαιρο χρόνο, ώστε ο εναγόμενος να είναι πράγματι σε θέση να αμυνθεί.
4. Παρόμοια πρόνοια απαντάται στον Κανονισμό (ΕΚ) 44/2001 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, το Άρθρο 34.2 του οποίου παρέχει τη δυνατότητα να μην αναγνωριστεί απόφαση άλλου κράτους μέλους, εάν το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης δεν έχει επιδοθεί στον ερημοδικήσαντα εναγόμενο εγκαίρως και κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να αμυνθεί.
5. Σύμφωνα με το Άρθρο 7 του Κανονισμού 1393/07, η προς επίδοση πράξη επιδίδεται, αν δεν έχει ζητηθεί κάποια ειδική μέθοδος, «σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής».
6. Επιμαρτυρείται δε, με Βεβαίωση η οποία προβλέπεται από το Άρθρο 10 του Κανονισμού 1393/07, που στην προκειμένη περίπτωση βεβαίωνε, ως άνω, ότι η επίδοση έγινε σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους παραλαβής.
7. Η μη αποδοχή από το Δικαστήριο της επίδοσης που έγινε στα πλαίσια του Κανονισμού και, δυνάμει της βεβαίωσης του Άρθρου 10, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής, συνιστούσε ενέργεια κατά παράβαση του γράμματος και του πνεύματος του Κανονισμού.
8. Κατά συνέπεια, η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου ημερομηνίας 25.9.2014, με την οποία απερρίφθη η αίτηση για απόφαση εναντίον του εναγόμενου 1, ακυρώθηκε.
Η αίτηση επέτυχε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Alfa Bank Cyprus Ltd v. Dau κ.ά. (2013) 1 Α.Α.Δ. 1935,
Ironhold Estates Ltd, T/A Henipa Hotel v. Travelworld Vacation Ltd (2010) 1 A.A.Δ. 452.
Αίτηση.
Μ. Κόκκινου για Χρυσαφίνης και Πολυβίου ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές.
Cur. adv. vult.
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Τα γεγονότα έχουν καταγραφεί στην προηγηθείσα απόφαση ημερομηνίας 9.10.2014, στα πλαίσια της διαδικασίας για παροχή της απαιτούμενης άδειας για καταχώριση της παρούσας αίτησης και έχουν ως ακολούθως:
«Στα πλαίσια της αγωγής 956/2013 το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου επέτρεψε επίδοση αντιγράφου του κλητηρίου εντάλματος στον εναγόμενο 1 στη διεύθυνση 9 Dunnottar Avenue, Eaglescliffe, Stockton-on-Tees, TS16 OAB, στο Ηνωμένο Βασίλειο, «ως προνοείται από τους Κανονισμούς του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης 44/01 και 1393/07» και/ή μέσω διεθνούς υπηρεσίας ταχυμεταφορών.
Η επίδοση επετεύχθη τελικά στις 5.3.2014 διά του μηχανισμού του Κανονισμού 1393/07 και εκδόθηκε η σχετική βεβαίωση επίδοσης όπως προβλέπεται από το Άρθρο 10 του Κανονισμού, στην οποία βεβαιώνεται ότι η επίδοση έγινε σύμφωνα με τη νομοθεσία του Κράτους Μέλους παραλαβής, με παράδοση στην εν λόγω διεύθυνση σε κάποιο τρίτο πρόσωπο που περιγράφεται ως «current tenant of property».
Ο εναγόμενος 1 παρέλειψε να εμφανιστεί και οι ενάγοντες καταχώρισαν αίτηση για απόφαση εναντίον του στις 14.4.2014, η οποία απερρίφθη από το Δικαστήριο καθότι θεώρησε ότι η επίδοση δεν ήταν κανονική. Ακολούθησε, στις 2.6.2014, νέα αίτηση η οποία και πάλιν απερρίφθη για τον ίδιο λόγο, στις 25.9.2014. Ειδικότερα, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη ότι η επίδοση δεν είχε γίνει προσωπικά αλλά σε πρόσωπο που δεν τελεί σε συγγενική σχέση ή σε σχέση εργοδότησης με τον εναγόμενο 1. Σημείωσε περαιτέρω ότι η σημασία επίδοσης της αγωγής και των δικογράφων είναι να λάβει γνώση ο εναγόμενος και ότι το διάταγμα που δόθηκε για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας αφορούσε, όπως το έθεσε, την επίδοση των δικαστικών εγγράφων στον ίδιο τον εναγόμενο 1 στην αναφερθείσα διεύθυνση. Κατέληξε δε ως εξής:
«Το γεγονός ότι η επίδοση των εγγράφων επιχειρήθηκε και εκτελέστηκε με τη διαδικασία που προβλέπεται από τους Κανονισμούς του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν αποδεικνύει απαραίτητα ότι υπήρξε συμμόρφωση με το διάταγμα του δικαστηρίου εφόσον δεν επιδόθηκαν στον ίδιο τον Εναγόμενο 1 που αφορά η αγωγή προσωπικά ώστε να έχει την ευκαιρία να λάβει γνώση της δικαστικής διαδικασίας. Το αντίθετο μάλιστα αναφέρεται στο έγγραφο επίδοσης, ότι δηλαδή επιδόθηκαν σε κάποιον άλλον που φαίνεται να είναι ο σημερινός ενοικιαστής της περιουσίας.
Ενόψει των πιο πάνω θεωρώ ότι δεν έγινε η κανονική επίδοση των δικαστικών εγγράφων στον Εναγόμενο 1, σύμφωνα με τη διαταγή του Δικαστηρίου ημερομηνίας 14.10.2013 στο εξωτερικό, ώστε ο Εναγόμενος 1 να μπορεί να λάβει γνώση της διαδικασίας και να καταχωρίσει σημείωμα εμφάνισης έγκαιρα.»»
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω τότε, είχα διαπιστώσει εκ πρώτης όψεως ότι παρά τη δυνατότητα εναλλακτικής θεραπείας προέκυπτε εξαιρετική περίσταση ώστε να δοθεί άδεια. Ο καθ΄ου η αίτηση δεν εμφανίσθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε. Δεν έχει ακουστεί διαφορετική εισήγηση και δεν εντοπίζεται λόγος για διαφοροποίηση της αρχικής, εκ πρώτης όψεως, θέσης η οποία καθίσταται οριστική.
Ως προς τα λοιπά, είχε δοθεί άδεια γιατί διαπιστώθηκε εκ πρώτης όψεως πρόδηλο νομικό σφάλμα. Ως άνω, δεν προβλήθηκε ένσταση και δεν εντοπίζεται λόγος και πάλιν για διαφοροποίηση.
Σχετικός είναι ο Κανονισμός (ΕΚ) 1393/2007 περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις. Με τον κανονισμό αυτό επιδιώκεται η διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς με την «καλύτερη και ταχύτερη διαβίβαση» δικαστικών και εξωδίκων εγγράφων μεταξύ των κρατών μελών (παράγραφος 2 προοιμίου). Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει ότι ο εν λόγω Κανονισμός «θέτει ως ύψιστη προτεραιότητα την καλύτερη, ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διαβίβαση δικαστικών εγγράφων, μεταξύ των κρατών μελών» (Alfa Bank Cyprus Ltd v. Dau κ.ά. (2013) 1 Α.Α.Δ. 1935).
Είναι χαρακτηριστική για τη σημασία και την ανάγκη αποτελεσματικότητας του κανονισμού η πρόνοια του Άρθρου 10 του προοιμίου, σύμφωνα με την οποία, χάριν της αποτελεσματικότητας, η άρνηση της επίδοσης θα πρέπει να είναι δυνατή μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις. Επίσης, στο Άρθρο 23 του προοιμίου ορίζεται ότι ο Κανονισμός υπερισχύει των διατάξεων διμερών ή πολυμερών συμφωνιών ή διακανονισμών με το ίδιο αντικείμενο που συνάπτονται από τα κράτη μέλη, η σχετική ευχέρεια των οποίων περιορίζεται στη διατήρηση ή τη σύναψη συμφωνιών ή διακανονισμών, με σκοπό και πάλι την επιτάχυνση ή την απλούστευση της διαβίβασης των πράξεων, εφόσον, όμως, συνάδουν με τις διατάξεις του. Συνεπώς είναι φανερή από τον ίδιο τον Κανονισμό η βούληση να δοθεί τέτοια δραστικότητα και ισχύς στον Κανονισμό ώστε να εξυπηρετείται αποτελεσματικά και ουσιαστικά η ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, τηρουμένων των ασφαλιστικών δικλείδων που προβλέπονται από το Άρθρο 19 του Κανονισμού 1393/07, που προϋποθέτει, προκειμένου για λήψη απόφασης ερήμην του εναγομένου, επίδοση με τέτοιο τρόπο και σε τέτοιο έγκαιρο χρόνο, ώστε ο εναγόμενος να είναι πράγματι σε θέση να αμυνθεί. Παρόμοια πρόνοια απαντάται στον Κανονισμό (ΕΚ) 44/2001* για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, το Άρθρο 34.2 του οποίου παρέχει τη δυνατότητα να μην αναγνωριστεί απόφαση άλλου κράτους μέλους, εάν το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης δεν έχει επιδοθεί στον ερημοδικήσαντα εναγόμενο εγκαίρως και κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να αμυνθεί.
Πέραν των αναγκαίων διασφαλίσεων, η κατάφαση της ιδέας του ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου είναι φανερή και όπως αναγνωρίστηκε νομολογιακά, αυτή η ιδέα αποτελεί και το rationale του Κανονισμού 44/2001, όπως ασφαλώς και του Κανονισμού 1393/2007 (Ironhold Estates Ltd, T/A Henipa Hotel v. Travelworld Vacation Ltd (2010) 1 A.A.Δ. 452). Άλλωστε, θα πρέπει σε τέτοιες περιπτώσεις να λαμβάνεται πάντοτε υπόψιν η πάγια νομολογιακή αρχή περί υπεροχής του κοινοτικού δικαίου, η οποία έχει ενσωματωθεί και στο Άρθρο 1Α του Συντάγματος.
Σύμφωνα με το Άρθρο 7 του Κανονισμού 1393/07, η προς επίδοση πράξη επιδίδεται, αν δεν έχει ζητηθεί κάποια ειδική μέθοδος, «σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής». Επιμαρτυρείται δε, με Βεβαίωση η οποία προβλέπεται από το Άρθρο 10 του Κανονισμού 1393/07, που στην προκειμένη περίπτωση βεβαίωνε, ως άνω, ότι η επίδοση έγινε σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους παραλαβής.
Η μη αποδοχή από το Δικαστήριο της επίδοσης που έγινε στα πλαίσια του Κανονισμού και, δυνάμει της βεβαίωσης του Άρθρου 10, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους παραλαβής, συνιστά ενέργεια κατά παράβαση του γράμματος και του πνεύματος του Κανονισμού. Κατά συνέπεια η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου ημερομηνίας 25.9.2014, με την οποία απερρίφθη η προαναφερθείσα αίτηση για απόφαση εναντίον του εναγόμενου 1, ακυρώνεται. Ως εκ τούτου η αίτηση θα πρέπει να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου για περαιτέρω χειρισμό.
Η αίτηση επιτυγχάνει.